Οι Αυστραλοί Αβορίγινες—Ένας Μοναδικός Λαός
Από τον ανταποκριτή του Ξύπνα! στην Αυστραλία
Η ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ μπορεί να περιγραφτεί ως μοναδική, με το μεγαλόπρεπο μαρσιποφόρο της, το καγκουρό, και το χαριτωμένο κοάλα της, το οποίο νιώθει σαν στο σπίτι του όταν κουρνιάζει ψηλά στους άφθονους ευκάλυπτους. Οι αρχικοί έποικοι, όμως, που είναι γνωστοί ως Αυστραλοί Αβορίγινες, είναι ακόμη πιο ασυνήθιστοι από τη χώρα.
Η λέξη «Αβορίγινας» δεν χρησιμοποιείται με υποτιμητική έννοια. Προέρχεται από τις δυο λατινικές λέξεις αμπ ορίτζινε, που σημαίνουν «από την αρχή». Αυτοί οι αρχικοί, αυτόχθονες κάτοικοι της Αυστραλίας είναι γνωστοί ως Αβορίγινες—λέξη πού γράφεται με κεφαλαίο Α για να ξεχωρίσουν από τους αρχικούς κατοίκους άλλων χωρών.
Όταν έφτασαν οι πρώτοι Ευρωπαίοι έποικοι προς το τέλος του 18ου αιώνα, ο πληθυσμός των Αβοριγίνων υπολογιζόταν σε 300.000. Διακόσια χρόνια αργότερα, μια απογραφή του 1991 απαριθμεί λιγότερους από 230.000 Αβορίγινες ενώ ο συνολικός πληθυσμός της Αυστραλίας είναι σχεδόν 17 εκατομμύρια.
Ποιοι είναι αυτοί οι αρχικοί κάτοικοι της Αυστραλίας; Από πού ήρθαν; Γιατί μπορούν να περιγραφτούν ως μοναδικοί; Και τι ελπίδα για το μέλλον έχουν τώρα πολλοί από αυτούς;
Αρχική Ζωή στην Αυστραλία
Οι περισσότεροι ανθρωπολόγοι συμφωνούν ότι οι Αυστραλοί Αβορίγινες αρχικά ήρθαν από την Ασία. Αυτοί πιθανότατα πραγματοποίησαν το τελικό στάδιο της μετανάστευσής τους με σχεδίες ή βάρκες από τη νοτιοανατολική Ασία και αποβιβάστηκαν στη βόρεια ακτή της Αυστραλίας. «Δεν ήταν ακριβώς νομάδες», επισήμανε ο Μάλκομ Ντ. Πρέντις στο βιβλίο του Μια Μελέτη σε Μαύρο και Άσπρο (A Study in Black and White), «αλλά μάλλον ημινομαδικοί πληθυσμοί: δηλαδή, κατασκήνωναν σε διαφορετικούς προσωρινούς καταυλισμούς μέσα στη δική τους προσδιορισμένη περιοχή».
Οι Αβορίγινες διακρίνονταν όσον αφορά την προστασία και τη φροντίδα του περιβάλλοντος. Μια Αβοριγινή εξήγησε: «Εμείς καλλιεργούσαμε τη γη μας, αλλά με τρόπο διαφορετικό από εκείνον των λευκών. Εμείς πασχίζαμε να ζήσουμε μαζί με τη γη· αυτοί φαινόταν να ζουν σε βάρος της. Με δίδαξαν να προστατεύω, ποτέ να μην καταστρέφω».
Ο Πρέντις συμφωνεί: «Η καλή κατάσταση της χλωρίδας και της πανίδας και η καλή κατάσταση της ομάδας των Αβοριγίνων ήταν συνδεδεμένες: ευημερία για το ένα σήμαινε ευημερία για το άλλο. Αυτό ήταν πρακτικό: για παράδειγμα, η αύξηση των καγκουρό σήμαινε καλύτερα αποθέματα τροφής για τους Αβορίγινες αλλά η θανάτωση πάρα πολλών καγκουρό μακροπρόθεσμα δεν ήταν καλή για τους Αβορίγινες».
