Άνω Βόλτα
Ο Άνω Βόλτα ήταν κι’ αυτός μια απ’ τις οκτώ περιοχές στη Δυτική Αφρική που αποτελούσαν την ομοσπονδία με το όνομα Γαλλική Δυτική Αφρική. Το 1960 η χώρα απόκτησε την ανεξαρτησία της αφού κυβερνήθηκε απ’ τους Γάλλους πάνω από 60 χρόνια.
Το μεγαλύτερο μέρος της χώρας ποτίζεται απ’ τους άνω παραπόταμους του ποταμού Βόλτα, γι’ αυτό ονομάζεται και Άνω Βόλτα. Η χώρα είναι ένα τεράστιο υψίπεδο στην ενδοχώρα—από 200 μέχρι 700 μέτρα πάνω απ’ την επιφάνεια της θάλασσας—και καλύπτεται στο μεγαλύτερο μέρος από δασώδη λιβάδια. Ο Άνω Βόλτα είναι μεσογειακή χώρα και συνορεύει προς νότο με την Ακτή του Ελεφαντόδοντος, την Γκάνα, το Τόγκο και τη Μπενίν και προς δυσμάς, βορρά και ανατολικά με το Μάλι και τον Νίγηρα.
Ο Άνω Βόλτα είναι λίγο μικρότερος απ’ την Ακτή του Ελεφαντόδοντος και έχει επιφάνεια περίπου 274.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Ο πληθυσμός είναι αναλόγως μικρότερος, κάπου 6.000.000 κάτοικοι. Υπολογίζεται ότι πάνω από το 10 τοις εκατό των κατοίκων του Άνω Βόλτα εργάζονται στη γειτονική Ακτή του Ελεφαντόδοντος.
Το 95 τοις εκατό των κατοίκων του Άνω Βόλτα ζουν σε 7.000 περίπου χωριά. Οι πιο πολλοί απ’ αυτούς ζουν απ’ τις καλλιέργειές τους και απ’ την κτηνοτροφία. Η πρωτεύουσα Ουαγκαντούγκου είναι η μεγαλύτερη πόλι με πάνω από 100.000 κατοίκους. Άλλες μεγάλες πόλεις είναι η Μπόμπο-Ντιουλάσσο, η Κουντούγκου και η Ουαχιγκούγια.
Για αιώνες ο λαός Μόσσι κυριαρχούσε στην περιοχή. Απ’ το 12ο αιώνα και μετά οργανώθηκαν σε ένα πανίσχυρο έθνος και αντικατέστησαν τους πρώτους κατοίκους Νγιονγιόζε και Γκουρούνσι. Τώρα οι μισοί περίπου απ’ τους κατοίκους του Άνω Βόλτα είναι Μόσσι και μιλούν την γλώσσα Μόρε. Η Γαλλική όμως είναι η επίσημη γλώσσα, αν και η Ντιούλα είναι η γλώσσα του εμπορίου.
Οι θρησκείες του Χριστιανικού κόσμου δεν είχαν εδώ τόση δράσι όσο στην Ακτή του Ελεφαντόδοντος. Περίπου το 5 τοις εκατό των κατοίκων είναι κατ’ όνομα Καθολικοί, ενώ ελάχιστοι είναι Διαμαρτυρόμενοι. Οι περισσότεροι κάτοικοι είναι ανιμιστές ως προς το θρήσκευμα, και αποδίδουν μεγάλη σημασία στη λατρεία των προγόνων. Μόνο πρόσφατα, τον Ιούνιο του 1963, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά πρωτοήλθαν στον Άνω Βόλτα.
Ο ΣΠΟΡΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΦΥΤΕΥΕΤΑΙ
Το έργο κηρύγματος άρχισε όταν επτά αδελφοί απ’ το Τόγκο, τη Μπενίν και το Κονγκό-Μπραζβίλλ, μετακόμισαν στην Ουαγκαντούγκου. Έψαξαν για εργασία εδώ ώστε να μπορέσουν να υπηρετήσουν εκεί όπου η ανάγκη είναι πράγματι μεγαλύτερη. Πήραν λίγα έντυπα μαζί τους και γρήγορα τα διέθεσαν στους κατοίκους. Μερικά ήσαν σαν σπόρος που έπεσε σε γόνιμο έδαφος.
