Χαβάη
Έκθεση Βιβλίου Έτους 1991
ΣΤΙΣ 12 Ιουλίου 1776, το πλοίο Ρεζολούσιον απέπλευσε από το Πλίμουθ της Αγγλίας αναζητώντας το θρυλικό Βορειοδυτικό Πέρασμα, που βρισκόταν ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ασία. Στο πηδάλιο στεκόταν ο ψηλός, εμφανίσιμος γιος ενός Σκοτσέζου αγρότη, ο οποίος έτρεφε μεγάλη επιθυμία για ανακαλύψεις—ο καπετάνιος Τζέιμς Κουκ.
Αν και δεν το γνώριζε, αυτό το τρίτο ταξίδι του γύρω από τον κόσμο επρόκειτο να είναι το τελευταίο του. Αφού ξαναεπισκέφτηκε τη Νέα Ζηλανδία, έπλευσε βορειοανατολικά προς τα νησιά Τόνγκα κι έπειτα προς την Ταϊτή. Μετά την Ταϊτή, ο Κουκ ταξίδεψε εκεί που λίγοι εξερευνητές είχαν τολμήσει να ταξιδέψουν, στα νερά του Βόρειου Ειρηνικού. Εκεί έκανε μια σπουδαία ανακάλυψη—ένα σύμπλεγμα νησιών που το ονόμασε Νησιά Σάντουιτς, προς τιμήν του αριστοκράτη φίλου του στο Υπουργείο Ναυτικών.
Όταν ο Κουκ και το πλήρωμά του αποβιβάστηκαν το 1778, ήταν οι πρώτοι Ευρωπαίοι που πάτησαν το πόδι τους στο έδαφος αυτών των νησιών και έμειναν έκπληκτοι από την ένθερμη υποδοχή των ιθαγενών οι οποίοι ανήκαν σε μια πολύ αναπτυγμένη αριστοκρατία Πολυνησίων. Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα, ο Κουκ σκοτώθηκε στη διάρκεια μιας φιλονικίας με τους ιθαγενείς. Σήμερα, αυτή η αλυσίδα ηφαιστειογενών νησιών έχει γίνει το σταυροδρόμι του Ειρηνικού. Πρόκειται για τα Νησιά Χαβάη.
Αυτό το πανέμορφο αρχιπέλαγος, που βρίσκεται στα βόρεια της Τροπικής ζώνης και το οποίο αποτελείται από 132 νησιά και σκοπέλους, στολίζει τον κεντρικό Ειρηνικό καλύπτοντας απόσταση 2.451 χιλιομέτρων από τα νοτιοανατολικά προς τα βορειοδυτικά. Τα εφτά κύρια κατοικημένα νησιά του είναι το Νιιχάου, το Καουαί, το Οάχου, το Μολοκάι, το Λανάι, το Μάουι και η Χαβάη (που ονομάζεται Μεγάλο Νησί).
Είτε πρόκειται για καταρράκτες είτε για χιονοσκέπαστες ηφαιστειογενείς κορυφές, η ονειρεμένη μαγεία αυτών των νησιών έχει επανειλημμένα περιγραφτεί στη μουσική, στην ποίηση, στη ζωγραφική και στον κινηματογράφο. Ναι, εκατομμύρια άνθρωποι, όταν ακούν το όνομα Χαβάη, φέρνουν στο νου τους εικόνες φοινικόδεντρων που λικνίζονται από τα τροπικά αεράκια και απαλών ωκεάνιων κυμάτων που χαϊδεύουν τις φιλντισένιες ακτές. Πόσο ωραία υπενθυμίζει αυτό τη λαχτάρα της ανθρωπότητας παγκόσμια για έναν όμορφο παράδεισο! Εντούτοις, η αληθινή ομορφιά της Χαβάης υπάρχει σε άλλα ‘επιθυμητά πράγματα’, δηλαδή στους πράους, προβατοειδείς ανθρώπους του Ιεχωβά οι οποίοι κατοικούν σ’ έναν πνευματικό παράδεισο. (Αγγαίος 2:7, ΜΝΚ) Ακολουθεί η ιστορία τους.
Μακάβριες Ιεροτελεστίες του Παρελθόντος
Μ’ ένα ιερατείο που ενέπνεε φόβο και με βασιλιάδες που είχαν θεοποιηθεί, η ειδωλολατρική θρησκεία ασκούσε απόλυτη κυριαρχία ανάμεσα στους πρώτους Πολυνήσιους κατοίκους. Αν κάποιος παραβίαζε τα θρησκευτικά ταμπού, συχνά η ποινή ήταν θάνατος. Αλλά είναι ενδιαφέρον ότι ορισμένες πόλεις καταφυγίου παρείχαν άσυλο. Επί αιώνες, η λατρεία πολλών θεών, μαζί με τις ανθρωποθυσίες, κρατούσε τη θρησκεία συνεχώς στο προσκήνιο, στην αρχαία Χαβάη.
Αυτή ήταν η ατμόσφαιρα όταν έφτασαν Προτεστάντες ιεραπόστολοι από την ανατολική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών, στη δεκαετία του 1820. Σοκαρισμένοι από την κοινωνική ζωή και τις θρησκευτικές ιεροτελεστίες των ιθαγενών, αυτοί οι πρώτοι ιεραπόστολοι έφεραν μεγάλες αλλαγές στα νησιά. Μια απ’ αυτές τις αλλαγές ήταν να δώσουν γραπτή μορφή στη γοητευτική χαβανέζικη γλώσσα. Σύντομα, τυπώθηκε η Αγία Γραφή και άλλα βιβλία. Επίσης, άρχισαν να γίνονται προσπάθειες να εκπαιδευτεί ο λαός στο δυτικό τρόπο ζωής. Σε λίγο καιρό, ο Προτεσταντισμός έγινε η κύρια θρησκεία, η οποία αντικατέστησε το ειδωλολατρικό ιερατείο του παρελθόντος. Το 1827 έφτασαν στη Χαβάη οι πρώτοι Καθολικοί ιεραπόστολοι. Κατόπιν, μετανάστευσαν Κινέζοι και Ιάπωνες εργάτες οι οποίοι έφεραν μαζί τους τις δικές τους ασιατικές πεποιθήσεις. Έτσι, στο τέλος του 19ου αιώνα, η θρησκευτική ζωή των ανθρώπων της Χαβάης συμπεριλάμβανε τον Προτεσταντισμό, τον Καθολικισμό, το Βουδισμό, τον Ταοϊσμό και το Σιντοϊσμό.
Προώθηση της Συνεργασίας Μεταξύ των Εθνοτήτων
Στη διάρκεια εκείνου του καιρού πολλές εθνικότητες συγχωνεύτηκαν με τον πληθυσμό της Χαβάης και άλλαξαν τον πολιτισμό της. Οι αρχαίοι Χαβανέζοι ήταν ψηλοί, γεροδεμένοι, τραχείς άνθρωποι πολυνησιακής καταγωγής, με κεχριμπαρένιο δέρμα, μεγάλα καστανά μάτια και πυκνά σκουροκάστανα ή μαύρα μαλλιά. Μετά την αποβίβαση του καπετάνιου Τζέιμς Κουκ, στα τέλη του 18ου αιώνα, αλλεπάλληλα κύματα μεταναστών από την Κίνα, την Ιαπωνία, την Οκινάβα, την Κορέα, τις Φιλιππίνες, τα πορτογαλικά νησιά Μαδέρα και Αζόρες, το Πόρτο Ρίκο, την Ισπανία, τη Σκανδιναβία και τη Γερμανία, που αναζητούσαν μια καλύτερη ζωή, πήγαν ως εργάτες με σύμβαση στις αναπτυσσόμενες φυτείες ζάχαρης. Αυτό το μείγμα εθνοτήτων εμπλουτίστηκε στη διάρκεια του 20ού αιώνα με την αυξανόμενη εισροή ανθρώπων από τη Σαμόα και από άλλα νησιά του Ειρηνικού, ενώ μετά το 1930 οι περισσότεροι έρχονταν από τις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες.
Με το πέρασμα των ετών, αυτό το πολύχρωμο μωσαϊκό εθνοτήτων στη Χαβάη έχει ενοποιηθεί με επιτυχία. Σχεδόν το 40 τοις εκατό όλων των νέων γάμων είναι διαφυλετικοί, και το αποτέλεσμα είναι μια κοσμοπολίτικη ανάμειξη ανθρώπων, πράγμα που ξαφνιάζει και συνάμα γοητεύει πολλούς επισκέπτες. Όμως, παρότι η προέλευσή τους ποικίλλει, οι άνθρωποι στη Χαβάη είναι γενικά καλοσυνάτοι και φιλικοί. Το γεγονός αυτό, καθώς και το τροπικό περιβάλλον και ο γενικά ηλιόλουστος καιρός, έχει κάνει τη Χαβάη απολαυστικό μέρος για διακοπές. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, που παρουσιάζουν ενδιαφέρον και είναι ευχάριστοι, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά επρόκειτο να θερίσουν μια μεγαλειώδη συγκομιδή σ’ αυτόν τον καιρό του τέλους.
Επίσκεψη του Προέδρου
Το 1912, το ατμόπλοιο Σίνιο Μαρού μπήκε στο λιμάνι της Χονολουλού, αναταράσσοντας πίσω του τα νερά. Στο ατμόπλοιο ήταν ο πρώτος πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, ο Κάρολος Τ. Ρώσσελ, ο οποίος είχε ξεκινήσει το γύρο του κόσμου.
Αφού επισκέφτηκε τα Σχολεία Καμεχαμέχα και το Ινστιτούτο του Κεντρικού Ειρηνικού, έγραψε τις παρατηρήσεις του στο τεύχος της Σκοπιάς 15 Απριλίου 1912 (στην αγγλική): «Κάναμε ερωτήσεις σχετικά με την παροχή Χριστιανικής εκπαίδευσης και πληροφορηθήκαμε ότι, αν γίνονταν τέτοιες προσπάθειες, τότε οι μαθητές θα αποξενώνονταν κι έτσι θα προκαλούνταν διάσπαση στα σχολεία. . . . Η γνώμη μας είναι ότι, όσον αφορά την ανθρωπιστική πλευρά του, το έργο στη Χαβάη είναι καλό, ενώ, όσον αφορά τον εκχριστιανισμό, είναι πλήρης αποτυχία. Απ’ ό,τι μπορέσαμε να διακρίνουμε μέχρι τώρα, η πίστη στο Λυτρωτικό αίμα του Ιησού, στην ανάστασή του και στην ερχόμενη βασιλεία του δεν έχουν διδαχθεί ποτέ».
Σπορά των Πρώτων Σπόρων
Το 1915, ένας πίλγκριμ (όπως ονομάζονταν τότε οι περιοδεύοντες διάκονοι), ο Γουόλτερ Μπάντι, ζήτησε από τον Έλις Γουίλμπουρν Φοξ να συνοδέψει τον ίδιο και τη σύζυγό του σ’ ένα ταξίδι στη Χονολουλού της Χαβάης, και προσφέρθηκε να του πληρώσει τα εισιτήρια. Ο αδελφός Φοξ δέχτηκε την πρόσκληση και εγκατέλειψε τη δουλειά που είχε ως αρχιμηχανικός σ’ έναν κινηματογράφο στο Βανκούβερ της Βρετανικής Κολομβίας. Ο αδελφός Μπάντι και η σύζυγός του, καθώς επίσης και ο αδελφός Φοξ, ταξίδεψαν μ’ ένα ατμόπλοιο από το Βανκούβερ στη Χονολουλού, επιχειρώντας έτσι να σπείρουν τους πρώτους σπόρους της αλήθειας ανάμεσα στους φιλικούς και φιλόξενους Χαβανέζους. Στις αποσκευές τους είχαν ένα μικρό χειροκίνητο πιεστήριο που θα χρησίμευε στην παραγωγή φυλλαδίων με σκοπό τη διαφήμιση των δημόσιων ομιλιών τις οποίες σχεδίαζαν να κάνουν αυτοί οι δυο αδελφοί. Ο αδελφός Φοξ σκόπευε να μείνει στη Χονολουλού μόνο λίγες εβδομάδες και μετά να επιστρέψει στην καλοαμειβόμενη εργασία του στο Βανκούβερ. Δεν γνώριζε, όμως, ότι αυτές οι λίγες εβδομάδες θα γίνονταν εφτά χρόνια.
Την πρώτη Κυριακή του Φεβρουαρίου του 1915, έγινε η πρώτη συνάθροιση των Σπουδαστών της Γραφής (όπως ονομάζονταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά) σ’ ένα δωμάτιο κάποιου ξενοδοχείου που βρισκόταν στη γωνία των οδών Φορτ και Μπερετάνια, στη Χονολουλού, με παρόντες πέντε άτομα: τους Μπάντι, τον Έλις Φοξ και έναν ενδιαφερόμενο άντρα με τη σύζυγό του.
Στο καράβι, μια-δυο μέρες πριν φτάσουν στη Χονολουλού, οι τρεις τους συμφώνησαν ότι αυτός που θα έβρισκε πρώτος δουλειά, θα συντηρούσε τους άλλους δυο. Ο αδελφός Μπάντι, που ήταν πιανίστας, έπιασε αμέσως δουλειά σ’ ένα κατάστημα μουσικών ειδών.
Αναφερόμενος σ’ εκείνες τις πρώτες μέρες, ο Έλις θυμάται: «Ετοιμαζόμασταν για μια δημόσια διάλεξη κάθε Κυριακή. Ο Γουόλτερ έγραφε την ανακοίνωση για την ομιλία της επόμενης Κυριακής, ενώ η δική μου δουλειά ήταν να στοιχειοθετώ και να τυπώνω φυλλάδια και κατόπιν να προσπαθώ να καλύπτω όσο μεγαλύτερο τμήμα της Χονολουλού μπορούσα κάθε εβδομάδα. Νόμιζες ότι αυτός ο αδελφός είχε ανεξάντλητο απόθεμα δημόσιων ομιλιών».
Συναισθανόμενος τους δισταγμούς που είχε ο Έλις για τις δημόσιες ομιλίες, ο Γουόλτερ τον έπαιρνε μαζί του σ’ ένα πάρκο, όπου κατέβαλλαν προσπάθειες για να βελτιώσουν τη γραμματική του και την ικανότητά του στις ομιλίες. Όπως είπε αργότερα ο Έλις: «Προσπάθησε πολύ υπομονετικά να μου μεταδώσει μερικές απ’ τις ικανότητές του».
Συνεργασία με τον Πρώτο Όμιλο
Αυτή η εκπαίδευση ήταν αναγκαία και ανεκτίμητη γιατί, προς το τέλος του 1915, ο αδελφός Ρώσσελ ζήτησε από τον Γουόλτερ Μπάντι να επιστρέψει για να αναλάβει έναν άλλο διορισμό στις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Έλις Φοξ παρέμεινε στη Χονολουλού, υπηρετώντας ως ο ένας και μοναδικός πρεσβύτερος του μικρού ομίλου των νεοενδιαφερόμενων ατόμων. Τότε ήταν που κατάλαβε ότι δεν επρόκειτο να ξαναγυρίσει σύντομα στην κερδοφόρα εργασία του στον Καναδά. Αλλά ήταν ενθουσιώδης για την αλήθεια και είχε την κατάλληλη στάση σ’ ό,τι αφορούσε την παραμονή του στη Χονολουλού και το να θέτει τα συμφέροντα της Βασιλείας πάνω από τα υλικά συμφέροντα.
Επίσης, ο Έλις αποδείχτηκε μετριόφρων και ταπεινός καθώς φρόντιζε για τις ευθύνες του στη διάρκεια εκείνης της αρχικής περιόδου. Η μελέτη του βιβλίου Σκιές της Σκηνής ήταν δύσκολη. Αναγνωρίζοντας την περιορισμένη πείρα του, πήρε χαρτί και μολύβι και ανακοίνωσε ανοιχτά ότι, για οποιεσδήποτε ερωτήσεις που δεν μπορούσαν να απαντηθούν από τον όμιλο, θα μπορούσε να γίνει μια γραπτή ερώτηση και στη διάρκεια της επόμενης βδομάδας ο καθένας θα μπορούσε να κάνει έρευνα σχετικά μ’ αυτή. Αλλά όπως ίσως καταλάβατε, την περισσότερη έρευνα την έκανε ο αδελφός Φοξ, και χρειαζόταν να εργάζεται σκληρά για να βρίσκει τις σωστές απαντήσεις.
