Η Περηφάνια Ήταν το Χειρότερό μου «Κουσούρι»
ΔΕΝ είναι εύκολο να έχεις κάποιο «κουσούρι» και να είσαι ευτυχισμένος. Οι περισσότεροι άνθρωποι που κουβαλάνε το βάρος ενός σωματικού ελαττώματος νιώθουν κατάθλιψη, μερικές φορές τουλάχιστον. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις συχνά αναρωτιούνται: «Γιατί να τύχει αυτό σ’ εμένα;»
Κι εγώ δεν αποτελούσα εξαίρεση. Γεννήθηκα μ’ ένα σοβαρό σωματικό ελάττωμα που με εμποδίζει να περπατάω, να στέκομαι όρθιος ή ακόμα και να χρησιμοποιώ τα χέρια μου. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι αυτή η κατάσταση έχει επηρεάσει σοβαρά την προσωπικότητά μου. Θυμάμαι μέχρι σήμερα τη ζήλεια και την απογοήτευση που ένιωθα, όταν, παιδί ακόμα, παρακολουθούσα τα άλλα παιδιά να τρέχουν και να πηδούν.
Μερικές φορές πήγαινα σε κάποια κοντινή εκκλησία και παρακαλούσα τον Θεό να με βοηθήσει. Επαναλάμβανα με θέρμη 20 με 30 φορές την προσευχή “Padre Nuestro” («Πάτερ ημών») και άλλες τόσες φορές το “Ave Maria” («Χαίρε Μαρία») και ανάμεσα σ’ αυτές τις παρακλήσεις ικέτευα από την καρδιά μου, «Σε παρακαλώ Κύριε, κάνε με καλά!» Έδινα πάρα πολλές υποσχέσεις στον Θεό αρκεί μόνο να με θεράπευε.
Οι Σπόροι της Περηφάνιας
Γεννήθηκα στη Γρανάδα, μια όμορφη πόλη της νότιας Ισπανίας, στους πρόποδες των πανύψηλων Ορέων Σιέρα Νεβάδα. Όσο ήμουν ακόμα μικρός, το γεγονός ότι είχα μια αναπηρία με ωθούσε να αναπτύσσω άλλες ικανότητες, και σε ηλικία εφτά χρονών ήμουν ήδη πιο προχωρημένος στο σχολείο από άλλους συνομήλικούς μου. Εκείνο τον καιρό έκανα παρέα κανονικά με τα άλλα παιδιά· έπαιζα μαζί τους και κατάφερνα να κινούμαι σβέλτα εδώ κι εκεί, καθισμένος στη μικρή μου καρέκλα. Ακόμα, είχα μάθει να ζωγραφίζω και να γράφω σφίγγοντας το μολύβι στα δάχτυλα του αριστερού μου ποδιού.
Κάποια φορά, η τοπική εφημερίδα δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά μ’ εμένα, περιλαμβάνοντας και φωτογραφίες που με έδειχναν να γράφω με το πόδι. Αυτή η δημοσιότητα είχε σαν αποτέλεσμα να πάρω ένα σωρό βραβεία και να κάνω πολλά ταξίδια, όπως επίσης και να κερδίσω το θαυμασμό των άλλων. Όλα αυτά συντέλεσαν στο να αναπτυχθεί μέσα μου ένα πνεύμα ματαιοδοξίας και κομπασμού. Η περηφάνια είχε αρχίσει να κερδίζει έδαφος.
Τα Επακόλουθα της Αναγκαστικής Απομόνωσης
Δεν πέρασε πολύς καιρός και χρειάστηκε να σταματήσω να πηγαίνω στο σχολείο. Μεγάλωσα και δεν ήταν πια δυνατό να με πηγαινοφέρνει η μητέρα μου από το διαμέρισμά μας που βρισκόταν στο δεύτερο όροφο. Έτσι, από τα 13 μου χρόνια συνέχισα να σπουδάζω παίρνοντας μαθήματα μέσω αλληλογραφίας. Ήταν εύκολο για μένα να μελετάω και σημείωνα αρκετή πρόοδο, όμως αυτή η αναγκαστική απομόνωση με επηρέαζε. Αν και εξωτερικά μπορεί να έδινα την εντύπωση χαρούμενου και εκδηλωτικού ατόμου, είχα αρχίσει να σκέφτομαι σοβαρά τη σωματική μου κατάσταση και τις επιπτώσεις που θα είχε στο μέλλον μου.
