Το Συνέδριο της Λωζάννης—Πεντηκοστή ή Βαβέλ;
«ΤΙΠΟΤΕ παρόμοιο με το Συνέδριο της Λωζάννης δεν συνέβη ποτέ προηγουμένως,» παρατήρησε το περιοδικό Ετέρνιτυ. «Αυτό—το Διεθνές Συνέδριο Παγκοσμίου Κηρύγματος—ήταν μια ιεραποστολική σύσκεψις που ήταν διαφορετική.»
‘Ήταν σαν την Πεντηκοστή,’ είπαν άλλοι περιγράφοντας το καλειδοσκόπιο διαφόρων εθνών, μορφώσεων καταγωγών που αντιπροσωπεύθηκαν στο συνέδριο της Λωζάννης της Ελβετίας στις 16-25 Ιουλίου. Ο δεδηλωμένος σκοπός ήταν να συζητηθούν τρόποι και μέθοδοι με θέμα «Ας ακούση η γη τη Φωνή Του,» δηλαδή, πώς θα μπορούσαν να κηρύξουν την άποψί τους επί του αγγέλματος του Ιησού Χριστού παγκοσμίως μέχρι το έτος 2.000.
Αν και πολλοί παρατηρηταί δεν έφθασαν τόσο μακρυά ώστε ν’ αποκαλέσουν το συνέδριο της Λωζάννης μια άλλη «Πεντηκοστή,» οι περισσότεροι ίσως συμφωνήσουν ότι ήταν πράγματι «διαφορετικό.» Παρατηρήθηκε μια έξαρσις ευαγγελισμού και ιεραποστολικών συζητήσεων τούς πρόσφατους μήνες. Η Λωζάννη, όμως, μ’ έναν εξεζητημένο τρόπο, πέρασε τα όρια του φανατισμού και είλκυσε 2.700 εκλεκτούς αντιπροσώπους από πολλές ευαγγελιστικές ομάδες και από 150 χώρες. Δεκάδες γλώσσες αντιπροσωπεύθηκαν, επτά επίσημες γλώσσες ωμιλούντο στις συνεδριάσεις.
Ειδική προσπάθεια έγινε να προσκληθή ένας ευρύς τομεύς του ευαγγελικού κόσμου—όχι μόνο εκείνοι από διαφορετικά έθνη και μορφώσεις, αλλά και γυναίκες, κληρικοί, λαϊκοί, ευαγγελισταί, ιεραπόστολοι, εκπαιδευταί, νέοι και ηλικιωμένοι. Πολλοί από τους άνω των χιλίων εκπροσώπους των χωρών του ‘Τρίτου Κόσμου’ δαπάνησαν ποσόν αρκετών εβδομάδων μισθού για να πληρώσουν μόνο την εγγραφή τους.
Το συνέδριο της Λωζάννης ήταν επίσης διαφορετικό στο ότι απετελείτο από εργαζόμενα μέρη. Λεπτομερειακές εκθέσεις είχαν προετοιμασθή εξηγώντας την έκτασι των ιεραποστολικών επιτευγμάτων του Χριστιανισμού σε κάθε μέρος της γης. Εδόθη, επίσης, έμφασις στο πώς να πλησιάσουν συνήθως απρόσιτα άτομα του «Χριστιανικού» κόσμου, όπως αυτούς που ζουν σε διαμερίσματα ή εργάζονται σε μεγάλα μέγαρα γραφείων. Τόσο αποφασισμένοι ήσαν οι οργανωταί ότι το συνέδριο θα περιελάμβανε κάτι περισσότερο από θεολογία και θεωρία ώστε οι αντιπρόσωποι είχαν τη μορφή «μετόχων.»
Μεγάλη διαφήμισις εδόθη επίσης σ’ αυτό το ιδιαίτερο συνέδριο. Εκτεταμένο ενδιαφέρον προεκλήθη από την πρώιμη διαφήμισι για το συνέδριο εκ μέρους του Μπίλλυ Γκραμ, ο οποίος αργότερα υπηρέτησε ως επίτιμος πρόεδρος και κύριος ομιλητής. Επί μήνες σχεδιαζόταν αυτό το γεγονός και προφανώς κόστισε άνω των τριών εκατομμυρίων δολλαρίων των Η.Π.Α.
