Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Τρίτο: ‘Διακυβέρνηση από τους Καλύτερους’—Είναι Πραγματικά η Καλύτερη;
Αριστοκρατία: διακυβέρνηση από τους ευγενείς, από μια προνομιούχα μειοψηφία ή από μια τάξη εκλεκτών που πιστεύεται ότι έχουν τα καλύτερα προσόντα για να κυβερνούν· ολιγαρχία: διακυβέρνηση από τους λίγους, είτε από άτομα είτε από οικογένειες, συχνά για διεφθαρμένους ή ιδιοτελείς σκοπούς.
ΦΑΙΝΕΤΑΙ λογικό ότι η καλύτερη μορφή κυβέρνησης θα μπορούσε να υπάρξει αν την αποτελούσαν οι καλύτεροι άνθρωποι. Οι ‘καλύτεροι’ έχουν πάρει πιο αξιόλογη εκπαίδευση, διαθέτουν πιο πολλά προσόντα και είναι πιο ικανοί—λέει το επιχείρημα—και ως εκ τούτου είναι σε καλύτερη θέση να ηγούνται των άλλων. Μια αριστοκρατική κυβέρνηση που έχει ως επικεφαλής μια τέτοια τάξη εκλεκτών μπορεί να πάρει διάφορες μορφές: για παράδειγμα, κυβέρνηση από τους πλουσίους, δηλαδή πλουτοκρατία· κυβέρνηση από τον κλήρο, δηλαδή θεοκρατία· ή κυβέρνηση από τους κρατικούς λειτουργούς, δηλαδή γραφειοκρατία.
Σε πολλές πρωτόγονες κοινωνίες, που κυβερνούνταν από τους πρεσβυτέρους ή τους αρχηγούς των φυλών, επικρατούσε η αριστοκρατία. Κατά καιρούς, η Ρώμη, η Αγγλία και η Ιαπωνία, για να αναφέρουμε μόνο τρεις, είχαν όλες τους αριστοκρατικές κυβερνήσεις. Στην αρχαία Ελλάδα, η λέξη «αριστοκρατία» χρησιμοποιούνταν σε σχέση με τις πόλεις-κράτη, ή απλώς πόλεις, στις οποίες κυβερνούσε μια μικρή ομάδα. Συχνά, μερικές εξέχουσες οικογένειες μοιράζονταν την εξουσία. Όμως, σε μερικές περιπτώσεις, μεμονωμένες οικογένειες καταλάμβαναν την εξουσία παράνομα και εγκαθιστούσαν μια πιο τυραννική μορφή διακυβέρνησης.
Όπως και άλλες ελληνικές πόλεις-κράτη, η Αθήνα είχε αρχικά αριστοκρατικό πολίτευμα. Αργότερα, καθώς οι πολιτιστικές αλλαγές εξασθένισαν τις ταξικές διακρίσεις και διέσπασαν την ενότητά της, η πόλη πήρε δημοκρατική μορφή. Η Σπάρτη, από την άλλη μεριά, που κατά τα λεγόμενα ιδρύθηκε τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ., κυβερνιόταν από μια στρατιωτική ολιγαρχία. Αυτή η πόλη σύντομα άρχισε να ανταγωνίζεται την Αθήνα, που ήταν πολύ αρχαιότερη, και οι δυο πόλεις αγωνίστηκαν για να κυριαρχήσουν στον ελληνικό κόσμο της εποχής τους. Έτσι, η διακυβέρνηση από τους πολλούς, που επικρατούσε στην Αθήνα, ήρθε σε σύγκρουση με τη διακυβέρνηση από τους λίγους, που επικρατούσε στη Σπάρτη. Βέβαια, η διαμάχη τους ήταν περίπλοκη και περιελάμβανε περισσότερα πράγματα, κι όχι απλώς μια διαφωνία σχετικά με το θέμα της διακυβέρνησης.
Ένα Ευγενές Ιδεώδες Εκφυλίζεται
Οι πολιτικές διαφορές ήταν συχνά το θέμα των φιλοσοφικών συζητήσεων ανάμεσα στους Έλληνες φιλόσοφους. Ο Αριστοτέλης, πρώην μαθητής του Πλάτωνα, έκανε μια διάκριση ανάμεσα στις αριστοκρατίες και στις ολιγαρχίες. Όρισε τη γνήσια αριστοκρατία ως καλή μορφή κυβέρνησης, ως ευγενές ιδεώδες που έδινε τη δυνατότητα σε άτομα με ιδιαίτερες ικανότητες και υψηλές ηθικές αρχές να αφιερώσουν τον εαυτό τους στην υπηρεσία του κοινού, προς όφελος των άλλων. Αλλά όταν ήταν επικεφαλής μια καταπιεστική και ιδιοτελής τάξη εκλεκτών, η γνήσια αριστοκρατία αλλοιωνόταν και γινόταν άδικη ολιγαρχία. Ο Αριστοτέλης πίστευε πως αυτή ήταν μια εκφυλισμένη μορφή κυβέρνησης.
