ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • yb86 σ. 111-224
  • Ζιμπάμπουε

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Ζιμπάμπουε
  • Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1986
  • Υπότιτλοι
  • ΦΥΣΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ
  • ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ
  • ΧΩΡΙΣΤΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
  • ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΞΕΚΙΝΗΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΑΓΓΛΟΦΩΝΟ ΑΓΡΟ
  • ΠΡΟΟΔΟΣ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1930
  • ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΦΡΑΓΜΟΥ ΤΗΣ ΧΩΡΙΣΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
  • ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΕΔΡΑΙΩΝΟΥΝ ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ
  • Η ΕΝΑΝΤΙΩΣΗ ΕΝΤΕΙΝΕΤΑΙ
  • ΑΝΕΜΟΙ ΑΛΛΑΓΗΣ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1940
  • ΑΙΡΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ
  • ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΣΚΑΠΑΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
  • ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
  • ΚΙ ΑΛΛΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΑΛΑΑΔ
  • ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΑΥΞΗΣΕΙΣ
  • ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ
  • ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ
  • ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ
  • ΤΟ ΕΡΓΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΦΕΡΝΕΙ ΟΦΕΛΗ
  • ΑΡΧΙΖΕΙ ΕΝΑ ΕΞΑΓΝΙΣΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
  • ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΗ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚΑΠΑΝΕΩΝ
  • Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ
  • ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΝΙΚΕΣ
  • ΑΙΤΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΙΩΣΕΙΣ
  • ΑΝΑΜΕΝΕΤΑΙ ΑΚΟΜΗ Η ΠΛΗΡΗΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΜΑΣ
  • ΠΕΠΕΙΡΑΜΕΝΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΕΝΙΣΧΥΟΥΝ ΤΟΝ ΑΓΡΟ
  • ΠΕΙΡΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ
  • ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΙ ΜΕ ΝΕΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
  • ΝΤΟΠΙΟΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ
  • ΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΑΝΑΓΚΗΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ
  • ΕΝΑ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΟ ΖΗΤΗΜΑ ΔΙΕΥΘΕΤΕΙΤΑΙ
  • ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΛΑΟΥΙ
  • ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
  • ΔΙΩΓΜΟΣ ΣΤΗ ΜΑΛΑΟΥΙ
  • ΠΑΡΟΧΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ Σ’ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΝ ΣΕ ΑΝΑΓΚΗ
  • ΕΝΑ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ
  • ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕΙΣ
  • ΑΙΣΙΟ ΤΕΛΟΣ
  • ΜΑΓΕΙΑ—ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΖΗΤΗΜΑ ΓΙΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
  • ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΑΣ ΔΟΚΙΜΑΖΟΝΤΑΙ
  • ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ
  • ΜΠΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1970
  • Ο ΙΕΧΩΒΑ ΠΡΟΜΗΘΕΥΕΙ ΒΟΗΘΕΙΑ
  • ΝΕΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
  • ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΥ
  • ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΣΤΑΘΕΡΟΙ
  • ΑΝΑΜΙΚΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
  • ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ ΔΙΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΞΟΟΤΗΤΑ
  • ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ
  • ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
  • ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΥΞΑΝΟΝΤΑΙ
  • ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ ΜΕ ΤΗ ΜΟΛΛΥ;
  • ΑΡΧΙΖΕΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΑΝΤΙΩΣΗ
  • Η ΕΝΤΑΣΗ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ
  • ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ
  • ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΣΕ «ΚΑΥΤΕΣ» ΠΕΡΙΟΧΕΣ
  • Η ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΦΕΡΝΕΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
  • ΜΙΑ ΠΑΡΑΔΟΞΟΤΗΤΑ
  • ΔΙΩΓΜΟΣ ΣΤΗ ΜΑΛΑΟΥΙ
  • ΒΟΗΘΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ
  • ΣΕ ΚΙΝΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΙ
  • ΠΑΡΟΧΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥΣ
  • ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΜΟΖΑΜΒΙΚΗ
  • ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΑ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ
  • Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΑΥΞΑΝΕΙ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
  • ΑΠΑΓΩΓΕΣ—ΜΙΑ ΚΟΙΝΗ ΤΑΚΤΙΚΗ
  • ΜΙΑ ΓΕΝΝΑΙΑ ΜΙΚΡΗ ΜΑΡΤΥΣ
  • ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΜΕΝΑ ΧΩΡΙΑ
  • ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
  • «ΔΕΣΤΕ ΤΟΝ Σ’ ΕΝΑ ΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΝ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ»
  • «Ο ΙΕΧΩΒΑ. . . ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΜΑΖΙ ΣΑΣ»
  • ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΑΝΤΙΞΟΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ
  • ΒΟΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ
  • «ΩΣ ΣΚΕΠΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ»
  • ΥΠΟΜΕΝΟΝΤΑΣ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ
  • ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑΣ
  • Η ΟΥΔΕΤΕΡΗ ΣΤΑΣΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΛΑΤΙΑ ΓΝΩΣΤΗ
  • ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΕΜΠΟΔΙΟ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΕΡΝΙΚΗΘΕΙ
  • ΟΙ ΠΙΟ ΣΚΟΤΕΙΝΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
  • ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΝΤΑΙ
  • ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΗΚΑΝ ΣΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ
  • ΕΛΠΙΔΑ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ, ΜΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΕΓΚΑΡΤΕΡΗΣΗ
  • ‘ΓΝΩΡΙΖΕΙ Ο ΙΕΧΩΒΑ ΠΩΣ ΝΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ’
  • ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
  • ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΓΕΛΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΑΥΞΑΝΕΙ
  • ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΚΟΜΗ
  • Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
  • «ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΥΣ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΝ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥΣ»
  • ‘ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ’
  • ΖΗΛΩΤΕΣ ΓΙΑ ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ
  • ΔΙΕΓΕΙΡΕΤΑΙ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ
  • ΞΗΡΑΣΙΑ, ΕΝΑ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
  • Ο ΙΕΧΩΒΑ ΒΟΗΘΟΣ ΜΑΣ
Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1986
yb86 σ. 111-224

Ζιμπάμπουε

ΓΥΡΙΣΤΕ στο μπροστινό εσώφυλλο αυτού του Βιβλίου Έτους. Παρατηρήστε το νότιο τμήμα της Αφρικανικής ηπείρου. Εκεί θα δείτε μια μικρή ηπειρωτική χώρα γνωστή ως Ζιμπάμπουε (πρώην Νότια Ροδεσία και Ροδεσία). Βρίσκεται ανάμεσα στους ποταμούς Λιμπόπο και Ζαμπέζι. Στα βόρεια είναι η Ζάμπια· ανατολικά η Μοζαμβίκη και η Νότια Αφρική και η Μποτσουάνα στα νότια και δυτικά σύνορά της.

Το όνομα «Ζιμπάμπουε» προέρχεται από μερικούς σωρούς αρχαίων πέτρινων ερειπίων στη χώρα, που τα περισσότερα είχαν χτιστεί χωρίς λάσπη—πραγματικά πολύ δύσκολη εργασία. Το όνομα αυτό λέγεται ότι σημαίνει «τόπος λίθων» ή «ευλαβικά σπίτια». Μερικοί λένε ότι σημαίνει «βασιλική αυλή ή μεγάλος τόπος του αρχηγού». Όποια κι αν είναι η ακριβής σημασία, αναφέρεται σε πέτρινα οικοδομήματα εντυπωσιακής κατασκευής που μαρτυρούν για μια κοινωνία που άκμαζε κάποτε. Τώρα είναι το επίσημο όνομα της χώρας.

Από πολιτική άποψη για πολύ καιρό η χώρα ήταν ήσυχη. Καταφανής εξαίρεση σ’ αυτό ήταν ένας πόλεμος που κράτησε σχεδόν μια δεκαετία από το 1970 κι έγινε για κυβέρνηση πλειοψηφίας. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 μέχρι το 1965 η χώρα ήταν μια αυτοκυβερνώμενη αποικία της Βρετανίας με κυβέρνηση από τη μειοψηφία των λευκών. Το 1965 που η Βρετανία αρνήθηκε να χορηγήσει ανεξαρτησία χωρίς κυβέρνηση πλειοψηφίας, η κυβέρνηση διακήρυξε την ανεξαρτησία της μονομερώς. Οι σπόροι της δυσαρέσκειας άρχισαν να φυτρώνουν και να μεγαλώνουν ώσπου τελικά ξέσπασε επανάσταση εναντίον της μειονότητας με τη μορφή ολοκληρωτικού πολέμου—που κράτησε μέχρι το 1980. Αυτό ήταν και το έτος που η χώρα είχε τις πρώτες της εκλογές για κυβέρνηση πλειοψηφίας. Μαζί της ήρθε και το όνομα «Ζιμπάμπουε».

ΦΥΣΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ

Κλιματολογικά, η Ζιμπάμπουε έχει ό,τι θα επιθυμούσε κανείς και περισσότερα: δροσερές αναψυκτικές βροχές το καλοκαίρι και ζεστές, ηλιόλουστες μέρες το χειμώνα. Και η θερμοκρασία; Σχεδόν ιδεώδης στα περισσότερα μέρη της χώρας. Στην πρωτεύουσα τη Χαράρε (που προηγουμένως λεγόταν Σάλισμπερυ) η μέση θερμοκρασία φτάνει το πολύ στους 28° Κελσίου (82° Φαρενάιτ) το καλοκαίρι και στους 18° Κελσίου (65° Φαρενάιτ) το χειμώνα.

Αυτό το ομαλό κλίμα έχει συμβάλει πολύ στη γεωργική ανάπτυξη της χώρας που ευδοκιμούν σχεδόν τα πάντα. Τι προκαλεί πιο πολύ τη γεύση σας; Τα πλούσια, ευχάριστα τροπικά φρούτα, όπως οι μπανάνες, οι παπάγιες και τα μάνγκος; Τα έχουμε. Ή μήπως προτιμάτε πιο αναψυκτικά φρούτα όπως τα μήλα, τα αχλάδια, τα ροδάκινα ή τα νεκταρίνια; Αν ναι, η Ζιμπάμπουε τα έχει κι αυτά.

Όσο για γραφικές ομορφιές, στη δύση είναι οι περίφημοι Καταρράκτες της Βικτώρια, ένα από τα εφτά θαύματα του σύγχρονου κόσμου. Στα ανατολικά είναι η όμορφη ορεινή περιοχή που ονομάζεται Ανατολικά Οροπέδια. Ανάμεσα, διάσπαρτα σε διάφορα μέρη της χώρας, είναι τα πάρκα για κυνήγι γεμάτα με άγρια ζώα.

Αν αι υπάρχουν πολλά ελκυστικά για τα μάτια πράγματα, εμείς θέλουμε να σας μιλήσουμε για κάτι άλλο πιο επιθυμητό. Έχει σχέση μ’ εκείνους που αναφέρει ο Ιεχωβά μέσω του προφήτη Αγγαίου (2:7) σαν «τα επιθυμητά όλων των εθνών». Κι εμείς στη Ζιμπάμπουε έχουμε αυτά τα «επιθυμητά»—ανθρώπους που ασπάζονται την αληθινή λατρεία. Αλλά πώς βρέθηκαν εδώ;

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ

Είναι πολύ δύσκολο να εξακριβώσουμε πότε ακριβώς έφτασε για πρώτη φορά σ’ αυτή τη χώρα το άγγελμα της Βασιλείας του Θεού. Ωστόσο είναι γεγονός ότι το 1910 πολλά έντυπα της Εταιρίας στα Αγγλικά κυκλοφορούσαν στη Μαλάουι (τότε Νυασαλάνδη) προς βορρά, καθώς και στη Νότια Αφρική. Τουλάχιστον στις αρχές της δεκαετίας του 1920 το άγγελμα αυτών των εντύπων εισχώρησε στη Ζιμπάμπουε (τότε Νότια Ροδεσία) μέσω περιπλανώμενων εργατών. Απ’ αυτή τη μικρή αρχή, άρχισαν να σχηματίζονται όμιλοι μελέτης σε διάφορα κέντρα, από τη Μουτάρε στα σύνορα με τη Μοζαμβίκη ως τη Χουάνγκε, μια μεγάλη πόλη ορυχείων κοντά στους Καταρράκτες της Βικτώριας στη δύση.

Ένας από αυτούς που έμαθαν την αλήθεια εκείνες τις παλιές μέρες ήταν ο Χάμιλτον Κ. Μασέκο, που ακόμη υπηρετεί πιστά σαν πρεσβύτερος στην Πρετώρια της Νότιας Αφρικής. Ο ίδιος αφηγείται: «Το 1924 ταξίδεψα από τη Νυασαλάνδη στο Μπουλάγιο όπου άρχισα να συναναστρέφομαι τους Σπουδαστές της Γραφής. Αυτά που μελετούσαν αυτοί οι άνθρωποι μ’ εντυπωσίασαν και μου έδωσαν κατανόηση των υποσχέσεων της Βίβλου». Παρέμεινε εκεί δυο χρόνια πριν πάει στη Νότια Αφρική.

Ένας από τους πρώτους κήρυκες της αλήθειας του Θεού στη Ζιμπάμπουε ήταν ο Νέιζον Μουκαρόντα. Μάλιστα φαίνεται ότι ήταν ο πρώτος που βαφτίστηκε σ’ αυτή τη χώρα. Αυτό έγινε το 1924. Μπήκε στην ολοχρόνια υπηρεσία το 1947, έγινε επίσκοπος περιοχής το 1948 και είναι ακόμη δυνατός σαν ειδικός σκαπανέας ηλικίας 82 ετών.

ΧΩΡΙΣΤΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Λόγω των περιστάσεων αυτής της χώρας η ανάπτυξη του ενδιαφέροντος στο άγγελμα της Βασιλείας έγινε σε δύο κατευθύνσεις, ανάλογα με τη φυλή. Πρώτα ας δούμε την αρχική πρόοδο που έγινε στον Αφρικανόγλωσσο τομέα.

Το έτος που άρχισε πραγματικά να αποκτάει επιρροή η αλήθεια φαίνεται ότι ήταν το 1924. Τότε ο Νάθαν Μουτσινγκούρι πρωτοέμαθε την αλήθεια στις Ανατολικές Περιοχές. Λέει ο ίδιος: «Οι άνθρωποι που μας έφεραν την αλήθεια ήταν δυο άντρες από τη Νυασαλάνδη. Όχι μόνο μας δίδαξαν δογματικές αλήθειες αλλά μας είπαν ότι αν θέλαμε να είμαστε λαός τους Θεού πρέπει να είμαστε καθαροί σε καρδιά και έργα». Βαφτίστηκε το ίδιο εκείνο έτος κι αργότερα χρησιμοποιήθηκε από την Εταιρία σαν ο πρώτος μεταφραστής Γραφικών εντύπων στη Σόνα, τη γλώσσα που μιλούν οι περισσότεροι άνθρωποι.

Δυο άνθρωποι που ξεχώρισαν εκείνες τις μέρες ήταν ο Γουίλσον Στίμα και ο Ρόμπιν Μανυόκι. Ο Αδελφός Στίμα ενδιαφέρθηκε αρχικά για την αλήθεια το 1925 στη Μαλάουι. Ύστερα ήρθε στη Ζιμπάμπουε κι εγκαταστάθηκε στη Μουτάρε όπου βοήθησε πάρα πολύ τον νεοσχηματισμένο όμιλο. Αργότερα μετακόμισε στο Μπουλάγιο και το 1948 έγινε ένας από τους πρώτους μας σκαπανείς. Ο Αδελφός Στίμα, που είναι τώρα 76 ετών, υπηρετεί σαν ειδικός σκαπανέας από το 1955.

Ο άλλος αδελφός, ο Ρόμπιν Μανυόκι, πρωτάρχισε τη θεοκρατική του σταδιοδρομία το 1929. Αυτό έγινε στο Μπουλάγιο, τη δεύτερη σε μέγεθος πόλη της Ζιμπάμπουε. Βαφτίστηκε όμως στο Σάλισμπερυ (σημερινή Χαράρε) το 1932. Όταν έφτασε στη Χαράρε δεν άργησε να έρθει σε επαφή με τον Γουίλλι Κουτσόκα και μερικούς άλλους και σχημάτισαν τη μοναδική εκκλησία της περιοχής·

Σύντομα, ωστόσο, κατάλαβαν ότι δεν ήταν όλοι στην εκκλησία γνήσιοι μάρτυρες του Ιεχωβά. Αλλά ας αφήσουμε τον Αδελφό Μανυόκι να μας πει τι συνέβη:

«Το 1932 πήραμε ένα γράμμα από το γραφείο του Κέηπ Τάουν που έλεγε ότι έπρεπε ν’ αρχίσουμε να κηρύττουμε από σπίτι σε σπίτι, πράγμα που δεν το κάναμε ως τότε. Μόνο ο Αδελφός Καούντα, η σύζυγός του, ο Γουίλλι Κουτσόκα κι εγώ, απ’ όλη την εκκλησία καταλάβαμε ότι έπρεπε ν’ ακολουθήσουμε τις οδηγίες. Γι’ αυτό όμως μας έδιωξαν από την εκκλησία. Αλλ’ αργότερα κι άλλοι αντιλήφθηκαν ότι το έργο από σπίτι σε σπίτι ήταν Γραφικό κι άρχισαν να μας συναναστρέφονται. Και τι απόγιναν αυτοί που εναντιώθηκαν σ’ αυτόν τον τρόπο κηρύγματος; Αργότερα, το 1933 οι αρχές ενοχλήθηκαν από την αυξημένη δραστηριότητα κι εκτόπισαν τον πρώην επίσκοπο και το βοηθό του, νομίζοντας ότι ήταν ακόμη οι ‘αρχηγοί’ της εκκλησίας».

Ο Αδελφός Μανυόκι είχε πολλές ζωηρές πείρες στα πρώτα του χρόνια στην αλήθεια. Μια φορά τον έφεραν στον τοπικό περιφερειακό διοικητή επειδή κήρυττε. Όταν ο διοικητής τον ρώτησε από που είχε μάθει αυτά τα πράγματα, ο αδελφός του απάντησε: «Από τη Βίβλο, το βιβλίο που μας φέρατε εδώ στην Αφρική. Εγώ απλώς εξηγώ στους ανθρώπους αυτά που μαθαίνω από τη Γραφή».

Ο Ρόμπιν Μανυόκι είναι τώρα 85 ετών. Αυτός και η σύζυγός του Ρόζι είναι ακόμη ειδικοί σκαπανείς, ύστερ’ από αρκετά χρόνια στο έργο περιοχής. Είναι ενδιαφέρουσα μια πρόσφατη είδηση από έναν επίσκοπο περιοχής για τον Αδελφό Μανυόκι. Λέει: «Αυτός ο ηλικιωμένος άνθρωπος κάνει θαυμάσιο έργο. Έχει πολλές Γραφικές μελέτες. Οι περισσότεροι από τους ευαγγελιζόμενους εξαρτώνται από αυτόν».

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΞΕΚΙΝΗΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΑΓΓΛΟΦΩΝΟ ΑΓΡΟ

Τώρα ας περάσουμε στον Αγγλόφωνο αγρό. Είναι παράδοξο που οι σπόροι της αλήθειας άρχισαν να σπέρνονται περίπου τον ίδιο καιρό όπως και στον αγρό των τοπικών γλωσσών, αν και από διαφορετικές πηγές. Αυτό άρχισε το 1921 όταν τρεις αδελφοί από το τμήμα της Νότιας Αφρικής στο Κέηπ Τάουν, ο Χένρυ Ανκετιλ, ο Π. Τζ. ντεΖάγκερ και ο Π. Γουίλλιαμς έκαναν ένα σύντομο ταξίδι σ’ αυτή τη χώρα κι έδωσαν διαλέξεις στο Μπουλάγιο και στο Σάλισμπερυ. Τους ακολούθησαν κι άλλοι το 1924 και το 1925, κυρίως για να προσπαθήσουν να νομιμοποιήσουν το έργο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Αυτοί οι Αγγλόφωνοι Μάρτυρες είχαν πολύ περιορισμένες δυνατότητες, επειδή τους απαγορευόταν να έρθουν σε επαφή με Αφρικανούς που αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Ωστόσο, οι σπόροι της αλήθειας άρχισαν να σπέρνονται.

Ένα μέρος όπου αυτοί οι σπόροι της αλήθειας της Βασιλείας πραγματικά ρίζωσαν ήταν ένα μεγάλο αγρόκτημα 1.500.000 έηκερς σε μια απόμακρη γωνιά της χώρας, όπου εργαζόταν ο Τζακ ΜακΛάκι. Αυτό έγινε το 1928. Η γυναίκα του Τζακ, η Ντόρελ, εκείνο τον καιρό ήταν στη Νότια Αφρική κι εκεί ήρθε σε επαφή με το άγγελμα της Βασιλείας μέσω του Μπερτ, αδελφού του Τζακ. Σαν αποτέλεσμα, ο Τζακ πήρε τους εφτά τόμους των Γραφικών Μελετών.

Ο Τζακ τις απόλαυσε τόσο πολύ που αμέσως είχε μεγάλη επιθυμία να μεταδώσει αυτά τα καλά νέα και στους φίλους του. Αλλ’ αυτή δεν ήταν εύκολη δουλειά. Το κοντινότερο ταχυδρομείο απείχε 90 χιλιόμετρα (56 μίλια) και οι γείτονες ήταν λίγοι και μακρινοί. Η μεταφορά γινόταν μόνο με μουλάρι ή βοϊδάμαξα. Απτόητος ο Τζακ έγραψε ζητώντας βιβλιάρια για διανομή. Στις κοινωνικές συγκεντρώσεις στο αγρόκτημα ποτέ δεν έχασε ευκαιρία να δώσει μαρτυρία για τη Βασιλεία. Μάλιστα ο Τζακ και ο αδελφός του Μπερτ (που τους φώναζαν στοργικά «Θείο Τζακ» και «Θείο Μπερτ») και οι οικογένειές τους έγιναν τόσο ζηλωτές που σ’ ολόκληρο το νότιο τμήμα της χώρας η αλήθεια έγινε γνωστή σαν «η θρησκεία των ΜακΛάκι».

ΠΡΟΟΔΟΣ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1930

Το τμήμα της Νότιας Αφρικής, ακόμη αποφασισμένο να εδραιώσει σταθερά το άγγελμα της Βασιλείας σ’ όλες τις φυλές, έστειλε το 1932 τέσσερις σκαπανείς, ένας από τους οποίους ήταν ο Ρόμπερτ Νίσμπετ που βρίσκεται τώρα στην Αυστραλία. Το ταξίδι αυτό βέβαια είχε τα προβλήματα του. Οι σκαπανείς είχαν μείνει στη χώρα μόλις δέκα μέρες όταν τους κάλεσαν στη Γενική Ασφάλεια. Μερικές μέρες αργότερα τους διέταξαν να φύγουν σε 48 ώρες και χωρίς να μπορούν, όπως τους είπαν, να κάνουν έφεση. Αυτοί ωστόσο έκαναν έφεση και όπως ανέφερε ο Αδελφός Νίσμπετ: «Μας επέτρεψαν να παραμείνουμε έξι μήνες υπό τον όρο ότι δεν θα εργαστούμε ανάμεσα στους Αφρικανούς». Φαίνεται ότι αυτός ήταν ο μεγάλος φόβος των αρχών εκείνο τον καιρό.

Αυτή η επίσκεψη του 1932 είχε πολύ μικρά αποτελέσματα. Ωστόσο έγινε άλλο ένα ταξίδι το 1938 και αυτό έφερε περισσότερο καρπό. Εκείνο τον καιρό υπήρχαν ήδη αρκετοί ευαγγελιζόμενοι για να σχηματιστεί η πρώτη Αγγλόφωνη εκκλησία.

ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΦΡΑΓΜΟΥ ΤΗΣ ΧΩΡΙΣΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Και ενώ συνέβαιναν αυτά, εμφανίστηκε κάποιος στη σκηνή που επρόκειτο να συμβάλει πολύ στην εδραίωση του έργου, ιδιαίτερα στην περιοχή του Μπουλάγιο. Ήταν ο Γουίλλι ΜακΓκρέγκορ που σήμερα σε ηλικία 80 ετών υπηρετεί σαν πρεσβύτερος σε μια από τις εκκλησίες του Μπουλάγιο. Ο Αδελφός ΜακΓκρέγκορ που βαφτίστηκε στη Σκωτία το 1924, ήρθε στη Ζιμπάμπουε το 1929 σαν νεαρός τραπεζικός υπάλληλος. Το 1933 εγκαταστάθηκε στο Μπουλάγιο. Εκεί αποδείχτηκε πολύ χρήσιμος στους αδελφούς στη διάρκεια μερικών πολύ δύσκολων χρόνων.

Παρακαλούμε μην ξεχνάτε ότι όλα αυτά τα χρόνια η κυβέρνηση δεν ήταν καθόλου συνεργατική με τους Μάρτυρες, ιδιαίτερα με τους Αφρικανούς αδελφούς. Ο Αδελφός Ρόμπερτ Νίσμπετ το αναφέρει ως εξής: «Η εναντίωση και από την κυβέρνηση και από πολλούς λευκούς Ροδεσιανούς ήταν, μιλώντας από ανθρώπινη άποψη, συνταρακτική». Οι διώκτες κατέβαλλαν συνεχείς προσπάθειες να εμποδίσουν την εξάπλωση του αγγέλματος της Βασιλείας στον τοπικό πληθυσμό.

Έχοντας όλ’ αυτά υπόψη, είναι ενδιαφέρον να μάθουμε για την πρώτη οργανωμένη διαφυλετική Μελέτη Σκοπιάς στη χώρα. Διεξαγόταν μέσω δύο μεταφραστών. Αλλ’ ας αφήσουμε τον Γουίλλι ΜακΓκρέγκορ να μας το αφηγηθεί:

«Όταν η μελέτη είχε προχωρήσει για μισή περίπου ώρα, είδαμε 12 με 15 έφιππους αστυνομικούς να μας πλησιάζουν. Αυτό προκάλεσε κάποια νευρικότητα. Ζήτησα από τους αδελφούς να συνεχίσουμε τη μελέτη μας όπως και πριν. Όταν έφτασαν οι αστυνομικοί, περικύκλωσαν τη μελέτη (που γινόταν στο ύπαιθρο κάτω από ένα δέντρο) σε απόσταση που να ακούνε και με τα κεφάλια των αλόγων στραμμένα σε μας. Οι αστυνομικοί περίμεναν μέχρι την τελική προσευχή οπότε, ύστερ’ από σύνθημα, γύρισαν τα άλογα τους κι έφυγαν». Χωρίς καμιά σύλληψη, καμιά παρέμβαση. Ήταν αυτό η αρχή της διάσπασης του φράγματος της χωριστής ανάπτυξης; Πολύ μικρή βέβαια. Αλλά ήταν μια αρχή.

ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΕΔΡΑΙΩΝΟΥΝ ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ

Ανήμπορες να εμποδίσουν την αλήθεια να ριζώσει καλά στη Ζιμπάμπουε, οι αρχές πήραν νέα στροφή στην εναντίωσή τους. Πράγματι, το 1936 άρχισε μια δεκαετία του πιο έντονου, όπως αποδείχτηκε, επίσημου διωγμού στην ιστορία του έργου αυτής της χώρας.

Εκείνο το έτος η κυβέρνηση ψήφισε το Νόμο περί Στασιασμού και κατηγόρησε 14 από τις εκδόσεις της Εταιρίας σαν στασιαστικές. Το 1937 αυτό κατέληξε σε εξέταση της υπόθεσης στα δικαστήρια. Ακούστε πώς αφηγείται όσα συνέβησαν ο Γουίλλι ΜακΓκρέγκορ:

«Η απόφαση του Δικαστή του Μπουλάγιο ότι τα έντυπα ήταν στασιαστικά εφεσιβλήθηκε, και το Ανώτερο Δικαστήριο του Μπουλάγιο αποφάνθηκε ότι τα έντυπα δεν είναι στασιαστικά σύμφωνα με το Νόμο περί Στασιασμού». Δείχνοντας πόσο αποφασισμένη ήταν η κυβέρνηση εκείνης της εποχής να σταματήσει τη διανομή των Βιβλικών μας εντύπων, «η κυβέρνηση εφεσίβαλε τότε αυτή την απόφαση στο εφετείο του Μπλοεμφοντέιν της Νότιας Αφρικής. Τον Μάρτιο του 1938 αυτό το Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση του Ανώτερου Δικαστηρίου του Μπουλάγιο ότι τα έντυπα δεν ήταν στασιαστικά κι απέρριψε την έφεση επιβάλλοντας πληρωμή δικαστικών εξόδων».

Αυτή η δίκη κατέληξε σε καλή μαρτυρία. Η εφημερίδα Μπουλάγιο Κρόνικλ ανέγραψε όλη την απόφαση του δικαστηρίου. Ο Τζωρτζ Φίλιπς από το γραφείο της Εταιρίας στο Κέηπ Τάουν καθόταν δίπλα στο δικηγόρο της Εταιρίας και τον βοηθούσε να βρίσκει κατάλληλα εδάφια και να εξηγεί αποσπάσματα από τα έντυπα που είχαν θεωρηθεί στασιαστικά. Ο δικηγόρος της Εταιρίας, παρεμπιπτόντως, ήταν ο Κος Χίου Μπηντλ που αργότερα έγινε Πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ροδεσίας (Ζιμπάμπουε).

Η ΕΝΑΝΤΙΩΣΗ ΕΝΤΕΙΝΕΤΑΙ

Το 1939 οι εχθροί εξαπέλυσαν μια πιο έντονη εκστρατεία για να σταματήσουν τη δράση του αυξανόμενου αλλά ακόμη μικρού ομίλου των ζηλωτών Μαρτύρων. Τώρα υπήρχαν 477 ευαγγελιζόμενοι στη χώρα, από τους οποίους οι 16 ήταν λευκοί. Εναντίον αυτών των τελευταίων κατευθυνόταν ιδιαίτερα η εναντίωση.

Εκείνο το ίδιο έτος μετακόμισε στη Ζιμπάμπουε μια οικογένεια, κι αυτή η μετακόμιση επρόκειτο να έχει βαθιά επίδραση στο έργο της Βασιλείας στη διάρκεια των επόμενων λίγων ετών. Ήταν ο Μπερτ, ο αδελφός του Τζακ ΜακΛάκι, η γυναίκα του Κάρμεν και τα παιδιά τους. Ακόμη και σήμερα σε ηλικία 85 ετών, ο Μπερτ ΜακΛάκι είναι γνωστός για τις φλογερές του ομιλίες και τον ακούραστο ζήλο του για τον Ιεχωβά. Αυτός ο ζήλος οδήγησε αυτόν και την οικογένεια του σε πολλές ενδιαφέρουσες και διεγερτικές πείρες, όπως θα δούμε.

Στη διάρκεια του 1940, η δράση του λαού του Ιεχωβά έγινε το αντικείμενο μεγάλου ενδιαφέροντος και συζητήσεων, ιδιαίτερα μεταξύ των θρησκευτικών ηγετών. Οι εφημερίδες δημοσίευαν επιστολές που είχαν σαν στόχο τη δυσφήμηση του έργου του Ιεχωβά. Για να το αντιμετωπίσει αυτό το γραφείο της Εταιρίας στο Κέηπ Τάουν τύπωσε ένα φυλλάδιο με τίτλο Θρησκευτική Μισαλλοδοξία στη Νότια Ροδεσία. Απευθυνόταν «Προς Όλους τους Ροδεσιανούς που Αγαπούν την Τάξη». Αυτό το φυλλάδιο δόθηκε σε κάθε σπίτι, γραφείο και επιχείρηση στο Μπουλάγιο και στην περιοχή του.

Τον Νοέμβριο του 1940, η κυβέρνηση επωφελήθηκε από την πολεμική υστερία και απαγόρευσε την εισαγωγή και διανομή όλων των εντύπων της Εταιρίας. Οι λίγοι αδελφοί μαζί με τους ζηλωτές όπως οι Τζακ και Μπερτ ΜακΛάκι και Γουίλλι ΜακΓκρέγκορ, αποφάσισαν να δοκιμάσουν την εγκυρότητα αυτής της απαγόρευσης. Πήγαν λοιπόν να επιδώσουν έντυπα. Και τότε άρχισαν τα πυρά. Η αστυνομία έκανε συλλήψεις! Ακολούθησαν δίκες! Στην αρχή οι περισσότερες περιπτώσεις απορρίπτονταν από το δικαστήριο. Αλλά σύντομα αυτό άλλαξε.

Ένα ενδιαφέρον περιστατικό συνέβη όταν βρέθηκαν στο δικαστήριο και ο Μπερτ και ο Τζακ ΜακΛάκι. Ο Τζακ απεχθανόταν να απαλλάσσεται για τεχνικούς λόγους. Προτιμούσε να πηγαίνει στη φυλακή. Θα απολαύσετε τον Μπερτ καθώς αφηγείται τι συνέβη:

«Μου έδωσαν άδεια να ανακρίνω τους μάρτυρες κατηγορίας του Τζακ. Επειδή υπάρχει ανάμεσα μας μεγάλη ομοιότητα, ρώτησα τους μάρτυρες αν μπορούσαν να ορκιστούν ότι ήταν ο Τζακ που τους πλησίασε κι όχι εγώ. Όταν παραδέχτηκαν ότι δεν μπορούσαν να είναι βέβαιοι, η υπόθεση τέλειωσε, προς μεγάλη λύπη του Τζακ».

Αρκετοί αδελφοί κατέληγαν στη φυλακή εκείνες τις μέρες, μερικοί επειδή μοίραζαν απαγορευμένα έντυπα και μερικοί για το ζήτημα της Χριστιανικής ουδετερότητας. Ανάμεσα τους και ο Γουίλλι ΜακΓκρέγκορ. Ο Αδελφός ΜακΓκρέγκορ, που εκείνο τον καιρό είχε υπεύθυνη θέση στην τράπεζα, απολύθηκε από την τράπεζα. Ο ίδιος λέει για τη φυλάκισή του: «Ήμουν ο μόνος φυλακισμένος στην Ευρωπαϊκή φυλακή σε καταναγκαστικά έργα. Ενώ άλλοι φυλακισμένοι για φόνο, ληστεία και βία διαφόρων ειδών, έπαιζαν σκάκι και ντόμινο και διάβαζαν βιβλία να περάσουν την ώρα τους, εγώ εργαζόμουν να βάψω τις σωληνώσεις και σε ξυλουργικές εργασίες έξω από το κτίριο».

