Μια Άγονη Γη Γίνεται Εύφορη
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΑΡΘΟΥΡ ΜΕΛΙΝ
Ήταν μια ξάστερη ανοιξιάτικη ημέρα του 1930, και εγώ στεκόμουν σε μια αποβάθρα στο Πρινς Ρούπερτ της Βρετανικής Κολομβίας. Καθώς ατένιζα το σκάφος που ήταν ακουμπισμένο στον πυθμένα της θάλασσας, αναρωτιόμουν: ‘Πού πήγε όλο το νερό;’ Αυτή ήταν η πρώτη μου εμπειρία με τις παλίρροιες στη δυτική ακτή του Ειρηνικού όπου το επίπεδο της θάλασσας είναι δυνατόν να πέσει μέχρι και εφτά μέτρα μέσα σε έξι μόνο ώρες. Αλλά πώς κατέληξε ένας νεαρός αγρότης στις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού;
ΜΕ ΕΙΧΑΝ καλέσει να επεκτείνω το προνόμιο της ολοχρόνιας υπηρεσίας μου προς τον Ιεχωβά με το να γίνω μέλος του πληρώματος του σκάφους Σαρμιάν. Ο διορισμός μας ήταν να ασχοληθούμε με το έργο κηρύγματος ως σκαπανείς στην απομονωμένη δυτική ακτή από το Βανκούβερ ως την Αλάσκα. Πρόκειται για το μεγαλύτερο τμήμα από τα πολλά χιλιόμετρα της ακτογραμμής της Βρετανικής Κολομβίας, η οποία ήταν «άγονη» επειδή δεν υπήρχαν εκεί δραστήριοι υμνητές του Ιεχωβά. Τη μόνη εξαίρεση αποτελούσε ένας μικρός όμιλος ευαγγελιζομένων της Βασιλείας στην πόλη Πρινς Ρούπερτ.
Ανυπομονούσα να αρχίσω, γι’ αυτό, μόλις αποβιβάστηκα από το τρένο, κατευθύνθηκα απευθείας προς την αποβάθρα για να δω το σκάφος Σαρμιάν και να γνωρίσω το πλήρωμά του, τον Άρνι και την Κριστίνα Μπάρσταντ. Δεν ήταν κανένας εκεί, και έτσι έφυγα. Όταν επέστρεψα αργότερα την ίδια ημέρα συγκλονίστηκα. Φαινόταν σαν να είχε αποστραγγιστεί η θάλασσα!
Όμως, τι οδήγησε σε αυτόν τον ενδιαφέροντα διορισμό;
Μια Πνευματική Κληρονομιά
Η εκτίμησή μου για πνευματικά πράγματα αναπτύχτηκε στο σπίτι μου, στα λιβάδια της Αλμπέρτα του Καναδά. Ο πατέρας μου είχε βρει ένα φυλλάδιο το οποίο είχε γράψει ο Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ από τη Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά της Σιών, και αυτό άλλαξε ριζικά τη ζωή του. Ο πατέρας άρχισε να κηρύττει στους γείτονές του παρά τη χρονοβόρα εργασία που έκανε ως αγρότης στο Κάλμαρ της Αλμπέρτα. Αυτό συνέβη πριν από εκατό χρόνια, στην αρχή της δεκαετίας του 1890.
Σε αυτό το θεοφοβούμενο σπίτι γεννήθηκα στις 20 Φεβρουαρίου 1905, ως το όγδοο παιδί μιας οικογένειας που τελικά περιέλαβε δέκα αδέλφια, αγόρια και κορίτσια. Ο πατέρας, καθώς και άλλοι σε αυτή τη σουηδική κοινότητα, συνταυτίστηκε με τους Διεθνείς Σπουδαστές της Γραφής. Με τον καιρό, αυτοί οικοδόμησαν ένα χώρο συναθροίσεων, ο οποίος ονομάστηκε αργότερα Αίθουσα Βασιλείας. Ήταν μια από τις πρώτες στον Καναδά.
Οι αγροτικές δουλειές ποτέ δεν μας εμπόδιζαν από το να παρακολουθούμε τις Χριστιανικές συναθροίσεις, στις οποίες περιλαμβάνονταν μερικές φορές διαλέξεις από επισκέπτες ομιλητές που έστελνε η Εταιρία Σκοπιά. Αυτές οι διαλέξεις οικοδόμησαν μέσα μας την ειλικρινή επιθυμία να συμμετέχουμε στο έργο κηρύγματος. Ως αποτέλεσμα, σχεδόν όλα τα μέλη της οικογένειάς μας έχουν περπατήσει ακλόνητα στο φως της αλήθειας της Αγίας Γραφής.