Ταξιτζής Μάρτυρας
Ένα κομμάτι κιμωλία κι ένα ταξί αποτελούν περίεργο συνδυασμό για να μεταδώσει κανείς το άγγελμα της Βασιλείας—αλλά όχι και για τον Έλις Φοξ. Ενώ δούλευε ταξιτζής, ο αδελφός Φοξ έδινε μαρτυρία στους άλλους οδηγούς. Χρησιμοποιούσε κιμωλία για να γράφει στα πεζοδρόμια, περιγράφοντας παραστατικά τις υποσχέσεις του Ιεχωβά και εξηγώντας Βιβλικές χρονολογίες, όπως τη διάρκεια των Καιρών των Εθνών· έτσι εγείρονταν πολλές ερωτήσεις με αποτέλεσμα να γίνονται ζωηρές συζητήσεις.
Ένας άλλος οδηγός, ο Τζέιμς Χάρουμπ, ενθουσιασμένος μ’ αυτές τις Γραφικές αλήθειες, ζήτησε κι άλλη αναγνωστική ύλη. Αφού μελέτησε γρήγορα τα βιβλία «Νέα Κτίσις» και άλλα βιβλία της σειράς Γραφικές Μελέτες, πείστηκε ότι το άγγελμα που περιείχαν αυτά τα βιβλία ήταν αναμφίβολα η αλήθεια του εμπνευσμένου Λόγου του Θεού.
Το 1918 ο Έλις διεξήγε μια τακτική Γραφική μελέτη με τον Τζέιμς και τη γυναίκα του, τη Ντόρα. Η Ντόρα, που ήταν Επισκοπελιανή, είχε δείξει ενδιαφέρον με αφορμή το απόκομμα μιας εφημερίδας που είχε δώσει ο Έλις στον άντρα της. Το απόκομμα περιέγραφε μια δημόσια συζήτηση μεταξύ κάποιου «Αιδεσιμότατου» Τρόι και του δεύτερου προέδρου της Εταιρίας Σκοπιά, του Ιωσήφ Φ. Ρόδερφορντ, στη διάρκεια της οποίας ο αδελφός Ρόδερφορντ πετυχημένα εξέθεσε ως αντιγραφικά τα δόγματα της Τριάδας, του πύρινου άδη και της αθανασίας της ψυχής. Υποκινούμενη απ’ αυτό το δημοσίευμα, η Ντόρα άρχισε να μελετάει σοβαρά και να εφαρμόζει τις Γραφές επί 50 και πλέον χρόνια.
Βαφτίζονται οι Πρώτοι Μαθητές
Όταν ο Τζέιμς Χάρουμπ εξέφρασε την επιθυμία να βαφτιστεί, ο αδελφός Φοξ πήρε την έγκριση να χρησιμοποιήσει μια παλιά εκκλησία που ήταν άδεια και είχε το βαπτιστήριό της κάτω από μια καταπακτή. Ωστόσο, η λαμαρινένια δεξαμενή έχανε απ’ όλες τις μεριές. Αφού έβαλαν τα δυνατά τους για να βουλώσουν τις τρύπες με ειδικό κολλητήρι, διαπίστωσαν ότι η δεξαμενή θα κρατούσε το ύψος του νερού στο επιθυμητό επίπεδο, αν η βρύση έμενε ανοιχτή στο τέρμα. Ο αδελφός Φοξ αφηγείται: «Είχα τελειώσει την ομιλία βαφτίσματος και είχα μπει στο νερό περιμένοντας τον Τζέιμς να έρθει από τα αποδυτήρια, όταν συνέβη κάτι που με εξέπληξε. Η αγαπητή, μικρόσωμη και τετραπέρατη Ντόρα Χάρουμπ έσκυψε και μου ψιθύρισε στ’ αφτί χωρίς οι άλλοι να ακούσουν, τα εξής: ‘Έλις, μπορώ να βαφτιστώ κι εγώ επίσης;’ ‘Φυσικά και μπορείς! Μπες εκεί μέσα και άλλαξε ρούχα’. Τι συγκινητική εμπειρία για τον άντρα της κι εμένα!» Έτσι, οι πρώτοι δυο Χριστιανοί μαθητές στη Χαβάη βαφτίστηκαν στις 19 Νοεμβρίου του 1919.
Ο όμιλος των Σπουδαστών της Γραφής μετέφερε τον τόπο των συναθροίσεών του από το Ξενοδοχείο Λέναρντ όπου έμενε ο Έλις, στο σπίτι των Χάρουμπ στην οδό Σπρέκλες στη Χονολουλού. Εννέα άτομα παρακολουθούσαν τακτικά τις συζητήσεις «προσευχής, αίνου και μαρτυρίας» την Τετάρτη, και τη Μελέτη Σκοπιάς την Κυριακή.
Από Μασόνος Μάρτυρας
Στη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ο αδελφός Φοξ εργαζόταν διευθυντής σε μια τοπική επιχείρηση. Ένα κυριακάτικο πρωινό, όταν ήταν στο σπίτι του στη Χονολουλού, έλαβε ένα μήνυμα από τον Ντέιβιντ Σόλομον. Ο κ. Σόλομον, που είχε ένα γκαράζ σ’ έναν τοπικό στρατιωτικό σταθμό, ζητούσε προμήθειες και ρωτούσε αν ο Έλις θα άνοιγε το κατάστημα για να εκτελέσει τις παραγγελίες του, και ο Έλις συμφώνησε.
Ο αδελφός Φοξ θυμάται: «Καθώς με πήγαινε με το αυτοκίνητό του στο κατάστημα, είπε ότι θα έπρεπε να ήμουν Μασόνος για να είμαι τόσο εξυπηρετικός. Όταν τον πληροφόρησα ότι ήμουν διάκονος των τοπικών Σπουδαστών της Γραφής, με ρώτησε: ‘Κάνεις ποτέ ομιλίες έξω από την εκκλησία σου;’ ‘Ναι, αν με προσκαλέσουν’, απάντησα. Τότε με πληροφόρησε ότι ήταν ο αρχηγός της Μασονικής στοάς στο Φορτ Σκόφιλντ και με προσκάλεσε να κάνω ομιλία εκεί. Φυσικά δεν του είπα ότι ποτέ προηγουμένως δεν είχα κάνει δημόσια ομιλία. Ετοιμάστηκα και χρησιμοποίησα ένα σχέδιο παρόμοιο μ’ αυτό που βρήκα στον Τόμο Α΄ των Γραφικών Μελετών. Η προετοιμασία και η εκφώνηση αυτής της πρώτης μου δημόσιας ομιλίας μού έδωσε την ευκαιρία να θέσω σε εφαρμογή μερικά απ’ αυτά που είχα μάθει από τον Γουόλτερ Μπάντι».
Αργότερα, ο Ντέιβιντ Σόλομον συναθροιζόταν τακτικά με το μικρό όμιλο των Σπουδαστών της Γραφής. Παρά την έντονη εναντίωση, αργότερα παραιτήθηκε από το Μασονικό τάγμα και βαφτίστηκε από τον αδελφό Φοξ.
Αλλαγή Θέσεων στο Κατηχητικό
Ο αδελφός Φοξ, που είχε πάντα επινοητικότητα και μεγάλη πρωτοβουλία, ήταν διαρκώς άγρυπνος για να βρίσκει ευκαιρίες να μεταδώσει την αλήθεια. Για παράδειγμα, με αξιοσημείωτη τόλμη, έμπαινε σε εκκλησίες και σε κατηχητικά. Στη διάρκεια της λειτουργίας, έθετε δογματικές ερωτήσεις, δημιουργώντας έτσι την ευκαιρία μέσα στην εκκλησία να δώσει μαρτυρία στους εκκλησιαζομένους.
Μια Κυριακή μπήκε σε μια εκκλησία όπου, επειδή απουσίαζε ο τοπικός διάκονος, κάποιος κ. Έλντερ διεξήγε ένα μάθημα βασισμένο στο 24ο κεφάλαιο του Ματθαίου. Τότε, ο αδελφός Φοξ έκανε κάποιες ερωτήσεις και έδωσε Γραφικά σχόλια σχετικά με την ύλη που εξεταζόταν. Ο κ. Έλντερ εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ, ώστε ενώπιον όλων ζήτησε από τον αδελφό Φοξ να αλλάξουν θέσεις. Επακολούθησαν καλές συζητήσεις σ’ αυτή την τάξη του κατηχητικού μέχρι που επέστρεψε ο διάκονος, ο οποίος είναι περιττό να λεχθεί ότι έβαλε γρήγορα τέλος σ’ εκείνη τη διευθέτηση. Ο κ. Έλντερ, ωστόσο, εγκατέλειψε την εκκλησία και ένα βράδυ κάθε βδομάδα άνοιγε το κατάστημά του, που ήταν στο κέντρο της πόλης, για να το χρησιμοποιεί ο όμιλος των Σπουδαστών της Γραφής για Βιβλική μελέτη.
Το 1922 υπήρξαν ορισμένες καταστάσεις που ανάγκασαν τον αδελφό Φοξ να φύγει από τα Νησιά Χαβάη και να πάει στην Καλιφόρνια. Αυτός ανέθεσε το έργο στον Τζέιμς Χάρουμπ και σ’ αυτούς που έμειναν, με την πεποίθηση ότι το έργο κηρύγματος είχε εδραιωθεί πάνω σ’ ένα μικρό αλλά στερεό θεμέλιο.
Από την Ιταλία στη Χαβάη
Το 1923 η Εταιρία έστειλε τον Ο. Ε. Ροσέλι από την Ιταλία να κάνει το γύρο του κόσμου και να ενθαρρύνει τη χρήση του βιβλίου Η Κιθάρα του Θεού, ενός βιβλίου σχεδιασμένου για να βοηθήσει τα καινούρια άτομα στη Γραφική τους μελέτη. Μια από τις χώρες που επισκέφτηκε ήταν η Χαβάη. Ο αδελφός Ροσέλι ήταν πολύ δραστήριος, ζηλωτής για την αλήθεια, και χρησιμοποιώντας το βιβλίο Κιθάρα, επισκέφτηκε όλα τα κύρια νησιά περιλαμβανομένου και του νησιού Νιιχάου που ανήκε σε κάποιον ιδιώτη και στο οποίο η πρόσβαση ήταν συνήθως δύσκολη.
Επίσης, ο αδελφός Ροσέλι ενίσχυσε το μικρό όμιλο των Χαβανέζων αδελφών, αφηγούμενος ενθαρρυντικές εμπειρίες που απόλαυσε στη διάρκεια των ταξιδιών του. Μεταξύ των ατόμων στα οποία έδωσε μαρτυρία ήταν και η Έιμι Ινγκ, όταν αυτή δούλευε στο μαγαζί του πατέρα της στη Χονολουλού. Της έδωσε μια σειρά Γραφικών Μελετών, για τις οποίες αυτή έδειξε μεγάλη εκτίμηση επί χρόνια. Αργότερα, παντρεύτηκε τον Χάρι Λου, και έγιναν και οι δυο σταθεροί υποστηρικτές της αλήθειας της Βασιλείας.
Ήταν Βουδιστής
Ο Καμεΐχι Χαναόκα και ο Άλμπερτ Κινοσίτα ήταν μεταξύ αυτών που παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις Γραφικής μελέτης οι οποίες γίνονταν στο σπίτι των Χάρουμπ. Με τους μικρούς σπόρους της αλήθειας που έπεσαν στις καρδιές τους, αυτά τα άτομα αναπτύχθηκαν και έγιναν μεγάλα δέντρα πίστης. Αυτοί οι δυο αδελφοί που μιλούσαν ιαπωνικά πήραν μέρος στο σχηματισμό της πρώτης μελέτης στην ιαπωνική γλώσσα, που οργανώθηκε το 1924. Και οι δυο τους ενέμειναν στην υπηρεσία της Βασιλείας για όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Ο αδελφός Χαναόκα βοήθησε να αρχίσει το έργο στην Ιαπωνία μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, συμπληρώνοντας εκεί 20 χρόνια ολοχρόνιας υπηρεσίας, μέχρι το θάνατό του το 1971.
Ο Τζέιμς Νάκο, που καταγόταν από την Οκινάβα, ήταν πιστός Βουδιστής, πράγμα που συνέβαινε και με την υπόλοιπη οικογένειά του. Μια μέρα, ενώ βρισκόταν σ’ ένα βιβλιοπωλείο στη Χονολουλού, η προσοχή του ελκύστηκε από μια Αγία Γραφή και άρχισε να τη διαβάζει χωρίς όμως να καταλαβαίνει και πολλά. Αυτό, ωστόσο, ήταν αρκετό για να τον υποκινήσει να εγκαταλείψει το Βουδισμό και να ενωθεί με την Κονγκρεγκασιοναλιστική Εκκλησία του Μακικί.
Ο Τζέιμς είπε: «Διάβασα ότι θα δινόταν μια διάλεξη στα ιαπωνικά, στη ΧΑΝ του Νουουάνου στη Χονολουλού, με θέμα ‘Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει’. Αυτό ήταν κάτι εντελώς καινούριο για μένα, κι έτσι αποφάσισα να την παρακολουθήσω. Η διαφήμιση μάς παρότρυνε να φέρουμε και τις Γραφές μας, πράγμα που έκανα. Εντυπωσιάστηκα πολύ με τον ομιλητή, ο οποίος απάντησε από τη Γραφή σε όλες τις ερωτήσεις που εγέρθηκαν. Συμπλήρωσα ένα κομμάτι χαρτί λέγοντας ότι ήθελα να μελετήσω τη Γραφή». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να έρθει σε επαφή με τον όμιλο μελέτης των 12 ατόμων, τα οποία αποτελούσαν όλους κι όλους τους Σπουδαστές της Γραφής που συναθροίζονταν το 1926. Ο Τζέιμς Νάκο προόδευσε γρήγορα και βαφτίστηκε τον Ιούλιο του 1927.
Περιγράφοντας πώς δινόταν μαρτυρία στη Χονολουλού το 1927, ο αδελφός Νάκο αφηγείται: «Πήρα ένα παλιό άχρηστο Φορντ, το οποίο έπαιρνε μπρος με χειροκίνητη μανιβέλα. Φόρτωνα το πορτμπαγκάζ με περιοδικά Χρυσούς Αιών και Σκοπιά στην ιαπωνική. Αυτά τα περιοδικά μεταφράζονταν στην Ιαπωνία από την αγγλική στην ιαπωνική και αποστέλλονταν σ’ εμάς με αντίτιμο μόνο τα έξοδα μεταφοράς. Τα μοιράζαμε δωρεάν, ρωτώντας τους ανθρώπους αν θα ήθελαν να μελετήσουν την Αγία Γραφή. Θυμάμαι ότι ο αδελφός Χαναόκα κι εγώ λαβαίναμε περίπου χίλια περιοδικά το μήνα για διανομή».
Τα «Σκανταλιάρικα» Αγόρια
Επειδή εργαζόταν μάγειρας τις Κυριακές, ο Τζέιμς δεν μπορούσε να συμμετέχει στην υπηρεσία αγρού, κι έτσι αποφάσισε να ανοίξει δική του δουλειά. Αυτό, ωστόσο, αποδείχτηκε πολύ χρονοβόρο και τελικά έγινε αδρανής πνευματικά.
Παρ’ όλα αυτά, ενδιαφερόταν πολύ για την πνευματική ευημερία της οικογένειάς του. Γι’ αυτόν το λόγο ζήτησε από έναν αδελφό, τον Τζέιμς Γουότσον, να μελετήσει την Αγία Γραφή με την οικογένειά του, πράγμα που έκανε πιστά και υπομονετικά ο αδελφός Γουότσον.
«Όταν ήταν ώρα για μελέτη», θυμόταν ο αδελφός Νάκο, «τα δυο σκανταλιάρικα αγόρια μου, ο Ρίτσαρντ και ο Τόμι, σκαρφάλωναν από το παράθυρο του υπνοδωματίου, έβγαιναν έξω και κρύβονταν κάπου. Μαζί με τη μεγαλύτερη κόρη μου, την Αντελάιν, χτενίζαμε την περιοχή και συνήθως τα βρίσκαμε λίγο πιο κάτω σ’ ένα πάρκο». Μέχρι σήμερα η Αντελάιν υπηρετεί στον ιεραποστολικό αγρό στην Ιαπωνία, όπως και τα δύο «σκανταλιάρικα» αγόρια με τις συζύγους τους.
Έγινε και πάλι δραστήριος ο πατέρας στη μαρτυρία της Βασιλείας; Ναι, και υπηρετούσε συχνά ως βοηθητικός σκαπανέας μέχρι το θάνατό του το 1972. Η χήρα σύζυγός του, η Άλις, συμμετέχει συχνά στην υπηρεσία βοηθητικού σκαπανέα στη Χονολουλού.