Γιατί Τώρα;
Ξαφνικά η ανάγκη να κηρύξουν με θέρμη φαίνεται να είλκυσε αυτούς τους θρησκευτικούς ηγέτες. Πριν από τέσσερα μόνο χρόνια μια παγκόσμια στατιστική έδειξε ότι οι περισσότεροι δεν ευνοούσαν τότε μια τέτοια συνδιάσκεψι. Άλλαξαν την άποψί τους λιγώτερο από δύο χρόνια αργότερα και άρχισαν οι εργασίες για το Συνέδριο της Λωζάννης. «Το ρεύμα για ευαγγελικό κήρυγμα στον κόσμο άρχισε,» είπε κάποιος από τους διευθυντάς, «και υπάρχει ομοφωνία ότι πρέπει να κινηθούμε σ’ αυτό το ρεύμα προς τον σκοπό του παγκοσμίου ευαγγελισμού σ’ αυτόν τον αιώνα.» Γιατί συνέβη αυτή η αλλαγή στάσεως σε τόσο λίγο χρόνο;
Κανείς στη Λωζάννη δεν φαινόταν να γνωρίζη με βεβαιότητα. Αλλά πολυάριθμοι ομιληταί παρετήρησαν ότι ‘οι παγκόσμιες συνθήκες είναι γόνιμες για μαρτυρία περί του Χριστού.’ Ο Ος Γκίννες της Ελβετίας εξέφρασε τη γνώμη ότι οι άνθρωποι είναι μοναδικά δεκτικοί στο Χριστιανικό άγγελμα τώρα λόγω της «χρεωκοπίας της κοσμικής σκέψεως.» Κάποιος άλλος κύριος ομιλητής, ο Βρεταννός Μάλκολμ Μάγκεριτζ, υπεστήριζε τον Γκίννες, λέγοντας: «Μου φαινόταν καθαρά, χωρίς καμμιά σκιά αμφιβολίας, ότι αυτό που ονομάζεται ακόμη Δυτικός Πολιτισμός βρίσκεται σ’ ένα προχωρημένο στάδιο αποσυνθέσεως και ότι ένας άλλος Σκοτεινός Αιών θα βρίσκεται σύντομα επάνω μας, αν, στην πραγματικότητα, δεν έχη ακόμη αρχίσει.»
Αλλά, βέβαια, η πιεστική ερώτησις για τους ευαγγελιστάς των πολυαρίθμων αυτών θρησκειών είναι—άσχετα από την αιτία του φανερού ξαφνικού ενδιαφέροντος για το Βιβλικό άγγελμα του Χριστού—μπορεί ν’ αναμένεται να ευαγγελίσουν αυτοί ολόκληρο τον κόσμο;
Μπορούν οι «Ευαγγελικοί» να Κηρύξουν το Ευαγγέλιο στον Κόσμο;
Δεν μπορεί κάποιος να κατακρίνη μια τέτοια επιθυμία εφόσον ο Ιησούς έδωσε εντολή; «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.»—Ματθ. 28:19, 20.
Αλλά είναι αναγκαίο κάτι περισσότερο από το ν’ αντιληφθούμε μόνον ότι πρέπει να γίνη αυτό. Εκείνοι που προσπαθούν να «πορευθούν εις πάντα τα έθνη» πρέπει οι ίδιοι να υπακούουν εις «πάντα όσα παρήγγειλε» ο Ιησούς. Πρέπει οι ίδιοι ν’ ακούουν τη φωνή του Ιησού. Επιπλέον, αφού οι εντολές του Ιησού δεν είναι αντιφατικές, πρέπει κατ’ ανάγκην αυτοί που τον υπακούουν να είναι ενωμένοι μεταξύ τους. Θυμηθήτε εκείνους τους ακολούθους του Ιησού την Πεντηκοστή του πρώτου αιώνος. Δεν είχαν όλοι ειρήνη μεταξύ τους, και το ίδιο πνεύμα; Βέβαια είχαν!—Πράξεις κεφάλαιον 2.
Αλλά υπήρχε στη Λωζάννη αληθινή ενότης, βασισμένη σε πραγματική υπακοή στα λόγια του Ιησού που να είναι φανερή μεταξύ των αντιπροσώπων; Για να το εξακριβώσετε αυτό συγκρίνετε αυτά που ελέχθησαν και έγιναν εκεί με τις πραγματικές διδασκαλίες του Ιησού.
