Μια Τραγική «Μεγαλοβδομάδα» στο Ποπαγιάν
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στην Κολομβία
ΟΙ παμπάλαιες γιορτές άρχισαν την Κυριακή των Βαΐων του λεγόμενου Χριστιανικού κόσμου. Χιλιάδες τουρίστες είχαν έρθει—ακόμη και από άλλες χώρες—για να παρακολουθήσουν την ετήσια γιορτή της «Μεγαλοβδομάδας» στο Ποπαγιάν της Κολομβίας. Στην πρώτη αυτή από τις διάφορες θρησκευτικές βραδινές λαμπαδηφορίες, οι ιερείς, που ακολουθούνταν από τους προεξέχοντες ανθρώπους της κωμόπολης και από τα παιδιά του σχολείου, απεικόνισαν τη θριαμβευτική ίππευση του Χριστού μέσα στην Ιερουσαλήμ για να παρουσιαστεί σαν Βασιλιάς. Στις γιορτές των επόμενων βραδιών θα αναπαριστάνονταν τα άλλα γεγονότα των τελευταίων ημερών της ζωής, του θανάτου και της ανάστασης του Χριστού.
Καθώς οι τεράστιες εικόνες του Ιησού, της Μαρίας και άλλων Βιβλικών προσώπων μεταφέρονταν, πλήθη ανθρώπων σε άκρα σιωπή σχημάτιζαν δύο σειρές στους στενούς δρόμους κατά μήκος της πορείας των 20 τετραγώνων όπου βρίσκονται όλες οι σημαντικές εκκλησίες της πόλης. Κατά περιόδους οι καργκέρος (μεταφορείς) σταματούσαν και ακουμπούσαν στο έδαφος τις βαριές πλατφόρμες από οξιά, πάνω στις οποίες ήταν ανεβασμένες οι εικόνες, δίνοντας προσωρινή ανακούφιση στους πρησμένους ώμους τους και στα χέρια και στην πλάτη τους που πονούσαν.
Κανείς δε φανταζόταν ότι στα μέσα της «Μεγαλοβδομάδας» ο τεράστιος τρούλος της παμπάλαιας εκκλησίας θα έπεφτε στο έδαφος, σκοτώνοντας κάπου 50 από τους πρώτους πρωινούς λάτρεις· ούτε ότι αρκετές εκατοντάδες περισσότερα άτομα ξαφνικά θα πέθαιναν όταν το 60 τα εκατό του ιστορικού τομέα της πόλης αυτής που έχει ηλικία 446 ετών κυριολεκτικά θα κατέρρεε σε κονιορτοποιημένα ερείπια.
Η Προέλευση της Γιορτής
Το Ποπαγιάν, που βρίσκεται μέσα σε μια εύφορη πεδιάδα ψηλά στα Βουνά των Άνδεων της νοτιοδυτικής Κολομβίας, ιδρύθηκε το 1537. Κρατώντας το Καθολικό έθιμο, ο ιδρυτής Σεμπάστιαν ντε Μπελαλκαζάρ αφιέρωσε το Ποπαγιάν στη Νουέστρα Σενιόρα ντελ Ρεπόζο (Η Κυρία μας της Γαλήνης) σαν προστάτη «άγιο». Από την αρχή, περίκομψες εικόνες και αγάλματα θρησκευτικών ηρώων κατασκευάστηκαν και τοποθετήθηκαν σε ναούς. Σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, ιδιαίτερα την εποχή του Πάσχα, τις έπαιρναν και τις μετέφεραν μέσα από τους δρόμους με γιορταστικές πομπές, καθώς οι ιερείς βρίσκονταν επικεφαλής και ακολουθούσαν πίσω τους οι άνθρωποι της πόλης. Από το 1558 ακόμη, το Ποπαγιάν, μιμούμενο παρόμοιες τελετές της Ευρώπης του Μεσαίωνα, ανέπτυξε τις δικές του λαμπαδηφορίες και γιορτές για τη διάρκεια της «Μεγαλοβδομάδας».