ΑΝΕΜΟΙ ΑΛΛΑΓΗΣ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1940

Το πρώτο μέρος αυτής της δεκαετίας μικρές μόνο αλλαγές είδε στη στάση των αρχών προς το έργο κηρύγματος της Βασιλείας. Το 1942 (τη χρονιά που ο Μπερτ ΜακΛάκι πέρασε άλλους τέσσερις και μισό μήνες στη φυλακή) οι αδελφοί πήραν αποσπάσματα από το Βιβλίο Έτους και τύπωσαν ένα βιβλιάριο με τίτλο Μάρτυρες του Ιεχωβά: Ποιοι Είναι; Ποιο Είναι το Έργο τους; Επακολούθησαν κι άλλες συλλήψεις! Το ότι δεν υπήρχε όνομα εκδότη στο βιβλιάριο δεν είχε σημασία. Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήταν ο Γουίλλι ΜακΓκρέγκορ και ο Τζέρυ Αρσένης, ένας νεοβαφτισμένος Έλληνας αδελφός από το Σάλισμπερυ (σημερινή Χαράρε).

Προοδευτικά όμως, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει. Άρχισε να φαίνεται ότι μαλακώνουν τα πράγματα. Σ’ ένα μακροσκελές γράμμα στην Μπουλάγιο Κρόνικλ, μια γυναίκα έγραψε τα εξής: «Ο ίδιος ο ΜακΛάκι ήρθε στο σπίτι μας. Ήρθε πολύ ήσυχα κρατώντας μια Γραφή στο χέρι του κι όταν άνοιξα την πόρτα είπε ευγενικά: ‘Έχω ένα άγγελμα για σας, θα θέλατε να το ακούσετε;’ Απάντησα με έξαψη, ‘Ακόμη δεν πήρατε σεις το μάθημα σας;’ Τότε απάντησε, ‘Τι εννοείτε; Μήπως το ότι μας βάζουν φυλακή;’ Είπα, ‘Ναι’ και φώναξα το σύζυγό μου να συζητήσει μαζί του. Τι μπορούσε κανείς να κάνει· ήταν τόσο ευγενικός, κρατούσε μια Γραφή, ο οικοδεσπότης δεν μπορούσε να τον πετάξει με κλωτσιές απ’ την πόρτα ούτε και να καλέσει την αστυνομία· δεν υπήρχε τίποτα στη συμπεριφορά του που να μας κάνει να διαμαρτυρηθούμε. Μας άφησε άναυδους κι έφυγε ήσυχα, όπως είχε έρθει».

Στα χρόνια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου οι ευαγγελιζόμενοι συνέχισαν να αυξάνουν και το 1943 έφτασαν τους 1.090. Τον επόμενο χρόνο, παρά τους περιορισμούς στο έργο, διευθετήθηκαν δύο συνελεύσεις για τους ντόπιους αδελφούς και μια μικρή για την Αγγλόφωνη εκκλησία. Το σύνολο των 1.101 παραβρεθέντων σ’ αυτές τις τρεις συνελεύσεις μας βοηθά να δούμε ότι όλο αυτό τον καιρό ενώ οι λευκοί αδελφοί αντιμετώπιζαν τέτοιες δυσχέρειες, οι Αφρικανοί Μάρτυρες ήταν ακόμη πολύ δραστήριοι.

ΑΙΡΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ

Το 1946 η κυβέρνηση αποφάσισε να άρει τον περιορισμό στην εισαγωγή και διανομή των εντύπων της Εταιρίας. Αυτό προξένησε μεγάλη χαρά στους αδελφούς. Ωστόσο χρειαζόταν πολλή εκπαίδευση στην υπηρεσία από σπίτι σε σπίτι. Κι ο αγρός επίσης χρειαζόταν περισσότερη ηγεσία. Ένα μεγάλο βήμα εμπρός στην κάλυψη αυτής της ανάγκης έγινε την 1η Ιουλίου 1947, όταν ο Μπερτ ΜακΛάκι επιφορτίστηκε ν’ ανοίξει μια αποθήκη βιβλίων για την Εταιρία στο Μπουλάγιο, κάτω από την κατεύθυνση του τμήματος της Νότιας Αφρικής.

ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΣΚΑΠΑΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ

Μέχρι τώρα πολύ λίγα είπαμε για το σκαπανικό έργο που άρχισε στην πραγματικότητα το 1947. Προηγουμένως υπήρχαν μόνο δύο ή τρεις σκαπανείς στον αγρό, και μερικά χρόνια δεν υπήρχε κανένας. Το 1947 είχαμε τρεις σκαπανείς, δυο από τους οποίους ήταν ο Νέιζον Μουκαρόντα και ο Ρόμπιν Μανυόκι.

Από τότε κι ύστερα το σκαπανικό έργο άρχισε να αυξάνει γοργά. Το 1949 είχαμε κατά μέσο όρο 114 σκαπανείς, αλλά το 1950 ο αριθμός αυξήθηκε κατά 156 τοις εκατό, δηλαδή έφτασε τους 292. Το έτος 1949 είδε επίσης τον πρώτο μας ειδικό σκαπανέα, τον Ζαχαρία Νώε. Έτσι τα πράγματα άρχισαν να προχωρούν.

ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

Μέχρι εκείνο τον καιρό το έργο σ’ αυτή τη χώρα επόπτευε το τμήμα της Νότιας Αφρικής. Αλλά το 1948 έγινε μια αλλαγή που είχε αποτελέσματα μεγάλης σημασίας. Ο Ιανουάριος εκείνου του έτους είδε τον ερχομό του πρώτου μας απόφοιτου της Σχολής Γαλαάδ, που αναφέρθηκε στο Βιβλίο Έτους σαν το «δώρο μας από τη Γαλαάδ». Ήταν ο Έρικ Κουκ. Λίγο μετά τον ερχομό του εμφανίστηκαν και δυο άλλοι επισκέπτες, οι Αδελφοί Ν. Ο. Νορρ και Μ. Τζ. Χένσελ. Η επίσκεψή τους είχε σαν αποτέλεσμα ένα ακόμη μεγάλο βήμα προς την κατεύθυνση της βελτίωσης στην ηγεσία και τη διοργάνωση των εκκλησιών. Ήταν η ίδρυση ενός γραφείου τμήματος την 1η Σεπτεμβρίου 1948, με τον Έρικ Κουκ σαν επίσκοπο τμήματος.

Ήταν βέβαιο ότι ο αγρός χρειαζόταν πιο προσεκτική επίβλεψη. Τώρα ο αριθμός των ευαγγελιζόμενων υπερέβαινε τους 3.500 που υπηρετούσαν σε 117 εκκλησίες. Έτσι το 1948 αυτές οι εκκλησίες μοιράστηκαν σε πέντε περιοχές. Μπορείτε να φανταστείτε το έργο που είχαν να κάνουν οι επίσκοποι μας περιοχής—πέντε όλοι κι όλοι σε μια χώρα περίπου 1.040 τετραγωνικών χιλιομέτρων (400 τετραγωνικά μιλίων). Κι ενώ μέρος από τα ταξίδια τους γινόταν με λεωφορείο ή τρένο, τα περισσότερα ταξίδια γίνονταν με ποδήλατο. Αλλά ήταν μια αρχή.

ΚΙ ΑΛΛΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΑΛΑΑΔ

Θα θυμάστε ότι μέχρι τώρα το έργο εμποδιζόταν από το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι αδελφοί δεν μπορούσαν να εργαστούν στους Αφρικανικούς τομείς. Πράγματι οι λευκοί αδελφοί δεν μπορούσαν να πάνε στους λεγόμενους Καταυλισμούς Ιθαγενών ακόμη και για εποπτεία. Αυτές ήταν οι συνθήκες όταν εμφανίστηκαν οι τέσσερις απόφοιτοι της δέκατης τάξης της Γαλαάδ, τον Φεβρουάριο του 1949. Ήταν οι Τζωρτζ και Ρούμπυ Μπράντλεϋ, Μυρτλ Τέυλορ και Φύλλις Κάιτ. Ο Έρικ Κουκ και η Μυρτλ Τέυλορ παντρεύτηκαν αργότερα και τώρα υπηρετούν σαν ιεραπόστολοι στη Νότια Αφρική.

Αν και δόθηκε στους τέσσερις νέους ιεραποστόλους η άδεια παραμονής στη χώρα, αυτό έγινε μόνο υπό δοκιμή. Γιατί; Διότι, σύμφωνα με τον Διευθυντή Μεταναστεύσεων, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν ακόμη «μέσα σ’ ένα σύννεφο». Ωστόσο ύστερ’ από μερικούς μήνες έργου ανάμεσα στους λευκούς του Μπουλάγιο, ο Έρικ Κουκ κλήθηκε στο γραφείο μεταναστεύσεων όπου του είπαν ότι είχε τελειώσει η δοκιμαστική περίοδος. Δόθηκε και στους τέσσερις άδεια μόνιμης παραμονής, μια νίκη που θα άνοιγε το δρόμο και γι’ άλλους απόφοιτους της Γαλαάδ να έρθουν στη χώρα τα επόμενα χρόνια!

ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΑΥΞΗΣΕΙΣ

Κι ενώ αυτή η νίκη δεν απομάκρυνε την απαγόρευση στους λευκούς να εργάζονται στους τομείς που προορίζονταν για Αφρικανούς, συνέβαλε όμως πολύ στην εδραίωση του έργου της Βασιλείας στις Αγγλόφωνες περιοχές. Για παράδειγμα, στο Μπουλάγιο όπου πρωτολειτούργησαν το γραφείο τμήματος και ο ιεραποστολικός οίκος, η Αγγλόφωνη εκκλησία αυξήθηκε το 1949 κατά 54 τοις εκατό σε ευαγγελιζόμενους.

Από αυτή την εκκλησία προήλθε μια από τους πρώτους μας σκαπανείς που πήγαν στη Γαλαάδ, η Ντορήν Κίλγκουρ. Αποφοίτησε το 1956 και ύστερα από μερικά χρόνια εδώ στη Ζιμπάμπουε διορίστηκε στη Νότια Αφρική όπου έκανε ιεραποστολικό έργο μέχρι τον Φεβρουάριο του 1983, οπότε επέστρεψε εδώ για να φροντίσει την ηλικιωμένη μητέρα της. Εξακολουθεί να δίνει ένα καλό παράδειγμα σαν ειδική σκαπάνισσα.

Όλο αυτό το διάστημα η αύξηση ήταν ραγδαία. Στα τρία χρόνια από το 1948 ως το 1951 το ανώτατο όριο των ευαγγελιζόμενων ανέβηκε από 4.232 σε 9.088· οι εκκλησίες από 117 σε 191 και οι περιοχές από πέντε σε εφτά. Το υπηρεσιακό έτος 1951 απολαύσαμε αύξηση 37 τοις εκατό στον μέσο όρο των ευαγγελιζόμενων.

ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ

Ας δούμε για λίγο τα αισθήματα που έτρεφαν πολλοί εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά—αισθήματα αβεβαιότητας ως προς τα κίνητρα των Μαρτύρων. Αντιπροσωπευτική σχετικά είναι η πείρα του Τζωρτζ Μπράντλεϋ στο Σάλισμπερυ τον Ιούνιο του 1950, όταν το γραφείο τμήματος και ο ιεραποστολικός οίκος είχαν ήδη μεταφερθεί στην πρωτεύουσα.

Ενώ ο Αδελφός Μπράντλεϋ έκανε έργο δρόμου, τον πλησίασε ένας καλοντυμένος κύριος που φαινόταν λίγο έκπληκτος βλέποντας σε τόσο φανερή θέα τη Σκοπιά και το Ξύπνα! Ρώτησε: «Μα δεν είναι κομμουνιστικά;» Όταν ο αδελφός τον διαβεβαίωσε ότι δεν είναι, είπε: «Είμαι ο Ντέντυ-Γιανγκ, μέλος του Κοινοβουλίου και οφείλω να πω ότι έχω μεσάνυχτα ως προς το έργο σας». Πήρε δυο περιοδικά και μας ζήτησε να τον επισκεφθούμε στο γραφείο του την άλλη μέρα.

Σ’ αυτή την επίσκεψη ο κ. Ντέντυ-Γιανγκ είπε ότι τα περιοδικά ήταν τελείως ακίνδυνα και ζήτησε μια επιστολή που να λέει καθαρά τα κίνητρα και τους σκοπούς του έργου μας. Γιατί αυτό; Γιατί η Βουλή επρόκειτο να συζητήσει το Νομοσχέδιο Περί Ανατρεπτικών Δραστηριοτήτων και ο κ. Ντέντυ-Γιανγκ είχε την εντύπωση ότι σε συνάρτηση μ’αυτό θα συζητούνταν και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ήθελε λοιπόν να διαβάσει στη Βουλή ένα γράμμα που να εκθέτει τα γεγονότα. Όπως υποσχέθηκε, διαβάστηκε όλη η επιστολή.

Κι ενώ το Νομοσχέδιο ψηφίστηκε, ποτέ δεν εφαρμόστηκε στο έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ

Μια μεγάλη μάχη στις αρχές του 1950 είχε σχέση με την εισαγωγή Γραφικών εντύπων στη χώρα. Από τότε που ανοίξαμε μια αποθήκη εντύπων το 1947, μας έδιναν άδεια εισαγωγής κάθε χρόνο μόνο για μια μικρή διάθεση Αμερικανικών δολαρίων. Όταν λοιπόν κάναμε αίτηση στις αρχές του 1950 περιμέναμε τα ίδια. Εντελώς απροσδόκητα η αίτηση μας απορρίφθηκε. Όταν το τμήμα έκανε αίτηση για εισαγωγή εντύπων με τη μορφή δωρεάς, πάλι η αίτηση απορρίφθηκε. Τι θα κάναμε τώρα;

Το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να συνεχίσουμε τις αιτήσεις με την ελπίδα ότι οι αξιωματούχοι θα ενέδιναν και θα μας άφηναν να εισάγουμε έντυπα. Τελικά, τον Αύγουστο του 1951, συμφωνήθηκε να εισάγουμε έντυπα δωρεάν. Αυτό σήμαινε ότι δεν θα βγάζαμε ξένο συνάλλαγμα από τη χώρα για να μην επηρεαστούν τα αποθέματα της κυβέρνησης σε ξένο συνάλλαγμα.

Η πρώτη άδεια που δόθηκε με βάση αυτή τη συμφωνία ήταν της τάξης των 11.200 δολαρίων. Κάποιο λάθος γίνεται, σκεφθήκαμε. Αποφασίσαμε να επωφεληθούμε από φόβο ότι δεν θα μας ξαναδώσουν. Έτσι παραγγείλαμε έντυπα για όλο το ποσό, κι ανάμεσά τους 32.000 αντίτυπα του βιβλίου Τι Έκανε η Θρησκεία για το Ανθρώπινο Γένος; Χαιρόμαστε που αυτό το βιβλίο αποδείχτηκε ένα καλό βοήθημα στις Γραφικές μελέτες, γιατί δίναμε έντυπα από αυτή την αρχική παραγγελία μέχρι το 1975—24 χρόνια αργότερα!

ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ

Τα χρόνια που ακολούθησαν την ίδρυση του γραφείου τμήματος το 1948 αποδείχτηκαν χρόνια γοργής ανάπτυξης. Οι αριθμοί μπορεί να φαίνονται ανιαροί, αλλά μερικές φορές λένε μια ιστορία. Για παράδειγμα, το 1949 είχαμε πέντε συνελεύσεις περιοχής με σύνολο παραβρεθέντων 7.415 και βαφτισθέντων 647. Τα επόμενα τρία χρόνια βαφτίστηκαν 5.186 σε συμβολισμό της αφιέρωσης τους στον Ιεχωβά. Αυτό σήμαινε 1.587 περισσότερους από τον μέσο όρο των ευαγγελιζόμενων σ’ ολόκληρη τη χώρα τη χρονιά που σχηματίστηκε το γραφείο τμήματος.

Τότε συνέβη κάτι άλλο. Τον Δεκέμβριο του 1952 είχαμε μια επίσκεψη ακόμη από τους Αδελφούς Νορρ και Χένσελ. Αυτή τη φορά, σε μια υπαίθριο συνέλευση ακριβώς στη μέση μιας βροχερής εποχής, οι επισκέπτες μας μίλησαν σ’ ένα ακροατήριο 15.000 ατόμων, διπλάσιο από αυτό που είχαμε το 1949.

Όλ’ αυτά σήμαιναν ότι χρειαζόταν καλύτερη διοργάνωση. Στη διάρκεια λοιπόν αυτής της επίσκεψης, αγοράστηκε ένα σπίτι ακριβώς στο κέντρο της πρωτεύουσας. Τα επόμενα 20 χρόνια το σπίτι αυτό χρησίμευσε σαν ιεραποστολικός οίκος και σαν γραφείο τμήματος.

ΤΟ ΕΡΓΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΦΕΡΝΕΙ ΟΦΕΛΗ

Μέχρι το 1953, για το έργο του επισκόπου περιφερείας φρόντιζε το γραφείο τμήματος. Αλλά τώρα ήταν φανερό ότι χρειαζόταν ένας μόνιμος επίσκοπος περιφερείας. Ένας λόγος ήταν ότι οι περιοχές είχαν φτάσει τις 13. Έτσι, από τότε κι έπειτα, διορίζονταν συνεχώς επίσκοποι περιφερείας που για αρκετά χρόνια ήταν κυρίως απόφοιτοι της Γαλαάδ.

Αν και οι επίσκοποι περιφερείας δεν επιτρεπόταν ακόμη να μπουν σε ορισμένους τομείς, το έργο τους είχε οφέλη. Κατά πρώτον, βοήθησε πολλούς αγρότες κι εργάτες ορυχείων να απαλλαγούν από λανθασμένες εντυπώσεις σχετικά με το έργο μας.

Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν όταν διευθετήθηκε μια συνέλευση περιοχής στη Μπερένγκβα, ένα μικρό χωριό σε μια μεγάλη Ευρωπαϊκή περιοχή αγρών και ορυχείων, στο νότιο τμήμα της χώρας. Κι ενώ γίνονταν οι προετοιμασίες για τη συνέλευση, η Ρούμπυ Μπράντλεϋ, δίνοντας μαρτυρία, επισκέφθηκε κι ένα συνταξιούχο κύριο που ζούσε σ’ ένα ορυχείο. Αυτός ο άντρας έδειξε μεγάλη προκατάληψη για τη δράση μας. Ανησυχούσε πολύ για την επίδραση που θα είχε πάνω στον Αφρικανικό λαό.

Αφού φανέρωσε τις ανησυχίες του, η Αδελφή Μπράντλεϋ τον ρώτησε: «Θα μου δώσετε μια ευκαιρία να σας εξηγήσω ποιο ακριβώς είναι το έργο μας;» Εκείνος συμφώνησε. Έτσι για μερικά λεπτά η αδελφή του εξήγησε τη φύση και το σκοπό του έργου της Βασιλείας. Του είπε επίσης τι είχαν πει για την εντιμότητα και υπευθυνότητα των Αφρικανών Μαρτύρων μερικοί διευθυντές μεγάλων εταιριών ορυχείων (έναν απ’ αυτούς τον γνώριζε κι εκείνος). Ο άντρας εντυπωσιάστηκε πολύ από αυτά που άκουσε—τόσο που πήρε τέσσερα βιβλία και έγινε συνδρομητής στη Σκοπιά και στο Ξύπνα!

Αυτή η επίσκεψη αποδείχτηκε πολύ ωφέλιμη. Η έχθρα για τη συνέλευση μας ήταν πολύ μεγάλη και ξέραμε ότι θα γίνουν προσπάθειες για να την εμποδίσουν. Αυτός ο έντιμος άντρας ανέλαβε να επανορθώσει τις παρεξηγήσεις. Πήγε στο τοπικό ξενοδοχείο του χωριού όπου συγκεντρώνονταν πολλοί και τους είπε τι είχε μάθει. Από τότε δεν είχαμε ξανά προβλήματα σ’ αυτή την περιοχή, σχετικά με τις συνελεύσεις.

Το ενδιαφέρον που αναπτύχθηκε για το άγγελμα της Βασιλείας σ’ αυτές τις απομακρυσμένες περιοχές εκείνο τον καιρό ήταν εξαιρετικό. Συχνά ο επίσκοπος περιφερείας και η σύζυγος του έδιναν όλα τα έντυπα και κατέφευγαν στην προσφορά συνδρομών.

Ένα άλλο όφελος που έφερε το έργο περιφερείας ήταν η προβολή των φιλμς της Εταιρίας, αρχίζοντας το 1954 με το φιλμ Η Κοινωνία του Νέου Κόσμου σε Δράση. Η πρώτη προβολή έγινε σε μια συνέλευση περιοχής. Οι ευαγγελιζόμενοι της περιοχής ήταν συνολικά 700 περίπου, αλλά οι παραβρεθέντες έφτασαν τους 3.378. Τι συγκινητικό που ήταν! Κι άλλες προβολές φιλμς από τότε συνέχισαν να προσελκύουν μεγάλα πλήθη, πολλοί από τους οποίους εκφράζανε έκπληξη για την παγκοσμιότητα της οργάνωσης του Ιεχωβά.

ΑΡΧΙΖΕΙ ΕΝΑ ΕΞΑΓΝΙΣΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

Έχουμε αναφέρει ήδη ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1950 είχαμε πολύ γρήγορη αύξηση. Αυτό όμως είχε και τα προβλήματά του. Γρήγορα φάνηκε ότι βαφτίζονταν πολλοί που ποτέ δεν είχαν καθαριστεί πραγματικά από εσφαλμένα έθιμα και συνήθειες. Για παράδειγμα, βαφτίζονταν πολλοί που είχαν απλώς παρακολουθήσει συνελεύσεις περιοχής και που δεν είχαν κάνει πραγματική αφιέρωση στον Ιεχωβά. Για μερικούς ήταν απλώς κάτι περαστικό και γι’ άλλους τίποτα περισσότερο από περιέργεια για κάτι νέο.

Εκτός από αυτό πολλοί δεν είχαν νομιμοποιήσει τους γάμους τους. Βλέπετε, πριν έρθουν οι λευκοί σ’ αυτή τη χώρα, οι γάμοι γίνονταν σύμφωνα με τα Αφρικανικά έθιμα, που περιλάμβαναν προξενιά, προίκα για τη νύφη κι άλλα. Αυτές οι συνήθειες συνεχίστηκαν και μετά την απαίτηση της κυβέρνησης να καταχωρούνται οι γάμοι στα δημοτολόγια. Για να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα η κυβέρνηση αποφάσισε να επικυρώσει όλους τους φυλετικούς γάμους που είχαν γίνει πριν από την 1η Ιανουαρίου 1951. Ωστόσο, από την ημερομηνία αυτή κι έπειτα, όλοι οι γάμοι έπρεπε να καταχωρούνται νόμιμα για να έχουν επίσημη αναγνώριση. Φυσικά, τα έθιμα δεν καταργούνται εύκολα. Έτσι πολλοί συνέχισαν τις παλιές τους συνήθειες.

Η Εταιρία όμως δεν μπορούσε να δεχτεί φυλετικούς γάμους ύστερ’ από την 1η Ιανουαρίου 1951, αφού δεν τους αναγνώριζε ούτε η κυβέρνηση. (Ρωμ. 13:1, 2· Λουκ. 2:1-5) Ολόκληρο το ζήτημα εξετάστηκε προσεκτικά, και οι εκκλησίες ειδοποιήθηκαν για τις Γραφικές απαιτήσεις. Σ’ όλους όσους είχαν παντρευτεί από τον Ιανουάριο του 1951 και δεν είχαν νομιμοποιήσει το γάμο τους, δόθηκε περιθώριο έξι μηνών να τον καταχωρήσουν. Αν στο τέλος των έξι μηνών, τα ζευγάρια δεν είχαν κάνει τίποτα χωρίς σοβαρή δικαιολογία, η μόνη λύση ήταν η αποκοπή τους.

Ήταν ενθαρρυντικό να βλέπεις πάρα πολλούς από αυτούς που βρίσκονταν σ’ αυτή τη θέση, από αγάπη για τον Ιεχωβά, να παίρνουν μέτρα για να φέρουν τους γάμους τους σε κατάλληλη Γραφική θέση. Αυτό δεν ήταν απλό. Συχνά σήμαινε να πάνε σε γειτονικές χώρες, ή να φέρουν τους συγγενείς τους απ’ αυτές τις χώρες, πριν δοθεί άδεια στους Μάρτυρες να προχωρήσουν στην καταχώρηση του γάμου τους.

Υπήρχαν ωστόσο και μερικοί που στην πραγματικότητα δεν ήθελαν να εναρμονίσουν τη ζωή τους με το θέλημα του Ιεχωβά. Έτσι οι αρχές του 1955 είδαν την αποκοπή εκατοντάδων που δεν δέχτηκαν τις αρχές της δικαιοσύνης του Ιεχωβά. Είναι ενθαρρυντικό ότι, ύστερ’ από τόσα χρόνια, μερικοί που αποκόπηκαν εκείνο τον καιρό, πρόσφατα νομιμοποίησαν το γάμο τους, έχουν επανενταχθεί και τώρα υπηρετούν ευτυχισμένοι τον Ιεχωβά.

ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΗ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚΑΠΑΝΕΩΝ

Το 1949 η υπηρεσία σκαπανέων είχε αρχίσει να προοδεύει. Εκείνο το χρόνο είχαμε 114. Μόλις τρία χρόνια αργότερα, το 1952, υπήρχαν κατά μέσο όρο 949 σκαπανείς και 6 ειδικοί σκαπανείς. Ήταν κάτι θαυμάσιο! Καθώς περνούσε ο καιρός όμως, φαινόταν ότι πολλοί απ’ αυτούς τους σκαπανείς δεν έστελναν ακριβείς εκθέσεις. Πολλοί από αυτούς αντί να αναφέρουν τον ακριβή χρόνο που δαπανούσαν στην υπηρεσία αγρού, ανέφεραν την αναλογία των 100 ωρών. Γιατί συνέβαινε αυτό; Επειδή πολλοί από αυτούς δεν μπορούσαν ούτε να διαβάσουν ούτε να γράψουν κι έτσι δεν μπορούσαν να κρατήσουν κατάλληλες σημειώσεις για την υπηρεσία τους στον αγρό.

Το 1955 ενημερώθηκαν για το ζήτημα αυτό τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας, απ’ όπου και δόθηκε συμβουλή στο γραφείο τμήματος να περιλαμβάνει στον κατάλογο των σκαπανέων μόνο εκείνους που μπορούσαν να γράψουν και να διαβάσουν. Έτσι λιγόστεψαν οι σκαπανείς μας. Φυσικά αυτό έγινε σιγά-σιγά, καθώς οι επίσκοποι περιοχής επισκέπτονταν τις εκκλησίες όπου υπηρετούσαν αυτοί οι σκαπανείς. Είμαστε ευτυχείς να πούμε ότι ακόμη και στη δεκαετία του 1970 μερικοί από αυτούς επανεντάχθηκαν στις τάξεις των σκαπανέων σαν αποτέλεσμα των μαθημάτων ανάγνωσης και γραφής στις εκκλησίες.

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ

Σ’ αυτό το σημείο θα ήταν κατάλληλο να επανέλθουμε στο θέμα της βελτίωσης στην επίβλεψη των εκκλησιών μας στις Κοινοτικές Περιοχές. Μέχρι τώρα οι επίσκοποι περιφερείας που ήταν Ευρωπαίοι, δεν είχαν ακόμη άδεια να μπαίνουν σ’ αυτές τις περιοχές της χώρας. Αυτό σήμαινε ότι στην ουσία η μισή χώρα ήταν απρόσιτη γι’ αυτούς. Μπορούσαν βέβαια να υπηρετούν τους επισκόπους περιοχής και να παρακολουθούν τις συνελεύσεις περιοχής αλλά μόνο έξω από αυτές τις περιοχές. Αυτό αναχαίτιζε πάρα πολύ τις προσπάθειες της Εταιρίας να ενισχύσει τις εκκλησίες στις Κοινοτικές Περιοχές.

Τι θα κάναμε; Το βασικό πρόβλημα ήταν ότι δεν ήμαστε αναγνωρισμένη θρησκεία. Το ερώτημα λοιπόν ήταν, Πώς θα κατορθώναμε να αναγνωριστούμε;

Ο Λέστερ Ντέιβυ που είχε έρθει από τη Σχολή Γαλαάδ το 1954 και υπηρετούσε τώρα σαν επίσκοπος τμήματος, σκέφτηκε ότι το να έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε γάμους θα ήταν ένα μεγάλο βήμα προς την αναγνώριση. Ήδη από το 1949 είχαν γίνει αιτήσεις για το δικαίωμα να έχουμε Μάρτυρες υπεύθυνους για τέλεση γάμων, αλλά μας τις είχαν απορρίψει επίμονα.

Ένα από τα μεγάλα εμπόδια στο να έχουμε λειτουργούς Μάρτυρες για τέλεση γάμων ήταν το γεγονός ότι όλοι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι διάκονοι. Το επιχείρημα των αρχών ήταν ότι, αφού ο Νόμος περί Χριστιανικών Γάμων πρόβλεπε ότι κάθε διάκονος αναγνωρισμένης θρησκείας μπορούσε να τελέσει γάμους, κάθε Μάρτυρας του Ιεχωβά μπορούσε να το κάνει αυτό. Δόθηκε όμως η διαβεβαίωση ότι μόνο εκείνοι που υπηρετούσαν σαν ειδικοί εκπρόσωποι της Εταιρίας, εκείνοι που είχαν ειδικά διαπιστευτήρια χειροτόνησης, θα χρησιμοποιούνταν γι’ αυτό το σκοπό.

Επιτέλους ήρθε η επιτυχία! Τον Μάιο του 1956, διορίστηκαν σαν λειτουργοί γάμων, εφτά Γαλααδίτες και αδελφοί από το Μπέθελ. Ένα μεγάλο άλμα προς την πλήρη αναγνώριση!

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΝΙΚΕΣ

Περίπου τον ίδιο καιρό, τον Ιούνιο του 1956, μπορέσαμε να καλωσορίσουμε ένα ζευγάρι Αμερικανών, τον Μπαντ και τη Τζόαν Μίλλερ. Αφού τέλειωσε τη Γαλαάδ, ο Αδελφός Μίλλερ διορίστηκε επίσκοπος τμήματος. Με τη δική του κατεύθυνση συνεχίστηκε ο αγώνας για να έχουν το δικαίωμα εισόδου στους καταυλισμούς οι Ευρωπαίοι περιοδεύοντες επίσκοποι. Εκείνο ακριβώς τον καιρό αποδείχτηκε σαν από θεία πρόνοια η απόφαση να επιτραπεί στους Μάρτυρες να έχουν λειτουργούς για τέλεση γάμων. Διεξαγόταν συνεχής αλληλογραφία με το γραφείο του Υπουργού Εσωτερικών. Παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα από τις επιστολές απ’ αυτό το γραφείο:

27 Σεπτεμβρίου 1956: «Θέμα: Είσοδος Ευρωπαίων Εποπτών σε καταυλισμούς Ντόπιων. Το ζήτημα είναι υπό εξέταση».

8 Δεκεμβρίου 1956: «Μόνο όσοι από τους Ευρωπαίους επόπτες της Εταιρίας είναι εγγεγραμμένοι σαν λειτουργοί για τέλεση γάμων στα Υπουργεία Δικαιοσύνης και Εσωτερικών, θα μπορούν να μπαίνουν στους καταυλισμούς και στις περιοχές ντόπιων».

14 Ιανουαρίου 1957: «Επιτρέπω τώρα στους προαναφερθέντες κυρίους να μπαίνουν σε καταυλισμούς και περιοχές ντόπιων».

Επιτέλους, οι επίσκοποι περιφερείας μπορούσαν να επισκέπτονται τις εκκλησίες με τους επισκόπους περιοχής σε τεράστιες περιοχές όπου μέχρι τότε δεν τους επιτρεπόταν να μπουν. Πραγματικά ο Ιεχωβά κατεύθυνε το ζήτημα ώστε το θέλημα του να γίνεται σ’ όλα τα μέρη της χώρας.

ΑΙΤΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΙΩΣΕΙΣ

Εκτός απ’ όσα έχουμε ήδη αναφέρει υπάρχουν και άλλοι λόγοι που για ένα διάστημα ελαττώθηκε πολύ ο ρυθμός στις αυξήσεις μας. Για να είμαστε βέβαιοι ότι βαφτίζονταν μόνο εκείνοι που ήταν πραγματικά κατάλληλοι, έγινε υποχρεωτικό για όλους τους υποψήφιους για βάφτισμα, να κάνουν μια μελέτη, περίπου όπως αυτή που τονίζει το Οργανωμένοι για να Φέρουμε σε Πέρας τη Διακονία Μας. Όταν γινόταν αυτό, ο επίσκοπος εκκλησίας υποδείκνυε ως κατάλληλο τον υποψήφιο. Αλλά δεν τελείωνε εκεί. Οι υποψήφιοι είχαν συνάντηση και με τον επίσκοπο περιοχής στις συνελεύσεις περιοχής και με τους ειδικούς εκπροσώπους της Εταιρίας στις συνελεύσεις περιφερείας.

Μπορείτε λοιπόν να φαντασθείτε τα αποτελέσματα που προέκυψαν απ’ αυτό! Ναι, μειώθηκαν οι αριθμοί των βαφτιζόμενων. Για παράδειγμα, σε μια συνέλευση του 1957 που την παρακολούθησαν 16.000, βαφτίστηκαν μόνο 100—μεγάλη μείωση από προηγούμενους αριθμούς. Το τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών όμως, ήταν πνευματικά ισχυρές εκκλησίες—εκκλησίες που αποτελούνταν από άτομα που πραγματικά φορούσαν τη νέα προσωπικότητα μέσω ακριβούς γνώσης.—Κολ. 3:10.

Ένας άλλος λόγος στην επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης στους ευαγγελιζόμενους, ήταν οι ανακριβείς εκθέσεις. Αυτό το ζήτημα είχε τακτοποιηθεί ως προς τους σκαπανείς, αλλά πολλοί ευαγγελιζόμενοι έδιναν ανακριβείς εκθέσεις.

Οι συνέπειες μπορούν να φανούν στα πέντε χρόνια από το 1957 μέχρι το 1962. Στη διάρκεια αυτού του διαστήματος βαφτίστηκαν 3.600 νέοι, αλλά χωρίς αύξηση σε ευαγγελιζόμενους. Μάλιστα, από το 1962 μέχρι το 1967 είχαμε συνεχείς μειώσεις. Μόνο από το 1968 κι έπειτα άρχισε πάλι να ανεβαίνει ο αριθμός των ευαγγελιζόμενων.