Ο Εμμάνουελ Τζόνσον, ένας Τογκολέζος κάτοικος του Άνω Βόλτα, εργαζόταν σαν βοηθός γιατρού σε μια μεγάλη εταιρία στην Ουαγκαντούγκου. Μια μέρα του 1963 ένας φίλος τον επισκέφθηκε και του έδωσε δυο βιβλία λέγοντας, «Είναι δικά σου, λάτρη των βιβλίων. Δεν είναι ακριβά.» Στη συνέχεια του εξήγησε ότι τα είχε αγοράσει από κάποιους ανθρώπους που τελευταία είχαν έρθει στην πόλι. «Έχουν κι’ άλλα ωραία επίσης,» πρόσθεσε.
Ένα από αυτά τα βιβλία ήταν το «Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο». Αμέσως ο Εμμάνουελ άρχισε να το μελετά. Όσο περισσότερο μελετούσε τόσο περισσότερο ήθελε να συναντήση τα άτομα που μοίραζαν αυτά τα βιβλία. Κατόπιν, μια μέρα τον επισκέφθηκαν στο σπίτι του. Ο Αδελφός και η Αδελφή Ντίνγκα του υπέδειξαν πώς να μελετά το βιβλίο και άρχισαν μια τακτική Γραφική μελέτη.
«Προσπαθούσα να είμαι πάντα προετοιμασμένος για τη μελέτη» λέγει ο Εμμάνουελ. «Πραγματικά απορροφούσα την αλήθεια. Ακόμα είπαν, ότι ποτέ δεν είχαν μελετήσει με άτομο που έδειχνε τόσο ενδιαφέρον. Με επισκέπτοντο συχνά, πέρα από την τακτική Γραφική μελέτη που είχαμε.» Κατόπιν οι αδελφοί συνελήφθησαν. Γιατί;
Ο Ρωμαιοκαθολικός κλήρος κακοπαρέστησε τους Μάρτυρες ενώπιον των Αρχών και ετύπωσε έντυπα εναντίον του Χριστιανικού έργου που έκαναν. Έτσι, τον Φεβρουάριο του 1964, όλοι οι ευαγγελιζόμενοι συνελήφθησαν και κρατήθηκαν για 13 μέρες δίχως τροφή. Κάτω από την επιρροή του κλήρου, οι αξιωματούχοι τούς απέλασαν από τη χώρα διότι, όπως είπαν, «η κυβέρνησις δεν επιθυμεί την θρησκεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στον Άνω Βόλτα».
Πριν φύγει με το τραίνο ο Αδελφός Ντίνγκα, ο Εμμάνουελ μπόρεσε να έρθη σε επαφή μαζί του. Διευθετήθηκε να συνεχίσουν την μελέτη με αλληλογραφία. Έτσι μόλις ο αδελφός Ντίνγκα έφθασε στο Αμπιτζάν, έστειλε την πρώτη κατάστασι ερωτήσεων στις οποίες απάντησε και επέστρεψε ο Εμμάνουελ. Ο Αδελφός Ντίνγκα τις διώρθωσε και έστειλε άλλες. Αυτό συνεχίσθηκε για πέντε χρόνια.
Ο ΣΠΟΡΟΣ ΦΕΡΝΕΙ ΚΑΡΠΟ
«Μετά την απέλασι των αδελφών», γράφει ο Εμμάνουελ, «μπόρεσα να κατανοήσω τον ρόλο που έπαιξε η Καθολική Εκκλησία σ’ αυτό το θέμα. Έτσι μάζεψα όλα τα Καθολικά βιβλία, βιβλιάρια, περιοδικά και ακόμη μερικούς δίσκους γραμμοφώνου υμνολογίας που είχα. Έκανα ένα σωρό από αυτά, τα κατάβρεξα με πολλή παραφίνη και τα έκαψα. Προσευχήθηκα στον Ιεχωβά να με βοηθά να τον υπηρετώ. Δύο μέρες αργότερα έλαβα μέσω ταχυδρομείου το πρώτο αντίγραφο του περιοδικού η ‘Σκοπιά’ στα Γαλλικά. Ένοιωσα ότι αυτό αποτελούσε μια απάντηση στην προσευχή μου».
Το έτος 1968 ένας αδελφός από την Γαλλία ήλθε να ζήση για λίγους μήνες στην Ουαγκαντούγκου. Απετέλεσε μια πραγματική βοήθεια για τον Εμμάνουελ, αλλά έπρεπε σύντομα να φύγει. Έτσι ο Εμμάνουελ συνέχισε μόνος του να κηρύττη το άγγελμα της Βασιλείας. Ενδυναμώθηκε μέσω επιστολών που πήρε από αδελφούς και αδελφές, οι οποίοι είδαν στο Βιβλίο του Έτους ότι υπήρχε μόνο ένας ευαγγελιζόμενος στον Άνω Βόλτα, και του έγραψαν για να τον ενθαρρύνουν. Τον Δεκέμβριο του 1969 ο Εμμάνουελ ταξίδεψε στο Αμπιτζάν για την συνέλευσι «Επί Γης Ειρήνη» όπου και βαπτίσθηκε.
ΑΦΙΞΙ ΒΟΗΘΕΙΑΣ
Όταν ο υπηρέτης τμήματος της Γκάνα, Χέρμπερτ Τζένινγκς, επισκέφθηκε το Αμπιτζάν το έτος 1969, ρώτησε εάν υπήρχαν εθελοντές να υπηρετήσουν ως ειδικοί σκαπανείς στον Άνω Βόλτα. «Εγώ σήκωσα το χέρι μου» θυμάται ο Τζέημς Κουάκι. «Αλλά ήμουν ο μόνος που το έκανε!» Αργότερα, το Μάιο του 1970 ένας ακόμη σκαπανεύς προσφέρθηκε εθελοντικά. Έτσι οι δύο συνεργάσθηκαν, και την 1 Ιουλίου 1970 επιβιβάσθηκαν στο τραίνο για την Ουαγκαντούγκου. Ο Εμμάνουελ ήταν στον σταθμό για να τους συνάντηση και είχε ετοιμάσει ένα δωμάτιο όπου θα μπορούσαν να μείνουν. Τους νεοαφιχθέντες περίμενε μια έκπληξι, όπως εξηγεί ο αδελφός Κουάκι:
«Το πρωί της επομένης ενώ κατευθυνόμεθα προς το Τμήμα Εθνικής Ασφαλείας μάς συνέλαβε η Αστυνομία. Εκείνο το πρωί υπήρχαν πληροφορίες στις εφημερίδες ότι το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά είχε απαγορευθή στο Καμερούν. Μας ρώτησαν γιατί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν πληρώνουν φόρους, όπως λανθασμένα ανέφερε η εφημερίδα. Αμέσως, έβγαλα ένα αντίτυπο του βιβλίου «Αλήθεια» και έδειξα στον αστυνόμο το κεφάλαιο ‘Η Χριστιανική Υπακοή στον Νόμο’. Μελέτησα τις κατάλληλες παραγράφους μαζί του και σύντομα κατενόησε ότι οι πληροφορίες του τύπου για μάς ήταν ανακριβείς. Εν τούτοις, μάς είπε να μην κηρύττωμε από σπίτι σε σπίτι μέχρι νεωτέρας ειδοποιήσεως. Έτσι κάναμε μόνο συμπτωματική μαρτυρία. Πόσο χαρά μάς έδινε το ότι τα έντυπα ήσαν μεγέθους τσέπης. Βγαίναμε στους δρόμους με τις τσέπες κάπως εξωγκωμένες, για να έλθωμε σε επαφή με άτομα συμπτωματικά, και να μιλήσουμε για τα αγαθά νέα της Βασιλείας.
«Τρεις εβδομάδες αργότερα μάς κάλεσαν για μια ακόμη φορά στο Τμήμα Εθνικής Ασφαλείας. Μας είπαν, ‘Εντάξει, τώρα μπορείτε να συνεχίσετε το κήρυγμα!’ Κάναμε αίτησι για Άδεια Παραμονής και μάς ενέκριναν παραμονή για 10 χρόνια. Για να τους ευχαριστήσουμε, κατά κάποιο τρόπο, αποφασίσαμε να κάνουμε μαρτυρία σε όλους τους υπουργούς της κυβερνήσεως και σε άλλους αξιωματούχους πράγμα που έγινε αρχίζοντας τον Ιανουάριο του 1971. Μεταξύ αυτών που ήρθαμε σε επαφή ήταν και ένας αρχηγός αστυνομίας. Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την αλήθεια και έγινε συνδρομητής στο περιοδικό ‘Ξύπνα!’