Αλλά ας γυρίσουμε πίσω, στον καιρό που οι Βουδιστές συγγενείς τους άρχισαν να τους εναντιώνονται, επειδή ο Χριστιανικός τρόπος ζωής της οικογένειας Νάκο είχε αλλάξει τόσο πολύ σε σύγκριση με τις παραδοσιακές συνήθειες που είχαν οι κάτοικοι της Οκινάβα, οι οποίοι λάτρευαν τους προγόνους. Οι συγγενείς δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί η οικογένεια Νάκο δεν έκαιγε λιβάνι στις κηδείες, πράγμα που φαινόταν ασήμαντο, και γιατί δεν συμμετείχε σε άλλες τελετές προς τιμήν των νεκρών. Οι συγγενείς ρωτούσαν: «Γιατί πιστεύετε σ’ αυτή τη θρησκεία;» και, πριν χτιστεί η Αίθουσα Βασιλείας στη Χονολουλού το 1935, περιγελούσαν την οικογένεια Νάκο, λέγοντάς τους: «Πού είναι η εκκλησία σας;» Εντούτοις, ο Τζέιμς Νάκο και η σύζυγός του έπαιξαν έναν πολύ σπουδαίο ρόλο βοηθώντας αρκετούς συγγενείς τους, που ανήκαν σε τρεις γενιές, να γνωρίσουν την αλήθεια.
«Φωτιά που Έκαιγε Μέσα στα Κόκαλά μου»
Ο Τζόζεφ Ντος Σάντος, πορτογαλικής καταγωγής, ανατράφηκε σ’ ένα Ρωμαιοκαθολικό σπίτι στη Χαβάη. Στην τρυφερή ηλικία των 12 ετών, είχε ήδη χάσει την πίστη του στην εκκλησία. Αφού παρακολούθησε το Κολέγιο Χειροπρακτικής του Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια το 1927, πήγε στο Ίνγκλεγουντ της Καλιφόρνιας. Επειδή ερευνούσε ειλικρινά για τη Βιβλική αλήθεια, δαπανούσε τον ελεύθερο χρόνο του ακούγοντας θρησκευτικά προγράμματα στο ραδιόφωνο και επισκεπτόμενος διάφορες εκκλησίες, αλλά τελικά ένιωθε κενός, καθόλου ικανοποιημένος.
Αυτό το συναίσθημα χάθηκε όταν, το 1929, η σπιτονοικοκυρά του τού δάνεισε ένα αντίτυπο του Χρυσού Αιώνα που αναφερόταν στην Καθολική Ιερά Εξέταση. Ο ίδιος είπε: «Όσα διάβασα σ’ αυτό το περιοδικό άρχισαν να αλλάζουν ολόκληρη την άποψή μου για τη ζωή. Άρχισα να γεμίζω το κενό που ένιωθα. Ένας τοπικός Σπουδαστής της Γραφής άκουσε για το ενδιαφέρον μου και μου προμήθευσε περισσότερα έντυπα. Σύντομα δεν είχα καμιά αμφιβολία ότι είχα βρει την αλήθεια».
Στη διάρκεια του ίδιου έτους, αυτός επέστρεψε στη Χαβάη για να ασκήσει τη χειροπρακτική και συνέχισε να καταβροχθίζει τις Γραφικές αλήθειες όπως τις εξηγούσαν οι εκδόσεις της Εταιρίας. «Όπως στην περίπτωση του Ιερεμία, η Βιβλική αλήθεια ήταν σαν φωτιά που έκαιγε μέσα στα κόκαλά μου», θυμόταν. «Και δεν μπορούσα να σωπάσω». (Ιερ. 20:9) Παρ’ όλο που ήταν μόνος χωρίς καμιά επαφή με τους άλλους τοπικούς Σπουδαστές της Γραφής, άρχισε με δική του πρωτοβουλία να επισκέπτεται τους γείτονές του στα σπίτια τους στην περιοχή Αϊέα στο Οάχου. Με ζήλο οργάνωσε έναν όμιλο μελέτης με μια χούφτα μετανάστες εργάτες από τις Φιλιππίνες, και το 1931 εκείνοι που παρακολουθούσαν τη μελέτη είχαν φτάσει τους 22. Επειδή δεν υπήρχαν έντυπα στη διάλεκτό τους, ο αδελφός Ντος Σάντος διάβαζε εδάφια από τη δική του αγγλική Γραφή και μετά έβαζε τους σπουδαστές να τα διαβάζουν από τις δικές τους φιλιππινέζικες Γραφές.
Αυτή η δραστήρια μαρτυρία δεν πέρασε απαρατήρητη από τον κλήρο. Σε λίγο ο Καθολικός ιερέας στην Αϊέα άρχισε να διαδίδει μια φήμη ότι ο αδελφός Ντος Σάντος ήταν πουπούλαϊ (που σημαίνει «τρελός» στα χαβανέζικα). Το αποτέλεσμα ήταν να γίνει γνωστός ο αδελφός ως Πουπούλαϊ Τζόε.
Μια μέρα, ενώ επισκεπτόταν ένα φίλο, εξεπλάγη βλέποντας το βιβλίο Προφητεία. Μέχρι τότε πίστευε ειλικρινά ότι ήταν ο μόνος στη Χαβάη που είχε βιβλία από τους Σπουδαστές της Γραφής. Ανυπόμονα ζήτησε να μάθει από το φίλο του πώς είχε αποκτήσει το βιβλίο. Τι έκπληξη και χαρά ήταν γι’ αυτόν να μάθει για τον Τζέιμς Γουότσον και για άλλους πέντε δραστήριους Σπουδαστές της Γραφής στα νησιά!
Πήρε μια Βαρυσήμαντη Απόφαση
«Ήρθε ο καιρός να πάρω μια απόφαση στη ζωή μου», ανέφερε ο αδελφός Ντος Σάντος. «Κατάλαβα ότι είχα να πάρω μια οριστική απόφαση, ή να ακολουθήσω το επάγγελμα της χειροπρακτικής, που θα μπορούσε να δώσει προσωρινή ανακούφιση σε σωματικά άρρωστους ανθρώπους ή να αφιερώσω τον εαυτό μου στο έργο μαθήτευσης που θα έφερνε στους ανθρώπους αιώνια οφέλη». Δείχνοντας εμπιστοσύνη στα λόγια του Ιησού σχετικά με τον καλό ζυγό της μαθήτευσης, ο αδελφός αυτός έθεσε το ζήτημα με προσευχή στον Ιεχωβά. (Ματθ. 11:29, 30) Δεν έβλεπε την ώρα να πει στον αδελφό Ντέιβιντ Σόλομον (τον επίσκοπο της αποθήκης εντύπων της Εταιρίας στη Χονολουλού) ότι είχε αποφασίσει να αφιερώσει τον εαυτό του στο έργο κηρύγματος και ότι ήθελε να κηρύξει στα άλλα νησιά της Χαβάης, αφήνοντας έτσι τη Χονολουλού να την καλύψουν οι άλλοι έξι Σπουδαστές της Γραφής. Παρ’ όλο που κανένας δεν είχε μεταδώσει τα καλά νέα έξω από το νησί Οάχου, ο αδελφός Σόλομον ήταν πεπεισμένος για την αποφασιστικότητα αυτού του νεαρού άντρα και γι’ αυτό του έφτιαξε ένα τροχόσπιτο για να το χρησιμοποιεί στο έργο βιβλιοπώλη. Έτσι, το 1929, ο Τζόζεφ Ντος Σάντος άρχισε την ολοχρόνια σταδιοδρομία του στο κήρυγμα. Ο ίδιος αργότερα παρατήρησε: «Κάλυψα όλη την αλυσίδα των Νησιών Χαβάη επί τρεισήμισι χρόνια με το φορτηγάκι μου, μάρκας Ντοντζ του 1927, φυτεύοντας τους σπόρους της αλήθειας, χωρίς να σκάσει ούτε ένα λάστιχο!»
Επειδή ο τομέας ήταν απέραντος και αυτός ήταν μόνος του, προσπάθησε να μεταδώσει το άγγελμα κυρίως μέσω της διάθεσης εντύπων. Περιγράφοντας το πώς γινόταν αυτό, ο ίδιος έγραψε: «Λόγω του ρυθμού με τον οποίο γινόταν το έργο της Βασιλείας τότε, οι Σπουδαστές της Γραφής χρησιμοποιούσαν μεγάλες τσάντες βιβλίων ή βαλίτσες για να μεταφέρουν τα πνευματικά πολεμοφόδια. Οι άνθρωποι ήταν καλοί και δεν σε προσέβαλλαν ούτε σου έκλειναν απότομα την πόρτα. Χαιρόσουν να κάνεις το έργο! Οι άνθρωποι χαίρονταν να σε βλέπουν και γρήγορα συνεισέφεραν ένα δολάριο για τέσσερα βιβλία, που ήταν η συνηθισμένη προσφορά. Ήμουν τότε νέος και δυνατός, και μπορούσα να περπατάω χιλιόμετρα ολόκληρα στα ορεινά μονοπάτια και να ανεβαίνω βουνά με δυο βαλίτσες γεμάτες έντυπα, και απολάμβανα πολλές θαυμάσιες εμπειρίες. Σε μερικά μέρη οι δρόμοι ήταν τόσο τραχείς και απότομοι που δεν μπορούσα ούτε να οδηγήσω το αυτοκίνητο ούτε να περπατήσω, ειδικά στην περιοχή της Κοχάλα, στο Μεγάλο Νησί. Μερικές φορές στην κυριολεξία σερνόμουν για να φτάσω στα σπίτια. Μάλιστα άφησα αρκετή ποσότητα πνευματικών εφοδίων στους λεπρούς, στον καταυλισμό που είχαν στο Μολοκάι».
Αυτός ο αδελφός τηρούσε ένα αυστηρό πρόγραμμα, κηρύττοντας επί έξι μέρες την εβδομάδα και με μέσο όρο 230 ώρες υπηρεσίας το μήνα. Στα τρεισήμισι χρόνια που δαπάνησε εργαζόμενος μόνος του σ’ όλη την αλυσίδα των Νησιών Χαβάη διέθεσε 46.000 έντυπα.
Όταν επέστρεψε στη Χονολουλού, το 1933, ο αδελφός Ντος Σάντος ενημέρωσε τον αδελφό Σόλομον ότι στη συνέχεια θα γύριζε όλο τον κόσμο με τα καλά νέα. Όμως, όπως ήρθαν τα πράγματα, ταξίδεψε μόνο μέχρι τις Φιλιππίνες όπου δαπάνησε σχεδόν 17 χρόνια. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, υπέμεινε σφοδρή εναντίωση, περιλαμβανομένων και τριών χρόνων απάνθρωπης φυλάκισης από τις ιαπωνικές δυνάμεις κατοχής στη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου.
Το 1949 ο αδελφός Ντος Σάντος επέστρεψε με την οικογένειά του στη Χαβάη, όπου αυτός και η σύζυγός του συνέχισαν την υπηρεσία σκαπανέα μέχρι που αυτός τελείωσε την επίγεια πορεία του το 1983, σε ηλικία 88 ετών. Η αποφασιστικότητά του και ο φλογερός ιεραποστολικός ζήλος του άσκησαν σημαντική επίδραση στο έργο της Βασιλείας στη Χαβάη και στις Φιλιππίνες.
Γραφείο Τμήματος και η Πρώτη «Αίθουσα Βασιλείας» στον Κόσμο
Ύστερα από υπηρεσία οχτώ και πλέον ετών στο Μπέθελ του Μπρούκλιν, ο Ντον και η Μέιμπελ Χάσλετ διορίστηκαν στη Χονολουλού την άνοιξη του 1934, για να βοηθήσουν εκείνους τους λίγους δραστήριους αδελφούς να επιτελέσουν το διορισμό κηρύγματος που είχαν. Αμέσως ιδρύθηκε ένα νέο γραφείο τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά. Ο αδελφός Χάσλετ διορίστηκε επίσκοπός του. Την επόμενη χρονιά, ο πρόεδρος της Εταιρίας, Ι. Φ. Ρόδερφορντ, επισκέφτηκε τα νησιά και ενέκρινε την αγορά ενός ακινήτου στη γωνία των οδών Πενσακόλα και Κινάου στη Χονολουλού, όπου θα γινόταν το νέο γραφείο τμήματος. Επίσης διεξήγε την Ανάμνηση σ’ ένα νοικιασμένο σπίτι στην οδό Γιανγκ, το οποίο χρησιμοποιούνταν για συναθροίσεις. Ήταν παρόντα συνολικά 25 άτομα.
Επειδή παρατήρησε ότι υπήρχαν μεγάλες δυνατότητες για αύξηση στα νησιά, ο αδελφός Ρόδερφορντ κανόνισε να κατασκευάσουν οι τοπικοί αδελφοί μια αίθουσα συναθροίσεων μαζί με το κτίριο του νέου τμήματος. Ο Τζέιμς Χάρουμπ τον πλησίασε και τον ρώτησε: «Πώς θα ονομάσεις αυτό το μέρος όταν τελειώσει;» Ο αδελφός Ρόδερφορντ απάντησε, «Δεν νομίζεις ότι πρέπει να το ονομάσουμε ‘Αίθουσα Βασιλείας’, εφόσον αυτό κάνουμε, δηλαδή το κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας;» Έτσι, το 1935, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το όνομα που θα χαρακτήριζε τους δεκάδες χιλιάδες τόπους συναθροίσεων των Μαρτύρων του Ιεχωβά παγκόσμια. Αυτός ο μικρός οίκος λατρείας στην οδό Πενσακόλα 1228, ο οποίος από τότε έχει επεκταθεί και ανακαινιστεί τρεις φορές, έχει την αξιοσημείωτη διάκριση να είναι ο πρώτος που ονομάστηκε Αίθουσα Βασιλείας.
«Η Υγεία μου Βελτιώθηκε»
Ήταν Ιανουάριος του 1933, όταν ο Τζέιμς και η Ντόρα Χάρουμπ πραγματοποίησαν τελικά το μακρόχρονο όνειρό τους, να αναλάβουν την υπηρεσία σκαπανέα. Στη διάρκεια του πρώτου χρόνου, παρέμειναν στη Χονολουλού περιμένοντας την κατασκευή ενός τροχόσπιτου, το οποίο θα γινόταν το σκαπανικό σπίτι τους. Μετά την ολοκλήρωσή του, πήγαν στο Μάουι καλύπτοντας το νησί σε έξι μήνες, διανέμοντας έντυπα και χρησιμοποιώντας το φωνόγραφο για να παίζουν δίσκους με Βιβλικές διαλέξεις στους ανθρώπους. Επόμενο νησί ήταν το Μεγάλο Νησί Χαβάη, όπου δαπάνησαν έναν ολόκληρο χρόνο καλύπτοντας τον τομέα, αλλά με ελάχιστη ανταπόκριση.
Το 1936 πήγαν στο νησί Καουαί και εγκαταστάθηκαν στην ανατολική πλευρά του νησιού κοντά στην Καπάα. Ο Τζέιμς αγάπησε τόσο πολύ τους ανθρώπους ώστε έγραψε στην Εταιρία, ζητώντας την άδεια να γίνει το Καουαί ο μόνιμος διορισμός του. Η άδεια δόθηκε.
Όταν ο Τζέιμς και η Ντόρα άρχισαν το σκαπανικό, δεν είχαν και τόσο καλή υγεία. Η Ντόρα θυμόταν: «Η υγεία μου βελτιώθηκε με το σκαπανικό και δεν ανησυχούσα γι’ αυτήν». Με τη βοήθεια του Ιεχωβά πέρασαν μια ολόκληρη ζωή με πλούσιες ευλογίες, απολαμβάνοντας την ολοχρόνια υπηρεσία. Το αυτοθυσιαστικό πνεύμα και η πλήρης πίστη αυτού του ζευγαριού κέρδισε το βαθύ σεβασμό και την αγάπη των ανθρώπων στο Καουαί, όπου πολλοί τους θυμούνται ακόμη με συμπάθεια. Μετά το θάνατο του Τζέιμς το 1954, η Ντόρα πούλησε το σπίτι τους και, έχοντας τη σωστή άποψη, χρησιμοποίησε τα χρήματα για τη χρηματοδότηση της κατασκευής της Αίθουσας Βασιλείας στην Καπάα του Καουαί. Ολοκλήρωσε την επίγεια υπηρεσία της ως τακτική σκαπάνισσα, τον Αύγουστο του 1984 σε ηλικία 94 ετών. Αυτή και ο σύζυγός της είχαν τη λαμπρή ελπίδα να λάβουν την ανταμοιβή τους στους ουρανούς.
Αυτοκίνητο με Μεγάφωνα Μεταδίδει το Άγγελμα
Εν τω μεταξύ, παλιότερα το 1935, μερικοί αδελφοί από την Αυστραλία βοήθησαν τους Χάσλετ να αγοράσουν ένα αυτοκίνητο Πλίμουθ, που το χρησιμοποιούσαν αφού πρώτα το εξόπλισαν με μεγάφωνο και με όλα τα απαραίτητα. Ένα δυνατό μεγάφωνο στο πάνω μέρος του αυτοκινήτου μετέδιδε δημόσιες ομιλίες στην αγγλική, στην ιαπωνική, στην ιλόκο ή στην ταγκαλόγκ, καθώς το αυτοκίνητο περνούσε μέσα από τους δρόμους. Στη διάρκεια εκείνου του έτους, πάνω από 17.000 άτομα άκουσαν το όνομα του Ιεχωβά με τη βοήθεια αυτού του μέσου. Στο τέλος κάθε διάλεξης, γίνονταν επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι στη γειτονιά και το άγγελμα διανεμόταν σε έντυπη μορφή.
