Ανάπτυξις Πνευματικών Συμφερόντων στη Μαλαισία
Η ΜΑΛΑΙΣΙΑ είναι μια χώρα με θερμές τροπικές ζούγκλες, παραγωγικούς ορυζώνες και μεγάλες φυτείες ελαστικού καουτσούκ, και κοκοφοινίκων. Υπάρχουν επίσης πολλά ορυχεία κασσιτέρου σ’ αυτή τη χώρα και, στην παράκτια περιοχή της, ανεκαλύφθη προσφάτως ακάθαρτο πετρέλαιο. Λέγεται ότι η Μαλαισία είναι μια από τις πιο γοργά αναπτυσσόμενες χώρες του Συνδέσμου των Εθνών της Νοτιο-Ανατολικής Ασίας. Ιδιαίτερα ενθαρρυντική για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, όμως, είναι η επέκτασις των πνευματικών συμφερόντων σ’ αυτή τη χώρα από μια πολύ μικρή έναρξι.
Το έργο των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά άρχισε εδώ στη δεκαετία του 1930. Μεταξύ των πρώτων Μαρτύρων που εγκατεστάθησαν στη Μαλάγια (τώρα Μαλαισία) ήταν ένα ζεύγος Ολλανδών-Κεϋλανέζων, ο Χάρις και η Φρέντα Φρανκ. Σε μια περιοδεία του το 1931, ένας αντιπρόσωπος της Εταιρίας Σκοπιά ήλθε σε επαφή μ’ αυτό το ζεύγος. Αργότερα, ένας συνταξιούχος στρατιωτικός, ο Τζίμμυ Τζαίημς, και η οικογένειά του ήλθαν από τις Ινδίες στη Σιγγαπούρη και άρχισαν να δίνουν μαρτυρία με ζήλο. Και αυτός επίσης ήλθε σε επαφή με την οικογένεια Φρανκ στην Κουάλα Λουμπούρ. Στη διάρκεια των επομένων λίγων ετών, αρκετοί σκαπανείς Μάρτυρες από την Αυστραλία και από αλλού, περιλαμβανομένης και της θαρραλέας ομάδος που χρησιμοποιούσε ως βάσι της το ιεραποστολικό πλοίο της Εταιρίας, το «Φωτοφόρον,» διέδωσαν το άγγελμα της Αγίας Γραφής. Επισκέφθηκαν τις φυτείες ελαστικού και τα ορυχεία κασσιτέρου, τις πόλεις και τα χωρία, τις αριστοκρατικές περιοχές και τα σπίτια των φτωχών, μιλώντας για τον Λόγο του Θεού και προσφέροντας Γραφικά έντυπα σε πολλές γλώσσες.
Επειδή υπήρχε μεγάλη δραστηριότης εκεί, το γραφείο τμήματος της Αυστραλίας της Εταιρίας Σκοπιά άνοιξε μια αποθήκη εντύπων στη Σιγγαπούρη για να βοηθήση τους διαγγελείς της Βασιλείας και, το 1937, έστειλε τον Άλφρεντ Γουίκ ν’ αναλάβη τη φροντίδα αυτής της αποθήκης. Μετά τον γάμο του το 1939, αυτός και η σύζυγός του Θέλμα δαπάνησαν τα δύο επόμενα έτη, έως ότου ξέσπασε ο πόλεμος, στη συστηματική κάλυψι της δυτικής ακτής της Μαλάγια. Μέχρι σήμερα μερικοί θυμούνται ακόμη τις επισκέψεις τους. Ένας από τους πρώτους που ήλθαν σε επαφή μαζί τους ήταν ένας νεαρός που ανήκε στη θρησκεία των Σικ, ονόματι Πουράν Σινγκ, που ήταν δεκαέξη ετών. Όταν διάβασε το βιβλιάριο Πού Είναι οι Νεκροί; και έμαθε ότι το ζεύγος Γουίκ ευρίσκετο κάπου στην περιοχή, διήνυσε με το ποδήλατό του απόστασι πενήντα και πλέον μιλίων (80 χιλιομέτρων) για να τους συναντήση. Την επομένη μέρα τους συνώδευσε σ’ έναν αγροτικό τομέα για να μάθη πώς να κηρύττη. Λίγο καιρό αργότερα, η πνευματική εποικοδόμησις που είχε λάβει τον έκανε να διανύση απόστασι 120 μιλίων (190 περίπου χιλιομέτρων) με το ποδήλατο για να παρευρεθή σε μια συνέλευσι των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Κουάλα Λουμπούρ. Εδώ έπαυσε να συνταυτίζεται με τη θρησκεία Σικ κόβοντας τα μαλλιά του και ξυρίζοντας τα γένεια του. Μετά το βάπτισμά του απεφάσισε να γίνη γνωστός ως Τζωρτζ Πουράν Σινγκ. Γεμάτος ζήλο, θέλησε τώρα ν’ αρχίση να κηρύσση ολοχρονίως. Οι περιστάσεις έδειξαν ότι θα μπορούσε να υπηρετήση μ’ αυτό τον τρόπο καλύτερα στην Ινδία. Εκεί συνέχισε να υπηρετή πιστά επί πολλά χρόνια.
ΑΝΑΠΤΥΞΙΣ ΣΤΑ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ
Η Ιαπωνική εισβολή και κατοχή στη Μαλάγια έκανε τη δραστηριότητα του κηρύγματος να παύση, επειδή οι περισσότεροι απ’ αυτούς που μετείχαν στο κήρυγμα έφυγαν για την Ινδία ή για άλλα μέρη και εκείνοι που έμειναν ευρίσκοντο υπό περιορισμό. Στο τέλος της δεκαετίας του 1940, όμως, έφθασαν ιεραπόστολοι εκπαιδευμένοι στη Σχολή Γαλαάδ και το έργο άρχισε ν’ αναπτύσσεται και πάλι στη Μαλάγια. Εκείνο τον καιρό οι Κομμουνιστές αντάρτες εμάχοντο με τις αποικιακές αρχές στη ζούγκλα, κάνοντας εισβολές στις πόλεις και βομβαρδίζοντάς τις, φονεύοντας Ευρωπαίους ιδοκτήτες φυτειών ελαστικού και διαχειριστές ορυχείων κασσιτέρου. Το ταξίδι ήταν πολύ επικίνδυνο για τον επίσκοπο περιοχής, ο οποίος είχε αρχίσει να κάνη τακτικές επισκέψεις σε διάφορες πόλεις στη δυτική ακτή.
«Όταν ταξίδευες με το τραίνο,» θυμάται, «έπρεπε να είσαι τον περισσότερο χρόνο ξαπλωμένος στο δάπεδο του βαγονιού, διότι οι αντάρτες πυροβολούσαν αδιάκριτα από τη ζούγκλα κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών.» Στην πόλι Καμπάρ επισκέφθηκε μια κόρη του Τζίμμυ Τζαίημς, η οποία ήταν παντρεμένη μ’ ένα άτομο που εργαζόταν σε ορυχείο κασσιτέρου επικεφαλής διαφόρων μηχανών εκσκαφής. Όλα τα καταλύματα ευρίσκοντο μέσα σ’ ένα ωχυρωμένο περίβολο που ήταν περιφραγμένος με αγκαθωτό σύρμα. Όταν μπήκε στο δωμάτιό του, ο επίσκοπος περιοχής άναψε το φως, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε. Προς έκπληξί του, είχε ανάψει τα φώτα του καταυλισμού και είχε θέσει σε λειτουργία μια σειρήνα. Αυτό έκανε όλους τους κατοίκους του καταυλισμού να βγουν έξω οπλισμένοι, πιστεύοντας ότι επρόκειτο για επίθεσι ανταρτών. Σε τι δύσκολη κατάστασι βρέθηκε το άτομο αυτό που ήθελε ν’ αναπτύξη ειρηνικά και πνευματικά συμφέροντα!
Σε μια σειρά επισκέψεών του στη Μαλάγια, ο επίσκοπος περιοχής συνήντησε ένα Κινέζο σ’ ένα κέντρο ορυχείων κασσιτέρου, στην Ιπόχ. Ενώ σπούδαζε βελονοθεραπεία στο Χονγκ-Κονγκ μελετούσε, επίσης, την Αγία Γραφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και ήταν έτοιμος ν’ αρχίση να συμμετάσχη στη διακήρυξι των «αγαθών νέων.» Από αυτή τη μικρή έναρξι, με τον καιρό σχηματίσθηκε η εκκλησία της Ιπόχ.
Η Εταιρία ζήτησε από τον επίσκοπο περιοχής, σε μια άλλη επίσκεψί του, να συναντήση δυο κορίτσια, τη Νγκ Γιουν Τσιν και τη Λη Σιου Τσαν, μαθήτριες της Μεθοδιστικής Σχολής Θηλέων στη Τζώρτζταουν, στη Νήσο Πενάνγκ. Πριν από τρία χρόνια, στη διάρκεια ενός μηνός που ευρίσκοντο στην Πενάνγκ τέσσερις ιεραπόστολοι των Μαρτύρων του Ιεχωβά, αυτά τα κορίτσια είχαν αποκτήσει ένα αντίτυπο του βιβλίου Η Αλήθεια Θέλει Σας Ελευθερώσει και είχαν δείξει μεγάλο ενδιαφέρον. Μετά την επίσκεψι του επισκόπου περιοχής, άρχισαν να δίνουν μαρτυρία. Για ν’ αναπτυχθούν περισσότερο τα πνευματικά συμφέροντα στην Πενάνγκ, το τμήμα της Εταιρίας μετέθεσε εκεί τον Άλφρεντ και τη Θέλμα Γουίκ το 1955. Μετά από λίγο καιρό, ωργανώθηκε μια εκκλησία. Τα δύο αυτά κορίτσια έγιναν σκαπανείς και αργότερα έλαβαν ιεραποστολική εκπαίδευσι και απεφοίτησαν από τη Σχολή Γαλαάδ το 1958.
Στην Τζοχόρ, το πιο νότιο από τα εννέα σουλτανάτα της Μαλάγια, Μάρτυρες από τη Σιγγαπούρη πριν από τον πόλεμο έδιναν πού και πού έντυπα στον Κ. Τζ. Τζων, έναν αξιωματούχο του τμήματος φορολογίας. Ωστόσο, το άτομο αυτό δεν έπαιρνε στα σοβαρά τους Μάρτυρες διότι, όπως έλεγε, «Είχα ήδη φθάσει στο συμπέρασμα ότι όλες οι θρησκείες ήσαν ανθρωποποίητα τεχνάσματα για να ελέγχουν την ανθρώπινη κοινωνία κάτω από κάποια αυτοεπιβληθείσα εξουσία. Ωστόσο, πίστευα σ’ ένα δημιουργό. Οι δυσχέρειες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και όλες οι αναστατώσεις που ακολούθησαν μ’ έκαναν να τον πλησιάσω περισσότερο. Εν τούτοις, δεν εγνώριζα πώς να τον λατρεύσω και απεφάσισα να ζω σύμφωνα με τον τρόπο που θα μου υπαγόρευε η συνείδησίς μου. «Αργότερα, όμως, το βιβλιάριο Ειρήνη—Μπορεί να Διαρκέση; ήγειρε μεγάλο ενδιαφέρον στον Τζων. Τελικά, το 1960, ιδρύθηκε στην πόλι του Τσοχόρ μια εκκλησία. Με τα χρόνια, απ’ αυτή την εκκλησία, με τον Κ. Τζ. Τζων ως προεδρεύοντα επίσκοπο, εννέα άτομα ανέλαβαν το έργο της μαρτυρίας ολοχρονίως.
ΑΝΑΠΤΥΞΙΣ ΣΤΑ «ΚΑΦΕ ΣΗΜΕΙΑ»
Μιλώντας για την κατάστασι του τομέως σε μια συνέλευσι πριν από χρόνια, ένας ομιλητής έδειξε ένα μεγάλο χάρτη της Μαλάγια επάνω στον οποίο η δυτική ακτή είχε καλυφθή το περισσότερο μέρος ζωγραφισμένη με πράσινο και η ανατολική ακτή εμφανιζόταν σαν μια μεγάλη καφέ περιοχή. Από τότε, μεταξύ των Μαρτύρων, οι περιοχές στις οποίες υπήρχε μεγάλη ανάγκη για ανάπτυξι πνευματικών συμφερόντων εκαλούντο χιουμοριστικά «καφέ σημεία.» Θα «πρασίνιζαν» ποτέ;
Πριν από έξη χρόνια ένας νεαρός Μάρτυς, που παρακολουθούσε μια σχολή εκπαιδεύσεως διδασκάλων στην Πενάνγκ, έμεινε έκπληκτος όταν έμαθε, στο τέλος των μαθημάτων του, ότι διωρίσθηκε στην πόλι του Κουάλα Τρενγκάνου, ένα από αυτά τα «καφέ σημεία.» Ζήτησε από έναν πρεσβύτερο να του δώση συμβουλή, λέγοντάς του ότι δεν θα είχε φίλους, δεν θα είχε κανένα με τον οποίον να μελετά την Αγία Γραφή. Η συμβουλή που του εδόθη ήταν: «Την πρώτη μέρα που θα φθάσης στο νέο σου διορισμό, πήγαινε από σπίτι σε σπίτι και δίνε μαρτυρία· σύντομα θ’ αποκτήσης φίλους.» Αυτό ακριβώς έκανε, με πραγματικό ζήλο, βασιζόμενος στο πνεύμα του Ιεχωβά. Πολύ σύντομα το «καφέ σημείο» άρχισε να «πρασινίζη,» πράγμα που έδειχνε πραγματική ανάπτυξι που κατέληξε στη δημιουργία μιας εξαιρετικής εκκλησίας δραστήριων Μαρτύρων.
ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΝΕΑΡΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ
Η πλειονότης των διαγγελέων της Βασιλείας στη Μαλαισία είναι νεαρής ηλικίας. Επειδή προέρχονται από κατά παράδοσιν Κινεζικές Βουδδιστικές οικογένειες, αντιμετωπίζουν συχνά σκληρή οικογενειακή εναντίωσι. Χαρακτηριστική είναι η πείρα μιας μικρής Κινέζας. Αναφέρει τα εξής:
«Είχα μόλις τελειώσει τις Πτυχιακές εξετάσεις μιας Ανωτέρας Σχολής και είχα αρχίσει να παρακολουθώ συναθροίσεις, συμμελετούσα μάλιστα και με άλλους οι οποίοι έδειχναν ενδιαφέρον για την Αγία Γραφή. Η μητέρα μου τρομοκρατήθηκε και πίστευε ότι ήταν πολύ υποβιβαστικό για μένα να πηγαίνω από σπίτι σε σπίτι. Το αποτέλεσμα ήταν να με ακολουθήση σ’ ένα σπίτι όπου διεξήγετο μια εβδομαδιαία μελέτη της Αγίας Γραφής. Προσπάθησε να φέρη αναστάτωσι στη συνάθροισι ανοίγοντας ένα ραδιόφωνο τρανζίστορ που έπαιζε μουσική Ταμίλ, το οποίο είχε φέρει μαζί της, και συγχρόνως παρακινώντας με επανειλημμένως να φύγω. Οι άλλοι υπομονητικά προσπάθησαν να εξηγήσουν το ζήτημα και, τελικά την καθησύχασαν, μολονότι δεν την ικανοποίησαν. Οι γονείς μου μού απαγόρευσαν να παρακολουθώ συναθροίσεις, αλλά εγώ εξακολούθησα να υπακούω στον Ιεχωβά.
«Όταν πήγα να παρακολουθήσω μια ομιλία με σλάιντς από έναν ιεραπόστολο από το Λάος, και οι δύο γονείς μου ήλθαν στην Αίθουσα Βασιλείας να με πάρουν. Με ωδήγησαν στο σπίτι του παππού μου, όπου τακτοποιούνται συνήθως οι οικογενειακές υποθέσεις. Μου έκαναν εξονυχιστική εξέτασι και με επέπληξαν μπροστά σε αρκετούς συγγενείς. Ο πατέρας μου έπιασε το κεφάλι μου και το χτύπησε στον τοίχο θέλοντας να με προειδοποιήση ότι θα κατέφευγε σε βία αν εγώ συνέχιζα τη Χριστιανική μου δραστηριότητα.
«Τώρα μένω στα πανεπιστημιακά καταλύματα και μπορώ να δίνω μαρτυρία και να παρακολουθώ όλες τις συναθροίσεις, διότι είμαι ανεξάρτητη.»
ΙΔΡΥΕΤΑΙ ΤΜΗΜΑ ΣΤΗ ΜΑΛΑΙΣΙΑ
Στις αρχές του 1972, οι συνθήκες έδειξαν ότι θα ήταν καλό να ιδρύση η Εταιρία Σκοπιά ένα γραφείο τμήματος στη Μαλαισία. Η εκκλησία στο ωραίο νησί Πενάνγκ είχε κτίσει μια θαυμάσια Αίθουσα Βασιλείας, μ’ ένα ιεραποστολικό οίκο και μια αποθήκη εντύπων. Αυτό έγινε τώρα το γραφείο τμήματος το οποίο θα επιβλέπη το έργο της Βασιλείας και στη Δυτική και στην Ανατολική Μαλαισία, καθώς επίσης και το ανεξάρτητο κρατίδιο του Μπρουνέι. Εκείνο τον καιρό υπήρχε ένα ανώτατο όριο 207 διαγγελέων της Βασιλείας στη Μαλαισία και, στη διάρκεια του έτους, υπήρξε μια αύξησις 20 και πλέον τοις εκατό στις τάξεις των. Τα επόμενα χρόνια ο αριθμός των δραστήριων Μαρτύρων έφθασε τους 455. Σε μια πρόσφατη σειρά συνελεύσεων περιοχής το ακροατήριο ξεπέρασε τους εξακοσίους, αλλά στην εορτή του Αναμνηστικού Δείπνου του Κυρίου το 1977 παρευρέθησαν σε όλη τη χώρα 962 άτομα.
Πράγματι, το έργο της μαρτυρίας και της διδασκαλίας έχει κάνει θαυμάσια πρόοδο. Αλλά απομένουν ακόμη πολλά να γίνουν για την ανάπτυξι των πνευματικών συμφερόντων στη Μαλαισία.