Επτά Χρόνια στις Φυλακές της Ερυθράς Κίνας—Κι εν τούτοις Σταθερός στην Πίστι!
ΕΠΤΑ χρόνια είναι μια μακρά χρονική περίοδος για να δαπανήση ένας σε απομόνωσι. Υπάρχει κάτι στη ζωή, στο οποίο να πιστεύετε τόσο βαθιά ώστε να είσθε πρόθυμος ν’ αντιμετωπίσετε μια τέτοια δοκιμασία προς χάριν του, όταν, με κάποιον συμβιβασμό, θα μπορούσατε ν’ αφεθήτε ελεύθερος; Ασφαλώς ένας άνθρωπος, που θα ήταν πρόθυμος ν’ αντιμετωπίση μια μακρόχρονη φυλάκισι μάλλον παρά ν’ απαρνηθή τη θρησκεία του, είναι ένας άνθρωπος που έχει ισχυρή πίστι. Αλλά τι θα μπορούσε να κάμη για ν’ απασχολήση τη διάνοιά του και να παραμείνη σταθερός στην πίστι στη διάρκεια αυτών των μακρών ετών περιορισμού σε απομόνωσι μέσα στο κελλί του;
Ένα ζωηρό ενδιαφέρον για τις πείρες ενός, ο οποίος έζησε αυτή την κατάστασι είλκυσε 34.708 άτομα στο Στάδιο Γιάγκη Νέας Υόρκης στις 10 π.μ. της 30ής Οκτωβρίου. Καίτοι είχαν πληροφορηθή για τη συνάθροισι αυτή μόλις πριν από τέσσερες ημέρες, εν τούτοις ήσαν παρόντες από όλα τα βορειοανατολικά τμήματα των Ηνωμένων Πολιτειών, μερικοί ακόμη και από τον Καναδά, την Καλιφορνία και τη Φλόριντα.
Ήλθαν ν’ ακούσουν ένα άνθρωπο, που λίγοι από αυτούς εγνώριζαν εκτός μόνο το όνομά του, Στάνλεϋ Έρνεστ Τζωνς. Ήλθαν διότι ήταν ένας Χριστιανός αδελφός των, και είχε μόλις απολυθή από τη φυλακή στην Κομμουνιστική Κίνα. Επίστευαν ότι εκείνα που θα τους έλεγε θα ήταν μια πηγή πνευματικής δυνάμεως, μιας δυνάμεως, από την οποία θα είχαν ανάγκη και αυτοί οι ίδιοι για να διακρατήσουν την ακεραιότητά τους προς τον Θεό στους δυσκόλους καιρούς που πρόκειται να συναντήσουν. Ήλθαν, επίσης, διότι αυτό τους έδινε την ευκαιρία να δείξουν τη θερμή αγάπη, που αισθάνθηκαν για ένα δούλο του Ιεχωβά, ο οποίος υπέμεινε μια τόσο μακρά δοκιμασία.
Το πρωινό του Σαββάτου, 30 Οκτωβρίου, είχε ανατείλει ανέφελο και ψυχρό, με θερμοκρασία μόλις έξη βαθμούς υπεράνω του σημείου ψύξεως. Το ακροατήριο, που είχε γεμίσει ολόκληρο το ισόγειο και τον ημιώροφο του Σταδίου Γιάγκη ήλθε εφωδιασμένο με κλινοσκεπάσματα και με φιάλες «θερμός» ως μια άμυνα εναντίον του ψύχους. Ήταν ένα πολύ ήσυχο και σοβαρό ακροατήριο καθώς παρακολουθούσε τον ομιλητή. Τα πρώτα του λόγια έφθασαν κατ’ ευθείαν στην καρδιά τους.
«Αδελφοί, ύστερ’ από το γεγονός ότι δεν κατέστη δυνατόν να μιλήσω μ’ ένα μάρτυρα του Ιεχωβά λόγω απομονώσεώς μου στη φυλακή επί επτά χρόνια, αισθάνομαι λίγο ζαλισμένος που βρίσκομαι εδώ ανάμεσα σε τόσο πολλούς από σας και που σας ομιλώ αυτό το πρωινό. Η τελευταία φορά, που βρέθηκα ανάμεσα σε τόσο πολλούς αδελφούς, δηλαδή, σε μια συνέλευσι, ήταν το 1946, όταν παρευρέθηκα στη συνέλευσι του Κλήβελαντ.»
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΣΑΓΚΑΗ
Κατόπιν, με την περιγραφή του, ο Αδελφός Τζωνς μετέφερε το ακροατήριο μαζί του πίσω στη Σαγκάη, της Κίνας, όπου αυτός και ο σύντροφός του Χάρολντ Κινγκ, είχαν αποσταλή ως ιεραπόστολοι το 1947, μετά την αποφοίτησί τους από τη Βιβλική Σχολή της Σκοπιάς Γαλαάδ. Ο Κινεζικός λαός ήταν φιλικός και ανταπεκρίνετο καλά στη διακονία τους. Αλλά η Κίνα ήταν μια χώρα που βρισκόταν στην αναστάτωσι εμφυλίου πολέμου, και κατά το τέλος του 1949 οι Κομμουνιστικές δυνάμεις είχαν φθάσει ως την παράκτιο πόλι της Σαγκάης. Μια νύχτα, ενώ ήσαν στο κρεββάτι, οι δύο ιεραπόστολοι άκουαν τους τυφεκισμούς να πλησιάζουν ολοένα περισσότερο και ύστερα βαθμιαίως να σταματούν. Όταν παρετήρησαν έξω το επόμενο πρωί είδαν Κομμουνιστάς στρατιώτες στους δρόμους. Ευρίσκοντο πίσω από το «Καλάμινο Παραπέτασμα»!
Οι ιεραπόστολοι των άλλων θρησκειών εγκατέλειπαν την Κίνα κατά εκατοντάδες. Τι θα έκαναν αυτοί οι μάρτυρες του Ιεχωβά; ‘Ναι, τι θα εκάναμε εμείς σε μια τέτοια περίπτωσι;’ σκέφθηκε το ακροατήριο καθώς παρακολουθούσε τα επόμενα λόγια του Αδελφού Τζωνς.
«Έπρεπε ν’ αποφασίσωμε τι θα εκάναμε. Θα παρεμέναμε και θα βοηθούσαμε τους αδελφούς, ή θα εσπεύδαμε να φύγωμε όπως έκαναν πολλοί άλλοι ξένοι; Δεν εδιστάσαμε για να λάβωμε απόφασι. Θα παρεμέναμε, διότι είχαμε αγαπήσει εκείνους τους αδελφούς. Εγνωρίζαμε ότι πολλοί ήσαν ανώριμοι, και σκεφθήκαμε ότι, αν εφεύγαμε, θα ωμοιάζαμε ακριβώς με ποιμένες, που εγκαταλείπουν το ποίμνιο και φεύγουν με το πρώτο σημείο κινδύνου.
»Το έργο μας εξακολουθούσε να ευδοκιμή και απελαμβάναμε ελευθερία επί δώδεκα περίπου μήνες. Ύστερα, το 1951, μας εκάλεσαν στο αστυνομικό τμήμα και μας είπαν: ‘Δεν πρέπει να πηγαίνετε από σπίτι σε σπίτι να κηρύττετε’. Μπορούσαμε ακόμη να κηρύττωμε στην Αίθουσα Βασιλείας και να έχωμε Γραφικές μελέτες με άλλους, αλλά ‘όχι έργο από θύρα σε θύρα’. Αυτό το είπαμε στους Κινέζους αδελφούς μας και με μεγάλη χαρά είδαμε ότι η απάντησίς των ήταν: ‘Αυτή η εντολή εφαρμόζεται σ’ εσάς τους ξένους· δεν ισχύει για μας. Εμείς θα συνεχίσωμε το έργο κηρύγματος, και ίσως αν μπορέσωμε να συναντήσωμε εμείς κάποιους που ενδιαφέρονται, τότε θα μπορέσετε σεις να τους διδάξετε με μια Γραφική μελέτη’. Και αυτό ακριβώς εκάναμε. Έτσι, αντί να μειωθή τα έργο, λόγω του ζήλου των αδελφών, το έργο μας εξακολούθησε ν’ αυξάνη, προς μεγάλη έκπληξι των αρχών».
ΟΙ ΔΥΣΧΕΡΕΙΕΣ ΑΥΞΑΝΟΥΝ
Το 1955, είπε ο Αδελφός Τζωνς, η μικρή αίθουσά των ήταν υπερπλήρης και εμισθώθη ένα μεγαλύτερο κτίριο για τις συναθροίσεις των. Αλλά την πρώτη Κυριακή, που προσπάθησαν να το χρησιμοποιήσουν, η αστυνομία τους εμπόδισε, λέγοντας: «Έχετε μια αίθουσα· μείνετε εκεί.» Εφαίνετο σαφώς ότι η κυβέρνησις ήταν αποφασισμένη να εμποδίση την περαιτέρω αύξησι.