Οι Αβορίγινες επίσης υπερείχαν με άλλους τρόπους. Ο γλωσσολόγος Ρ. Μ. Γ. Ντίξον παρατήρησε στο βιβλίο του Οι Γλώσσες της Αυστραλίας (The Languages of Australia): «Σε σχέση, όμως, με την κοινωνική οργάνωση, οι Ευρωπαίοι είναι αυτοί που φαίνονται πρωτόγονοι αν συγκριθούν με τους Αβορίγινες Αυστραλούς· όλες οι αυστραλιανές φυλές είχαν λεπτομερή και πολύ κατανοητά συστήματα συγγένειας με ακριβείς κανόνες για τη δυνατότητα γάμου και για τον καθορισμό των ρόλων σε κάθε είδους κοινωνική περίσταση».
Μουσική και Κυνήγι
Μόνο οι Αβορίγινες έχουν ένα μουσικό όργανο που ονομάζεται ντιτζεριντού. Αυτή η λέξη κατά γράμμα σημαίνει «μπάσος σωλήνας», πράγμα που περιγράφει κατάλληλα τον ήχο τον οποίο αυτό παράγει. Αντί να παίζει τη μελωδία, το ντιτζεριντού βγάζει ένα είδος μπάσου και ρυθμού για τελετουργικές συγκεντρώσεις και νυχτερινούς χορούς οι οποίοι είναι γνωστοί ως κορομπορί. Το όργανο συνήθως δίνει μια μπάσα υπόκρουση για έναν τραγουδοποιό που χτυπάει ραβδιά μεταξύ τους.
Τα ντιτζεριντού φτιάχνονται από προσεκτικά διαλεγμένα κούφια κλαδιά δέντρων. Το πιο συνηθισμένο μήκος είναι από 90 εκατοστά ως 1,5 μέτρο, αλλά μερικά όργανα φτάνουν τα 4,5 μέτρα σε μήκος. Συνήθως η μια άκρη του οργάνου στηρίζεται στο έδαφος ενώ ο εκτελεστής που είναι καθιστός φυσάει από την άλλη άκρη, την οποία κρατάει στο στόμα του και με τα δυο του χέρια.
Εφόσον ο βαθύς, αντηχητικός ήχος του οργάνου είναι συνεχής, ο εκτελεστής πρέπει να φυσάει στην άκρη που έχει το επιστόμιο και ταυτόχρονα να εισπνέει φρέσκο αέρα από τα ρουθούνια του χωρίς να διακόπτει τον ήχο. Αυτή είναι μια τεχνική παρόμοια με εκείνη που πρέπει να κατέχει ο μουσικός που παίζει τούμπα. Αυτή η τεχνική είναι γνωστή σε όσους παίζουν αερόφωνα όργανα ως κυκλική αναπνοή και είναι μια τεχνική που δεν είναι εύκολο να τη μάθει κάποιος.
Για το κυνήγι, οι Αβορίγινες χρησιμοποιούν επιδέξια κάτι άλλο που είναι μοναδικό—το μπούμερανγκ. Αυτό εξελίχτηκε ως κυνηγετικό εργαλείο και πολεμικό όπλο μεταξύ των Αβοριγίνων. Αλλά για πολλούς τουρίστες σήμερα, αυτό έχει γίνει άλλο ένα πασίγνωστο σύμβολο της Αυστραλίας. Τα πιο γνωστά μπούμερανγκ είναι καμπύλα όπλα που επιστρέφουν σε αυτόν που τα ρίχνει, αν τα ρίξει σωστά. Ωστόσο, υπάρχουν και μερικά είδη που δεν επιστρέφουν σε αυτόν που τα στέλνει. Αυτά είναι ακριβέστερα γνωστά ως κάιλι, δηλαδή φονικά ραβδιά.