Ενώ υποστήριζε τη διακυβέρνηση από ‘τους καλύτερους’, ο Αριστοτέλης παραδέχτηκε ότι ο συνδυασμός της αριστοκρατίας με τη δημοκρατία προφανώς θα έφερνε τα επιθυμητά αποτελέσματα, μια ιδέα που εξακολουθεί να φαίνεται ελκυστική σε μερικούς πολιτικούς στοχαστές. Μάλιστα, οι αρχαίοι Ρωμαίοι συνδύασαν πράγματι αυτές τις δυο μορφές κυβέρνησης με αρκετή επιτυχία. «Η πολιτική [στη Ρώμη] ήταν υπόθεση όλων», λέει Ο Άτλας Κόλινς της Παγκόσμιας Ιστορίας (The Collins Atlas of World History). Παρ’ όλα αυτά, συγχρόνως, «οι πλουσιότεροι πολίτες και αυτοί που ήταν αρκετά τυχεροί ώστε να ανήκουν σε οικογένεια ευγενών σχημάτισαν μια ολιγαρχία, η οποία μοίραζε στα μέλη της τα αξιώματα του δικαστή, του στρατιωτικού αρχηγού και του ιερέα».
Ακόμη και στα τέλη του μεσαίωνα και στις αρχές της σύγχρονης εποχής, τα ευρωπαϊκά αστικά κέντρα συνδύαζαν δημοκρατικά και αριστοκρατικά στοιχεία στην κυβέρνησή τους. Η Κόλιερς Ενσαϊκλοπίντια (Collier’s Encyclopedia) λέει: «Η εξαιρετικά συντηρητική Βενετική Δημοκρατία, που τελικά την ανέτρεψε ο Ναπολέων, αποτελεί το κλασικό παράδειγμα μιας τέτοιας ολιγαρχίας· αλλά οι Ελεύθερες Πόλεις της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι πόλεις της Χανσεατικής Ένωσης, και οι προνομιούχες πόλεις της Αγγλίας και της δυτικής Ευρώπης φανερώνουν τις ίδιες γενικές τάσεις προς την αυστηρή ολιγαρχική εξουσία που ασκείται από μια σχετικά μικρή αλλά περήφανη και πολύ καλλιεργημένη τάξη πατρικίων [αριστοκρατία]».
Έχει υποστηριχτεί, και υπάρχει κάποια αιτιολογία γι’ αυτό, ότι όλες οι κυβερνήσεις έχουν αριστοκρατική μορφή, εφόσον όλες τους προσπαθούν να τοποθετούν σε υπεύθυνες θέσεις τους ανθρώπους που έχουν τα καλύτερα προσόντα. Η αντίληψη για μια άρχουσα τάξη έχει χρησιμεύσει για να ενισχύσει αυτή την άποψη. Γι’ αυτό, μια εγκυκλοπαίδεια συμπεραίνει: «Οι όροι άρχουσα τάξη και η τάξη των εκλεκτών γίνονται συνώνυμοι, για να περιγράψουν ως αληθινό αυτό που ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης υποστήριζαν ότι είναι ιδεώδες».
Η Αναζήτηση ‘των Καλύτερων’
Αιώνες προτού κάνουν την εμφάνισή τους αυτοί οι Έλληνες φιλόσοφοι, μια φεουδαρχική κοινωνία (που βασιζόταν σε φεουδάρχες και υποτελείς) έφερε κάποια σταθερότητα και ειρήνη στην αρχαία Κίνα, υπό το βασιλικό οίκο των Τσου. Αλλά μετά το 722 Π.Κ.Χ., στη διάρκεια της περιόδου που ονομάζεται Τσ’ ουν-Τσ’ ιού, το φεουδαρχικό σύστημα σταδιακά εξασθένησε. Στο τελευταίο μέρος αυτής της περιόδου εμφανίστηκε μια νέα τάξη εκλεκτών, η οποία αποτελούνταν από άτομα που πριν ανήκαν στη μεσαία τάξη και υπηρετούσαν σε σπίτια φεουδαρχών, καθώς και από τους απογόνους των παλιών ευγενών. Μέλη αυτής της καινούριας τάξης εκλεκτών τοποθετήθηκαν σε θέσεις-κλειδιά της κυβέρνησης. Ο Κομφούκιος, ο πασίγνωστος Κινέζος σοφός, όπως επισημαίνει Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica), τόνισε ότι «η ικανότητα και η ηθική υπεροχή, και όχι η καταγωγή, ήταν αυτά που έκαναν έναν άνθρωπο κατάλληλο για ηγεσία».
