Βρήκα Ικανοποίηση Υπηρετώντας τον Θεό
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΤΖΟΣΟΥΑ ΤΟΝΓΚΟΑΝΑ
Το έτος 1942 βρισκόμουν σε μεγάλη σύγχυση. Μελετούσα έντυπα που εκδίδονταν από τους Αντβεντιστές της Έβδομης Ημέρας και έντυπα που εκδίδονταν από την Εταιρία Σκοπιά. Όπως οι αρχαίοι Ισραηλίτες, ‘χώλαινα μεταξύ δύο φρονημάτων’.—1 Βασιλέων 18:21.
ΟΙ ΑΝΤΒΕΝΤΙΣΤΕΣ της Έβδομης Ημέρας μού έστελναν τυπωμένες ομιλίες που αποκαλούνταν «Η Φωνή της Προφητείας». Μου άρεσε να απαντώ στις ερωτήσεις τους, και εκείνοι υποσχέθηκαν να μου δώσουν ένα όμορφο δίπλωμα αν περνούσα όλες τις εξετάσεις μου. Παρατήρησα όμως ότι τόσο η «Φωνή της Προφητείας» όσο και οι εκδόσεις της Εταιρίας Σκοπιά ταχυδρομούνταν από τη νοτιοαφρικανική πόλη του Κέιπ Τάουν. Αναρωτήθηκα: ‘Γνωρίζουν αυτές οι οργανώσεις η μια την άλλη; Συμφωνούν οι διδασκαλίες τους; Αν όχι, ποια είναι η σωστή;’
Για να διευθετηθεί το ζήτημα, έστειλα όμοιες επιστολές σε καθεμιά από τις οργανώσεις. Για παράδειγμα, έγραψα στην Εταιρία Σκοπιά: «Γνωρίζετε τους ανθρώπους που σχετίζονται με τη ‘Φωνή της Προφητείας’, και αν ναι, ποια είναι η άποψή σας για τις διδασκαλίες τους;» Τελικά έλαβα απαντήσεις και από τις δυο ομάδες. Η επιστολή της Εταιρίας Σκοπιά έλεγε ότι είχαν ακούσει για τη «Φωνή της Προφητείας», αλλά εξηγούσε ότι οι διδασκαλίες που παρουσιάζονταν σε αυτό το έντυπο, όπως η Τριάδα και το ότι ο Χριστός θα επιστρέψει στη γη με σάρκα και οστά, είναι αντιγραφικές. Η επιστολή τους περιλάμβανε εδάφια τα οποία ανασκεύαζαν αυτές τις δοξασίες.—Ιωάννης 14:19, 28.
Η απάντηση από τη «Φωνή της Προφητείας» απλώς έλεγε ότι γνώριζαν «τους ανθρώπους της Εταιρίας Σκοπιά», αλλά δεν συμφωνούσαν με τις διδασκαλίες τους. Δεν το αιτιολογούσαν. Έτσι αποφάσισα υπέρ της Εταιρίας Σκοπιά, η οποία είναι ένα νομικό όργανο που χρησιμοποιούν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Σήμερα, έπειτα από 50 χρόνια που είμαι συνταυτισμένος με τους Μάρτυρες, πόσο ευτυχισμένος είμαι που πήρα αυτή τη σωστή απόφαση!
Το Θρησκευτικό Παρελθόν
Γεννήθηκα το 1912 σε μια αγροτική περιοχή που ονομάζεται Μακάνιε, στα ανατολικά της νοτιοαφρικανικής πόλης Πίτερσμπεργκ. Το Μακάνιε βρισκόταν τότε υπό το θρησκευτικό έλεγχο της Αγγλικανικής Εκκλησίας, έτσι έγινα μέλος εκείνης της εκκλησίας. Όταν ήμουν δέκα χρονών, η οικογένειά μου μετακόμισε σε μια περιοχή όπου επικρατούσε η Λουθηρανική Ιεραποστολική Εκκλησία του Βερολίνου, και οι γονείς μου συνταυτίστηκαν με αυτή την εκκλησία. Γρήγορα απέκτησα τα προσόντα για να παρακολουθώ την τελετή της Θείας Ευχαριστίας και να λαβαίνω ένα κομματάκι ψωμί και μια γουλιά κρασί, αλλά αυτό δεν ικανοποίησε τις πνευματικές μου ανάγκες.