Τέχνη των Αβοριγίνων
Κατ’ αρχάς, ο πολιτισμός των Αβοριγίνων δεν είχε καμιά γραπτή μορφή επικοινωνίας. Έτσι, ο Κέβιν Γκίλμπερτ, Αβορίγινας ποιητής και καλλιτέχνης, εξήγησε: ‘Η τέχνη ήταν η πιο αποτελεσματική γλώσσα επικοινωνίας για τους Αβορίγινες και η γενικότερα κατανοητή’. Αυτός ισχυρίστηκε: «Η τέχνη είναι αποτελεσματικότερη μορφή επικοινωνίας από το γραπτό λόγο και έχει περισσότερη σπουδαιότητα από αυτόν».
Συνεπώς, η μέσω τέχνης επικοινωνία, που περιλάμβανε οπτική επαφή και εκτέλεση, συνδέθηκε άρρηκτα με τον τρόπο ζωής των Αβοριγίνων. Αυτό σήμαινε ότι η τέχνη τους εξυπηρετούσε δυο σκοπούς: Παρείχε έναν τρόπο ενίσχυσης της προφορικής επικοινωνίας και επίσης χρησίμευε ως βοήθημα για την επαναφορά στη μνήμη αφηγήσεων σχετικών με την ιστορία της φυλής και παραδοσιακών θρησκευτικών ζητημάτων.
Επειδή δεν είχαν μουσαμά, χαρτί και τα παρόμοια, οι Αβορίγινες ζωγράφισαν τα έργα τους σε βράχους, σε σπηλιές και σε φλοιούς δέντρων. Η επικράτηση των χρωμάτων της γης είναι εμφανής σε όλα τα έργα τους. Χρησιμοποιούσαν χρώματα που κυριαρχούσαν στην περιοχή όπου δημιουργούσαν τις ζωγραφιές. Οι μπογιές φτιάχνονταν από υλικά της γης.
Πιθανότατα το πιο ασυνήθιστο χαρακτηριστικό της τέχνης τους είναι ότι σχεδόν όλες οι ζωγραφιές αποτελούνται από κουκκίδες και γραμμές. Ακόμη και το φόντο, που αρχικά μπορεί να φαίνεται ως ένα χρώμα, αν εξεταστεί πιο προσεκτικά αποκαλύπτει ένα περίτεχνο σχέδιο κουκκίδων με διαφορετικά χρώματα.
Μια παρουσίαση κάποιου εργαστηρίου με τίτλο Πώληση Τέχνης Αβοριγίνων στη Δεκαετία του 1990 (Marketing Aboriginal Art in the 1990s) αναφέρει ότι στη δεκαετία του 1980 «η τέχνη των Αβοριγίνων . . . έκανε το απότομο άλμα από την ‘εθνογραφική τέχνη’ σε ‘εμπορική καλή τέχνη’». Άλλοι μιλούν για τη ζήτηση που έχουν αυτές οι ακριλικές ζωγραφιές με κουκκίδες και εγκωμιάζουν την αύξηση της δημοτικότητάς τους.
Γλώσσες των Αβοριγίνων
Οι λευκοί Αυστραλοί γενικά έχουν εσφαλμένες αντιλήψεις για τις γλώσσες των Αβοριγίνων. Μερικοί, για παράδειγμα, πιστεύουν ότι υπήρχε μόνο μια γλώσσα Αβοριγίνων και ότι ήταν πολύ πρωτόγονη, καθώς αποτελούνταν μόνο από λίγα γρυλίσματα και βογκητά. Αλλά τίποτε δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια!