Αυτή η μέθοδος κηρύγματος ήρθε ακριβώς στον κατάλληλο καιρό, τότε που οι εναντιούμενοι ξεσηκώθηκαν από την επίσκεψη του αδελφού Ρόδερφορντ στη Χονολουλού το 1935 και εξανάγκασαν τον τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό να σταματήσει τις εκπομπές με τις διαλέξεις του αδελφού Ρόδερφορντ. Ωστόσο, φαίνεται ότι περισσότεροι άνθρωποι άκουσαν το άγγελμα μέσω του αυτοκινήτου με τα μεγάφωνα, απ’ ό,τι στο παρελθόν μέσω του ραδιοφώνου.
Ένας Σκαπανέας Μετακομίζει στη Χαβάη
Ο Έντι Μεντάλιο πήγε στη Χονολουλού το 1936 για να ενισχύσει τη μικρή ομάδα των ευαγγελιζομένων. Μετά το βάφτισμά του το 1932 στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας, έγραψε στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στο Μπρούκλιν ότι επιθυμούσε να πάει, με δικά του έξοδα, στις Φιλιππίνες για να κηρύξει ολοχρόνια στους συμπατριώτες του στη Μανίλα. Ωστόσο, η Εταιρία, αντί γι’ αυτό, του πρότεινε να πάει στη Χαβάη και να κάνει σκαπανικό με τους Χάσλετ, με σκοπό να πλησιάσουν τους πολλούς Φιλιππινέζους που υπήρχαν εκεί.
Ο Έντι ήταν βετεράνος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και χρησιμοποίησε το ναυτικό του επίδομα για να πληρώσει το εισιτήριό του για τη Χονολουλού. Ο Ντον και η Μέιμπελ ήταν πολύ συγκινημένοι που έλαβαν βοήθεια! Καλωσόρισαν εγκάρδια τον Έντι και τον έβαλαν να μένει στο γραφείο τμήματος. Αργότερα, αυτός παντρεύτηκε την Γιουλάλι και έφυγαν για το διορισμό τους στο Χίλο, όπου ο Έντι διορίστηκε επίσκοπος στη μικρή εκείνη εκκλησία. Ως σκαπανείς, οι Μεντάλιο κάλυψαν πολλές απόμερες πόλεις και παροικίες ξένων εργατών σε φυτείες ζάχαρης, που ήταν γνωστές ως στρατόπεδα.
Το σλόγκαν που είχε ο Έντι ως σκαπανέας ήταν: ‘Να εμπιστεύεσαι στον Ιεχωβά με όλη σου την καρδιά’. (Παρ. 3:5, ΜΝΚ) Επαναλάμβανε αυτά τα λόγια στον εαυτό του και στους άλλους συνέχεια, κάθε μέρα, και τα περιλάμβανε ασταμάτητα στις νουθεσίες του προς τους νέους που ήθελαν τη συμβουλή του. Από την πορεία της ζωής του, μπορεί να φανεί ότι πραγματικά έζησε σύμφωνα μ’ αυτά τα θεόπνευστα λόγια. Είχε αμείωτο ζήλο, ήταν γεμάτος όρεξη για τη ζωή και για τη λατρεία στον Ιεχωβά. Ο Έντι έχαιρε επίσης εκτίμησης για το καλό χιούμορ και για το θετικό πνεύμα που είχε, άσχετα με τα προσωπικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Το συχνό και μεταδοτικό του γέλιο, που έμοιαζε με κακάρισμα, ήταν σήμα κατατεθέν. Πολλοί νεαροί εκτιμούσαν το βαθύ και ειλικρινές ενδιαφέρον του και με αγάπη τον φώναζαν παππού.
Ο αδελφός Μεντάλιο υπηρετούσε ως τακτικός σκαπανέας μέχρις ότου πέθανε από πνευμονία και άλλες επιπλοκές, στις 3 Ιανουαρίου 1990. Ήταν 93 ετών και είχε συμπληρώσει 58 χρόνια ολόψυχης υπηρεσίας στον Ιεχωβά. Μέχρι τέλους είχε διαύγεια σκέψης και ήταν σταθερός στην αφιέρωσή του στον Ιεχωβά. Στην τελευταία έκθεση υπηρεσίας αγρού που υπέβαλε, μόλις δυο μέρες πριν από το θάνατό του, έγραψε: «Το πνεύμα μου είναι πρόθυμο, αλλά η σάρκα μου ασθενής. Προσεύχομαι για βοήθεια από τον Ιεχωβά».
Οι αδελφοί στη Χαβάη έχουν στ’ αλήθεια ευλογηθεί από τη συναναστροφή τους με τέτοιους χρισμένους αδελφούς του Χριστού, πολλοί από τους οποίους δαπάνησαν όλη τους τη ζωτικότητα χρησιμοποιούμενοι από τον Ιεχωβά ως σκαπανείς στο έργο της Βασιλείας. Ύστερα από μια ζωή με τέτοια υπηρεσία, μπορεί στ’ αλήθεια να ειπωθεί γι’ αυτούς: «Μακάριοι οι νεκροί, οίτινες αποθνήσκουσιν εν Κυρίω από του νυν. Ναι, λέγει το πνεύμα, δια να αναπαυθώσιν από των κόπων αυτών, και τα έργα αυτών ακολουθούσι με αυτούς».—Αποκ. 14:13.
Η Γέννηση Δεύτερης Εκκλησίας
Είναι αξιοσημείωτο ότι το 1939 ο αριθμός των ευαγγελιζομένων αυξήθηκε και έγινε 30, σε σύγκριση με τους 18 του περασμένου έτους. Έτσι σχηματίστηκε δεύτερη εκκλησία στο Χίλο.
Το έργο μαρτυρίας εντάθηκε, με πορείες πληροφόρησης από ευαγγελιζομένους που φορούσαν πλακάτ μπρος και πίσω και διαφήμιζαν ηχογραφημένες διαλέξεις στο Χίλο και στη Χονολουλού. Το πρόγραμμα πνευματικής διατροφής που απολάμβανε ο λαός του Ιεχωβά περιλάμβανε ακόμα την ακρόαση μέσω βραχέων κυμάτων, των ομιλιών του αδελφού Ρόδερφορντ στην Αίθουσα Βασιλείας στη Χονολουλού και στα άλλα νησιά, πράγμα που γινόταν από το ραδιόφωνο στα βραχέα κύματα. Μια και στα νησιά υπήρχαν τόσο λίγοι άνθρωποι που είχαν πάρει τη θέση τους υπέρ του Ιεχωβά, ήταν πολύ ενθαρρυντικό να ακούν το άγγελμα της αλήθειας να διαδίδεται σε τόσο μεγάλη κλίμακα.
Επίθεση στο Περλ Χάρμπορ
«Είχαμε γεμίσει ένα στέισον βάγκον, και πηγαίναμε να δώσουμε μαρτυρία στην πόλη Περλ, λίγο πιο έξω από το Περλ Χάρμπορ», είπε η Μέιμπελ Χάσλετ αναφερόμενη στα γεγονότα της 7ης Δεκεμβρίου 1941. «Η αστυνομία και τα μεγάλα σύννεφα καπνού μάς ανάγκασαν να γυρίσουμε πίσω στο δρόμο του Περλ Χάρμπορ. Πόλεμος!» Οι ιαπωνικές ένοπλες δυνάμεις είχαν εξαπολύσει την τρομακτική εναέρια επίθεσή τους κατά του Περλ Χάρμπορ, καταστρέφοντας τον αμερικανικό στόλο που στάθμευε εκεί. Η Μέιμπελ συνέχισε: «Λίγες μέρες μετά την 7η Δεκεμβρίου ακούσαμε χτυπήματα στην πόρτα. Τέσσερις άντρες οπλισμένοι με πιστόλια πήραν τον Ντον στο στρατιωτικό αρχηγείο για ανάκριση. Είχε τεθεί σε ισχύ στρατιωτικός νόμος. Ο ένας μετά τον άλλον οι αξιωματικοί τον ρωτούσαν, και ο Ντον απαντούσε από τη Γραφή. Ένας απ’ αυτούς είπε θυμωμένα: ‘Μην μπλέκεις τη Γραφή μ’ αυτή την υπόθεση!’ Αλλά ο Ντον απάντησε: ‘Δεν μπορώ—αυτή είναι η υπεράσπισή μου’. Τελικά ο υπεύθυνος σηκώθηκε όρθιος, προφανώς ικανοποιημένος, και αρκετή ώρα μετά τη συσκότιση έφεραν τον Ντον στο σπίτι. . . . Παρότι είχαμε σποραδικές ενοχλήσεις, το έργο προόδευε».
Με το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μπήκε δελτίο στα καύσιμα, γίνονταν βραδινές συσκοτίσεις, επιβλήθηκε απαγόρευση της κυκλοφορίας και υπήρχαν δυσκολίες στην αποστολή εντύπων. Παρ’ όλα αυτά τα προβλήματα, η μικρή ομάδα των ευαγγελιζομένων και των σκαπανέων που ήταν διασκορπισμένοι σ’ όλα τα νησιά ενέμεναν στο έργο κηρύγματος. Συγκεκριμένα, το ζευγάρι των σκαπανέων Τζέιμς και Ντόρα Χάρουμπ έγραψε στο γραφείο τμήματος το 1942: «Πριν από το Περλ Χάρμπορ πολλοί έπαιρναν τα έντυπα, αλλά η πλειονότητα αρνούνταν να πιστέψει ότι θα δημιουργούνταν σοβαρά προβλήματα στη Χαβάη. Όλα αυτά έχουν αλλάξει τώρα, και συχνά ρωτάνε για το άμεσο μέλλον, κτλ. Όταν τους τονίζεται ότι οι εκδόσεις της ΣΚΟΠΙΑΣ θα απαντήσουν σ’ όλες τις ερωτήσεις τους, τις παίρνουν με χαρά».
Στο Μολοκάι με Φορτίο 20 Κιλών
Ο Χάρολντ Γκέιλ, αμέσως αφού γνώρισε την αλήθεια στη Χονολουλού και μετά το βομβαρδισμό του Περλ Χάρμπορ, έλαβε τον πρώτο του διορισμό ως σκαπανέας. Ο ίδιος αναφέρει: «Ο διορισμός μου ήταν το νησί Μολοκάι, στο οποίο δεν είχα πάει ποτέ πριν. Ολομόναχος με μια μόνο βαλίτσα, δεν ήξερα ούτε πού να περάσω την πρώτη νύχτα. Αλλά με τη βοήθεια του Ιεχωβά, μπόρεσα και έμεινα στο σπίτι ενός από τους πιο εξέχοντες Χαβανέζους του νησιού. Ο ίδιος κανόνισε αργότερα να νοικιάσω ένα μεγάλο σπίτι που βρισκόταν σε κάποιο κτήμα έκτασης 4 περίπου στρεμμάτων με 16 κοκκοφοίνικες, αντί 7 μόνο δολαρίων [περ. 1.050 δρχ.] το μήνα. Ήταν ακριβώς δίπλα στην παραλία, περίπου 8 χιλιόμετρα νότια του λιμανιού Καουνακακάι».
Επειδή δεν είχε μεταφορικό μέσο, ο Γκέιλ περπατούσε 30 χιλιόμετρα την ημέρα, φορτωμένος με πράγματα βάρους 20 κιλών, που περιλάμβαναν μια βαλίτσα με βιβλία, βιβλιάρια και περιοδικά σε έξι γλώσσες, και ένα φωνόγραφο με 11 δίσκους, κι αυτούς σε έξι γλώσσες. Πολλές φορές οι Φιλιππινέζοι ζητούσαν να αγοράσουν τους δίσκους, ακόμα και το φωνόγραφο. Αργότερα, ένας αδελφός από το Οάχου έστειλε ένα ποδήλατο στον Γκέιλ, κι έτσι αυτός μπορούσε να καλύπτει 60 χιλιόμετρα την ημέρα. Ο Νόρμαν Τσοκ, ένας Κινέζος αδελφός, ήρθε για να κάνει σκαπανικό μαζί του και έφερε το αυτοκίνητό του, μάρκας Γουίλις. Αν και πήραν άδεια μόνο για 38 λίτρα βενζίνης το μήνα λόγω των περιοριστικών μέτρων στη διάρκεια του πολέμου, κάλυψαν το νησί σπιθαμή προς σπιθαμή, λες και ανήκαν σε περιοδεύοντα θίασο. Μέσα σε τρεις μήνες, διεξήγαν 18 Γραφικές μελέτες.
Στη βόρεια πλευρά του νησιού υπάρχει η Καλαουπάπα, μια απομονωμένη αποικία λεπρών στην οποία μπορεί να φτάσει κάποιος μόνο με πλοίο ή αεροπλάνο ή κατεβαίνοντας έναν γκρεμό βάθους 600 μέτρων. Ο αδελφός Γκέιλ θυμάται: «Μεταφέροντας δυο βαλίτσες με βιβλία ακολούθησα ένα απόκρημνο μονοπάτι και διέθεσα 65 αντίτυπα του βιβλίου Τέκνα στον κ. Άντερσον που ήταν υπεύθυνος, και ο οποίος μου υποσχέθηκε ότι θα τα έδινε στους λεπρούς με τους οποίους εγώ δεν μπορούσα να έρθω σε προσωπική επαφή».
Στο Μεγάλο Νησί Χαβάη
Μεταξύ αυτών που γνώρισαν την αλήθεια στα ταραχώδη χρόνια του πολέμου ήταν ο Σίνισι και η Μασάκο Τοχάρα. Ο αδελφός Τοχάρα πήρε για πρώτη φορά έντυπα το 1935, και παρακολουθούσε τους Μάρτυρες που περπατούσαν στους δρόμους του Χίλο φορώντας πλακάτ μπρος και πίσω το 1938. Ο Ραλφ Γκάρουτ άρχισε αργότερα να μελετάει μαζί του και, ένα μόλις μήνα από τότε που άρχισε η μελέτη, ο Σίνισι άρχισε να δίνει μαρτυρία στους φίλους του στη διάρκεια του φαγητού στην εργασία του, δηλαδή στο οινοποιείο που παρασκεύαζε σακέ (κρασί από ρύζι) στο Χίλο.
Αναπολώντας την πρώτη φορά που έδωσε μαρτυρία από σπίτι σε σπίτι, λέει: «Ένα πρωινό του Μαρτίου του 1942 ετοίμασα μια τσάντα βιβλίων, γεμίζοντάς την μέχρι πάνω με έντυπα. Κανόνισα να βγω για μαρτυρία με το γιο μου, τον Λόι. Πήγα στο πρώτο σπίτι και χτύπησα την πόρτα, αλλά η καρδιά μου χτυπούσε πιο δυνατά. Δεν θυμάμαι πώς κατάφερα να ολοκληρώσω αυτή την πρώτη επίσκεψη. Αλλά δεν είχα το κουράγιο να συνεχίσω στην επόμενη πόρτα, κι έτσι επέστρεψα σπίτι». Όταν έλαβε βοήθεια από πιο έμπειρους Μάρτυρες, σύντομα, οι δισταγμοί του εξαφανίστηκαν. Στη διάρκεια του επόμενου μήνα, πήρε μια βδομάδα άδεια από τη δουλειά του για να κάνει έργο μαζί με τους σκαπανείς που υπηρετούσαν στη μακρινή Βαϊμέα και στην Κοχάλα. Πέρασε θαυμάσια! Στις 19 Απριλίου 1942 αυτός και η σύζυγός του βαφτίστηκαν στα ήρεμα νερά του Ειρηνικού, στο Χίλο Μπέι.
Με αφορμή την παραβολή του Ιησού σχετικά με τον πλανόδιο έμπορο, ο οποίος πούλησε αμέσως τα πράγματα που είχε για να αποκτήσει το πολύτιμο μαργαριτάρι, οι Τοχάρα μόλις ένα μήνα μετά το βάφτισμά τους πούλησαν ό,τι είχαν στο σπίτι τους και άρχισαν να φτιάχνουν ένα τροχόσπιτο. Τον Ιούνιο έλαβαν τον πρώτο τους σκαπανικό διορισμό στην Παχάλα, μια αγροτική περιοχή στο ηφαιστειογενές κομμάτι του Μεγάλου Νησιού Χαβάη. Αφού εργάστηκαν σ’ αυτή την απομονωμένη περιοχή, κατόπιν μεταφέρθηκαν στην περιφέρεια της Κόνα, όπου χρειάστηκε να περπατήσουν σε πολλά ορεινά μονοπάτια για να δώσουν μαρτυρία στους ταπεινούς καφεπαραγωγούς.