ΑΝΑΜΕΝΕΤΑΙ ΑΚΟΜΗ Η ΠΛΗΡΗΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΜΑΣ

Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, η αναγνώριση στο λαό του Ιεχωβά μπορεί να δινόταν από ένα υπουργείο της κυβέρνησης χωρίς κατ’ ανάγκη να συμφωνούν και τα’ άλλα. Έτσι, ενώ τα Υπουργεία Δικαιοσύνης και Εσωτερικών, καθώς και το Υπουργείο Τοπικών Υποθέσεων, τελικά αναγνώρισαν τους Μάρτυρες, το Υπουργείο Παιδείας αρνούνταν να το κάνει. Αυτό δημιούργησε περιπλοκές. Με ποιους τρόπους;

Η περισσότερη σχολική εκπαίδευση έξω από τα μεγάλα κέντρα, εκείνο τον καιρό ήταν κάτω από τον έλεγχο θρησκευτικών οργανώσεων. Η κατεύθυνση της κυβέρνησης ήταν να γράφονται οι μαθητές στα σχολεία χωρίς καμιά διάκριση και να μη γίνεται στα παιδιά καμιά θρησκευτική εκπαίδευση αντίθετη από τις επιθυμίες των γονέων τους.

Μερικές θρησκευτικές οργανώσεις συμμορφώθηκαν με τους κανονισμούς της κυβέρνησης πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, αλλά άλλες όχι. Αυτές οι τελευταίες ήταν αποφασισμένες να μην επιτρέψουν στα παιδιά των Μαρτύρων του Ιεχωβά να εκπαιδευτούν στα σχολεία τους, εκτός αν παρακολουθούν το Κατηχητικό και άλλα θρησκευτικά μαθήματα έξω από το σχολικό πρόγραμμα.

Ο Ντον Μόρρισον που μαζί με τη σύζυγό του Μαρτζ, ήρθε από τη Σχολή Γαλαάδ το 1955, κι έκανε έργο περιφερείας, λέει: «Μερικές θρησκείες δήλωσαν φανερά ότι θα απέβαλαν κάθε Μάρτυρα του Ιεχωβά που δεν θα ήθελε να συμμορφωθεί και δεν θα του επέτρεπαν να εγγραφεί ούτε το επόμενο έτος». Όταν όμως το ζήτημα έφτασε στο Υπουργείο Παιδείας, τα σχολεία επικαλούνταν έλλειψη εγκαταστάσεων. Μόνο τόσους μαθητές μπορούσαν να πάρουν, αλλά φρόντιζαν πάντα να μην υπάρχουν ανάμεσα τους παιδιά των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Άλλα σχολεία ανέφεραν στο Υπουργείο ότι η αιτία αποβολής των παιδιών ήταν η «ανυπακοή». Αυτή η «ανυπακοή» ήταν η άρνησή τους να παρακολουθήσουν Κατηχητικό, πράγμα που βέβαια δεν θεωρούσε υποχρεωτικό το Υπουργείο Παιδείας.

Γι’ αυτό το ζήτημα λοιπόν, καθώς και για άλλα, η αναγνώριση ήταν εντελώς απαραίτητη.

Το 1950 ήδη, το Υπουργείο Παιδείας είχε γνωστοποιήσει σ’ όλα τα σχολεία ότι δεν επιτρεπόταν σε ενήλικους Μάρτυρες του Ιεχωβά να πηγαίνουν σε σχολεία με σκοπό να κάνουν θρησκευτική εκπαίδευση, ούτε ακόμη και στα παιδιά των Μαρτύρων. Το 1956 ήρθε η ίδια απάντηση: «Μετά μεγάλης λύπης σάς πληροφορώ ότι ο Υπουργός δεν είναι προετοιμασμένος να αναγνωρίσει τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά της Πενσυλβανίας σαν θρησκευτικό δόγμα με σκοπό τη θρησκευτική εκπαίδευση μαθητών στο σχολείο». Μια παρόμοια απάντηση ήρθε το 1957.

Μόνο ύστερ’ από χρόνια το Υπουργείο Παιδείας άλλαζε τελικά τη στάση του πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Αλλά γι’ αυτό θα πούμε περισσότερα πιο κάτω.

ΠΕΠΕΙΡΑΜΕΝΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΕΝΙΣΧΥΟΥΝ ΤΟΝ ΑΓΡΟ

Σ’ αυτό το σημείο, για να σας δώσουμε μια ιδέα της αξίας των περισσότερων από τους ιεραποστόλους που στάλθηκαν σ’ αυτή τη χώρα, θα ήταν καλό να αναφέρουμε δυο ζευγάρια.

Το πρώτο ζευγάρι, ο Τεντ και η Τζόυς Μπάκινχαμ, έφτασαν εδώ τον Ιούνιο του 1959, αφού αποφοίτησαν από τη Σχολή Γαλαάδ. Από τότε μέχρι τη μεταφορά τους στη Σιέρρα Λεόνε στα μέσα της δεκαετίας του 1970, υπηρέτησαν κυρίως στον Αγγλικό αγρό, σε έργο περιοχής. Για δέκα και παραπάνω χρόνια αυτοί οι αδελφοί ταξίδευαν από τη μια εκκλησία στην άλλη σχεδόν κάθε εβδομάδα. Αγρός τους ήταν όλη η χώρα που αποτελούσε μια περιοχή. Όταν ο Αδελφός Μπάκινχαμ αρρώστησε βαριά ενώ βρισκόταν στη Σιέρρα Λεόνε, έφυγαν για να υπηρετήσουν στο γραφείο τμήματος του Λονδίνου. Οι αδελφοί εδώ έχουν ακόμη θερμά αισθήματα απέναντι τους.

Το άλλο ζευγάρι είναι ο Τζων και η Βαλ Μάιλς. Αυτοί οι δυο αδελφοί, Αμερικανοί στην καταγωγή, ήρθαν σε μας από τη Ζάμπια τον Ιούνιο του 1960, λόγω της ανάγκης που υπήρχε για έναν επίσκοπο περιφερείας. Χωρίς αμφιβολία, θα μπορούσαν να γράψουν ολόκληρο βιβλίο με τις πείρες τους. Ακούστε μια από αυτές. Οι αδελφοί επισκέπτονταν μια μικρή εκκλησία κοντά σε κύριο δρόμο. Ο Αδελφός Μάιλς αφηγείται:

«Αποφασίσαμε να κατασκηνώσουμε για την εβδομάδα σ’ ένα όμορφο απόμερο τοπίο κοντά στον κύριο δρόμο και στην εκκλησία. Οι ντόπιοι αδελφοί όμως προτιμούσαν να κατασκηνώσουμε σ’ ένα άλλο μέρος ακόμη κοντύτερα. Αν και εμείς προτιμούσαμε το μέρος που είχαμε διαλέξει, για λόγους άνεσης μετακινηθήκαμε στο κοντινότερο σημείο.

«Λίγες μέρες αργότερα κι ενώ τρώγαμε το βραδινό μας, ακούσαμε κάτι σαν πυροβολισμούς, αλλά το πήραμε σαν εξάτμιση φορτηγού αυτοκινήτου. Την άλλη μέρα ενώ τρώγαμε το μεσημεριανό μας, ακούσαμε από το ραδιόφωνο ότι είχε γίνει μάχη ανάμεσα στην αστυνομία και σε ‘αγωνιστές της ελευθερίας’, ακριβώς δίπλα εκεί όπου σχεδιάζαμε να κατασκηνώσουμε. Στη διάρκεια της μάχης σκοτώθηκαν τρεις ‘αγωνιστές της ελευθερίας’ και τραυματίστηκαν μερικοί αστυνομικοί. Μπορείτε να φανταστείτε πώς νιώσαμε όταν είδαμε αργότερα τις τρύπες από τις σφαίρες στο τραπέζι και τους πάγκους της κατασκήνωσης, και στα γύρω δέντρα. Πόσο ευγνώμονες ήμαστε στον Ιεχωβά που υποκινηθήκαμε ν’ αλλάξουμε τόπο κατασκήνωσης!» Ο Αδελφός και η Αδελφή Μάιλς υπηρετούν τώρα πιστά στο Λεσόθο.

ΠΕΙΡΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ

Θέλετε ν’ ακούσετε κι άλλα για τις ασυνήθιστες πείρες μερικών από τους επισκόπους περιφερείας και των συζύγων τους; Σας έχουμε ήδη μιλήσει για τον Ντον και τη Μαρτζ Μόρρισον. Μια φορά στα δυτικά της χώρας, σ’ ένα μέρος που λέγεται Καρίμπα, ο Αδελφός Μόρρισον καθόταν ένα βράδι έξω από τη σκηνή και δακτυλογραφούσε κάτι. Η Αδελφή Μόρρισον είχε ξαπλώσει στη σκηνή. Η ίδια λέει: «Είχα ξαπλώσει στο κρεβάτι όταν άκουσα έναν παράξενο θόρυβο. Φώναξα τον Ντον αλλά δεν μ’ άκουσε. Άκουσα πάλι το θόρυβο κι αυτή τη φορά πήγα στον Ντον να του πω γι’ αυτό».

«Πήρα τότε το φακό», συνεχίζει ο Αδελφός Μόρρισον «και μπήκα στη σκηνή. Εκεί, ανάμεσα στην άκρη της σκηνής και σε μερικά έντυπα, μπόρεσα να δω το μεσαίο τμήμα ενός φιδιού, πιο παχύ από τον καρπό σας. Βγήκα γρήγορα έξω και αφού πήρα ένα σιδερένιο σωλήνα γύρισα στο πίσω μέρος της σκηνής. Εκεί εξείχε η ουρά του φιδιού. Το χτύπησα με το σωλήνα. Ξαφνικά εμφανίστηκε το κεφάλι του φιδιού, ανασηκώθηκε ξεφυσώντας προς εμένα. Ήταν μια δηλητηριώδης έχιδνα της Αφρικής. Την είχα ήδη ακρωτηριάσει και τώρα την αποτέλειωσα με το σιδερένιο σωλήνα». Δεν χρειάζεται βέβαια να πούμε ότι η Αδελφή Μόρρισον δεν κοιμήθηκε τόσο καλά εκείνο το βράδι.

«Η πρώτη μας εμπειρία με τους σκορπιούς», λέει η Ρούμπυ Μπράντλεϋ, «ήταν όταν πρωτοστήσαμε τη σκηνή μας στο έργο περιφερείας. Ήμαστε έτοιμοι να κοιμηθούμε όταν προσέξαμε κάτι που σερνόταν κάτω από τη σκηνή μας. Ήταν σκορπιός. Το σκότωσα αμέσως. Αλλά ύστερα ήρθε κι άλλος, κι άλλος. Μόνο όταν σκοτώσαμε τέσσερις καταλάβαμε ότι τους τραβούσε το φως μας. Έτσι καταλήξαμε ότι το καλύτερο που είχαμε να κάνουμε ήταν να σβήσουμε το φως μας».

Τον Μάρτιο του 1962 μας ήρθε ένα άλλο ζευγάρι ιεραποστόλων, ο Τζων και η Αϊρήν ΜακΜπράιν. Ο Αδελφός ΜακΜπράιν είχε τελειώσει τη δεκάμηνη εκπαίδευση στη Σχολή Γαλαάδ και στάλθηκε εδώ για να αναλάβει καθήκοντα επισκόπου τμήματος. Στην αρχή όμως έκανε λίγο έργο περιφερείας για να συνηθίσει στον αγρό. Ο ίδιος αφηγείται τι συνέβη:

«Ο Τζωρτζ Μπράντλεϋ από το γραφείο τμήματος πήρε την Αϊρήν και μένα σε μια μικρή συνέλευση περιοχής στη ζούγκλα, σε απόσταση 89 χιλιόμετρα (55 μίλια) περίπου από την κοντινότερη πόλη. Φαίνεται ότι πέσαμε στο τέλος κάποιας καταιγίδας κι έβρεχε καταρρακτωδώς.

«Η τοποθεσία της συνέλευσης ήταν απέναντι σ’ ένα μικρό χείμαρρο που τώρα όμως είχε μεταβληθεί σε φουσκωμένο ποτάμι. Ήταν ολοφάνερο ότι το πρόγραμμα της συνέλευσης δεν μπορούσε να γίνει εκείνο το βράδι, και οι Αφρικανοί αδελφοί βρήκαν όπου μπορούσαν καταφύγιο.

«Τι θα κάναμε τώρα; Ουσιαστικά δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα άλλο από το να περιμένουμε. Μόλις είχαμε φτάσει είχαμε στήσει τη σκηνή μας. Επειδή όμως φοβόμαστε ότι θα έβαζε νερά από τη φοβερή καταιγίδα, αποφασίσαμε να κοιμηθούμε στο φορτηγάκι, ο Τζωρτζ στο μπροστινό κάθισμα κι εγώ με την Αϊρήν στο πίσω μέρος. Αλλά τι νύχτα ήταν αυτή! Έξω, η μανία της θύελλας όλο και μεγάλωνε καθώς μεγάλωνε και η ταχύτητα του ανέμου. Κάποια στιγμή κοιτάξαμε στη σκηνή και τι να δούμε; Όλο το πάτωμα ήταν κάτω από δέκα πόντους (τέσσερις ίντσες) νερό! Νιώσαμε ευγνωμοσύνη που αποφασίσαμε να κοιμηθούμε, ή έστω να προσπαθήσουμε να κοιμηθούμε, στο φορτηγάκι.

«Το άλλο πρωί τα πράγματα φαίνονταν καλύτερα. Οι βροχές είχαν σταματήσει. Γρήγορα οι ντόπιοι αδελφοί βρήκαν μια αίθουσα σχολείου όπου μπορέσαμε να κάνουμε το πρόγραμμα της συνέλευσής μας. Η ζεστασιά των αδελφών μας που ταλαιπωρήθηκαν πολύ περισσότερο από μας, μάς υπεραποζημίωσε για όλα όσα περάσαμε».

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΙ ΜΕ ΝΕΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ

Καθώς πλησιάζαμε στα μέσα της δεκαετίας του 1960, άρχισαν να ακούγονται θόρυβοι αναταραχής. Παλιότερα οι περιοδεύοντες επίσκοποι έπρεπε να προστατεύονται από τα άγρια θηρία. Μερικοί επίσκοποι χρειαζόταν ακόμη και να δεθούν στα ψηλά κλαδιά των δέντρων τη νύχτα, καθώς μετέβαιναν από τη μια εκκλησία στην άλλη, για να προστατευθούν από τα άγρια θηρία. Αλλά τώρα υπήρχαν κίνδυνοι και από μια διαφορετική πηγή—από ανθρώπους. (Παράβαλε 2 Κορινθίους 11:23-27.) Η πολιτική τρομοκρατία είχε αρχίσει να γίνεται αισθητή.

Ένας από τους πρώτους αδελφούς που υπέστησαν τις συνέπειες ήταν ο Αριμόν Μουρίνγκα που υπηρετούσε σαν επίσκοπος εκκλησίας στην πρωτεύουσα. Στις 12 Ιανουαρίου 1965, ο αδελφός συνελήφθη. Γιατί; Επειδή, όπως είπαν, είχε αναγνωριστεί «σαν ένας από τους πολλούς που στο παρελθόν είχαν διαπράξει βία». Αυτό βέβαια δεν ήταν σωστό. Αλλά ο αδελφός πέρασε ένα μήνα φοβερές δοκιμασίες ώσπου ν’ αποδειχτεί ότι ήταν αθώος.

Όταν καταδικάστηκε σε 90 μέρες φυλάκιση, χωρίς δίκη, ο Αδελφός Μουρίνγκα έκανε αίτηση για έφεση αλλά του είπαν ότι δεν είχε δικαίωμα έφεσης. Ο Αδελφός Τζων ΜακΜπράιν που εκπροσωπούσε το γραφείο τμήματος, δεν ικανοποιήθηκε μ’ αυτό κι έκανε έφεση απευθείας στον Υπουργό Νόμων και Τάξης. Αυτό, μαζί με μια έξοχη συστατική επιστολή από τον εργοδότη του Αδελφού Μουρίνγκα, τελικά είχαν ως αποτέλεσμα την αποφυλάκιση του ύστερ’ από ένα μήνα στη φυλακή.

Και πώς τον μεταχειρίστηκαν στη φυλακή; Ο ίδιος λέει: «Οι αξιωματούχοι της φυλακής μου φέρθηκαν καλά, αλλά μερικοί φυλακισμένοι ήταν κτηνώδεις απέναντι μου. Δυο φορές με χτύπησαν τόσο άσχημα ώστε λιποθύμησα. Αυτό το έκαναν για να με αναγκάσουν να γίνω μέλος του πολιτικού τους κόμματος. Αυτά τα χτυπήματα τα έκαναν στη γυμνή μου πλάτη με μια βαριά ζώνη και με χτύπησαν επίσης στο πρόσωπο τα χέρια τουλάχιστον εννιά αντρών σε κάθε χτύπημα».

Παρ’ όλ’ αυτά, ο Αδελφός Μουρίνγκα διακράτησε τόσο καλή Χριστιανική διαγωγή, ώστε, προς το τέλος, μερικοί από τους πρώην βασανιστές του άρχισαν να τον υπερασπίζονται. Η ασυμβίβαστη στάση του επρόκειτο να αποδειχτεί μεγάλη πηγή ενθάρρυνσης για άλλους αργότερα.

ΝΤΟΠΙΟΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ

Για πολλά χρόνια το μεγαλύτερο μέρος του έργου επισκόπησης το έκαναν οι ιεραπόστολοι. Καθώς όμως μπαίναμε στη δεκαετία του 1960, φαινόταν πιο σοφό να χρησιμοποιηθούν περισσότερο οι ντόπιοι αδελφοί. Αυτή η σκέψη αποδείχτηκε σαν κατεύθυνση Θεού.

Ο πρώτος ντόπιος αδελφός που υπηρέτησε σαν επίσκοπος περιφερείας ήταν ο Ισαάκ Κιάντζβα, που άρχισε αυτό το έργο μαζί με τη σύζυγο του Άιβυ τον Δεκέμβριο του 1962. Αργότερα, το 1966, ένας άλλος πεπειραμένος ντόπιος αδελφός, ο Σιτζούλου Κουμάλο ανέλαβε έργο περιφερείας, και αποδείχτηκε εξαιρετική βοήθεια για τους αδελφούς στα χρόνια των τρομερών δυσκολιών και προβλημάτων που ακολούθησαν.

Ήταν μια πραγματική ευλογία να έχουμε τέτοιους αδελφούς στο έργο περιφερείας. Γνώριζαν τη γλώσσα του τόπου και τα έθιμα και μπορούσαν να φτάσουν περισσότερο στη ρίζα των προβλημάτων των ευαγγελιζόμενων. Γνώριζαν τους αδελφούς τους και αυτά που αντιμετώπιζαν. Επειδή ήταν ντόπιοι, μπορούσαν να μετακινούνται πολύ πιο ελεύθερα από τους ιεραποστόλους. Η ένταση άρχισε να μεγαλώνει και οι ξένοι γρήγορα ήρθαν κάτω από καχυποψία. Όπως αποδείχτηκε αργότερα, ήμαστε σίγουροι ότι ήταν κατεύθυνση του Ιεχωβά που άρχισαν τώρα να χρησιμοποιούνται οι ντόπιοι αδελφοί.

ΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΑΝΑΓΚΗΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Όταν η κυβέρνηση της Ροδεσίας ανακήρυξε την ανεξαρτησία της στις 11 Νοεμβρίου 1965, επιβλήθηκαν μέτρα για κατάσταση επείγουσας ανάγκης που επηρέασαν τη δραστηριότητά μας. Στην αρχή, η κυβέρνηση μας ζήτησε να παρουσιάσουμε στο Γραφείο Λογοκρισίας δείγματα από όλες τις εκδόσεις μας, ακόμη κι από κάθε τεύχος περιοδικού που έμπαινε στη χώρα. Αυτό δεν μας δημιούργησε τίποτ’ άλλο από μια μικρή ταλαιπωρία, γιατί ούτε μια φορά δεν βρήκαν κάτι στις εκδόσεις μας που να εμποδίσει την εισαγωγή των εντύπων στη χώρα.

Αυτό που μας επηρέασε περισσότερο ήταν οι αυστηροί έλεγχοι στις δημόσιες συναθροίσεις. Οι συγκεντρώσεις πολλών ατόμων απαγορεύονταν χωρίς την άδεια της Ρυθμιστικής Διοίκησης. Αν και, μιλώντας αυστηρά, αυτό δεν εφαρμοζόταν σε καθαρά θρησκευτικές συναθροίσεις, τέτοιες συναθροίσεις απαγορεύτηκαν σε μερικές από τις περιοχές των ταραχών.

Ήταν αρκετά απογοητευτικό, γιατί κάθε φορά που το γραφείο τμήματος έκανε αίτηση στη Ρυθμιστική Διοίκηση για άδεια να κάνουμε συνέλευση περιοχής, η αίτηση απορριπτόταν. Έτσι τελικά αποφασίσαμε να μην κάνουμε συνελεύσεις περιοχής, αλλά να συγκεντρωνόμαστε μόνο σε συνελεύσεις περιφερείας, που θα γίνονταν σε καλά προστατευμένες τοποθεσίες.

Φανταστείτε λοιπόν την έκπληξη μας όταν μια μέρα του 1969, πήραμε μια επιστολή από μερικές εκκλησίες του Μπουλάγιο και μαζί ένα πρόγραμμα συνέλευσης περιοχής! Ναι, είχαν ετοιμάσει δική τους συνέλευση περιοχής, είχαν κάνει μόνοι τους το πρόγραμμα, τους διορισμούς και διευθέτηση για καφετήρια. Αν και φαινομενικά ίσως δεν θα ’πρεπε να προχωρήσουν έτσι μόνοι τους, τα πράγματα πήγαν πολύ καλά. Σ’ αυτή τη συνέλευση συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες αδελφοί μας.

Αυτό μας έδωσε μερικές ιδέες. Αντί να απευθύνεται η Εταιρία στη Ρυθμιστική Διοίκηση για τις περιοχές, γιατί να μην απευθυνθούν οι ντόπιοι αδελφοί στις τοπικές διοικήσεις; Έτσι διευθετήθηκαν και πάλι συνελεύσεις περιοχής. Ο επίσκοπος περιοχής διάλεξε γνωστούς ντόπιους αδελφούς να κάνουν την αίτηση. Κάθε φορά τα αποτελέσματα ήταν θετικά. Από τότε μέχρι σήμερα κάνουμε τις συνελεύσεις μας περιοχής σ’ όλες τις περιοχές μολονότι συνεχίζονται οι κανονισμοί κατάστασης επείγουσας ανάγκης. Προφανώς ήταν κατεύθυνση του Ιεχωβά.

ΕΝΑ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΟ ΖΗΤΗΜΑ ΔΙΕΥΘΕΤΕΙΤΑΙ

Εδώ ας ξαναγυρίσουμε στον αγώνα για πλήρη αναγνώριση σαν θρησκευτική οργάνωση. Ίσως να θυμάστε ότι ο λαός του Ιεχωβά είχε ήδη κερδίσει αυτή την αναγνώριση από δυο υπουργεία της κυβέρνησης, το Υπουργείο Τοπικών Υποθέσεων και το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών, αλλά όχι και από το Υπουργείο Παιδείας.

Έτσι τον Φεβρουάριο του 1966, το γραφείο τμήματος για μια ακόμη φορά έφερε το ζήτημα στο προσκήνιο γράφοντας μια λεπτομερή επιστολή που εξιστορούσε την αίτηση μας για αναγνώριση σαν θρησκευτική οργάνωση. Στις 8 Μαρτίου ήρθε η απάντηση: «Λυπάμαι γιατί ύστερα από προσεκτική εξέταση, αδυνατώ να ικανοποιήσω το αίτημα σας».

Αμέσως κάναμε τηλεφώνημα κι ύστερα από πολλή συζήτηση διευθετήσαμε μια συνάντηση με τον Υπουργό, για τις 23 Μαρτίου. Μετά τη συνάντηση πέρασαν τέσσερις μήνες χωρίς καμιά απάντηση. Μήπως θα αγνοούσαν και πάλι το αίτημα μας;

Στις 21 Ιουλίου πήραμε ένα γράμμα από το Υπουργείο Παιδείας: «Έχουμε εξετάσει πλήρως αυτό το ζήτημα και αποφασίσαμε να περιλάβουμε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στον κατάλογο των θρησκευτικών δογμάτων που είναι αναγνωρισμένα από το Υπουργείο Παιδείας». Νίκη ύστερ’ από αγώνα 16 ετών! Αυτό όχι μόνο άνοιξε το δρόμο στους Μάρτυρες του Ιεχωβά για να πηγαίνουν στα σχολεία και να κάνουν θρησκευτική εκπαίδευση, αλλά επίσης έλυσε το πρόβλημα της αποβολής των παιδιών μας από το σχολείο. Ευχαριστήσαμε τον Ιεχωβά γι’ αυτή τη νίκη!

ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΛΑΟΥΙ

Το 1968 άρχισε ένα νέο κεφάλαιο για το τμήμα μας, κι αυτό ήταν η επισκόπηση των συμφερόντων της Βασιλείας στη Μαλάουι. Ο βασικός λόγος γι’ αυτό ήταν η απαγόρευση που επιβλήθηκε στους Μάρτυρες αυτής της χώρας τον Οκτώβριο του 1967. Τον Νοέμβριο του 1967, απελάθηκαν από τη Μαλάουι οι ιεραπόστολοι. Απ’ αυτούς τους ιεραποστόλους δυο ζευγάρια διορίστηκαν τελικά στη Ζιμπάμπουε, ο Κέιθ και η Ανν Ήτον και ο Χαλ και η Τζόυς Μπέντλεϋ.

ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ

Οι Μπέντλεϋ είχαν έναν μοναδικό διορισμό. Επρόκειτο να υπηρετήσουν στη Μοζαμβίκη, που, μέχρι την απαγόρευση, ήταν κάτω από την κατεύθυνση του τμήματος της Μαλάουι. Αν κοιτάξετε ένα χάρτη της Αφρικής θα δείτε ότι η Μοζαμβίκη είναι μια μακριά, μάλλον στενή χώρα στην ανατολική ακτή της Αφρικής. Απλώνεται από τη Νότια Αφρική, κατά μήκος του ανατολικού ορίου της Ζιμπάμπουε και στη συνέχεια δίπλα στη Μαλάουι. Η κυβέρνηση της Μοζαμβίκης ποτέ δεν αναγνώρισε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Μέχρι τώρα όλες οι προσπάθειες για νομική αναγνώριση έχουν αποτύχει. Αλλά ας ακούσουμε τον Αδελφό Μπέντλεϋ να μας πει για το διορισμό τους:

«Η Τζόυς κι εγώ πρωτοδιοριστήκαμε στη Μοζαμβίκη τον Φεβρουάριο του 1962. Το πρώτο μας ταξίδι ήταν με αεροπλάνο από τη Μπλαντάιρ της Μαλάουι στο Λορέ-ντσο Μαρκές (τώρα Μαπούτο), την πρωτεύουσα της Μοζαμβίκης. Εκεί βρήκαμε έναν μικρό όμιλο ενδιαφερόμενων που συναθροίζονταν στο στρατιωτικό περίβολο στο σπίτι ενός λοχία του στρατού.

«Ύστερα από μερικά τέτοια ταξίδια, αποφασίσαμε να ταξιδεύουμε οδικά και να παίρνουμε μαζί μας τα εφόδια για κατασκήνωση, μπαίνοντας στη χώρα σαν τουρίστες. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούσαμε ένα κλειστό φορτηγάκι Φολκσβάγκεν. Οι δρόμοι κατά μήκος της ακτής μέσω της Μπέιρα ήταν κυρίως χαλικόστρωτοι και φοβερά κατεστραμμένοι. Η απόσταση είναι περίπου 1.609 χιλιόμετρα (1.000 μίλια)».

Εξαιτίας της εμπόλεμης κατάστασης στη Μοζαμβίκη οι Μπέντλεϋ θεώρησαν αργότερα αναγκαίο να πηγαίνουν από τη Μπέιρα στο Λορέντσο Μαρκές μέσω Σάλισμπερυ. Αυτό σήμαινε ταξίδι, προς τη μια μόνο κατεύθυνση, 2.092 χιλιομέτρων (1.300 μιλίων). Έκαναν αυτό το ταξίδι κάθε έξι μήνες. Αρκετά μεγάλο οδικό ταξίδι πράγματι! Ευλογήθηκαν όμως βλέποντας την εκκλησία να αναπτύσσεται.

Ύστερα από μερικά χρόνια οι Μπέντλεϋ περιόρισαν τα ταξίδια τους στο βόρειο τμήμα της χώρας. «Αργότερα μάθαμε ότι αυτή η αλλαγή προφανώς ήταν χειρισμός του Ιεχωβά», λέει ο Αδελφός Μπέντλεϋ, «καθώς η μυστική αστυνομία του Λορέντσο Μαρκές περίμενε να μας συλλάβει την επόμενη φορά που θα φτάναμε εκεί».

Οι Μπέντλεϋ είχαν πολλές συναρπαστικές πείρες—συλλήψεις, διαφυγές από συλλήψεις, εντολές να εγκαταλείψουν τη χώρα. Μπόρεσαν όμως να κάνουν καλό έργο, ενισχύοντας πολλούς νέους ευαγγελιζόμενους και ενδιαφερόμενους. Η Αδελφή Μπέντλεϋ μας αφηγείται μια πείρα στη Μπέιρα:

«Μια νεαρή γυναίκα που μελετούσε στην Πορτογαλία, μετακόμισε στη Μοζαμβίκη. Έγραψε στην Εταιρία, ρωτώντας αν μπορούσε να συνεχιστεί η μελέτη. Μας έδωσαν το όνομα και τη διεύθυνση. Όταν πήγαμε στο διαμέρισμα μάς άνοιξε την πόρτα μια γυναίκα. Τη ρωτήσαμε: ‘Είστε η Κλωτίλντ ντε Γκομές;’ ‘Είμαι η Κλωτίλντ αλλά όχι ντε Γκομές’, απάντησε. ‘Είμαι η Κλωτίλντ ντε Αλμέιντα’. Επειδή δεν θέλαμε να χάσουμε την ευκαιρία για μαρτυρία, εξηγήσαμε για ποιο σκοπό ζητούσαμε την άλλη γυναίκα». Αμέσως αυτή η γυναίκα πήγε και φώναξε μια γειτόνισσα. Αργότερα βρήκαμε και την πρώτη Κλωτίλντ. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα;

Η Αδελφή Μπέντλεϋ μας λέει: «Η πρώτη γυναίκα που ζητούσαμε είναι τώρα αφιερωμένη Μάρτυς· ο σύζυγός της είναι πρεσβύτερος· τα πέντε παιδιά της, τα πεθερικά της και ο αδελφός της είναι όλοι Μάρτυρες. Η δεύτερη γυναίκα είναι βαφτισμένη όπως και η γειτόνισσα, ο σύζυγός της και ο γιος της».

Όταν ρωτήθηκε πώς ένιωθαν γι’ αυτό το διορισμό, ο Αδελφός Μπέντλεϋ το συνόψισε ως εξής: «Υπήρχαν φορές που νιώθαμε ότι θα ήταν ωραίο να ήμαστε κάπου μακριά από τη ζέστη και την υγρασία και ελεύθεροι από το συναίσθημα ότι μπορεί σε κάθε λεπτό να συλληφθούμε. Βλέποντας όμως πίσω, αντιλαμβανόμαστε ότι είχαμε ένα θαυμάσιο προνόμιο υπηρεσίας σ’ αυτό το διορισμό και ότι η ευλογία και η προστασία του Ιεχωβά ποτέ δεν μας εγκατέλειψαν».

Αργότερα οι Μπέντλεϋ μεταφέρθηκαν στην Μποτσουάνα, όπου εξακολουθούν να δίνουν ένα καλό παράδειγμα σαν ιεραπόστολοι.

ΔΙΩΓΜΟΣ ΣΤΗ ΜΑΛΑΟΥΙ

Αλλά τώρα ας ξαναγυρίσουμε στην απαγόρευση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Μαλάουι τον Οκτώβριο του 1967. Μετά από αυτή την απαγόρευση ξέσπασε ένα κύμα διωγμού που ένα περιοδικό το χαρακτήρισε σαν «ο πιο κτηνώδης, απάνθρωπος διωγμός Χριστιανών στον εικοστό αιώνα». Το ίδιο άρθρο διακήρυξε: «Για να βρει κανείς παράλληλο στις θλιβερές αφηγήσεις των παθημάτων, της σκληρότητας και της αχρειότητας . . . , πρέπει να ανατρέξει στην εξολόθρευση των πρώτων Βαλδενσιανών Προτεσταντών στη νοτιοανατολική Γαλλία και την Ιταλία το δέκατο πέμπτο και δέκατο έκτο αιώνα».

Γιατί διαπράχτηκαν αυτές οι ωμότητες; Εξαιτίας της αυστηρά ουδέτερης στάσης που διακρατεί ο λαός του Ιεχωβά στις πολιτικές υποθέσεις. Ένας Μάρτυρας, ο Αδελφός Τζάστιν Ζακουρούκα, όταν ρωτήθηκε γιατί αυτοί οι αληθινοί Χριστιανοί υποβλήθηκαν σε τέτοια μεταχείριση είπε: «Γιατί αρνηθήκαμε να αγοράσουμε πολιτική κάρτα». Όπως συμβαίνει με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά παγκόσμια, κι αυτοί οι Χριστιανοί αρνήθηκαν να παραβιάσουν τη Χριστιανική τους ουδετερότητα, μολονότι αναγκάστηκαν να υποστούν την πιο σκληρή μεταχείριση. Μάλιστα μερικοί έχασαν τη ζωή τους.

Η άποψη όλων των οσίων θα μπορούσε καλά να συνοψιστεί στα λόγια ενός ηλικιωμένου αδελφού, του Σαμψών Κουμπανίβα, που έχασε το σπίτι του, τα έπιπλά του, το ρουχισμό του, όλα όσα είχε. Είπε: «Ξέρω ότι δεν είμαι ποτέ μόνος και ο Ιεχωβά με προστατεύει». Αυτό είναι αλήθεια, όπως λέει ο ψαλμωδός: «Πολλαί αι θλίψεις του δικαίου, αλλ’ εκ πασών τούτων θέλει ελευθερώσει αυτόν ο Κύριος».—Ψαλμ. 34:19.

ΠΑΡΟΧΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ Σ’ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΝ ΣΕ ΑΝΑΓΚΗ

Λόγω της έντασης του διωγμού, χιλιάδες Μάρτυρες από τη Μαλάουι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Μερικοί πήγαν στη Ζάμπια όπου όμως τους ανάγκασαν να γυρίσουν στη Μαλάουι. Χιλιάδες άλλοι κατέφυγαν στη Μοζαμβίκη, στο Μιλάνκε, στα σύνορα με τη Μαλάουι. Εκεί έμειναν μέχρι το 1970 περίπου, οπότε άρχισαν σιγά-σιγά να επιστρέφουν στην πατρίδα τους.

