Πράξεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά στους Συγχρόνους Καιρούς στη Γερμανία
(Συνέχεια της επιστολής στη Γερμανική κυβέρνησι)
«ΔΕΝ ενδιαφερόμεθα στις πολιτικές υποθέσεις, αλλ’ είμεθα τελείως αφωσιωμένοι στη βασιλεία του Θεού υπό τον Χριστόν τον Βασιλέα του. Δεν θα βλάψωμε ούτε θα κακοποιήσωμε κανένα. Ευφραινόμεθα να ζούμε εν ειρήνη και να πράττωμε το καλόν σ’ όλους τους ανθρώπους καθώς έχομε την ευκαιρία, αλλ’ επειδή η κυβέρνησίς σας και οι αξιωματούχοι της συνεχίζουν στην προσπάθειά των να μας εξαναγκάσουν να παρακούσωμε τον ύψιστον νόμον του σύμπαντος, είμεθα αναγκασμένοι να σας προειδοποιήσουμε ότι με τη χάρι του θα υπακούσωμε στον Ιεχωβά Θεό και θα εμπιστευθούμε πλήρως σ’ Αυτόν να μας ελευθερώση από τη καταδυνάστευσι και τους καταδυνάστας.»
Υποστηρίζοντας πλήρως τους Γερμανούς αδελφούς των, οι μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλη τη γη συναθροίσθηκαν την 7ην Οκτωβρίου και αφού ηνωμένα προσευχήθησαν στον Ιεχωβά, έστειλαν ένα τηλεγράφημα προειδοποιούντες την κυβέρνησι του Χίτλερ:
«Η κακομεταχείρισις των μαρτύρων του Ιεχωβά συγκλονίζει όλους τους καλούς ανθρώπους της γης και ονειδίζει το όνομα του Θεού. Απέχετε από περαιτέρω καταδίωξι των μαρτύρων του Ιεχωβά· άλλως ο Θεός θα καταστρέψη σας και το εθνικό σας κόμμα.»
Προκάλεσε έκπληξι το ότι λίγοι αδελφοί συνελήφθησαν την ημέρα εκείνη, μολονότι η Γκεστάπο είχε ανακαλύψει τι θα γινόταν το τελευταίο λεπτό. Ας επιστρέψωμε στην αφήγησι του Αδ. Φράνκε:
«Παρά το γεγονός ότι πάνω από μια ώρα είχε περάσει αφ’ ότου τελειώσαμε τη συνάθροισι με προσευχή, ακόμη κανείς από τη Γκεστάπο δεν είχε εμφανισθή. Τώρα οι πρώτοι άρχισαν να φεύγουν πάλι, όπως πρώτα, κατά διαστήματα. Οκτώ περίπου αδελφοί ήσαν ακόμα εκεί όταν έφυγα για να μεταβώ με το ποδήλατό μου στη γειτονική πόλι της Βισμπάντεν να παραδώσω την επιστολή ο ίδιος στις ταχυδρομικές εξουσίες. Η επιστολή είχε γραφή τη νύχτα και αφέθηκε στη Βισμπάντεν, απ’ όπου οι αδελφοί θα την ταχυδρομούσαν εάν εγώ, καθώς βεβαιότατα περίμενα, συνελαμβανόμουν. Καθώς ποδηλατοδρομούσα περνώντας την πύλη του κήπου, ένας πράκτωρ της Γκεστάπο ωδηγούσε με το ποδήλατό του αλλ’ απέτυχε να με αναγνωρίση. Οι άλλοι οκτώ αδελφοί προειδοποιήθησαν και έφυγαν στον γειτονικό κοιτώνα της Αδ. Ντάρμσταντ, της αδελφής που ανήκε το σπίτι. Οι ερωτήσεις που απηύθυνε ο πράκτωρ της Γκεστάπο στη σύζυγό μου καθώς έψαχνε το διαμέρισμά μας έδειχναν ότι η Γκεστάπο ήξερε όλα για τη συνάθροισί μας. Παρ’ όλον αυτό, ούτε εγώ ούτε κανείς από τους άλλους αδελφούς συνελήφθη την ημέρα εκείνη. Πέρασαν πολλοί μήνες όταν εγώ συνελήφθηκα πάλι από την Γκεστάπο και μου είπαν ότι είχαν υπό κατοχήν την επιστολή του Αδ. Ρόδερφορδ.»