Αλλά στην Ευρώπη, πάνω από δυο χιλιάδες χρόνια αργότερα, η διαδικασία της εκλογής των εκλεκτών, αυτών που είχαν τα καλύτερα προσόντα για να κυβερνούν, είχε ελάχιστη σχέση με την ‘ικανότητα και την ηθική υπεροχή’. Ο καθηγητής του Χάρβαρντ, Καρλ Τζ. Φρίντριχ, σημειώνει ότι «η επιλογή των εκλεκτών στην αριστοκρατική Αγγλία του δέκατου όγδοου αιώνα βασιζόταν κυρίως στην καταγωγή και στα πλούτη. Το ίδιο αλήθευε και για τη Βενετία». Ο ίδιος προσθέτει: «Σε μερικές χώρες, όπως στην Πρωσία του δέκατου όγδοου αιώνα, η επιλογή των εκλεκτών βασιζόταν στην καταγωγή και στη στρατιωτική ανδρεία».
Η ιδέα ότι οι καλές ιδιότητες των ‘ανθρώπων που είναι καλύτεροι’ μεταβιβάζονται στους απογόνους τους, εξηγεί τις συνήθειες που ακολουθούσαν σχετικά με το γάμο τους οι μονάρχες σε περασμένες εποχές. Στη διάρκεια του Μεσαίωνα, επικρατούσε η ιδέα της βιολογικής ανωτερότητας. Ο γάμος με κάποιον κοινό θνητό ισοδυναμούσε με νόθευση της αριστοκρατικότητας της ομάδας και παράβαση του θεϊκού νόμου. Οι μονάρχες ήταν υποχρεωμένοι να παντρεύονται μόνο με άτομα ευγενούς καταγωγής. Αργότερα, αυτή η ιδέα της βιολογικής ανωτερότητας υποχώρησε μπροστά σε μια άποψη που βασιζόταν πιο πολύ στη λογική—στην άποψη ότι η ανωτερότητα βασίζεται στις καλύτερες ευκαιρίες, στην καλύτερη μόρφωση, στις καλύτερες ικανότητες ή στα καλύτερα επιτεύγματα.
Μια αρχή, γνωστή ως υποχρέωση των ευγενών, είχε σκοπό να εξασφαλίσει την επιτυχία των αριστοκρατιών. Αυτή η αρχή όριζε ότι «όσοι ανήκαν σε υψηλή κοινωνική τάξη ή ήταν ευγενούς καταγωγής είχαν την υποχρέωση να συμπεριφέρονται με αξιότιμο, γενναιόδωρο και υπεύθυνο τρόπο». Λόγω της «ανωτερότητάς» τους, αυτοί που είχαν ευγενή καταγωγή ήταν υποχρεωμένοι να υπηρετούν για τις ανάγκες των άλλων υπεύθυνα. Αυτή η αρχή υπήρχε σε αριστοκρατίες όπως αυτή της αρχαίας Σπάρτης, της οποίας οι πολεμιστές ήταν υποχρεωμένοι να βάζουν τα συμφέροντα των άλλων πάνω από τα δικά τους, καθώς και στην Ιαπωνία ανάμεσα στην πολεμική τάξη των σαμουράι.
Οι Αριστοκρατίες Αποδεικνύονται Ελλιπείς
Η ατέλεια της αριστοκρατικής διακυβέρνησης είναι εύκολο να εξηγηθεί. Στην αρχαία Ρώμη, μόνο άτομα ευγενούς καταγωγής, γνωστά ως πατρίκιοι, μπορούσαν να γίνουν μέλη της Ρωμαϊκής Συγκλήτου. Οι απλοί άνθρωποι, γνωστοί ως πληβείοι, δεν μπορούσαν. Αλλά τα μέλη της Συγκλήτου, αντί να είναι άντρες με ‘ικανότητα και ηθική υπεροχή’, όπως είχε απαιτήσει ο Κομφούκιος από τους κυβερνήτες, γίνονταν όλο και πιο διεφθαρμένα και καταπιεστικά άτομα. Το αποτέλεσμα ήταν η εμφύλια διαμάχη.