Ύστερα από οχτώ χρόνια στο σχολείο, ο πατέρας μου με έστειλε στο Ινστιτούτο Εκπαίδευσης του Κίλνερτον, και το 1935 πήρα Πτυχίο Δασκάλου Τριετούς Εκπαίδευσης. Μια από τις δασκάλες με τις οποίες συνεργάστηκα ήταν κάποια νεαρή κοπέλα, η Καρολάιν. Παντρευτήκαμε και αργότερα η Καρολάιν γέννησε ένα κοριτσάκι το οποίο ονομάσαμε Δάμαρι. Λίγα χρόνια αργότερα έγινα διευθυντής του σχολείου Σεθλάλα, στο επαρχιακό χωριό Μαμάτσα. Εφόσον το σχολείο λειτουργούσε υπό τη διεύθυνση της Ολλανδικής Μεταρρυθμιστικής Εκκλησίας, συνταυτιστήκαμε με αυτή την εκκλησία παρακολουθώντας τακτικά τις λειτουργίες της. Το κάναμε αυτό επειδή ήταν της μόδας, αλλά δεν μου έφερε ικανοποίηση.
Σημείο Στροφής
Κάποια Κυριακή του 1942, βρισκόμασταν στην εκκλησία και μαθαίναμε ύμνους όταν εμφανίστηκε στην πόρτα ένας νεαρός λευκός κρατώντας τρία βιβλία που ήταν έκδοση της Εταιρίας Σκοπιά—Δημιουργία, Διεκδίκησις και Προετοιμασία (Preparation). Σκέφτηκα ότι τα βιβλία θα φαίνονταν όμορφα πάνω στο ράφι της βιβλιοθήκης μου, έτσι τα πήρα δίνοντας τρία σελίνια. Αργότερα, έμαθα ότι εκείνος ο άνθρωπος, ο Τίνι Μπεζέιτενχόουτ, ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά, ο μοναδικός στην περιοχή. Στην επόμενη επίσκεψή του, ο Τίνι έφερε ένα φωνογράφο και έπαιξε μερικούς δίσκους με ομιλίες του Δικαστή Ρόδερφορντ. Μου άρεσε ιδιαίτερα η ομιλία που είναι γνωστή με τον τίτλο «Παγίδα και Απάτη», αλλά δεν άρεσε στην Καρολάιν και στην αδελφή μου την Πρισίλα, η οποία έμενε μαζί μας. Στην τρίτη του επίσκεψη, ο Τίνι μου έδωσε το φωνογράφο ώστε να μπορώ να παίζω τους δίσκους σε φίλους.
Μια μέρα, ξεφύλλιζα το βιβλίο Δημιουργία και βρήκα τυχαία το κεφάλαιο «Πού Είναι οι Νεκροί;» Άρχισα να διαβάζω με την ελπίδα να μάθω για τις χαρές που απολαμβάνουν οι ψυχές των πεθαμένων στον ουρανό. Όμως, αντίθετα με τις προσδοκίες μου, το βιβλίο δήλωνε ότι οι νεκροί βρίσκονται στους τάφους τους και δεν γνωρίζουν τίποτα. Για να υποστηριχτεί αυτό, αναφέρονταν Γραφικά εδάφια, όπως τα εδάφια Εκκλησιαστής 9:5, 10. Κάποιο άλλο κεφάλαιο είχε τον τίτλο ‘Έγερση των Νεκρών’, και τα εδάφια Ιωάννης 5:28, 29 αναφέρονταν ως απόδειξη τού ότι οι νεκροί δεν έχουν συνειδητότητα και ότι περιμένουν ανάσταση. Αυτό ήταν λογικό. Με ικανοποιούσε.
Εκείνον τον καιρό, το 1942, διέκοψα τις σχέσεις μου με τη «Φωνή της Προφητείας» και άρχισα να λέω στους άλλους τα πράγματα που μάθαινα από τα έντυπα της Εταιρίας Σκοπιά. Ένας από τους πρώτους που ανταποκρίθηκαν ήταν κάποιος φίλος μου, ο Τζούντα Λετσουάλου, ο οποίος ήταν συμφοιτητής μου στο Ινστιτούτο Εκπαίδευσης του Κίλνερτον.
Ο Τζούντα και εγώ ταξιδέψαμε με ποδήλατο 51 χιλιόμετρα για να παρακολουθήσουμε μια συνέλευση Αφρικανών Μαρτύρων στο Πίτερσμπεργκ. Κατόπιν, αδελφοί από το Πίτερσμπεργκ διένυαν συχνά όλη την απόσταση μέχρι τη Μαμάτσα προκειμένου να με βοηθήσουν να παρουσιάσω το άγγελμα της Βασιλείας στους γείτονές μου. Τελικά, σε μια άλλη συνέλευση στο Πίτερσμπεργκ, το Δεκέμβριο του 1944, βαφτίστηκα συμβολίζοντας την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά.
Ανταποκρίνονται η Οικογένειά μου και Άλλοι
Η Καρολάιν, η Πρισίλα και η κόρη μου, η Δάμαρις, συνέχισαν να πηγαίνουν στην Ολλανδική Μεταρρυθμιστική Εκκλησία. Τότε, χτύπησε η συμφορά. Η Καρολάιν γέννησε το δεύτερο παιδί μας—ένα φαινομενικά υγιές αγοράκι το οποίο ονομάσαμε Σάμιουελ. Όμως, αυτό αρρώστησε ξαφνικά και πέθανε. Οι φίλοι της Καρολάιν από την εκκλησία δεν πρόσφεραν καμιά παρηγοριά, καθώς έλεγαν ότι ο Θεός ήθελε το γιο μας μαζί του στον ουρανό. Μέσα στην απελπισία της η Καρολάιν ρωτούσε συνεχώς: «Γιατί να πάρει ο Θεός το γιο μας;»
Όταν η είδηση για τη συμφορά μας έφτασε στους Μάρτυρες στο Πίτερσμπεργκ, εκείνοι ήρθαν και μας πρόσφεραν γνήσια παρηγοριά βασισμένη στο Λόγο του Θεού. Αργότερα, η Καρολάιν είπε: «Όσα έλεγε η Αγία Γραφή για την αιτία του θανάτου, για την κατάσταση των νεκρών και για την ελπίδα της ανάστασης ήταν λογικά και με παρηγόρησαν πολύ. Ήθελα να μπω στο νέο κόσμο και να πάρω πίσω το γιο μου από τον τάφο».
Η Καρολάιν σταμάτησε να πηγαίνει στην εκκλησία, και το 1946, εκείνη, η Πρισίλα και ο Τζούντα βαφτίστηκαν. Σύντομα μετά το βάφτισμά του, ο Τζούντα έφυγε για να επεκτείνει το έργο κηρύγματος σε μια αγροτική περιοχή που ονομαζόταν Μαμαθλόουλα, και υπηρετεί ως ολοχρόνιος σκαπανέας μέχρι σήμερα.
Όταν έφυγε ο Τζούντα, ήμουν ο μόνος άντρας που απέμενε για να φροντίζει για την εκκλησία μας, η οποία ονομαζόταν Μπουίνι. Κατόπιν, ο Γκρέισλι Μαθλάτσι μετακόμισε στην περιοχή μας και τελικά παντρεύτηκε την Πρισίλα. Κάθε εβδομάδα, ο Γκρέισλι και εγώ έπρεπε να κάνουμε εκ περιτροπής δημόσιες ομιλίες στη σεπέντι, την τοπική αφρικανική γλώσσα. Για να γίνουν τα Γραφικά έντυπα διαθέσιμα στους ανθρώπους, η Εταιρία μού ζήτησε να μεταφράσω κάποια έντυπα στη γλώσσα σεπέντι. Μου έφερε μεγάλη ικανοποίηση το να βλέπω ανθρώπους να ωφελούνται από αυτά τα έντυπα.
Για να προωθήσουμε την εκστρατεία μας σχετικά με τις δημόσιες συναθροίσεις μας, αγοράσαμε ένα φωνογράφο με ένα μεγάλο μεγάφωνο ώστε να παίζουμε δίσκους με Γραφικές ομιλίες σε όλη την περιοχή μας. Δανειστήκαμε κάποιο κάρο που το τραβούσαν γάιδαροι για να μεταφέρουμε αυτόν το βαρύ εξοπλισμό από τόπο σε τόπο. Ως αποτέλεσμα, οι γείτονές μας μάς έδωσαν το παρατσούκλι «Οι Άνθρωποι της Εκκλησίας του Γάιδαρου».
Στο μεταξύ η μικρή εκκλησία μας συνέχισε να μεγαλώνει. Τελικά, οι δυο μεγαλύτερες αδελφές μου και οι σύζυγοί τους έγιναν Μάρτυρες και όλοι τους παρέμειναν πιστοί μέχρι το θάνατό τους. Επίσης, πολλά άτομα από την Εκκλησία Μπουίνι (που τώρα ονομάζεται Μποκοντίμπα) ανέλαβαν το ολοχρόνιο ευαγγελιστικό έργο, και μερικοί από αυτούς βρίσκονται ακόμη σε αυτή την υπηρεσία. Τώρα, υπάρχουν δυο εκκλησίες σε αυτή την αχανή περιοχή με τα διασκορπισμένα επαρχιακά χωριά, και ένα σύνολο 70 και πλέον ευαγγελιζομένων είναι δραστήριοι στο έργο κηρύγματος.
Μια Καινούρια Σταδιοδρομία
Το 1949 σταμάτησα να διδάσκω στο σχολείο και έγινα τακτικός σκαπανέας. Ο πρώτος μου διορισμός ήταν να επισκέπτομαι τους μαύρους που εργάζονταν ως αγρότες και ζούσαν σε αγροκτήματα που τα είχαν λευκοί γύρω από το Φάαλβαάτερ στο Τράνσβααλ. Μερικοί ιδιοκτήτες αγροκτημάτων υποστήριζαν την πρόσφατα υιοθετημένη πολιτική του απαρτχάιντ και είχαν αποφασίσει ότι οι μαύροι θα έπρεπε να αναγνωρίζουν την υποτιθέμενη κατωτερότητά τους σε σχέση με τους λευκούς και να υπηρετούν τους λευκούς κυρίους τους. Έτσι, όταν κήρυξα στους μαύρους εργάτες, μερικοί λευκοί νόμισαν εσφαλμένα ότι κήρυττα την ανυπακοή. Κάποιοι μάλιστα με κατηγόρησαν ότι ήμουν κομμουνιστής και απείλησαν να με πυροβολήσουν.
Ανέφερα την κατάσταση στο γραφείο τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά, και σύντομα μετατέθηκα σε άλλο διορισμό σε μια αγροτική περιοχή που ονομαζόταν Ντέιβιλσκλούεφ. Εκείνον τον καιρό περίπου, παραιτήθηκε και η σύζυγός μου επίσης από τη δουλειά της ως δασκάλα και ενώθηκε μαζί μου στην υπηρεσία σκαπανέα. Κάποιο μεσημέρι του 1950, όταν επιστρέψαμε από την υπηρεσία αγρού βρήκαμε ένα μεγάλο φάκελο που προερχόταν από την Εταιρία. Προς έκπληξή μας, ο φάκελος περιείχε μια πρόσκληση να εκπαιδευτώ ως περιοδεύων επίσκοπος. Επί τρία χρόνια επισκεπτόμασταν εκκλησίες στη Νότια Αφρική και κατόπιν, το 1953, διοριστήκαμε στο Λεσότο, μια ηπειρωτική χώρα στην καρδιά της Νότιας Αφρικής.
Διακονία στο Λεσότο και στην Μποτσουάνα
Όταν αρχίσαμε να υπηρετούμε στο Λεσότο, υπήρχαν πολλές φήμες ότι οι ξένοι γίνονταν συχνά στόχος τελετουργικών δολοφονιών. Τόσο η σύζυγός μου όσο και εγώ ανησυχούσαμε, αλλά η αγάπη και η φιλοξενία των αδελφών μας από τη φυλή Σούτου μας έκαναν σύντομα να ξεχάσουμε τέτοιους φόβους.
Για να υπηρετώ τις εκκλησίες στα όρη Μαλούτι του Λεσότο, συνήθιζα να χρησιμοποιώ αεροπλάνο, αφήνοντας τη σύζυγό μου στα πεδινά όπου συνέχιζε την υπηρεσία σκαπανέα μέχρι την επιστροφή μου. Οι αδελφοί είχαν την καλοσύνη να με συνοδεύουν από τη μια εκκλησία στην άλλη για να με βοηθήσουν να μη χαθώ στα βουνά.
Μια φορά, μου είπαν ότι για να φτάσουμε στην επόμενη εκκλησία, θα έπρεπε να διασχίσουμε με άλογα τον ποταμό Οράγγη. Με διαβεβαίωσαν ότι το άλογό μου ήταν ήμερο, αλλά μου σύστησαν να προσέχω επειδή, όταν το νερό γίνεται πολύ ορμητικό, τα άλογα συχνά προσπαθούν να απαλλαχτούν από το φορτίο τους. Ανησυχούσα επειδή δεν ήμουν ούτε καλός ιππέας ούτε καλός κολυμβητής. Σύντομα βρεθήκαμε στον ποταμό και το νερό έφτασε μέχρι τις σέλες. Φοβήθηκα τόσο ώστε άφησα τα χαλινάρια και πιάστηκα από τη χαίτη του αλόγου. Τι ανακούφιση ήταν όταν φτάσαμε ασφαλείς στην αντίπερα όχθη!
Εκείνη τη νύχτα δεν μπόρεσα να κοιμηθώ επειδή το κορμί μου πονούσε πάρα πολύ από το ταξίδι με το άλογο. Όμως η ταλαιπωρία άξιζε τον κόπο επειδή οι αδελφοί έδειξαν μεγάλη εκτίμηση για την επίσκεψη. Όταν άρχισα το έργο περιοχής στο Λεσότο, υπήρχε ένας ανώτατος αριθμός 113 ευαγγελιζομένων. Σήμερα αυτός ο αριθμός έχει φτάσει τους 1.649.
Το 1956 ο διορισμός που είχαμε στο έργο κηρύγματος άλλαξε και μεταφερθήκαμε στο Προτεκτοράτο της Μπετσουάναλαντ, που τώρα ονομάζεται Μποτσουάνα. Η Μποτσουάνα είναι πολύ πιο μεγάλη χώρα, και για να φτάσουμε σε όλους τους ευαγγελιζομένους έπρεπε να καλύπτουμε πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις. Ταξιδεύαμε είτε με τρένο είτε με κάποιο ανοιχτό φορτηγό. Δεν υπήρχαν καθίσματα, έτσι έπρεπε να καθόμαστε στο πάτωμα δίπλα στις αποσκευές μας. Συχνά φτάναμε στον προορισμό μας πολύ σκονισμένοι και κουρασμένοι. Οι Χριστιανοί αδελφοί μας πάντοτε μας καλωσόριζαν, και τα χαρούμενα πρόσωπά τους μας αναζωογονούσαν.