Παντού προωθείτο η Κομμουνιστική διδασκαλία, στα εργοστάσια, στα γραφεία, στα σχολεία, στα νοσοκομεία, και στις πολυκατοικίες και στους δρόμους. Πολιτικές επιτροπές διωργάνωναν εβδομαδιαίες συγκεντρώσεις για να διδάξουν την Κομμουνιστική διδασκαλία. Το «Ανορθωτικό Κίνημα» είχε αρχίσει, και είχε προορισμό να ανορθώση εσφαλμένες σκέψεις και τρόπους. Αυτό δεν εσήμαινε απλώς να βοηθηθούν οι άνθρωποι να σκέπτωνται προοδευτικώς και να βελτιώσουν τις μεθόδους των εργασίας, αλλά, ειδικώτερα, ν’ αποβάλουν τις παλιές πολιτικές των απόψεις, υιοθετώντας τις ιδέες του Κομμουνιστικού συστήματος. Στους εργάτας ελέχθη ότι έπρεπε να ασκούν κριτική προς αλλήλους και προς τον εαυτό τους. Κάθε προηγούμενο σχόλιο μη ευνοϊκό προς το Κομμουνιστικό καθεστώς έπρεπε να εξομολογήται δημοσίως. Οι εργάται επιέζοντο να εκθέτουν άλλους, οι οποίοι παρηνωχλούντο συνεχώς ωσότου τελικά παραδεχθούν ότι είπαν εσφαλμένα πράγματα, και ομολογήσουν μετάνοια.
Αλλά τι συνέβη με τα άτομα εκείνα, τα οποία ισχυρίζοντο ότι ήσαν Χριστιανοί; Πολλές εκκλησίες διετάχθησαν να διακόψουν τους δεσμούς των με ξένες χώρες. Όσον αφορά τον κλήρο, μερικοί απεβλήθησαν από τις εκκλησίες, και άλλοι διετάχθησαν να παρακολουθούν ειδικές τάξεις, όπου έμαθαν Κομμουνιστική πολιτική. Έτσι ανέπτυξαν μια ‘πατριωτική’ εκκλησιαστική κίνησι και εκκλησιαστική οργάνωσι.
«Εμείς, όμως, οι μάρτυρες του Ιεχωβά, μολονότι ζούσαμε μέσα σε μια τέτοια κατάστασι, δεν μπορούσαμε να έχωμε μέρος σ’ αυτήν. Οι αδελφοί μας το εγνώριζαν αυτό και παρέμειναν χωρισμένοι. Όπως μας είπε ο Ιησούς Χριστός, ‘δεν είμεθα εκ του κόσμου’, όπως ακριβώς ο ίδιος δεν ήταν μέρος του κόσμου. Αν εγινόμεθα ‘φίλοι του κόσμου’, θα είμεθα οι ‘εχθροί του Θεού’.—Ιωάν. 17:16· Ιάκ. 4:4.
Έτσι οι δυσχέρειες του κηρύγματος αύξησαν, και αδελφοί, οι οποίοι μετέβαιναν από οικία σε οικία, ωδηγούντο συχνά από μέλη αυτών των πολιτικών επιτροπών στο αστυνομικό τμήμα. Την πρώτη φορά απελύοντο ύστερ’ από μία ή δύο ώρες, αλλά κάποτε τρεις Χριστιανές αδελφές μας εκρατήθησαν τέσσερες ημέρες. Είμεθα ανήσυχοι να ίδωμε πώς θ’ αντιδρούσαν σ’ αυτό οι Κινέζοι αδελφοί μας, και εμείναμε εξαιρετικά ευχαριστημένοι, όταν βγήκαν χαρούμενοι διότι «υπέρ του ονόματος Αυτού ηξιώθησαν να ατιμασθώσι.» (Πράξ. 5:41) Ήσαν αποφασισμένοι να προχωρήσουν και να κηρύττουν όπως πριν. Τους συμβουλεύσαμε να είναι προσεκτικοί για ν’ αποφεύγουν δυσχέρειες όσο είναι δυνατόν, αλλά ήσαν βέβαιοι ότι μπορούσαν ν’ αντιμετωπίσουν οτιδήποτε ήταν δυνατόν να συμβή.
»Έπειτα η Αδελφή Νάνσυ Γιουάν συνελήφθη στο από θύρα σε θύρα έργο και ωδηγήθη στο αστυνομικό τμήμα, όπου εκρατήθη. Είχε τέσσερα παιδιά, το ένα από αυτά ηλικίας μόνο ενός έτους. Επεσκέφθηκα ένα δικηγόρο για να μας προσφέρη κάποια βοήθεια, και μου είπε: ‘Δεν μπορούμε να κάνωμε τίποτε. Αν το ζήτημα βρίσκεται στα χέρια της αστυνομίας, δεν μπορούμε να επέμβωμε’. Η μητέρα της τής έστειλε μια Γραφή, αλλά επεστράφη. Αυτή η αδελφή εκρατήθη επί τέσσερα έτη προτού τελικά οδηγηθή στο δικαστήριο και καταδικασθή. Ποια ακριβώς ήταν η καταδίκη δεν γνωρίζω. Μια άλλη αδελφή, μια διδασκάλισσα, ομοίως μητέρα τεσσάρων παιδιών, συνελήφθη, επίσης.»
Ένας στεναγμός φιλικών αισθημάτων απλώθηκε σ’ όλο το στάδιο στο άκουσμα αυτών των περιστατικών.
Ο Αδελφός Τζωνς είπε για τις προσπάθειες, που κατέβαλε να παρευρεθή στη διεθνή συνέλευσι των μαρτύρων του Ιεχωβά στη Νέα Υόρκη το 1958· αλλά η αίτησίς του για άδεια εξόδου απερρίφθη από την Κινεζική κυβέρνησι, χωρίς καμμιά εξήγησι. Ύστερ’ από εκείνη τη συνέλευσι ένας αδελφός εταξίδευσε από το Χονγκ Κονγκ στη Σαγκάη για να τους ιδή, αλλά δεν του εδόθη άδεια ν’ αποβιβασθή. Οι αδελφοί μπορούσαν μόνο να περάσουν κοντά από το πλοίο του μ’ ένα μικρό «φέρρυ-μποτ», να τον χαιρετίσουν από μακριά και να φωνάξουν ένα χαιρετισμό· τίποτε περισσότερο. Ήταν ο τελευταίος αδελφός από έξω που θα έβλεπαν για πολλά χρόνια.
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΣΥΛΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ
«Κάποιο πρωί, καθώς παίρναμε το πρωινό», συνέχισε, «ο Αδελφός Κινγκ παρετήρησε έξω από το παράθυρο και είδε μερικούς αστυνομικούς να τρέχουν στο στενό. Είπε: ‘Διερωτώμαι που πηγαίνουν;’ Δεν εβραδύναμε να το μάθωμε, διότι μόλις σ’ ένα λεπτό χτυπούσαν στην πόρτα μας. Όταν ανοίξαμε την πόρτα, εστέκοντο εκεί με τα αυτόματά των, με γνήσιο ‘γκαγκστερικό’ τρόπο και μας εζήτησαν να ενώσωμε τα χέρια μας για να μας βάλουν χειροπέδες. Ύστερα έκαμαν έρευνα στο διαμέρισμά μας, έβαλαν μέσα σε σάκκους τα έντυπα της Εταιρίας Σκοπιά και μας μετέφεραν με ειδικά αυτοκίνητα στο κρατητήριο. Εκεί με έβαλαν σ’ ένα κελλί, όπου παρέμεινα σε απομόνωσι όλο το διάστημα.»
Τώρα άρχισε η περίοδος των ανακρίσεων για τον Αδελφό Τζωνς, ο οποίος, μαζί με τον Χάρολντ Κινγκ, εβαρύνετο με την κατηγορία ότι ‘ασχολείται σε αντιδραστικές ενέργειες εναντίον της λαϊκής κυβερνήσεως της Κίνας’. Αυτό περιελάμβανε δύο ιδιαίτερα σημεία. Πρώτον: τις διδασκαλίες και τη δράσι των κηρύγματος. Δεύτερον: τις προσωπικές των δηλώσεις, πράγματα, τα οποία είπαν σε συζητήσεις με τους ανθρώπους στα προηγούμενα εννέα έτη. Η αστυνομία εσχημάτιζε προφανώς φάκελλο εναντίον τους. Ο Αδελφός Τζωνς είπε τα εξής για τις μεθόδους των:
«Αντετάσσοντο στο κήρυγμα της βασιλείας του Θεού ως της μόνης ελπίδος. Είπαν ότι εκαθάρισαν την Κίνα από τους παλαιούς ιμπεριαλιστάς και ότι τώρα η χώρα ήταν στα χέρια του λαού. Ο λαός έπρεπε να ενωθή τώρα για να οικοδομήση μια νέα Κίνα και ένα ‘νέο κόσμο’. Και έτσι επέμειναν ότι ο καθένας πρέπει να συμμετάσχη και ότι ‘αν εσείς διδάσκετε ουδετερότητα, τότε είσθε εναντίον της κυβερνήσεως’. Είπαν ότι το να κηρύττη ένας τη Βασιλεία αποτελούσε ανατρεπτική δράσι. Δεν γνωρίζω αν εσκέφθησαν ότι με τη σύλληψί μας θα μπορούσαν να εμποδίσουν τη διάδοσι του αγγέλματος της Βασιλείας και να ματαιώσουν τη βουλή του Θεού να εγκαθιδρύση αυτή την κυβέρνησι της Βασιλείας σε όλη τη γη, γνωρίζομε, όμως, ότι καμμία κυβέρνησις, οποιαδήποτε μέτρα και αν λάβη εναντίον των δούλων του Θεού, δεν θα μπορέση να εμποδίση την εξάπλωσι της βασιλείας του Θεού ώστε να περιλάβη όλη τη γη και να καταστρέψη όλους τους εχθρούς της. Γνωρίζομε ότι η ημέρα, οπότε θα το κάμη αυτό, είναι τώρα επί θύραις. Πόσο γελοίο φαίνεται ότι ένα μεγάλο έθνος 650 εκατομμυρίων ανθρώπων αισθάνεται ότι πενήντα μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν απειλή, και πρέπει να ληφθούν μέτρα εναντίον των!»