Στη Μοζαμβίκη οι αδελφοί μας ήταν ασφαλείς από τα χέρια των διωκτών τους. Αλλά τώρα αντιμετώπιζαν άλλα προβλήματα. Δεν είχαν τρόφιμα, ρουχισμό, στέγη. Τα είχαν αφήσει όλα πίσω φεύγοντας. Τι θα έκαναν λοιπόν;

Ευτυχώς, αν και οι Μάρτυρες δεν είχαν ποτέ νομική αναγνώριση στη Μοζαμβίκη, αυτούς τους πρόσφυγες τους μεταχειρίστηκαν με τη μεγαλύτερη καλοσύνη. Οι αρχές της Μοζαμβίκης διέθεσαν φορτηγά για τη μεταφορά των αδελφών μας στη χώρα σ’ ένα τόπο που λέγεται Μοκούμπα, περίπου 160 χιλιόμετρα (100 μίλια) από τα σύνορα της Μαλάουι. Εκεί τους έδωσαν γη και τους προμήθευσαν σπίτια, τσεκούρια, τσάπες και σπόρο. Τους πρόσφεραν επίσης κάθε μέρα 200 πάουντς αλεσμένο καλαμπόκι για τροφή. Αυτό ήταν μεγάλη ανακούφιση για τους αδελφούς μας και τους έκανε να νιώθουν ότι ο Ιεχωβά τους φρόντιζε μ’ αυτό τον τρόπο.

Χρειαζόταν όμως ακόμη περισσότερη βοήθεια. Παρά τις προμήθειες της κυβέρνησης της Μοζαμβίκης, υπήρχε τρομερή ανάγκη για τροφή, ρουχισμό, κουβέρτες και φάρμακα. Πώς θα καλύπτονταν αυτές οι ανάγκες; Ο μόνος τρόπος να μεταφερθούν αυτά τα πράγματα από τη Ζιμπάμπουε ήταν οδικά και μάλιστα μέσω της Μαλάουι! Με όλ’ αυτά που μόλις είχαν συμβεί στη Μαλάουι, θα υπήρχε περίπτωση να περάσει κανείς μ’ αυτά τα αναγκαία πράγματα;

ΕΝΑ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ

Με όλ’ αυτά τα ερωτηματικά στο μυαλό ο Τζων ΜακΜπράιν κι,ένας ιεραπόστολος ο Τζιμ Μάντελ, που μαζί με τη σύζυγο του Κάθυ μόλις είχαν απελαθεί από τη Ζάμπια και βρίσκονταν προσωρινά στη Ζιμπάμπουε, ξεκίνησαν από το Σάλισμπερυ στις 22 Φεβρουαρίου 1968 μ’ ένα κλειστό φορτηγάκι Φολκσβάγκεν γεμάτο με δωρισμένο ρουχισμό και κουβέρτες. Πριν ξεκινήσουν είχαν κάνει ό,τι μπορούσαν για να πάρουν εκτελωνισμό για το φορτίο τους μέσα από τους διάφορους σταθμούς ελέγχου των συνόρων. Αλλά δεν μπόρεσαν να το επιτύχουν λόγω των κανονισμών και απαγορεύσεων. Έτσι, το μόνο που απόμενε ήταν να εμπιστευθούν απόλυτα στον Ιεχωβά για καθοδηγία και κατεύθυνση. Κάθε σταθμός για έλεγχο στα σύνορα ήταν μια πηγή ανησυχίας, αλλά όλους τους πέρασαν χωρίς δυσκολία. Φαινόταν σαν να ήταν παρόντες οι άγγελοι σ’ όλη τη διαδρομή.

Το ταξίδι δεν ήταν εύκολο. Από το Σάλισμπερυ ως τα σύνορα, της Μοζαμβίκης στην ανατολική πλευρά της Μαλάουι ήταν 640 χιλιόμετρα (400 μίλια). Ο περισσότερος δρόμος ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση και τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα για τα υπόλοιπα 160 χιλιόμετρα (100 μίλια) ως τη Μοκούμπα.

ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕΙΣ

Φυσικά, ένα από τα πρώτα πράγματα που ο Τζων ΜακΜπράιν και ο Τζιμ Μάντελ ήθελαν να κάνουν ήταν να επισκεφθούν τους αδελφούς στα δύο στρατόπεδα όπου βρίσκονταν. Έτσι το πρώτο που έκαναν το πρωί στις 24 Φεβρουαρίου ήταν να δουν το διοικητή του στρατοπέδου γι’ αυτό. Πόσο απογοητεύθηκαν όταν ο διοικητής τους είπε ότι αυτό ήταν αδύνατο! Γιατί; Επειδή οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν ήταν αναγνωρισμένοι από την κυβέρνησή του.

Ο διοικητής ήταν όμως καλός άνθρωπος και τους είπε να περιμένουν ώσπου να φέρει το ζήτημα στα κεντρικά γραφεία της κυβέρνησης, πράγμα που έκαναν—για τρεις μέρες. Η απάντηση τελικά ήρθε: ‘Δεν υπήρχαν Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη, μόνο πρόσφυγες τους οποίους η κυβέρνηση είχε βοηθήσει για ανθρωπιστικούς λόγους. Αν εμπιστεύονταν το διοικητή μπορούσαν ν’ αφήσουν τα ρούχα σ’ αυτόν αν δεν μπορούσαν, ας τα πάρουν πίσω’. Τι απογοήτευση! Να ταξιδέψουν όλο αυτό το δρόμο και να μην μπορέσουν να δουν όλους αυτούς τους πιστούς αδελφούς που είχαν υποστεί τόσα πολλά! Δυστυχώς, δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα γι’ αυτό.

Τώρα έπρεπε να αποφασίσουν τι θα κάνουν με το ρουχισμό και με τις κουβέρτες. Τι άλλο μπορούσαν να κάνουν από το να εμπιστευθούν το διοικητή; Αυτό και έκαναν.

Φυσικά, ο ρουχισμός και οι κουβέρτες που είχαν στο φορτηγάκι κάθε άλλο παρά αρκετά ήταν για τις ανάγκες των αδελφών της Μαλάουι. Ωστόσο, οι δυο αδελφοί είχαν επίσης χρήματα συνεισφορά για τις ανάγκες αυτών των αδελφών. Έγινε ένα συμφωνητικό που το υπέγραψαν οι δυο αδελφοί, ο διοικητής της κυβέρνησης και ένας Ινδός έμπορος. Οι συνεισφορές δόθηκαν στο διοικητή και στον έμπορο δόθηκε μια ισόποση επιταγή. Αυτός θα αγόραζε φορέματα, παντελόνια και περισσότερες κουβέρτες. Στη συνέχεια ο διοικητής θα τον πλήρωνε και θα παρέδιδε τα εφόδια στα στρατόπεδα που ήταν οι αδελφοί.

ΑΙΣΙΟ ΤΕΛΟΣ

Η συνέχεια αυτής της αφήγησης δείχνει την έκβαση του ταξιδιού. Καθώς γύριζαν στην πατρίδα κι ενώ ήταν ακόμη στη Μοζαμβίκη, οι δυο αδελφοί είδαν μερικούς Αφρικανούς στο δρόμο με μεγάλα φορτία από διπλωμένες κουβέρτες στα ποδήλατά τους. Ναι, ήταν αδελφοί! Και είχαν πάρει αυτά τα πράγματα από το διοικητή. Ασφαλώς, οι δυο ταξιδιώτες ήταν ευτυχείς που έμαθαν ότι ο διοικητής είχε κρατήσει το λόγο του και είχε ενεργήσει γρήγορα. Αλλά η μεγαλύτερη ευτυχία τους ήταν ότι τουλάχιστον είχαν συναντήσει μερικούς Μάρτυρες από τα στρατόπεδα. Όπως καταλαβαίνετε αυτή ήταν μεγάλη αλληλοενθάρρυνση και για τους ταξιδιώτες και για τους αδελφούς από τα στρατόπεδα.

Από τότε κι ύστερα, την εποπτεία αυτών των δύο χωρών, της Μαλάουι και της Μοζαμβίκης, ανέλαβε το τμήμα της Ζιμπάμπουε. Η Μαλάουι παρέμεινε κάτω από την επισκόπηση του τμήματος μας για αρκετά χρόνια, και η Μοζαμβίκη εξακολουθεί να είναι στην ευθύνη μας.

ΜΑΓΕΙΑ—ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΖΗΤΗΜΑ ΓΙΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Περίπου τον ίδιο εκείνο καιρό πολλοί αδελφοί της Ζιμπάμπουε είχαν ένα ακόμη πρόβλημα να αντιμετωπίσουν: τη μαγεία. Η μαγεία ασκείται εδώ για αιώνες. Αλλά μόνο το 1969 πήρε μια στροφή που την έφερε στη δημοσιότητα. Για να σας βοηθήσουμε να κατανοήσετε το πρόβλημα που δημιούργησε στους αδελφούς μας, θα ήταν κατάλληλο να σας πούμε μερικά από την ιστορία της.

Αν και οι περισσότεροι από τους Αφρικανούς της Ζιμπάμπουε είναι καθ’ ομολογία Χριστιανοί, και ελάχιστοι είναι Μουσουλμάνοι, εξακολουθεί να είναι πολύ διαδεδομένη η δεισιδαιμονία και η μαγεία. Υπάρχουν μάγοι γιατροί με τα σύνεργα τους, κόκαλα, δέρματα ζώων, κεφαλόδεσμοι από φτερά και με τα ξόρκια τους.

Η μαγεία ασκείται από δύο τάξεις: τους μουρόγι, τους μάγους που ασκούν μαύρη μαγεία και τους ν’ άνγκα, που είναι μάγοι θεραπευτές. Οι μουρόγι είναι φονιάδες. Κάνουν μάγια σε ανθρώπους και λέγεται ότι είναι υπεύθυνοι για πρόωρους και παράξενους θανάτους. Είναι εκτός νόμου και αν ανακαλυφθούν να ασκούν μαγεία μπορεί να συλληφθούν και να μηνυθούν.

Ο ν’ άνγκα, εξάλλου, δεν είναι κατ’ ανάγκη φονιάς. Είναι θεραπευτής παρ’ όλο που μερικές φορές οι ν’ άνγκας χρησιμοποιούνται για να κάνουν θανατηφόρα ξόρκια σ’ άλλους. Λέγεται ότι έχει τη δύναμη να λύσει τα μάγια του μουρόγι. Ο ν’ άνγκα μπορεί να είναι αναγνωρισμένος από την κυβέρνηση.

Από το 1969, οι ν’ άνγκας απόκτησαν δημοσιότητα σαν εκείνοι που μπορούσαν να αποκαλύψουν αυτούς που ασκούσαν μαύρη μαγεία. Αυτό έγινε όχι μόνο στις κοινοτικές περιοχές (πρώην καταυλισμούς) αλλά επίσης και σε αγροκτήματα και σε ορυχεία όπου συχνά ζούσαν εκατοντάδες εργάτες με τις οικογένειες τους. Όποτε γινόταν συζήτηση για μαύρη μαγεία, η κοινότητα καλούσε το ν’ άνγκα. Στη συνέχεια όλη η κοινότητα έπρεπε να συγκεντρωθεί μπροστά του.

Αφού έκανε τα ξόρκια του ο ν’ άνγκα, βοηθούμενος και από τους ψαλτωδούς του, καλούσε τα πνεύματα να του δώσουν πληροφορίες για το ποιος ασκούσε μαύρη μαγεία. Αν ο ένοχος «ανακαλυπτόταν», ο αρχηγός τον παρέδιδε στο δικαστήριο, όπου ο δικαστής θα τον έκρινε σύμφωνα με το Νόμο περί Μαύρης Μαγείας. Φυσικά, έπρεπε να αποδειχτεί ένοχος και με την κανονική, νόμιμη διαδικασία.

ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΑΣ ΔΟΚΙΜΑΖΟΝΤΑΙ

Γιατί όμως αυτό δημιούργησε προβλήματα στους αδελφούς μας; Αν και οι ν’ άνγκας θεωρούνται θεραπευτές και καλοί άνθρωποι, ασχολούνται όμως με τον πνευματισμό. Εδώ λοιπόν δημιουργήθηκε το πρόβλημα για τους αδελφούς. Όταν η κοινότητα συγκεντρωνόταν μπροστά στον ν’ άνγκα οι αδελφοί δεν πήγαιναν. Έτσι ο αρχηγός, ή ο διευθυντής του ορυχείου ή του αγροκτήματος, ανάλογα με την περίπτωση, τους έφερνε δια της βίας.

Οι περισσότεροι αδελφοί έμειναν σταθεροί, αλλά δυστυχώς μερικοί συμβιβάστηκαν κάτω από αυτές τις συνθήκες. Αργότερα μερικοί μετανόησαν ειλικρινά και τώρα υπηρετούν ευτυχισμένοι τον Ιεχωβά και πάλι.

Η γενική στάση των αδελφών φαίνεται καλά από την πείρα του Πωλ Ντλόβου, που εκείνο τον καιρό υπηρετούσε σαν ειδικός σκαπανέας. Ήταν 67 ετών και ανάπηρος από εγκεφαλικό. Όταν τον έφεραν με τη βία στον αρχηγό, αυτός του είπε: «Καλά θα κάνεις να γονατίσεις [σε αναγνώριση του ν’ άνγκα ] όπως κάνουν όλοι». Η απάντηση του αδελφού ήταν σαφής: «Δεν θα προσκυνήσω κανέναν άνθρωπο γιατί αυτό είναι ψεύτικη λατρεία. Ξέρετε πολύ καλά ότι εγώ είμαι ένας διάκονος του Ιεχωβά Θεού και δεν μπορώ να υπακούσω στην εντολή σας σχετικά μ’ αυτό».

Η σταθερή στάση του αδελφού εξόργισε τον αρχηγό. Φώναξε τέσσερις αστυνομικούς να του βάλουν χειροπέδες και να τον πάνε διά της βίας στο δωμάτιο του ν’ άνγκα. Ο Αδελφός Ντλόβου λέει: «Μ’ έσπρωξαν τότε στο δωμάτιο όπου βρήκα μερικούς ψαλτωδούς να περιμένουν για να με χαιρετίσουν με τις τελετουργικές τους ψαλμωδίες, όπως είναι το έθιμο». Και τι τους είπε ο αδελφός; «Εγώ δεν συμμετέχω στο δαιμονισμό και δεν πρόκειται να γονατίσω μπροστά σας γιατί είμαι Μάρτυς του Ιεχωβά».

Η σταθερή στάση του αδελφού ανταμείφθηκε με το να δεχτεί ο ν’ άνγκα ένα αντίτυπο του βιβλίου Αλήθεια το οποίο μάλιστα πλήρωσε!

ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ

Δεν πέρασε πολύς καιρός κι αυτή η συνήθεια άρχισε να διαδίδεται σ’ όλη τη χώρα, φέρνοντας πολλές δοκιμασίες στους πιστούς του Ιεχωβά. Μια πείρα από μια εκκλησία που βρίσκεται σ’ ένα ορυχείο στο νότιο μέρος της χώρας δείχνει μέχρι που μπορούν να φτάσουν για να διασπάσουν την ακεραιότητα του λαού του Θεού. Επειδή είχαν ακουστεί φήμες για άσκηση μαύρης μαγείας, οι παλιότεροι υπάλληλοι ζήτησαν τη μίσθωση του ν’ άνγκα. Η αναφορά της αστυνομίας για το γεγονός μάς λέει τι συνέβη:

«Η πρόταση τέθηκε στο Διευθυντή του Ορυχείου ο οποίος συμφώνησε αφού έλεγξε τα διαπιστευτήρια του Νγκάνγκα [που τώρα προφέρεται ν’ άνγκα] και τα βρήκε εντάξει, με την προϋπόθεση ότι όλοι [τα πλάγια γράμματα δικά μας] στον οικισμό θα συμμετείχαν. Σ’ αυτό συμφώνησαν οι παλιότεροι υπάλληλοι.

«Τη μέρα που έκανε την ιεροτελεστία του ο Νγκάνγκα, μαζεύτηκαν μπροστά του . . . όλοι οι άνθρωποι του οικισμού, εκτός από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Οι παλιότεροι υπάλληλοι προσπάθησαν να πείσουν τους Μάρτυρες, . . . αλλ’ αυτοί εξακολούθησαν να αρνούνται. Τους έφεραν μπροστά στο Διευθυντή του Ορυχείου, αλλά μάταια, αυτοί του είπαν ότι θα προτιμούσαν να χάσουν την εργασία τους παρά να πάνε μπροστά στο Νγκάνγκα».

Αυτό ακριβώς κι έγινε. Όλοι οι αδελφοί μας απολύθηκαν από την εργασία τους. Αλλά τι συνέβη στη συνέχεια;

Ολόκληρη η εκκλησία μετακόμισε σ’ ένα άλλο ορυχείο, όπου οι αδελφοί βρήκαν δουλειά. Έτσι εξακολούθησαν να έχουν πλήρη εκκλησία, με όλους τους υπεύθυνους αδελφούς κι ένα σκαπανέα. Εξάλλου, αυτό το ορυχείο βρισκόταν σε μη ανατεθειμένο τομέα, μια περιοχή που ξαφνικά ήρθε κάτω από τη φροντίδα μιας πλήρως οργανωμένης εκκλησίας! Μάλιστα, δεν χρειάστηκε ούτε καν ν’ αλλάξει η εκκλησία το όνομα της που ήταν Χρώμιο, αφού μετακινήθηκε από ένα ορυχείο χρωμίου σε άλλο.

Και τι έγινε με το διευθυντή του ορυχείου που απόλυσε όλους τους υπαλλήλους του που ήταν Μάρτυρες; Στενοχωρήθηκε πολύ όταν κατάλαβε ότι είχε διώξει τους καλύτερους εργάτες του. Μάλιστα, αργότερα ξαναπροσέλαβε μερικούς απ’ αυτούς. Είπε στον επίσκοπο περιφερείας που ήταν τότε εκεί: «Έδιωξα τους καλύτερους εργάτες που είχα». Πραγματικά δόθηκε ωραία μαρτυρία εξαιτίας των πιστών αδελφών μας!

ΜΠΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1970

Το 1960 είδε το μεγαλύτερο αποκορύφωμα όλων των εποχών στο μέσο όρο των ευαγγελιζόμενων—12.487 και ανώτατο όριο 13.493. Από τότε μέχρι το 1967 υπήρχε μια τάση για μείωση. Πράγματι, ο αριθμός των ευαγγελιζόμενων κατέβηκε στους 9.384 κατά μέσο όρο, ο χαμηλότερος αριθμός από το 1952. Αυτό οφειλόταν κυρίως στην κάθαρση της οργάνωσης από εκείνους που δεν ήταν πραγματικοί Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Από το 1967 κι έπειτα άρχισε και πάλι η αύξηση, τόσο, που το 1971 είχαμε μέσο όρο 11.430 με ανώτατο όριο για εκείνο το χρόνο 12.456. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το 1976, οπότε άρχισε πάλι να μειώνεται ο αριθμός των ευαγγελιζόμενων. Γιατί; Γιατί από τότε ως το τέλος της δεκαετίας, η χώρα πέρασε ίσως τα σκοτεινότερα χρόνια της ιστορίας της. Πώς επηρέασε αυτό τους αδελφούς μας; Για να πάρουμε απάντηση ας ξαναγυρίσουμε στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Αυτή η δεκαετία αποδείχτηκε δεκαετία με πολλές δοκιμασίες και δοκιμές του λαού του Θεού. Ανάμεσα τους υπήρχαν δοκιμασίες για εξεύρεση εργασίας, για το ζήτημα της ουδετερότητας και από τις καταστροφές του πολέμου, όπως η απώλεια σπιτιών, ζώων και αγρών, καθώς και δοκιμασίες από κακοποίηση ακόμη και θάνατο. Υπήρχαν επίσης προσπάθειες από εχθρούς να πιέσουν την κυβέρνηση να απαγορεύσει το έργο της Βασιλείας. Αυτά όλα μας θυμίζουν τα λόγια του αποστόλου Παύλου όταν τον λιθοβόλησαν και τον άφησαν νομίζοντας τον νεκρό, έξω από τα Λύστρα. Είπε: «Διά πολλών θλίψεων πρέπει να εισέλθωμεν εις την βασιλείαν του Θεού».—Πράξ. 14:22.

Ο ΙΕΧΩΒΑ ΠΡΟΜΗΘΕΥΕΙ ΒΟΗΘΕΙΑ

Πώς θα προετοιμαζόταν ο λαός του Ιεχωβά να αντιμετωπίσει τις δοκιμασίες που βρίσκονταν μπροστά; Κατά θεία πρόνοια, αυτό έγινε με δύο τρόπους. Ο ένας ήταν με τη διευθέτηση του διορισμού πρεσβυτέρων και διακονικών υπηρετών στις εκκλησίες, από το Κυβερνών Σώμα. Η διευθέτηση αυτή άρχισε το 1972 και δεν θα μπορούσε να έρθει σε πιο κατάλληλο καιρό.

Ήταν συγκινητικό να βλέπεις την ανταπόκριση των αδελφών στη Γραφικά βασισμένη κατεύθυνση από το Κυβερνών Σώμα στο διορισμό αυτών των αδελφών. Καθώς εξετάζονταν τα Γραφικά προσόντα, μερικές εκκλησίες βρέθηκαν χωρίς πρεσβυτέρους ή διακονικούς υπηρέτες. Μια εκκλησία έγραψε: «Αφού συζητήσαμε για τα προσόντα μαζί με τον επίσκοπο περιοχής, διαπιστώσαμε ότι κανείς δεν είναι κατάλληλος για πρεσβύτερος ή διακονικός υπηρέτης. Αλλά θα αγωνιστούμε να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις για τον επόμενο χρόνο».

Ο Τζέημς Μουμπάτα, μέλος της Επιτροπής Τμήματος, που είναι στο Μπέθελ από το 1966, σχολίασε πρόσφατα τα σχεδόν άμεσα αποτελέσματα της διευθέτησης του πρεσβυτερίου στις εκκλησίες και είπε: «Όχι μόνο έγιναν διαθέσιμοι περισσότεροι αδελφοί με διδακτικές ικανότητες, προς όφελος της εκκλησίας, αλλά κι εκείνοι που χρησιμοποιούνταν ήδη σαν δάσκαλοι άρχισαν να βελτιώνονται καθώς αφοσιώνονταν όλο και περισσότερο. Εκτός από αυτό, δόθηκε πολύ περισσότερη προσοχή στην καθαρότητα των εκκλησιών. Πριν από το 1972, οι υπηρέτες πολλών εκκλησιών δεν ήταν γρήγοροι στο χειρισμό υποθέσεων καθαρότητας. Αλλά σχεδόν αμέσως μετά την εφαρμογή του πρεσβυτερίου, δόθηκε προσοχή σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Τόσο μάλιστα, που για λίγο καιρό ήμαστε πιο πολυάσχολοι όσο ποτέ, χειριζόμενοι τέτοιες υποθέσεις».

Αυτή η όλη διευθέτηση έδωσε στις εκκλησίες τεράστια πνευματική ώθηση. Αδελφοί που είχαν κριθεί ακατάλληλοι γιατί δεν έδιναν την κατάλληλη προσοχή στην πνευματική ανάπτυξη των οικογενειών τους, κατανόησαν την ανάγκη να εφαρμόσουν τη Γραφική συμβουλή. Άλλοι αδελφοί που μέχρι τότε δεν τους είχε δοθεί η ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν στο μεγαλύτερο βαθμό τις ικανότητες τους, τα προσόντα και την πνευματική τους πρόοδο, άρχισαν τώρα να χρησιμοποιούνται προς όφελος των εκκλησιών. Απ’ όλ’ αυτά προήλθε μια πολύ ισχυρότερη οργάνωση που ήταν σαφώς σε καλύτερη θέση να βοηθήσει τους αδελφούς να αντιμετωπίσουν όσα επρόκειτο να έρθουν τα επόμενα χρόνια.

ΝΕΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

Η άλλη έγκαιρη προμήθεια του Ιεχωβά ήταν το χτίσιμο ενός νέου τριώροφου οίκου Μπέθελ. Στη διάρκεια της επίσκεψης του το 1971 ο Αδελφός Νορρ αφιέρωσε πολλές ώρες μελετώντας την ανάγκη μας για ένα πιο ευρύχωρο σπίτι και γραφείο τμήματος. Τον καιρό της επίσκεψης του, μερικά μέλη της οικογένειας Μπέθελ ζούσαν σε γειτονικά διαμερίσματα και το γραφείο και οι χώροι αποστολής ήταν εντελώς ανεπαρκείς. Από το 1953 ζούσαμε σ’ ένα μονώροφο σπίτι με πέντε μόνο υπνοδωμάτια. Μάλιστα, όταν μας επισκέφθηκε ο Αδελφός Νορρ τρία από αυτά τα υπνοδωμάτια είχαν μετατραπεί σε γραφεία. Αποφασίστηκε λοιπόν ότι έπρεπε να ψάξουμε για νέες εγκαταστάσεις.

Ύστερα από μερικές άκαρπες προσπάθειες να πάρουμε άδεια να χτίσουμε αυτό ακριβώς που θέλαμε κάπου αλλού, αποφασίσαμε να κατεδαφίσουμε το παλιό μας κτίριο και να χτίσουμε νέο στο ίδιο μέρος. Τα σχέδια ανέγερσης άρχισαν το 1972. Δέκα μήνες αργότερα μετακομίσαμε στο νέο κτίριο. Τι χαρωπή ευκαιρία που ήταν!

Αν και αυτό το κτίριο δεν ήταν από τα «διήμερα θαύματα» που βλέπουμε σήμερα στην ανέγερση Αιθουσών Βασιλείας, ήταν όμως ασφαλώς κάτι για το οποίο μίλησε η γειτονιά. Πράγματι, δόθηκε ωραία μαρτυρία, και στις ντόπιες αρχές και στους ανθρώπους της γύρω περιοχής. Το γεγονός ότι εκατοντάδες άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, μικρά παιδιά και ηλικιωμένοι, βοηθούσαν μ’ όποιο τρόπο μπορούσαν, ήταν αφορμή για πολλά επαινετικά σχόλια.

Ένας που έκανε επαινετικά σχόλια ήταν ο επιθεωρητής κατασκευών του Δήμου. Αν και στην αρχή ήταν πολύ ψυχρός, σιγά-σιγά έγινε θερμός και φιλικός με όλους. Είπε τα εξής: «Κάνετε ωραία πρόοδο. Έχετε μερικούς καλούς εργάτες εδώ. Δεν θα το πετυχαίνατε αν πληρωνόσαστε γι’ αυτό». Ένας άλλος εργολάβος οικοδομών που εργαζόταν στο δρόμο, είπε: «Είναι καλό να ξέρεις ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που πιστεύουν αρκετά ισχυρά σε κάτι για να κάνουν κάτι σαν κι αυτό». Πραγματικά το όμορφο κτίριο μας κατασκευάστηκε σχεδόν 100 τοις εκατό είτε από εθελοντές εργάτες ή κάτω από την κατεύθυνση τέτοιων εθελοντών.

Αν και θα ήταν αδύνατο να αναφέρουμε ονομαστικά όλους εκείνους που έδειξαν τέτοια προθυμία και αυτοθυσιαστικότητα, νομίζουμε όμως ότι πρέπει να αναφέρουμε μερικά εξαιρετικά παραδείγματα. Πάρτε για παράδειγμα τον Πήτερ Ντρούητ. Άφησε την κοσμική του εργασία και ήρθε στην πόλη μαζί με τη γυναίκα του και την κόρη του για να μείνει σ’ ένα τροχόσπιτο για όσο διάστημα θα διαρκούσε η οικοδομή. Επίσης ο Νόελ Έλλερμαν που μαζί με τη γυναίκα του και τα δυο παιδιά του μετακόμισαν με το μικροσκοπικό τους τροχόσπιτο στη γεμάτη σκόνη τοποθεσία της οικοδομής. Εκεί, ακριβώς ανάμεσα στην οικοδομή έζησαν για οχτώ μήνες. Πρέπει επίσης να αναφέρουμε τον Έρικ Κάρτζιλ, έναν επιχειρηματία, που όχι μόνο πρόσφερε βασικό οικοδομικό εξοπλισμό και μερικούς από τους εργάτες του, αλλά κι ο ίδιος δαπανούσε το μισό χρόνο του κάθε μέρα στην οικοδομή μέχρι να τελειώσει.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΥ

Όπως έχουμε αναφέρει πιο μπροστά στην αφήγηση μας, οι αρχές της δεκαετίας του 1970 έφεραν στο προσκήνιο μερικά ζητήματα. Ένα από αυτά ήταν το ζήτημα της καλλιέργειας καπνού ή της εργασίας σε φυτείες ή σε επιχειρήσεις που ασχολούνταν με την παραγωγή και επεξεργασία καπνού. Στη Ζιμπάμπουε αυτό ήταν μεγάλο πρόβλημα επειδή ο καπνός είναι μια από τις κύριες πηγές εισοδήματος στη χώρα. Είναι το πρώτο προϊόν σε εξαγωγές και φέρνει πολύ ξένο συνάλλαγμα που τόσο το χρειάζεται η χώρα.

Ήδη από το 1972, οι αδελφοί που εργάζονταν σε τέτοιες εργασίες είχαν αρχίσει να εξετάζουν από Γραφική άποψη την εργασία τους. Μάλιστα, όταν μερικοί αδελφοί συστήθηκαν για πρώτη φορά σαν πρεσβύτεροι ή διακονικοί υπηρέτες, αρνήθηκαν για λόγους συνείδησης. Ένας περιοδεύων επίσκοπος το διατύπωσε ως εξής: «Υπάρχουν πολλοί αδελφοί που θα είχαν τα προσόντα να είναι πρεσβύτεροι επειδή έχουν καλό υπόμνημα. Οι ίδιοι όμως ζήτησαν να μην προταθούν σαν πρεσβύτεροι ή διακονικοί υπηρέτες επειδή εργάζονται σε κάποια φυτεία όπου καλλιεργείται και επεξεργάζεται καπνός. Ζήτησαν να μην προταθούν για λόγους συνείδησης».

Μερικοί που καλλιεργούσαν καπνό σταμάτησαν γρήγορα και άλλοι έκαναν παρόμοια σχέδια. Ένας το διατύπωσε ως εξής: «Πολλοί από μας έδιωξαν τις δεύτερες συζύγους όταν κατανοήσαμε πώς το έβλεπε ο Θεός, κι έτσι το να σταματήσουμε την καλλιέργεια του καπνού πρέπει να είναι εύκολο».

ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΣΤΑΘΕΡΟΙ

Το ότι οι αδελφοί λογικεύονταν ήδη μ’ αυτό τον τρόπο ήταν καλό, γιατί αυτός ο τρόπος σκέψης θα τους βοηθούσε πολύ μόλις δυο χρόνια αργότερα. Στις αρχές του 1974 η Διακονία Μας της Βασιλείας είχε ένα ειδικό εσώφυλλο με τίτλο «Εναρμόνισις της Εργασίας Μας με ‘Αγάπη για τον Πλησίον’». Αυτό το εσώφυλλο παρουσίαζε καθαρά την άποψη της Γραφής πάνω σ’ αυτό το θέμα. Το κάπνισμα είναι μολυσμός της σάρκας και συνεπώς αμάρτημα που επιφέρει αποκοπή σύμφωνα με το Β΄ Κορινθίους 7:1. Θα ήταν λοιπόν σωστό να καλλιεργεί ένας Χριστιανός αυτό το φυτό ή να το επεξεργάζεται και να το πουλάει σε άλλους; Η προφανής Γραφική απάντηση είναι, Όχι. Δεν θα μπορούσαμε να δείξουμε αγάπη στον πλησίον μας αν το κάναμε αυτό. Μ’ αυτή τη λογίκευση παρουσίαζε τα πράγματα το εσώφυλλο.

Η ανταπόκριση των αδελφών ήταν τουλάχιστον συγκινητική! Προσπαθήστε να φανταστείτε τον εαυτό σας στη θέση αυτών των αδελφών. Υποθέστε ότι έχετε μια πολύ υπεύθυνη θέση σ’ ένα αγρόκτημα παραγωγής καπνού. Μαζί της έρχεται κι ένα σπίτι και πιθανώς ένα κομμάτι γης όπου μπορείτε να έχετε δικά σας ζώα. Κι εντελώς ξαφνικά αντιμετωπίζετε μια μεγάλη απόφαση. Ο εργοδότης σας σάς λέει ότι αν δεν θέλετε να εργαστείτε στην παραγωγή του καπνού, πρέπει να βρείτε εργασία κάπου αλλού. Ίσως να έχετε και μερικά μικρά παιδιά. Τι θα κάνετε;

Και οι αδελφοί μας αυτό έκαναν! Ναι, ήταν πρόθυμοι να τα χάσουν όλ’ αυτά παρά να αποχωριστούν από την οργάνωση του Ιεχωβά. Πολλοί έπαθαν σοβαρές οικονομικές απώλειες. Αλλά εξακολούθησαν να έχουν την εύνοια του Ιεχωβά. Μπορείτε να μετρήσετε στα δάχτυλά σας εκείνους που χρειάστηκε να αποκοπούν. Πόσο συγκινήθηκαν οι καρδιές μας με τους αγαπητούς αδελφούς που στάθηκαν τόσο στερεοί υπέρ της δικαιοσύνης του Θεού»

ΑΝΑΜΙΚΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ

Φυσικά, αυτή η στάση των αδελφών προκάλεσε μεγάλη αντίδραση, κυρίως εχθρική. Τα άρθρα στις εφημερίδες και οι επιστολές στους εκδότες έγιναν τακτικό χαρακτηριστικό. Μέλη της Βουλής εκφράσανε τις επικρίσεις τους μέσα κι έξω από τη Βουλή και μερικοί μάλιστα με σφοδρότητα. Θέλοντας να δείξει πόσο προχώρησε το ζήτημα, ένας συγγραφέας σ’ ένα μηνιαίο περιοδικό έγραψε: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν επικριθεί πάρα πολύ μέσα κι έξω από τη Βουλή. . . . Με τους νέους νόμους, μπορεί να στερηθούν και την ιθαγένειά τους και να χάσουν την ασυλία τους κατά της εξορίας». Αποκάλεσε το ζήτημα «καταιγίδα στο φλιτζάνι».

Οι ίδιοι οι κτηματίες αντέδρασαν με ποικίλους τρόπους. Μερικοί αντέδρασαν με κακία. Μερικοί έγραψαν στην Εταιρία για να πουν πώς θεωρούσαν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά άλλοι χρησιμοποίησαν το τηλέφωνο. Ωστόσο, εξακολουθούσαν να θέλουν να έχουν Μάρτυρες του Ιεχωβά σε έμπιστες θέσεις στα αγροκτήματα τους.

Έτσι υπήρξαν και μερικοί κτηματίες που προσπάθησαν πολύ να τακτοποιήσουν τους αδελφούς. Προκειμένου να χάσουν αυτούς τους καλούς και αξιόπιστους εργάτες ήταν πρόθυμοι να τους δώσουν εργασίες που δεν σχετίζονταν με την παραγωγή καπνού. Φυσικά, οι αδελφοί το εκτίμησαν αυτό πολύ.