Το 1971, πήρα υποτροφία να σπουδάσω για ένα χρόνο στη Μαδρίτη, σ’ ένα κέντρο αποκατάστασης ατόμων με ειδικές ανάγκες, το οποίο διεύθυναν Καθολικές καλόγριες. Εκεί ήταν που έμαθα να δακτυλογραφώ μ’ ένα στυλό που κρατούσα στο στόμα μου, πράγμα που αποδείχτηκε πολύ χρήσιμο. Όπως ήταν φυσικό, η θρησκεία ήταν υποχρεωτικά μέρος του προγράμματός μας κάθε βδομάδα. Κάθε Κυριακή μαζευόμασταν στις 7:00 π.μ. για να παρακολουθήσουμε τη Λειτουργία. Αν και μου φαινόταν ότι δεν ήταν απαραίτητη αυτή η τελετουργία, παρακολουθούσα τη Λειτουργία πιστά, επειδή ήθελα να ευχαριστήσω τις καλόγριες που με φρόντιζαν τόσο καλά.
Έπειτα από ένα χρόνο στη Μαδρίτη, ξαναγύρισα στη Γρανάδα. Σιγά-σιγά κλείστηκα περισσότερο στον εαυτό μου, έτσι φυλακισμένος καθώς ήμουν μέσα στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού μου. Τον καιρό μου τον περνούσα κυρίως διαβάζοντας μυθιστορήματα και όποια άλλα βιβλία έπεφταν στα χέρια μου. Επίσης, ακολούθησα τη μόδα της εποχής· άφησα μούσι και μάκρυνα τα μαλλιά μου. Δεν ήταν όμως ευτυχισμένη αυτή η περίοδος της ζωής μου.
Ζητούσα Ένα Σημάδι
Συχνά ήμουν κακόκεφος εξαιτίας της μοναξιάς μου και του ότι ένιωθα αβοήθητος. Προσευχόμουν στον Θεό, και του ζητούσα να μου δώσει κάποιο σημάδι που να μου δείχνει ότι υπάρχει και ότι νοιάζεται για μένα.
Και ο Θεός πράγματι μου έδωσε σημάδι—αλλά όχι με τον τρόπο που περίμενα. Ήταν προς το τέλος του 1973. Χτύπησε την πόρτα μας ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά, κι επειδή η μητέρα μου είχε βγει για ψώνια, άνοιξα την πόρτα εγώ και άκουσα αυτά που είχε να πει. Στο τέλος της κουβέντας μας, μου πρόσφερε το βιβλίο Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή. Το πήρα αμέσως, γιατί εκείνο τον καιρό ήμουν πρόθυμος να διαβάσω οτιδήποτε. Διάβασα ολόκληρο το βιβλίο το ίδιο εκείνο απόγευμα. Τα περιεχόμενά του πραγματικά με εξέπληξαν, και ιδιαίτερα αυτά που αφορούσαν δυο Γραφικές απαγορεύσεις: τη χρήση εικόνων στη λατρεία και την κακή χρήση του αίματος.—Έξοδος 20:4, 5· Πράξεις 15:28, 29.
Ο Μάρτυρας ξανάρθε έπειτα από μια βδομάδα και ενώ εκείνος μου έδειχνε τι διδάσκει η Αγία Γραφή, εγώ του έδειχνα πώς κατάφερνα να ανάβω το τσιγάρο χρησιμοποιώντας μόνο τα πόδια μου! Μου πρότεινε μια δωρεάν εξαμηνιαία μελέτη της Αγίας Γραφής. Δέχτηκα αμέσως χωρίς να καταλάβω ότι αυτό ήταν στην πραγματικότητα το σημάδι που ζητούσα.
Άρχισα γρήγορα να αποκτώ γνώσεις από την Αγία Γραφή. Όμως, το να κάνω τις απαραίτητες αλλαγές στη ζωή μου για να γίνω αληθινός μαθητής του Χριστού ήταν κάτι τελείως διαφορετικό. Το μεγαλύτερό μου πρόβλημα ήταν η προσωπικότητά μου.
