Πράξεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά στους Συγχρόνους Καιρούς στη Γερμανία
(Από το Βιβλίον του Έτους 1974—συνέχεια)
ΠΡΟΔΟΣΙΑ
ΕΝΩ μερικοί προσωρινώς έχασαν την πνευματική των ισορροπία λόγω των πανούργων μεθόδων που χρησιμοποιήθησαν ή λόγω των ανθρωπίνων αδυναμιών, υπήρξαν άλλοι οι οποίοι έγιναν προδόται και προξένησαν πολλά παθήματα στους αδελφούς.
Ο Ι. Ρίφφελ αναφέρει ότι στο 1937/1938 «ένας αδελφός ο Χανς Μιούλερ από τη Δρέσδη ήλθε στο Μπέθελ της Βέρνης και προσπάθησε να έλθη σε συνάφεια με τους αδελφούς στη Γερμανία, με τον σκοπό, ως ισχυρίσθη, να ‘επανοικοδομήση την υπόγειο οργάνωσι στη Γερμανία αφού τόσοι πολλοί αδελφοί είχαν συλληφθή.’
»Φυσικά εξέφρασα την επιθυμία μου να συνεργασθώ, καθώς έπραξαν και άλλοι αδελφοί. Είναι λυπηρόν, δεν εγνωρίζαμε τον καιρό εκείνο ότι ο ‘Αδελφός’ αυτός εργαζόταν με την Γκεστάπο στη Γερμανία. Χωρίς να υποψιασθούμε εκάμαμε σχέδια στη Βέρνη και αρχίσαμε το έργο μας. Εγώ θα επήγαινα στη Μπάντεν της Βυτεμβέργης. Τον Φεβρουάριο του 1938 επέρασα τα σύνορα στη Γερμανία και προσπάθησα να αναδιοργανώσω τους αδελφούς που ήσαν ακόμη ελεύθεροι. Σε δυο βδομάδες συνελήφθηκα. . . . Η Γκεστάπο εγνώριζε τη δραστηριότητά μου με όλες τις λεπτομέρειες και αυτό μέσω του ψευδαδέλφου αυτού που βοήθησε στην ανοικοδόμησι της υπογείου οργανώσεως, με τον σκοπό να την προδώση κατόπιν στη Γκεστάπο. Αυτός ο ‘αδελφός’ έκαμε το ίδιο μετά ένα έτος στην Ολλανδία και Τσεχοσλοβακία. . . .
»Το 1939 με πήραν με ένα φορτηγό αυτοκίνητο στη Γκομπλένζ, για να καταθέσω μαρτυρία στη δίκη τριών αδελφών με τις οποίες είχα συνεργασθή υπογείως στη Στουτγάρτη. Εκεί άκουσα ένα πράκτορα της Γκεστάπο να λέγη σ’ ένα δικαστικό επίσημο πως εγνώριζαν όλες τις λεπτομέρειες του έργου μας, πράγματα όπως μυστικές διευθύνσεις και ψευδή ονόματα, ως και η δομή της οργανώσεως. Όταν περιμέναμε στον διάδρομο ο ίδιος αυτός πράκτωρ της Γκεστάπο μου είπε ότι δεν θα μπορούσαν να σταματήσουν την δραστηριότητά μας τόσο εύκολα αν δεν είχαμε προδότας στις γραμμές μας. Είναι λυπηρό να πω, δεν μπόρεσα να το αρνηθώ. Από καιρό σε καιρό μπορούσα να προειδοποιώ τους αδελφούς από τη φυλακή για τον προδότη αυτόν ‘αδελφό,’ αλλ’ ο Αδ. Χάρμπεκ ηγνόησε την προειδοποίησι απλώς γιατί δεν μπορούσε να το πιστεύση. Κατά τη γνώμη μου, ο Μιούλερ αυτός ήταν υπεύθυνος για τη φυλάκισι εκατοντάδων αδελφών.
ΤΟ ΡΕΥΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΡΕΗ
Μολονότι ο εχθρός επανειλημμένως άνοιγε νέα ρήγματα στις γραμμές του λαού του Θεού και απεδεκάτιζε εκείνους που ήσαν ακόμη ελεύθεροι, υπήρχαν πάντοτε άλλοι που ανεγνώριζαν την αναγκαιότητα να προμηθεύουν τους αδελφούς με πνευματική τροφή. Αυτό το έπρατταν με κίνδυνο της ζωής των. Ένας από τους αδελφούς που ανοικοδομούσε το σύστημα διανομής της Σκοπιάς μεταξύ των αδελφών, καθ’ ον χρόνον ο Μιούλερ εξακολουθούσε το βρωμερό του έργο στη Δρέσδη, ήταν ο Λ. Σύρανεκ. Έπραττε αυτό μέχρις ότου συνελήφθη και κατεδικάσθη σε διετή φυλάκισι. Κατόπιν, ευθύς ως βγήκε από τη φυλακή, ο Αδ. Σύρανεκ συνέχισε το έργον του.
Πολλές αδελφές επλήρωσαν τις θέσεις που είχαν ανοιχθή με τη σύλληψι των αδελφών, καίτοι είχαν υπ’ όψιν ότι σύμφωνα με τους αυστηρούς νόμους του πολέμου, μπορούσαν να χάσουν τη ζωή τους αν συνελαμβάνονταν. Μεταξύ εκείνων που διένειμαν Την Σκοπιάν, ήσαν η Αδ. Νιούφερτ, η Αδ. Πφίστερερ στη Στουτγάρτη και η Αδ. Φράνκε. Ο Αδ. Σύρανεκ έγραφε στις αδελφές αυτές επιστολές που περιείχαν αβλαβή πληροφορία, επιστολές τις οποίες οι αδελφές εχειρίζοντο κατά τοιούτον τρόπον ώστε να μπορούν να διαβάζουν το μυστικό άγγελμα που είχε γράψει αποκάτω με χυμόν λεμονιού, λέγοντάς τους που έπρεπε να πάρουν τις Σκοπιές και πόσες.
Από καιρό σε καιρό ο Αδ. Σύρανεκ επήγαινε στη Στουτγάρτη, όπου η Μαρία Χόμπαχ εργαζόταν γι’ αυτόν ως γραμματεύς. Υπαγόρευε εκθέσεις σ’ αυτήν για το έργο στη Γερμανία, τις οποίες αυτός, κατόπιν έστελλε στον Α. Γουίνκλερ στην Ολλανδία, ο οποίος εφρόντιζε για τη Γερμανία και την Αυστρία. Η Αδ. Χόμπαχ έγραφε τις επιστολές αυτές επίσης με χυμόν λεμονιού, για να μη πέση σπουδαία πληροφορία σε ανεξουσιοδότητα χέρια.
Το ότι η υπόγειος αυτή ενέργεια λειτουργούσε επί ένα τουλάχιστον έτος μπορεί ν’ αποδοθή μόνο στην καθοδηγία του Ιεχωβά. Αυτός συχνά εφρόντιζε ο λαός του να οδηγήται σε περιέργους οδούς, για να μπορούν να εφοδιάζωνται με πνευματική τροφή εν καιρώ. Ο Μιούλερ γρήγορα σκέφθηκε ότι ήλθε ο κατάλληλος καιρός να προδώση ολόκληρον αυτήν την ενέργεια στη Γκεστάπο. Όλοι που είχαν αναμιχθή συνελήφθησαν σε λίγες μέρες. Στη δίκη της Δρέσδης, ο Αδ. Σύρανεκ καταδικάσθηκε σε θάνατο και οι άλλοι έλαβαν μακροχρόνιες φυλακίσεις. Στις 3 Ιουλίου, 1941, λίγες ώρες προτού εκτελεσθή, έγραψε στους συγγενείς του την εξής επιστολή:
«Αγαπητέ μου αδελφέ, κουνιάδα, γονείς, και όλοι οι άλλοι αδελφοί,
»Φοβείσθε τον Θεόν και αποδίδετε σ’ αυτόν την τιμήν! Πρέπει να σας γράψω τα οδυνηρά νέα ότι όταν θα λάβετε την επιστολή αυτή δεν θα είμαι πια ζωντανός. Σας παρακαλώ να μη λυπηθήτε υπερβολικά. Ενθυμείσθε ότι είναι ένα απλό ζήτημα για τον Παντοδύναμο Θεό να με εγείρη από τους νεκρούς. Ναι, μπορεί να κάμη τα πάντα και αν μου επιτρέψη να πιω το πικρό αυτό ποτήριον, τότε αυτό εξυπηρετεί ένα σκοπό. Γνωρίσατε ότι ήταν η προσπάθειά μου να τον υπηρετώ στην αδυναμία μου και είμαι τελείως πεπεισμένος ότι ήταν μαζί μου μέχρι τέλους. Έθεσα τον εαυτό μου υπό την προστασία του. Οι σκέψεις μου τις τελευταίες αυτές ώρες είναι μαζί σας, αγαπητοί μου. Είθε οι καρδιές σας να μη λυπηθούν, αλλά μάλλον, διαμείνατε ατάρακτοι, γιατί είναι πολύ καλύτερον από το να γνωρίζετε ότι υποφέρω στη φυλακή, πράγμα που θα ήταν συνεχής στενοχωρία για σας. Και τώρα, αγαπητή μου μητέρα και πατέρα, σας ευχαριστώ και τους δυο για όλα τα καλά πράγματα που εκάματε για μένα. Μπορώ μόνο να τραυλίσω ένα ασθενές ευχαριστώ σε σας. Είθε ο Ιεχωβά να σας ανταναπληρώση για όλα που εκάματε. Η προσευχή μου είναι να σας προστατεύη και να σας ευλογή, γιατί η ευλογία του μόνο πλουτίζει. Αγαπητέ μου Τόνι, είμαι βεβαιότατος ότι θα έκαμνες το παν να με ελευθερώσης από τον ‘λάκκον των λεόντων,’ αλλ’ αυτό είναι αδύνατο. Απόψε πληροφορήθηκα ότι η αίτησίς μου για επιείκεια απερρίφθη και ότι η καταδίκη μου θα εκτελεσθή αύριο το πρωί. Δεν έκαμα καμμιά έκκλησι ούτε ζήτησα έλεος από τα χέρια ανθρώπου. Εκτιμώ όμως την καλή σου θέλησι να με βοηθήσης και σε ευχαριστώ από την καρδιά μου καθώς και την Λουίζα για όλα τα καλά που μου εδώσατε. Πολλούς χαιρετισμούς σε σας και σας φιλώ όλους σας. Ειδικώς έχω μια θέσι μέσα στην καρδιά μου για τον Καρλ. Είθε ο Θεός να είναι μαζί σας μέχρις ότου συναντηθούμε και πάλι. Αναχωρώντας σας αγκαλιάζω. [υπογράφων] Λούνγουικ Σύρανεκ.»