Καθώς η πόλη αύξανε σε μέγεθος και πλούτο, οι εκκλησίες και τα παρεκκλήσια αύξαναν σε αριθμό και τέχνη. Περισσότερες εικόνες και αγάλματα προστέθηκαν στη συλλογή—μερικά είχαν γίνει επί τόπου, άλλα φέρθηκαν από την Ισπανία, την Ιταλία και το Περού. Οι γιορτές και οι τελετές της «Μεγαλοβδομάδας» στο Ποπαγιάν, μια σημαντική έδρα του Ισπανικού Στέμματος, έγιναν φημισμένες. Οι εκκλησίες, οι ναοί και τα μουσεία του έγιναν χώρος διαφύλαξης πανάκριβων έργων τέχνης. Ένα ταξίδι στο γραφικό Ποπαγιάν είχε γίνει κάτι που επιβαλλόταν για τον επισκέπτη της νοτιοδυτικής Κολομβίας του 20ού αιώνα.
«Το Τέλος του Κόσμου!»
Στη διάρκεια αυτής της «Μεγαλοβδομάδας» του 1983, οι λαμπαδηφορίες της Τρίτης και της Τετάρτης βράδι ξεκίνησαν σύμφωνα με τον προγραμματισμό. «Η Μεγάλη Πέμπτη», μια επίσημη θρησκευτική γιορτή στην Κολομβία, ξημέρωσε βρίσκοντας, μερικούς που είχαν ξυπνήσει νωρίς, στον καθεδρικό ναό για την παρακολούθηση της Λειτουργίας. Ήταν γύρω στις 8.10΄ π.μ.
Τότε η γη άρχισε να κουνιέται τρομακτικά και το κούνημα αυτό συνοδεύτηκε από ένα πνιχτό υπόγειο βουητό. Τρομοκρατημένοι, οι άνθρωποι ξεχύθηκαν στους δρόμους μερικοί φορώντας τα νυχτικά τους. Το βουητό έγινε βρυχηθμός σαν εκείνον ενός αεριωθούμενου, καθώς το κούνημα αύξανε σταθερά σε ένταση. Οι άνθρωποι φώναζαν, πολλοί έπεφταν στα γόνατα τους επικαλούμενοι τα ονόματα των ευνοούμενων «αγίων» τους.
Ξαφνικά, έγιναν αρκετά μεγάλα ταρακουνήματα και ένα βίαιο σείσιμο. «Πιστεύαμε ότι ήταν το τέλος του κόσμου!» είπαν μερικοί αργότερα. Τεράστια αγάλματα του Πέτρου και του Παύλου, ψηλά στο εμπρός μέρος του καθεδρικού ναού, ταλαντεύτηκαν και κατόπιν έπεσαν μπρούμυτα κάτω—σπάζοντας πάνω στο πεζοδρόμιο του πάρκου. Οι υψηλοί θολωτοί τρούλοι του καθεδρικού ναού έπεσαν κατά γης, αφήνοντας μόνο ένα άδειο κέλυφος σε έναν από τους πιο αρχαίους καθεδρικούς ναούς της Αμερικής.
Από τους 35 θρησκευτικούς ναούς στο Ποπαγιάν, αναφέρθηκε ότι οι μισοί καταστράφηκαν ή έπαθαν τόσο βαριές βλάβες ώστε θα έπρεπε να κατεδαφιστούν. Στο Κεντρικό Νεκροταφείο, οι τοίχοι των τάφων έπεσαν προς τα έξω και τα φέρετρα πετάχτηκαν έξω από τη γη και άνοιξαν, αφήνοντας έκθετα τα μακάβρια υπολείμματα τους στην κοινή θέα, κάτι παρόμοιο σαν εκείνο που αναφέρεται στη Βιβλική περιγραφή στο Ματθαίος 27:51, 52. Σε 18 μόλις δευτερόλεπτα, 446 χρόνια ιστορίας φάνηκε να φτάνουν στο τέλος τους.
Το Ποπαγιάν Καταστράφηκε
Στο Κάλι, 137 χιλιόμετρα (85 μίλια) προς το βοριά, το γιορταστικό εκείνο πρωινό της Πέμπτης, οι δονήσεις ήταν ελαφρές. Αλλά σύντομα αναγγέλθηκαν τα εκπληκτικά νέα ότι ένα μεγάλο μέρος του Ποπαγιάν είχε καταστραφεί. Οι σκέψεις μας στράφηκαν αμέσως στην εκκλησία των εκατό περίπου Μαρτύρων του Ιεχωβά στην πόλη εκείνη. Παρ’ ότι ο Παναμερικανικός Αυτοκινητόδρομος ήταν κλειστός για όλα τα οχήματα εκτός από τα επίσημα, δυο όμιλοι αυτοκινήτων Μαρτύρων μεταφέροντας δυο γιατρούς και έναν πολιτικό μηχανικό—μαζί με προμήθειες πρώτων βοηθειών και στάμνες νερού—μπόρεσαν να περάσουν μέσα από τα μπλόκα του δρόμου και τα σημεία ελέγχου και να φτάσουν στο Ποπαγιάν.
Η ερήμωση που είχε υποστεί η πόλη την έκανε να μοιάζει σαν μια πόλη που είχε υποστεί διαδοχικούς βομβαρδισμούς στη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Τα κτίρια έγερναν με τρελό τρόπο, σαν να τα κρατούσε κάποιο αόρατο χέρι. Μερικά σπίτια έμοιαζαν σαν κουκλίστικα. Οι μπροστινοί τους τοίχοι είχαν πέσει προς τα έξω στο έδαφος, αφήνοντας το εσωτερικό τους μαζί με τα έπιπλα στη κοινή θέα. Οι άνθρωποι της πόλης έσκαβαν στα ερείπια και στους δρόμους που ήταν στρωμένοι από ερείπια για πιθανούς ζωντανούς ή για τα αποκτήματα της οικογένειας. Έχοντας τα χαμένα, εκατοντάδες άνθρωποι κάθονταν στο ύπαιθρο ανάμεσα στα έπιπλα τους που μπόρεσαν να σώσουν.
Απελπιστική ήταν η θέα του νεκροταφείου. Ένας μικρός οκτάχρονος είχε με κάποιο τρόπο φέρει τα φέρετρα που περιείχαν τη μητέρα του, τον πατέρα του και δυο αδέλφια του για να θαφτούν. Εκατοντάδες εργάζονταν με θέρμη για να ξαναθάψουν τους νεκρούς που είχε πετάξει έξω ο σεισμός και για να εξυπηρετήσουν αυτούς που είχαν επιζήσει και που έφερναν εκείνους που μόλις πρόσφατα είχαν σκοτωθεί—μερικούς ακόμη και μέσα σε πλαστικές σακούλες—για ταφή. Η δυσοσμία του θανάτου ήταν αβάσταχτη!
Οι Μάρτυρες Ασφαλείς
Ένας μικρός όμιλος Μαρτύρων είχαν συγκεντρωθεί στην Αίθουσα Βασιλείας. Σε λιγότερο από δύο ώρες μετά από το σεισμό, είχαν έρθει σε επαφή με όλα τα μέλη των εκκλησιών και των ενδιαφερόμενων. Όλοι ήταν σώοι και ως επί το πλείστον αβλαβείς. Ένα μικρό κορίτσι καθόταν στο τραπέζι της κουζίνας όταν άρχισε ο σεισμός. Έπεσε μπρος κάτω από το τραπέζι, σαν κάποιος να την έσπρωξε, καθώς ο τούβλινος τοίχος πίσω της έπεσε πάνω στο τραπέζι και στο πάτωμα γύρω από το τραπέζι. Ένας τούβλινος τοίχος ενός γειτονικού σπιτιού είχε πέσει πάνω στην οροφή τής Αίθουσας Βασιλείας, συντρίβοντας και πέφτοντας μέσα από τη στέγη στο πάτωμα. Τα σπίτια μερικών Μαρτύρων υπέστησαν μεγάλες ζημιές και μερικά καταστράφηκαν.
Από όλη τη χώρα καθώς και από το εξωτερικό της Κολομβίας ήρθαν δωρεές για να βοηθήσουν τους ομόπιστους Μάρτυρες. Αγοράστηκαν τρόφιμα και οικοδομικά υλικά και ήρθαν φορτηγά μέχρι το Ποπαγιάν. Όμιλοι Μαρτύρων από το Κάλι έφταναν κάθε Σαββατοκύριακο για πάνω από δύο μήνες για να εργαστούν όλο το Σαββατοκύριακο στην κατεδάφιση και στην επανακατασκευή υπέρ των αδελφών τους που βρίσκονταν σε ανάγκη.
Μια εβδομάδα μετά από το σεισμό, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά που παρακολουθούσαν την εξαμηνιαία συνέλευση περιοχής στο Κάλι ξέσπασαν σε αυθόρμητα χειροκροτήματα με την αναγγελία ότι όλη η εκκλησία των πάνω από 100 Χριστιανών αδελφών τους είχαν μόλις φτάσει από το Ποπαγιάν για να συμμετάσχουν στη συνέλευση. Ευχαρίστως, εκείνοι που παρακολουθούσαν τη συνέλευση συνέβαλαν για να κλειστούν αυτοκίνητα για να μεταφέρουν τα μέλη της εκκλησίας πίσω στο σπίτι τους την Κυριακή το απόγευμα μετά από το τέλος της συνέλευσης.
Μια Διαφορετική Ιστορία
Ενώ οι εφημερίδες πάντοτε τονίζουν την επιβλητικότητα και την ευλάβεια των ετήσιων εορτών της «Μεγαλοβδομάδας» στο Ποπαγιάν, οι άνθρωποι της πόλης αυτή τη φορά είχαν τελείως διαφορετική ιστορία να αφηγηθούν. Όταν ένας δημοσιογράφος πήρε συνέντευξη από 30 ανθρώπους μετά από το σεισμό, οι 25 δήλωσαν ευθέως ότι η καταστροφή αυτή ήταν μια τιμωρία από το Θεό. Από 20 ηλικιωμένους, οι 19 απάντησαν χωρίς δισταγμό ότι η καταστροφή της πόλης ήταν θεία τιμωρία για τις υπερβολές που διαπράττονταν στη διάρκεια της «Μεγαλοβδομάδας». «Το αξίζαμε», είπαν. «Δεν είναι παρά ένα μεγάλο καρναβάλι, που σαν κυρίαρχο θέαμα έχει τις λαμπαδηφορίες. Και μετά από αυτές πολλοί από τους καργκέρος (μεταφορείς) πηγαίνουν και μεθάνε».
Όπως τόνισε η Ελ Τιέμπο, μια εφημερίδα της Μπογκοτά, πολλές ακρότητες είχαν λάβει χώρα. Πάνω από εκατό πόρνες είχαν ταξιδέψει στο Ποπαγιάν για τη γιορτή, ελκυσμένες από την κοσμοσυρροή των 10.000 τουριστών που κατ’ έθιμο πηγαίνουν και βλέπουν τις περίφημες γιορτές. Και τα νάιτ κλαμπ και τα μπαρ λειτουργούσαν ολονυχτίς στη διάρκεια της «Μεγαλοβδομάδας».
Οι σεισμοί προειπώθηκε ότι θα συνέβαιναν στη διάρκεια αυτού του καιρού της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά όχι σαν τιμωρία από το Θεό. Μάλλον, αποτελούν μια από τις μαρτυρίες ότι έχουμε φτάσει στη συντέλεια του τωρινού παγκόσμιου συστήματος και ότι σύντομα ο Θεός θα εξαλείψει κάθε κακία και λύπη και θα φέρει ένα καινούργιο σύστημα σε όλη τη γη. Μέχρι αυτό το έτος, το 1985, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Ποπαγιάν δραστήρια βοηθούν τους γείτονες τους να κάνουν αυτή την ελπίδα πραγματικότητα.—Ματθαίος 24:3, 7, 14· Αποκάλυψις 21:1-5.
[Εικόνα στη σελίδα 20]
Οι υψηλοί θολωτοί τρούλοι του καθεδρικού ναού έπεσαν καταγής, αφήνοντας μόνο ένα άδειο κέλυφος