Έχουμε την πείρα ενός αδελφού που εργαζόταν σαν πωλητής καπνού. Όταν κατανόησε ότι δεν μπορούσε να παραμείνει σ’ αυτή την εργασία, ο αδελφός υπέβαλε παραίτηση την οποία ο εργοδότης δεν δέχτηκε. Έτσι ο αδελφός απλώς δεν πήγε να εργαστεί. Όταν ο εργοδότης πήγε στο σπίτι του για να μάθει γιατί δεν πήγε στη δουλειά του, ο αδελφός εξήγησε την κατάσταση. Τότε ο εργοδότης επαίνεσε τον αδελφό για την εντιμότητα του και τόνισε ότι δεν ήθελε να τον χάσει από υπάλληλο.

Ο αδελφός επωφελήθηκε από την ευκαιρία κι έθεσε τους όρους με τους οποίους θα μπορούσε να παραμείνει. Όχι μόνο δεν ήθελε εργασία που να σχετίζεται με τον καπνό, αλλά ήθελε κι ελεύθερο χρόνο για όλες τις συναθροίσεις. Ο εργοδότης συμφώνησε με κάποια μείωση στην αμοιβή του αδελφού.

«Από την πείρα μου», συμπέρανε ο αδελφός, «έχω μάθει ότι αν υπομένουμε όταν αντιμετωπίζουμε προβλήματα στις κοσμικές μας εργασίες θα ευλογηθούμε. Έμαθα ακόμη τη σπουδαιότητα του να ενδιαφερόμαστε περισσότερο για την πνευματική μας ανάπτυξη καθώς προχωρούμε με την οργάνωση του Ιεχωβά!» Αυτός ο αδελφός υπηρετεί τώρα σαν πρεσβύτερος.

ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ ΔΙΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΞΟΟΤΗΤΑ

Πραγματικά, αυτές οι αλλαγές γύρω από τους αδελφούς βοήθησαν πολύ στη διάδοση των καλών νέων της Βασιλείας. Ύστερ’ απ’ αυτό σχηματίστηκαν ακόμη και νέες εκκλησίες σε πρώην απομονωμένες περιοχές. Για παράδειγμα, ένας αδελφός ήταν ιδιοκτήτης ορυχείου σε μια απομονωμένη περιοχή. Οι αδελφοί έμαθαν ότι ήθελε εργάτες κι ότι ήταν πρόθυμος να βοηθήσει αυτούς που είχαν ανάγκη. Σύντομα 20 αδελφοί εργάζονταν γι’ αυτόν. Αυτοί και οι οικογένειες τους σχημάτισαν μια εκκλησία που εξακολουθεί να υπάρχει. Κι άλλοι επίσης έσπευσαν να βοηθήσουν όπου μπορούσαν.

Μερικοί που βρέθηκαν χωρίς δουλειά εξαιτίας του ζητήματος του καπνού γύρισαν στα σπίτια τους, όπου συχνά δεν υπήρχαν εκκλησίες. Σαν αποτέλεσμα, ο Λόγος του Ιεχωβά κηρύχθηκε σε περιοχές όπου δεν είχε κηρυχθεί προηγουμένως.

Και πώς τέλειωσαν όλ’ αυτά; Παραδόξως, ο ίδιος ο Σύλλογος Καπνοκαλλιεργητών τακτοποίησε τελικά το ζήτημα, δημοσιεύοντας απλά μια ανακοίνωση του διευθυντή του συνδέσμου σ’ ένα από τα μηνιαία δελτία προς τους καπνοκαλλιεργητές. Η ανακοίνωση έλεγε ότι για τους Μάρτυρες ήταν θρησκευτικό ζήτημα και δεν έπρεπε να γίνεται θέμα. Ένα ενδιαφέρον σχόλιο έγινε στο τεύχος του Ιουνίου 1974 του Ροντήζια Τομπάκο Φόρουμ, που έλεγε τα εξής στη σελίδα 27, σχετικά με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά: «Στο ίδιο άρθρο [το άρθρο μιας εφημερίδας] ο Υπουργός Γεωργίας . . . λέγεται ότι χαρακτήρισε την κίνηση σαν ‘προφανώς εσκεμμένη προσπάθεια για την εξάρθρωση της οικονομίας’. Ωστόσο οι αριθμοί αυτών που περιλαμβάνονται δύσκολα θα δικαιολογούσαν μια τέτοια προϋπόθεση». Αυτό το σχόλιο από την ίδια την Εταιρία Καπνού της Ροδεσίας φαίνεται ότι καθησύχασε τα πράγματα, γιατί οι αδελφοί δεν ξαναενοχλήθηκαν. Πράγματι, δόθηκε καλή μαρτυρία σχετικά με την οσιότητα του λαού του Ιεχωβά.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ

Κι ενώ το πρόβλημα του καπνού επηρέαζε τους Αφρικανούς αδελφούς μας, ήρθε στο προσκήνιο κι ένα άλλο ζήτημα το 1972, που στην αρχή περιέλαβε μόνο τους λευκούς αδελφούς μας. Αφορούσε τη Χριστιανική ουδετερότητα στις υποθέσεις των εθνών. Το ζήτημα δεν πήρε την έκταση προβλήματος παρά μόνο όταν άρχισε ο πόλεμος που έγινε γνωστός σαν «απελευθερωτικός αγώνας» ή, όπως τον αποκαλούσαν άλλοι, ο «τρομοκρατικός πόλεμος». Το πρόβλημα δημιουργήθηκε φυσικά σαν αποτέλεσμα της αναγκαστικής στρατιωτικής θητείας για τους λευκούς άρρενες.

Καθώς κλιμακωνόταν ο αγώνας, ιδιαίτερα κατά μήκος των συνόρων της χώρας, έγιναν περισσότερες προσπάθειες να αναμιχθεί όλος ο πληθυσμός της χώρας στην εθνική άμυνα. Η στρατολογία ωστόσο στην αρχή περιορίστηκε στους λευκούς άρρενες. Ανάμεσα τους και αρκετοί νεαροί Μάρτυρες, πολλοί από τους οποίους αναγκάστηκαν να εκτίσουν ποινές φυλάκισης, μερικοί περισσότερες από μια, επειδή διακράτησαν ευσυνείδητα την πορεία τους της Χριστιανικής ουδετερότητας.

Η φύση της στρατολογίας ήταν τέτοια ώστε οι άντρες να καλούνται για ορισμένα χρονικά διαστήματα κάθε χρόνο, και στη συνέχεια μπορούσαν να επανέρχονται στην κοσμική τους εργασία. Έτσι ένας αδελφός φερνόταν στο δικαστήριο κάθε φορά που λόγω συνείδησης αρνιόταν να υπακούσει στην κλήση για στράτευση, πράγμα που σήμαινε ότι υπήρχε ο κίνδυνος να καταδικάζεται σε αλλεπάλληλες φυλακίσεις. Μάλιστα, μερικοί έλαβαν ειδοποίηση για στράτευση ενώ ήταν ακόμη στη φυλακή!

Οι νεαροί παντρεμένοι με οικογένειες είχαν ιδιαίτερη δυσκολία, όχι μόνο γιατί έπρεπε να αφήνουν πίσω τις οικογένειες τους όταν πήγαιναν στη φυλακή, αλλά και εξαιτίας της δουλειάς τους. Συχνά αυτοί οι αδελφοί έχαναν τη δουλειά τους όταν πήγαιναν στη φυλακή, κι έπρεπε αναγκαστικά να ψάξουν για άλλη δουλειά όταν έβγαιναν. Όταν έψαχναν, τους ρωτούσαν αναπόφευκτα για τη στρατολογική τους κατάσταση. Όταν ένας εργοδότης άκουγε τα γεγονότα, η απάντηση συνήθως ήταν: «Λυπάμαι, θα ήθελα να σας δώσω εργασία, αλλά δεν μπορώ εκτός αν έχετε τελειώσει τη στρατιωτική σας εκπαίδευση». Για μερικούς αυτό έγινε ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

Ένας από τους πρώτους που πέρασαν αυτές τις δοκιμασίες ήταν ο Μπομπ Χώουκς. Είχε ήδη κάνει στρατιωτική εκπαίδευση όταν για πρώτη φορά άρχισε να μελετά τη Γραφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Είχε μελετήσει μόνο για έξι μήνες όταν τον Ιανουάριο του 1973 έλαβε διαταγή να παρουσιαστεί. Θέλετε να τον ακούσετε να αφηγείται την ιστορία του;

«Ύστερα απ’ όσα μάθαινα στις μελέτες μου της Γραφής, αποφάσισα να μην πάω. Εκείνο τον καιρό η Μόλλυ, η γυναίκα μου, ήταν περίπου δύο μηνών έγκυος».

Τι έγινε μετά την άρνηση του να παρουσιαστεί;

«Κλήθηκα να εμφανιστώ στο δικαστήριο όπου καταδικάστηκα σε 30 μέρες άμεση φυλάκιση και τρεις μήνες φυλάκιση με αναστολή».

Ήταν δύσκολη η δοκιμασία γι’ αυτόν;

«Πάρα πολύ. Να ’μαι, αβάφτιστος ακόμη και πίσω από τα σίδερα. Βρισκόμουν ολομόναχος σ’ έναν πολύ παράξενο κόσμο. Όλα βρίσκονταν σε μεγάλη σύγχυση. Η Μόλλυ αναστατώθηκε και μου έγραψε ένα γράμμα ότι θα με αφήσει. Σαν να μην έφτανε αυτό, ήρθε να με δει ο πατέρας μου, φέρνοντας ένα σωρό έντυπα που καταδίκαζαν τους Μάρτυρες. Του είπα πως ό,τι κι αν συμβεί ήμουν αποφασισμένος να διακρατήσω αυτά που μου υπαγόρευσε η συνείδησή μου. Η μόνη μου παρηγοριά ήταν η προσευχή στον Ιεχωβά».

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΥΞΑΝΟΝΤΑΙ

Όταν ο Μπομπ Χώουκς βγήκε από τη φυλακή, διαπίστωσε ότι τα προβλήματά του κάθε άλλο παρά είχαν τελειώσει. Στο σπίτι η γυναίκα του η Μόλλυ, του έδωσε το στρατιωτικό του σακίδιο και του σύστησε να πάει στη «ζούγκλα», δηλαδή στο πεδίο της μάχης. Ο Μπομπ λέει: «Της είπα ότι δεν πρέπει ποτέ να με βιάσει να πάω κι ούτε να το αναφέρει ξανά».

Στη συνέχεια ο Μπομπ γύρισε στην εργασία του μόνο για να πληροφορηθεί ότι είχε απολυθεί, επί τόπου. «Όταν είπα στη Μόλλυ ότι είχα απολυθεί», λέει ο Μπομπ, «είναι θαύμα πως έμεινε μαζί μου, αφού ήταν ακόμη ψυχρή προς την αλήθεια».

Λίγο αργότερα ο Μπομπ βαφτίστηκε. Στη συνέχεια ξαναπήγε στη φυλακή, αυτή τη φορά έξι μήνες, εκτός από την προηγούμενη τρίμηνη φυλάκιση με αναστολή. Συνολικά πήγε στη φυλακή τρεις φορές, την τελευταία φορά για οχτώ μήνες.

ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ ΜΕ ΤΗ ΜΟΛΛΥ;

Μπορούμε να ρωτήσουμε, «Μόλλυ, τι έχεις να πεις για όλ’ αυτά;»

«Όταν μελετούσαμε, η αλήθεια ουσιαστικά δεν σήμαινε πολλά για μένα. Με τον Μπομπ ήταν διαφορετικά. Μόλις μάθαινε κάτι, έκανε αλλαγές. Έτσι σταμάτησε το κάπνισμα, τα πάρτυ κι άλλα πράγματα. Ύστερα έμεινα έγκυος και το ζήτημα του αίματος μ’ ενοχλούσε. Ολόκληρη η ζωή μας επηρεαζόταν.

«Τότε πήγε ο Μπομπ στη φυλακή. Για μένα αυτό ήταν τρομερό. Πώς μπορούσε να μας τα κάνει όλ’ αυτά; Τότε ήταν που αποφάσισα να του δώσω τελεσίγραφο. Έτσι του ’γραψα επειγόντως ότι θα τον αφήσω. Βαθιά μέσα μου όμως δεν το πίστευα και δεν μπορούσα να το κάνω».

Τι ήταν εκείνο που έκανε τη Μόλλυ ν’ αλλάξει και να δεχτεί την αλήθεια;

«Μεγάλο ρόλο έπαιξε η καλοσύνη που έδειξαν οι αδελφές. Μου έστελναν δέματα με τρόφιμα, κρέας, ψωμί, κι άλλα υλικά πράγματα. Αλλά, εκτός απ’ αυτό, ήταν το στοργικό ενδιαφέρον των αδελφών που με οικοδομούσαν πνευματικά. Σιγά-σιγά αυτό με επηρέασε. Μ’ έκανε να σκεφτώ. Έτσι άρχισα να ετοιμάζομαι για το βάφτισμα. Βαφτίστηκα μόλις ο Μπομπ βγήκε από τη φυλακή για τελευταία φορά».

Ο Αδελφός Χώουκς πήρε άλλη μια διαταγή για στράτευση ύστερ’ απ’ αυτά. Αυτή τη φορά όμως δεν φυλακίστηκε γιατί έκανε σχέδια να δεχτεί εργασία σε άλλη χώρα.

Αυτή η πείρα είναι χαρακτηριστική του τι πέρασαν μερικοί αδελφοί μας. Καθώς μάλιστα η ηλικία για στράτευση ανέβηκε στα 50 και τελικά στα 60, πολλοί βρέθηκαν σ’ αυτή τη θέση. Αλλά περισσότερα γι’ αυτό θα πούμε αργότερα.

ΑΡΧΙΖΕΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΑΝΤΙΩΣΗ

Μ’ όλη αυτή τη δημοσιότητα σε θέματα όπως ο καπνός και η Χριστιανική ουδετερότητα, μπορείτε εύκολα να καταλάβετε ότι οι Μάρτυρες ήταν στην επικαιρότητα. Μερικοί βουλευτές, αναμφίβολα υποκινούμενοι από μερικούς εξοργισμένους πολίτες που ενοχλούνταν από την ουδέτερη στάση των Μαρτύρων, άρχισαν να υποκινούν την κυβέρνηση να πάρει μέτρα για τον περιορισμό του έργου κηρύγματος.

Εκτός του ότι έγιναν αντικείμενο επικρίσεων και επιθέσεων από τα μέσα ενημέρωσης, οι Μάρτυρες έγιναν επίσης δημοφιλές θέμα συζήτησης στις συνεδριάσεις της βουλής. Αυτό συνέβη ιδιαίτερα στις 4 Δεκεμβρίου 1973 όταν η Βουλή συζητούσε τροπολογία στο Νόμο περί Άμυνας και στο Νόμο Περί Πολιτικών Δικαιωμάτων. Παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα απ’ αυτές τις συζητήσεις:

«Οι δοξασίες αυτού του δόγματος [των Μαρτύρων του Ιεχωβά] είναι σε πλήρη αντίθεση με τις σεβαστές και κατεστημένες εκκλησίες».—Υπουργός Άμυνας.

«Εν συντομία υπάρχει η πρόθεση . . . να προβλέπεται ότι ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά που καταδικάστηκε σε έξι μηνών φυλάκιση ή περισσότερο, χωρίς δικαίωμα εξαγοράς με πρόστιμο, για κατηγορία άρνησης υπακοής σε διαταγή για λόγους θρησκευτικής συνείδησης, μπορεί να στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα, οπότε και θα μπορεί να απελαθεί».—Υπουργός Άμυνας.

«Αυτές οι πεποιθήσεις [των αντιρρησιών συνειδήσεως] γενικά αναφέρονται στο ζήτημα της αφαίρεσης ανθρώπινης ζωής και μπορεί να τακτοποιηθεί με την ανάθεση σ’ αυτούς μη μάχιμων καθηκόντων. . . . Η εξαίρεση . . . είναι η θρησκεία ή δόγμα γνωστό ως Μάρτυρες του Ιεχωβά που εγώ πιστεύω ότι είναι μια βλαβερή οργάνωση, χωρίς θεμέλιο ή δικαιολογία για τη στάση τους προς τη στρατιωτική υπηρεσία».—Μέλος της Βουλής.

«Εκείνο που προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε είναι να μην έχουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά επίδραση και επιρροή πάνω στους στρατεύσιμους νέους και σ’ εκείνους που εκτελούν τη στρατιωτική τους θητεία».—Υπουργός Άμυνας.

Φαίνεται ότι η θαρραλέα στάση των αδελφών είχε επίδραση με ποικίλους τρόπους.

Η ΕΝΤΑΣΗ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ

Προς το τέλος του 1974 μπορούσε κανείς να νιώσει την αύξηση της έντασης. Αυτό φάνηκε σε μια επιστολή από το γραφείο τμήματος στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας, στις 8 Οκτωβρίου 1974. Εν μέρει η επιστολή αναφερόταν σε φημολογίες για «ανάκριση σε πλήρη κλίμακα» στην οργάνωσή μας και ύστερα συνέχιζε: «Μέχρι τη μέρα που σας γράφουμε δεν έχουμε μάθει τίποτα περισσότερο, ούτε ήρθαμε σε επαφή με τις αρχές. Υπάρχουν φήμες ότι μερικά μέτρα θα παρθούν μέχρι τον Δεκέμβριο, αλλά δεν μπορέσαμε να εξακριβώσουμε καμιά απ’ αυτές.

«Σ’ ολόκληρη τη χώρα ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι ‘ξεσηκωμένοι’ εναντίον της δράσης μας, ιδιαίτερα της διακονίας από σπίτι σε σπίτι».

Πινακίδες με τη φράση «Διώχτε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά», άρχισαν να εμφανίζονται παντού. Μάλιστα ένας επιχειρηματίας άρχισε να τις πουλά από σπίτι σε σπίτι και για λίγο έκανε καλές δουλειές.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ

Στις αρχές του Φεβρουαρίου 1975, το γραφείο τμήματος απόκτησε τα πρακτικά μιας πολύ σημαντικής συνεδρίασης. Ήταν μια συνεδρίαση του Εθνικού Εκτελεστικού του Ροδεσιανού Μετώπου, του κυβερνώντος πολιτικού κόμματος εκείνης της εποχής. Μεγάλο μέρος αυτής της συνεδρίασης που έγινε στις 31 Ιανουαρίου 1975, ασχολήθηκε με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Μπορείτε να καταλάβετε πώς αισθανόμαστε εκείνο τον καιρό! Τι θα γινόταν; Θα απαγορεύονταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά; Θα απελαύνονταν οι ιεραπόστολοι; Δεν ξέραμε καν τι να περιμένουμε.

Κι ενώ αυτοί που έκαναν αυτές τις υποδείξεις στην κυβέρνηση ήταν και οι ίδιοι μέλη του κυβερνώντος κόμματος, και μερικοί μάλιστα ήταν Βουλευτές, φαίνεται ότι η ίδια η κυβέρνηση κράτησε μια πιο λογική στάση, γιατί ούτε τότε ούτε αργότερα λήφθηκαν επίσημα μέτρα εναντίον του έργου κηρύγματος ή της οργάνωσης. Είμαστε πολύ ευγνώμονες στον Ιεχωβά γι’ αυτό.

ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΣΕ «ΚΑΥΤΕΣ» ΠΕΡΙΟΧΕΣ

Εκτός από το στρατιωτικό ζήτημα που απαιτούσε από τους αδελφούς να πάρουν σταθερή στάση αποχωρισμού από τον κόσμο, παρουσιάστηκαν κι άλλες καταστάσεις. (Ιωάν. 15:19) Για παράδειγμα, ο Αδελφός Γουίλ Βόσλου είχε ένα αγρόκτημα που μετατράπηκε σε αληθινά «καυτή» περιοχή στη διάρκεια του πολέμου. Απείχε 62 χιλιόμετρα (39 μίλια) από την εκκλησία όπου ο αδελφός υπηρετούσε σαν πρεσβύτερος. Λίγο πιο πέρα ήταν ένα οχύρωμα των «αγωνιστών της ελευθερίας». Συχνά γίνονταν συγκρούσεις ανάμεσα σ’ αυτούς και στις δυνάμεις ασφάλειας της κυβέρνησης.

Μια μέρα, λίγο μετά το βάφτισμά του, ο Αδελφός Βόσλου και η σύζυγός του Γκιζέλα, κάθονταν στο σπίτι τους και διάβαζαν από τη Γραφή τον Ψαλμό 112:7, όπου λέει: «Από κακής φήμης δεν θέλει φοβηθή· Η καρδία αυτού είναι στερεά, ελπίζουσα επί τον Κύριον». Σε μια ώρα εμφανίστηκε ένας αστυνομικός που προειδοποιούσε τους ανθρώπους ότι ήταν στην περιοχή «τρομοκράτες». Επέμενε να οπλιστεί ο κτηματίας για προστασία. Ο Αδελφός Βόσλου αρνήθηκε.

Ο ίδιος εξηγεί: «Από τότε κι ύστερα, όλο και με πίεζαν να συμμετάσχω στην προστασία της κοινότητάς μας. Οι γείτονες δεν μπορούσαν να καταλάβουν τη στάση μου—γι’ αυτούς ήμουν δειλός. Μια μέρα στην υπηρεσία αγρού ένας άντρας μου είπε: ‘Εσύ θα ’σαι ο πρώτος που θα φύγεις όταν ανάψουν τα πράγματα’. Έκανε λάθος. Σήμερα εγώ είμαι ακόμη στο αγρόκτημα κι όλοι οι άλλοι έχουν φύγει».

Η ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΦΕΡΝΕΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Αν και οι γειτονικοί κτηματίες τους παρενοχλούσαν, ο Αδελφός Βόσλου και η οικογένειά του βρήκαν ανακούφιση από μια απροσδόκητη πηγή. Μια μέρα ήρθε να τον δει ένας επίσκοπος περιοχής και του είπε: «Είμαι ο αδελφός σου από την απέναντι μεριά του Ποταμού Ουμφούλι. Μη στενοχωριέσαι. Οι άνθρωποι σ’ αυτή την περιοχή ξέρουν τα πάντα γύρω από την ουδέτερη στάση σου. Θα είσαι ασφαλής». Αυτά τα λόγια αποδείχτηκαν αληθινά.

Μια μέρα λίγο μετά απ’ αυτό, κι ενώ οι εργάτες του Αδελφού Βόσλου δούλευαν στο κτήμα με τα τρακτέρ, ξαφνικά τους πλησίασε μια ομάδα ανταρτών. Αυτοί είπαν: «Ξέρουμε αυτόν τον άνθρωπο και δεν θέλουμε να κάψουμε το τρακτέρ του». Βεβαίως, τα τρακτέρ των γειτόνων κάηκαν και τα αντλιοστάσιά τους καταστράφηκαν, αλλά ο εξοπλισμός του Αδελφού Βόσλου έμεινε άθικτος. Αργότερα, ενώ ο αδελφός και η οικογένειά του έλειπαν για διακοπές, καταστράφηκαν αρκετά αγροτόσπιτα στην περιοχή, αλλά το σπίτι των Βόσλου παρέμεινε άθικτο. Όλ’ αυτά εξαιτίας της γνωστής τους στάσης ουδετερότητας στις πολιτικές υποθέσεις.

Αυτό συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια, μάλιστα ως το τέλος του πολέμου. Ακόμη και αντιπροσωπείες από την κοινότητα επισκέφθηκαν τους Βόσλου και προσπάθησαν να τους πιέσουν και να τους «φέρουν στο φιλότιμο» να οπλιστούν για τη δική τους προστασία καθώς και για των άλλων. Όλοι στην περιοχή κυκλοφορούσαν βαριά οπλισμένοι. Αλλά ο Αδελφός Βόσλου λέει ότι η Γκιζέλα απαντούσε καθαρά, «Ούτε τουφέκι, ούτε άλλο όπλο».

Τα πράγματα άρχισαν όλο και να χειροτερεύουν: Ντόπια αγροτικά καταστήματα παραδίδονταν στη φωτιά. Νάρκες τοποθετούνταν στους δρόμους. Οι περιορισμοί στην κυκλοφορία δυσκόλευαν εξαιρετικά τα παιδιά να πάνε στο σχολείο. Έτσι τελικά ο Αδελφός Βόσλου αποφάσισε να νοικιάσει ένα σπίτι στην πόλη όπου θα μπορούσε να μείνει η οικογένειά του ενώ ο ίδιος θα συνέχιζε να εργάζεται στο αγρόκτημα. Αλλά μέσα απ’ όλ’ αυτά, ο αδελφός πιστεύει ότι η πραγματική του προστασία προήλθε από την ουδέτερη στάση του και την απόλυτη εμπιστοσύνη του στον Ιεχωβά, όπως είναι γραμμένο: «Όταν πλαγιάζης, δεν θέλεις τρομάζει· μάλιστα θέλεις πλαγιάζει, και ο ύπνος σου θέλει είσθαι γλυκύς. Δεν θέλεις τρομάξει από αιφνίδιου φόβου . . . Διότι ο Κύριος θέλει είσθαι η ελπίς σου, και θέλει φυλάξει τον πόδα σου από του να πιασθή».—Παρ. 3:24-26.

ΜΙΑ ΠΑΡΑΔΟΞΟΤΗΤΑ

Είναι στ’ αλήθεια παράδοξο: Η στάση που έστειλε τους νεαρούς λευκούς αδελφούς μας στη φυλακή, η ίδια αυτή στάση έδωσε στους Αφρικανούς αδελφούς μια ελευθερία που συχνά δεν την απολάμβαναν άλλες οργανώσεις, θρησκευτικές ή μη.

Καθώς περνούσε ο καιρός, η αύξηση της δράσης των ανταρτών σε μερικές περιοχές είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση των μέτρων ασφάλειας. Οι συγκεντρώσεις απαγορεύτηκαν τα σχολεία και τα καταστήματα έκλεισαν. Οι αδελφοί έπρεπε να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στη διακονία του αγρού και στον τόπο που συγκεντρώνονταν για τη Χριστιανική λατρεία.

Τον Φεβρουάριο του 1973, προγραμματίστηκε μια συνέλευση περιοχής για μια απ’ αυτές τις περιοχές. Θα μας επέτρεπαν να την κάνουμε; Με πλήρη πίστη στην κατεύθυνση του Ιεχωβά, οι ντόπιοι αδελφοί πλησίασαν τον αρχηγό για να του δώσουν μια επιστολή για τον περιφερειακό διοικητή. Αν και ο αρχηγός δεν παρέδωσε την επιστολή τότε, επέτρεψε όμως στους αδελφούς ν’ αρχίσουν προετοιμασίες.

Όταν ο Ισαάκ Κιάτζβα, επίσκοπος περιφερείας, ήρθε αργότερα στην περιοχή, πήγε στο γραφείο του περιφερειακού διοικητή να αναφέρει την παρουσία του και να πάρει άδεια να μπει στην περιοχή για τη συνέλευση. «Όταν ζήτησα την άδεια να μπω στην περιοχή Ντοτίτο», λέει ο αδελφός, «όλοι όσοι ήταν στο γραφείο του διοικητή γέλασαν και με πέρασαν για τρελό. Πόσο μεγάλη έκπληξη δοκίμασαν αργότερα όταν άκουσαν ένα αξιωματούχο να λέει, ‘Σας ξέρουμε εσάς. Ξέρουμε τη θέση σας στις τωρινές συνθήκες’».

Ασφαλώς! Η άδεια δόθηκε για τη συνέλευση! Ο μόνος περιορισμός ήταν να μην κάνουμε βραδινό πρόγραμμα. Ακόμη και ο αρχηγός εκπλάγηκε και εντυπωσιάστηκε!

Ο Αδελφός Κιάτζβα είπε ότι εκείνον τον καιρό συνάντησε στο έργο περιοχής πολλά οδοφράγματα. Ο αδελφός αφηγείται: «Πάντοτε με άφηναν να περάσω επειδή ήμουν Μάρτυς του Ιεχωβά. Σ’ ένα οδόφραγμα τους διέταξαν όλους να ξεφορτώσουν τα’ αυτοκίνητά τους για έρευνα. Μόλις κατέβηκα κι εγώ από το φορτηγάκι, ένας αστυνομικός είδε την τσάντα μου. Αφού την άνοιξε με ρώτησε ποιος ήμουν και τι έκανα. Όταν του είπα ότι ήμουν Μάρτυς του Ιεχωβά, μου είπε να μην ξεφορτώσω το φορτηγάκι που, όπως καταλαβαίνετε, ήταν γεμάτο με έντυπα και όλα τα εφόδιά μας. Όταν το άκουσε αυτό ένας άλλος αστυνομικός, ρώτησε να μάθει γιατί δεν χρειαζόταν να ξεφορτωθεί το φορτηγάκι. ‘Ακουσα τον πρώτο αστυνομικό να λέει Είναι Μάρτυς του Ιεχωβά. Μ’ αυτούς δεν έχουμε προβλήματα’».

Ο επίσκοπος περιφερείας είπε ότι όλοι οι αδελφοί σ’ αυτή την περιοχή μετέφεραν τα έντυπα της Εταιρίας μαζί τους, ακόμη κι όταν εργάζονταν στα χωράφια. Πολλές φορές αυτό τους έσωσε από χτυπήματα κι άλλη κακομεταχείριση. Παράξενο αλήθεια πως, οι ίδιοι άνθρωποι που τη μια στιγμή ήταν κατάρα για τις αρχές, την άλλη στιγμή τους δειχνόταν τόση εύνοια!

Έχουμε κι άλλα να σας πούμε γι’ αυτά αργότερα, αλλά τώρα ας ξαναγυρίσουμε στη Μαλάουι.

ΔΙΩΓΜΟΣ ΣΤΗ ΜΑΛΑΟΥΙ

Όταν μιλήσαμε για τελευταία φορά για τους αδελφούς της Μαλάουι, είχαμε πει ότι είχαν φύγει από τη χώρα τους και είχαν καταφύγει στη Μιλάνκε της Μοζαμβίκης, ανατολικά της Μαλάουι. Γύρω στο 1970, πολλοί απ’ αυτούς άρχισαν σιγά-σιγά να ξαναγυρίζουν στην πατρίδα τους όπου προσπάθησαν να ξαναρχίσουν τη ζωή. Αλλά αυτό δεν κράτησε για πολύ.

Το 1972 ένα άλλο κύμα σκληρού διωγμού έπληξε τους αδελφούς μας. Η εφημερίδα Σαν Φραντσίσκο Εξάμινερ τον χαρακτήρισε «θρησκευτικό πόλεμο» και είπε: «Είναι εντελώς μονόπλευρος πόλεμος, η βία κατά της πίστης». Το πρότυπο του διωγμού ήταν ίδιο με εκείνο του 1967, μόνο που αυτή τη φορά ήταν πολύ πιο έντονος.

Το προβάδισμα σ’ αυτό τον «πόλεμο» είχαν οι οργανώσεις Ένωση Νέων και Νέοι Σκαπανείς. «Οργανώθηκαν σε ομάδες από δώδεκα μέχρι εκατό άτομα. Ύστερα πήγαιναν από χωριό σε χωριό, οπλισμένοι με κοντάρια, ρόπαλα και τσεκούρια, κι έψαχναν για Μάρτυρες του Ιεχωβά για να τους επιτεθούν, σ’ αυτούς και στις περιουσίες τους».—Ξύπνα! 8 Αυγούστου 1973.

Έγιναν βιασμοί των γυναικών αδελφών μας και πολλούς τους χτύπησαν βάναυσα με σανίδες που είχαν καρφιά. Σ’ έναν αδελφό έδεσαν πάνω στο σώμα του ξερά χορτάρια κι ύστερα έβαλαν φωτιά. Ο αδελφός κάηκε ολοζώντανος.

Ο Αδελφός Μάικλ Γιαντάνγκα και η οικογένειά του αφέθηκαν στο κέντρο ενός πάρκου, με άγρια ζώα ολόγυρα τους. Αναγκάστηκαν να περπατήσουν αρκετά χιλιόμετρα για να βρουν λεωφορείο. Όταν γύρισαν σπίτι, ξανάγιναν προσπάθειες με απειλές για να τους πείσουν ν’ αγοράσουν κάρτα πολιτικού κόμματος. Η απάντηση του Αδελφού Γιαντάνγκα ήταν: «Έχασα τα δόντια μου επειδή δεν αγόρασα κάρτα. Έχασα τη δουλειά μου επειδή δεν αγόρασα κάρτα. Με χτύπησαν άσχημα, κατέστρεψαν την περιουσία μου και αναγκάστηκα να καταφύγω στη Ζάμπια—κι όλ’ αυτά επειδή δεν αγόρασα κάρτα. Δεν πρόκειται ν’ αγοράσω ούτε και τώρα». Αργότερα, κάποιο φιλικό μέλος της Ένωσης Νέων τον προειδοποίησε ότι θα πήγαιναν να τον πιάσουν, οπότε ο αδελφός και η οικογένεια του κατέφυγαν στη Μοζαμβίκη.

Εκτός από τα χτυπήματα κι άλλου είδους κακομεταχείριση, έκλεισαν επίσης επιχειρήσεις, δέσμευσαν τραπεζικούς λογαριασμούς, έγιναν κατασχέσεις περιουσιών, καταστράφηκαν ή κλάπηκαν σοδειές και πολλοί Μάρτυρες διώχτηκαν από την εργασία τους. Τι έκαναν οι αδελφοί; Έκαναν το μόνο πράγμα που μπορούσαν να κάνουν—εγκατέλειψαν τη χώρα.

Αυτή τη φορά οι περισσότεροι κατέφυγαν στη Ζάμπια. Πάνω από 19.000 έφτιαξαν ένα στρατόπεδο προσφύγων στη Σίντα Μιζάλε.

ΒΟΗΘΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ

Πολύ σύντομα άρχισε να φτάνει βοήθεια σ’ αυτούς τους αδελφούς. Ήρθε απ’ όλα τα μέρη της γης με τη μορφή χρημάτων, ρουχισμού, τροφίμων και άλλων ειδών. Οι αδελφοί της Ζάμπια γρήγορα προμήθευσαν χιλιάδες κιλά τροφίμων, κουβερτών και κλινοστρωμνών, γεωργικών εργαλείων και άλλα πράγματα. Φορτηγά γεμάτα με μουσαμάδες, κουβέρτες, φύλλα πλαστικού, φτυάρια, τσεκούρια και άλλα είδη ήρθαν από τη Νότια Αφρική και οι αδελφοί μας οδήγησαν 2.400 χιλιόμετρα (1.500 μίλια) ως τη Σίντα Μιζάλε για να παραδώσουν αυτά τα πράγματα. Αν και πέρασαν πολλές δυσκολίες, παρέδωσαν τα πράγματα κάτω από τη στοργική κατεύθυνση του Ιεχωβά. Συνολικά προσφέρθηκαν στους αδελφούς της Σίντα Μιζάλε πολλοί, πάρα πολλοί τόννοι τροφίμων, ρουχισμού, φαρμάκων και άλλων ειδών.