Ο Ιησούς είπε για τους ακολούθους του: «Εκ του κόσμου δεν είναι, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου. . . δια να ήναι πάντες εν.» (Ιωάν. 17:16, 21) Προφανώς δεν είχε σκοπό ν’ αφήση τα εθνικά και φυλετικά όρια να θέσουν εμπόδια μεταξύ των ακολούθων του. Εν τούτοις, στη Λωζάννη, οι κοσμικοί εθνικοί και φυλετικοί φραγμοί ήσαν πολύ εμφανείς.
Οι αντιπρόσωποι κάποιας Ασιατικής χώρας αναστατώθηκαν από την παρουσία της σημαίας μιας άλλης Ασιατικής χώρας που είχε μείνει υψωμένη από κάποιο προηγούμενο συνέδριο. Μερικοί Αφρικανοί αντιπρόσωποι παραπονέθηκαν διότι τους είχαν ορισθή κατά το πλείστον χωριστά καταλύματα. Άλλοι Αφρικανοί υπέδειξαν ένα πιθανό ‘ιεραποστολικό δικαιοστάσιο’—ότι οι ξένοι πρέπει να μένουν έξω από τη χώρα τους. «Σε αρκετές περιπτώσεις,» λέγει το περιοδικό Κριστιάνιτυ Τουνταίη, δυναμικός υποστηρικτής της συγκεντρώσεως, «οι μετέχοντες έφεραν στη Λωζάννη τις διαιρέσεις που υπάρχουν στον τόπο τους και οι περίοδοι εθνικής εξουσίας ήσαν συχνά τεταμένες και θυελλώδεις.»
Οι ηγέτες του συνεδρίου δεν λησμονούσαν τέτοιες έχθρες και μάλιστα επέσυραν την προσοχή τους σ’ αυτές. Αλλά, τότε, η Διαθήκη της Λωζάννης, που υπεγράφη από 1.900 τουλάχιστον αντιπροσώπους και παρατηρητάς και απεκλήθη ‘Ευαγγελική ομοφωνία σε ζητήματα που ενδιαφέρουν πολύ,’ με ασυνέπεια περιελάμβανε τα εξής στο πέμπτο άρθρο: «Ο Ευαγγελισμός και η κοινωνικοπολιτική ανάμιξις είναι αμφότερα μέρος του Χριστιανικού μας καθήκοντος»! (Τα χονδρά γράμματα δικά μας) Ο Ιησούς λέγει ότι οι ακόλουθοι του «δεν είναι μέρος του κόσμου,» και παρακινεί έτσι αυτούς που πραγματικά τον ακούουν να δείχνουν μια ενότητα που υπερβαίνει τα εμπόδια. Αλλά το συνέδριο της Λωζάννης υπεστήριζε ακριβώς αντίθετη πορεία.
Τώρα, προσθέστε σ’ αυτά τα προβλήματα τη θρησκευτική δυσαρμονία που αντιπροσωπεύετο στο Συνέδριο. Ο Ιησούς ζητεί από τους ακολούθους του να ‘μείνουν ενωμένοι μαζί του.’ (Ιωάν. 15:4) Ήσαν οι αντιπρόσωποι στη Λωζάννη σε ενότητα με, τον Ιησού; Πώς θα μπορούσε να γίνη αυτό;
Πώς θα μπορούσαν οι Αγγλικανοί, οι Βαπτισταί, οι «Μαθηταί του Χριστού,» οι Ελεύθεροι Μεθοδισταί, οι Λουθηρανοί, οι Μεννονίτες, οι Καμερωνιανοί και άλλοι που αντιπροσωπεύοντο στη Λωζάννη, από τους οποίους ο καθένας έχει διαφορετικές και αντιφατικές διδασκαλίες, όλοι να βρίσκωνται σε ενότητα με τον Ιησού; Αυτό απλούστατα είναι αδύνατον. (1 Κορ. 1:10) Έτσι, θρησκευτικώς καθώς και με άλλους τρόπους, υπήρχε λίγη Χριστιανική ενότης στη Λωζάννη.
Αλλά ακόμη κι αν ήσαν ενωμένοι, πώς μπορούν να ελπίζουν οι «ευαγγελικοί» να ‘μαθητεύσουν πάντα τα έθνη’; Και μόνο στις δέκα μέρες της συγκεντρώσεώς τους, ο πληθυσμός της γης αυξήθηκε κατά δύο σχεδόν εκατομμύρια άτομα επί πλέον—με άλλα λόγια, 650 άτομα για κάθε επίσημο αντιπρόσωπο στη Λωζάννη. Οι Ευαγγελικοί ηγέτες παραδέχονται την ανάγκη που έχουν να βοηθηθούν για να κηρύξουν στον κόσμο. Πού στρέφονται για βοήθεια; Στους «λαϊκούς.»