‘Η Γνώση Φουσκώνει’
Μια σύντομη εμπειρία μου θα δείξει πώς σκεφτόμουν. Είχαν ήδη περάσει έξι μήνες μελέτης της Αγίας Γραφής, όταν με επισκέφτηκε ένας περιοδεύων διάκονος των Μαρτύρων του Ιεχωβά και με ρώτησε πώς τα πήγαινα. «Τα πάω θαυμάσια. Έχω κιόλας μάθει απ’ έξω 500 Γραφικά εδάφια», απάντησα μ’ ένα αυτάρεσκο χαμόγελο γεμάτο ικανοποίηση. «Τι λες, 500 Γραφικά εδάφια;» επανέλαβε με κάποιο τόνο δυσπιστίας. «Μάλιστα, 500! Να κοιτάξτε, τα έχω γράψει όλα εδώ σ’ αυτό το σημειωματάριο», καυχήθηκα.
Εντυπωσιάστηκε και ρώτησε αν ήξερα το εδάφιο Παροιμίαι 18:1, ΜΝΚ. Αμέσως είπα το εδάφιο λέξη προς λέξη: ‘Εκείνος που απομονώνεται ζητάει την ιδιοτελή του επιθυμία· θα εναντιώνεται σε κάθε πρακτική σοφία’. Τότε με ρώτησε: «Το εφαρμόζεις αυτό το εδάφιο; Συναθροίζεσαι τακτικά μαζί με τους Χριστιανούς αδελφούς και τις Χριστιανές αδελφές σου;» «Ναι, και βέβαια», είπα, αφού οι αδελφοί της εκκλησίας είχαν την καλοσύνη να κάνουν ορισμένες διευθετήσεις για να μπορώ να παρακολουθώ τις συναθροίσεις.
Έπειτα από μια-δυο ερωτήσεις ο επισκέπτης μου είχε εξακριβώσει ότι πραγματικά ήξερα απ’ έξω όλα εκείνα τα εδάφια. Παράλληλα, διέκρινε ότι έδινα μεγαλύτερη προσοχή στην απόκτηση Γραφικής γνώσης απ’ ό,τι στην εφαρμογή αυτής της γνώσης στη ζωή μου. Μου υπενθύμισε το εδάφιο 1 Κορινθίους 8:1, ΜΝΚ: ‘Η γνώση φουσκώνει ενώ η αγάπη οικοδομεί’. Με βοήθησε να διακρίνω ότι χρειαζόταν να αλλάξω την προσωπικότητά μου.
Με τον καιρό έκοψα το κάπνισμα, βελτίωσα την εμφάνισή μου και έπαψα να διαβάζω ύλη που δεν ήταν εποικοδομητική. Τον Ιούνιο του 1975, δεκαοχτώ μήνες μετά την πρώτη φορά που μου έδωσαν μαρτυρία, βαφτίστηκα.
Υπερνικώντας την Περηφάνια μου
Όμως εξακολουθούσα να μην έχω καταπνίξει την περηφάνια μου. Οι περιστάσεις μου μού επέτρεπαν να μελετάω τρεις με τέσσερις ώρες τη μέρα, και σύντομα απέκτησα πάρα πολλές γνώσεις από την Αγία Γραφή, τις οποίες έψαχνα ευκαιρίες να τις επιδεικνύω. Ορισμένοι Μάρτυρες της εκκλησίας στην οποία ανήκω, άρχισαν να έρχονται σ’ εμένα για τα Γραφικά ερωτήματα που είχαν ή ακόμα και για τα προσωπικά τους προβλήματα. Με μεγάλη μου χαρά χρησιμοποιούσα την ικανότητά μου να βοηθώ άλλους, αλλά μερικές φορές γινόταν κι αυτό αιτία να κολακεύεται η ματαιοδοξία μου.
Με τον καιρό η περηφάνια μου γινόταν λιγότερο φανερή. Κάθε φορά που καταλάβαινα ότι εκδήλωνα πνεύμα περηφάνιας, προσευχόμουν στον Ιεχωβά και του ζητούσα να με βοηθήσει. Ζητούσα ιδιαίτερα να με βοηθήσει να έχω το σωστό κίνητρο: να βοηθάω τους άλλους με τις γνώσεις μου κι όχι να δοξάζω τον εαυτό μου.