Παρά τις επανεμφανιζόμενες περιόδους βελτίωσης, η συγκλητική ολιγαρχία επικράτησε, τουλάχιστον μέχρι που ο Ιούλιος Καίσαρας εγκαθίδρυσε μια δικτατορία λίγα χρόνια πριν τον δολοφονήσουν το 44 Π.Κ.Χ. Μετά το θάνατό του, η αριστοκρατική διακυβέρνηση αποκαταστάθηκε, αλλά το 29 Π.Κ.Χ. αντικαταστάθηκε για μια ακόμα φορά. Η Κόλιερς Ενσαϊκλοπίντια εξηγεί: «Με την αύξηση της δύναμης, του πλούτου και της γεωγραφικής έκτασης της Ρώμης, η αριστοκρατία έγινε διεφθαρμένη ολιγαρχία και επειδή τα μέλη της έπαψαν να παίζουν σωστά το ρόλο τους στην κοινωνία, έχασαν το σεβασμό του κοινού. Η κατάρρευσή της εισήγαγε την απόλυτη μοναρχία».
Για τα επόμενα 1.200 χρόνια περίπου, οι αριστοκρατικές κυβερνήσεις, αν και ονομάζονταν μοναρχίες, αποτελούσαν τον κανόνα στην Ευρώπη. Αργότερα, πολλές πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές αλλαγές τροποποίησαν σταδιακά αυτό το σύστημα. Αλλά κατά τη διάρκεια ολόκληρης αυτής της περιόδου, η ευρωπαϊκή αριστοκρατία παρέμεινε ισχυρή, ικανή να διατηρεί τα εδάφη της και τον απόλυτο έλεγχο στα στρατιωτικά αξιώματα, ενώ παράλληλα γινόταν ακόμα πιο παρασιτική, σπάταλη, αλαζονική και επιπόλαιη.
Στη δεκαετία του 1780 η αριστοκρατία υπέστη ένα σοβαρό πλήγμα. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ της Γαλλίας, αφού βρέθηκε σε οικονομικές δυσκολίες, ικέτευσε τα μέλη της γαλλικής αριστοκρατίας να παραιτηθούν από μερικά οικονομικά τους προνόμια. Αλλά αντί να τον υποστηρίξουν, αυτοί εκμεταλλεύτηκαν τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε, ελπίζοντας να υποσκάψουν τη μοναρχία και να ανακτήσουν μερική από τη χαμένη τους δύναμη. «Δυσαρεστημένοι από το καθεστώς με το οποίο ο βασιλιάς κυβερνούσε το λαό, εκπροσωπώντας τους αριστοκράτες, αυτοί [οι αριστοκράτες] επιδίωξαν να εισαγάγουν ένα καθεστώς σύμφωνα με το οποίο οι ίδιοι οι αριστοκράτες θα κυβερνούσαν το λαό, εκπροσωπώντας τους αριστοκράτες», εξηγεί ο Χέρμαν Όζομπελ, καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Αυτή η στάση βοήθησε στην επίσπευση της Γαλλικής Επανάστασης του 1789.
Αυτά τα γεγονότα που συνέβησαν στη Γαλλία προκάλεσαν τεράστιες αλλαγές οι οποίες έγιναν αισθητές πολύ πιο πέρα από τα σύνορά της. Η αριστοκρατία έχασε τα ιδιαίτερα προνόμιά της, το φεουδαρχικό σύστημα καταργήθηκε, και υιοθετήθηκε μια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, καθώς και ένα σύνταγμα. Επιπρόσθετα, οι εξουσίες του κλήρου περιορίστηκαν δια νόμου.
Η διακυβέρνηση από τους λίγους—ακόμη και αν αυτοί οι λίγοι θεωρούνταν ‘οι καλύτεροι’—είχε ζυγιστεί στην πλάστιγγα από τους πολλούς και είχε ‘βρεθεί ελλιπής’.