Συμμετοχή στο Έργο Κηρύγματος
Στην αρχή της δεκαετίας του 1920, μου δόθηκε ο πρώτος μου διορισμός για μαρτυρία. Έπρεπε να μοιράσω από πόρτα σε πόρτα προσκλήσεις για μια δημόσια ομιλία η οποία θα εκφωνούνταν στο Έντμοντον. Καθώς στεκόμουν εκεί μόνος μου εκείνη την ημέρα, έμαθα ένα πολύτιμο μάθημα: Εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά. (Παροιμίαι 3:5, 6, ΜΝΚ) Πόσο χαρούμενος ήμουν που τα κατάφερα σε εκείνον τον πρώτο διορισμό με τη βοήθεια του Ιεχωβά!
Η εμπιστοσύνη μου στην ορατή οργάνωση του Ιεχωβά και στην τάξη του πιστού και φρόνιμου δούλου του συνέχισε να αυξάνει καθώς λάβαινα περισσότερη κατανόηση του Λόγου της αλήθειας του. Απορρίφτηκαν πολλές συνήθειες που είχε προσθέσει ο Χριστιανικός κόσμος, όπως είναι οι γιορτές των Χριστουγέννων και τα γενέθλια. Η προσωπική σωτηρία έπαψε να είναι ζήτημα μεγάλου ενδιαφέροντος· αντίθετα, το κήρυγμα της Βασιλείας άρχισε να παίρνει μια κατάλληλη θέση σπουδαιότητας. Όλα αυτά είχαν βαθιά επίδραση στη ζωή μου. Έτσι, λίγο καιρό αφότου αφιέρωσα τη ζωή μου στον Ιεχωβά στις 23 Απριλίου 1923, έθεσα ως στόχο μου την ολοχρόνια διακονία.
Τους χειμώνες, όταν η θερμοκρασία στα λιβάδια έπεφτε στους 18 και πλέον βαθμούς υπό το μηδέν, δίναμε μαρτυρία στις αγροτικές περιοχές με άλογο και έλκηθρο. Μια φορά δαπάνησα δύο εβδομάδες μαζί με μια ομάδα στο λεγόμενο έργο με τροχόσπιτα. Αυτά τα ειδικά τροχοφόρα αποδείχτηκαν πρακτικά για την επίδοση μαρτυρίας στις αχανείς εκτάσεις των λιβαδιών του Καναδά. Παρά τα οικονομικά προβλήματα, τις δύσκολες καιρικές συνθήκες και τις τεράστιες αποστάσεις που έπρεπε να διανύουμε, κατάφερα να εγκαρτερήσω και να κάνω μερικές φορές σκαπανικό στην Αλμπέρτα στα περίπου τρία χρόνια που προηγήθηκαν εκείνης της αξιομνημόνευτης ημέρας του 1930 όταν με προσκάλεσαν να υπηρετήσω στη δυτική ακτή του Ειρηνικού. Αφού δεν γνώριζα τίποτα ούτε για τη θάλασσα ούτε για τα πλοία, εκείνη η πρόσκληση με προβλημάτισε.
Πολύ σύντομα, όμως, μετά την άφιξή μου στο Πρινς Ρούπερτ ένιωθα πολύ άνετα με τους καινούριους συνεργάτες μου στο σκάφος. Ο αδελφός Μπάρσταντ ήταν έμπειρος ναυτικός εφόσον είχε ασχοληθεί με το εμπορικό ψάρεμα επί πολλά χρόνια. Τα επόμενα έξι χρόνια ήταν μια περίοδος εντατικού κηρύγματος, κατά τα οποία οργώσαμε τα χωρικά ύδατα της Βρετανικής Κολομβίας από το Βανκούβερ ως την Αλάσκα. Έμαθα άλλο ένα μάθημα: Να δέχομαι πάντοτε ένα διορισμό που προέρχεται από τον Ιεχωβά, και ποτέ να μη διστάζω.