Πηγή Πραγματικής Ευτυχίας
Έγινε πηγή πραγματικής ευτυχίας το να δίνω μαρτυρία στον καθένα με τον οποίο ερχόμουν σε επαφή. Το ότι μετέδιδα σε άλλους αυτά που είχα μάθει, όχι μόνο μου έδινε βαθιά ικανοποίηση, αλλά και με έβγαζε από το καβούκι μου, στο οποίο είχα κλειστεί, και μου έδινε τη δύναμη να κάνω παρέα με άλλους και να προσφέρω τη βοήθειά μου σε μερικούς απ’ αυτούς. Ιδιαίτερα με ευχαριστούσε που βοηθούσα κάποιον ηλικιωμένο ο οποίος είχε προβλήματα παρόμοια με τα δικά μου.
Τον είχα πρωτογνωρίσει ενώ έδινα μαρτυρία σε δυο άντρες στο δρόμο. Στη διάρκεια της συζήτησής μας παρατήρησα έναν άντρα που περπατούσε με δεκανίκια και ο οποίος περνούσε κάθε λίγο και λιγάκι. Κάθε φορά που περνούσε κοντοστεκόταν για λίγο, σαν να ήθελε να ακούσει τι λέγαμε. Τελικά, σταμάτησε μπροστά μου και με ρώτησε: «Είναι αλήθεια όλα αυτά που λένε για έναν παγκόσμιο Κατακλυσμό;» Του απάντησα καταφατικά και στη συνέχεια του εξήγησα τη σημασία του Κατακλυσμού για μας σήμερα. Αργότερα, αυτός άρχισε να μελετάει την Αγία Γραφή μαζί μου.
Παρά την ηλικία του και τα σωματικά του προβλήματα, έκανε πρόοδο και εφάρμοσε την Αγία Γραφή στη ζωή του. Βαφτίστηκε σε ηλικία 80 χρονών. Η γυναίκα του, που τον κορόιδευε στην αρχή, βαφτίστηκε σε ηλικία 85 χρονών.
Το ότι μπορώ και προσφέρω τη βοήθειά μου σ’ εκείνους που έχουν ειδικές ανάγκες ή που χρειάζονται βοήθεια με άλλους τρόπους με κάνει να ξεχνάω πιο εύκολα τις δικές μου δυσκολίες. Συνολικά, έχω κατορθώσει να βοηθήσω δέκα ανθρώπους να γνωρίσουν την αλήθεια του Λόγου του Θεού. Αυτό αποτελεί πραγματική πηγή ενθάρρυνσης για μένα.
Η Περηφάνια μου Εξαλείφεται
Το πιο σπουδαίο είναι που διαπίστωσα ότι η σωματική αναπηρία δεν σε εμποδίζει να βρεις την ευτυχία στη ζωή. Το ότι γνώρισα τον Δημιουργό με έχει βοηθήσει να είμαι ρεαλιστής και να αντιμετωπίζω τα «κουσούρια» μου, περιλαμβανομένης και της περηφάνιας μου. Προσπαθώ όσο είναι δυνατό να ζω κανονική ζωή. Τώρα μπορώ να συντηρώ από οικονομικής άποψης τον εαυτό μου, πράγμα που μου χαρίζει μεγάλη ικανοποίηση. Η υπηρεσία μου ως πρεσβυτέρου στην τοπική εκκλησία μού δίνει χαρά, και προσπαθώ να συμμετέχω δραστήρια στο κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας. (Μάρκος 13:10) Αναμφίβολα, το να μπορώ να βοηθώ άλλους είναι αυτό που μου δίνει τη μεγαλύτερη ευτυχία. Παράλληλα έχω μάθει να επιζητώ τη δόξα του Ιεχωβά και όχι τη δική μου.—Λουκάς 17:10.—Όπως το αφηγήθηκε ο Χοσέ Μαρτέν Πέρεζ.
[Εικόνα στη σελίδα 15]
Κηρύττοντας στο δρόμο με τη βοήθεια ενός άλλου Μάρτυρα