«Ο Καίσαρας Λέει ότι Δεν Μπορούμε να Χτίσουμε»
Η Αίθουσα Βασιλείας στη Χονολουλού άρχισε να γεμίζει ασφυκτικά από τους πολλούς παρευρισκομένους. Εφόσον ήταν ολοφάνερο ότι απαιτούνταν μεγαλύτερος χώρος συναθροίσεων, φάνηκε λογικό να γίνει μια επέκταση σ’ αυτό το κτίριο, το πρώτο στον κόσμο που ονομάστηκε «Αίθουσα Βασιλείας». Αλλά το 1943 τα οικοδομικά υλικά ήταν δυσεύρετα και η Χαβάη ήταν υπό στρατιωτικό νόμο. Γι’ αυτόν το λόγο η στρατιωτική κυβέρνηση είπε όχι στην επέκταση.
Η Μέιμπελ Χάσλετ θυμάται: «Όταν επέστρεψα στο σπίτι μια μέρα, ο Ντον καθόταν σοβαρός μ’ ένα γράμμα στο χέρι του. Ήταν μια εξουσιοδότηση από τον αδελφό Νορ, το νέο πρόεδρο της Εταιρίας, να χτιστεί καινούρια Αίθουσα Βασιλείας στο οικόπεδο πίσω από το τμήμα. Ο Ντον είπε: ‘Ο Καίσαρας λέει ότι δεν μπορούμε να χτίσουμε. Η οργάνωση του Ιεχωβά λέει, «Χτίστε». Φυσικά και θα χτίσουμε’».
Ενδυναμωμένοι από το πνεύμα του Ιεχωβά, οι αδελφοί ξεπέρασαν τα εμπόδια, δουλεύοντας μέρα και νύχτα, φέρνοντας άμμο από την ακτή και πέτρες από τα βουνά. Αγόρασαν παλιές μεταλλικές ράγες σε πολύ χαμηλή τιμή από τη Σιδηροδρομική Εταιρία του Οάχου, και χρησιμοποίησαν άχρηστη ξυλεία από το σκουπιδότοπο για να φτιάξουν τα καλούπια για το τσιμέντο.
Ακόμα και οι αδελφές δούλεψαν ακούραστα, βγάζοντας τη σκουριά από τις ράγες και βάφοντάς τες. Ένας φίλος του Χάρι Λου δάνεισε μια μηχανή συγκόλλησης που δούλευε με βενζίνη και, παρά τα μέτρα περιορισμού στην κατανάλωση βενζίνης, υπήρχαν πάντα αρκετά καύσιμα για να συγκολληθούν οι μεταλλικές ράγες στα στηρίγματα.
Ένας από τους εθελοντές, ο Χάρολντ Γκέιλ, θυμάται: «Ρωτήσαμε έναν εργολάβο να μας πει πόσο θα κόστιζε αν αναλάμβανε την κατασκευή του οικοδομικού έργου και πόσος χρόνος θα χρειαζόταν για την κατασκευή. Αυτός είπε ότι θα κόστιζε περίπου 17.000 δολάρια [περ. 2,5 εκατ. δρχ.] και θα έπαιρνε ενάμιση χρόνο για να χτιστεί. Αφού ολοκληρώθηκε το χτίσιμο, υπολογίσαμε τη δαπάνη σε 700 δολάρια [περ. 105.000 δρχ.], περιλαμβανομένων και των γευμάτων για 65 αδελφούς, ενώ οι αδελφοί χρειάστηκαν τρεις μήνες για να τελειώσουν».
Φτάνουν οι Πρώτοι Ιεραπόστολοι
Όταν τέλειωσε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, η αδελφότητα βρισκόταν σε πνευματικά ευημερούσα κατάσταση. Το 1946 επιτεύχθηκε ένα ανώτατο όριο 129 ευαγγελιζομένων, υπερδιπλάσιων απ’ ό,τι τον καιρό της επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ, πριν από πέντε χρόνια. Στη διάρκεια του έτους βαφτίστηκαν 38 καινούρια άτομα.
Πολύ αποφασιστική γι’ αυτή τη μεταπολεμική περίοδο ήταν η επίσκεψη του Νάθαν Νορ και του Μίλτον Χένσελ από τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στη Νέα Υόρκη. Στη διάρκεια αυτής της επίσκεψης προτάθηκε να σταλούν στη Χαβάη ιεραπόστολοι εκπαιδευμένοι από τη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς, για να επιταχύνουν το έργο.
Κατά την άφιξή τους στις 27 Σεπτεμβρίου 1947, η Μάρθα Ες και η Ρουθ Ούλριχ, απόφοιτοι της έβδομης τάξης της Γαλαάδ, δέχτηκαν το παραδοσιακό χαβανέζικο καλωσόρισμα στην προβλήτα, με τη Βασιλική Ορχήστρα της Χαβάης να παίζει ρυθμική χαβανέζικη μουσική και με τα κορίτσια να λικνίζονται χορεύοντας χούλα. Οι αδελφοί και οι αδελφές ήταν τόσο ενθουσιασμένοι από τον ερχομό των ιεραποστόλων που τις φόρτωσαν στην κυριολεξία με στεφάνια από λουλούδια.
Το ειλικρινές και ευσυνείδητο έργο των δυο αυτών ιεραποστόλων επρόκειτο να αποτελέσει ευπρόσδεκτη γλυκιά ευωδιά για τους Χαβανέζους, σε αντίθεση με τους ιεραποστόλους του Χριστιανικού κόσμου οι οποίοι είχαν αφήσει μια στυφή γεύση. Η Μάρθα θυμάται που άκουσε έναν ντόπιο κωμικό να λέει με πικρία: «Οι πρώτοι ιεραπόστολοι έρχονταν στα νησιά, σου έδιναν μια Αγία Γραφή και σου έλεγαν να κοιτάξεις τον μεγάλο Θεό στον ουρανό και, ενώ εσύ κοίταζες ψηλά, αυτοί σου έπαιρναν τη γη».
Τον καιρό της άφιξης των δυο αποφοίτων της Γαλαάδ, οι 129 ευαγγελιζόμενοι στη Χαβάη υπηρετούσαν συνταυτισμένοι με τρεις εκκλησίες στο Οάχου (στη Χονολουλού, στο Μαΐλι και στην Κόνα), καθώς και με μικρότερους ομίλους στο Καουαί, στο Μάουι και στο Μολοκάι.
Επί δέκα χρόνια και έξι μήνες, οι δυο αδελφές ιεραπόστολοι εργάστηκαν με επιμέλεια στη Χαβάη, βοηθώντας πολλούς να ακολουθήσουν το δρόμο της ζωής. Αυτό που διήγειρε το σκαπανικό πνεύμα σε πολλούς νεαρούς ήταν το έξοχο παράδειγμα και ο ενθουσιασμός των ιεραποστόλων για τη διακονία. Το 1957 η Μάρθα και η Ρουθ διορίστηκαν στην Ιαπωνία όπου συνεχίζουν και οι δυο μαζί ως ιεραπόστολοι μέχρι σήμερα.
Όταν μια κρίσιμη κατάσταση παρουσιάστηκε στην Ιαπωνία, ο αδελφός Νορ ρώτησε μέσω μιας επιστολής το 1947: «Ποιοι από τους Χαβανέζους αδελφούς θα ήταν πρόθυμοι να πάνε στην Ιαπωνία;» Ο Τζέρι και η Γιόσι Τόμα, ο Σίνισι και η Μασάκο Τοχάρα, και ο Έλσι Τανιγκάουα, χαβανέζικης και ιαπωνικής καταγωγής, προθυμοποιήθηκαν. Γράφοντας στον αδελφό Νορ, ο Ντον ρώτησε: «Γιατί όχι και οι Χάσλετ;» Έτσι περιλήφθηκαν και αυτοί. Αργότερα, οι εφτά έγιναν εννιά, καθώς οι δυο νεαρές κόρες των Τοχάρα, οι οποίες τους συνόδεψαν στη Σχολή Γαλαάδ και αργότερα στην Ιαπωνία, έγιναν ιεραπόστολοι όταν ενηλικιώθηκαν. Όλοι αυτοί παραμένουν ακόμα στους διορισμούς τους στην Ιαπωνία, εκτός από τους Χάσλετ, οι οποίοι έχουν τελειώσει την επίγεια πορεία τους ως χρισμένοι Χριστιανοί.
Αληθινό Σκαπανικό Πνεύμα
Εφόσον στο Οάχου το έργο είχε οργανωθεί καλά, η προσοχή μπορούσε τώρα να στραφεί στην κάλυψη ανεπεξέργαστων περιοχών στα γειτονικά νησιά. Είχε έρθει πλέον ο καιρός να πάνε πρόθυμοι, ζηλωτές αδελφοί να κάνουν σκαπανικό σ’ αυτές τις απομονωμένες περιοχές μεταδίδοντας τα καλά νέα. Ωστόσο, το να είναι κάποιος σκαπανέας στη δεκαετία του 1950 συχνά σήμαινε ότι θα αντιμετώπιζε μερικές πολύ δύσκολες καταστάσεις.
Ο Τζον Ικεχάρα μετακόμισε στην Κόνα, στο Μεγάλο Νησί Χαβάη, την 1η Απριλίου 1955, για να βοηθήσει το μικρό όμιλο που υπήρχε εκεί. Επειδή δεν μπόρεσε να βρει εργασία με μειωμένο ωράριο, συντηρούνταν κυρίως με φρούτα και λαχανικά από τον κήπο της Αίθουσας Βασιλείας. Περιγράφοντας τη μελέτη που έκανε μ’ έναν Φιλιππινέζο ο οποίος ζούσε σε μια φυτεία καφέ, θυμάται: «Τα μάτια μου πονούσαν από τον καπνό της λάμπας πετρελαίου. Έδινε τις απαντήσεις του στα αγγλικά και διάβαζε τις παραγράφους στη γλώσσα ιλόκο». Ο Τζον είχε πολλούς λόγους για να περιμένει με λαχτάρα αυτή τη Γραφική μελέτη. Ο ίδιος εξήγησε: «Πριν κάνουμε τη μελέτη κάθε εβδομάδα, ο σπουδαστής μου επέμενε να φάμε πρώτα». Αυτό το εκτίμησε πολύ ο Τζον, γιατί του παρείχε πρωτεΐνες για να συμπληρώνει το διαιτολόγιό του που αποτελούνταν μόνο από φυτικά προϊόντα.
Εμπειρίες σαν κι αυτή στην Κόνα τού έδωσαν έξοχη εκπαίδευση για τον επόμενο ιεραποστολικό του διορισμό στην Ιαπωνία, όπου υπηρέτησε μέχρι το θάνατό του. Χωρίς κανένα παράπονο, ο Τζον έγραψε κάποτε: «Ευχαριστώ τον Ιεχωβά για τις πολλές ευλογίες που έδωσε σ’ εμένα και σε χιλιάδες άλλους. Είμαι πολύ ευγνώμων στην Εταιρία που ήταν τόσο υποβοηθητική και υπομονετική μαζί μου».
Το φθινόπωρο του 1954, ο Κιθ Στέμπινς, ο τότε επίσκοπος τμήματος, πλησίασε τον Ναθάνιελ Μίλερ, έναν ιεραπόστολο από την Ιαπωνία ο οποίος βρισκόταν στη Χαβάη λόγω της υγείας της συζύγου του, και τον ρώτησε αν θα δεχόταν να υπηρετήσει ως ειδικός σκαπανέας στην Κεκάχα, στο Καουαί.
Αν και δεν είχαν δικό τους αυτοκίνητο, πράγμα που ήταν απαραίτητο γι’ αυτόν τον αγροτικό τομέα, ο Νατ Μίλερ και η σύζυγός του, η Αλίν, συμφώνησαν να αναχωρήσουν αμέσως. Εφόσον η υγεία της Αλίν δεν της επέτρεπε να δαπανά τις απαιτούμενες ώρες για τους ειδικούς σκαπανείς, χρειάστηκε και οι δυο τους να συντηρούνται με το επίδομα ειδικού σκαπανέα που έπαιρνε ο Νατ, δηλαδή 30 δολάρια (περ. 4.500 δρχ.) το μήνα.
Το πρόβλημα του μεταφορικού μέσου λύθηκε όταν ο Χάρι Λου έδωσε στους Μίλερ ένα αυτοκίνητο Ντοντζ του 1933. Τα ρουλεμάν έτριζαν και, γι’ αυτό, το αυτοκίνητο δεν μπορούσε να ξεπεράσει τα 40 περίπου χιλιόμετρα την ώρα, αλλά ποτέ δεν τους άφησε στο δρόμο. Μερικές φορές, ωστόσο, χρειάζονταν περίπου 30 λεπτά για να βάλουν μπρος τη μηχανή.
Επειδή ήταν περιορισμένο το ποσό που μπορούσαν να διαθέσουν για να αγοράσουν βενζίνη, συγκέντρωναν τη δράση τους κυρίως γύρω από την Αίθουσα Βασιλείας στις πόλεις Κεκάχα και Βαϊμέα. Ένα χρόνο αργότερα, όταν η Αλίν ξεκίνησε το ειδικό σκαπανικό, άρχισαν να κηρύττουν στη Χαναπέπε, στο Πορτ Άλεν και στην Κολόα. Έπαιρναν μαζί τους φαγητό για το μεσημέρι και για το βράδυ, και έδιναν μαρτυρία όλη την ημέρα και διεξήγαν μελέτες στην Κολόα μέχρι τις 10:00 μ.μ. Σύντομα, η εκκλησία στην Κεκάχα διπλασιάστηκε και μια νέα εκκλησία σχηματίστηκε στην κοντινή πόλη Κολόα.
Φιλοξενούνται Εκατοντάδες Αντιπρόσωποι
Οι αδελφοί στη Χαβάη ενθουσιάστηκαν όταν πληροφορήθηκαν ότι θα φιλοξενούσαν εκατοντάδες αντιπροσώπους, οι οποίοι, σύμφωνα με τη διευθέτηση της Εταιρίας, θα ταξίδευαν σ’ όλο τον κόσμο για τις Συνελεύσεις «Αιώνιον Ευαγγέλιον» το 1963. Το πρόγραμμα διευθετήθηκε να διεξαχθεί στο Γουακίκι Σελ, ένα αμφιθέατρο δίπλα στις ξακουστές παραλίες Γουακίκι Μπιτς.
Η θερμή συναναστροφή με τόσο πολλούς επισκέπτες αδελφούς ήταν απολαυστική. Πάνω από 6.000 άτομα ήταν παρόντα για να ακούσουν την κύρια ομιλία του αδελφού Νορ, η οποία μεταδόθηκε ζωντανή τηλεοπτικά σ’ όλη την αλυσίδα των νησιών. Οι άνθρωποι ήταν αδύνατο να μην προσέξουν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι στ’ αλήθεια ένας διεθνής λαός. Ήταν πολύ απολαυστικό για τους αντιπροσώπους να διεξαγάγουν τη συνέλευση στο ρομαντικό Σελ, που βρίσκεται στις παρυφές του φημισμένου Ντάιαμοντ Χεντ, όπου οι απαλοί άνεμοι δρόσιζαν το ακροατήριο.
Νέος Επίσκοπος Τμήματος
Μετά το τέλος ενός εκπαιδευτικού προγράμματος στη Σχολή Γαλαάδ, το οποίο ήταν ειδικά σχεδιασμένο για τους επισκόπους τμημάτων, ο Κιθ Στέμπινς διορίστηκε με τη σύζυγό του στη Δομινικανή Δημοκρατία το 1964. Στη διάρκεια των 11 ετών που υπηρέτησε στη Χαβάη, είχε δει πώς ο Ιεχωβά ευλόγησε το έργο με αξιοσημείωτη αύξηση. Ο αριθμός των ευαγγελιζομένων είχε υπερδιπλασιαστεί, από 770 σε 2.064. Οι εκκλησίες είχαν τριπλασιαστεί, από 12 σε 37. Η θαυμάσια ικανότητα που είχε ο αδελφός Στέμπινς να οργανώνει σταθεροποίησε την τοπική οργάνωση και έθεσε το θεμέλιο για περαιτέρω αυξήσεις στο μέλλον.
Στη συνέλευση περιφερείας «Καρποφορία του Πνεύματος» που έγινε στο Χίλο το 1964, ο αδελφός Νορ ανακοίνωσε το διορισμό του Ρόμπερτ Κ. Καβασάκι, ως επισκόπου τμήματος. Ο αδελφός Καβασάκι, που είχε γεννηθεί και είχε μεγαλώσει στη Χαβάη, υπηρετούσε μέχρι τότε ως επίσκοπος περιφερείας, μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή Γαλαάδ το 1961.
