-
Χαβάη—Έκθεση Βιβλίου Έτους 1991Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1991
-
-
Έτσι, το 1929, ο Τζόζεφ Ντος Σάντος άρχισε την ολοχρόνια σταδιοδρομία του στο κήρυγμα. Ο ίδιος αργότερα παρατήρησε: «Κάλυψα όλη την αλυσίδα των Νησιών Χαβάη επί τρεισήμισι χρόνια με το φορτηγάκι μου, μάρκας Ντοντζ του 1927, φυτεύοντας τους σπόρους της αλήθειας, χωρίς να σκάσει ούτε ένα λάστιχο!»
Επειδή ο τομέας ήταν απέραντος και αυτός ήταν μόνος του, προσπάθησε να μεταδώσει το άγγελμα κυρίως μέσω της διάθεσης εντύπων. Περιγράφοντας το πώς γινόταν αυτό, ο ίδιος έγραψε: «Λόγω του ρυθμού με τον οποίο γινόταν το έργο της Βασιλείας τότε, οι Σπουδαστές της Γραφής χρησιμοποιούσαν μεγάλες τσάντες βιβλίων ή βαλίτσες για να μεταφέρουν τα πνευματικά πολεμοφόδια. Οι άνθρωποι ήταν καλοί και δεν σε προσέβαλλαν ούτε σου έκλειναν απότομα την πόρτα. Χαιρόσουν να κάνεις το έργο! Οι άνθρωποι χαίρονταν να σε βλέπουν και γρήγορα συνεισέφεραν ένα δολάριο για τέσσερα βιβλία, που ήταν η συνηθισμένη προσφορά. Ήμουν τότε νέος και δυνατός, και μπορούσα να περπατάω χιλιόμετρα ολόκληρα στα ορεινά μονοπάτια και να ανεβαίνω βουνά με δυο βαλίτσες γεμάτες έντυπα, και απολάμβανα πολλές θαυμάσιες εμπειρίες. Σε μερικά μέρη οι δρόμοι ήταν τόσο τραχείς και απότομοι που δεν μπορούσα ούτε να οδηγήσω το αυτοκίνητο ούτε να περπατήσω, ειδικά στην περιοχή της Κοχάλα, στο Μεγάλο Νησί. Μερικές φορές στην κυριολεξία σερνόμουν για να φτάσω στα σπίτια. Μάλιστα άφησα αρκετή ποσότητα πνευματικών εφοδίων στους λεπρούς, στον καταυλισμό που είχαν στο Μολοκάι».
Αυτός ο αδελφός τηρούσε ένα αυστηρό πρόγραμμα, κηρύττοντας επί έξι μέρες την εβδομάδα και με μέσο όρο 230 ώρες υπηρεσίας το μήνα. Στα τρεισήμισι χρόνια που δαπάνησε εργαζόμενος μόνος του σ’ όλη την αλυσίδα των Νησιών Χαβάη διέθεσε 46.000 έντυπα.
Όταν επέστρεψε στη Χονολουλού, το 1933, ο αδελφός Ντος Σάντος ενημέρωσε τον αδελφό Σόλομον ότι στη συνέχεια θα γύριζε όλο τον κόσμο με τα καλά νέα. Όμως, όπως ήρθαν τα πράγματα, ταξίδεψε μόνο μέχρι τις Φιλιππίνες όπου δαπάνησε σχεδόν 17 χρόνια. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, υπέμεινε σφοδρή εναντίωση, περιλαμβανομένων και τριών χρόνων απάνθρωπης φυλάκισης από τις ιαπωνικές δυνάμεις κατοχής στη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου.
Το 1949 ο αδελφός Ντος Σάντος επέστρεψε με την οικογένειά του στη Χαβάη, όπου αυτός και η σύζυγός του συνέχισαν την υπηρεσία σκαπανέα μέχρι που αυτός τελείωσε την επίγεια πορεία του το 1983, σε ηλικία 88 ετών. Η αποφασιστικότητά του και ο φλογερός ιεραποστολικός ζήλος του άσκησαν σημαντική επίδραση στο έργο της Βασιλείας στη Χαβάη και στις Φιλιππίνες.
-
-
Χαβάη—Έκθεση Βιβλίου Έτους 1991Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1991
-
-
«Η Υγεία μου Βελτιώθηκε»
Ήταν Ιανουάριος του 1933, όταν ο Τζέιμς και η Ντόρα Χάρουμπ πραγματοποίησαν τελικά το μακρόχρονο όνειρό τους, να αναλάβουν την υπηρεσία σκαπανέα. Στη διάρκεια του πρώτου χρόνου, παρέμειναν στη Χονολουλού περιμένοντας την κατασκευή ενός τροχόσπιτου, το οποίο θα γινόταν το σκαπανικό σπίτι τους. Μετά την ολοκλήρωσή του, πήγαν στο Μάουι καλύπτοντας το νησί σε έξι μήνες, διανέμοντας έντυπα και χρησιμοποιώντας το φωνόγραφο για να παίζουν δίσκους με Βιβλικές διαλέξεις στους ανθρώπους. Επόμενο νησί ήταν το Μεγάλο Νησί Χαβάη, όπου δαπάνησαν έναν ολόκληρο χρόνο καλύπτοντας τον τομέα, αλλά με ελάχιστη ανταπόκριση.
Το 1936 πήγαν στο νησί Καουαί και εγκαταστάθηκαν στην ανατολική πλευρά του νησιού κοντά στην Καπάα. Ο Τζέιμς αγάπησε τόσο πολύ τους ανθρώπους ώστε έγραψε στην Εταιρία, ζητώντας την άδεια να γίνει το Καουαί ο μόνιμος διορισμός του. Η άδεια δόθηκε.
Όταν ο Τζέιμς και η Ντόρα άρχισαν το σκαπανικό, δεν είχαν και τόσο καλή υγεία. Η Ντόρα θυμόταν: «Η υγεία μου βελτιώθηκε με το σκαπανικό και δεν ανησυχούσα γι’ αυτήν». Με τη βοήθεια του Ιεχωβά πέρασαν μια ολόκληρη ζωή με πλούσιες ευλογίες, απολαμβάνοντας την ολοχρόνια υπηρεσία. Το αυτοθυσιαστικό πνεύμα και η πλήρης πίστη αυτού του ζευγαριού κέρδισε το βαθύ σεβασμό και την αγάπη των ανθρώπων στο Καουαί, όπου πολλοί τους θυμούνται ακόμη με συμπάθεια. Μετά το θάνατο του Τζέιμς το 1954, η Ντόρα πούλησε το σπίτι τους και, έχοντας τη σωστή άποψη, χρησιμοποίησε τα χρήματα για τη χρηματοδότηση της κατασκευής της Αίθουσας Βασιλείας στην Καπάα του Καουαί. Ολοκλήρωσε την επίγεια υπηρεσία της ως τακτική σκαπάνισσα, τον Αύγουστο του 1984 σε ηλικία 94 ετών. Αυτή και ο σύζυγός της είχαν τη λαμπρή ελπίδα να λάβουν την ανταμοιβή τους στους ουρανούς.
-
-
Χαβάη—Έκθεση Βιβλίου Έτους 1991Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1991
-
-
Ένας Σκαπανέας Μετακομίζει στη Χαβάη
Ο Έντι Μεντάλιο πήγε στη Χονολουλού το 1936 για να ενισχύσει τη μικρή ομάδα των ευαγγελιζομένων. Μετά το βάφτισμά του το 1932 στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας, έγραψε στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στο Μπρούκλιν ότι επιθυμούσε να πάει, με δικά του έξοδα, στις Φιλιππίνες για να κηρύξει ολοχρόνια στους συμπατριώτες του στη Μανίλα. Ωστόσο, η Εταιρία, αντί γι’ αυτό, του πρότεινε να πάει στη Χαβάη και να κάνει σκαπανικό με τους Χάσλετ, με σκοπό να πλησιάσουν τους πολλούς Φιλιππινέζους που υπήρχαν εκεί.
Ο Έντι ήταν βετεράνος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και χρησιμοποίησε το ναυτικό του επίδομα για να πληρώσει το εισιτήριό του για τη Χονολουλού. Ο Ντον και η Μέιμπελ ήταν πολύ συγκινημένοι που έλαβαν βοήθεια! Καλωσόρισαν εγκάρδια τον Έντι και τον έβαλαν να μένει στο γραφείο τμήματος. Αργότερα, αυτός παντρεύτηκε την Γιουλάλι και έφυγαν για το διορισμό τους στο Χίλο, όπου ο Έντι διορίστηκε επίσκοπος στη μικρή εκείνη εκκλησία. Ως σκαπανείς, οι Μεντάλιο κάλυψαν πολλές απόμερες πόλεις και παροικίες ξένων εργατών σε φυτείες ζάχαρης, που ήταν γνωστές ως στρατόπεδα.
Το σλόγκαν που είχε ο Έντι ως σκαπανέας ήταν: ‘Να εμπιστεύεσαι στον Ιεχωβά με όλη σου την καρδιά’. (Παρ. 3:5, ΜΝΚ) Επαναλάμβανε αυτά τα λόγια στον εαυτό του και στους άλλους συνέχεια, κάθε μέρα, και τα περιλάμβανε ασταμάτητα στις νουθεσίες του προς τους νέους που ήθελαν τη συμβουλή του. Από την πορεία της ζωής του, μπορεί να φανεί ότι πραγματικά έζησε σύμφωνα μ’ αυτά τα θεόπνευστα λόγια. Είχε αμείωτο ζήλο, ήταν γεμάτος όρεξη για τη ζωή και για τη λατρεία στον Ιεχωβά. Ο Έντι έχαιρε επίσης εκτίμησης για το καλό χιούμορ και για το θετικό πνεύμα που είχε, άσχετα με τα προσωπικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Το συχνό και μεταδοτικό του γέλιο, που έμοιαζε με κακάρισμα, ήταν σήμα κατατεθέν. Πολλοί νεαροί εκτιμούσαν το βαθύ και ειλικρινές ενδιαφέρον του και με αγάπη τον φώναζαν παππού.
Ο αδελφός Μεντάλιο υπηρετούσε ως τακτικός σκαπανέας μέχρις ότου πέθανε από πνευμονία και άλλες επιπλοκές, στις 3 Ιανουαρίου 1990. Ήταν 93 ετών και είχε συμπληρώσει 58 χρόνια ολόψυχης υπηρεσίας στον Ιεχωβά. Μέχρι τέλους είχε διαύγεια σκέψης και ήταν σταθερός στην αφιέρωσή του στον Ιεχωβά. Στην τελευταία έκθεση υπηρεσίας αγρού που υπέβαλε, μόλις δυο μέρες πριν από το θάνατό του, έγραψε: «Το πνεύμα μου είναι πρόθυμο, αλλά η σάρκα μου ασθενής. Προσεύχομαι για βοήθεια από τον Ιεχωβά».
-