ΣΕ ΚΙΝΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΙ

Δυστυχώς, όμως αυτή η ανάπαυλα ήταν μόνο προσωρινή. Η κυβέρνηση της Ζάμπια με το πρόσχημα ότι θα μεταφέρει τους αδελφούς σε άλλο μέρος, πραγματικά τους έστειλε πίσω στη Μαλάουι. Εκεί ξανάρχισαν πάλι οι διωγμοί. Έτσι οι αδελφοί, για μια ακόμη φορά έφυγαν από την πατρίδα τους, αυτή τη φορά για το Μλαγκένι της Μοζαμβίκης, δυτικά της Μαλάουι.

Σύντομα στήθηκαν στη Μοζαμβίκη 12 στρατόπεδα προσφύγων όπου ζούσαν 34.000 άτομα. Αργότερα, το 1975, η κυβέρνηση της Μοζαμβίκης, επαναπάτρισε βίαια τους αδελφούς μας από το Μλαγκένι στη Μαλάουι. Από εκεί οι περισσότεροι ξαναπήγαν ανατολικά στη Μοζαμβίκη, όπου βρίσκονται πολλοί απ’ αυτούς μέχρι σήμερα.

Σ’ αυτό το σημείο πιστεύουμε ότι θα σας ενδιαφέρουν πολύ οι πείρες που θα μας αφηγηθούν ο Σύριλ και η Ίνα Λονγκ. Το 1972 που ξέσπασε ο διωγμός, ζούσαν στο Μπλαντάιρ της Μαλάουι. Οι αδελφοί αφηγούνται:

«Μια οικογένεια διέσχιζε μια γέφυρα πάνω από πλημμυρισμένα νερά όταν τους σταμάτησαν και τους ζήτησαν τις πολιτικές τους κάρτες. Όταν οι γονείς εξήγησαν γιατί δεν είχαν, πέταξαν τα παιδιά πάνω από το κιγκλίδωμα της γέφυρας στα μανιασμένα νερά κάτω. Ένα από τα παιδιά ήταν βρέφος έξι μηνών. Ευτυχώς τα μεγαλύτερα παιδιά μπόρεσαν να κολυμπήσουν κι έσωσαν και το μωρό. Με το χέρι του Ιεχωβά πάνω τους, σώθηκαν όλοι από το θάνατο.

«Έναν άλλο αδελφό τον χτύπησαν μέχρι αναισθησίας κι ύστερα τον περιέλουσαν με πετρέλαιο, του έβαλαν φωτιά και τον έκαψαν. Δυστυχώς, η γυναίκα του που ήταν έγκυος και τα έξι παιδιά του εξαναγκάστηκαν να παρακολουθήσουν όλη τη βάναυση διαδικασία».

ΠΑΡΟΧΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥΣ

Ο Αδελφός Λονγκ σκέφτηκε ότι κάτι έπρεπε να γίνει για να βοηθηθούν οι αδελφοί που ληστεύονταν και κακοποιούνταν. Έγιναν λοιπόν διευθετήσεις για μια μυστική συνάντηση για να πάρει τους φυγάδες αδελφούς και αδελφές και να τους μεταφέρει στα σύνορα. Με την πρώτη διαδρομή μεταφέρθηκαν περίπου 30 με δύο φορτηγάκια Φολκσβάγκεν. Μερικοί ήλθαν με ποδήλατα αλλά είδαν ότι δεν μπορούσαν να τα πάρουν κι έτσι τα πέταξαν στους θάμνους, πλάι στο δρόμο, γνωρίζοντας ότι δεν επρόκειτο να τα ξαναβρούν.

«Σ’ όλο το δρόμο», λέει η Ίνα, «υπήρχαν οδοφράγματα και κάθε φορά οι αδελφοί και οι αδελφές ξάπλωναν στο πάτωμα του αυτοκινήτου, σκεπασμένοι με κουβέρτες. Τον Σύριλ επειδή ήταν λευκός και ο μόνος που φαινόταν, τον άφηναν να περάσει χωρίς έρευνα. Στις τρεις η ώρα το πρωί έφτασαν ασφαλείς στο προσφυγικό στρατόπεδο στη Μοζαμβίκη.

«Λίγες μέρες αργότερα μας πλησίασε ο επίσκοπος περιοχής για να μας πει ότι υπήρχε επείγουσα ανάγκη για φάρμακα και κουβέρτες, αφού στο στρατόπεδο της Ζάμπια υπήρχαν σχεδόν 12.000 άνθρωποι που ζούσαν στο ύπαιθρο. Ήταν χειμώνας και πολλοί υπέφεραν από κρυολογήματα, διάρροια, πονόλαιμο και άλλα. Μερικοί ακόμη είχαν τραύματα, μώλωπες και άσχημα εγκαύματα από την κακομεταχείριση που είχαν υποστεί. Τι μπορούσαμε να κάνουμε για να τους βοηθήσουμε;

«Ύστερ’ από θερμή προσευχή στον Ιεχωβά, αποφασίσαμε να πλησιάσουμε ένα φαρμακοποιό και να αγοράσουμε φάρμακα. Αυτό βέβαια ήταν επικίνδυνο επειδή θα μπορούσε εύκολα να μας αναφέρει στις αρχές. Ωστόσο, τον πλησιάσαμε και του είπαμε την κατάσταση.

«Όπως αποδείχτηκε, ο φαρμακοποιός αυτός ήταν πολύ θυμωμένος γιατί η κυβέρνηση τον είχε αναγκάσει να απολύσει ένα από τους πιο έμπιστους υπαλλήλους του επειδή ήταν Μάρτυς του Ιεχωβά. Όχι μόνο λοιπόν δεν μας ανέφερε, αλλά και ήταν ευτυχής να μας βοηθήσει». Φανταστείτε την έκπληξη και τη χαρά του Σύριλ και της Ίνα Λονγκ, όταν ξαναγύρισαν την επόμενη μέρα για την παραγγελία τους και παρέλαβαν δυο τεράστια κιβώτια με φάρμακα δωρεάν για τους αδελφούς στο προσφυγικό στρατόπεδο! Όταν προσπάθησαν να πληρώσουν, ο φαρμακοποιός τους είπε: «Αυτό είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για τόσο πιστούς ανθρώπους που τους μεταχειρίστηκαν τόσο εξευτελιστικά».

Λίγο αργότερα, ο Σύριλ Λονγκ και ένας άλλος αδελφός έκαναν ένα νυχτερινό ταξίδι στο στρατόπεδο, αυτή τη φορά μ’ ένα φορτίο κουβερτών. Ο Αδελφός Λονγκ είπε: «Δάκρυα ήρθαν στα μάτια μου με το θέαμα που είδαμε: Μια ολόκληρη οικογένεια έξι ατόμων συνωστίζονταν κάτω από μια κουβέρτα, προσπαθώντας να ζεσταθούν ο ένας με τον άλλον μια αδελφή ήταν τόσο άσχημα χτυπημένη και καμένη με πυρωμένα ξύλα που δεν μπορούσε ούτε να ξαπλώσει. Έπρεπε να τη στηρίζουν με δεμάτια από χόρτα».

Για να κλείσουμε αυτή την αφήγηση, θέλουμε να σας πούμε μια ακόμη πείρα που πραγματικά συγκίνησε την Αδελφή Λονγκ. Επειδή η κυβέρνηση δέσμευσε όλους τους τραπεζικούς λογαριασμούς των αδελφών, κανείς δεν μπορούσε να αποσύρει χρήματα για να πληρώσει στα δημόσια μέσα μεταφοράς να φύγει. Λέει η αδελφή: «Μας πλησίασαν δυο αδελφοί και μας είπαν: ‘Μπορέσαμε και πήραμε τις οικονομίες μας πριν να τις δεσμεύσουν. Αγοράσαμε εισιτήρια για την οικογένεια μας και μας έμειναν αυτά τα χρήματα. Μπορείτε σας παρακαλούμε να δώσετε σε άλλους που τα χρειάζονται;’ Αυτοί οι αδελφοί είχαν χάσει τη δουλειά τους, αλλά η αδελφική τους αγάπη τους υποκίνησε να μοιραστούν με άλλους όσα είχαν μείνει, γνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά θα προμηθεύσει!»

Αναμφίβολα, καθώς ο Σύριλ και Ίνα Λονγκ θυμόνταν αυτό το περιστατικό, η πίστη τους στη στοργική φροντίδα του Ιεχωβά μεγάλωνε όλο και περισσότερο.

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΜΟΖΑΜΒΙΚΗ

Το 1975 κι ενώ τα προσφυγικά στρατόπεδα υπήρχαν ακόμη στη Μοζαμβίκη δυτικά της Μαλάουι, δημιουργήθηκε ένα πρόβλημα παρόμοιο με εκείνο που δοκίμαζαν στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία. (Πράξ. 6:1-6) Σχετιζόταν με τη διανομή των προμηθειών. Αποφασίστηκε ότι ο καλύτερος τρόπος για να τακτοποιηθεί αυτό ήταν η προσωπική επίσκεψη ενός αδελφού από το γραφείο τμήματος. Έτσι τον Φεβρουάριο του 1975, ο Κέιθ Ήτον, μέλος της Επιτροπής Τμήματος, ξεκίνησε για τα στρατόπεδα. Το να φτάσει εκεί δεν ήταν εύκολο. Το ταξίδι έπρεπε να γίνει ολόγυρα με αεροπλάνο. Πήγε από το Σάλισμπερυ στη Μπέιρα στην ανατολική ακτή της Μοζαμβίκης, όπου έμεινε τη νύχτα, κι επισκέφθηκε μερικούς αδελφούς εκεί. Στη συνέχεια πήγε στην Τέτε στον Ποταμό Ζαμπέζι και ύστερα στη Βίλα Κουτίνχο (σημερινή Ουλόνγκουε), όπου υπήρχαν τότε έξι προσφυγικά στρατόπεδα.

Ένας από τους λόγους που έκαναν δύσκολο να φτάσει κανείς σ’ αυτό τον προορισμό ήταν το γεγονός ότι η Μοζαμβίκη ήταν στις οδύνες της αλλαγής στην κυβέρνηση, από την Πορτογαλική μειονότητα στη μαύρη πλειονότητα. Έτσι το πέρασμα των συνόρων δεν ήταν εύκολο, ειδικά για τους ξένους της περιοχής.

Ωστόσο, με τη βοήθεια των αδελφών που τον περίμεναν στο αεροδρόμιο της Βίλα Κουτίνχο, ο Αδελφός Ήτον μπόρεσε να επισκεφθεί τα στρατόπεδα. Εκεί συζήτησε τα προβλήματα των αδελφών, άκουσε τις σπαρακτικές τους αφηγήσεις για την κατάστασή τους και έδωσε χρήσιμες συμβουλές. Χωρίς αμφιβολία, αυτή η προσωπική επαφή με τον εκπρόσωπο της Εταιρίας ενθάρρυνε πολύ τους αδελφούς.

ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΑ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ

Όταν τελικά οι αδελφοί εγκαταστάθηκαν στα στρατόπεδα στη Μιλάνκε της Μοζαμβίκης, ανατολικά της Μαλάουι, τακτοποιήθηκαν αρκετά καλά. Με τον καιρό όμως άρχισαν να δημιουργούνται προβλήματα.

Ξαφνικά, το 1976 μερικοί άρχισαν να ισχυρίζονται ότι είναι από το χρισμένο υπόλοιπο κι άρχισαν να κάνουν χωριστές συναθροίσεις από τις εκκλησίες. Συνιστούσαν αντιγραφικές διδασκαλίες. Ισχυρίζονταν ότι ήταν χρισμένοι, και ότι από το 1975 ο Ιεχωβά δεν πολιτευόταν πια με τις εκκλησίες μέσω των πρεσβυτέρων, αλλά μέσω αυτών των ατόμων.

Ένας από τους πρωτοστάτες βρέθηκε γυμνός από την αστυνομία κοντά στο Όρος Μλάνζε στα σύνορα της Μοζαμβίκης και τον έφεραν πίσω στα προσφυγικά στρατόπεδα της ανατολικής Μοζαμβίκης. Είπε στους οπαδούς του ότι, σαν τον Μωυσή, υπάκουσε στο κάλεσμα του Ιεχωβά ν’ ανεβεί στο βουνό και να πάρει οδηγίες. Δυστυχώς, αυτοί οι ψευτοδάσκαλοι που ισχυρίζονταν ότι είναι χρισμένοι κέρδισαν αρκετούς οπαδούς και η αποστασία σταμάτησε μόνο όταν αποκόπηκαν πάνω από 500. Αρκετοί απ’ αυτούς που πλανήθηκαν τελικά κατάλαβαν το λάθος τους, ξαναγύρισαν μετανοιωμένοι και αποκαταστάθηκαν στην εκκλησία.

Είμαστε ευτυχείς που δύο από τους υπεύθυνους αδελφούς για το έργο της Μοζαμβίκης μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα διαρκείας πέντε εβδομάδων της Γαλαάδ για τα μέλη Επιτροπής Τμημάτων. Αυτό βοήθησε πολύ στην παροχή καλής θεοκρατικής επισκόπησης του έργου στη χώρα.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΑΥΞΑΝΕΙ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Ας ξαναγυρίσουμε τώρα στη Ζιμπάμπουε. Καθώς η ένταση του πολέμου άρχισε να μεγαλώνει, μεγάλωναν και τα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι αδελφοί μας. Η ζωή έγινε πολύ ανήσυχη, και σε πολλές περιοχές η φυσιολογική ζωή ήταν αδύνατη. Πολλοί δεν ήξεραν τι θα τους φέρει η άλλη μέρα. Προσπαθήστε να βρεθείτε στη θέση της οικογένειας αυτού του αδελφού που έγραψε στην Εταιρία:

«Σας γράφω για να σας πω τι συνέβη στην οικογένειά μου, στη γυναίκα μου και στα πέντε παιδιά μου. Μόλις και γλίτωσαν το θάνατο ενώ εργάζονταν σε μια φυτεία αραβόσιτου. Στρατιώτες κι απ’ τα δύο στρατόπεδα άρχισαν να αλληλοπυροβολούνται από τις δυο πλευρές της φυτείας. Η οικογένεια μου έπεσαν στο έδαφος καθώς οι σφαίρες περνούσαν από πάνω τους. Βρέθηκαν μέσα στα διασταυρούμενα πυρά κι ωστόσο γλίτωσαν χωρίς να πάθουν το παραμικρό. Πιστεύω ότι αυτό οφείλεται στην προστασία του Ιεχωβά. Τα δέντρα γύρω από το σπίτι μου καταστράφηκαν από τα χτυπήματα των μπαζούκας, αλλά το σπίτι μου δεν καταστράφηκε».

Αυτός ο αδελφός μας λέει και για ένα άλλο πρόβλημα:

«Το βράδι ήρθαν στρατιώτες στο σπίτι μας. Μου έκαναν μερικές ερωτήσεις και εγώ τους είπα ότι είμαι Μάρτυς του Ιεχωβά. Ήθελαν να πάρουν τις κόρες μου για τη νύχτα. Οι κόρες μου αρνήθηκαν μόνες τους και είπαν ότι δεν πήγαιναν. Οι άντρες απείλησαν ότι θα τις σκοτώσουν αλλά τα κορίτσια συνέχισαν να αντιστέκονται. Είχαν στο νου τα λόγια του Ιησού στο Ματθαίος 10:28 και Αποκάλυψις 2:10, που τα είχαμε συζητήσει λίγο νωρίτερα στην οικογενειακή μας μελέτη. Τελικά οι άντρες αποφάσισαν να τις αφήσουν.

«Τα κορίτσια του κόσμου που δέχονταν να πάνε με τους στρατιώτες υφίσταντο σεξουαλική κακομεταχείριση. Είμαστε ευγνώμονες στον Ιεχωβά για τον τρόπο που εξακολουθεί να μας φροντίζει σ’ αυτούς τους επικίνδυνους καιρούς».

Δυστυχώς δεν ξέφυγαν τόσο εύκολα όλες οι νεαρές αδελφές μας. Ο Μάικλ Τσικάρα, περιοδεύων επίσκοπος, μας λέει τι πέρασε μια νεαρή αδελφή. Πρώτα τη χτύπησαν στο σαγόνι. Ύστερα «ενώ προσπαθούσε να συνέλθει από το χτύπημα, μερικοί άντρες την ακινητοποίησαν και τη βίασαν με αποτέλεσμα να έχει τώρα ένα παιδί».

Ο Αδελφός Τσικάρα μας λέει επίσης την πείρα που του διηγήθηκε μια αδελφή 17 ετών. Να πώς έχει η δική της εμπειρία: «Τέσσερις φορές με πήραν βίαια οι στρατιώτες και με χτύπησαν, δυο φορές της μιας παράταξης και δυο της άλλης.

«Την πρώτη φορά που με χτύπησαν δεν ήμουν βέβαιη ούτε αν θα επιζήσω. Κι ενώ συνερχόμουν από τα χτυπήματα, ήρθαν οι στρατιώτες της άλλης παράταξης στην περιοχή και πήραν όλα τα κορίτσια και τα ανάγκασαν να παρακολουθήσουν τις συγκεντρώσεις τους.

«Αυτή τη φορά ένας άντρας απαίτησε να απλώσω μια κουβέρτα στο έδαφος και να κοιμηθώ μαζί του. Έφυγα τρέχοντας και κλαίγοντας και ο άντρας με ακολούθησε. Μαζί του ήρθε κι ένας άλλος και προσπάθησαν να με αναγκάσουν να διαπράξω ανηθικότητα. Με χτύπησαν με τον υποκόπανο, αλλά καθώς έπεσα φώναζα τόσο δυνατά που τελικά με άφησαν. Ανακατεύτηκα μ’ ένα πλήθος ανθρώπων που ήταν εκεί κι αργότερα με το σκοτάδι μπόρεσα να φτάσω στο σπίτι κρυφά από εκείνους που με είχαν πιάσει.

«Λίγους μήνες αργότερα ήρθαν στην περιοχή μας άλλοι στρατιώτες και με πήραν μαζί με άλλα εννιά κορίτσια, λέγοντας ότι ήμαστε φίλες των στρατιωτών της άλλης παράταξης. Βέβαια, αυτό όσον αφορά εμένα ήταν ψέματα. Μας χτύπησαν όλες σε σημείο που δεν μπορούσαμε να κουνηθούμε για εβδομάδες. Συνολικά με χτύπησαν τέσσερις φορές».

Αυτή η καλή νεαρή αδελφή συνεχίζει να παραμένει πνευματικά ισχυρή αν και είναι η μόνη στην οικογένεια της που είναι στην αλήθεια.

ΑΠΑΓΩΓΕΣ—ΜΙΑ ΚΟΙΝΗ ΤΑΚΤΙΚΗ

Σε μερικές περιοχές έγινε κοινή τακτική να απάγονται παιδιά εφηβικής ηλικίας. Ομάδες στρατιωτών έφταναν στα μικρά χωριά και διέταζαν όλους να βγουν έξω στο ύπαιθρο. Στη συνέχεια κι ενώ οι ενήλικοι αναγκάζονταν να λένε τραγούδια, οι στρατιώτες μάζευαν αγόρια και κορίτσια μέσης εφηβικής ηλικίας. Σκοπός ήταν να πάρουν τα αγόρια για να τα εκπαιδεύσουν σαν στρατιώτες και τα κορίτσια για να υπηρετούν σαν μαγείρισσες και για ανήθικους σκοπούς. Μερικοί γονείς δεν ξαναείδαν τα παιδιά τους.

Μερικές φορές ακόμη και αδελφοί μας δοκίμασαν αυτή τη φοβερή εμπειρία. Ένας σκαπανέας αδελφός έγραψε τα εξής στην Εταιρία: «Πήραν την κόρη μου κι άλλους πέντε νέους. Και οι έξι ήταν αφιερωμένοι, βαφτισμένοι Μάρτυρες». Μερικοί Χριστιανοί αδελφοί μας είχαν τη θλιβερή πείρα να δουν τα παιδιά τους να επιστρέφουν, όχι σαν Μάρτυρες, αλλά σαν στρατιώτες εκπαιδευμένοι στην τέχνη του πολέμου. Αυτές οι περιπτώσεις, όμως, ήταν σπάνιες.

ΜΙΑ ΓΕΝΝΑΙΑ ΜΙΚΡΗ ΜΑΡΤΥΣ

Μια συγκινητική περίπτωση ήταν της Κάθρην Μπόνα, μιας 14χρονης αδελφής από τις Ανατολικές Περιοχές, που την απήγαγαν. Οι γονείς της (ο πατέρας της Μάικλ είναι σκαπανέας για πολλά χρόνια) αναρωτιόνταν αν θα τη ξανάβλεπαν. Φανταστείτε τη χαρά και την ανακούφιση τους όταν λίγες μέρες αργότερα, η Κάθρην ξαναγύρισε στο χωριό της σώα και αβλαβής.

«Τι σου έκαναν;» ρώτησαν την Κάθρην. «Τίποτα», είπε εκείνη.

«Και τι έκανες όσο καιρό ήσουν μακριά;»

«Τους μιλούσα για τον Ιεχωβά. Τους έκανα μαρτυρία».

Λίγες μέρες αργότερα εμφανίστηκε στο χωριό ο αρχηγός της στρατιωτικής ομάδας κι αναζήτησε τους γονείς του κοριτσιού. Οι γονείς ήταν πολύ επιφυλακτικοί ως προς το λόγο της επίσκεψης. Ωστόσο ο άντρας έκανε ειδικό ταξίδι στο χωριό για να επαινέσει τους γονείς για το πόσο καλά είχαν αναθρέψει την κόρη τους.

ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΜΕΝΑ ΧΩΡΙΑ

Επειδή όλο και περισσότερα χωριά γίνονταν «επικίνδυνες» περιοχές, και μερικά επίσης χρησιμοποιούνταν από τις δυνάμεις των ανταρτών σαν κρυψώνες και οχυρά, η κυβέρνηση άρχισε να μεταφέρει τους κατοίκους αυτών των χωριών σε περιφραγμένες περιοχές ή προστατευμένα χωριά, γνωστά στους ντόπιους σαν «καταφύγια». Μολονότι αυτό έγινε με σκοπό την προστασία του πληθυσμού, είχε όμως σαν αποτέλεσμα το να αφήνουν πίσω σπίτια, περιουσία, ζώα, σοδειές και όλα τους τα υπάρχοντα εκτός από λίγα που μπορούσαν να μεταφέρουν μαζί τους.

Ήδη από το 1973 ένας επίσκοπος περιοχής, ο Ρούμπιν Μπέτζα έγραψε: «Σχετικά με τις εκκλησίες Μουκουμπούρα, Μουζίνγκουα και Κιούτσι, οι κάτοικοι αυτών των περιοχών μεταφέρονται από την κυβέρνηση σ’ όποιο τόπο θέλει εκείνη να μείνουν. Μερικοί από τους αδελφούς μας δεν έχουν τώρα πια σπίτι εξαιτίας της μετακίνησης τους».

Μπορείτε να φανταστείτε τι σημαίνει να βρεθείτε ξαφνικά εσείς και η οικογένεια σας σε μια περιφραγμένη περιοχή και μόνο με τα εντελώς απαραίτητα. Ούτε σπίτι, ούτε υγιεινή—τίποτα, εκτός από το ύπαιθρο για να κοιμάστε. Πώς αντέδρασαν σ’ αυτό οι αδελφοί μας; Ο επίσκοπος περιοχής έγραψε στην έκθεση του: «Είναι ωστόσο πολύ ενθαρρυντικό που γνωρίζουμε ότι παρά τα εμπόδια οι αδελφοί κηρύττουν με ζήλο σε άλλους για τη Βασιλεία του Ιεχωβά σαν τη μόνη ελπίδα για την καταπιεσμένη ανθρωπότητα».

Είναι ενδιαφέρον να βλέπετε τη διαφορά στη στάση των ανθρώπων γενικά και των Μαρτύρων του Ιεχωβά προς αυτά τα «καταφύγια». Ενώ οι περισσότεροι θρηνούσαν για τα χαμένα τους υπάρχοντα, οι Μάρτυρες ήταν απασχολημένοι στο να προσαρμοστούν στη νέα τους κατάσταση. Μάλιστα, επειδή οι άνθρωποι ήταν τόσο κοντά συγκεντρωμένοι, οι αδελφοί το βρήκαν πολύ πιο εύκολο να τους πλησιάσουν με το άγγελμα της Βασιλείας!

Σ’ ένα τέτοιο καταφύγιο, οι ηλικιωμένες αδελφές ήταν πολύ ευτυχισμένες. Προηγουμένως δεν μπορούσαν να κάνουν βοηθητικό σκαπανικό λόγω των περιορισμών στην κυκλοφορία και του γεγονότος ότι οι άνθρωποι στον τομέα της εκκλησίας τους ήταν πολύ διασκορπισμένοι. Αλλά τώρα είπαν: «Τώρα όλοι οι άνθρωποι είναι πολύ κοντά, και μας είναι πολύ εύκολο να κάνουμε βοηθητικό σκαπανικό».

Φυσικά, αυτές οι μετακινήσεις του πληθυσμού και η τοποθέτηση του σε προστατευμένα χωριά, διέκοψε την οργανωτική φροντίδα μερικών εκκλησιών. Οι επίσκοποι περιοχής συχνά δεν ήξεραν αν οι εκκλησίες που επρόκειτο να επισκεφθούν θα ήταν εκεί όταν αυτοί θα έφταναν. Ωστόσο, όταν τα προστατευμένα χωριά καταργήθηκαν στο τέλος του πολέμου, οι αδελφοί σιγά-σιγά ξαναγύρισαν στα σπίτια τους και προσπάθησαν να συνεχίσουν την προηγούμενη ζωή τους. Μερικές εκκλησίες που δεν είχαν δεχτεί επίσκεψη από επίσκοπο περιοχής για δύο ή τρία χρόνια, υπηρετήθηκαν πάλι από τους περιοδεύοντες επισκόπους.

ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι στη διάρκεια του πολέμου έπρεπε να γίνουν αλλαγές για να αντιμετωπιστούν οι διαφορετικές περιστάσεις.

Μια διευθέτηση για να βοηθηθούν οι πρεσβύτεροι ήταν οι ειδικές συναθροίσεις να γίνονται μια φορά το χρόνο, να διεξάγονται σε κάθε περιοχή από τους επισκόπους περιοχής και περιφερείας, χρησιμοποιώντας ένα πρόγραμμα ετοιμασμένο από το γραφείο τμήματος. Αυτό το πρόγραμμα αφορούσε ιδιαίτερα τις ανάγκες των αδελφών εκείνο τον καιρό. Οι πρεσβύτεροι εκτίμησαν πάρα πολύ αυτή τη διευθέτηση κι αισθάνθηκαν ότι ήταν αυτό ακριβώς που χρειάζονταν για να τους βοηθήσει στο ποιμαντικό τους έργο κάτω απ’ αυτές τις αντίξοες συνθήκες. Όχι μόνο οι ίδιοι οι επίσκοποι, αλλά και αρκετοί άλλοι αδελφοί έγραψαν για να πληροφορήσουν την Εταιρία πόσο ωφελούνταν από την εκπαίδευση των πρεσβυτέρων.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η ειδική διευθέτηση, εκτός από την τακτική εκπαίδευση των πρεσβυτέρων μέσω της Σχολής της Διακονίας της Βασιλείας και τις ειδικές συναθροίσεις στις συνελεύσεις περιοχής, συνέβαλε πολύ στην ενότητα των αδελφών σ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου.

«ΔΕΣΤΕ ΤΟΝ Σ’ ΕΝΑ ΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΝ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ»

Μόλις είχε παρακολουθήσει μια απ’ αυτές τις ειδικές συναθροίσεις πρεσβυτέρων, ένας αδελφός αρκετά προχωρημένος στα χρόνια, ο Ιερεμίας Τσέζα, είχε μια εμπειρία. Ο Αδελφός Τσέζα ζει σε αγροτική περιοχή. Ο ίδιος αφηγείται:

«Μια ομάδα στρατιωτών με πήραν από το σπίτι μου τη νύχτα και με πήγαν στο δάσος· εκεί με ρώτησαν, ‘Που ήσουν το Σάββατο και την Κυριακή;’ Τους είπα ότι είχα πάει σε μια θρησκευτική συγκέντρωση. ‘Ξέρεις, γέρο, ότι αυτό είναι το τέλος σου; Έχουμε ήδη σκοτώσει ανθρώπους πιο σπουδαίους από σένα, παλιόσκυλο’. Ύστερα φώναξαν, ‘Ας τον σκοτώσουμε!’

«Ένας όμως απ’ αυτούς είπε, ‘Καλύτερα να του δέσουμε τα χέρια και τα πόδια σ’ ένα δέντρο και να τον αφήσουμε εκεί να πεθάνει μόνος του’. Αφού έφεραν ένα σχοινί, είπαν, ‘Πες μας τώρα τι προτιμάς—να πεθάνεις ή να πάψεις να λατρεύεις τον Θεό σου’.

«‘Ειλικρινά’, είπα, ‘δεν θέλω να σας ξεγελάσω λέγοντας ότι θα σταματήσω να λατρεύω. Λατρεύω μέρα-νύχτα’.

«Θυμωμένος τότε ένας φώναξε, ‘Δέστε τον σ’ ένα δέντρο κι ας πεθάνει εκεί’ Έτσι πέρασα όλη τη νύχτα δεμένος σ’ ένα δέντρο».

Την άλλη μέρα γύρω στο μεσημέρι, έτυχε να περνά ένας κυνηγός και είδε τον Αδελφό Τσέζα δεμένο στο δέντρο. Μολονότι ο κυνηγός συγκλονίστηκε και φοβήθηκε λίγο απ’ αυτό που είδε, είχε ωστόσο το θάρρος να ελευθερώσει τον αδελφό μας που στη συνέχεια πήγε στο σπίτι του. Και μετά τι έγινε; Η ιστορία του Αδελφού Τσέζα έχει και συνέχεια:

«Λίγες μέρες αργότερα οι στρατιώτες ήρθαν σπίτι μου θέλοντας να μάθουν πως ελευθερώθηκα από το δέντρο. Με πήραν στο δάσος και με ρώτησαν ποιος με ελευθέρωσε. Τους είπα ότι η απάντηση μου βρίσκεται στη Βίβλο, στον Ψαλμό 146:5-7. Δόθηκε εντολή να διαβαστούν αυτά τα εδάφια.

«Πέντε άτομα που διατάχτηκαν να ξαναδιαβάσουν τα εδάφια χτυπήθηκαν γιατί οι αρχηγοί νόμισαν ότι δεν τα διάβαζαν σωστά. Ήταν ενδιαφέρον ν’ ακούς τη συζήτησή τους. ‘Ποιος τον ελευθέρωσε;’ ‘Καλύτερα να τον αφήσουμε να φύγει’. ‘Είσαι τυχερός, γέρο’».

Τι ήταν εκείνο που ξαφνικά άλλαξε τα μυαλά των υποψήφιων φονιάδων; Τα εδάφια που διάβασαν λένε εν μέρει: «Μακάριος εκείνος, . . . του οποίου η ελπίς είναι επί Ιεχωβά τον Θεόν αυτού . . . Ο Ιεχωβά ελευθερώνει τους δέσμιους». (ΜΝΚ ) Ο Αδελφός Τσέζα ξαναγύρισε σπίτι ελεύθερος.

«Ο ΙΕΧΩΒΑ. . . ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΜΑΖΙ ΣΑΣ»

Αυτά ήταν τα λόγια μιας γυναίκας που δεν είναι Μάρτυς, σε μια πιστή αδελφή μας. Ποιος ήταν ο λόγος που την έκανε να πει αυτά τα λόγια; Ο Αδελφός Τάουζεν Τσαουάντα θα σας δώσει την απάντηση με μια πείρα που είχαν αυτός και η γυναίκα του καθώς εργάζονταν σε φυτείες τσαγιού στις Ανατολικές Περιοχές:

«Στις 23 Δεκεμβρίου 1976, ήρθε στο σπίτι μου στον περίβολο μια ομάδα στρατιωτών. Μερικοί στρατιώτες πήγαν σ’ όλα τα σπίτια για να συγκεντρώσουν τον κόσμο. Μας πήραν στην περιοχή του εργοστασίου και μας είπαν να καθήσουμε κυκλικά. Η γυναίκα μου κι εγώ ήμαστε οι μόνοι Μάρτυρες.

«Στη συνέχεια είπαν σ’ όλες τις γυναίκες να τραβηχτούν πίσω για να βλέπουν πώς θα σκοτώνονταν οι σύζυγοί τους. Η σύζυγός μου κι εγώ προσευχηθήκαμε δυνατά στον Ιεχωβά για προστασία. Καθώς η γυναίκα μου οπισθοχωρούσε, μια γυναίκα της είπε, ‘Εσείς είστε καλύτερα γιατί ο Ιεχωβά είναι ο Σωτήρας σας, και είναι πάντοτε μαζί σας’.

«Όταν παραμέρισαν οι γυναίκες, οι στρατιώτες είπαν στους άντρες: ‘Σας είπαμε να μη δουλέψετε αλλά εσείς δεν ακούσατε’. Αμέσως μετά, δυο στρατιώτες πυροβόλησαν με τα όπλα τους στους άντρες. Ύστερα οι στρατιώτες έφυγαν βιαστικά.

«Αμέσως οι γυναίκες έτρεξαν στους άντρες τους, χωρίς να ξέρουν αν είχαν σκοτωθεί ή όχι. Όταν η γυναίκα μου προσπάθησε να με σηκώσει, της είπα ότι ήμουν εντάξει, αλλ’ αυτή στην αρχή δεν με πίστευε. Όλες οι άλλες γυναίκες διαπίστωσαν ότι οι άντρες τους είχαν σκοτωθεί, και ξαναγύρισαν στον περίβολο. Αργότερα πήγα κι εγώ και τις βρήκα όλες συγκεντρωμένες στο σπίτι μας.

«Όταν έφτανα, η γυναίκα που προηγουμένως είχε μιλήσει για την προστασία του Ιεχωβά, έλεγε στη σύζυγο μου: ‘Σου το ’πα—ο Ιεχωβά είναι με τον άντρα σου. Να, είναι πίσω ζωντανός λόγω της προστασίας του Θεού!’»

ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΑΝΤΙΞΟΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Είμαστε ευτυχείς να πούμε ότι σ’ όλη τη διάρκεια αυτών των δύσκολων καιρών, μπορέσαμε να κάνουμε τις συνελεύσεις περιφερείας και περιοχής. Αυτό το καταφέραμε γιατί ως επί το πλείστον κάναμε τις συνελεύσεις στις πιο ασφαλείς περιοχές της χώρας. Μερικές φορές, οι αδελφοί από επικίνδυνες περιοχές χρειάστηκε να συναθροιστούν με τους συγχριστιανούς τους σε άλλη περιοχή. Αλλά τουλάχιστον είχαν το πρόγραμμα και διατηρήθηκαν πνευματικά ισχυροί.