Η μωρία αυτής της στάσεως της Κομμουνιστικής Κινεζικής κυβερνήσεως επροκάλεσε ατέλειωτα γέλια στο ακροατήριο. Ο Αδελφός Τζωνς επροχώρησε για να περιγράψη τις προσπάθειες που κατεβλήθησαν για ν’ αποσπάσουν από αυτόν μια ομολογία με προσφορές ελαφροτέρας ποινής.
«Η μέθοδός των ήταν να ζητούν μια ομολογία. Τους είπα ότι δεν αισθάνομαι ότι έχω διαπράξει κάποιο αδίκημα. Αλλά μου απήντησαν: ‘Σκεφθήτε τα προηγούμενα εγκλήματά σας’. Ο σκοπός των ήταν να με κάνουν ν’ αρχίσω να σκέπτωμαι: ‘Μήπως πραγματικά έκαμα κάτι κακό; Έχω παραβή τον νόμο;’ Πιστεύουν ότι ίσως ο κρατούμενος θα αισθανθή τον εαυτό του ένοχο σε κάποιο σημείο και θα μιλήση γι’ αυτό και τότε θα μάθουν κάτι που δεν εγνώριζαν. Γι’ αυτό, του δίνουν χρόνο να σκεφθή. Αν δεν ομολογήση κάτι, τότε θα πουν εκείνοι κάτι. Στην περίπτωσί μου είπαν: ‘Εσυκοφαντήσατε τις Κινεζικές εφημερίδες’. Αλλά πότε; πώς; Δεν λέγουν. Θέλουν να σκεφθώ εγώ κάτι. Ύστερ’ από λίγο θα επανέλθουν με το ίδιο θέμα. Είπαν ότι εσυκοφάντησα τις Κινεζικές εφημερίδες όταν έγραψαν ότι τα Αμερικανικά στρατεύματα κατά τον πόλεμο στην Κορέα εχρησιμοποίησαν μικρόβια.
»Τώρα, ενθυμούμαι ότι πριν από χρόνια είχε δημοσιευθή κάποτε ότι ένας ποντικός ευρέθη στη Βόρειο Κορέα, μολυσμένος με μικρόβια. Ελέγετο τότε ότι αυτό ήταν απόδειξις ότι οι Αμερικανοί είχαν ρίξει αυτόν τον ποντικό στη Βόρειο Κορέα για να σπείρουν μικρόβια μεταξύ του λαού. Όταν κάποιος μου το είπε, Ίσως είχα απαντήσει: ‘Αυτό μου φαίνεται ότι ομοιάζει με προπαγάνδα.’ Αλλά τώρα απαιτούσαν από μένα ν’ αναγνωρίσω ότι αυτό που είπα ήταν συκοφαντία και έγκλημα.
»Επίσης, είχα μια Γραφική μελέτη με μια γυναίκα, και κάποτε, λίγο πριν από τη μελέτη, η γυναίκα με ρώτησε αν πήγα ποτέ στο Χονγκ Κονγκ. Της είπα όχι. Εκείνη επρόσθεσε: ‘Ακούω ότι είναι ένας πολύ ωραίος τόπος. Ίσως πάω κάποτε εκεί για διακοπές’. Με αυτά τα λίγα αθώα λόγια η αστυνομία ήθελε τώρα να πη ότι το άτομο αυτό ήταν δυσαρεστημένο με τη ζωή στην ηπειρωτική Κίνα, δυσαρεστημένο με την κυβέρνησι, θέλει να φύγη, και επομένως είναι εναντίον της κυβερνήσεως. Ασφαλώς, σε μια ελεύθερη χώρα δεν θα μπορούσε να φυλακισθή ένας για τέτοια πράγματα, που θα τα ωνομάζαμε απλώς ‘ελευθερία του λόγου’.
»Έπρεπε, όμως, να βρουν μια αιτία για να συλλάβουν τους Κινέζους αδελφούς μας και να κλείσουν την οργάνωσί μας. Γι’ αυτό, διετύπωσαν κατηγορίες εναντίον της Εταιρίας. Είπαν ότι η Εταιρία Σκοπιά δεν είναι μια θρησκευτική οργάνωσις· είναι ‘πρακτορείο των Ηνωμένων Πολιτειών’· ότι ο πρόεδρος της Εταιρίας είναι ένας ‘πράκτωρ του ιμπεριαλισμού’· ότι εγώ εστάλην στην Κίνα, όχι για να κηρύξω, αλλά για να ενεργήσω εναντίον του κομμουνισμού. Αυτά τα έγραψαν σ’ ένα φύλλο χαρτί με τον τύπο ερωτήσεων και απαντήσεων, γράφοντας ένα μέρος των απαντήσεών μου και ένα μέρος από ό,τι ήθελαν να κάμω, και ύστερα μου το εδιάβασαν. Φυσικά, δεν είχα διάθεσι να το υπογράψω. Τότε μου είπαν: ‘Πήγαινε πίσω στο κελλί σου και σκέψου πάλι’. Μια εβδομάδα περίπου αργότερα με ξύπνησαν τη νύχτα και με ωδήγησαν στην αίθουσα ανακρίσεως, και άρχισαν να μου διαβάζουν πάλι εκείνο το χαρτί. Αλλά τους έκαμα σαφές ότι η Εταιρία Σκοπιά είναι μια θρησκευτική οργάνωσις, η οποία κηρύττει το ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού. Μ’ έστειλαν πίσω στο κελλί μου να σκεφθώ πάλι και μου έδωσαν ένα φύλλο χαρτί, λέγοντάς μου να τα γράψω αυτά τα πράγματα μόνος μου. Αντί γι’ αυτό, εγώ έγραψα μια δήλωσι για την υπεράσπισι της Εταιρίας και του δικού μας έργου στη Σαγκάη και τους την έδωσα. Εθύμωσαν πάρα πολύ, αλλά ποτέ δεν μου ζήτησαν πάλι να υπογράψω εκείνο το χαρτί.»
Ύστερ’ από τέσσερες μήνες ελέχθη στον Αδελφό Τζωνς ότι θα μετεφέρετο σ’ ένα «ευχάριστο οίκημα» μ’ ένα «ωραίο κήπο» επί έξη μήνες ώστε θα μπορούσε να σκεφθή. Αλλά εκεί, κάθε πρωί, στις πέντε, ένα μεγάφωνο στους γειτονικούς αγρούς άρχιζε να διασαλπίζη μουσική, ομιλίες και οδηγίες στους αγρότες για τις κατοικίες και τους αγρούς των. Αυτό συνεχίζετο ως την ώρα εννέα τη νύχτα. Ύστερ’ από έξη μήνες η υγεία του άρχισε να επηρεάζεται και εχάρη που επανήλθε στη φυλακή της Σαγκάης, όπου η κράτησις ήταν πιο αυστηρή. Τώρα άρχισε μια ετησία εντατική «πολιτική εκπαίδευσις», που ο «εκπαιδευτής» του με ευφυΐα ετόνιζε τα σφάλματα και ελαττώματα των καπιταλιστικών εθνών και παρουσίαζε τον κομμουνισμό ως τη λύσι των προβλημάτων του ανθρώπου. Ποιες ήσαν οι σκέψεις του Αδελφού Τζωνς σε όλο αυτό το διάστημα;
«Όταν τα άκουα αυτά, έκανα τις εξής σκέψεις: Ναι, βλέπετε τα σφάλματα και τις ελλείψεις, την ανάγκη μιας αλλαγής· αλλά δεν έχετε τη λύσι. Μπορώ να διαπιστώσω ότι κι εσείς έχετε, επίσης, τα σφάλματά σας. Κάνετε εγκλήματα του δικού σας ιδιαιτέρου είδους, και ο άνθρωπος έχει ανάγκη ν’ απελευθερωθή από σας ακριβώς όπως και από οποιονδήποτε άλλον. Έτσι, ενώ εκείνος μιλούσε, εγώ εσκεπτόμουν τη Βασιλεία ως την πραγματική ελπίδα. Γι’ αυτό, αυτή η διδασκαλία ποτέ δεν εισέδυσε καθόλου στη διάνοιά μου. Επειδή ήμουν ενδυναμωμένος με τη γνώσι της βασιλείας του Θεού, και ήμουν βέβαιος γι’ αυτή, χωρίς ν’ αμφιβάλλω γι’ αυτή ούτε μια στιγμή, δεν μπόρεσα να σαλευθώ, και είμαι βέβαιος ότι δεν θα είχατε σαλευθή ούτε σεις, μολονότι οι άνθρωποι του κόσμου σαλεύονται.
»Υπήρχαν περιπτώσεις σ’ αυτό το χρονικό διάστημα, που προσπάθησα να κηρύξω. Υπήρχε πάντοτε η παρόρμησις να το κάμω. Αλλά κάθε φορά, που προσπάθησα να μιλήσω για την Αγία Γραφή, με σταματούσαν αμέσως. Κάποιος είπε ότι ήταν αυθεντία στα ζητήματα της θρησκείας και της Γραφής. Εσκέφθηκα ότι θα μπορούσα να εξηγήσω καλύτερα σ’ εκείνον και ότι θα είχε κάποια καλωσύνη στην καρδιά του. Αλλά άλλαξε αμέσως και είπε: ‘Μη μου κάνετε κήρυγμα!’ και έγινε πολύ άγριος. Δεν μπορούσα να κηρύξω σ’ εκείνα τα μέρη σ’ αυτούς τους Κομμουνιστάς, αλλά προσπαθούσα. Και είχα πάντοτε την ικανοποίησι ότι: ‘Εξακολουθώ να είμαι ένας Μάρτυς, εξακολουθώ να κηρύττω ή προσπαθώ να κηρύττω’, κι έτσι κατόπιν αισθανόμουν καλά. Γνωρίζω ότι, ίσως, όταν πηγαίνετε στο από σπίτι σε σπίτι έργο και κηρύττετε αλλά κανείς δεν προσέχη, έχετε κατόπιν τα ίδια αισθήματα. Κατεβάλατε προσπάθεια· είσθε πάντοτε ένας Μάρτυς, ασχέτως με τα αποτελέσματα.»
ΜΙΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΔΙΚΗ
«Ύστερ’ από δύο χρόνια στη φυλακή και ακριβώς προτού με οδηγήσουν στο δικαστήριο, μου είπαν: ‘Μπορείτε να διορίσετε ένα δικηγόρο να σας παρασταθή· αλλά δεν του επιτρέπεται να σας υπερασπίση’. Και συνέχισαν: ‘Μπορεί να επικαλεσθή την επιείκεια του δικαστηρίου, και το δικαστήριο θα τον ακούση’. Στην αρχή με ωδήγησαν σε μια προκαταρκτική διαδικασία της υποθέσεως. Δεν υπήρχε ακροατήριο και ο δικηγόρος μου δεν ήταν στο δικαστήριο. Το επόμενο πρωί μας ωδήγησαν στο δικαστήριο και υπήρχαν εκεί καθήμενα ογδόντα περίπου άτομα. Δεν μου εζητήθη να ομολογήσω την ενοχή μου ούτε να δικαιολογήσω την αθωότητά μου. Απλώς μου υπέβαλε ερωτήσεις ο δικαστής. Μου έθετε ερωτήσεις όπως αυτές: ‘Απεστάλητε στην Κίνα από το ιμπεριαλιστικό στοιχείο Νάθαν Νορρ; Διωργανώσατε ομάδες για τη συνέχισι της δράσεως κάτω από την επιφάνεια, αν η εκκλησία σας ετίθετο κάτω από απαγόρευσι; Εστείλατε ένα κατάλογο ονομάτων προσώπων στο Χονγκ Κονγκ για να λαμβάνουν το περιοδικό Η Σκοπιά;’
»Απαντούσα, εκθέτοντας απλώς γεγονότα. Ήμουν έτοιμος να δεχθώ οποιαδήποτε ποινή θα μου επέβαλαν. Εγνώριζα ότι το ζήτημα ήταν τελείως στα χέρια του Ιεχωβά Θεού· γι’ αυτό δεν ανησυχούσα. Αισθανόμουν ότι είμαι ελεύθερος· αισθανόμουν ότι ο Ιεχωβά Θεός είχε υπό τον έλεγχό του την κατάστασι και ότι τ’ αποτελέσματα θα ήσαν σύμφωνα με το θέλημά του.
»Το επόμενο πρωί μας ωδήγησαν πάλι στο δικαστήριο και οι δικασταί ανέγνωσαν την απόφασι. Ο Χάρολντ Κινγκ κατεδικάζετο σε φυλάκισι πέντε ετών, ύστερ’ από την οποία θα εξετοπίζετο από τη χώρα. Εγώ κατεδικάσθηκα σε φυλάκισι επτά ετών και ύστερα, επίσης, σ’ εκτόπισι.»
ΜΑΚΡΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ
«Η Φυλακή της Πόλεως Σαγκάης είναι ένας πελώριος τόπος. Υπάρχουν εννέα μεγάλα οικοδομικά τετράγωνα φυλακών, που το καθένα μπορεί να περιλάβη τουλάχιστον χίλιους φυλακισμένους. Μου έκαμε κατάπληξιν η εξαιρετικά μεγάλη μονοτονία του συνόλου. Οι φυλακισμένοι δεν φορούσαν στολή φυλακισμένου· φορούσαν τα δικά τους ενδύματα, και με την πάροδο του χρόνου τα εμπάλωναν έτσι ώστε πολλών φυλακισμένων το αρχικό ένδυμα είχε εξαφανισθή. Περιεφέροντο με μπαλώματα. Ήταν ένα πολύ άθλιο, καταθλιπτικό θέαμα, ειδικά όταν ο καιρός ήταν θερμός και οι φυλακισμένοι περιεφέροντο για ν’ ασκηθούν, ή, μάλλον, έσερναν τα πόδια τους—εφαίνοντο μόνον πλευρές και φλέβες που προεξείχαν.
»Υπήρχε ένας διάδρομος στο μήκος της φυλακής, και έξω από τον διάδρομο υπήρχαν πολλές πύλες, σιδηρά κιγκλιδώματα, για τα κελλιά. Τα κελλιά ήσαν ακριβώς σαν μεγάλα ερμάρια. Δεν υπήρχε παράθυρο ή άνοιγμα, μόνο η πόρτα. Το κελλί είχε μήκος δύο μέτρων και σαράντα εκατοστών, πλάτος ενός μέτρου και τριάντα πέντε εκατοστών και ύψος δύο μέτρων και σαράντα εκατοστών περίπου. Υπήρχε ψηλότερα μια ξύλινη βάσις που εκάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος του δαπέδου, αφήνοντας μόνο λίγο χώρο για το άνοιγμα της πόρτας. Τη νύχτα έπρεπε να ξεδιπλώσω το στρώμα μου επάνω σ’ αυτή τη βάσι και να κοιμηθώ στο πάτωμα. Μολονότι ήταν δυσάρεστο στην αρχή, δεν μπορούσα να κάνω τίποτε παρά, αφού έζησα ένα χρονικό διάστημα σ’ ένα κελλί, να συνηθίσω λίγο. Έφθασα να γνωρίζω κάθε χαραμάδα στον τοίχο και κάθε εξόγκωμα στο δάπεδο. Άρχισα να αισθάνωμαι όπως στο σπίτι μου, τόσο ώστε, όταν αργότερα με μετέφεραν σ’ ένα άλλο κελλί, άρχισα να αισθάνωμαι λίγο εκτός τόπου και παρέστη ανάγκη να προσπαθήσω να συνηθίσω σ’ ένα νέο σπίτι.
»Το καλοκαίρι το μέρος ήταν πάρα πολύ θερμό, και τα πρώτα τέσσερα χρόνια στη φυλακή είχα βασανισθή πολύ από τους κορέους τόσο, ώστε ο ύπνος είχε καταντήσει πολύ δύσκολος. Υπήρξαν περίοδοι όπου, λόγω της αϋπνίας και της δοκιμασίας, άρχισα να αισθάνωμαι ζάλη και αναγκάσθηκα να υποβληθώ σε ιατρική θεραπεία. Αλλά συνήλθα από αυτό. Τον χειμώνα έκανε πολύ κρύο. Δεν υπήρχε θέρμανσις, και έπρεπε να ρίχνω πολλά ρούχα επάνω μου—ακριβώς όπως ήταν ανάγκη να κάμετε σεις σήμερα το πρωί. Φορούσα τα βαριά μάλλινα εσώρρουχά μου. Φορούσα τέσσερες μάλλινες πλεκτές φανέλες, ένα φοδραρισμένο γελέκο, ένα φοδραρισμένο σακκάκι, κι εν τούτοις ακόμη εκρύωνα κατά καιρούς.»
ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ: Ο ΧΡΟΝΟΣ
«Είχα τόσο πολύ χρόνο στη διάθεσί μου. Εζήτησα από τον υπεύθυνο μια Γραφή. Αυτό τον ενώχλησε· δεν είπε ούτε Ναι, ούτε Όχι. Την εποχή εκείνη περίπου μ’ επεσκέφθη ένας εκπρόσωπος της Βρεττανικής κυβερνήσεως, και τον παρεκάλεσα να μου στείλη, αν μπορή, ένα αντίτυπο της Γραφής. Αυτός μου το έστειλε, αλλ’ εγώ ουδέποτε το έλαβα.
»Πολλά Γραφικά εδάφια άρχισαν να έρχωνται στο νου μου και τα έγραφα. Ενθυμούμαι ότι εσκεπτόμουν το εδάφιο 1 Πέτρου 4:12, 13: ‘Μη παραξενεύεσθε δια τον βασανισμόν τον γινόμενον εις εσάς προς δοκιμασίαν, ως εάν συνέβαινεν εις εσάς παράδοξόν τι· αλλά καθότι είσθε κοινωνοί των παθημάτων του Χριστού, χαίρετε’. Αυτό το εδάφιο με χαροποιούσε, διότι, μερικές φορές, ένα άτομο θα ήταν δυνατόν να το θεωρήση παράξενο το ότι ενεπλάκη σε τόσες δυσχέρειες κι εκατηγορήθη για πράγματα που σχετίζονται με το ευαγγέλιο και για μερικά πράγματα που αφορούν τον εαυτό του. Όλες αυτές οι κατηγορίες θα μπορούσαν να του φέρουν απογοήτευσι. Αλλά οι Γραφές μού έδωσαν ασφάλεια και μου είπαν: Μη το θεωρείς σαν κάτι ασυνήθιστο, απλώς χαίρε γι’ αυτό.
»Και ένα άλλο εδάφιο, στην Αποκάλυψι 2:10: ‘Μη φοβού μηδέν εκ των όσα μέλλεις να πάθης. . . . Ο διάβολος μέλλει να βάλη τινάς εξ υμών εις φυλακήν . . . και θέλετε έχει θλίψιν δέκα ημερών. Γίνου πιστός μέχρι θανάτου, και θέλω σοι δώσει τον στέφανον της ζωής’. Αυτό το εδάφιο μου έδωσε θάρρος. Πρώτον, με διεβεβαίωσε ότι ο Θεός δεν είναι δυσαρεστημένος μαζί μας· μάλλον, ο Διάβολος είναι. Αυτός είναι εκείνος, ο οποίος ρίχνει τον λαό του Κυρίου στη φυλακή, και δεν θα έπρεπε να φοβηθούμε από οτιδήποτε μπορεί να κάμη. Επί τέλους, δεν πρόκειται να έχωμε παρά μόνο θλίψι ‘δέκα ημερών.’ Με άλλα λόγια, πρόκειται να έχη ένα τέλος. Κάθε πράγμα φθάνει σ’ ένα τέλος στον ωρισμένο του καιρό. Επομένως, το υπομένομε· ο Θεός θα μας ελευθερώση.
»Εσκεπτόμουν, επίσης, το εδάφιο 1 Πέτρου 1:7, που λέγει ότι η δοκιμή της πίστεως σας είναι περισσότερο πολύτιμη από τον χρυσό. Κι εκεί στη φυλακή είναι η δοκιμή της πίστεώς μας. Θα είναι πάντοτε μαζί μας ο Θεός; Θα βγούμε από αυτή την περιπέτεια καλά ως το τέλος; Έχοντας υπ’ όψι αυτά τα εδάφια, εσκέφθηκα ότι θα μπορούσα. Και γνωρίζω ότι όποιος βρίσκεται σ’ αυτή την κατάστασι, θ’ αποκομίση παρηγοριά και ασφάλεια απ’ αυτά τα εδάφια.»
ΕΔΑΦΙΟΝ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ, ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ΑΝΑΓΝΩΣΙΣ
«Όταν είχα καταγράψει αρκετά εδάφια, έκαμα επιλογή ενός για εδάφιο της ημέρας, το αντέγραφα και το τοποθετούσα σ’ ένα εμφανές μέρος για να το εξετάζω στη διάρκεια όλης της ημέρας.
»Την εποχή εκείνη μπορούσα να λαμβάνω αντίτυπα της Κινεζικής εφημερίδος, η οποία δημοσιεύει το σεληνιακό ημερολόγιο, ώστε μπορούσα να μάθω πότε ήταν νέα σελήνη. Απ’ εκεί μπορούσα να υπολογίσω τον χρόνο της Αναμνήσεως του θανάτου του Χριστού. Όταν υπελόγιζα ότι η Ανάμνησις θα είχε αρχίσει μεταξύ των εκκλησιών, συνήθιζα να κάθημαι μέσα στο κελλί, να προσεύχωμαι στον Θεό, και ύστερα να κάνω ανασκόπησι στο νου μου όλων εκείνων των εδαφίων, που σχετίζονται με την Ανάμνησι. Αναλογιζόμουν πώς οι αδελφοί μας θα ήσαν τώρα συγκεντρωμένοι, κι εσκεπτόμουν πώς σε όλο το προσεχές εικοσιτετράωρο εκκλησίες θα εώρτασαν την Ανάμνησι. Όλ’ αυτά με βοήθησαν να έχω προσηλωμένη τη διάνοιά μου στη Βασιλεία και τους αδελφούς, να αισθάνωμαι ότι αποτελώ μέρος τους· διότι εκείνο που μου έλλειψε περισσότερο ήταν ένας αδελφός—κάποιος στον οποίο να μιλήσω και να μου δώση λίγη νέα τόνωσι από τον Λόγο του Θεού.
»Επίσης, έπαιρνα μερικές εφημερίδες από την αδελφή μου στην Αγγλία, και αυτές οι εφημερίδες εδημοσίευσαν μερικές φορές ένα εδάφιο της Γραφής. Μια από αυτές εδημοσίευε πότε-πότε ένα κήρυγμα γραμμένο από κάποιον κληρικό. Εδιάβαζα πάντα αυτό το κήρυγμα με την ελπίδα να βρω κάποιο εδάφιο. Είναι, όμως, εκπληκτικό πώς αυτός ο άνθρωπος μπορούσε συχνά να γράφη ένα ολόκληρο κήρυγμα και ποτέ να μη παραθέση ένα εδάφιο.
»Ένα εδάφιο, που βρήκα σε μια εφημερίδα, μου έδωσε μεγάλη παρηγοριά, για πάρα πολλούς επερχόμενους μήνες. Ήταν το εδάφιο Ρωμαίους 12:12: ‘Εις την ελπίδα χαίροντες· εις την θλίψιν υπομένοντες· εις την προσευχήν προσκαρτερούντες’. Εσκέφθηκα ότι ήταν πολύ κατάλληλο. Μολονότι η κατάστασίς μου εφαίνετο κατά καιρούς χωρίς ελπίδα—με πολλά, πολλά χρόνια ακόμη που έπρεπε να περάσουν—εν τούτοις, υπήρχε μπροστά μια ελπίς, η ελπίς της Βασιλείας. Αν πέθαινα, υπήρχε η ελπίς της αναστάσεως. Ώστε δεν υπήρχε λόγος για θλίψι. Το εδάφιο μου έλεγε: ‘Εις την ελπίδα χαίροντες’. Όσο περισσότερο εσκεπτόμουν την ελπίδα, τόσο περισσότερο ευτυχής αισθανόμουν. Αισθάνθηκα τον εαυτό μου ισχυρότερον και οι θλίψεις εξηφανίσθησαν. Έτσι, μ’ αυτό τον τρόπο, μπορούσα να κάμω όπως λέγει το εδάφιο: ‘Εις την θλίψιν υπομένοντες’.
»Θα μπορούσα να είχα απολυθή ενωρίτερα, αν είχα προσπαθήσει να είμαι ευχάριστος, να συμβιβασθώ λίγο εδώ και λίγο εκεί. Μου έλεγαν πάντοτε ότι θα εμείωναν την ποινή, αν έκανα παραχωρήσεις. Αλλά διεπίστωσα ότι αυτές οι παραχωρήσεις δεν μπορούσαν να γίνουν. Κάνετε σεις μια μικρή παραχώρησι και αυτοί κατόπιν ζητούν μια άλλη, ώσπου τελικά θα μιλήσετε εναντίον των ιδίων των αδελφών σας. Αλλά δεν μπορούμε να ενεργήσωμε έτσι, και γι’ αυτό είναι καλύτερα να μην αρχίσωμε. Ας δυσαρεστηθούν. Πρέπει να παραμείνω σταθερός και ν’ αναμένω την απελευθέρωσι από τον Ιεχωβά. Αυτό μπορούσα να το κάμω, αν ακολουθούσα την περαιτέρω συμβουλή και ‘προσκαρτερούσα στην προσευχή’.
»Όταν στην αρχή βρέθηκα στη φυλακή, μπορούσα να προσεύχωμαι θερμώς στον Ιεχωβά Θεό. Όταν, όμως, δεν υπάρχη τόνωσις από άλλους αδελφούς, υπάρχει κατά καιρούς μια τάσις, όπως διεπίστωσα, να αισθάνεται κανείς ότι η προσευχή ήταν μια επανάληψις και συνεπώς όχι τόσο αποτελεσματική. Η τάσις πιθανόν να είναι να την παραμελήση ένας. Αυτό μπορεί να συμβή σε μια περίοδο πολλών ετών. Αλλά υπήρχε ένα εδάφιο που έλεγε: ‘Προσκαρτερείτε στην προσευχή· συνεχίστε, οι προσευχές σας είναι αποτελεσματικές και μπορούν να σας ενισχύσουν’. Και με ενίσχυσαν. Μ’ εβοήθησαν να σταθώ, όταν αισθανόμουν κατάπτωσι:
»Είχα, όμως, ένα μεγάλο πρόβλημα του πώς να γεμίσω τον χρόνο μου. Όταν εγειρόμουν στις πεντέμιση το πρωί, είχα όλη την ημέρα μπροστά μου. Μου έδιναν μερικά περιοδικά να διαβάσω, αλλ’ αυτά ήσαν γεμάτα από πολιτική· έτσι δεν τα εδιάβαζα. Απεφάσισα, λοιπόν, να προμηθευθώ, αν ήταν δυνατόν, μερικά διδακτικά βιβλία, που θα μπορούσα να μελετήσω. Προμηθεύθηκα μερικά για μαθηματικά και για ηλεκτρισμό και άρχισα ν’ ασχολούμαι με αυτά. Η Γραφή μάς λέγει να συλλογιζώμεθα όσα είναι καλά, ωφέλιμα, εποικοδομητικά και δίκαια. (Φιλιππησ. 4:8) Πρόκειται, βέβαια, για πνευματικά πράγματα. Αλλά κατ’ αρχήν εύρισκα τη μελέτη αυτών των βιβλίων, επίσης, καλή και ωφέλιμη. Δεν θα με έκαναν να σκέπτομαι κάτι που δεν ήταν υγιές, ούτε εποικοδομητικό. Και αν, στα μετέπειτα χρόνια, δεν θα έκανα χρήσι της γνώσεως που απέκτησα, θα μπορούσα τουλάχιστον να γεμίσω τη διάνοιά μου. Έτσι θ’ απασχολούσα τον εαυτό μου στη μελέτη, αγωνιζόμενος να τα καταλάβω, και διεπίστωσα ότι αυτό επρομήθευσε πολλή εξάσκησι στη διάνοιά μου. Τα απελάμβανα πλήρως. Πραγματικά, απορροφήθηκα τόσο μ’ αυτή τη μελέτη, αγωνιζόμενος με προβλήματα μαθηματικών και ηλεκτρισμού, ώστε άρχισα ν’ αντιλαμβάνωμαι ότι δεν πρέπει να παραμελώ τη μελέτη μου της Γραφής. Έτσι έπρεπε να επανέλθω στα εδάφιά μου. Μερικές φορές προσπαθούσα να μεταφράσω τα εδάφια στην Κινεζική απλώς για να ασκούμαι και να μη παραμελώ ποτέ το Λόγο του Θεού.
»Μπορούσα να παίρνω γράμματα από το σπίτι μου μια φορά τον μήνα. Τους έλεγα τι είχα λάβει και εκείνοι μου έλεγαν τι είχαν στείλει, και μ’ αυτό τον τρόπο μπορούσαμε να γνωρίζομε αν το κάθε τι έφθασε· ή αν αυτό κατεκρατήθη, το εμάθαινα και αυτό, επίσης.»
ΚΙΝΕΖΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Σ’ όλον τον κόσμο οι μάρτυρες του Ιεχωβά απορούσαν τι συνέβη στους Κινέζους αδελφούς και αδελφές των μετά τη σύλληψι των ιεραποστόλων. Ο Αδελφός Τζωνς τώρα ανέφερε στη συνέλευσι τις πληροφορίες που είχε.
«Εγνώριζα ότι είχαν συλληφθή μερικοί αδελφοί. Ήμουν πάντα άγρυπνος να τους ιδώ, και κάποτε, όταν μ’ εφωτογράφιζαν, είδα εκεί τρείς από τις αδελφές μας, στις οποίες περιελαμβάνετο και εκείνη που είχε συλληφθή πριν από τέσσερα χρόνια. Η αδελφή είχε κρατηθή επί τέσσερα χρόνια στη φυλακή και, αντί να την απολύσουν τότε όπως θα μπορούσατε ν’ αναμένετε, την έστειλαν στο δικαστήριο, την κατεδίκασαν, και ήταν ακόμη στη φυλακή. Χάρηκα που είδα αυτές τις αδελφές. Δεν μπορούσαμε να συνομιλήσωμε, αλλά μπορούσαμε τουλάχιστον να μειδιάσωμε. Ήταν ενθαρρυντικό για μένα το ότι εκείνες ήσαν μαζί και ότι μπορούσαν να συνομιλούν μεταξύ των. Μπόρεσα, επίσης, ν’ ακούσω με διαφόρους τρόπους ότι υπήρχαν και άλλοι πέντε από τους αδελφούς μας όλοι μαζί φυλακισμένοι και ότι εξακολουθούσαν να παραμένουν σταθεροί στην πίστι και πάντοτε γεμάτοι από ελπίδα και χαρά και ότι ενδιεφέροντο πάρα πολύ να μάθουν για μένα και τον Αδελφό Κινγκ. Είμαι βέβαιος ότι έως σήμερα οι αδελφοί εκείνοι εξακολουθούν να παραμένουν σταθεροί στην αλήθεια και να κρατούν την ακεραιότητά τους.»
Παρατεταμένα χειροκροτήματα από το ακροατήριο συνώδευσαν αυτά τα ενθαρρυντικά νέα, και η έκθεσις ενός άλλου γεγονότος επέσυρε περαιτέρω χειροκροτήματα. Ο Αδελφός Τζωνς τους είπε:
«Απ’ το κελλί μου μπορούσα να βλέπω έξω μέσ’ από ένα παράθυρο διαδρόμου σε μια αυλή που ήταν κάτω. Όταν οι φυλακισμένοι έμπαιναν στη φυλακή ή έβγαιναν απ’ αυτή, μπορούσα συχνά να τους βλέπω. Μια μέρα κατά σύμπτωσι παρετήρησα δια μέσου αυτού του παραθύρου και είδα ένα κρατούμενο να βαδίζη προς τα έξω με ένα μεγάλο κιβώτιο στον ώμο. Ύστερα ακολούθησε ένας άλλος και ένας άλλος, και έκαμα τη σκέψι, ‘αυτά τα κιβώτια τα έχω ιδεί προηγουμένως· τα γνωρίζω· είναι του Χάρολντ Κινγκ’. Και πράγματι, πίσω από τα κιβώτια ακολουθούσε ο Χάρολντ Κινγκ, ο οποίος εβάδιζε προς την ελευθερία.
»Εχάρηκα πολύ. Φυσικά, άρχισα να σκέπτωμαι, ’Τι θα συμβή σε μένα; Θα με αφήσουν ελεύθερον σύντομα;’»
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ
Οι Κινέζοι επίσημοι άρχισαν και πάλι να ασκούν ψυχολογική πίεσι. Πρώτα, ο Αδελφός Τζωνς μετεφέρθη στο κελλί, όπου ήταν ο Χάρολντ Κινγκ, σ’ ένα άλλο τετράγωνο των φυλακών. Άρχισαν να του δίνουν προσοχή, με το να επιτρέπουν ακόμη και να ομιλή μ’ ένα από τους φρουρούς. Αλλά γρήγορα άρχισαν να εισάγουν πολιτική στη συζήτησι, και όταν ο Αδελφός Τζωνς έδειχνε άρνησι να εμπλακή σε τέτοια συζήτησι, έπαυαν να ομιλούν. Αλλά τον ενεθάρρυναν να πιστεύη ότι σύντομα θ’ αφήνετο ελεύθερος. Όταν η έκτισις της ποινής του έφθασε στο έκτο έτος, του έδωσαν κάθε ένδειξι ότι θ’ απελύετο. Ύστερα τον αγνόησαν πάλι, και κατάλαβε ότι θα παρέμενε τουλάχιστον ένα έτος ακόμη. Είπε τα εξής:
«Γνωρίζω τι συνέβη. Η διεύθυνσις των φυλακών είχε στείλει στο δικαστήριο μια επιστολή, λέγοντας ότι ήσαν ικανοποιημένοι από τη διαγωγή μου και συνιστούσαν την απόλυσί μου, αλλά το δικαστήριο δεν ήταν διατεθειμένο να την επιτρέψη. Στα γράμματά μου προς τους δικούς μου, βλέπετε, δεν ωμιλούσα ποτέ για κομμουνισμό. Πολλοί Κινέζοι κρατούμενοι, όταν έγραφαν, προσπαθούσαν να ευαρεστήσουν τις αρχές. Άρχιζαν το γράμμα τους ως εξής:
»‘Θα χαρήτε να μάθετε ότι τώρα αναμορφώνομαι. Ακολουθώ τώρα τα έργα και τις διδασκαλίες του μεγάλου Ηγέτου μας Μάο Τσε-τουνγκ. Υποστηρίζω την Κομμουνιστική κυβέρνησι και θέλω να γίνω ένας εργάτης για το καλό του λαού’.
»Έγραφαν όλο κάτι τέτοια προτού πουν κάτι για την οικογένεια. Φυσικά, αυτά εδιδάσκοντο στις συναθροίσεις των. Στην πραγματικότητα, οι κρατούμενοι εγνώριζαν τις Κομμουνιστικές διδασκαλίες καλά, αλλά αυτές δεν είχαν καμμιά επίδρασι στις καρδιές των· η διαγωγή των δεν είχε μεταβληθή. Το εγνώριζα αυτό, επειδή μπορούσα να το παρακολουθώ καθημερινά· όπως το εγνώριζαν και οι δεσμοφύλακες. Μολονότι οι δεσμοφύλακες ήθελαν να γράφουν αυτοί έτσι, μερικές φορές ήταν υπερβολικό, και άκουσα τους δεσμοφύλακες να τους λέγουν: ‘Όταν στέλνετε γράμματα, σταματήστε να γράφετε έτσι, επειδή δεν το πιστεύετε!’ Αλλά εγώ δεν είχα γράψει ποτέ κάτι τέτοιο. Έγραφα πάντοτε ευχαριστίες για ό,τι ελάμβανα· έδειχνα σεβασμό, αλλά δεν προσπαθούσα να τους φανώ ευχάριστος με Κινεζικές υποκλίσεις. Έτσι έπρεπε να παραμείνω ως το τέλος.»
Τελικά, τρεις περίπου εβδομάδες προτού λήξουν τα επτά χρόνια, οι αρχές ωδήγησαν τον Αδελφό Τζωνς σε πέντε περιοδείες σ’ ένα εργοστάσιο, ένα κοινόβιο, μια έκθεσι βιομηχανικών προϊόντων, ένα κέντρο τέχνης, και ένα εργατικό χωριό. Ο ίδιος το σχολιάζει έτσι:
«Είδα ότι δεν υπήρχε τίποτε το ασυνήθιστο σε όλα αυτά. Οικοδομούν πολύ, αλλά δεν έκαμαν τίποτε που δεν το κάνουν και οι άλλες χώρες.
»Ύστερα ήλθε η 13η Οκτωβρίου, 1965, η ημέρα της απολύσεώς μου. Ενόμισα ότι θα με απέλυαν το πρωί, αλλά μ’ εκράτησαν ως τις οκτώ και μισή τη νύχτα. Αυτό σημαίνει ότι εξέτισα την ποινή μου των επτά ετών ως την τελευταία σχεδόν ώρα, απλώς μου εχάρισαν δεκάμιση ώρες.»
Όταν εγκατέλειψε τη φυλακή, ο Αδελφός Τζωνς ωδηγήθη σ’ ένα ξενοδοχείο από ένα αστυφύλακα, και κατόπιν μ’ ένα διήμερο σιδηροδρομικό ταξίδι στην Καντών, όπου μετεφέρθη σ’ ένα άλλο ξενοδοχείο—όλ’ αυτά με δικά του έξοδα. Το επόμενο πρωί ωδηγήθη με συνοδεία στα σύνορα μεταξύ Κίνας και Χονγκ Κονγκ. Μας λέγει τι συνέβη εκεί:
«Ήμουν κοντά στη λευκή γραμμή διαχωρισμού. Η Βρεττανική αστυνομία ήταν από την άλλη πλευρά. Είδα, επίσης, ένα Άγγλο να πλησιάζη προς τη γραμμή και να βλέπη εμένα. Διστακτικά άρχισε να χαιρετά. Κι εγώ διστακτικά κάπως άρχισα ν’ ανταποδίδω τον χαιρετισμό. Δεν τον ανεγνώρισα. Απομακρύνθηκε και κατόπιν επανήλθε, αυτή τη φορά μαζί με τον Αδελφό Τσαρλς, τον οποίο ανεγνώρισα αμέσως. Οι Βρεττανικές αρχές είχαν πει σ’ αυτούς τους αδελφούς: ‘Ελάτε να υποδεχθήτε τον Κο Τζωνς. Αλλά μη πατήσετε επάνω σ’ αυτή τη λευκή γραμμή’. Και δεν επάτησαν.»
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ «ΙΝΔΟΚΑΛΑΜΙΝΟΥ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑΤΟΣ»
«Διέβηκα τα σύνορα και η χαρά μου ήταν μεγάλη, που ξαναβρέθηκα μεταξύ των αδελφών. Ήταν μια καταπληκτική πείρα ύστερ’ από την μακρά απομόνωσί μου. Γρήγορα ανησύχησα, όμως, διότι μου είπαν ότι οι δημοσιογράφοι περίμεναν να με ιδούν. Σε όλη τη διάρκεια των επτά ετών στη φυλακή ούτε μια στιγμή δεν υπέθεσα ότι θα υπήρχε οποιοδήποτε ειδικό ενδιαφέρον για την περίπτωσί μου. Φυσικά, εγνώριζα ότι οι αδελφοί μας ενδιεφέροντο, και είμαι πολύ ευτυχής, που εδείξατε ενδιαφέρον γιατί γνωρίζω πόσο μ’ εβοήθησαν οι προσευχές σας.
»Αλλά μπορείτε να φαντασθήτε πώς αισθάνθηκα τώρα, που έπρεπε ν’ αντιμετωπίσω τους δημοσιογράφους. Καταλαβαίνετε ότι επτά ετών απομόνωσις, όπου οφείλετε να είσθε τόσο προσεκτικός σ’ αυτά που λέτε, και όπου αθώα λόγια εκλαμβάνονται ως αδίκημα, έχει ως αποτέλεσμα το να σας κάμη να κλεισθήτε στον εαυτό σας, να κλεισθήτε μέσα και να μείνετε ήσυχος. Τώρα βρισκόμουν μεταξύ ελευθέρων ανθρώπων, αλλά δεν ήταν εύκολο ν’ ανοίξουν οι πόρτες αμέσως και να χαρήτε εκείνη την ελευθερία. Οι αδελφοί στο Χονγκ Κονγκ μ’ εβοήθησαν πάρα πολύ. Είχα μάλιστα την ευκαιρία να συνεργασθώ μαζί τους στο από οικία σε οικία έργο. Ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα από σπίτι σε σπίτι ύστερα από δεκατέσσερα χρόνια.»
Οι 34.000 και πλέον Μάρτυρες στο Στάδιο Γιάγκη ξανάζησαν μαζί με τον Αδελφό Τζωνς τις ημέρες, που ακολούθησαν την απόλυσί του, αισθανόμενοι τη χαρά του και συχνά εκφράζοντας την ευτυχία τους γι’ αυτόν με ενθουσιώδη χειροκροτήματα. Είπε πόσο καλά πέρασε στην Ιαπωνία, όπου μίλησε σε 230 άτομα στην πόλι Ναγκόγια και αργότερα σε χιλίους περίπου στο Τόκιο. Ο πρώτος σταθμός του στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν στη Χονολουλού, στη Χαβάη, όπου άλλοι χίλιοι αδελφοί ήλθαν να τον ακούσουν. Καθώς είπε ο ίδιος:
«Δεν με είχαν ίδει ποτέ προηγουμένως· ούτε κι εγώ τους είχα ποτέ ίδει ως τότε· εν τούτοις, άνοιξαν τις καρδιές τους και με υπεδέχθησαν και αισθανόμουν ότι ερχόμουν από την Κίνα σε μια μεγάλη οικογένεια από αδελφούς και αδελφές. Τι χαρά και ευλογία το να βρίσκεται ένας μέσα στην κοινωνία Νέου Κόσμου!»
Ύστερ’ από δίωρη στάθμευσι στο Σαν Φρανσίσκο, όπου διακόσια άτομα ήλθαν να τον υποδεχθούν, ο Αδελφός Τζωνς ήλθε στη Νέα Υόρκη. Του έκαμαν μεγάλη εντύπωσι οι αλλαγές που βρήκε στην πριν από είκοσι έτη κατάστασι, τότε που είχε εργασθή για τέσσερες μήνες ως ολοχρόνιος διάκονος στο Μανχάτταν, καθώς και στο τυπογραφείο της Εταιρίας Σκοπιά για λίγους μήνες. Αλλά το ακροατήριο στο Στάδιο Γιάγκη δεν ήταν καθόλου προετοιμασμένο να ακούση την ταπεινή έκφρασι της αντιδράσεως του Αδελφού Τζωνς για όλα όσα έβλεπε.
«Με συνεκίνησε αυτό», είπε, «επειδή επτά χρόνια δεν έκαμα τίποτε. Σ’ αυτά τα επτά χρόνια δεν μπορούσα να κηρύξω σχεδόν καθόλου. Και τώρα απολύομαι και βλέπω ότι σ’ αυτά τα επτά χρόνια όλοι εσείς είσθε δραστήριοι. Προχωρούσατε κηρύττοντας κάθε μέρα. Ο Κύριος σάς ευλόγησε και σας έδωσε αύξησι. Όλ’ αυτά, που είδα, αφότου έμεινα ελεύθερος, αποτελούν μια θαυμασία έμπνευσι για μένα και μου δίνουν την παρόρμησι ν’ αναλάβω γρήγορα κι εγώ δράσι.
»Βεβαίως, έχω πρώτα να μελετήσω πολλά πράγματα. Πρέπει να διαβάσω όλα τα βιβλία, αρχίζοντας από το βιβλίο Παράδεισος. Γνωρίζω ότι δεν μπορώ να διαβάσω πολύ καθώς γυρίζω σε ταξίδια, αλλά θα επιστρέψω στην Αγγλία και αφού συναντήσω τους γονείς μου για πρώτη φορά ύστερ’ από δέκα εννέα και μισό χρόνια, θ’ ασχοληθώ με τη μελέτη.»
ΚΑΛΗ ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ
«Ελπίζω όσα σας είπα να μη σας μετέδωσαν φόβο, ή το αίσθημα ότι, αν αυτά συμβούν σε σας, δεν θα μπορέσετε να επιζήσετε. Όταν ήμουν στο Χονγκ Κονγκ ένας ανταποκριτής εφημερίδος είπε: ‘Εγώ δεν θα μπορούσα ποτέ ν’ ανθέξω μόνος. Αν ώφειλα να παραμείνω επτά χρόνια μόνος, θα εφρόντιζα ν’ αποδράσω’. Αλλά στους μάρτυρας του Ιεχωβά δεν συμβαίνει αυτό, επειδή έχουν κάτι να σκέπτωνται. Έχομε κάποια πνευματική τροφή μέσα μας, η οποία μας τρέφει, και μπορούμε να παραμένωμε σταθεροί στην πίστι. Βεβαίως, οφείλομε να μελετούμε πρώτα. Δεν έχομε εσωτερική δύναμι, αν δεν μελετούμε. Γι’ αυτό το καλύτερο, που έχετε να κάμετε, είναι να συνεχίσετε τη μελέτη της Γραφής σας, παρευρισκόμενοι στις συναθροίσεις για να οικοδομήσθε. Τότε αν έλθουν δοκιμασίες, θα μπορέσετε να ‘μείνετε στερεοί’.
»Γνωρίζετε την περίπτωσί μου όπως σας την εξήγησα. Δεν υπάρχει τίποτε το θεαματικό, κανένας ηρωισμός. Ήταν απλώς μια περίπτωσις του ‘υπομείνετε· έχετε πίστι στον Θεό’. Και αυτό είμαι βέβαιος ότι θα το εκάνατε σεις.
»Στη Χονολουλού μ’ επλησίασε μια αδελφή ήρεμα και μου είπε: ‘Μη σας κακοφανή η ερώτησίς μου, αλλά υπάρχει κάτι που θα ήθελα να σας ερωτήσω. Αισθανθήκατε ποτέ συντριβή και θλίψι στη διάρκεια των επτά εκείνων ετών;’ Της είπα: ‘Ναι, αισθάνθηκα!’ Υπήρχαν στιγμές όπου με βάρυνε η μοναξιά, η πλήρης έλλειψις ωφελιμότητος της καταστάσεώς μου, η σπατάλη του χρόνου. Η διάνοια εργάζεται και μελετά κι ένα άτομο μπορεί ν’ απολαμβάνη τη μελέτη επί ένα μακρό χρονικό διάστημα· μπορεί να σκέπτεται επωφελώς διάφορα πράγματα. Αλλ’ ύστερ’ από ένα διάστημα η διάνοια ζητεί ανάπαυσι. Τότε προκύπτει το πρόβλημα του πώς ν’ απασχολήσετε τη διάνοια. Ένα άτομο μπορεί να αισθανθή κατάθλιψι από την κατάστασι.
»Αλλά κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ποτέ δεν είχα το αίσθημα, ότι ήθελα να βρω κάποιον διαφορετικό τρόπο να απαλλαγώ. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι ήθελα ν’ αλλάξω την πορεία μου ενεργείας και να συμβιβασθώ. Εγνώριζα ότι θα έλθη ανακούφισις. Κι έτσι συμβαίνει ώστε, ύστερ’ από ένα διάστημα, η διάνοια ξαφνικά ανακαλύπτει ότι μπορεί να τραφή με κάτι άλλο. Έγινα και πάλι ευτυχής και πολυάσχολος. Αν είχα αισθανθή τον εαυτό μου λίγο κουρασμένον και οκνόν στη διάνοια, εγνώριζα ότι θα τα υπερνικούσα και ότι επρόκειτο να αισθάνωμαι τον εαυτό μου σε καλύτερη κατάστασι και ν’ αναζωογονηθώ και πάλι.
»Έτσι μπορεί να πη κανείς: Είμεθα άνθρωποι. Έχομε ανθρώπινα αισθήματα, ανθρώπινες αδυναμίες. Δεν είναι σφάλμα αν αισθανώμεθα κατάπτωσι μερικές φορές, διότι και όταν ακόμη αισθανώμεθα κατάπτωσι αυτό δεν επηρεάζει τα αισθήματά μας για την αλήθεια. Εξακολουθούμε να έχωμε τις ίδιες ελπίδες. Απλώς τις υπομένομε, και ο Θεός μάς αναζωογονεί και αισθανόμεθα και πάλι καλά.
»Μερικοί αδελφοί μ’ ερώτησαν για τις εντυπώσεις μου αφότου έμεινα ελεύθερος. Ποια είναι η γνώμη μου για τις αλλαγές εδώ στο Δυτικό κόσμο; Ποια είναι η αντίθεσις με τη ζωή στην Κίνα;
»Υπάρχει μια τρομερή αντίθεσις. Στην Κίνα σήμερα απαιτείται από τους ανθρώπους να κάμουν θυσίες για να οικοδομηθή η νέα Κίνα· γι’ αυτό, η ζωή είναι ασκητική, μονότονη και πάρα πολύ ελεγχομένη. Τώρα έρχομαι σ’ ένα πιο ελεύθερο κόσμο, βρίσκω ανθρώπους ωραία ντυμένους, πολύχρωμα. Υπάρχει ζωή, ενεργητικότης, ελευθέρα δράσις, με κάθε ένδειξι ευημερίας. Είναι σαν να πηγαίνετε από ένα κόσμο σ’ έναν άλλο. Αρχίζω να κάνω σκέψεις: Τι ωραία αυτοκίνητα—δεν θα ήταν ωραίο να έχη κανείς ένα; Θελκτικά σπίτια—κι αυτά θα ήσαν ωραία—και τα όμορφα φορέματα, η καλή τηλεόρασις, πιστής αποδόσεως μουσική από το ραδιόφωνο και τα όμοια. Παρετήρησα, λοιπόν, όλη την υλική ευημερία και λέγω ότι όλα αυτά μπορούν να γίνουν παγίδα.
»Αντιλαμβάνομαι καθαρά ότι οι άνθρωποι του κόσμου αντλούν την ευτυχία τους από αυτά τ’ αγαθά, όλα αυτά τα υλικά πράγματα που έχουν. Αν αυτά τα πράγματα αιφνιδίως εξαφανισθούν, η ευτυχία των θα χαθή μαζί τους, και δεν θα μπορέσουν να ζήσουν.
»Αλλά, φυσικά, εμείς δεν μπορούμε να είμεθα έτσι. Δεν είναι εσφαλμένο να έχη κανείς ένα ωραίο αυτοκίνητο καθώς και όλα αυτά τα καλά πράγματα της ζωής. Μπορεί κανείς να τα κατέχη και να χαίρη και να μη του προξενούν καμμιά ζημία, με την προϋπόθεσι ότι δεν τα θεωρούμε ποτέ ως την κυρία πηγή της ευτυχίας και της ευχαριστήσεώς μας. Και γνωρίζω ότι αυτό δεν θα το κάμωμε, αν θέτωμε τα πνευματικά πράγματα στην ορθή τους θέσι, δηλαδή, πρώτα.
»Ώστε αυτή είναι η εντυπωσίς μου από την έλευσί μου σ’ ένα διαφορετικό κόσμο, να διαπιστώσω ότι υπάρχει ευημερία, αλλά υπάρχει, επίσης, ανάγκη προσοχής ώστε αυτή η ευημερία να μη γίνη ένας λίθος προσκόμματος και αιτία πτώσεώς μας.»
Εγκάρδια χειροκροτήματα από τις δεκάδες χιλιάδων των παρόντων έδειξαν ότι εκτιμούν αυτή την επίκαιρη συμβουλή και συμφωνούν με αυτή. Εχάρησαν, επίσης, ακούοντας την έκφρασι θερμής αγάπης και τους χαιρετισμούς, που ο Αδελφός Τζωνς τούς έφερε από τους αδελφούς στο Χονγκ Κονγκ, την Ιαπωνία και τη Χονολουλού, αλλά συνεκινήθησαν ιδιαιτέρως από τα τελικά του λόγια καθώς έλεγε:
«Τελικά, αισθάνομαι ότι, αν εκείνοι οι λίγοι αδελφοί που βρίσκονται ακόμη στην Κίνα εγνώριζαν ότι είμαι εδώ και ομιλώ σ’ εσάς σήμερα, και αυτοί, επίσης, θα ήθελαν να εκφράσω την ιδική τους αγάπη και τις ιδικές των ευχές σ’ εσάς όλους.»
Η δίωρη συγκέντρωσις έφθασε στο τέλος της καθώς τα παρατεταμένα χειροκροτήματα δονούσαν το στάδιο. Ύστερ’ από έναν ύμνο και προσευχή, το πλήθος άρχισε να διαλύεται και να κατευθύνεται προς τις κατοικίες του στα διάφορα μέρη. Έμαθαν πολλά, και ασφαλώς προσευχές θ’ αναπέμπονται από χιλιάδες χειλέων και καρδιών για τους αδελφούς και τις αδελφές των, που βρίσκονται ακόμη στην Κομμουνιστική Κίνα και προσπαθούν να παραμείνουν σταθεροί στην πίστι.
[Εικόνα στη σελίδα 53]
Ο Τζωνς ομιλεί σε 34.708 στο Στάδιο Γιάγκη