Μπορούν οι «Λαϊκοί» να Βοηθήσουν;
Το άγιο πνεύμα υποκίνησε όλους τους άνδρες και τις γυναίκες, νέους και ηλικιωμένους, που παρευρίσκοντο στην Πεντηκοστή του πρώτου αιώνος να μιλήσουν για «τα μεγαλεία του Θεού.» (Πράξ. 2:11) Ο Βραζιλιανός Καθηγητής Χ. Σνάιντερ υπογράμμισε την υποχρέωσι που έχουν όλοι οι Χριστιανοί, και όχι μόνον ο κλήρος, να λέγουν όσα ξέρουν για το Ευαγγέλιο. Ο Τζωρτζ Γ. Πήτερς του Θεολογικού Σεμιναρίου του Ντάλλας ετόνισε παρομοίως την ίδια ανάγκη να στραφούν «στις μάζες των πιστών εκκλησιαστικών μελών» ως την «κυρία πηγή ανθρωπίνου δυναμικού για ευαγγελισμό.»
Αλλ’ αυτή η «κυρία πηγή ανθρωπίνου δυναμικού» ίσως αποδειχθή ότι είναι ξεροπήγαδο. Το μέσο εκκλησιαστικό μέλος, υπενθύμισε στους αντιπροσώπους ο Βαπτιστής Ρενέ Παντίλλα από την Αργεντινή, δίνει λίγο περισσότερη από διανοητική συγκατάθεσι στα λόγια του Ιησού. Οι περισσότεροι, είπε, έχουν δεχθή ένα περιωρισμένο ή «κολοβωμένο ευαγγέλιο,» προσθέτοντας: «Τα μισοευαγγέλια δεν έχουν αξιοπρέπεια και μέλλον. Όπως ο περίφημος ημίονος, δεν έχουν ούτε την υπερηφάνεια της καταγωγής ούτε την ελπίδα των απογόνων.»
Με άλλα λόγια, όπως εξήγησαν πολλοί ομιληταί, οι εκκλησίες πρέπει πρώτα να μεταστρέψουν τους δικούς των ανθρώπους πριν μπορέσουν ποτέ να ελπίζουν να κηρύξουν το ευαγγέλιο στο υπόλοιπο των ανθρώπων. Οι «λαϊκοί» δεν αποτελούνται από «πραγματικά πιστούς Χριστιανούς,» καθώς φάνηκε καθαρά από ένα επεισόδιο στη Λωζάννη. Ένας μέτοχος θυμήθηκε ότι «ελέχθη στους Ιρλανδούς ιεραποστόλους στην Ινδία να γυρίσουν πίσω και να κηρύξουν στην Ιρλανδία» λόγω του εμφυλίου πολέμου μεταξύ Καθολικών και Διαμαρτυρομένων σ’ αυτή τη χώρα. Οι Ιρλανδοί, αν και προσπάθησαν να υπερασπίσουν τους εαυτούς των, δεν μπόρεσαν να διαψεύσουν τις κατηγορίες και παρεδέχθηκαν ότι: «Οι παρατείνοντες τη βία δεν είναι πραγματικά πιστοί Χριστιανοί—μολονότι μπορεί να ισχυρίζονται ότι είναι προσκολλημένοι σε κάποιο δόγμα, αλλά μόνον κατ’ όνομα.» Προφανώς δεν υπάρχουν αρκετοί «πραγματικά πιστοί Χριστιανοί» για να σταματήσουν τον πόλεμο! Αλλά ποιο άλλο έθνος που ισχυρίζεται ότι είναι «Χριστιανικό» μπορεί έντιμα να πη ότι ο λαός του ‘εμπιστεύεται ακόμη στον Χριστό’;
Γιατί τόσο συχνά τα μέλη των εκκλησιών αγνοούν τα λόγια του Ιησού; Διότι ο κλήρος δεν τους έχει διδάξει. Οι ίδιοι οι κληρικοί δεν πιστεύουν τις διδασκαλίες του Ιησού. Μερικοί στη Λωζάννη, όπως ο Σαμουέλ Εσκομπάρ του Περού, είπαν ότι οι λαϊκοί πρέπει να ενθαρρυνθούν να «εφαρμόσουν τις διδασκαλίες και το παράδειγμα του Χριστού στην οικογενειακή τους ζωή.» Αλλά μήπως η έκθεσις για το κήρυγμα που γίνεται σ’ αυτούς των οποίων η θρησκεία επιτρέπει την πολυγαμία δείχνει ότι οι συντάκται αυτής της εκθέσεως πραγματικά το πιστεύουν αυτό; Υποθέστε ότι ένας άνδρας με αρκετές γυναίκες ‘δέχεται τον Χριστό’! Τότε τι γίνεται; Η έκθεσις συμβουλεύει: «Είναι ένα πολύ λεπτό ζήτημα, αλλά οι περισσότεροι από εκείνους που έκαμαν αυτή την έκθεσι πιστεύουν ότι δεν πρέπει να εγκαταλείψη τις γυναίκες του· συγχρόνως επιμένουν ότι δεν πρέπει ν’ αποκτήση άλλες.» Αυτό σημαίνει ότι επιτρέπεται η πολυγαμία στη Χριστιανική εκκλησία.