Οι εκκλησιαστικές συναθροίσεις σε πολλά μέρη όμως αντιμετώπιζαν μεγαλύτερο πρόβλημα. Αυτό οφειλόταν κυρίως στους περιορισμούς των μετακινήσεων από τον ένα τόπο στον άλλο. Ο γιορτασμός της Ανάμνησης που πρέπει να γίνεται βράδι, μερικές φορές ήταν μεγάλο πρόβλημα. Συνήθως ο περιορισμός ήταν από το δειλινό μέχρι την αυγή, αν και μερικές φορές ήταν από τις 4 μ.μ. ως τις 9 π.μ. την επόμενη μέρα.

Μια καλή διευθέτηση για τη λύση αυτού του προβλήματος την Ανάμνηση, και ιδιαίτερα στις μικρές αγροτικές εκκλησίες, ήταν να πηγαίνουν όλοι οι αδελφοί στο σπίτι ενός αδελφού. Εκεί γιόρταζαν την Ανάμνηση του θανάτου του Χριστού στην κατάλληλη ώρα. Βέβαια, ύστερα δεν μπορούσαν να γυρίσουν σπίτι τους, γιατί με τους κανονισμούς της κυκλοφορίας δεν μπορούσαν να προχωρήσουν περισσότερο από μερικά μέτρα από το σπίτι του αδελφού. Έτσι περνούσαν το βράδι ψέλνοντας ύμνους της Βασιλείας και λέγοντας πείρες. Ύστερα, το επόμενο πρωί γύριζαν στα σπίτια τους, ευτυχείς που μπόρεσαν να υπακούσουν στην εντολή του Ιησού να συναθροίζονται γι’ αυτή την τόσο σπουδαία περίπτωση.—1 Κορ. 11:23, 24.

ΒΟΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ

Πραγματικά, αυτές οι ειδικές διευθετήσεις για την Ανάμνηση, μαζί με άλλες εκκλησιαστικές συναθροίσεις, βοήθησαν πολύ τους ενδιαφερόμενους αυτών των περιοχών, καθώς και τους ίδιους τους αδελφούς. Οι ενδιαφερόμενοι δίσταζαν να παρακολουθούν φανερά τις συναθροίσεις από φόβο για ξυλοδαρμό ή άλλη κακομεταχείριση. Φαίνεται όμως ότι ενθαρρύνθηκαν από την ιδέα της παραμονής όλη τη νύχτα.

Ένας αδελφός από μια εκκλησία 13 Μαρτύρων έγραψε στο γραφείο για να πει πόσο είχαν συγκινηθεί με τους 106 που παρακολούθησαν τη γιορτή της Ανάμνησης—πάνω από 90 περισσότεροι από τους ευαγγελιζόμενους!

Ένας άλλος αδελφός, ο Μάικλ Μαφάρα που εκείνο τον καιρό υπηρετούσε σαν ειδικός σκαπανέας, είχε ένα μοναδικό τρόπο να ξεπερνά το πρόβλημα του περιορισμού στην κυκλοφορία και να βοηθάει τους ενδιαφερόμενους. Στην περιοχή του οι περιορισμοί ήταν πολύ αυστηροί. Η κυκλοφορία έξω από το σπίτι επιτρεπόταν μόνο από το μεσημέρι ως τις 2 μ.μ. κάθε μέρα. Οι αδελφοί της εκκλησίας ήταν διασκορπισμένοι σε τρεις ομίλους και ο μόνος τρόπος διακίνησης ήταν με τα πόδια. Τι μπορούσε να γίνει;

Ο Αδελφός Μαφάρα είχε μια ιδέα. Καθόρισε τρία σπίτια όπου θα μπορούσαν να γίνουν συναθροίσεις. Στο διάστημα των δύο ωρών ελεύθερης κυκλοφορίας, όλοι οι αδελφοί και οι αδελφές πήγαιναν σ’ ένα απ’ αυτά τα σπίτια. Εκεί έμεναν μέχρι το μεσημέρι της άλλης μέρας, οπότε γύριζαν στα σπίτια τους. Την επόμενη μέρα συνάθροισης, όλοι πήγαιναν σ’ ένα από τα άλλα σπίτια και ούτω καθεξής. Αυτό τους έδινε πολλές ώρες συνάθροισης και συντροφιάς και πνευματικής αλληλοενίσχυσης.

Ως προς τα αποτελέσματα, ο Αδελφός Μαφάρα γράφει: «Όταν επισκέφθηκα αυτούς τους ομίλους, διαπίστωσα ότι ακόμη και ενδιαφερόμενοι είχαν έρθει και μείνει όλη τη νύχτα για να παρακολουθήσουν τις συναθροίσεις. Αν και στην εκκλησία υπήρχαν μόνο 13 ευαγγελιζόμενοι, στη διάρκεια της απαγόρευσης της κυκλοφορίας η παρακολούθηση έφτασε στους 21—περισσότεροι απ’ όσους ήταν πριν να επιβληθεί η απαγόρευση».

«ΩΣ ΣΚΕΠΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ»

Ο προφήτης Ησαΐας μίλησε για εκείνους που θα υπηρετούσαν σαν ποιμένες και επίσκοποι στην ορατή οργάνωση του Ιεχωβά. Τους παρομοίασε «ως σκέπη από του ανέμου και ως καταφύγιον από της τρικυμίας». (Ησ. 32:2) Οι πιστοί περιοδεύοντες επίσκοποι μας αποδείχτηκαν ακριβώς αυτό, όλα τα χρόνια του πολέμου.

Θαρραλέα υπέμεναν κάθε είδους δυσκολίες για χάρη των αδελφών τους. Μερικοί περπατούσαν επί μέρες μέσα από δάση, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας βουνά, περνώντας επικίνδυνα ποτάμια, διανυχτερεύοντας τη νύχτα στο ύπαιθρο—όλ’ αυτά για να φτάσουν σ’ απομονωμένες εκκλησίες κι ευαγγελιζόμενους, για να τους ενθαρρύνουν να παραμείνουν ισχυροί στην πίστη.

Για να καταλάβετε καλύτερα, θα θέλαμε να σας αφηγηθούμε την πείρα ενός από τους επισκόπους περιοχής, του Ησαΐα Μακόρε. Αυτός, μαζί μ’ έναν άλλο αδελφό, τον Όμπετ Σοσέ, ταξίδεψαν 128 χιλ. (80 μίλια) με ποδήλατο σ’ ένα απομακρυσμένο κι επικίνδυνο μέρος της χώρας για να επισκεφθούν τρεις πολύ μικρές εκκλησίες της περιοχής. Καθώς γύριζαν τους έπιασαν «οι αγωνιστές της ελευθερίας». Αλλά ας ακούσουμε την ιστορία από τον ίδιο τον επίσκοπο περιοχής:

«Όταν είχαμε ταξιδέψει περίπου δεκατέσσερα χιλιόμετρα (εννιά μίλια), είδαμε ξαφνικά άντρες με όπλα να μας φωνάζουν μέσα από το δάσος. Σταματήσαμε και πήγαμε με τα ποδήλατά μας εκεί που ήταν. Μας πήραν αμέσως τα καινούργια ρολόγια μας, τα χρήματα και μερικά άλλα πράγματα. Στα χρήματα που είχα ήταν και εκείνα που μου είχαν δώσει οι εκκλησίες που είχα μόλις επισκεφθεί, για συνεισφορά τους στην Εταιρία.

«Ταυτόχρονα, μας ρωτούσαν ποιοι είμαστε και τι κάναμε εκεί. Φαίνεται ότι υποπτεύονταν ότι ήμαστε πράκτορες ή υπάλληλοι της κυβέρνησης. Χωρίς να ξέρουμε τι μας περιμένει, προσευχήθηκα στον Ιεχωβά για βοήθεια, ιδιαίτερα στο να μη συμβιβαστούμε. Αργότερα ο Αδελφός Σοσέ μου είπε ότι είχε κάνει το ίδιο.

«Τελικά μπορέσαμε να πείσουμε αυτούς τους άντρες ότι ήμαστε Μάρτυρες του Ιεχωβά και θρησκευτικοί λειτουργοί. Δοκίμασα μεγάλη έκπληξη όταν μας γύρισαν όλα τα χρήματα που μας είχαν πάρει, αν και κράτησαν τα ρολόγια μας κι ένα-δυο άλλα πράγματα.

«Στη συνέχεια μας είπαν ότι μπορούσαμε να φύγουμε, και ήμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε όταν ακούσαμε τον ήχο ενός στρατιωτικού αυτοκινήτου που πλησίαζε. Η μάχη είχε αρχίσει! Αμέσως ξαπλώσαμε στο έδαφος ενώ οι σφαίρες περνούσαν πάνω μας σε κάθε κατεύθυνση. Ευτυχώς, γλιτώσαμε σώοι και αβλαβείς και συνεχίσαμε με τα ποδήλατα μας για τα 127 χιλιόμετρα επιστροφής στη βάση μας».

ΥΠΟΜΕΝΟΝΤΑΣ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ

Μερικοί από τους περιοδεύοντες επισκόπους μας, καθώς και αδελφοί και αδελφές, βασανίστηκαν σκληρά. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο Τζων Χουνγκούκα. Γενικά, η ουδέτερη στάση των Μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν γνωστή και σεβαστή. Σ’ αυτή την περίπτωση όμως, φαίνεται ότι η σταθερή στάση του Τζων σαν Μάρτυρα του Ιεχωβά ήταν εκείνη που υποκίνησε την τρομερή κακομεταχείριση του αδελφού. Ο ίδιος αφηγείται:

«Περπατούσα πηγαίνοντας για την επόμενη εκκλησία. Στο δρόμο συνάντησα έναν αδελφό που επρόκειτο να με συνοδεύσει. Μόλις συναντηθήκαμε, μας περικύκλωσαν ξαφνικά στρατιώτες. Είχαν μαζί τους ένα ηλεκτρικό μηχάνημα που το χρησιμοποιούσαν για να βασανίζουν ανθρώπους να αποκαλύψουν πληροφορίες σχετικά με την αντίθετη παράταξη.

«Ο Αδελφός Μουκουάμπο ήταν ο πρώτος που υποβλήθηκε σ’ αυτό το βασανιστήριο. Του έκαναν επανειλημμένα ηλεκτροσόκ στο σώμα καθώς προσπαθούσαν να του αποσπάσουν πληροφορίες που δεν είχε. Ενώ συνέβαιναν αυτά, εμένα με διέταξαν να σταθώ με την πλάτη μου γυρισμένη προς αυτούς για να μην βλέπω τι γινόταν. Τότε προσευχήθηκα σιωπηλά στον Ιεχωβά και του ζήτησα να μας βοηθήσει να κρατήσουμε σταθερά την πίστη μας. Ο Αδελφός Μουκουάμπο τελικά έπεσε αναίσθητος.

«Στη συνέχεια με ανέκριναν. Όταν έμαθαν ότι είμαι Μάρτυς του Ιεχωβά, ένας στρατιώτης άρχισε να μου κάνει ηλεκτροσόκ μέχρι που έπεσα αναίσθητος. Όταν συνήλθα, άρχισαν πάλι να με ανακρίνουν. Επανέλαβα την ουδέτερη στάση μου. Φαίνεται ότι κάθε φορά που ανέφερα τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, ο θυμός τους μεγάλωνε.

«Στη συνέχεια με ξέντυσαν κι εφάρμοσαν το μηχάνημα τους στα ιδιαίτερα μου σημεία, ξανακάνοντας μου ηλεκτροσόκ. Ύστερα με απείλησαν ότι θα με σκοτώσουν αν έλεγα τι μου είχαν κάνει, και μ’ άφησαν να φύγω. Με τη βοήθεια του Αδελφού Μουκουάμπο μπόρεσα να φτάσω στο σπίτι του. Την άλλη μέρα οι αδελφοί με έβαλαν σ’ ένα λεωφορείο για τη Μουτάρε, όπου είχα ιατρική περίθαλψη».

Πώς αισθάνεται ο Τζων Χουνγκούκα γι’ αυτή την ταλαιπωρία του; «Δεν αμφέβαλα για την προστασία του Ιεχωβά σ’ όλο αυτό το διωγμό. Αντίθετα, ένιωσα κοντά του περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Ήμουν αποφασισμένος να συνεχίσω να επισκέπτομαι τους αδελφούς σ’ αυτή την περιοχή παρά τα προβλήματα». Κι αυτό ακριβώς έκανε, γιατί την επόμενη εβδομάδα ξαναπήγε στην ίδια περιοχή συνεχίζοντας το έργο του περιοχής.

ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑΣ

Ενώ η πίστη των Αφρικανών αδελφών μας, ιδιαίτερα των αγροτικών περιοχών, δοκιμαζόταν σκληρά, μερικοί λευκοί αδελφοί μας έπρεπε ακόμη να υπερασπίζουν την πίστη τους μπροστά σε δικαστήρια. Τώρα μάλιστα ήταν πολύ περισσότεροι, γιατί η ηλικία των στρατεύσιμων είχε φτάσει στα 50 χρόνια.

Αυτό βέβαια από μια άποψη ήταν καλό γιατί αυτοί οι μεγαλύτεροι αδελφοί, που πολλοί απ’ αυτούς ήταν πρεσβύτεροι, ήταν σε καλύτερη θέση να μιλήσουν θαρραλέα για την αφοσίωσή τους στη Μεσσιανική Βασιλεία, και πολλές φορές έδωσαν καλή μαρτυρία. Για παράδειγμα, ο Γκόρντον Χάιν είπε με ευγένεια, αλλά και σταθερά, στο Συμβούλιο Απαλλαγής: «Μπορείτε να με στήσετε σ’ αυτό τον τοίχο και να με εκτελέσετε, αλλά δεν πρόκειται να συμβιβάσω τη στάση μου προς τον Ιεχωβά και τη Βασιλεία του».

Ένας άλλος που είχε την ευκαιρία να δώσει καλή μαρτυρία στο Συμβούλιο Απαλλαγής ήταν ο Κουζ ντε-Γουέτ. Παρά το γεγονός ότι αυτός ο αδελφός παρουσίασε τη Γραφική του στάση πολύ καθαρά και έντονα, το Συμβούλιο απέρριψε την αίτηση του για απαλλαγή. Ο Αδελφός ντεΓουέτ αναφέρει τι συνέβη:

«Αφού πήραν την απόφαση να μη με απαλλάξουν, ο Διοικητής της Ασφάλειας Αντρών ήρθε να με πληροφορήσει ιδιαίτερα για την απόφαση τους. Καθώς μιλούσαμε του επέστησα την προσοχή στο γεγονός ότι ούτε ένας μάρτυς του Ιεχωβά δεν ήταν ανάμεσα σ’ εκείνους που πολεμούσαν εναντίον αυτής της χώρας. Απάντησε ότι το γνώριζε αυτό. ‘Και γιατί το γνωρίζετε αυτό;’ ρώτησα και πρόσθεσα, ‘Επειδή οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σ’ αυτές τις χώρες γύρω μας κρατούν ακριβώς την ίδια στάση που κράτησα κι εγώ μπροστά σας σήμερα’.

«Ο διοικητής τότε παραδέχτηκε ότι αν κι έβλεπε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά σαν πληγή, με τα χρόνια έφτασε να καταλάβει ότι είχαν την πιο επιθυμητή θρησκεία».

Η ΟΥΔΕΤΕΡΗ ΣΤΑΣΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΛΑΤΙΑ ΓΝΩΣΤΗ

Τώρα ήταν σαφές σ’ ολόκληρη τη χώρα ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν ήταν με καμιά παράταξη. Οι αδελφοί μας στις κοινοτικές περιοχές μπορούν να το πιστοποιήσουν πολύ καλά.

Η ακόλουθη πείρα συνέβη το 1978. Είχε γίνει μια ανακοίνωση σχετικά με τη Συνέλευση Περιφερείας με θέμα «Νικηφόρος Πίστις». Οι αδελφοί στην περιοχή Χουρούνγκουε ήθελαν να παρακολουθήσουν τη συνέλευση, αλλά για να μπορέσουν έπρεπε να νοικιάσουν λεωφορείο. Αλλά ας αφήσουμε τον Ντέιβιντ Μουπφουρουρίβα να μας πει τα περιστατικά. Τότε ήταν επίσκοπος περιφερείας και τώρα υπηρετεί μαζί με τη σύζυγο του Μπέττυ σαν ειδικός σκαπανέας.

«Αυτή τη συγκεκριμένη περιοχή την έλεγχαν οι ‘αγωνιστές της ελευθερίας’ και μαζί έλεγχαν και τη χρήση λεωφορείων προς και από την περιοχή. Κανείς δεν μπορούσε να νοικιάσει λεωφορείο ή ακόμη και να φύγει από την περιοχή χωρίς την άδεια των ‘αγωνιστών της ελευθερίας’. Αλλά κι αν δινόταν η άδεια, υπήρχαν ακόμη προβλήματα. Γιατί; Γιατί στο δρόμο γίνονταν έλεγχοι από τις δυνάμεις ασφάλειας της κυβέρνησης, που ήξεραν ότι ένα λεωφορείο μπορούσε να ξεκινήσει μόνο αν είχε άδεια από τους αντάρτες. Έτσι αυτά τα λεωφορεία θεωρούνταν ύποπτα και τα έψαχναν εξ ολοκλήρου, ακόμη και τις αποσκευές και τα δέματα, για βόμβες ή άλλα φονικά όπλα.

«Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, έφτασαν πληροφορίες στον αρχηγό των ‘ελεύθερων αγωνιστών’ ότι οι Μάρτυρες προσπαθούσαν να νοικιάσουν λεωφορείο. Έστειλε τότε μερικούς στον ιδιοκτήτη του λεωφορείου να ρωτήσουν αν αυτό ήταν αλήθεια. Αυτός τους είπε ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήθελαν να νοικιάσουν το λεωφορείο, αλλά αυτός δεν είχε αποφασίσει. Ο αρχηγός ενημερώθηκε γι’ αυτά. Όπως έμαθαν οι αδελφοί, η συζήτηση έγινε κάπως έτσι:

«’Αρχηγέ, ήξερες ότι οι άνθρωποι που θα νοίκιαζαν το λεωφορείο είναι Μάρτυρες του Ιεχωβά;’ ‘Ναι’, ήταν η απάντηση. ‘Τότε γιατί δεν μας το ’πες πιο πριν! Δεν θα χάναμε το χρόνο μας να τους ελέγχουμε. Ξέρεις ότι αυτοί είναι ουδέτεροι στα πολιτικά. Δεν αποτελούν απειλή για μας. Μάλιστα, εγώ νιώθω καλύτερα ανάμεσα τους παρά μεταξύ μας. Θα τους αφήσουμε να νοικιάσουν το λεωφορείο’.

«Αργότερα, απευθυνόμενος στους αδελφούς, ο οδηγός του λεωφορείου είπε: ‘Εσείς υποστηρίζεστε από τον Ιεχωβά! Άλλες εκκλησίες προσπάθησαν να νοικιάσουν λεωφορεία αλλά τους αρνήθηκαν και οι «αγωνιστές της ελευθερίας» και οι δυνάμεις ασφάλειας’».

ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΕΜΠΟΔΙΟ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΕΡΝΙΚΗΘΕΙ

Οι αδελφοί ξεκίνησαν και κατευθύνθηκαν για το Τσινχόι και τη συνέλευση περιφερείας. Λίγο αργότερα έπεσαν στον έλεγχο. Αυτή τη φορά ήταν οι δυνάμεις ασφάλειας. Όλοι διατάχτηκαν να βγουν από το λεωφορείο και ν’ ανοίξουν τις αποσκευές και τα δέματά τους. Μόλις οι αδελφοί άρχισαν να το κάνουν αυτό, ένας στρατιώτης ρώτησε από που έρχονταν και που πήγαιναν. Ένας αδελφός είπε: «Είμαστε Μάρτυρες του Ιεχωβά και πηγαίνουμε στο Τσινχόι για τη θρησκευτική μας συνέλευση».

«Είστε όλοι Μάρτυρες του Ιεχωβά;» ρώτησε ο στρατιώτης.

«Μάλιστα, κύριε», απάντησε.

«Τότε φορτώστε τις αποσκευές σας και πηγαίνετε στη συνέλευση σας».

Καθώς έμπαιναν στο λεωφορείο, άκουσαν την ακόλουθη συνομιλία ανάμεσα σε δύο στρατιώτες:

«Ε, γιατί αφήνεις αυτό το λεωφορείο να φύγει;»

«Είναι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι πιο ειρηνικοί άνθρωποι που μπορείς να συναντήσεις. Δεν υπάρχει λόγος να χάνουμε χρόνο μαζί τους».

Παρεμπιπτόντως, σχετικά μ’ αυτή τη συνέλευση, οι «αγωνιστές της ελευθερίας» της περιοχής ειδοποίησαν τους αδελφούς να μην ανησυχούν γιατί δεν επρόκειτο να ενοχληθεί η συνέλευση. Και πραγματικά, έτσι κι έγινε.

ΟΙ ΠΙΟ ΣΚΟΤΕΙΝΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Τώρα μπαίναμε στις πιο δύσκολες μέρες του πολέμου. Πουθενά, σε κανένα τόπο δεν υπήρχε ασφάλεια. Καθώς οι κυβερνητικές δυνάμεις πιέζονταν όλο και περισσότερο, το πεδίο της μάχης μπορούσε να είναι οπουδήποτε στη χώρα—σε πόλη ή στις αγροτικές περιοχές. Στις αρχές του 1978, βόμβες και χειροβομβίδες ρίχνονταν σε μικρές και μεγάλες πόλεις. Μια βόμβα εξερράγη στην πρωτεύουσα δίπλα σ’ ένα από τα κτίρια Γούλγουορθ, σκοτώνοντας και ακρωτηριάζοντας αρκετούς ανθρώπους. Στη Μουτάρε μια γυναίκα μπήκε σ’ ένα πολυώροφο κατάστημα με μια χειροβομβίδα δεμένη στο πόδι της. Η χειροβομβίδα εξερράγη σκοτώνοντας κι αυτή και άλλους.

Εξαιτίας όλων αυτών, εφαρμόστηκαν πάρα πολύ αυστηρά μέτρα. Δεν μπορούσατε να μπείτε σε κατάστημα χωρίς έρευνα. Οι αγροτικοί χαλικόστρωτοι δρόμοι γέμισαν με νάρκες και τα ταξίδια στους περισσότερους μεγάλους δρόμους επιτρεπόταν μόνο σε φάλαγγα με την προστασία του στρατού και στο φως της ημέρας.

ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΝΤΑΙ

Όλ’ αυτά φυσικά επηρέασαν πολύ τη δράση των εκκλησιών, που σε πολλά μέρη σταμάτησε. Οι επίσκοποι περιοχής διαπίστωναν ότι δεν μπορούσαν να φτάσουν σε μερικές από τις εκκλησίες της περιοχής τους. Σε μια προσπάθεια να ξεπεραστεί αυτό, διορίστηκαν υπεύθυνοι ντόπιοι αδελφοί για να κάνουν ό,τι μπορούσαν για να έρθουν σε επαφή μ’ αυτές τις εκκλησίες. Το ότι ήταν ντόπιοι, τους έκανε να πλεονεκτούν από τους περιοδεύοντες επισκόπους που συχνά ήταν ξένοι στην περιοχή.

Παρά τη διευθέτηση αυτή, μερικές εκκλησίες είχαν αποξενωθεί τόσο πολύ, ώστε τίποτα δεν ακούστηκε γι’ αυτές επί δύο ή τρία χρόνια. Στο γραφείο τμήματος έφτασαν ειδήσεις ότι ολόκληρες εκκλησίες αναγκάστηκαν να φύγουν από τα σπίτια τους, και να ζήσουν σε σπηλιές στους λόφους, ώσπου να μπορέσουν να γυρίσουν πίσω με ασφάλεια.

Αυτές οι συνθήκες φυσικά, είχαν αρκετή επίδραση και στις εκθέσεις που έπαιρνε η Εταιρία. Πραγματικά, υπήρξε μια σταθερή πτώση στον αριθμό των ευαγγελιζόμενων, κατά μέσο όρο, από 12.127 το 1976 σε 10.087 το 1981. Μεγάλο ρόλο σ’ αυτό έπαιξαν οι συνθήκες που υπήρχαν εκείνο τον καιρό.

Μόλις μπόρεσαν, οι επίσκοποι περιοχής άρχισαν να έρχονται σε επαφή μ’ αυτές τις «χαμένες» εκκλησίες. Μια πολύ ενθαρρυντική έκθεση ήρθε από τον Τζων Χουνγκούκα. Ο αδελφός έγραψε:

«Αυτοί οι αδελφοί και οι αδελφές δεν δέχτηκαν επίσκεψη από επίσκοπο περιοχής για δύο χρόνια, λόγω των πολεμικών συνθηκών. Είναι ενθαρρυντικό να ακούμε πώς αντιμετώπισαν τα προβλήματα. Οι γονείς ήταν σταθεροί στο να προστατεύουν τα παιδιά τους από εκφοβισμό, βία και από τους ένοπλους βιαστές. Ακουλουθούσαν τις υψηλές ηθικές αρχές της Βίβλου. Ακόμη συμπεριφέρονται σαν Μάρτυρες του Ιεχωβά παρά το ότι είχαν χωριστεί από άλλους για δύο τουλάχιστον χρόνια».

Ο Αδελφός Χουνγκούκα συνεχίζοντας λέει ότι μερικοί έγιναν αδρανείς στη διάρκεια εκείνου του καιρού και μερικοί συμβιβάστηκαν στην ουδέτερη στάση τους από φόβο. Πόσο συγκινητικό ήταν όμως να ξέρουμε ότι μέχρι τώρα οι περισσότεροι αδελφοί μας πέρασαν όλες αυτές τις δοκιμασίες χωρίς να παραβιάσουν την αφιερωμένη τους σχέση με τον Ιεχωβά!

ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΗΚΑΝ ΣΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ

Καθώς αναπολούμε αυτά τα τόσο δύσκολα χρόνια, ένα πράγμα φαίνεται καθαρά. Οι αφοσιωμένοι δούλοι του Ιεχωβά ‘τον εμπιστεύτηκαν μ’ όλη τους την καρδιά’, κι αυτός, με τη σειρά του, τους έδωσε την προστασία του και τους βοήθησε να υπομείνουν. (Παρ. 3:5) Η αφήγηση μερικών πειρών θα μας εντυπώσει αυτό το γεγονός.

Σκεφτείτε την κατάσταση του Έρικ και της Τζέην Χιτζ που μεγάλο μέρος αυτού του χρονικού διαστήματος υπηρετούσαν στο έργο περιοχής για τις Αγγλόφωνες εκκλησίες. Παρακαλούμε μην ξεχνάτε ότι ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια του πολέμου οι περισσότεροι από τους κύριους δρόμους μπορούσαν να περαστούν μόνο με φάλαγγα οχημάτων και πολλοί από τους χαλικόστρωτους δρόμους ήταν γεμάτοι από νάρκες. Ακόμη, διάφορες συμμορίες μπορούσαν να εμφανιστούν κάθε στιγμή.

Ο Αδελφός και η Αδελφή Χιτζ λοιπόν, έπρεπε να ταξιδεύουν σε πολλούς απ’ αυτούς τους δρόμους. Και παρά τις πιέσεις, ήταν αποφασισμένοι να μην οπλοφο-ρούν για προστασία· μάλλον, εμπιστεύονταν στον Ιεχωβά. Ο Αδελφός Χιτζ λέει: «Συχνά μας έλεγαν ότι ήμαστε τρελοί που ταξιδεύαμε σε ορισμένους δρόμους και ότι δεν θα βγαίναμε ζωντανοί. Αλλά ο Ιεχωβά μάς προστάτευε. Το στοργικό ενδιαφέρον των αδελφών που επισκεπτόμαστε εκείνο τον καιρό ήταν εξαιρετικό και μας έκανε να νιώθουμε ότι άξιζε τον κόπο».

Η Αδελφή Χιτζ αφηγείται ότι μια φορά, για κάποιο λόγο, έφυγαν από μια εκκλησία μια μέρα αργότερα από την καθορισμένη. Την άλλη μέρα καθώς ταξίδευαν, είδαν τα απανθρακωμένα αυτοκίνητα μιας φάλαγγας που είχε υποστεί επίθεση. Αν είχαν ταξιδέψει την προηγούμενη μέρα όπως σκόπευαν, θα ήταν στη φάλαγγα. «Αυτή ήταν μόνο μια από πολλές παρόμοιες πείρες», προσθέτει η αδελφή.

Αυτό το πιστό ζευγάρι αργότερα πήγε στη Σχολή Γαλαάδ και τώρα απολαμβάνουν το ιεραποστολικό τους έργο στην Ελβετία.

Ένα άλλο παράδειγμα πλήρους εμπιστοσύνης στον Ιεχωβά ήταν αυτό του Στήβεν Γκούμπο. Αυτός και η σύζυγός του Γκλάντυς υπηρετούν τώρα στο Μπέθελ. Ενώ έκαναν έργο ειδικού σκαπανέα, ο αδελφός είχε την ίδια πείρα βασανισμού με ηλεκτρικό μηχάνημα όπως και ο Τζων Χουνγκούκα. «Όταν εφαρμόσουν πάνω σου αυτό το μηχάνημα», λέει ο αδελφός, «είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να κάνεις οτιδήποτε, να πεις ψέματα, να συμβιβαστείς, οτιδήποτε για ν’ απαλλαγείς από το φρικτό πόνο. Μόνο με τη δύναμη του Ιεχωβά μπόρεσα ν’ αντέξω και να παραμείνω πιστός σ’ αυτόν». Ο Αδελφός Γκούμπο είπε ότι άλλοι είχαν πεθάνει απ’ αυτήν τη μεταχείριση.

ΕΛΠΙΔΑ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ, ΜΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΕΓΚΑΡΤΕΡΗΣΗ

Μολονότι υπάρχουν πολλά παραδείγματα της προφανούς θαυματουργικής προστασίας και απελευθέρωσης του Ιεχωβά από βέβαιο θάνατο, δεν σημαίνει ότι ο θάνατος θ’ αποφεύγεται πάντοτε. Μερικές φορές ‘η πιστότητα μέχρι θανάτου’ είναι το μέσον με το οποίο αποδείχνουμε την οσιότητά μας στον Ιεχωβά κι έτσι εξασφαλίζουμε «τον στέφανον της ζωής» μέσω ανάστασης.—Ιακ. 1:12.

Ήταν λυπηρό και συγχρόνως ενθαρρυντικό να διαβάσει κανείς το γράμμα ενός πολύ πιστού αδελφού, του Τέμπε Μτσίβα που έχει εναποθέσει την εμπιστοσύνη του στον Ιεχωβά με σταθερή πεποίθηση στην ανάσταση. Ο αδελφός έχασε τρεις γιους εξαιτίας του πολέμου. Δύο απ’ αυτούς σκοτώθηκαν ύστερα από επίθεση στο αυτοκίνητό τους και ο τρίτος, ο Αμπούττε, ένας νέος αδελφός που υπηρετούσε στο έργο περιοχής δολοφονήθηκε ενώ πήγαινε με το ποδήλατό του από μια εκκλησία σε άλλη. Απ’ όσα γνωρίζουμε, ήταν ο μόνος Μάρτυς του Ιεχωβά που σκοτώθηκε στη διάρκεια του πολέμου επειδή ήταν Μάρτυς.

Ο Αδελφός Μτσίβα λέει ότι δέχτηκε μεγάλη πίεση από φίλους και συγγενείς, ακόμη και από τον αρχηγό της περιοχής, να εξευμενίσει τους προγόνους του, με τον ισχυρισμό ότι η συμφορά που ήρθε πάνω του ήταν γιατί είχε απορρίψει την προγονική λατρεία. Ο αδελφός, ωστόσο, αντιστάθηκε σταθερά στην πίεση αυτή, έχοντας ισχυρή πίστη στην ελπίδα της ανάστασης. Λέει ότι η παρηγοριά που πήρε από τους αδελφούς και από την οργάνωση του Ιεχωβά τον στήριξε πολύ. Αυτός ο αδελφός υπηρετεί ακόμη σαν σκαπανέας και πρεσβύτερος.

‘ΓΝΩΡΙΖΕΙ Ο ΙΕΧΩΒΑ ΠΩΣ ΝΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ’

Πόσο αληθινά έχουν αποδειχτεί αυτά τα λόγια! (2 Πέτρ. 2:9) Ένας που μπορεί ασφαλώς να το βεβαιώσει αυτό είναι ο Ιερεμίας Μουπόντι, ένας νεαρός ειδικός σκαπανέας με ένα αυτί. Πώς έγινε αυτό; Ο ίδιος αφηγείται:

«Μόλις είχαμε χωρίσει με τον επίσκοπο περιοχής και μερικούς ευαγγελιζόμενους όταν επιστρέφοντας στο σπίτι [σε αγροτική περιοχή] βρήκαμε μια ομάδα στρατιωτών να μας περιμένει. Μας είχαν δει με τον επίσκοπο περιοχής και νόμισαν ότι ήμαστε προδότες. Μας είπαν ότι είχαν εντολή να μας πάρουν.

«Στη διάρκεια της συνομιλίας έγιναν προσπάθειες να μας κάνουν να φωνάξουμε συνθήματα, όπως ‘Ζήτω ο πόλεμος’ και ‘Κάτω ο Ιησούς!’ Αρνηθήκαμε σταθερά. Στη συνέχεια έδεσαν τα χέρια των αδελφών πίσω απ’ την πλάτη τους με σύρμα. Μας πήραν επίσης τα έντυπά μας και τα έκαψαν.

«Μαζί μας ήταν μια νεαρή αδελφή που την πίεσαν να παραδεχτεί ότι την είχαν αναγκάσει να γίνει Μάρτυς του Ιεχωβά. Όταν εκείνη αρνήθηκε τη χτύπησαν μέχρι που έπεσε αναίσθητη. Όταν συνήλθε τους άκουσε να λένε ότι είχε ομολογήσει ότι εξαναγκάστηκε να γίνει Μάρτυς. Όπως ήταν στο έδαφος φώναξε: ‘Ψέματα. Δεν είπα τέτοιο πράγμα!’ Τη χτύπησαν πάλι μέχρι αναισθησίας.

«Έναν αδελφό κι εμένα μας ανάγκασαν να ξαπλώσουμε στο έδαφος. Τον αδελφό τον χτύπησαν τόσο που παραλίγο να τυφλωθεί. Όσο για μένα, με άρπαξαν από το αυτί και κραδαίνοντας ένα μαχαίρι είπαν ότι αν δεν επαναλάβω τα συνθήματα θα μου κόψουν το αυτί. Εγώ παρέμεινα σιωπηλός και πραγματοποιώντας την απειλή τους, έκοψαν το αυτί μου. Τότε ήταν που άρχισα να εμπιστεύομαι απόλυτα στη δύναμη της ελπίδας της ανάστασης.