Κάτι Δεν Πάει Καλά
Στη διάρκεια του 1965, οι αδελφοί στο γραφείο τμήματος παραξενεύτηκαν και ανησύχησαν όταν οι εκθέσεις υπηρεσίας αγρού για τους τρεις πρώτους μήνες του υπηρεσιακού έτους αποκάλυψαν διαδοχική μείωση στον αριθμό των ευαγγελιζομένων που έδιναν έκθεση έργου. Αυτό ήταν ιδιαίτερα ασυνήθιστο επειδή η Χαβάη είχε πάντα σταθερή αύξηση.
Κατόπιν οδηγίας του αδελφού Νορ, διεξάχθηκε μια ειδική συνάθροιση με επιλεγμένους επισκόπους περιοχής και περιφερείας. Ύστερα από εννιά ώρες συζήτησης που ήταν έντονη και συνοδεύτηκε από προσευχή, φάνηκαν καθαρά δυο αιτίες για τη μείωση—ο υλισμός και η πνευματική εξασθένηση.
Εκείνον τον καιρό, η οικονομία της Χαβάης άνθιζε από τον τουρισμό. Οι οικοδομικές επιχειρήσεις είχαν πρωτοφανή επιτυχία. Ως αποτέλεσμα αυξήθηκε το κόστος ζωής. Μερικοί αδελφοί παρασύρθηκαν και έπιασαν δυο δουλειές. Μερικές σύζυγοι άρχισαν να δουλεύουν με πλήρες ωράριο σε κοσμικές εργασίες, και πολλοί νεαροί διάλεγαν την κοσμική εργασία παρά το σκαπανικό. Ακόμα και μερικοί αδελφοί με ευθύνες στην εκκλησία ασχολούνταν υπερβολικά με υλιστικές επιδιώξεις.
Ωστόσο, ακόμα πιο σοβαρή και βαθιά ριζωμένη ήταν η έλλειψη πνευματικότητας μεταξύ των αδελφών. Πολλοί δεν διάβαζαν την Αγία Γραφή καθημερινά ούτε εξέταζαν το εδάφιο της ημέρας. Οι γονείς δεν μελετούσαν με τα παιδιά τους.
Πόσο κατάλληλη ήταν η συμβουλή του αδελφού Νορ από τα κεντρικά γραφεία: «Χρειάζεται να δώσουμε όση πνευματική νουθεσία μπορούμε για να ενισχύσουμε την ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ των εκκλησιών. Όταν τα άτομα είναι δυνατά από πνευματική άποψη, θα είναι τακτικά στην υπηρεσία αγρού. Επίσης, το έργο αγρού ενισχύει κάποιον πνευματικά. Όμως, ένα άτομο δεν μπορεί να είναι δυνατό στον αγρό, αν δεν τρέφεται με πνευματικά πράγματα».
Τονίζεται η Καθημερινή Ενίσχυση της Πνευματικότητας
Σύμφωνα μ’ αυτή την επίκαιρη οδηγία, αποφασίστηκε να τονίζεται έντονα, μέσω των επισκέψεων των περιοδευόντων επισκόπων, η καθημερινή ενίσχυση της πνευματικότητας. Η καθημερινή ανάγνωση της Αγίας Γραφής, η τακτική οικογενειακή μελέτη και η εξέταση του εδαφίου της ημέρας τονίστηκαν με οργανωμένο τρόπο στις εκκλησίες. Άρχισε πετυχημένα μια εκστρατεία διανομής του Βιβλίου Έτους (το οποίο περιείχε τότε τα εδάφια της ημέρας), ώστε κάθε ευαγγελιζόμενος και σπουδαστής της Αγίας Γραφής να έχει το προσωπικό του αντίτυπο.
Έγιναν σχέδια να διεξαχθεί η ετήσια συνέλευση περιφερείας σε καθένα από τα κύρια νησιά της Χαβάης. Μ’ αυτόν τον τρόπο οι αδελφοί ολόκληρης αυτής της πολιτείας θα είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν εύκολα τη συνέλευση, γλιτώνοντας έτσι το μεγάλο κόστος της μεταφοράς τους με αεροπλάνο στη Χονολουλού.
Η χρησιμοποίηση αυτών των διαφόρων τρόπων για να τονιστεί η πνευματικότητα στην προσωπική ζωή των αδελφών άρχισε να φέρνει έξοχα αποτελέσματα. Το 1966 σημειώθηκε 4 τοις εκατό αύξηση στους ευαγγελιζομένους και από το 1967 μέχρι το 1969 υπήρξαν διαδοχικές αυξήσεις ύψους 10 τοις εκατό. Πόσο αληθινό είναι ότι η άμεση εφαρμογή των οδηγιών από την οργάνωση του Ιεχωβά φέρνει σίγουρα την ευλογία του!
Η αυξημένη πνευματικότητα υποκινεί σε Χριστιανικό ζήλο. Αυτό γινόταν ολοένα και πιο φανερό μεταξύ των νεαρών. Πολλοί άρχισαν να καταβάλλουν προσπάθειες για να αποκτήσουν περαιτέρω προνόμια υπηρεσίας. Κατά το υπηρεσιακό έτος 1968 δέκα σκληρά εργαζόμενοι σκαπανείς έλαβαν πρόσκληση για τη Σχολή Γαλαάδ, για το Μπέθελ του Μπρούκλιν και για ιεραποστολικούς διορισμούς στη Μικρονησία.
Επέκταση του Έργου στη Μικρονησία
Λίγο πριν από την επίσκεψη ζώνης που έκανε ο αδελφός Νορ τον Απρίλιο του 1968, μια μεγάλη αεροπορική εταιρία ανακοίνωσε στην εφημερίδα Χονολουλού Σταρ Μπούλετιν (Honolulu Star Bulletin) το ξεκίνημα ενός νέου αεροπορικού δρομολογίου μεταξύ Χαβάης, Μικρονησίας και Γκουάμ. Εφόσον η επίβλεψη της περιφέρειας των Νησιών Μάρσαλ (στην ανατολική πλευρά της Μικρονησίας) είχε πρόσφατα ανατεθεί στο τμήμα της Χαβάης, οι αδελφοί του γραφείου τμήματος με χαρά έδειξαν στον αδελφό Νορ το άρθρο της εφημερίδας. Ο αδελφός Καβασάκι αφηγείται: «Μπορούσα να δω τα μάτια του να λάμπουν όταν άρχισε να φαντάζεται στο μυαλό του τις δυνατότητες επέκτασης του έργου στις εφτά περιφέρειες της Μικρονησίας και του Γκουάμ μ’ αυτό το νέο αεροπορικό δρομολόγιο». Ύστερα από ένα λεπτό σιωπής και σκέψης, ο αδελφός Νορ γύρισε στον αδελφό Καβασάκι και είπε: «Ο αδελφός [Ναθάνιελ] Μίλερ μπορεί να υπηρετεί σ’ αυτά τα νησιά ως επίσκοπος περιοχής, και μπορείς να πηγαίνεις κι εσύ, εκ περιτροπής».
Η Μικρονησία περιλαμβάνει 2.000 νησιά, από τα οποία τα 97 κατοικούνται, διασκορπισμένα σε έκταση που υπερβαίνει τα 7.800.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα ωκεανού, στα δυτικά της Χαβάης. Κάθε περιφέρεια των νησιών έχει τη δική της γλώσσα, αν και πρέπει να θυμόμαστε ότι η Ιαπωνία κατείχε το μεγαλύτερο μέρος αυτής της περιοχής με εντολή της Κοινωνίας των Εθνών μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Επομένως, επί 25 περίπου χρόνια, η ιαπωνική διδασκόταν στα σχολεία και πολλοί στην περιοχή εκείνη έμαθαν πολύ καλά αυτή τη γλώσσα. Εφόσον ο αδελφός Μίλερ είχε μάθει την ιαπωνική όταν ήταν ιεραπόστολος στην Ιαπωνία, ήταν πολύ κατάλληλος να ταξιδέψει σ’ αυτά τα νησιά.
Αυτά τα γεγονότα στην ουσία προετοίμασαν την ανάθεση του Γκουάμ και των υπόλοιπων περιοχών της Μικρονησίας υπό την ευθύνη του τμήματος της Χαβάης, την 1η Ιανουαρίου 1969. Επειδή η Χαβάη βρίσκεται κοντά σ’ αυτά τα νησιά, φάνηκε ότι το τμήμα της Χαβάης θα ήταν σε θέση να προσφέρει καλύτερες υπηρεσίες και να είναι σε πιο στενή επαφή μ’ εκείνους τους λίγους ευαγγελιζομένους σ’ αυτή την πνευματική ‘μεθόριο’. Ενώ ο αδελφός Μίλερ υπηρετούσε εκεί ως επίσκοπος περιοχής, ο αδελφός Καβασάκι επισκεπτόταν τους εννιά ιεραποστολικούς οίκους μια φορά το χρόνο. Ακόμη κι όταν διορίστηκαν μερικοί ιεραπόστολοι για να υπηρετούν ως επίσκοποι περιοχής, εκείνοι οι δυο αδελφοί έκαναν ετήσιες επισκέψεις στους ιεραποστολικούς οίκους και υπηρετούσαν ως επίσκοποι περιφερείας στο Γκουάμ και στη Μικρονησία. Έτσι άρχισε ένα καινούριο κεφάλαιο στην ιστορία του τμήματος της Χαβάης, ένα κεφάλαιο γεμάτο δράση και πνευματικές ανταμοιβές.
Σε Ανέπαφους Αγρούς
Επίσης, αποφασίστηκε να στελεχωθεί το προσωπικό των ιεραποστολικών οίκων στη Μικρονησία με σκαπανείς από τη Χαβάη. Ο αδελφός Νορ είχε συμπεράνει ότι αυτοί θα προσαρμόζονταν εύκολα στο νησιωτικό τρόπο ζωής και ότι θα τα πήγαιναν θαυμάσια με τους ντόπιους. Αυτή ήταν μια σημαντική απόφαση, γιατί θα έδινε σε πολλούς ζηλωτές νεαρούς από τη Χαβάη τη μοναδική ευκαιρία να πρωτοστατήσουν στο έργο της Βασιλείας ως ιεραπόστολοι, σε ουσιαστικά ανέπαφους αγρούς.
Ενώ η προοπτική να υπηρετεί κάποιος ως ιεραπόστολος στη Μικρονησία ήταν συναρπαστική, ασφαλώς αυτό δεν ήταν και πανεύκολο. Το μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου ανάμεσα στην Ιαπωνία και τους Συμμάχους διεξάχθηκε σ’ αυτά ακριβώς τα νησιά. Μέρη όπως το Κουότζελεν, τα Νησιά Τρουκ, το Σαϊπάν, το Γκουάμ και το Πελελιού έχουν μείνει στην ιστορία ως τοποθεσίες φρικιαστικών μαχών. Η ερήμωση σ’ όλη την περιοχή ήταν εκτεταμένη και η αποκατάσταση αργή. Υπήρχαν ελάχιστοι μόνο ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι· και οι δρόμοι που υπήρχαν ήταν στενοί χωματόδρομοι ή λασπωμένοι βάλτοι, ανάλογα με τον καιρό. Η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος ήταν ακανόνιστη ή σχεδόν ανύπαρκτη. Η απουσία αποχετευτικού δικτύου και πόσιμου νερού συχνά προκαλούσε προβλήματα υγείας από εντερικά παράσιτα. Επίσης υπήρχε η αδυσώπητη τροπική ζέστη και υγρασία, και μάλιστα σε πολύ πιο έντονο βαθμό απ’ ό,τι στη Χαβάη.
Μέσα σε τέτοιες συνθήκες οι ιεραπόστολοι, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν σκαπανείς από τη Χαβάη, εδραίωσαν το έργο. Προχωρούσαν με κόπο μέσα από χείμαρρους, ταξίδευαν με μικρές βάρκες και περπατούσαν μέσα σε πυκνά δάση για να φτάσουν στα σπίτια των ανθρώπων. Λόγω της υγρασίας και της λάσπης τα παπούτσια δεν ήταν πρακτικά. Γι’ αυτό οι περισσότεροι ιεραπόστολοι άρχισαν να φορούν λαστιχένιες παντόφλες στο έργο κηρύγματος.
Οι Μικρονήσιοι αποδείχτηκαν πολύ φιλικοί και πράοι. Ο βαθύς σεβασμός που είχαν για την Αγία Γραφή έκανε απολαυστικό το κήρυγμα ανάμεσά τους.
Όλες οι αρχικές ανησυχίες, σχετικά με το αν ο Ιεχωβά θα ευλογούσε τη διευθέτηση της ανάθεσης της Μικρονησίας υπό την ευθύνη του τμήματος της Χαβάης, διαλύθηκαν από την έκθεση υπηρεσίας αγρού του Αυγούστου του 1970: Το Γκουάμ ανέφερε αύξηση των ευαγγελιζομένων κατά 88,6 τοις εκατό, τα Νησιά Μάρσαλ κατά 25 τοις εκατό, το Πονάπε κατά 82,4 τοις εκατό και το Σαϊπάν κατά 114,3 τοις εκατό. Επίσης, οι ιεραπόστολοι άρχισαν με επιτυχία το έργο στο Μπελάου (Παλάου), στο Γιαπ και στα Νησιά Τρουκ.
Νεαροί Δημιουργούν Καλό Υπόμνημα
Στη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και του 1970, ένα υγιές σκαπανικό πνεύμα απλώθηκε μεταξύ των νεαρών στη Χαβάη. Υπολογίστηκε ότι, το 1971, το 95 τοις εκατό και πλέον των νεαρών που αποφοίτησαν από το λύκειο μπήκαν στην ολοχρόνια υπηρεσία. Πολλοί απ’ αυτούς αργότερα επέκτειναν την υπηρεσία τους ως ιεραπόστολοι στη Μικρονησία και συνέβαλαν αποφασιστικά στην πλατιά διακήρυξη του αγγέλματος της Βασιλείας σ’ αυτά τα μακρινά νησιά. Πολλοί νεαροί, υγιείς αδελφοί είχαν το προνόμιο να υπηρετήσουν στο Μπέθελ του Μπρούκλιν και στα Αγροκτήματα της Σκοπιάς.
Η αύξηση αυτού του ζήλου για την ολοχρόνια υπηρεσία οφείλεται στην υποκίνηση που δόθηκε από μια ομάδα περιοδευόντων επισκόπων, των οποίων ο ενθουσιασμός ήταν μεταδοτικός. Πολλοί πρεσβύτεροι εκκλησιών ήταν ιδιαίτερα δραστήριοι, κι έτσι έθεσαν καλό παράδειγμα στη διακονία και ήταν πάντα θετικοί, προβάλλοντας στους νεαρούς την ολοχρόνια υπηρεσία ως μια επάξια σταδιοδρομία. Οι γονείς και οι εκκλησίες γενικά υποστήριζαν πολύ τους σκαπανείς. Δεν είναι καθόλου παράξενο το ότι πολλοί νέοι άνθισαν πνευματικά.
Ο Τυφώνας Πάμελα—‘Ουδέν Κακόν Αμιγές Καλού’
Στις 13 Μαΐου 1976, ο σφοδρός τυφώνας Πάμελα σάρωσε το Γκουάμ. Οι δυνατοί του άνεμοι ταχύτητας 230 χιλιομέτρων την ώρα τον χαρακτήρισαν ως έναν από τους χειρότερους τυφώνες που χτύπησαν ποτέ το νησί. Το 80 τοις εκατό των κτιρίων στο νησί έπαθαν ζημιές και τουλάχιστον τα μισά απ’ αυτά ήταν αδύνατον να επισκευαστούν. Η Αίθουσα Βασιλείας και ο παραπλήσιος ιεραποστολικός οίκος καταστράφηκαν εντελώς. Ευτυχώς, κανένας από τους ιεραποστόλους ή τους ευαγγελιζομένους δεν έχασε τη ζωή του.
Η ανάγκη για ανοικοδόμηση ύστερα απ’ αυτή την καταστροφή παρακίνησε τους αδελφούς στο γραφείο τμήματος της Χαβάης να επανεξετάσουν προσεκτικά τον τρόπο με τον οποίο είχε οργανωθεί το έργο στο Γκουάμ και στη Μικρονησία. Κατόπιν σκέψης με προσευχή, οι αδελφοί διέκριναν ότι αν υπήρχε γραφείο τμήματος στο Γκουάμ, τότε προφανώς θα μπορούσε να επιβλέπεται καλύτερα το έργο στη Μικρονησία. Γι’ αυτό, υποβλήθηκαν στο Κυβερνών Σώμα συστάσεις και σχέδια για ένα νέο γραφείο τμήματος, τα οποία και εγκρίθηκαν. Το νέο γραφείο τμήματος θα επέβλεπε το έργο κηρύγματος της Βασιλείας στο Γκουάμ και σε όλες τις περιφέρειες των νησιών της Μικρονησίας. Σχεδιάστηκε ένα σύγχρονο κτίριο με έξι υπνοδωμάτια, ένα γραφείο, μια μεγάλη Αίθουσα Βασιλείας χωρητικότητας 400 ατόμων, και εγκαταστάσεις εκτύπωσης. Αυτό το οικοδομικό έργο απαίτησε πολλή εργασία και δεν ολοκληρώθηκε τόσο γρήγορα όσο αναμενόταν αρχικά.
Η Οικοδόμηση του Τμήματος στο Γκουάμ—Ζέστη και Υγρασία
Αγοράστηκε ένα θαυμάσιο οικόπεδο, σε βολική και κεντρική τοποθεσία. Η οικοδόμηση άρχισε τον Ιανουάριο του 1978. Από τους Μάρτυρες στη Χαβάη και στην ηπειρωτική χώρα των Ηνωμένων Πολιτειών ήρθαν ξυλουργοί, υδραυλικοί, ελαιοχρωματιστές, αρχιτέκτονες, ηλεκτρολόγοι και ένας πολιτικός μηχανικός. Πολλοί απ’ αυτούς τους εθελοντές εργαζομένους ήταν ταλαντούχοι στα οικοδομικά επαγγέλματα. Το έργο ξεκίνησε θαυμάσια.
Ωστόσο, η ένταση που υπήρχε ως αποτέλεσμα της κοπιαστικής οικοδομικής εργασίας μέσα στην εξαντλητική τροπική ζέστη και στην υγρασία του Γκουάμ, καθώς και στο συνωστισμό που επικρατούσε, άρχισε να έχει αρνητικές επιπτώσεις. Οι απαιτήσεις του έργου συχνά είχαν ως αποτέλεσμα την παραμέληση των συναθροίσεων και της υπηρεσίας αγρού για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Οι αδελφοί του τμήματος της Χαβάης πρότειναν ότι για να μετριαστεί η ένταση θα έπρεπε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση και προσοχή στην πνευματικότητα των ατόμων που συμμετείχαν στο οικοδομικό έργο. Αυτό βελτίωσε το γενικό πνεύμα. Οι εθελοντές αδελφοί είναι αξιέπαινοι επειδή έκαναν σημαντικές θυσίες για να παραμείνουν προσκολλημένοι στο έργο. Αυτοί οι αδελφοί και οι αδελφές που εργάστηκαν μαζί, συχνά κάτω από τον καυτό ήλιο, επέδειξαν αληθινή προθυμία να δαπανήσουν τον εαυτό τους ολόψυχα. Ο Ιεχωβά Θεός ευλόγησε την πιστότητά τους και την υπομονή τους, με την πετυχημένη αποπεράτωση ενός όμορφου νέου τμήματος, που έχει θαυμάσια διαμορφωμένους εξωτερικούς χώρους και βρίσκεται μέσα σ’ ένα τροπικό, εξοχικό περιβάλλον. Στις 20 Απριλίου 1980, ο αδελφός Μίλτον Χένσελ από το Κυβερνών Σώμα, όταν επισκεπτόταν το Γκουάμ ως επίσκοπος ζώνης, αφιέρωσε το νέο κτίριο στην αγνή λατρεία του Ιεχωβά.
Την 1η Μαΐου 1980, το γραφείο τμήματος του Γκουάμ άρχισε να λειτουργεί έχοντας υπό την επίβλεψή του τα νησιά της Μικρονησίας και το Γκουάμ. Ο Ναθάνιελ Μίλερ από την Επιτροπή του Τμήματος της Χαβάης, ο οποίος είχε ταξιδέψει πολύ σ’ όλες αυτές τις νησιωτικές περιφέρειες όταν αυτές ήταν υπό την επίβλεψη της Χαβάης, διορίστηκε συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος στο πρόσφατα οργανωμένο τμήμα του Γκουάμ. Ο Χίντεο Σουμίντα και ο Άρθουρ Γουάιτ, επίσης πρώην μέλη της Επιτροπής του Τμήματος της Χαβάης, μεταφέρθηκαν από τη Χαβάη για να συμπληρώσουν την Επιτροπή του Τμήματος του Γκουάμ.
Επί 11 χρόνια το τμήμα της Χαβάης υπηρέτησε τα νησιά της Μικρονησίας και το Γκουάμ. Τι προνόμιο ήταν να εργαστούν με τους ακούραστους ιεραποστόλους και τους τοπικούς ευαγγελιζομένους, οι οποίοι στην κυριολεξία πρωτοστάτησαν στο έργο της Βασιλείας σ’ αυτά τα διασκορπισμένα, απομονωμένα νησιά, φυτεύοντας και ποτίζοντας τους σπόρους της αλήθειας στις καρδιές των ταπεινών ιθαγενών!
Δεύτερο Κύμα Μεταναστών
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, ο Ιεχωβά ευλόγησε τη Χαβάη με σταθερή και συνεχή αύξηση. Τον Οκτώβριο του 1983, το ανώτατο όριο των ευαγγελιζομένων ξεπέρασε τους 5.000 για πρώτη φορά στην ιστορία της Χαβάης, με 5.019 ευαγγελιζομένους που ανέφεραν υπηρεσία αγρού και οι οποίοι ήταν συνταυτισμένοι με 60 εκκλησίες.
Στα πρόσφατα χρόνια ένα δεύτερο κύμα μεταναστών από άλλα νησιωτικά κράτη του Ειρηνικού ήρθε στη Χαβάη, κυρίως λόγω της σχετικής υλικής ευημερίας της. Φυσικά, ο καθένας έφερε μαζί του τον πολιτισμό του και τη γλώσσα του. Για να εξυπηρετηθούν οι πολλοί προβατοειδείς άνθρωποι που βρίσκονταν μεταξύ αυτών των μεταναστών, έπρεπε να οργανωθούν περισσότερες ξενόγλωσσες εκκλησίες. Με γοργό ρυθμό, σχηματίστηκαν εκκλησίες στις οποίες μιλιόταν η ιαπωνική, η κορεατική, η σαμοανική, η ισπανική και η ιλόκο. Οι αδελφοί σ’ αυτές τις εκκλησίες οργανώθηκαν καλά και είναι πολύ επιμελείς στη φροντίδα των Χριστιανικών τους ευθυνών.
Το Γραφείο Τμήματος Γίνεται Πολύ Μικρό
Η αύξηση στις τάξεις των ευαγγελιζομένων σήμαινε μεγαλύτερες απαιτήσεις για έντυπα και περισσότερες εκκλησίες τις οποίες θα έπρεπε να υπηρετεί το γραφείο τμήματος. Η μικρή αποθήκη-γκαράζ που συνδεόταν με το γραφείο γέμισε. Το γραφείο άρχισε να στενεύει καθώς απαιτούνταν περισσότερο προσωπικό για να χειρίζεται την αυξανόμενη αλληλογραφία.
Το γραφείο στην οδό Πενσακόλα, το οποίο είχε εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του λαού του Ιεχωβά στη Χαβάη επί 50 σχεδόν χρόνια, ήταν τώρα πολύ μικρό. Επειδή βρισκόταν σε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή στο κέντρο της Χονολουλού, η επέκταση στο ίδιο σημείο απαγορευόταν. Έτσι άρχισε έρευνα, προκειμένου να βρεθεί μια κατάλληλη τοποθεσία για ένα μεγαλύτερο, νέο γραφείο τμήματος.
Το 1985 ένας τοπικός κτηματομεσίτης έστειλε ένα διαφημιστικό φυλλάδιο στο γραφείο τμήματος, το οποίο διαφήμιζε ένα οικόπεδο 4,5 περίπου στρεμμάτων, μέσα στο οποίο βρισκόταν ένα κτίριο 2.300 τετραγωνικών μέτρων που παλιότερα ήταν σούπερ μάρκετ. Η τοποθεσία ήταν ιδανική, κοντά στο αεροδρόμιο και στο κέντρο της Χονολουλού. Μολονότι είχε συμφωνήσει κάποιος άλλος να αγοράσει αυτό το οικόπεδο, όταν πάρθηκε η έγκριση του Κυβερνώντος Σώματος, οι αδελφοί της Επιτροπής του Τμήματος ήρθαν σ’ επαφή με το μεσίτη και του έκαναν μια προσφορά. Προς έκπληξή τους, ο προηγούμενος υποψήφιος αγοραστής αποσύρθηκε από τις διαπραγματεύσεις. Μια περαιτέρω φανερή απόδειξη ότι ο Ιεχωβά κατεύθυνε αυτή την υπόθεση ήταν το ότι ο ιδιοκτήτης ήταν πολύ ευνοϊκός προς τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Σε διάστημα λίγων μηνών ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση, και το Νοέμβριο του 1985 ο τίτλος ιδιοκτησίας δόθηκε στην Εταιρία.
Η μετατροπή του πρώην σούπερ μάρκετ σε γραφείο τμήματος, αποθήκη, Οίκο Μπέθελ και δυο Αίθουσες Βασιλείας αποτέλεσε μια ενδιαφέρουσα πρόκληση. Οι αδελφοί στη Χαβάη δεν είχαν αναλάβει ποτέ κάποιο οικοδομικό έργο τέτοιου μεγέθους. Διορίστηκε μια επιτροπή οικοδόμησης, έγιναν αρχιτεκτονικά σχέδια και οργανώθηκαν διάφορα συνεργεία κατασκευών. Υπήρχε πλήρης εμπιστοσύνη ότι λόγω της προθυμίας της τοπικής αδελφότητας θα βρίσκονταν ντόπιοι ειδικευμένοι και ανειδίκευτοι αδελφοί για την εκτέλεση του έργου. Αλλά, φυσικά, αναγνωρίστηκε ότι το θεμέλιο στο οποίο βασιζόταν η επιτυχία του οικοδομικού έργου ήταν αυτό που εξέφρασε θαυμάσια ο ψαλμωδός στο εδάφιο Ψαλμός 127:1: ‘Εάν ο Ιεχωβά δεν οικοδομήση οίκον, εις μάτην κοπιάζουσιν οι οικοδομούντες αυτόν’.
«Σαν το Χτίσιμο του Ναού του Σολομώντα!»
Για να ενημερωθούν όλοι για τα σχέδια οικοδόμησης του γραφείου τμήματος, το Φεβρουάριο του 1987 άρχισαν ειδικές συναθροίσεις σε εφτά τοποθεσίες σ’ όλη την επικράτεια. Πάνω από 5.000 άτομα συγκεντρώθηκαν στο Γουακίκι Σελ. Οι αδελφοί της επιτροπής οικοδόμησης εξήγησαν τι είχε πραγματοποιηθεί ήδη και περιέγραψαν το πρόγραμμα οικοδόμησης, ενώ ο στόχος ήταν να αρχίσουν την 1η Μαρτίου 1987.
Το έργο άρχισε με ζωντάνια. Στην κυριολεξία χιλιάδες αδελφοί και αδελφές στο Οάχου και στα άλλα νησιά κανόνισαν τις δουλειές τους έτσι ώστε να συμμετάσχουν σ’ αυτό. Μερικοί ταξίδευαν στο εργοτάξιο τα σαββατοκύριακα, ενώ άλλοι για μεγαλύτερες περιόδους. Πολλοί Μάρτυρες στο Οάχου άνοιξαν γενναιόδωρα τα σπίτια τους στους εργάτες από τα γειτονικά νησιά. Στη διάρκεια της πιο πολυάσχολης περιόδου του κατασκευαστικού έργου, περίπου 150 εθελοντές πήγαιναν τις καθημερινές και 250 με 300 τα σαββατοκύριακα.
Αν και το έργο ήταν κουραστικό και οι ώρες πολλές, το πρόθυμο πνεύμα υπερίσχυσε. Η έμφαση δόθηκε στην πνευματικότητα. Το εδάφιο της ημέρας εξεταζόταν καθημερινά και Η Σκοπιά εξεταζόταν κάθε εβδομάδα. Γίνονταν τακτικά Γραφικές ομιλίες, τις οποίες παρακολουθούσαν όλοι οι εργαζόμενοι.
Η συνεργασία των διαφόρων επαγγελματιών οικοδόμων και των πολλών πρόθυμων ανειδίκευτων εργατών είχε ως αποτέλεσμα να προχωρήσει ομαλά το έργο προς την ολοκλήρωσή του. Ένας εθελοντής εργάτης σχολίασε: «Είναι σαν το χτίσιμο του ναού του Σολομώντα!» Φυσικά υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του ναού του Σολομώντα και του νέου κτιρίου του τμήματος. Μέρος του ναού επικαλύφθηκε με χρυσό, ο οποίος τοποθετήθηκε πάνω σε «προκατασκευασμένα» δομικά υλικά, και έτσι υπήρχε λίγος θόρυβος στην κατασκευή του. Το κτίριο του τμήματος χτίστηκε με τσιμέντο, ξύλα και σίδερο, καθώς και με πολύ θόρυβο. Ωστόσο, ένα πράγμα ήταν παρόμοιο—το ίδιο πνεύμα, που υποκίνησε τους εργάτες του ναού στις μέρες του Σολομώντα, υποκίνησε τους αδελφούς και τις αδελφές στη Χαβάη. Ένα όμορφο κτίριο τμήματος έκανε την εμφάνισή του στη θέση ενός άδειου και ερειπωμένου σούπερ μάρκετ. Επρόκειτο μάλλον για θαύμα!
Παρά τις τεράστιες προσπάθειες που καταβλήθηκαν για την κατασκευή του τμήματος, επιτεύχθηκαν πέντε ανώτατα όρια ευαγγελιζομένων το 1986. Στο τέλος εκείνου του υπηρεσιακού έτους σχηματίστηκαν δυο νέες εκκλησίες. Το 1987 επιτεύχθηκαν τρία ανώτατα όρια ευαγγελιζομένων και ιδρύθηκαν τρεις ακόμα εκκλησίες. Τον Ιούλιο του 1987 το οικοδομικό έργο ολοκληρώθηκε. Τον επόμενο μήνα οι υπηρεσίες του γραφείου τμήματος άρχισαν να λειτουργούν στη νέα τοποθεσία.
Η Βροχή Πέφτει—το Ηθικό Ανεβαίνει
Το πρωί της 3ης Απριλίου 1988 έβρεχε στη Χονολουλού, αλλά το ηθικό των 5.870 που συγκεντρώθηκαν στο Νίαλ Μπλάισντελ Σέντερ για το πρόγραμμα αφιέρωσης του γραφείου τμήματος δεν ήταν ‘πεσμένο’. Άλλοι 2.838 αδελφοί συναθροίστηκαν στο Μάουι, στο Καουαί και στο Μεγάλο Νησί Χαβάη, και συνδέθηκαν τηλεφωνικά με τη Χονολουλού για να ακούσουν το πρόγραμμα που διήρκεσε μια μέρα. Ο συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος ανασκόπησε την ιστορία και την πρόοδο του έργου της Βασιλείας στη Χαβάη. Εκείνοι οι ευαγγελιζόμενοι, που κήρυτταν στα νησιά επί 38 και πλέον χρόνια, κάθησαν στα μπροστινά καθίσματα και συμφώνησαν εγκάρδια όταν ο ομιλητής σχολίασε ότι ο Ιεχωβά είχε ευλογήσει πλούσια το λαό Του στη Χαβάη.
Μια 30λεπτη προβολή σλάιντς, που έγινε ταυτόχρονα σε κάθε τοποθεσία όπου ήταν συγκεντρωμένοι αδελφοί, έδειξε τη μετατροπή του πρώην σούπερ μάρκετ σε νέο γραφείο τμήματος. Και τα τέσσερα μέλη του Κυβερνώντος Σώματος που είχαν πάει εκεί μίλησαν με τη σειρά στο μεγάλο ακροατήριο. Ο Ντάνιελ Σίντλικ περιέγραψε τη δικαιοσύνη του Ιεχωβά ως αναλλοίωτη και σταθερή σαν τα βουνά. (Ψαλμ. 36:6) Ο Λάιμαν Σουίνγκλ ενθάρρυνε το ακροατήριο να ‘Απαριθμήσει τις Ευλογίες Του’ σε αρμονία με το εδάφιο Ψαλμός 144:15β. Ο Λόιντ Μπάρι έκανε έναν παραλληλισμό ανάμεσα στη χαρά που συνόδευε τη Γιορτή της Σκηνοπηγίας και στους σύγχρονους καιρούς κατά τους οποίους οι αληθινοί λάτρεις γιορτάζουν παρόμοια τη μεγάλη συγκομιδή που πραγματοποιείται από τον Ιεχωβά. (Λευιτ. 23:40) Στην ομιλία αφιέρωσης, ο Μίλτον Χένσελ τόνισε: «Ο Θεός μας είναι ένας Θεός με σκοπό, και στην πολιτεία του φανερώνει την ανωτερότητά του. Αυτή η αφιέρωση του νέου τμήματος είναι μέρος του σκοπού του Ιεχωβά. Αναγνωρίζουμε ότι αυτό το νέο κτίριο θα χρησιμοποιηθεί σε σχέση με το θέλημα του Ιεχωβά».
Καθώς αυτή η ειδική μέρα λατρείας έφτανε στο τέλος της και τα πλήθη είχαν ενωθεί στον τελικό ύμνο και στην προσευχή, τα συναισθήματά τους ήταν παρόμοια μ’ εκείνα των Ισραηλιτών μετά την αφιέρωση του ναού του Σολομώντα. Επέστρεψαν στα σπίτια τους ‘χαίροντες και ευφραινόμενοι εκ καρδίας, δια πάντα τα αγαθά όσα ο Ιεχωβά έκαμε’. (1 Βασ. 8:66) Ήταν ένα μεγαλειώδες πνευματικό γεγονός, ένα αληθινό ορόσημο στην 70χρονη ιστορία του λαού του Ιεχωβά στη Χαβάη.
Όπως αναμενόταν, η κατασκευή του νέου γραφείου τμήματος παρακίνησε πολλούς αδελφούς να σκεφτούν σοβαρά την ανακαίνιση των παλιών πλέον Αιθουσών Βασιλείας τους ή τη δυνατότητα να χτίσουν καινούριες για τις εκκλησίες που ανθούσαν. Το Μάιο του 1986 η πρώτη Αίθουσα Βασιλείας ταχείας οικοδόμησης στη Χαβάη ανεγέρθηκε στην Κεκάχα, στο νησί Καουαί. Από τότε, σ’ όλη την πολιτεία, έχουν χτιστεί έξι νέες Αίθουσες Βασιλείας και έχουν ανακαινιστεί πλήρως άλλες δυο. Επίσης, το προηγούμενο γραφείο τμήματος και η Αίθουσα Βασιλείας στην οδό Πενσακόλα ανακαινίστηκαν εξωτερικά, και πρόκειται να τεθούν σ’ εφαρμογή άλλα έξι προγράμματα οικοδόμησης Αιθουσών Βασιλείας.
Καλό Παράδειγμα για Όλους
Αυτό που έκανε μοναδική και συναρπαστική τη Συνέλευση Περιφερείας «Θεία Δικαιοσύνη» το 1988 ήταν οι 63 ιεραπόστολοι που επέστρεψαν στη Χαβάη για επίσκεψη. Σ’ όλο το ακροατήριο, οι καρδιές χτυπούσαν γρήγορα και τα μάτια δάκρυσαν από χαρά όταν αυτοί οι ιεραπόστολοι γέμισαν το βήμα στη συνέλευση της Χονολουλού, στη διάρκεια της ομιλίας του Σαββάτου «Τι Απαιτεί η Αποτελεσματική Ιεραποστολική Δράση». Οι αδελφοί και οι αδελφές στο ακροατήριο δεν μπορούσαν να συγκρατηθούν και, υποκινούμενοι από εκτίμηση, ξέσπασαν κατόπιν σε δυνατά και παρατεταμένα χειροκροτήματα.
Αυτό τόνιζε πολύ καλά το γεγονός ότι τόσο πολλοί αδελφοί από τη Χαβάη είχαν αγωνιστεί για να επιδιώξουν μεγαλύτερα προνόμια υπηρεσίας! Από το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, 164 ιεραπόστολοι έχουν σταλεί από τη Χαβάη στην Ιαπωνία, στην Ταϊβάν, στην Οκινάβα, στην Κορέα, στη Σαμόα, και σε χώρες της Νότιας Αμερικής και της Αφρικής, αν και η πλειονότητα αυτών των ιεραποστόλων έχει σταλεί στα νησιά της Μικρονησίας. Σήμερα, 77 υπηρετούν ακόμη στους διορισμούς τους ως ιεραπόστολοι, περιοδεύοντες επίσκοποι και ως ειδικοί ή τακτικοί σκαπανείς.
Για άλλους, ειδικά για τους ακμαίους νεαρούς αδελφούς, στόχος ήταν η υπηρεσία Μπέθελ. Ο πρώτος απ’ αυτούς προσκλήθηκε να υπηρετήσει στο Μπέθελ του Μπρούκλιν στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Από τότε 127 έχουν συμμετάσχει σ’ αυτό το προνόμιο ολοχρόνιας υπηρεσίας. Αυτή τη στιγμή, 25 υπηρετούν στο Μπέθελ του Μπρούκλιν και στα Αγροκτήματα της Σκοπιάς, και 13 άλλοι υπηρετούν ως μέλη της οικογένειας Μπέθελ της Χαβάης.
Το εξαίρετο ενδιαφέρον για την ολοχρόνια υπηρεσία, ειδικά μεταξύ των νεαρών, μπορεί να αποδοθεί στο παράδειγμα που έθεσαν οι πρώτοι ζηλωτές ιεραπόστολοι και αργότερα οι δραστήριοι πρεσβύτεροι και περιοδεύοντες επίσκοποι. Ακόμα, οι γονείς που βρίσκονται στη Χαβάη είναι πολύ υποβοηθητικοί προσφέροντας ενθάρρυνση στα παιδιά τους που υπηρετούν σε άλλες χώρες ως ιεραπόστολοι ή ως Μπεθελίτες. Αυτό βοήθησε πολλούς απ’ αυτούς να παραμείνουν πιστοί στους διορισμούς τους, αντί να υποκύψουν στο δυνατό συναίσθημα της νοσταλγίας και της αποθάρρυνσης. Έτσι, αυτοί θερίζουν τα μακροπρόθεσμα οφέλη που απολαμβάνουν όσοι εμμένουν σταθερά στα προνόμια υπηρεσίας τους.
Η Κατάσταση του Έργου Σήμερα
Τον Αύγουστο του 1990 επιτεύχθηκε ένα ανώτατο όριο όλων των εποχών, με 6.194 ευαγγελιζομένους. Ως αποτέλεσμα, η Χαβάη τώρα έχει μια πολύ καλή αναλογία, με 1 ευαγγελιζόμενο της Βασιλείας για κάθε 180 κατοίκους (σύμφωνα με την απογραφή του 1989). Οι τομείς των 72 εκκλησιών καλύπτονται συχνά, κατά μέσο όρο μια φορά κάθε τέσσερις με έξι εβδομάδες σ’ όλη την επικράτεια. Επίσης, τον Αύγουστο, αναφέρθηκε ένα ανώτατο όριο όλων των εποχών με 608 τακτικούς σκαπανείς. Με χαρά σημειώνουμε ότι πολλοί απ’ αυτούς είναι στην εφηβεία τους, και μεταξύ των 20 και 30 ετών.
Αυτή η πολύχρωμη ποικιλία ανθρώπων με το διαφορετικό φυλετικό και πολιτιστικό τους παρελθόν μπορεί να κάνει την υπηρεσία αγρού μια ενδιαφέρουσα εμπειρία. Για παράδειγμα, δεν είναι ασυνήθιστο να συναντάς Καυκάσιους, Ιάπωνες, Κινέζους, Φιλιππινέζους και Χαβανέζους οικοδεσπότες που είναι Καθολικοί, Προτεστάντες, Βουδιστές και Μορμόνοι. Και όλοι αυτοί ζουν στον ίδιο δρόμο! Παρότι φαίνεται να αυξάνει η αδιαφορία για το άγγελμα της Βασιλείας, οι προβατοειδείς άνθρωποι συνεχίζουν να συρρέουν στο όρος του Ιεχωβά, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τα 15.245 άτομα που παρακολούθησαν την Ανάμνηση τον Απρίλιο του 1990.
Όπως αληθεύει και στις άλλες περιοχές του κόσμου, ο λαός του Ιεχωβά δεν είναι απρόσβλητος από τα προβλήματα και τις επιθέσεις του Αρχιαντιδίκου μας, του Διαβόλου. Παρ’ όλο που οι δουλειές είναι άφθονες, λόγω του τουρισμού και των ξένων επενδύσεων, οι κάτοικοι της Χαβάης εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν το ασυνήθιστα υψηλό κόστος ζωής. Αντιστεκόμενοι σ’ αυτές τις οικονομικές πιέσεις, που συχνά αναγκάζουν και το σύζυγο και τη σύζυγο να δουλεύουν σε κοσμικές εργασίες για να τα βγάλουν πέρα, ο λαός του Θεού αγωνίζεται να διατηρήσει μια υγιή πνευματική στάση. Η χρήση ναρκωτικών είναι διαδεδομένη σε μερικές γειτονιές, μαζί με τα τραγικά της αποτελέσματα, και γι’ αυτόν το λόγο οι νεαροί χρειάζεται να αντιστέκονται στο ύπουλο δέλεαρ των ναρκωτικών. Επίσης, επειδή η Χαβάη έχει ηλιοφάνεια και ήπιο κλίμα όλο το χρόνο, είναι ένα μέρος όπου κύριο μέλημα πολλών είναι η διασκέδαση και η ψυχαγωγία, πράγμα που κάνει την αναψυχή και την επιδίωξη απολαύσεων έναν από τους κύριους περισπασμούς. Είναι περιττό να πούμε ότι απαιτείται συνεχής επαγρύπνηση για να μην υποκύψει κανείς σ’ αυτούς τους ύπουλους πειρασμούς του Σατανά.
Ωστόσο, ο χαβανέζικος λαός, όπως συμβαίνει και με πολλές νησιωτικές κοινωνίες, διακρίνεται για την ήρεμη συμπεριφορά του, τη φιλικότητά του και τη φιλοξενία του. Ίσως αυτό να οφείλεται στην πετυχημένη ανάμειξη διαφόρων ανθρώπων και πολιτισμών ή στη συνεχή ηλιοφάνεια και στον απολαυστικό καιρό. Και ειδικά μεταξύ του λαού του Ιεχωβά, αυτές οι ελκυστικές ιδιότητες έχουν αυξηθεί ακόμα περισσότερο μέσω της καρποφορίας του πνεύματος.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Χαβάη συνεχίζουν να είναι δραστήριοι και ζηλωτές, θέτοντας πρώτες στη ζωή τους τις πνευματικές δραστηριότητες. Και σ’ όλη τη σύγχρονη ιστορία της Χαβάης, έχουν αποδείξει ότι ολόψυχα και όσια υποστηρίζουν την οργάνωση του Ιεχωβά.
Αναμφίβολα, στα Νησιά Χαβάη μπορεί να βρεθεί η ομορφιά ενός τροπικού παραδείσου. Αλλά η αληθινή, εξαίσια ομορφιά της Χαβάης βρίσκεται στον πνευματικό παράδεισο που υπάρχει μεταξύ των 6.000 όσιων δούλων του Ιεχωβά, οι οποίοι αγαπούν και απολαμβάνουν την υπηρεσία τους προς αυτόν. Πόσο ευγνώμονες είναι που Αυτός έχει φροντίσει ώστε ‘το όρος του οίκου του Ιεχωβά να έχει στηριχθεί’ ακόμα και στα μακρινά εξωτικά Νησιά Χαβάη.—Ησ. 2:2.
[Πίνακας στη σελίδα 115]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Χαβάη 8.000
1950 320
1960 1.589
1970 3.340
1980 4.494
1990 6.194
Ανώτατο Όριο Ευαγγελιζομένων
1.000
1950 30
1960 80
1970 447
1980 591
1990 938
Μέσος Όρος Σκαπανέων
[Χάρτης/Πλαίσιο στη σελίδα 66]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΝΗΣΙΑ ΧΑΒΑΗ
ΧΑΒΑΗ
Χίλο
Καΐλουα-Κόνα
Παχάλα
ΛΑΝΑΪ
ΜΑΟΥΙ
ΜΟΛΟΚΑΪ
Καλαουπάπα
Καουνακακάι
ΟΑΧΟΥ
Αϊέα
Περλ Χάρμπορ
Χονολουλού
ΚΑΟΥΑΙ
Κεκάχα
Καπάα
Χαναπέπε
Κολόα
ΝΙΙΧΑΟΥ
Ειρηνικός Ωκεανός
[Πλαίσιο]
ΝΗΣΙΑ ΧΑΒΑΗ
Πρωτεύουσα: Χονολουλού
Επίσημη Γλώσσα: Αγγλική
Κύρια Θρησκεία: Ποικίλα δόγματα
Πληθυσμός: 1.112.100
Γραφείο Τμήματος: Χονολουλού
[Εικόνα στη σελίδα 71]
Φιλντισένιες ακτές και ήσυχοι ορμίσκοι χαρίζουν γοητεία στα Νησιά Χαβάη
[Εικόνα στη σελίδα 72]
Ο Έλις Φοξ, μαζί με τους Μπάντι, άρχισε το έργο κηρύγματος το 1915
[Εικόνα στη σελίδα 73]
Η Ντόρα Χάρουμπ και ο σύζυγός της Τζέιμς ήταν οι πρώτοι που βαφτίστηκαν, το 1919
[Εικόνα στη σελίδα 79]
Ο Τζόζεφ Ντος Σάντος άρχισε σκαπανικό το 1929. Γιατί του έδωσαν το παρατσούκλι «Πουπούλαϊ Τζόε»;
[Εικόνα στη σελίδα 83]
Ο Ντον και η Μέιμπελ Χάσλετ. Ο Ντον έγινε ο πρώτος επίσκοπος τμήματος της Χαβάης, το 1934
[Εικόνα στη σελίδα 84]
Ο πρώτος τόπος συναθροίσεων που ονομάστηκε Αίθουσα Βασιλείας χτίστηκε στη Χονολουλού, στην οδό Πενσακόλα, το 1935
[Εικόνα στη σελίδα 85]
Αυτοκίνητα με μεγάφωνα μεταδίδουν Γραφικά αγγέλματα. Ένα τέτοιο στάλθηκε από τη Χονολουλού στα άλλα νησιά το 1937
[Εικόνα στη σελίδα 88]
Αυτοκίνητα με μεγάφωνα διέσχιζαν τους δρόμους διαφημίζοντας Γραφικές ομιλίες και παίζοντας δίσκους με διαλέξεις
[Εικόνα στη σελίδα 94]
Ο Ντον Χάσλετ, ο Νάθαν Νορ, η Μέιμπελ Χάσλετ και ο Μίλτον Χένσελ. Η επίσκεψη του Νορ στη Χονολουλού το 1947 είχε ως αποτέλεσμα να διοριστούν ιεραπόστολοι στη Χαβάη
[Εικόνα στη σελίδα 95]
Οι δυο πρώτες ιεραπόστολοι φτάνουν στη Χονολουλού στις 27 Σεπτεμβρίου 1947. Η Μάρθα Ες, στην μπροστινή σειρά, τέταρτη από αριστερά, και η Ρουθ Ούλριχ, στην πίσω σειρά, δεύτερη από αριστερά. Η Ες και η Ούλριχ υπηρετούν τώρα στην Ιαπωνία
[Εικόνες στη σελίδα 96]
Το Γουακίκι Σελ, η τοποθεσία στην οποία έγινε η Συνέλευση «Αιώνιον Ευαγγέλιον» το 1963. Πολλοί βαφτίστηκαν στο Γουακίκι Μπιτς
[Εικόνα στη σελίδα 101]
Ο Ναθάνιελ και η Αλίν Μίλερ έφτασαν στη Χαβάη το 1954 και υπηρέτησαν εκεί μέχρι που διορίστηκαν στο Γκουάμ το 1980a
[Υποσημείωση]
a Η Αλίν Μίλερ πέθανε πιστή το Νοέμβριο του 1989.
[Εικόνα στη σελίδα 105]
Το γραφείο τμήματος και η Αίθουσα Βασιλείας στο Γκουάμ αφιερώθηκαν στις 20 Απριλίου 1980. Το Γκουάμ επιβλέπει το έργο κηρύγματος στα 2.000 νησιά της Μικρονησίας
[Εικόνα στη σελίδα 107]
Το γραφείο τμήματος και η Αίθουσα Βασιλείας, στην οδό Πενσακόλα, εξυπηρέτησαν τα συμφέροντα της Βασιλείας σχεδόν επί 50 χρόνια, μέχρι τον Αύγουστο του 1987
[Εικόνες στη σελίδα 108]
Το πρώην σούπερ μάρκετ που μετατράπηκε σε γραφείο τμήματος, αποθήκη, Οίκο Μπέθελ και δυο Αίθουσες Βασιλείας αφιερώθηκε στις 3 Απριλίου 1988
[Εικόνα στη σελίδα 109]
Τα μέλη της Επιτροπής του Τμήματος και οι γυναίκες τους. Από τα αριστερά προς τα δεξιά, Ρόμπερτ και Χατσούκο Καβασάκι, Φρανς και Εντελίν βαν Βλιέτ, και Γκάρι και Κάρολ Βονγκ