Τελικά Βρίσκονται ‘οι Καλύτεροι’
Το ολοφάνερο γεγονός ότι ‘οι καλύτεροι’ δεν αποδεικνύονται πάντα αντάξιοι του χαρακτηρισμού αυτού επισημαίνει μια από τις μεγαλύτερες αδυναμίες της ‘διακυβέρνησης από τους καλύτερους’, δηλαδή, τη δυσκολία που υπάρχει στον καθορισμό του ποιοι είναι πράγματι ‘οι καλύτεροι’. Για να ανταποκριθεί κάποιος στις προϋποθέσεις προκειμένου να είναι ο καλύτερος σ’ ό,τι αφορά τα προσόντα για διακυβέρνηση, απαιτούνται περισσότερα από το να είναι απλώς πλούσιος, ευγενούς καταγωγής ή ικανός να δείξει στρατιωτική ανδρεία.
Δεν είναι δύσκολο να εξακριβωθεί ποιοι είναι οι καλύτεροι γιατροί, μάγειροι ή υποδηματοποιοί. Απλώς κρίνουμε την εργασία τους από τα προϊόντα τους. «Με το θέμα της κυβέρνησης, όμως, η κατάσταση δεν είναι εύκολη», σημειώνει ο καθηγητής Φρίντριχ. Η δυσκολία έγκειται στο ότι οι άνθρωποι διαφωνούν ως προς το πώς πρέπει να είναι μια κυβέρνηση και ως προς το τι πρέπει να κάνει. Επίσης, οι στόχοι που πρέπει να έχει η κυβέρνηση αλλάζουν συνεχώς. Έτσι, όπως λέει ο Φρίντριχ: «Παραμένει αρκετά αβέβαιο το ποιοι είναι οι εκλεκτοί».
Για να είναι η ‘διακυβέρνηση από τους καλύτερους’ πραγματικά η καλύτερη, η τάξη των εκλεκτών θα έπρεπε να εκλέγεται από κάποιον με υπερανθρώπινη γνώση και αλάθητη κρίση. Οι εκλεγμένοι θα έπρεπε να είναι άτομα με αδιάρρηκτη ηθική ακεραιότητα, απόλυτα αφοσιωμένοι στους αμετάβλητους στόχους της κυβέρνησής τους. Η προθυμία τους να βάζουν την ευημερία των άλλων πάνω από τη δική τους θα έπρεπε να είναι αδιαμφισβήτητη.
Η Αγία Γραφή δείχνει ότι ο Ιεχωβά Θεός έχει εκλέξει μια τέτοια ακριβώς τάξη—το Γιο του, τον Ιησού Χριστό, και μερικούς από τους πιστούς του ακολούθους—και τους έχει διορίσει να κυβερνήσουν σε όλη τη γη για χίλια χρόνια. (Λουκάς 9:35· 2 Θεσσαλονικείς 2:13, 14· Αποκάλυψις 20:6) Όχι ως άνθρωποι που κάνουν λάθη, αλλά ως αλάθητα και αθάνατα πνευματικά πλάσματα, ο Χριστός και οι συγκυβερνήτες του θα ευλογήσουν άφθονα τη γη με διαρκή ειρήνη, ασφάλεια και ευτυχία, αποκαθιστώντας το ανθρώπινο γένος σε τελειότητα. Μπορεί οποιαδήποτε ανθρώπινη διακυβέρνηση—ακόμα και μια ‘διακυβέρνηση από τους καλύτερους’—να προσφέρει τόσο πολλά;
[Πλαίσιο στη σελίδα 26]
Σύγχρονη Ολιγαρχία
«Ολιγαρχικές τάσεις . . . έχουν παρατηρηθεί σε όλες τις μεγάλες γραφειοκρατικές δομές των προηγμένων πολιτικών συστημάτων. Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα που υπάρχει στη σύγχρονη κοινωνία και στις κυβερνήσεις της δίνει ακόμα μεγαλύτερη εξουσία στους διοικητικούς υπαλλήλους και σε επιτροπές εμπειρογνωμόνων. Ακόμα και στα συνταγματικά πολιτεύματα, δεν έχει βρεθεί πλήρως ικανοποιητική απάντηση στο πώς μπορεί να ζητιέται ευθύνη απ’ αυτούς τους γραφειοκράτες που παίρνουν αποφάσεις, και στο πώς μπορούν να περιοριστούν αποτελεσματικά οι εξουσίες τους χωρίς, ταυτόχρονα, να τίθεται σε κίνδυνο η αποτελεσματικότητα και η λογικότητα της διαδικασίας λήψης πολιτικών αποφάσεων».—Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica).
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι ο συνδυασμός αριστοκρατίας και δημοκρατίας θα παρήγε το καλύτερο είδος κυβέρνησης
[Ευχαριστίες]
National Archaeological Museum, Athens