Εν τούτοις ο Ιησούς είπε για το γάμο: «Και θέλουσιν είσθαι οι δύο»—ένας άνδρας και μια γυναίκα—«εις σάρκα μίαν.» (Ματ. 19:5) Η επίσημη έκθεσις του συνεδρίου θέλησε να καταπνίξη τα λόγια του Ιησού· μας εκπλήσσει, λοιπόν, το ότι το μέσον μέλος της εκκλησίας, έστω κι αν γνωρίζη τις διδασκαλίες του Ιησού σχετικά με τα οικογενειακά θέματα, δεν τα εφαρμόζει στη ζωή του; Πώς μπορούν τέτοια άτομα να είναι το «κύριο ανθρώπινο δυναμικό» για κήρυγμα του ευαγγελίου στον κόσμο;
Ψάξτε Αλλού για τον Χριστό
Πολλοί έντιμοι άνθρωποι σ’ όλον τον κόσμο ψάχνουν ν’ ακούσουν τη φωνή του Ιησού. Απεγνωσμένα ζητούν την αλήθεια που ελευθερώνει τον άνθρωπο. Αλλά, ειλικρινά, αυτό το άγγελμα δεν θα έλθη ως αποτέλεσμα του συνεδρίου της Λωζάννης.
Η Λωζάννη δεν ήταν, όπως καυχήθηκαν μερικοί από τους υποστηρικτάς της, ‘άλλη μια Πεντηκοστή’ με ανθρώπους που μιλούσαν πολλές γλώσσες διαδίδοντας το κοινό άγγελμα του Ιησού. Ήταν μια Βαβέλ από διάφορες αιρετικές, πολιτικές και φυλετικές φωνές που εξέφραζαν τα ίδια παλιά πιστεύω που έχουν διαιρέσει τους ανθρώπους επί αιώνες. Ήταν μια αναγνώρισις εκ μέρους των ευαγγελικών ηγετών ότι τα απλά μέλη των, ακριβώς όπως εκείνα των πιο ‘φιλελευθέρων’ εκκλησιαστικών ομάδων, δεν έχουν ακούσει στην πραγματικότητα τη φωνή του Ιησού. Συγχρόνως, όμως, ήταν σχεδόν μια έκφρασις ελπίδος εκ μέρους των, ότι κατά κάποιον τρόπο, αυτά τα ίδια μέλη των εκκλησιών θα τους βοηθήσουν να κηρύξουν σε όλο τον κόσμο.
Πολλές συνταρακτικές και αβέβαιες φωνές ακούσθηκαν στη Λωζάννη. Αλλά η φωνή του Ιησού δεν ήταν μεταξύ τους. Τα θεοφοβούμενα άτομα πρέπει ν’ ακούσουν το ευκρινές άγγελμά του.
[Εικόνα στη σελίδα 13]
Ο Αγγλικανός Επίσκοπος Τζακ Νταίην (αριστερά) και ο ευαγγελιστής Μπίλλυ Γκράχαμ υπογράφουν τη Διαθήκη της Λωζάννης. Το πρώτο άρθρο λέγει: «Ομολογούμε με εντροπή ότι συχνά αρνηθήκαμε τον προορισμό μας και αποτύχαμε στην αποστολή μας, είτε συμβιβαζόμενοι με τον κόσμο» είτε αποσυρόμενοι απ’ αυτόν.»