«Τον Μάιο του 1971 ταξιδέψαμε πίσω στην Ακτή Ελεφαντόδοντος για να παρευρεθούμε σε μια υπέροχη συνέλευσι περιοχής στο Ντιμπόκρο. Κατά την επιστροφή μας στην Ουαγκαντούγκου μάς συνέλαβαν ξανά, αυτή τη φορά ένας αστυνομικός. Εμένα με μετέφεραν με αυτοκίνητο στο Αστυνομικό Τμήμα, και όταν φθάσαμε με έφεραν ενώπιον πέντε αξιωματικών. Για μεγάλη έκπληξη του αστυνομικού που με συνέλαβε, ένας από αυτούς τους ανωτέρους αξιωματικούς με χαιρέτησε. ‘Γεια σου Τζέημς. Είμαι βέβαιος ότι αυτοί οι συνάδελφοί μου που βρίσκονται εδώ θα επιθυμούσαν να γίνουν συνδρομητές στο περιοδικό σας’.
«Πέρασα εξαιρετικά τον χρόνο μου δίδοντας μαρτυρία σε όλους αυτούς, και μπόρεσα να διαθέσω δύο βιβλία και πέντε περιοδικά. Ένας από τους αξιωματικούς ζήτησε από τον αστυνομικό που με συνέλαβε να με μεταφέρη με το αυτοκίνητο σπίτι μου, διότι όπως είπε ‘κάνει πολλή ζέστη έξω, και επί πλέον δεν έχομε τίποτε εναντίον του’.»
ΘΕΜΕΛΙΟ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Ο Αδελφός Καουάκι λίγο μετά ήλθε σε επαφή με τον διευθυντή ενός σχολείου, ο οποίος έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αλήθεια, άρχισε μια μελέτη και όλη η οικογένεια ήλθε στην αλήθεια. Αυτός ο νέος αδελφός, ο Τζιν-Μπατίστε Γιάγκο ήταν ένας από τα τρία άτομα με τα οποία ήλθε σε επαφή ο Αδελφός Κουάκι και οι οποίοι σύντομα έγιναν Μάρτυρες.
Άρχισαν να διεξάγωνται συναθροίσεις στο σπίτι του Εμμάνουελ Τζόνσον. Κάθε φορά που διεξάγοντο συναθροίσεις μερικά παιδιά έριχναν πέτρες στο σπίτι. Αλλά ο Τζέημς είχε αρκετούς φίλους μεταξύ των αστυνομικών ώστε σύντομα να αποθαρρυνθούν οι νεαροί ταραξίες!
ΦΘΑΝΟΥΝ ΑΠΟΦΟΙΤΟΙ ΤΗΣ ΓΑΛΑΑΔ
Τον Μάρτιο του 1972 ο Τζόζεφ Κρόουφορντ και η σύζυγός του έφθασαν από το Αμπιτζάν, στην Ουαγκαντούγκου. Σκοπός τους ήταν να βρουν έναν ιεραποστολικό οίκο. Όχι, όχι για τον εαυτό τους, αλλά για τους έξη αποφοίτους της Γαλαάδ που διωρίσθηκαν στον Άνω Βόλτα. Οι Κρόουφορντ επρόκειτο να καλοσωρίσουν τον Ουέιν και την Πάουλα Όλμοστ, τον Μπομπ και την Φερν Χαρντ και τον Τζέι και την Γκλόρια Μάρτιν. Έγιναν διευθετήσεις ώστε ο Αδελφός Κρόουφορντ να διεξαγάγη μια σειρά μαθημάτων γλώσσης επί έξη εβδομάδες με τους νέους ιεραποστόλους και να τους βοηθήση να εγκατασταθούν στον νέο τους διορισμό.
Ο Αδελφός Μάρτιν διωρίσθηκε επίσκοπος του ιεραποστολικού οίκου. Παραχωρήθηκαν άδειες παραμονής και οι ιεραπόστολοι εγκαταστάθηκαν στην Ουαγκαντούγκου. Για ένα αρκετό χρονικό διάστημα το έργο διεξαγόταν μόνο στην πρωτεύουσα. Αλλά σύντομα απεστάλησαν ειδικοί σκαπανείς στο Μπόμπο-Ντιουλάσσο, και αργότερα το 1973, ιδρύθη εκεί ιεραποστολικός οίκος. Ο Ρόμπερτ και η Λάνα Όλιβερ και ο Μπράιαν και η Ζακλήν Πίαρς, οι οποίοι προηγουμένως υπηρέτησαν στην Κένυα, διωρίσθηκαν στο Μπόμπο-Ντιουλάσσο. Μετά από την πλούσια, πράσινη και γόνιμη περιοχή της λίμνης της Βικτωρίας στην Κένυα, ήταν μια πραγματική αντίθεσι γι’ αυτούς να μεταφερθούν στη σαβάνα του Άνω Βόλτα, με την ξηρασία που επικρατεί εκεί τον περισσότερο καιρό του χρόνου.
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΕΠΕΚΤΕΙΝΕΤΑΙ
Λίγο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1973 οι αδελφοί του Άνω Βόλτα προσκλήθηκαν να παρευρεθούν στη συνέλευσι «Θεία Νίκη» στο Αμπιτζάν. Στην ομάδα που έκανε αυτό το μεγάλο ταξίδι προς τα Νότια, συμπεριλαμβάνονταν και ντόπιοι του Άνω Βόλτα, οι οποίοι είχαν μάθει την αλήθεια από τους ειδικούς σκαπανείς. Τρεις από αυτούς ήσαν οι Μπερνάρντ Μπακόι, Νόρμπερτ Ουεντραόγκο και Τζουλς Ταπσόμπα, οι οποίοι συμβόλισαν την αφιέρωσί τους με το εν ύδατι βάπτισμα κατά τη διάρκεια της συνελεύσεως. Όταν επέστρεψαν στον Άνω Βόλτα έγινε φανερή η χαρά που ένοιωσαν, γιατί παρευρέθηκαν σε μια μεγάλη σύναξι του λαού του Ιεχωβά, με το ζήλο τους για το κήρυγμα των αγαθών νέων.
Αργότερα ο Μπερνάρντ Μπακόι υπηρέτησε ως ειδικός σκαπανεύς. Ο διορισμός του ήταν στην πόλι Ουαχιγκούγια, στα βόρεια της χώρας στην περιοχή Σαχίλ. Τώρα υπάρχει μια μικρή εκκλησία εκεί. Επίσης διωρίσθηκαν ειδικοί σκαπανείς να αρχίσουν το έργο στην τρίτη σε μέγεθος πόλι της χώρας Κουντούγκου.
Ο Ουέην Όλμοστ υπηρέτησε ως επίσκοπος περιοχής έως το 1978, πραγματοποιώντας επισκέψεις στις εκκλησίες και στους απομονωμένους ομίλους του Άνω Βόλτα. Πράγματι έχει ιδεί το έργο να επεκτείνεται. Σήμερα γίνεται μαρτυρία σε πέντε από τις μεγαλύτερες πόλεις, Ουαγκαντούγκου, Μπόμπο-Ντιουλάσσο, Κουντούγκου, Ουαχιγκούγια και Μπανφόρα. Και η κυβέρνησι έχει παραχωρήσει άδεια ώστε να μετακινηθούμε και σε άλλες δύο πόλεις, Κάγια και Φάντα Ν’ Γκούρμα. Τώρα έχομε πέντε εκκλησίες σ’ όλη τη χώρα.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΣΤΟ ΕΡΓΟ
Κατά την αποφοίτησι κάθε τάξεως της Σχολής Γαλαάδ μάς έδινε χαρά το νέο, ότι και άλλοι εργάται διωρίζοντο στον Άνω Βόλτα. Σήμερα υπάρχουν 25 ιεραπόστολοι σ’ όλη τη χώρα, οι οποίοι είχαν και τον πρωτεύοντα ρόλο στην επέκτασι του κηρύγματος εδώ. Πολλοί απ’ αυτούς χρειάσθηκε πρώτα να μάθουν τη Γαλλική γλώσσα. Ένας από τους καλύτερους τρόπους να μάθει κανείς είναι να χρησιμοποιή τη γλώσσα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα αρκετές διασκεδαστικές εμπειρίες, ειδικά σε μια χώρα όπου οι νεοαφιχθέντες δεν γνωρίζουν πάντα τα τοπικά έθιμα.
Η Ρενέ και ο Φιλίπ Άλντερσον είναι απόφοιτοι της Γαλαάδ από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Λίγο μετά την άφιξί τους, το 1974, η Ρενέ και η Αδελφή Όλμοστ βγήκαν για κήρυγμα. Η Ρενέ, η οποία ακόμη δεν είχε συμπληρώσει τα μαθήματα γλώσσης ήταν προετοιμασμένη να κάνη την παρουσίασι στα Γαλλικά. Παίρνοντας κουράγιο πλησιάζει τον άνδρα μιας οικογένειας και θαρραλέα του μιλά. Κατά τη διάρκεια της παρουσιάσεως του αγγέλματος της Βασιλείας αυτός την παρακολουθεί γοητευμένος.
Όταν τελείωσε το ‘κήρυγμα’ ο άνδρας ρώτησε αν θα μπορούσε να αγοράση τη Ρενέ για σύζυγο και ζήτησε να μάθη για την προίκα. Η Ρενέ σκέφτηκε ότι επιτέλους είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται όσα της έλεγαν οι άνθρωποι. Αποφάσισε να αποτολμήση μια πλήρη απάντησι σ’ αυτόν. Εν τούτοις, είχε καταλάβει λάθος την ερώτησι και νόμισε ότι ο άνδρας την ρώτησε πόσο καιρό ήταν παντρεμένη. Έτσι του απάντησε, «Είμαι παντρεμένη πέντε ’anes’ (γαϊδούρια)», προφέροντας κακώς τη λέξι «χρόνια», ans. Σ’ αυτό ο άνδρας απάντησε αποθαρρυμένος, «Οι γυναίκες κοστίζουν πολλά εκεί απ’ όπου έρχεσαι!»
Η ΠΡΩΤΗ ΑΙΘΟΥΣΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ
Ο Φιλίπ Άλντερσον, μαζί με τους ιεραποστόλους Ρόυ Μπέηκιν και Ουέην Όλμοστ, πήραν την πρωτοβουλία να κτίσουν μια νέα Αίθουσα Βασιλείας στην Ουαγκαντούγκου. Ο Φιλίπ λέγει σχετικά με το έργο:
«Αρχικά, κάναμε τις συναθροίσεις μας στο σαλόνι του ιεραποστολικού οίκου, αλλά σύντομα αποδείχθηκε πολύ μικρό καθώς το ακροατήριο αυξάνετο γρήγορα. Έτσι σκεφθήκαμε να φτιάξουμε ένα ‘υπόστεγο’ έξω στον περίβολο του ιεραποστολικού οίκου. Τελικά, καταλήξαμε να κατασκευάσουμε ένα χωριστό κτίριο, αλλά μέσα στον περίβολο του σπιτιού.
«Οι ντόπιοι αδελφοί ήταν πολύ ενθουσιασμένοι. Μας διαβεβαίωσαν ότι είχαν πολλή εμπειρία στην κατασκευή σπιτιών με τον τοπικό ρυθμό, και ήταν βέβαιοι ότι θα μπορούσαμε να κτίσουμε μια κατάλληλη Αίθουσα Βασιλείας. Αποφασίσθηκε να κατασκευάσουμε ένα μεγάλο ορθογώνιο κτίριο, με τρεις ανοικτούς τοίχους και μια καλαμένια οροφή που στηρίζεται σε δοκούς και στύλους.
«Αρχίσαμε τον Νοέμβριο του 1975. Αλλά κάτι που δεν αντιληφθήκαμε, και που παρέλειψαν οι αδελφοί να αναφέρουν, ήταν ότι όλα τα κτίρια που είχαν κατασκευάσει ήταν μικρές στρογγυλές καλύβες. Τώρα αντιμετωπίζοντας μια ορθογώνια κατασκευή, ανέκυψαν αρκετά προβλήματα. Εν τούτοις δουλεύοντας μαζί, επιλύθηκαν όλα τα προβλήματα. Τελικά, ολόκληρο το έργο είχε μια καλή ενοποιητική επιρροή στην εκκλησία.»
Τα Σαββατοκύριακα, ιδιαίτερα, ολόκληρος ο περίβολος ήταν κέντρο μεγάλης δραστηριότητος. Οι αδελφοί κάθονταν σταυροπόδι στο έδαφος πλέκοντας την ψάθα για την καλαμοσκεπή. Οι αδελφές ετοίμαζαν τα γεύματα. Τι συγκινητικό να βλέπη κανείς μια τέτοια ομάδα ανθρώπων όχι μόνο από πολλές φυλές άλλα ιδιαιτέρως από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, όλοι μαζί να αποτελειώνουν μια εργασία που θα είχε ως αποτέλεσμα μια Αίθουσα Βασιλείας για τη δόξα του ονόματος του Ιεχωβά!
Πού βρέθηκαν τα χρήματα για την αγορά των τούβλων, του τσιμέντου και των άλλων αναγκαίων υλικών γι’ αυτό το έργο; Πολλά από αυτά ήταν προσφορές των ντόπιων αδελφών. Εν τούτοις, όταν οι ιεραπόστολοι επέστρεψαν στην πατρίδα τους για διακοπές μπόρεσαν να δείξουν ’σλάιντς’ του έργου στις δικές τους εκκλησίες και πολλοί αδελφοί προσφέρθηκαν εθελοντικά να συνεισφέρουν βοηθώντας στη δαπάνη.
Για παράδειγμα, όταν η Μαργαρίτα Κόνιγκερ επέστρεψε για μια επίσκεψι στη Γερμανία μίλησε για την κατασκευή της Αιθούσης Βασιλείας. Έως τότε το έργο κατασκευής της αιθούσης είχε προχωρήσει αρκετά, και ήταν φανερό ότι μια μεταλλική στέγη θα ήταν πιο πρακτική και ανθεκτική. Όταν το άκουσε αυτό, ένας αδελφός στη Γερμανία συμπλήρωσε ένα τσεκ, το οποίο κάλυπτε όλο το ποσό για την αγορά των μεταλλικών φύλλων.
Μια αδελφή 80 χρόνων στην Καλιφόρνια, παρ’ όλο που ήταν περιωρισμένη σ’ έναν οίκο ευγηρίας, έστειλε 5 δολλάρια. Τα ηχητικά κατασκευάσθηκαν από ένα Γερμανό αδελφό και προσφέρθηκαν στην εκκλησία. Πράγματι, όλο το έργο αποπερατώθηκε με την βοήθεια της παγκόσμιας οικογενείας του λαού του Ιεχωβά.
Με τις καρδιές πλημμυρισμένες από ευγνωμοσύνη στον Ιεχωβά και στους αδελφούς τους σε όλο τον κόσμο, το Σάββατο, 1 Μαΐου 1976, συναθροίσθηκαν 94 άτομα στην καινούργια Αίθουσα Βασιλείας, για να αφιερώσουν το κτίριο στον Ιεχωβά. Ο Σαμ Γκίλμαν από το γραφείο τμήματος στο Αμπιτζάν έδωσε την ομιλία αφιερώσεως και ο Ουέην Όλμοστ έδειξε σλάιντς από την επέκτασι του έργου της Βασιλείας στον Άνω Βόλτα.
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙ «ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΠΙΣΤΙΣ»
Τι μεγάλη εμπειρία ήταν για τους αδελφούς του Άνω Βόλτα τον Δεκέμβριο του 1978 να ταξιδέψουν νότια για την Διεθνή Συνέλευσι «Νικηφόρος Πίστις»! Ο Τζην-Μπατίστε Γιάγκο και ολόκληρη η οικογένειά του, για περισσότερο από ένα χρόνο εξοικονομούσαν χρήματα ώστε να κάνουν το ταξίδι από την Ουαγκαντούγκου στο Αμπιτζάν με ένα ειδικά διευθετημένο βαγόνι τραίνου. Ο μεγαλύτερος γιος του αδελφού Γιάγκο υπηρετεί σαν ειδικός σκαπανεύς. Το επόμενο παιδί του, ο Ματθίας, ο οποίος είναι 12 χρονών, είπε ότι ποτέ δεν θα ξεχάσει αυτή την συνέλευσι διότι βαπτίστηκε εκεί το Σάββατο το πρωί.
Οι αδελφοί από τον Άνω Βόλτα γοήτευσαν το ακροατήριο της συνελεύσεως με τις πείρες τους. Ο Ματθίας έκανε μια επίδειξι του τρόπου με τον οποίο κάνει μαρτυρία, χρησιμοποιώντας τον νεώτερο αδελφό του ως οικοδεσπότη. Οι ιεραπόστολοι είπαν πως κάθε εβδομάδα τα παιδιά του Αδελφού Γιάγκο τους συνοδεύουν στην υπηρεσία.
Παρ’ όλο που ο αδελφός Γιάγκο είναι ο ίδιος βοηθητικός σκαπανεύς δεν μπορούσε να διάθεση τόσο χρόνο όσο ο Ματθίας στην υπηρεσία του αγρού. Με τον νεανικό ενθουσιασμό του ο Ματθίας έχει υπηρετήσει σαν ένας καλός Μάρτυς. Ακόμη και οι ενήλικοι που τον χλεύαζαν έμεναν έκπληκτοι. Ένας άνδρας ρώτησε χλευαστικά τον Ματθία. «Τι είναι πίστις;» Προς έκπληξί του, η απάντησις ήρθε γρήγορα καθώς ο Ματθίας ξεφύλλισε την Βίβλο και του διάβασε τον ορισμό που βρίσκεται στους Εβραίους 11:1.
Αυτός ο Χριστιανικός ζήλος μεταξύ μικρών και μεγάλων κατά το ίδιο μέτρο, παράγει καταπληκτικά αποτελέσματα στον Άνω Βόλτα. Από έναν μόνο ευαγγελιζόμενο, αρχικά στο 1969, τον Εμμάνουελ Τζόνσον, τον Δεκέμβριο του 1978 έφθασαν στο αποκορύφωμα των 137 δραστήριων ευαγγελιζομένων της Βασιλείας. Αργότερα το Μάρτιο του 1980 ένα πλήθος από 691 άτομα συναθροίσθηκαν μαζί στις επτά εκκλησίες της χώρας στην Ανάμνησι. Τι προοπτική μεγαλύτερης αυξήσεως σε αριθμό των υμνητών του Ιεχωβά! ΟΙ αδελφοί και οι αδελφές του Άνω Βόλτα είναι αποφασισμένοι να δουλέψουν σκληρά για να βοηθήσουν αυτούς τους πολυάριθμους νέους στο δρόμο που οδηγεί στην αιώνια ζωή.
[Χάρτης στη σελίδα 196]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Άνω Βόλτα
ΜΑΛΙ
ΝΙΓΗΡ
ΑΚΤΗ ΕΛΕΦΑΝΤΟΔΟΝΤΟΣ
ΓΚΑΝΑ
ΤΟΓΚΟ
ΜΠΕΝΙΝ
Ουαχιγκούγια
Κάγια
ΟΥΑΓΚΑΝΤΟΥΓΚΟΥ
Κουντούγκου
Φάντα Ν’ Γκούρμα
Μπόμπο-Ντουλιάσο
Μπανφόρα
[Εικόνα στη σελίδα 197]
Ο Εμμάνουελ Τζόνσον, ο μόνος Μάρτυς του Ιεχωβά στον Άνω Βόλτα για πολλά χρόνια
[Εικόνα στη σελίδα 199]
Ο Τζέημς Κουάκι (αριστερά) ήρθε σε επαφή με τον Ζαν-Μπατίστ Γιάγκο, διευθυντή ενός σχολείου. Τόσο αυτός όσο και ολόκληρη η οικογένειά του έγιναν Μάρτυρες
[Εικόνα στη σελίδα 202]
Οικοδόμησις της πρώτης αίθουσας Βασιλείας στην Ουαγκαντούγκου