Σπορά στις Παράκτιες Περιοχές
Το πρώτο λιμάνι που πιάσαμε εκείνη την άνοιξη του 1930 ήταν το Κέτσικαν της Αλάσκας, όπου φορτώσαμε 60 χαρτοκιβώτια Βιβλικών εντύπων. Επί πολλές εβδομάδες επισκεπτόμασταν όλα τα σπίτια στις κωμοπόλεις Κέτσικαν, Βράνγκελ, Πίτερσμπουργκ, Τζούνοου, Σκάγκγουεϊ, Χέινς, Σίτκα, καθώς και σε άλλους σκόρπιους οικισμούς. Στη συνέχεια καλύψαμε όλη την ακτή της Βρετανικής Κολομβίας, ολοκληρώνοντάς την πριν από το τέλος του καλοκαιριού. Επισκεφτήκαμε απόμακρους καταυλισμούς ξυλοκόπων, καταυλισμούς όπου γινόταν επεξεργασία ψαριών, χωριά Ινδιάνων, μικρές κωμοπόλεις καθώς και απομονωμένους εποίκους και κυνηγούς. Μερικές φορές ήταν δύσκολο να απομακρυνθούμε από τους φαροφύλακες, επειδή αυτοί ένιωθαν μοναξιά και καλοδέχονταν κάποιον με τον οποίο μπορούσαν να μιλήσουν.
Με τον καιρό, η Εταιρία μάς εξάρτισε με φορητούς φωνογράφους και ηχογραφημένες Βιβλικές ομιλίες. Τα μεταφέραμε όλα αυτά μαζί με τα βιβλία, τις Γραφές και τα περιοδικά. Πολλές φορές έπρεπε να τα κρατούμε καθώς σκαρφαλώναμε πάνω στα βράχια της ακτής. Όταν είχε άμπωτη, χρειαζόταν μερικές φορές να τα κουβαλάμε καθώς ανεβαίναμε ετοιμόρροπες σκάλες που οδηγούσαν σε πανύψηλες αποβάθρες. Ήμουν χαρούμενος που είχα γυμναστεί σωματικά όταν ήμουν νέος και εργαζόμουν στο αγρόκτημα.
Το ηχητικό σύστημα που είχαμε στο σκάφος εξυπηρέτησε ως ισχυρό εργαλείο για τη μετάδοση των νέων της Βασιλείας. Οι ηχογραφημένες ομιλίες, καθώς αντανακλούνταν από το νερό, συνήθως ακούγονταν χιλιόμετρα μακριά. Μια φορά, ενώ είχαμε αγκυροβολήσει σε ένα απομονωμένο λιμανάκι στο νησί Βανκούβερ, παίξαμε μια από αυτές τις Βιβλικές ομιλίες. Την επόμενη ημέρα, άνθρωποι που ζούσαν στην ενδοχώρα μάς είπαν συγκινημένοι: «Χτες ακούσαμε μια ομιλία απευθείας από τον ουρανό!»
Σε μια άλλη περίπτωση ένα ηλικιωμένο αντρόγυνο είπε ότι άκουσαν μουσική να έρχεται από την καπνοδόχο τους, αλλά όταν βγήκαν έξω δεν άκουγαν τίποτα. Μόλις μπήκαν μέσα, άκουγαν μια φωνή. Γιατί συνέβη αυτό; Όταν είχαν βγει έξω, εμείς αλλάζαμε δίσκο. Πρώτα παίζαμε μουσική για να κεντρίσουμε την προσοχή των ανθρώπων, κατόπιν παίζαμε μια Βιβλική ομιλία.
Μια άλλη φορά, καθώς είχαμε αγκυροβολήσει κοντά σε ένα χωριό Ινδιάνων, δυο νεαροί ιθαγενείς ήρθαν κωπηλατώντας για να δουν από πού έβγαιναν οι φωνές. Μερικοί στο νησί πίστευαν ότι αυτές ήταν οι φωνές των νεκρών τους που είχαν έρθει στη ζωή!
Δεν ήταν ασυνήθιστο να δίνουμε εκατό βιβλία την ημέρα σε άτομα που εργάζονταν σε απόμακρες κονσερβοποιίες ψαριών. Αφού οι περισπασμοί ήταν λίγοι, αυτοί οι άνθρωποι είχαν χρόνο για να σκεφτούν πνευματικά πράγματα. Τελικά, πολλά από εκείνα τα απομονωμένα άτομα έγιναν Μάρτυρες. Σε επόμενα ταξίδια, ανυπομονούσαμε να τα επισκεφτούμε «για να γίνει ανταλλαγή ενθάρρυνσης».—Ρωμαίους 1:12.