«Στη συνέχεια, οι διώκτες μας στράφηκαν στην Αδελφή Μουτσίνι και απείλησαν ότι θα κόψουν σε κομμάτια το πεντάμηνο μωρό της αν δεν έλεγε τα συνθήματα, ‘Ζήτω ο πόλεμος!’ και ‘Κάτω ο Ιησούς!’ Μπροστά σ’ αυτή την απειλή και ξέροντας τι είχαν κάνει ήδη, αυτή η όσια αδελφή αρνήθηκε να επαναλάβει τα συνθήματα. Οι στρατιώτες πρέπει να εντυπωσιάστηκαν γιατί δεν σκότωσαν το μωρό.

«Τελικά μας άφησαν να φύγουμε. Ωστόσο, δέκα μέρες αργότερα μας πλησίασε μια άλλη συμμορία με τις ίδιες απειλές και τα ίδια χτυπήματα. Και οι πέντε εξακολουθήσαμε να παραμένουμε πιστοί».

Αυτή την τελευταία φορά ο Αδελφός Μουπόντι είπε στους άντρες που τον μεταχειρίζονταν τόσο σκληρά: «Δεν πρόκειται να σταματήσουμε το έργο μας κηρύγματος και τις συναθροίσεις μας, είτε πεθάνουμε γι’ αυτό είτε όχι. Είμαστε αποφασισμένοι ακόμη και να πεθάνουμε για το όνομα του Ιεχωβά». Τότε μερικοί από τους διώκτες ακούστηκαν να λένε, καθώς απομακρύνονταν, «Ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός».

Αμέσως μετά απ’ αυτή την πείρα ο Αδελφός Μουπόντι και ο μεγαλύτερος αδελφός του άρχισαν έργο σκαπανέα. Από τότε αυτός και ο σύντροφός του, ο Άρνολντ Τσαμπουρούκα έχουν πολλές συγκινητικές πείρες στο έργο ειδικού σκαπανέα.

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ

Επιτέλους, ο πόλεμος τέλειωσε. Ύστερα από ένα διάστημα μεταβατικής διακυβέρνησης από Βρετανό κυβερνήτη από τις αρχές του 1980 μέχρι τον Απρίλιο του ίδιου έτους, η χώρα ήρθε κάτω από την πρώτη της πλειοψηφική κυβέρνηση. Τότε πήρε και το νέο της όνομα—Ζιμπάμπουε.

Τώρα άρχισε ο καιρός αποκατάστασης και στη χώρα γενικά και ανάμεσα στο λαό του Ιεχωβά. Ωστόσο, ενώ το πρόγραμμα αποκατάστασης που έβαλε σε εφαρμογή η νέα κυβέρνηση ήταν και είναι φορτωμένο με προβλήματα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κάνουν σταθερή πρόοδο όλο αυτό τον καιρό. Πραγματικά, σκέφτεται κανείς την κατάσταση των μελών της Χριστιανικής εκκλησίας του πρώτου αιώνα. Ύστερ’ από ένα διάστημα ταραχών και διωγμού, η αφήγηση στις Πράξεις 8:31 λέει: «Αι μεν λοιπόν εκκλησίαι καθ’ όλην την Ιουδαίαν και Γαλιλαίαν και Σαμάρειαν είχον ειρήνην, οικοδομούμεναι και περιπατούσαι εν τω φόβω του Κυρίου, και διά της παρηγοριάς του Αγίου Πνεύματος επληθύνοντο».

Έτσι είναι τα πράγματα κι εδώ. Με το πρόγραμμα αμνηστείας της κυβέρνησης, οι αδελφοί μας ελευθερώθηκαν από τις φυλακές και ξαναγύρισαν στις κανονικές τους ασχολίες. Αδελφοί που είχαν στείλει τις οικογένειες τους σε πόλεις για προστασία στη διάρκεια του πολέμου, ξανάσμιξαν με τους αγαπημένους τους. Εκκλησίες που είχαν αποδιοργανωθεί, άρχισαν και πάλι να σταθεροποιούνται. Πραγματικά, μέσα σε ατμόσφαιρα ειρήνης το έργο της μαρτυρίας της Βασιλείας άρχισε να παίρνει μια ώθηση και σε δυο μόλις χρόνια είχαμε τις πιο κάτω καλές αυξήσεις:

Μέσος όρος Μέσος όρος Παρεβρεθέντες

Ευαγγελιζομένων Σκαπανέων στην Ανάμνηση

1981 10,078 560 28,103

1983 11,552 750 33,914

Όπως βλέπετε απ’ αυτούς τους αριθμούς, οι αδελφοί μας δεν χρειάστηκαν πολύ να φτάσουν σε καλή, υγιή θεοκρατική δραστηριότητα. Πράγματι, οι μέσοι όροι των εκθέσεων των ευαγγελιζόμενων έχουν δει μια υγιή αύξηση, που δείχνει ότι ατομικά οι αδελφοί και οι αδελφές κάνουν πολύ περισσότερα απ’ ό,τι πριν από το 1981.

ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΓΕΛΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΑΥΞΑΝΕΙ

Για λίγο διάστημα μετά το τέλος του πολέμου, οι άνθρωποι δεν είχαν καιρό να ακούσουν το άγγελμα της Βασιλείας. Στη διάρκεια του πολέμου είχαν δοθεί πολλές υποσχέσεις και τώρα οι άνθρωποι έλπιζαν στην πραγματοποίηση αυτών των υποσχέσεων. Αλλά τα πράγματα δεν έγιναν έτσι.

Οι συνέπειες του πολέμου έγιναν σύντομα φανερές—αύξηση στο έγκλημα και τη βία, κάτι σχεδόν ξένο στη χώρα πριν από τον πόλεμο. Ακόμη και οι ελλείψεις στα αναγκαία, για πρώτη φορά έγιναν μεγάλο πρόβλημα. Οι απαγωγές καθώς και η δράση αντιφρονούντων έκαναν μερικές περιοχές της χώρας πολύ επικίνδυνες να κυκλοφορεί κανείς.

Όλ’ αυτά είχαν μεγάλη επίδραση σε πολλούς ανθρώπους, που άρχισαν να έχουν σοβαρές αμφιβολίες ως προς την ικανότητα του ανθρώπου να χειρίζεται τις υποθέσεις του. Πολλοί απ’ αυτούς άρχισαν να θυμούνται τη στάση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη διάρκεια του πολέμου—τη στάση σταθερότητας προς τη Μεσσιανική Βασιλεία του Θεού σαν τη μόνη θεραπεία για τα δεινά του ανθρώπου. Όπως έγραψε ένα άτομο στην Εταιρία: «Ήμουν πολύ εναντίον σας για τη στάση σας στη διάρκεια του πολέμου. Αλλά τώρα καταλαβαίνω ότι είστε πραγματικά λαός του Θεού».

Πραγματικά, ποτέ το γραφείο τμήματος δεν πήρε τόσες επιστολές που ζητούσαν βοήθεια από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά όσες από τότε που τελείωσε ο πόλεμος. Να, για παράδειγμα, μια επιστολή από ένα ενδιαφερόμενο άτομο, που έλεγε: «Χάρηκα διαβάζοντας για τέτοια καλά νέα επειδή συνήθιζα να πίνω και να καπνίζω και να ασχολούμαι με τα πολιτικά, ώσπου ένας φίλος μού έδωσε ένα βιβλίο. Ένιωθα αιχμάλωτος, αλλά τώρα νιώθω ελεύθερος. Παρακαλώ, θα ήθελα να μελετήσω τη Γραφή μαζί σας. Μπορείτε να μου στείλετε μια Γραφή για να μπορέσω να μελετήσω με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά;»

Οι αδελφοί στις εκκλησίες είχαν παρόμοιες πείρες. Ο Ράμπσον Ντανιέλ, ένας επίσκοπος περιοχής που είναι στην ολοχρόνια υπηρεσία για 34 χρόνια, έγραψε σχετικά, λέγοντας ότι σε μερικές περιοχές, οι άνθρωποι έρχονται στα σπίτια των αδελφών στο τέλος κάθε μήνα για να πάρουν περιοδικά. Μια σκαπάνισσα αδελφή ενώ ετοιμαζόταν για έργο περιοδικού, έδωσε όλα τα περιοδικά πριν φύγει από το σπίτι, σε ανθρώπους που ήρθαν στην πόρτα της!

Ένας διευθυντής σχολείου έγραψε πρόσφατα στην Εταιρία, ζητώντας 45 αντίτυπα οποιουδήποτε βιβλίου ή βιβλιαρίου που εμείς θα κρίναμε ότι μπορούσε να το χρησιμοποιήσει σαν βάση για θρησκευτική εκπαίδευση. Από ένα άλλο σχολείο το γραφείο τμήματος πήρε αυτή την επιστολή:

«Σας γράφω από μέρους του προσωπικού και των μαθητών του Γυμνασίου του Νυανγκάνι. Το σχολείο ιδρύθηκε το 1981 και βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, και τους περασμένους λίγους μήνες έχουμε αρχίσει τη διαμόρφωση βιβλιοθήκης. Φυσικά θεωρούμε τη θρησκευτική εκπαίδευση σαν ουσιώδη μορφή εκπαίδευσης. Πρόσφατα μας προσφέρθηκαν μερικά έντυπα σας και τα βρήκαμε έξοχα για τις ανάγκες μας, και τώρα θα θέλαμε περισσότερες πληροφορίες. Για παράδειγμα, το Ξύπνα! είναι εύκολο στο διάβασμα και καλύπτει μεγάλη ποικιλία άρθρων.

«Αν έχετε οποιαδήποτε βιβλιάρια σε τρέχουσες τιμές, θα μας είναι ασφαλώς πολύ χρήσιμα στο μέλλον».

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΚΟΜΗ

Φυσικά, οι διαφορετικές συνθήκες δεν σήμαιναν ότι οι δούλοι του Θεού ήταν τώρα απαλλαγμένοι από προβλήματα. Οι συνθήκες που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι γενικά, υπήρχαν και γι’ αυτούς. Οι επικίνδυνες περιοχές από την αντικυβερνητική δράση, το έγκλημα και ο τρόμος από τις βόμβες ήταν ακόμη πράγματα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν.

Εκτός απ’ αυτές τις συνθήκες, κι άλλα προβλήματα παρουσιάζονταν στους αδελφούς μας και δοκίμαζαν ακόμη την πίστη τους. Πολλά απ’ αυτά δημιουργήθηκαν από τις προσπάθειες των τοπικών πολιτικών οργανώσεων να εξαναγκάσουν τους Μάρτυρες να αναμιχθούν στις πολιτικές υποθέσεις. Η επίμονη άρνησή μας να αναμιχθούμε προξένησε μεγάλη αναστάτωση—αλλά είχε και σαν αποτέλεσμα πολλές ευκαιρίες για μαρτυρία στις τοπικές αρχές καθώς και σε πολλούς ανθρώπους.

Ο Μπεν Μαπουράνγκα, επίσκοπος περιοχής, μας διηγείται για έναν αδελφό, τον Τάουζεν Μπράουν, που τον πήγαν μπροστά σ’ ένα πλήθος 400 και πάνω ανθρώπων, για να εξηγήσει το λόγο της άρνησης του να πολιτικοποιηθεί. Αλλά πρώτα ο Αδελφός Μπράουν έπρεπε να εξηγήσει γιατί αρνήθηκε να επαναλάβει πολιτικά συνθήματα. Μετά έδωσε έξοχη μαρτυρία υπερασπίζοντας τη Βασιλεία του Θεού και τη Χριστιανική ουδετερότητα.

Όταν τέλειωσε, ο επικεφαλής ζήτησε να σηκωθούν όλοι οι παρόντες Μάρτυρες του Ιεχωβά. Όταν σηκώθηκαν τους ρώτησε: «Συμφωνείτε και σεις ότι δεν παίρνετε πολιτικές κάρτες;» «Ναι!» απάντησαν όλοι με ενθουσιασμό, και πρόσθεσαν, «Συμφωνούμε γιατί κι εμείς είμαστε διάκονοι του Θεού». Τότε οι άνθρωποι φώναζαν ότι έπρεπε να τους χτυπήσουν, αλλά ο επικεφαλής είπε: «Δεν πρέπει να τους χτυπήσουμε. Αυτοί οι άνθρωποι είναι αθώοι. Αφήστε τους να πάνε σπίτια τους. Έχουν εξηγήσει τη στάση τους».

Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Κι ενώ σ’ όλη τη χώρα οι τοπικές πολιτικές ομάδες, ιδιαίτερα οι οργανώσεις των νέων, προσπάθησαν να αναγκάσουν τους αδελφούς μας να συμβιβαστούν ως προς την ουδέτερη στάση τους, η επίσημη θέση της κυβέρνησης σ’ αυτό το ζήτημα ήταν πολύ ενθαρρυντική. Η γενική τακτική είναι να αφήνουν το λαό του Ιεχωβά να συνεχίζει ανενόχλητος το έργο της Βασιλείας.

Στις αρχές του 1983 έγινε μια πολιτική συγκέντρωση σε μια πόλη και την παρακολούθησε ένας υπουργός. Στο τέλος της ομιλίας του, δόθηκε χρόνος για ερωτήσεις. Μια ερώτηση σχετιζόταν με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και την άρνησή τους να υποστηρίξουν πολιτικές δραστηριότητες. Ο υπουργός ρώτησε το πλήθος: «Μας πολέμησαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη διάρκεια του απελευθερωτικού μας αγώνα;»

«Όχι».

«Μας πολεμούν τώρα;»

Και πάλι, «Όχι».

«Τότε αφήστε τους ήσυχους. Δεν είναι εχθροί μας».

Και σ’ άλλα μέρη της χώρας έγιναν παρόμοιες ερωτήσεις και δόθηκαν παρόμοιες απαντήσεις.

«ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΥΣ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΝ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥΣ»

Μια πρόσφατη πείρα που έστειλε ο επίσκοπος περιφερείας Κάλεμπ Μαντιβάντζα, μας δίνει ακόμη περισσότερη κατανόηση για την άποψη της κυβέρνησης προς το έργο της Βασιλείας. Μας λέει για δύο αδελφούς σε μια αγροτική περιοχή που τους έφεραν μπροστά στους αξιωματούχους του τοπικού πολιτικού κόμματος για να εξηγήσουν την άρνησή τους να πάρουν πολιτικές κάρτες. Η εξήγηση δεν έγινε δεκτή. Αντίθετα, οι αξιωματούχοι του κόμματος αποφάσισαν να στείλουν αυτούς τους δύο αδελφούς στα κεντρικά γραφεία του κόμματος σ’ ένα μεγαλύτερο κέντρο. Εδώ είχαν την ευκαιρία να εξηγήσουν τους Γραφικούς λόγους για τη στάση τους.

Και πάλι επικράτησε σύγχυση για το τι πρέπει να γίνει. Έτσι τους έστειλαν στο αρχηγείο της αστυνομίας. Η αστυνομία πρότεινε να γίνει ένα τηλεφώνημα στα κεντρικά γραφεία της κυβέρνησης, στη Χαράρε. Αυτό κι έγινε. Η απάντηση; «Η κυβέρνηση γνωρίζει αυτή την οργάνωση. Αφήστε τους να φύγουν, και μην τους ξαναφέρετε. Αφήστε τους να φύγουν και να συνεχίσουν το έργο τους κηρύγματος. Μην τους ενοχλείτε, ούτε να τους καλείτε στις [πολιτικές] συγκεντρώσεις σας».

‘ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ’

Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στην εκκλησία των Φιλίππων, είπε ότι αυτά που του συνέβαιναν «συνέτρεξαν μάλλον εις πρόοδον του ευαγγελίου». (Φιλιπ. 1:12) Αυτό αληθεύει και για τις μέρες μας. Η πείρα που μόλις αναφέραμε είχε σαν αποτέλεσμα μια πολύ καλή μαρτυρία στον τόπο κατοικίας των δύο αδελφών και μια γυναίκα παραιτήθηκε επίσημα από τη θρησκεία της και ζήτησε Γραφική μελέτη με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Μια άλλη πείρα το δείχνει αυτό ακόμη περισσότερο.

Ο Κενίας Κεμέρε, ένας ειδικός σκαπανέας, είχε αρκετές μελέτες με δασκάλους, διευθυντές και άλλους. Έξι απ’ αυτούς αντιλήφθηκαν ότι μάθαιναν την αλήθεια κι έτσι παραιτήθηκαν από μέλη στο τοπικό πολιτικό κόμμα. Αυτό προκάλεσε οργή. Ο τοπικός σύμβουλος ανέλαβε το ζήτημα και μάλιστα διέταξε να φύγουν από την περιοχή της δικαιοδοσίας του όλοι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μέσα σε λίγες εβδομάδες.

Ακολουθώντας την υπόδειξη του γραφείου τμήματος, ο ειδικός σκαπανέας και ο επίσκοπος περιοχής, ο Στέυν Μαντακουτσέκβα, έφεραν το ζήτημα στον περιφερειακό διοικητή. Από εκεί, αναφέρθηκε στην αστυνομία. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο σύμβουλος που διέταξε τους Μάρτυρες να φύγουν από την περιοχή ειδοποιήθηκε να αφήσει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά ήσυχους. Το ίδιο και ο επικεφαλής του τοπικού πολιτικού κόμματος, που είπε στον Αδελφό Κεμέρε: «Η υπόθεση σας έχει τελειώσει. Μας προειδοποίησαν πολύ έντονα».

Το αποτέλεσμα; Ασφαλώς «εις πρόοδον του ευαγγελίου». Άρχισαν νέες Γραφικές μελέτες. Αυτοί που ήδη έδειχναν ενδιαφέρον για την αλήθεια υποκινήθηκαν να πάρουν σταθερή στάση και μερικοί μάλιστα ετοιμάζονται για βάφτισμα. Και μολονότι ο ειδικός σκαπανέας επρόκειτο να μετακινηθεί σε άλλο διορισμό, ο επίσκοπος περιοχής σύστησε να του επιτραπεί να μείνει εκεί ύστερα από το ξαφνικό ξέσπασμα ενδιαφέροντος για το άγγελμα της Βασιλείας.

Δυο άλλοι νεαροί ειδικοί σκαπανείς που είχαν μια παρόμοια πείρα, έγραψαν πρόσφατα για τα’ αποτελέσματα στην περιοχή τους τα εξής: «Ένας άντρας, που ήταν πολύ αντίθετος όταν ολόκληρη η εκκλησία κράτησε ουδετερότητα, μελετά τώρα τη Γραφή μαζί μας. Κάνει καλή πρόοδο. Σε μια εβδομάδα σταμάτησε να καπνίζει, ύστερα από κάπνισμα 25 χρόνων. Όταν έμαθε ότι η θρησκεία του είναι μέρος της Βαβυλώνας της Μεγάλης, σταμάτησε κάθε σχέση μαζί της».

Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολύ περισσότερες παρόμοιες πείρες για να δείξουμε ότι ‘μεγάλη πόρτα δράσης’ έχει ανοιχτεί για μας. (1 Κορ. 16:9) Ευχαριστούμε τον Ιεχωβά που μας δίνει έναν τόσο καρποφόρο αγρό. Αλλά, όπως είπε και ο Παύλος «είναι πολλοί οι ενάντιοι». Αυτό βέβαια το περιμένουμε. Ωστόσο, ύστερ’ από τις ενέργειες των αρχών να παρεμποδίσουν τον εκφοβισμό των αδελφών μας, η κατάσταση είναι πολύ πιο ήρεμη κι εμείς απολαμβάνουμε περισσότερη ελευθερία στο έργο μας.

ΖΗΛΩΤΕΣ ΓΙΑ ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ

Οι αδελφοί μας είναι ταχείς στο να επωφελούνται από τις σημερινές συνθήκες για να επεκτείνουν τα συμφέροντα της Βασιλείας. Η έκδοση Το Βιβλίο Μου με τις Βιβλικές Ιστορίες είναι τρομερά δημοφιλές ανάμεσα στους μαθητές και τους δασκάλους. Ένας αδελφός, ο Σέβα Μαβάζου, που είναι δάσκαλος λέει ότι «ο διευθυντής συμπέρανε ότι το βιβλίο Βιβλικές Ιστορίες ταιριάζει καλά στο πρόγραμμα για Γραφική εκπαίδευση. Με χαρά σας λέω ότι χρησιμοποιεί τώρα αυτό το βιβλίο στην τάξη του».

Αυτός ο ίδιος αδελφός επωφελήθηκε από την ευκαιρία και διευθέτησε να χρησιμοποιείται το βιβλίο Μάθετε να Διαβάζετε και να Γράφετε στους σπουδαστές της Β΄ τάξης και το Η Νεότης Σας—Επωφεληθήτε απ’Αυτήν σε μεγαλύτερες τάξεις.

Ένας άλλος πολύ θαρραλέος νεαρός αδελφός βρήκε πώς να υπερνικήσει ένα πρόβλημα στο σχολείο. Αυτός ο αδελφός αρνήθηκε να ψάλει πολιτικούς ύμνους και να συμμετέχει στην προσευχή με άλλους στο σχολείο. Αρνήθηκε επίσης να πάρει μέρος σε ορισμένα είδη ψυχαγωγίας. Να τι συνέβη:

«Όταν είπαν στο διευθυντή ότι εγώ δεν συμμετείχα στους ύμνους και στην προσευχή, εκείνος με κάλεσε στο γραφείο του. Με ρώτησε γιατί δεν έπαιρνα μέρος κι εγώ του εξήγησα τους λόγους. Τότε τον ρώτησα αν ήθελε να ψάλλουμε τους δικούς μας ύμνους. Ο διευθυντής συμφώνησε. Σύντομα τα παιδιά των Μαρτύρων του Ιεχωβά και άλλα, καθώς και ο δάσκαλος, έψαλλαν τον ύμνο ‘Λατρεύετε τον Ιεχωβά εκ Νεότητος!’»

Αυτός ο νεαρός αδελφός, ο Τζεράτζι Νυακουρίτα, υπηρέτησε σαν βοηθητικός σκαπανέας ενώ ήταν ακόμη στο σχολείο και τώρα υπηρετεί σαν τακτικός σκαπανέας.

ΔΙΕΓΕΙΡΕΤΑΙ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ

Όλη αυτή η δράση καθώς και τα έξοχα άρθρα στα περιοδικά Σκοπιά και Ξύπνα! και οι άλλες εκδόσεις, έχουν διεγείρει μεγάλο ενδιαφέρον για το άγγελμα της Βασιλείας. Στο γραφείο τμήματος φτάνουν συνεχώς ευχαριστήριες επιστολές. Για παράδειγμα, σας παραθέτουμε ένα απόσπασμα από μια επιστολή που έστειλε ένας νεαρός μαθητής γυμνασίου:

«Δεν μπορώ να σας πω πόσο ευγνώμων είμαι για την καλοσύνη σας, γιατί μου φαίνεται ότι ο ίδιος ο Θεός με έχει ευλογήσει. Σας είμαι ευγνώμων που στείλατε τον πιστό σας, στοργικό αγγελιοφόρο για να με βοηθήσει. Θέλω να ενθαρρύνω όλους τους Μάρτυρες του Ιεχωβά να συνεχίσουν το έργο τους, καθώς και την εκτύπωση χρήσιμων βιβλίων όπως το Εκλέγοντας την Καλύτερη Οδό Ζωής. Δεν βρήκα στα βιβλία σας τίποτα που να μπορώ να το επικρίνω».

Μερικά ενδιαφερόμενα άτομα μάλιστα, χρησιμοποιούν τα έντυπα για να μελετήσουν με άλλους σε περιοχές όπου προς το παρόν δεν υπάρχουν Μάρτυρες. Ένα τέτοιο άτομο έστειλε χρήματα για το κόστος τεσσάρων συνδρομών στη Σκοπιά. Στο γράμμα του έγραψε: «Είμαστε σε μια απομακρυσμένη περιοχή όπου αρχίσαμε να διαβάζουμε Ναρίρε [Η Σκοπιά στη Σόνα]. Σύντομα θα σας ζητήσουμε να στείλετε έναν οδηγό να μας βοηθήσει. Είμαστε περίπου εφτά οικογένειες, γύρω στα 12 άτομα».

Ακόμη και οι τοπικές αρχές καλωσορίζουν τώρα τους Μάρτυρες. Ένας ειδικός σκαπανέας μόλις είχε διοριστεί σε μια απομονωμένη περιοχή. Ο Αδελφός Τσιναμχόρα που έχει περιουσία στην περιοχή, πήγε να δει τις τοπικές αρχές για την παραμονή του ειδικού σκαπανέα εκεί. Ο επικεφαλής του τοπικού πολιτικού κόμματος του χωριού είπε στον Αδελφό Τσιναμχόρα: «Αυτό είναι ευχάριστο. Φέρτε τον σ’ εμάς κι εμείς θα πούμε στο κόμμα ότι έχουμε έναν κήρυκα που πάει από σπίτι σε σπίτι, για να μην τον ενοχλούν».

Ο τοπικός υπαρχηγός σχολίασε: «Αυτό είναι καλό. Γεμίζει τον τόπο αγάπη και μειώνει το έγκλημα στη χώρα». Αν ήσαστε ειδικός σκαπανέας, δεν θα θέλατε έναν τέτοιο διορισμό;

ΞΗΡΑΣΙΑ, ΕΝΑ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Τα τρία τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί ένα πρόβλημα διαφορετικού είδους. Όπως και μερικές άλλες χώρες στο νότιο ημισφαίριο, η Ζιμπάμπουε έχει πληγεί σκληρά από ξηρασία, τη χειρότερη που υπήρξε στα χρονικά της. Σε μερικά μέρη τα ζώα πεθαίνουν σαν τις μύγες. Τα άγρια ζώα τρώνε τη φλούδα των δέντρων και τα απογυμνώνουν για να πάρουν την υγρασία για το σώμα τους. Αυτό βέβαια έχει επηρεάσει και τους ανθρώπους, και φυσικά τους αδελφούς μας.

Οι στοργικοί αδελφοί και αδελφές δεν άργησαν να τρέξουν για τις ανάγκες των συγχριστιανών τους που είναι λιγότερο τυχεροί. Ένας τρόπος που αντιμετωπίζεται τώρα αυτό το πρόβλημα, είναι μέσω των περιοχών. Οι επίσκοποι περιφερείας συζητούν το ζήτημα με τους πρεσβυτέρους στις συνελεύσεις περιοχής. Ύστερα επιφορτίζονται με την ευθύνη να πάρουν τις προσφορές και να τις μεταφέρουν όπου υπάρχει περισσότερη ανάγκη. Αυτή η διευθέτηση απομακρύνει κάθε πιθανότητα ασυνείδητης κλοπής από μέρους ταχυδρομικών υπαλλήλων ρουχισμού και τροφής που στέλνονται για βοήθεια. Πολλές επιστολές στέλνονται στο γραφείο τμήματος, που εκφράζουν ευγνωμοσύνη για την προσφερόμενη βοήθεια.

Φτάνοντας στον επίλογο αυτής της αφήγησης, είμαστε πολύ χαρούμενοι. Για τα 24 προηγούμενα χρόνια δεν μπορέσαμε να περάσουμε το ανώτατο μας όριο των 13.493 ευαγγελιζόμενων. Ωστόσο, τον Απρίλιο του 1984 φτάσαμε ένα νέο αποκορύφωμα 13.621. Επίσης, το προηγούμενο ανώτατο όριο μας σε τακτικούς και βοηθητικούς σκαπανείς ήταν 1.191, αλλά τον Απρίλιο ο αριθμός έφτασε τους 2.114, σχεδόν διπλάσιος από το προηγούμενο ανώτατο όριο. Οι παραβρεθέντες στην Ανάμνηση του 1985 ήταν 38.979, δηλαδή τριπλάσιο από τους ευαγγελιζόμενους. Πράγματι, ο Ιεχωβά δίνει την αύξηση!

Ο ΙΕΧΩΒΑ ΒΟΗΘΟΣ ΜΑΣ

Το ρητό «Α, οι παλιές, καλές μέρες», δεν χρειάζεται να υπάρχει στο λεξιλόγιο του λαού του Ιεχωβά που αποβλέπει στο μέλλον. Ωστόσο, μπορούμε να αναπολούμε το παρελθόν με μεγάλη ωφέλεια. Και καθώς το κάνουμε αυτό, σ’ ένα μόνο συμπέρασμα φτάνουμε, αυτό που εκφράζει ο Δαβίδ στον Ψαλμό 34:19: «Πολλαί αι θλίψεις του δικαίου, αλλ’ εκ πασών τούτων θέλει ελευθερώσει αυτόν ο Κύριος». Πόσο αληθινό υπήρξε αυτό για τη Ζιμπάμπουε!

Αναπολώντας τις πρώτες μέρες που μόλις είχε αρχίσει να εδραιώνεται σ’ αυτή τη χώρα το έργο της Βασιλείας, σκεφτόμαστε θαρραλέους αδελφούς όπως τον Νέιζον Μουκαρόντα, τον Ρόμπιν Μανυόκι, τον Γουίλσον Στίμα, τον Γουίλλι ΜακΓκρέγκορ, τους ΜακΛάκι και άλλους. Όλοι τους είναι ακόμη ισχυροί στην προχωρημένη τους ηλικία. Πόσο ευτυχισμένοι πρέπει να είναι βλέποντας τον τρόπο που ο Ιεχωβά έχει στηρίξει το λαό του μέσα σ’ όλες τις δοκιμασίες τους και τους έχει φέρει στη σημερινή τους κατάσταση της πνευματικής ευημερίας!

Είμαστε ευγνώμονες στις κυβερνητικές αρχές που έχουν πάρει μια τόσο καλή στάση απέναντι στο έργο μας. Προσευχόμαστε γι’ αυτούς «διά να διάγωμεν βίον ατάραχον και ησύχιον εν πάση ευσέβεια και σεμνότητι». (1 Τιμ. 2:2) Αλλά συγχρόνως γνωρίζουμε ότι ο Ιεχωβά είναι εκείνος που προστατεύει το λαό του και φροντίζει στοργικά γι’ αυτόν, καθώς τον οδηγεί στην τελική απελευθέρωση στη δίκαιη Νέα Τάξη που θα δημιουργήσει ο ίδιος. Ό,τι κι αν γίνει, εκείνος θα αποδειχτεί ότι είναι «δύναμις αυτών εν καιρώ θλίψεως» καθώς και σ’ όλους τους άλλους καιρούς, γιατί σ’ αυτόν βρίσκουμε καταφύγιο.—Ψαλμ. 37:39, 40.

[Χάρτης στη σελίδα 173]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

ΖΙΜΠΑΜΠΟΥΕ

Τσινχόι

Καταρράκτες Βικτώρια

Χαράρε

Χουάνγκε

Μουτάρε

Μπουλάγιο

ΖΑΜΠΙΑ

ΜΠΟΤΣΟΥΑΝΑ

ΜΟΖΑΜΒΙΚΗ

Ουλόνγκουε

Τέτε

Μιλάνζε

Μοκούμπα

Μπέιρα

ΜΑΛΑΟΥΙ

Ο. Μλάνζε

Μπλαντάιρ

ΙΝΔΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ

[Εικόνα στη σελίδα 114]

Το 1924 ο Χάμιλτον Κ. Μασέκο (αριστερά) άρχισε να δίνει μαρτυρία στο Μπουλάγιο. Ο Νέιζον Μουκαρόντα ήταν ο πρώτος που βαφτίστηκε σ’ αυτή τη χώρα (1924)

[Εικόνα στη σελίδα 117]

Ο Γουίλσον Στίμα (76 ετών) και ο Ρόμπιν Μανυόκι (85 ετών) έμαθαν την αλήθεια τη δεκαετία του 1920. Και οι δυο είναι ειδικοί σκαπανείς

[Εικόνα στη σελίδα 119]

Μέρος της οικογένειας ΜακΛάκι που έπαιξε μεγάλο ρόλο στις αρχές του έργου κηρύγματος στη Ζιμπάμπουε και Μαλάουι

[Εικόνα στη σελίδα 122]

Ο Γουίλλι ΜακΓκρέγκορ πήγε στη Ζιμπάμπουε το 1929 και συνέβαλε πολύ στην εδραίωση του έργου της Βασιλείας στην περιοχή του Μπουλάγιο

[Εικόνα στη σελίδα 127]

Ο Έρικ Κουκ (με τη σύζυγό του Μυρτλ) έγινε ο πρώτος επίσκοπος τμήματος στη Ζιμπάμπουε

[Εικόνα στη σελίδα 129]

Συνέλευση στη Ζιμπάμπουε στη διάρκεια της επίσκεψης του Αδελφού Χένσελ το 1955

[Εικόνα στη σελίδα 130]

Βάφτισμα στη συνέλευση του 1955

[Εικόνα στη σελίδα 143]

Ο Τζων Μάιλς (με τη σύζυγό του Βαλ) υπηρέτησε στο έργο περιφερείας και στο γραφείο τμήματος από το 1960 μέχρι το 1979, οπότε διορίστηκαν σαν ιεραπόστολοι στο Λεσόθο

[Εικόνα στη σελίδα 145]

Απόφοιτοι της Γαλαάδ που υπηρετούν τώρα στη Ζιμπάμπουε. Από αριστερά στα δεξιά, πίσω σειρά: Τζωρτζ Μπράντλεϋ, Αϊρήν ΜακΜπράιν, Λέστερ Ντέιβυ, Κέιθ Ήτον, Ντον Μόρρισο· πρώτη σειρά: Ρούμπυ Μπράντλεϋ, Τζων ΜακΜπράιν, Ανν Ήτον, Μαρτζ Μόρρισον.

[Εικόνα στη σελίδα 146]

Σαν επίσκοπος περιοχής και περιφερείας, ο Γαλααδίτης Σιτζούλου Κουμάλο, βοήθησε πάρα πολύ τους Αφρικανούς αδελφούς

[Εικόνα στη σελίδα 151]

Αφού υπηρέτησαν στη Μαλάουι, ο Χαλ και η Τζόυς Μπέντλεϋ διορίστηκαν στη Ζιμπάμπουε

[Εικόνα στη σελίδα 164]

Το γραφείο τμήματος της Ζιμπάμπουε που ολοκληρώθηκε το 1973

[Εικόνα στη σελίδα 195]

Ο Ιερεμίας Τσέζα δέθηκε σ’ ένα δέντρο και αφέθηκε να πεθάνει

[Εικόνα στη σελίδα 203]

Οι περιοδεύοντες επίσκοποι Τζων Χουνγκούκα (που βασανίστηκε με ηλεκτρικό μηχάνημα) και ο Μάικλ Τσικάρα

[Εικόνα στη σελίδα 212]

Όταν ο Ιερεμίας Μουπόντι αρνήθηκε να φωνάξει συνθήματα όπως «Κάτω ο Ιησούς!» του έκοψαν το αυτί

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση