Υποσημείωση
«Πουρ» σημαίνει «κλήρος». Ο πληθυντικός «Πουρίμ» χρησιμοποιήθηκε για την ιουδαϊκή γιορτή που τηρούνταν τον δωδέκατο μήνα του θρησκευτικού ημερολογίου. Βλέπε Παράρτημα Β15.
«Πουρ» σημαίνει «κλήρος». Ο πληθυντικός «Πουρίμ» χρησιμοποιήθηκε για την ιουδαϊκή γιορτή που τηρούνταν τον δωδέκατο μήνα του θρησκευτικού ημερολογίου. Βλέπε Παράρτημα Β15.