Συνεχίζω την Υπηρεσία με μια Σύντροφο
Το 1931 παντρεύτηκα την αδελφή της Κριστίνα Μπάρσταντ, την Άννα. Κατόπιν συνεχίσαμε το σκαπανικό μας μαζί, χρησιμοποιώντας το σκάφος, και απολαύσαμε πολλές ανταμειφτικές εμπειρίες στα επόμενα χρόνια. Σύντροφοί μας ήταν οι φάλαινες, τα θαλάσσια λιοντάρια, οι φώκιες, οι φώκαινες, τα ελάφια, οι αρκούδες και οι αετοί, με φόντο μεγαλόπρεπα βουνά, απομονωμένους κολπίσκους και ήρεμους όρμους που περιβάλλονταν από δάση με κέδρους, πεύκα και τεράστιες ψευδοτσούγες. Πολλές φορές βοηθούσαμε εξαντλημένα ελάφια και τα ελαφάκια τους καθώς προσπαθούσαν να κολυμπήσουν κατά μήκος ορμητικών ποταμών για να ξεφύγουν από αρπακτικά.
Κάποιο απόγευμα εντοπίσαμε ένα λευκοκέφαλο θαλάσσιο αετό που πετούσε χαμηλά πάνω από το νερό και κρατούσε σφιχτά στα νύχια του έναν πελώριο σολομό του είδους βασιλικός ογκόρρυγχος. Το ψάρι ήταν πολύ μεγάλο για να το σηκώσει εντελώς από το νερό, έτσι ο αετός έσερνε το σολομό προς την παραλία. Ο Φρανκ Φράνσκε, μέλος του πληρώματος, είδε τι προοπτικές υπήρχαν και έτρεξε στην παραλία για να συναντήσει τον κουρασμένο αετό και τον έπεισε να παραδώσει το θήραμά του. Το πλήρωμα των σκαπανέων απόλαυσε ένα γευστικότατο δείπνο με σολομό εκείνο το βράδυ και ο αετός έμαθε να μοιράζεται, έστω και παρά τη θέλησή του.
Σε ένα μικρό νησί βόρεια του νησιού Βανκούβερ, ένα αντρόγυνο που ονομαζόταν Θούοτ ασπάστηκε την αλήθεια της Αγίας Γραφής. Εκείνος ήταν άτομο αναλφάβητο, ισχυρογνώμον και ανεξάρτητο, γύρω στα 95, και εκείνη γύρω στα 85. Ωστόσο, εκείνος εκδήλωσε τέτοιο ενδιαφέρον για την αλήθεια ώστε ταπεινώθηκε και επέτρεψε στη σύζυγό του να τον μάθει να διαβάζει. Σύντομα μπορούσε να μελετάει μόνος του την Αγία Γραφή και τα έντυπα της Εταιρίας. Σχεδόν τρία χρόνια αργότερα, είχα τη χαρά να βαφτίσω και τους δυο στο απόμακρο νησιωτικό σπίτι τους, χρησιμοποιώντας τη βάρκα μας ως πισίνα βαφτίσματος!
Είχαμε επίσης τη χαρά να δούμε την οικογένεια Σάλις από την κωμόπολη Πάουελ Ρίβερ να ανταποκρίνεται στο άγγελμα της Βασιλείας. Ο Γουόλτερ διάβασε το βιβλιάριο Πόλεμος ή Ειρήνη—Ποίον; και αναγνώρισε αμέσως τον ήχο της αλήθειας. Σύντομα όλη η οικογένεια ενώθηκε με τον Γουόλτερ στις τάξεις των σκαπανέων στο Βανκούβερ, όπου δέναμε το Σαρμιάν για το χειμώνα. Αυτός αποδείχτηκε πολύ ζηλωτής, και στα χρόνια που πέρασαν έγινε πολύ αγαπητός σε όλη την αδελφότητα στην περιοχή του Βανκούβερ. Ολοκλήρωσε την επίγεια πορεία του το 1976, αφήνοντας πίσω του μια μεγάλη οικογένεια Μαρτύρων.
Υπερνίκηση Εναντίωσης
Οι κληρικοί στα χωριά των Ινδιάνων συνήθως αντιπαθούσαν το έργο μας επειδή μας θεωρούσαν λαθροκυνηγούς στη δική τους πνευματική επικράτεια. Στο Πορτ Σίμσον ο ντόπιος κληρικός απαίτησε από τον αρχηγό του χωριού να μας απαγορέψει να επισκεπτόμαστε τα σπίτια τους. Εμείς ήρθαμε σε επαφή με τον αρχηγό και τον ρωτήσαμε αν νόμιζε ότι ο κληρικός είχε το δικαίωμα να χαρακτηρίζει το λαό του τόσο αδαή ώστε να μην μπορεί να αποφασίζει μόνος του. Του προτείναμε να δώσει στο λαό του την ευκαιρία να ακούσει κάποια συζήτηση σχετικά με το Λόγο του Θεού και να αποφασίσουν οι άνθρωποι μόνοι τους τι ήθελαν να πιστεύουν. Το αποτέλεσμα: Μας έδωσε την άδεια να συνεχίσουμε να κηρύττουμε στο χωριό.
Ένας άλλος αρχηγός χωριού αντέκρουε επί δεκαετίες όλες τις προσπάθειες που έκαναν τα μέλη του συμβουλίου και διάφορες θρησκευτικές ομάδες για να εμποδίσουν τους Μάρτυρες να έρχονται σε επαφή με το λαό του. «Όσο είμαι εγώ αρχηγός», είπε ο ίδιος, «οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θα είναι ευπρόσδεκτοι εδώ». Είναι αλήθεια ότι δεν ήμασταν πάντοτε ευπρόσδεκτοι σε όλα τα μέρη αλλά, παρά την εναντίωση, ποτέ δεν αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε κάποια περιοχή. Έτσι μπορούσαμε να επιτελούμε τη διακονία μας κάθε φορά που αγκυροβολούσαμε κάπου.
Υπομέναμε Δυσκολίες στη Θάλασσα
Στα χρόνια που πέρασαν, αντιμετωπίσαμε δυσκολίες με καταιγίδες, παλίρροιες, αχαρτογράφητους βράχους και μερικές φορές μηχανικά προβλήματα. Μια φορά μας παρέσυρε το ρεύμα πολύ κοντά στο νησί Λασκέτι, περίπου 160 χιλιόμετρα βόρεια του Βανκούβερ. Το σκάφος γαντζώθηκε πάνω σε έναν ύφαλο τη στιγμή που είχε άμπωτη, και παραδοθήκαμε στο έλεος των στοιχείων της φύσης. Αν χειροτέρευε ο καιρός, το σκάφος θα κομματιαζόταν στα βράχια. Σκαρφαλώσαμε όλοι πάνω στα βράχια και κάναμε ό,τι μπορούσαμε. Φάγαμε μεσημεριανό, μελετήσαμε λίγο και περιμέναμε την πλημμυρίδα.
Παρ’ όλους τους κινδύνους και τις άβολες καταστάσεις, ήταν μια υγιής, ευτυχισμένη ζωή. Ωστόσο, όταν γεννήθηκαν οι δυο γιοι μας επήλθε μεγάλη αλλαγή. Συνεχίσαμε να ζούμε στο σκάφος, αλλά κάθε φορά που ταξιδεύαμε μέχρι τον ποταμό Ούνα στα βόρεια, η Άννα και τα αγόρια έμεναν εκεί με τους γονείς της ενώ εμείς οι υπόλοιποι συνεχίζαμε πιο βόρεια ως την Αλάσκα. Κατόπιν, όταν επιστρέφαμε στα νότια, η Άννα και τα παιδιά ξανάρχονταν μαζί μας.
Δεν θυμάμαι να διαμαρτυρήθηκαν ποτέ τα παιδιά ούτε να αρρώστησαν. Φορούσαν πάντοτε σωσίβια, και μερικές φορές μάλιστα τα δέναμε με ένα σχοινί. Ναι, υπήρχαν μερικές στιγμές έντασης.
Περαιτέρω Προσαρμογές
Το 1936 χρειάστηκε να αφήσουμε το Σαρμιάν, και εγώ βρήκα κοσμική εργασία. Αργότερα αποκτήσαμε τρίτο γιο. Με τον καιρό, αγόρασα μια ψαρόβαρκα, η οποία μας επέτρεπε, όχι μόνο να εξασφαλίζουμε τα προς το ζην, αλλά και να συνεχίζουμε το έργο κηρύγματος κατά μήκος της ακτής.
Εγκατασταθήκαμε στο νησί Ντίγκμπι, που βρισκόταν μέσα στον κόλπο απέναντι από το Πρινς Ρούπερτ, και σύντομα ιδρύθηκε μια μικρή εκκλησία. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, όταν το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά είχε απαγορευτεί στον Καναδά, πηγαίναμε με βάρκα στο Πρινς Ρούπερτ μετά τα μεσάνυχτα και αιφνιδιάζαμε τον τομέα, αφήνοντας έντυπα σε κάθε σπίτι. Κανένας δεν συνέδεσε ποτέ αυτά τα μεταμεσονύχτια ταξίδια μας με τη διανομή απαγορευμένων εντύπων!