Καθ’ ον χρόνον οι αδελφοί ενασχολούνταν επισκεπτόμενοι τους γείτονές τους μετά την συνάθροισι εφιστώντες την προσοχή των στη βασιλεία του Θεού, υπήρχε μεγάλος τρόμος σε πολλά ταχυδρομεία έξω της Γερμανίας. Ειδικά στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, οι ταχυδρομικές υπηρεσίες σε πολλά μέρη αρνήθηκαν να δεχθούν το τηλεγράφημα. Αυτό έλαβε χώραν στη Βουδαπέστη. Ο Μάρτιν Πότζινγκερ παρευρέθηκε στη συνάθροισι και τον παρεκάλεσαν να φέρη το τηλεγράφημα στο ταχυδρομείο. Αυτός αναφέρει: «Το τηλεγράφημα έγινε δεκτό, αλλά την άλλη μέρα ειδοποιήθηκα από το κεντρικό ταχυδρομείο να εμφανισθώ προσωπικώς εκεί. Όλοι μας νομίσαμε ότι η Γκεστάπο θα με συνελάμβανε, θα μ’ εξόριζε από τη χώρα, και έτσι θα έθετε τέρμα στη δραστηριότητά μου . . . Αλλ’ αυτό δεν συνέβηκε. Μου είπαν ότι η Ουγγαρία δεν θα διεβίβαζε το τηλεγράφημα και μου έδωσαν πίσω το χρήμα μου.» Στη Ντωρν της Ολλανδίας, όπου διέμενε εξόριστος ο Γερμανός Κάιζερ Γουλιέλμος, το ταχυδρομείο πρώτα αρνήθηκε να στείλη το τηλεγράφημα, αλλ’ αργότερα ειδοποίησε τον Χανς Τόμας, που το έφερε, ότι στάλθηκε και η άφιξίς του στο Βερολίνο είχε βεβαιωθή.
Το αποτέλεσμα που οι επιστολές, και ειδικώς τα τηλεγραφήματα, είχαν πάνω στον Χίτλερ μπορεί να τα δη κανείς από μια είδησι που γράφθηκε από τον Καρλ Γουίττιγκ, και βεβαιώθηκε από ένα συμβολαιογράφο στη Φρανκφούρτη την 13η Νοεμβρίου 1947 :
ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ—-Την 7η Οκτωβρίου 1934, αφού πρώτα κλητεύθηκα, επισκέφθηκα τον Δρα Γ. Φρικ, τον καιρό εκείνο Υπουργόν των Εσωτερικών της Γερμανίας και Πρωσσίας, στο εν Βερολίνω γραφείο του, επειδή ήμουν πληρεξούσιος του στρατηγού Λούντεντορφ. Θα εδεχόμουν διακοινώσεις, τα περιεχόμενα των οποίων ήσαν μια απόπειρα να πείσουν τον Στρατηγό Λούντεντορφ να παύση αντιτείνοντας στο Ναζικό καθεστώς. Στη διάρκεια της συζητήσεώς μου με τον Δρα Φρικ, ο Χίτλερ εμφανίσθηκε αιφνιδίως και έλαβε μέρος στη συζήτησι. Όταν η συζήτησίς μας άρχισε να διαπραγματεύεται με την ενέργεια εναντίον του Συλλόγου των Διεθνών Σπουδαστών της Γραφής [μαρτύρων του Ιεχωβά] στη Γερμανία, ο Δρ Φρικ έδειξε στον Χίτλερ αρκετά τηλεγραφήματα που διεμαρτύρονταν εναντίον της καταδιώξεως των σπουδαστών της Γραφής εκ μέρους του Τρίτου Ράιχ, λέγοντας: ‘Εάν οι σπουδασταί των Γραφών δεν ευθυγραμμισθούν αμέσως θα ενεργήσωμε εναντίον των χρησιμοποιώντας τα πιο ισχυρά μέσα.’ Ο Χίτλερ τότε επήδησε στα πόδια του και με σφιγμένες πυγμές υστερικώς εκραύγασε: ‘Το γένος αυτό θα εξοντωθή στη Γερμανία!’ Ύστερ’ από τέσσερα χρόνια μετά τη συζήτησι αυτή μπόρεσα, με τις δικές μου παρατηρήσεις, να πεισθώ, κατά την διάρκεια της επταετούς προστατευτικής κρατήσεώς μου στην κόλασι των Ναζικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως στο Σάξενχάουζεν, Φλόσενμπουργκ και Μάουτχαουζεν—ήμουν στη φυλακή μέχρις ότου απολύθηκα από τους Συμμάχους—ότι η έκρηξις του θυμού του Χίτλερ δεν ήταν απλώς μια άσκοπη απειλή. Κανένας όμιλος φυλακισμένων στα αναφερθέντα στρατόπεδα συγκεντρώσεως δεν ήταν εκτεθειμένος σε τέτοιο σαδισμό των Ες Ες όσον οι σπουδασταί των Γραφών. Ήταν ένας σαδισμός που εσημειώνετο από μια ατέλειωτη άλυσι φυσικών και διανοητικών βασάνων, παρόμοια των οποίων καμμιά γλώσσα στον κόσμο δεν μπορεί να εκφράση.»
Αφού στείλαμε τις επιστολές στον Χίτλερ, ένα κύμα συλλήψεων έλαβε χώραν. Η πόλις που κτυπήθηκε σκληρότερα ήταν το Αμβούργον όπου, λίγες μέρες προ της 7ης Οκτωβρίου, η Γκεστάπο συνέλαβε 142 αδελφούς.
ΟΡΓΑΝΩΝΕΤΑΙ ΕΡΓΟΝ ΥΠΟΓΕΙΩΣ
Τώρα αφού ειδοποιήσαμε τον Χίτλερ στην επιστολή μας την 7ην Οκτωβρίου ότι, παρά την απαγόρευσί του, εμείς θα συνεχίζαμε να υπακούωμε στις εντολές του Θεού αποκλειστικά, καταβάλαμε προσπάθειες να οργανώσωμε όλους τους θαρραλέους και προθύμους αδελφούς και αδελφές σε μικρούς ομίλους υπό την οδηγία ενός ωρίμου αδελφού, η υποχρέωσις του οποίου ήταν να φροντίζη και να ποιμαίνη τα πρόβατα του Κυρίου.
Η χώρα διαιρέθηκε σε δεκατρείς περιοχές, και ένας αδελφός με καλά ποιμαινικά προσόντα διωρίσθηκε σε κάθε περιοχή να υπηρετή ως διευθυντής της υπηρεσίας στην περιοχή. Αυτοί έπρεπε να είναι αδελφοί οι οποίοι, άσχετα με τους κινδύνους που περιελαμβάνονταν, ήσαν πρόθυμοι να έρχωνται σε συνάφεια με τους μικρούς ομίλους να τους προμηθεύουν πνευματική τροφή, να τους υποστηρίζουν στην ευαγγελική των ενέργεια και να τους ενισχύουν στην πίστι των. Εξαιρέσει μόνον ολίγων, οι θέσεις επληρώθησαν από υπηρέτας που προηγουμένως ήσαν τελείως άγνωστοι στους αδελφούς. Είχαν όμως αποδείξει, αφ’ ότου ο Χίτλερ έλαβε την εξουσία, ότι ήσαν πρόθυμοι να υποτάξουν τα δικά των ατομικά συμφέροντα στα συμφέροντα της Βασιλείας.