Εκείνον τον καιρό, τα έντυπα της Εταιρίας βρίσκονταν υπό απαγόρευση στην Μποτσουάνα, έτσι κηρύτταμε από σπίτι σε σπίτι με προφυλάξεις, χωρίς να χρησιμοποιούμε τα έντυπα της Εταιρίας. Κάποτε μας έπιασαν να εργαζόμαστε κοντά στο χωριό Μαπασαλάλα και μας συνέλαβαν. Υπερασπίζοντας τον εαυτό μας διαβάσαμε εδάφια από την Αγία Γραφή, αναφερόμενοι στην αποστολή μας όπως καταγράφεται στα εδάφια Ματθαίος 28:19, 20. Μολονότι μερικοί από τους τοπικούς συμβούλους εντυπωσιάστηκαν, ο αρχηγός του χωριού διέταξε να μαστιγωθούν οι ντόπιοι Μάρτυρες. Τότε, προς έκπληξή μας, ο ιερέας παρακάλεσε τον αρχηγό να φανεί επιεικής και να μας συγχωρήσει. Ο αρχηγός δέχτηκε και μας άφησαν ελεύθερους.
Παρά το διωγμό και την απαγόρευση των εντύπων μας, το έργο της Βασιλείας συνέχισε να προοδεύει. Όταν έφτασα στην Μποτσουάνα υπήρχε ένας ανώτατος αριθμός 154 ευαγγελιζομένων. Τρία χρόνια αργότερα, όταν άρθηκε η απαγόρευση, ο αριθμός αυτός είχε ανέλθει στους 192. Σήμερα υπάρχουν 777 Μάρτυρες του Ιεχωβά οι οποίοι κηρύττουν σε αυτή τη χώρα.
Διδασκαλία και Μετάφραση
Αργότερα χρησιμοποιήθηκα ως εκπαιδευτής στη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας για Χριστιανούς πρεσβυτέρους. Μετά απόλαυσα το προνόμιο να είμαι εκπαιδευτής στη Σχολή Υπηρεσίας Σκαπανέα. Επίσης, η σύζυγός μου και εγώ υπηρετήσαμε κατά περιόδους στο τμήμα της Νότιας Αφρικής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εγώ βοηθούσα στη μετάφραση και η Καρολάιν εργαζόταν στην κουζίνα.
Κάποια μέρα το 1969, ο επίσκοπος τμήματος, ο Φρανζ Μούλερ, με πλησίασε και μου είπε: «Αδελφέ Τονγκοάνα, θα ήθελα να δω εσένα και τη σύζυγό σου στο γραφείο μου». Εκεί μας εξήγησε ότι ήμασταν ανάμεσα σε αυτούς που είχαν επιλεγεί να είναι εκπρόσωποι στη συνέλευση «Επί Γης Ειρήνη» που έγινε το 1969 στο Λονδίνο. Απολαύσαμε τη στοργική φιλοξενία των αδελφών μας στην Αγγλία και στη Σκωτία, και αυτό αύξησε πολύ την εκτίμησή μας για την παγκόσμια αδελφότητα.
Στις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες, η Καρολάιν έχει αποδειχτεί όσια σύντροφος στη σταδιοδρομία μας ως ολοχρόνιων ευαγγελιστών. Μοιραστήκαμε πολλές χαρές και μερικές λύπες. Μολονότι πέθαναν δυο από τα παιδιά μας, η κόρη μας, η Δάμαρις, μεγάλωσε και έγινε μια θαυμάσια Μάρτυρας, και αυτή επίσης συμμετείχε στη μεταφραστική εργασία στο τμήμα της Νότιας Αφρικής.
Η υγεία μας δεν μας επιτρέπει πλέον να συμμετέχουμε στο έργο περιοχής, έτσι εδώ και λίγα χρόνια είμαστε ειδικοί σκαπανείς σε μια εκκλησία στο Σεσέκου, μια αφρικανική κωμόπολη κοντά στο Πίτερσμπεργκ. Υπηρετώ ως προεδρεύων επίσκοπος. Η Αγία Γραφή δηλώνει ότι ‘αγαλλίαση μέχρι ικανοποίησης είναι με το πρόσωπο [του Ιεχωβά]’, και εγώ έχω πραγματικά βρει χαρά και ικανοποίηση υπηρετώντας τον Θεό στο νότιο μέρος της Αφρικής.—Ψαλμός 16:11, ΜΝΚ.
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Δίνοντας μαρτυρία στην κωμόπολη Σεσέκου, στη Νότια Αφρική