Η Γη Έγινε Εύφορη
Σταδιακά άρχισαν να συνταυτίζονται περισσότεροι άνθρωποι με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, και το 1948 ήταν φανερό ότι υπήρχε ανάγκη για μια Αίθουσα Βασιλείας στο Πρινς Ρούπερτ. Αφού αγοράσαμε ένα κτίριο του στρατού στην άλλη πλευρά του λιμανιού, το αποσυναρμολογήσαμε, το περάσαμε απέναντι φορτωμένο πάνω σε σχεδίες και κατόπιν το μεταφέραμε με φορτηγά στο οικόπεδο όπου θα το στήναμε. Ο Ιεχωβά ευλόγησε τους κόπους μας και αποκτήσαμε τη δική μας Αίθουσα Βασιλείας.
Το 1956 εισήλθα ξανά στις τάξεις των σκαπανέων και η Άννα ενώθηκε μαζί μου το 1964. Κάναμε έργο ξανά με πλοίο κατά μήκος της ακτής του Ειρηνικού. Για κάποιο διάστημα συμμετείχαμε, επίσης, στο έργο περιοχής και επισκεφτήκαμε εκκλησίες στα Νησιά της Βασίλισσας Καρλότας και, διασχίζοντας τα βουνά, μέχρι τη λίμνη Φρέιζερ στα ανατολικά, και αργότερα ως τις πόλεις Πρινς Τζορτζ και Μακένζι. Στα χρόνια που πέρασαν, ταξιδέψαμε χιλιάδες χιλιόμετρα με αυτοκίνητο, πλοίο και αεροπλάνο σε όλο το βορειοδυτικό τμήμα της χώρας που βρέχεται από τον Ειρηνικό.
Εξακολουθούμε να απολαμβάνουμε θαυμάσιες εμπειρίες στη διακονία στο Πρινς Ρούπερτ. Τόσο η Άννα όσο και εγώ έχουμε μελετήσει με άτομα που αργότερα παρακολούθησαν τη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς και στη συνέχεια υπηρέτησαν ως ιεραπόστολοι σε ξένες χώρες. Τι χαρά είναι να βλέπουμε τα πνευματικά μας παιδιά να μεταφέρουν το πολύτιμο άγγελμα της Βασιλείας σε μακρινές χώρες!
Τώρα και οι δυο μας έχουμε περάσει κατά πολύ τα 80 και προσπαθούμε να τα καταφέρουμε με την υγεία μας που επιδεινώνεται, αλλά είμαστε ακόμη χαρούμενοι στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Οι φυσικές ομορφιές που έχουμε δει στην Αλάσκα και στη Βρετανική Κολομβία μάς φέρνουν πολύτιμες αναμνήσεις. Ωστόσο, μας δίνει ακόμη μεγαλύτερη χαρά το να βλέπουμε την κάποτε άγονη πνευματική ερημιά αυτής της αχανούς περιοχής να ανθίζει τώρα με πολλές εκκλησίες υμνητών του Ιεχωβά.
Η καρδιά μας συγκινείται ιδιαίτερα καθώς βλέπουμε τα κατά γράμμα παιδιά μας, καθώς και τα πνευματικά μας παιδιά, να μεγαλώνουν και να ευλογούν τον Ιεχωβά. Χαιρόμαστε που είχαμε μια μικρή συμμετοχή στην πνευματική ανάπτυξη αυτού του μέρους της γης. Για παράδειγμα, η Αλάσκα έχει τώρα το δικό της γραφείο τμήματος το οποίο συντονίζει το έργο 25 και πλέον εκκλησιών.
Εδώ στο Πρινς Ρούπερτ είχαμε το προνόμιο να αφιερώσουμε μια πανέμορφη καινούρια Αίθουσα Βασιλείας το 1988, ακριβώς στο κέντρο της πόλης. Ναι, χαιρόμαστε όπως χαιρόταν ο Ησαΐας, και λέμε: ‘Επλήθυνας το έθνος, Ιεχωβά, . . . εδοξάσθης· εμάκρυνας αυτό εις πάντα τα έσχατα της γης’.—Ησαΐας 26:15.
[Εικόνα στη σελίδα 21]
Υπηρεσία στο έργο περιοχής τα έτη 1964-1967
[Εικόνα στη σελίδα 24]
Το είδος του σκάφους που χρησιμοποιούνταν στην επίδοση μαρτυρίας κατά μήκος της ακτής