Στην πραγματικότητα, κάποτε υπήρχαν 200 ως 250 γλώσσες Αβοριγίνων, όπως υπολογίζεται. Ωστόσο, οι μισές και πλέον από αυτές έχουν εκλείψει. Σήμερα μόνο 50 περίπου από αυτές τις γλώσσες μιλιούνται από ομάδες 100 ή περισσότερων Αβοριγίνων. Και ο αριθμός των γλωσσών των Αβοριγίνων που μιλιούνται από 500 ή περισσότερα άτομα είναι τώρα μικρότερος από 20.
Αντί να είναι πρωτόγονη, η καθομιλουμένη γλώσσα των Αβοριγίνων είναι πολύ ανεπτυγμένη από γραμματική άποψη. Στο βιβλίο του Οι Γλώσσες της Αυστραλίας, ο καθηγητής Ντίξον έγραψε: «Δεν υπάρχει καμιά γλώσσα, από τις 5.000 περίπου γλώσσες που μιλιούνται σε όλο τον κόσμο σήμερα, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ‘πρωτόγονη’. Κάθε γνωστή γλώσσα έχει μια περίπλοκη δομή, ώστε η περιγραφή των κυρίων σημείων της γραμματικής της απαιτεί αρκετές εκατοντάδες σελίδες· το καθημερινό λεξιλόγιο κάθε γλώσσας αποτελείται από χιλιάδες λέξεις».
Ο Μπάρι Τζ. Μπλέικ έγραψε σε παρόμοιο τόνο για τις γλώσσες των Αβοριγίνων: «Είναι πολύ ανεπτυγμένα εργαλεία επικοινωνίας· η καθεμιά είναι τόσο επαρκής για την περιγραφή των εμπειριών των Αβοριγίνων όσο είναι και η αγγλική ή η γαλλική γλώσσα για την περιγραφή των εμπειριών των Ευρωπαίων». Υποστηρίζοντας αυτό το συμπέρασμα, ο Αβορίγινας δημοσιογράφος Γκαλάργουαϊ Γιουνουπίνγκου δήλωσε: «Πολύ λίγοι λευκοί έχουν προσπαθήσει να μάθουν τη γλώσσα μας, και η αγγλική γλώσσα δεν μπορεί να περιγράψει τη σχέση μας με τη γη των προγόνων μας».
Το 19ο αιώνα μεταφράστηκαν αποσπάσματα της Αγίας Γραφής σε δυο γλώσσες των Αβοριγίνων. Το Ευαγγέλιο του Λουκά μεταφράστηκε στη γλώσσα αουαμπακάλ και μέρη της Γένεσης, της Εξόδου και του Ευαγγελίου του Ματθαίου μεταφράστηκαν στη γλώσσα ναρινιέρι. Είναι ενδιαφέρον το ότι αυτές οι μεταφράσεις απέδωσαν το όνομα του Παντοδύναμου Θεού ως «Γιεχόα» και «Τζεχόβα», με παραλλαγές στο όνομα ανάλογα με τη σύνταξη που απαιτούσε η γλώσσα.
Σήμερα, δίνεται μεγάλη έμφαση στην αποκατάσταση των γλωσσών των Αβοριγίνων και στη δημιουργία μεγαλύτερης ενημέρωσης του πληθυσμού της Αυστραλίας που δεν είναι Αβορίγινες γύρω από την αξία, τον πλούτο και την ομορφιά αυτών των γλωσσών. Συνεπώς, πολλοί ικανοποιήθηκαν όταν έμαθαν ότι ο Αυστραλός υπουργός για Ζητήματα Αβοριγίνων έχει εξουσιοδοτήσει την παραγωγή λεξικών σε 40 γλώσσες των Αβοριγίνων. Αυτό θα περιλάβει όχι μόνο αυτές που μιλιούνται σήμερα αλλά, επίσης, πολλές που δεν χρησιμοποιούνται πια και για τις οποίες πρόκειται να γίνει έρευνα σε αρχεία και άλλες ιστορικές πηγές.
Ανταπόκριση σε μια Μεγαλειώδη Ελπίδα
Όταν οι λευκοί ήρθαν στην Αυστραλία στα τέλη του 18ου αιώνα, αυτοί σχεδόν αφάνισαν τον ντόπιο πληθυσμό. Ωστόσο, σήμερα υπάρχουν αρκετές αγροτικές κωμοπόλεις στις οποίες υπάρχει μεγάλο ποσοστό Αβορίγινων κατοίκων, και υπάρχουν ακόμη μερικές κοινότητες που αποτελούνται μόνο από Αβορίγινες, κυρίως σε περιοχές της ενδοχώρας. Η ζωή για αυτούς τους ανθρώπους συχνά είναι ζοφερή. «Δεν ανήκουμε πλέον στο παρελθόν», έγραψε μια Αβοριγινή, «ούτε έχουμε ικανοποιητική θέση στο παρόν». Αλλά πρόσθεσε: «Το μέλλον επιφυλάσσει ελπίδα για πολλούς από εμάς».
Ο λόγος για αυτό είναι ότι πολλοί από τους αρχικούς κατοίκους της Αυστραλίας τώρα χαίρονται που διαβάζουν στην Αγία Γραφή—ίσως στη δική τους γλώσσα—ότι σύντομα δεν θα υπάρχουν πια οι πονηροί και ότι η γη θα επιστραφεί στους ανθρώπους που θα τη φροντίζουν καλά. (Ψαλμός 37:9-11, 29-34· Παροιμίαι 2:21, 22) Η Βασιλεία του Θεού θα το επιτελέσει αυτό. Αυτή η Βασιλεία, για την οποία ο Ιησούς Χριστός μας δίδαξε να προσευχόμαστε, είναι μια πραγματική ουράνια κυβέρνηση. (Ματθαίος 6:9, 10) Πολλοί Αβορίγινες, άντρες και γυναίκες, είναι τώρα απασχολημένοι καθώς λένε σε άλλους για τις μεγαλειώδεις ευλογίες που πρόκειται να φέρει η Βασιλεία του Θεού στους ανθρώπους.—Αποκάλυψη 21:3, 4.
Μια Αβοριγινή εξήγησε αναφορικά με πολλούς από τους Αυστραλούς συμπατριώτες της: «Αυτοί διακρίνουν ότι η άποψη που έχουν οι λευκοί, οι Αβορίγινες και οι περισσότεροι άλλοι άνθρωποι στη γη είναι εσφαλμένη. Σύμφωνα με αυτή την άποψη η Αυστραλία ανήκει δικαιωματικά στους Αβορίγινες επειδή την ανακάλυψαν αρχικά ή ανήκει δικαιωματικά στους λευκούς επειδή την κατέκτησαν. Καμιά δεν είναι αληθινή. Η Αυστραλία ανήκει δικαιωματικά στον Ιεχωβά Θεό επειδή τη δημιούργησε».—Αποκάλυψη 4:11.
Πράγματι, ο Δημιουργός μας, ο Ιεχωβά Θεός, είναι ο ιδιοκτήτης της Αυστραλίας και όλης της υπόλοιπης γης. Σε εκπλήρωση της προσευχής την οποία δίδαξε ο Ιησούς, η Βασιλεία του Θεού θα έρθει, και ολόκληρη η γη θα μετατραπεί σε παγγήινο παράδεισο που θα κατοικείται από ανθρώπους όλων των φυλών και των εθνικοτήτων, οι οποίοι αγαπούν και υπηρετούν τον αληθινό Θεό.
[Εικόνα στη σελίδα 17]
Το ντιτζεριντού είναι ένα μουσικό όργανο που το έχουν μόνο οι Αβορίγινες
[Εικόνα στη σελίδα 17]
Ένα δείγμα της τέχνης των Αβοριγίνων
[Ευχαριστίες]
By Courtesy of Australian Overseas Information Service
[Εικόνα στη σελίδα 18]
Πολλοί Αβορίγινες τώρα μεταδίδουν σε άλλους τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού