ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • yb91 σ. 116-185
  • Σουηδία—Έκθεση Βιβλίου Έτους 1991

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Σουηδία—Έκθεση Βιβλίου Έτους 1991
  • Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1991
  • Υπότιτλοι
  • Έκθεση Βιβλίου Έτους 1991
  • «Διακόσιοι Σουηδοί την Έχουν Δεχτεί»
  • Σκεπασμένη από Δάση
  • Ένα Ανάμεικτο Βασίλειο
  • Οι Πρώτοι Σπόροι Φτάνουν στη Σουηδία
  • Σχηματίζεται η Πρώτη Εκκλησία
  • Βλαστάνουν κι Άλλοι Σπόροι
  • Η «Σκοπιά» από Νωρίς στη Σουηδική
  • Η Πρώτη Πραγματική Συνέλευση
  • Ολοχρόνια Υπηρεσία—Η Ραχοκοκαλιά του Έργου
  • Αρχίζουν οι Επισκέψεις από Περιοδεύοντες Επισκόπους
  • Συνεχείς Μετακινήσεις του Τμήματος
  • Ο Ρώσσελ Ενδιαφέρεται για τη Σουηδία
  • Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος Δεν Προκαλεί Έκπληξη
  • Το Φωτόδραμα, Ένα Ακόμα Βοήθημα
  • Οι Αδελφές Έχουν Μεγάλη Συμμετοχή
  • Θα Έκλεινε η Πόρτα το 1918;
  • Σοβαρές Δοκιμασίες στη Δεκαετία του 1920
  • Καιρός για Αλλαγή
  • Μια Καινούρια Εποχή στη Διαχείριση του Τμήματος
  • Οι Αδελφοί Ενώνονται και Πάλι
  • Επίδοση Μαρτυρίας σε Κηδείες
  • Κάτι που Έφερε Αναζωογόνηση
  • Το Πρώτο Αυτοκίνητο—Κάτι Εντυπωσιακό
  • Η Εποχή του Ποδηλάτου
  • Χρησιμοποιούνται Όλα τα Μέσα
  • Επέκταση Πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
  • Προσπάθειες να Δοθεί Προειδοποίηση στον Χίτλερ
  • Προσδιορισμός της Ταυτότητας μιας Νέας «Τάξης»
  • «Μη Εμποδίζετε Αυτά»
  • Μέσα στα Σκληρά Χρόνια του Πολέμου
  • Η Εναντίωση Φουντώνει
  • Η Εκστρατεία Φέρνει Αντίθετα Αποτελέσματα
  • Δεν Εναντιώνονταν Όλοι οι Ιερείς
  • Υπερνίκηση της Διστακτικότητας
  • «Ααρών Αρ. 1»—Η Κάρτα Μαρτυρίας
  • «Ααρών Αρ. 2»—Ο Φωνόγραφος
  • «Ααρών Αρ. 3»—Τα Μεγάφωνα
  • «Ααρών Αρ. 4»—Η Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας
  • Υπέροχα Αποτελέσματα
  • Πορείες Στους Δρόμους
  • Διακυβεύεται η Χριστιανική Ουδετερότητα
  • Οι Αρχές Καταφεύγουν σε Ενέργειες Απόγνωσης
  • Ένα Αυξανόμενο Πρόβλημα
  • Η Φυλακή των Φυλακισμένων
  • Αρχίζει να Διαφαίνεται Κάποια Λύση
  • Ο Κλήρος στο Πλευρό μας για μια Αλλαγή
  • Η Τελική Απόφαση
  • Το Σουηδικό Πρότυπο
  • Καινούριες Απόπειρες για να Συμβιβαστούμε
  • Εγκαταλείπουν την Εκκλησία Κατά Χιλιάδες
  • Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Δεν Μπορούν να Χρησιμοποιήσουν το Ραδιόφωνο
  • Μια Προσπάθεια «Ξεσκεπάσματος» Φέρνει Αντίθετα Αποτελέσματα
  • Ανάγκη για Νέο Τμήμα
  • Αποφασιστική Δράση
  • Σχηματίζεται Ξενόγλωσσος Τομέας
  • Ξενόγλωσσες Εκκλησίες
  • Πείνα για την Αλήθεια
  • Μαρτυρία στους Λάπωνες
  • Θεοκρατικές Γαμήλιες Τελετές—Ένα Βήμα Μπροστά
  • Ο Τρίτος Συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος της Σουηδίας
  • Άρμπογκα—Ο Τόπος για ένα Καινούριο Κέντρο
  • Ένα Μοναδικό Έργο Οικοδόμησης
  • Μεγάλη Εκτίμηση για τις Νέες Εγκαταστάσεις
  • Νέα Πιεστήρια Επιταχύνουν το Έργο
  • Θαυμάσια Ανάπτυξη των Συμφερόντων της Βασιλείας
Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1991
yb91 σ. 116-185

Σουηδία

Έκθεση Βιβλίου Έτους 1991

ΜΕΣΑ από τη σκοτεινιά που τύλιγε την Ευρώπη κατά το Μεσαίωνα, εξόρμησαν από το βορρά οι Βίκινγκς. Αυτοί οι δυνατοί, γερμανικής καταγωγής, Σκανδιναβοί γνώριζαν καλά την τέχνη του ναυτικού πολέμου και σχεδίαζαν μεγάλες, ταχύπλοες γαλέρες που τους έδωσαν τη δυνατότητα να επεκτείνουν την επιρροή τους προς το νότο, τη δύση και την ανατολή. Βίκινγκς από τη Νορβηγία και τη Δανία έπλευσαν στις ακτές της Βρετανίας, της Ιρλανδίας και της ηπειρωτικής Ευρώπης, ενώ Βίκινγκς από τη Σουηδία έβαλαν πλώρη για τα ανατολικά, μέσω της Βαλτικής, πλέοντας σε ποτάμια και λίμνες που οδηγούσαν στα απέραντα δάση από σημύδες και στις στέπες της Ρωσίας. Από το τέλος του όγδοου αιώνα, και επί 250 περίπου χρόνια, τα πλοία των Βίκινγκς άρχισαν να κυριαρχούν στις βόρειες θαλάσσιες οδούς, αναζητώντας εμπόριο και πλούτο.

Κατά το τέλος του 19ου αιώνα, οι Σουηδοί έπλεαν και πάλι για ξένες ακτές—αυτή τη φορά προσπαθώντας να κάνουν ειρηνικές κατακτήσεις. Είχαν πληγεί από κακές σοδειές, ανεργία, ακόμα και πείνα. Σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής, πάνω από ένα εκατομμύριο Σουηδοί εγκατέλειψαν τη χώρα μεταξύ των ετών 1865 και 1914. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς εγκαταστάθηκαν στη Βόρεια Αμερική όπου και βρήκαν υλική ευημερία. Μερικοί απ’ αυτούς, ωστόσο, ανακάλυψαν κάτι πολύ πολυτιμότερο—μια πλούσια πνευματική ζωή βασισμένη σε μια ζωντανή πίστη—το οποίο σύντομα θα μοιράζονταν με φίλους και συγγενείς που είχαν μείνει πίσω στη Σουηδία. Πώς έφτασε τελικά αυτό το θησαυροφυλάκιο στις ακτές της Σουηδίας;

«Διακόσιοι Σουηδοί την Έχουν Δεχτεί»

Περίπου το 1882, ο Τσαρλς Σίγκριν, ένας Σουηδός ευαγγελιστής που δεν ήταν κληρικός και ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, διάβασε μερικές από τις εκδόσεις του Κάρολου Τέιζ Ρώσσελ, που περιλάμβαναν και το βιβλιάριο Τροφή για Σκεπτομένους Χριστιανούς. Πεπεισμένος ότι αυτή ήταν η αλήθεια, την κήρυττε με ζήλο στους Σουηδούς μετανάστες. Αφού κήρυττε επί έξι μήνες, έγραψε στον αδελφό Ρώσσελ, τον πρώτο πρόεδρο της Εταιρίας Σκοπιά, και του είπε: «Όσο κηρύττω αυτή την αλήθεια, περίπου διακόσιοι Σουηδοί την έχουν δεχτεί, αγάλλονται μ’ αυτήν και μιλούν γι’ αυτή σε άλλους. . . . Πολλοί από τη χώρα μας [τη Σουηδία] φαίνονται πρόθυμοι να ακούσουν . . . Αν μπορούσαμε να έχουμε Τροφή και στη σουηδική, αυτό θα έκανε πολύ μεγάλο καλό με την ευλογία του Κυρίου».

Αυτό το γράμμα έκανε τον αδελφό Ρώσσελ να υπενθυμίσει στους αναγνώστες του περιοδικού Σκοπιά της Σιών (Ιούνιος 1883, στην αγγλική) πως είχε ήδη δημιουργηθεί ένα ειδικό «Ταμείο Σουηδικών Φυλλαδίων» για την εκτύπωση έντυπης ύλης στη σουηδική. Ανέφερε, ωστόσο, πως τότε το ταμείο είχε μόνο 30 δολάρια (περ. 4.500 δρχ.). Με πεποίθηση πρόσθεσε: «Ο Κύριός μας είναι πλούσιος—σ’ αυτόν ανήκουν τα ‘κτήνη τα επί χιλίων ορέων’ καθώς και τα ίδια τα όρη, και όλο το χρυσάφι και το ασήμι είναι δικά Του. Αν αυτός θεωρεί το έργο απαραίτητο, θα παράσχει τα αναγκαία εφόδια».

Και «ο Κύριός μας» τα παρέσχε! Μόλις τέσσερις μήνες αργότερα, η Σκοπιά της Σιών ανήγγειλε: «Το ταμείο σουηδικών φυλλαδίων έχει τόσα χρήματα, ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί η έκδοση ενός αντίτυπου-δείγματος της ΣΚΟΠΙΑΣ στη σουηδική γλώσσα, για να χρησιμοποιηθεί ως φυλλάδιο μεταξύ των Σουηδών και των Νορβηγών Χριστιανών που βρίσκονται εδώ και στη Σουηδία». Δέκα χρόνια αργότερα, εκδόθηκε στη σουηδική ο πρώτος τόμος της σειράς Η Χαραυγή της Χιλιετηρίδος—που αργότερα μετονομάστηκε σε Γραφικαί Μελέται.

Έτσι, είχαν τεθεί τα θεμέλια για τη μεταφορά των σπόρων της αλήθειας της Βασιλείας σ’ αυτή τη μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Τι θα μπορούσε, όμως, να λεχθεί για τους ανθρώπους, τη συμπεριφορά τους, τα έθιμά τους και τον τόπο τους; Θα γινόταν καλός ‘θερισμός’ εκεί;—Ματθ. 9:37, 38.

Σκεπασμένη από Δάση

Το έδαφος της Σουηδίας είναι ένας γαλαζοπράσινος παράδεισος. Πώς, όμως, μπορεί να συμβαίνει αυτό αφού η χώρα βρίσκεται στις βορειότερες παρυφές της Ευρώπης και τέμνεται από τον Αρκτικό Κύκλο; Προικισμένη πλούσια με μαγευτικά βουνά, με καρποφόρες πεδιάδες, με κωνοφόρα δάση, με αμμώδεις ακρογιαλιές και με θαυμάσια αρχιπελάγη, η Σουηδία ζεσταίνεται από τους απαλούς ανέμους που θερμαίνονται από το Ρεύμα του Κόλπου.

Μια μοναδική παράδοση, που ονομάζεται «το δικαίωμα καθενός», δίνει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να πεζοπορούν ελεύθερα στα δάση και στους αγρούς, να μαζεύουν μούρα και μανιτάρια, να πηγαίνουν για κολύμπι ή να δένουν κάποιο πλεούμενο χωρίς να πρέπει να ζητήσουν την άδεια κανενός. Εφόσον η Σουηδία έχει την τέταρτη σε μέγεθος έκταση στην Ευρώπη, εκτεινόμενη σχεδόν 1.600 χιλιόμετρα από βορρά προς νότο και 500 χιλιόμετρα από τη Βαλτική Θάλασσα στα ανατολικά προς τη Νορβηγία και τη Βόρεια Θάλασσα στα δυτικά, προσφέρει άφθονο χώρο στους σχεδόν 8,6 εκατομμύρια κατοίκους της. Επομένως, στατιστικά, στον καθένα αναλογούν 50 περίπου στρέμματα γης, από τα οποία σχεδόν τα 30 στρέμματα είναι δασώδεις περιοχές με σημυδόδεντρα, έλατα και πεύκα, πράγμα που προσφέρει σε κάθε άτομο κατά μέσο όρο 7.500 δέντρα. Μπορείτε να μυρίσετε το τονωτικό άρωμα αυτών των μεγαλόπρεπων πράσινων πεύκων;

Ένα Ανάμεικτο Βασίλειο

Η Σουηδία, που είναι ένα από τα αρχαιότερα βασίλεια του κόσμου, έχει μακρόχρονη δημοκρατική παράδοση, με κοινοβουλευτικό πολυκομματικό σύστημα. Σχεδόν το 95 τοις εκατό των Σουηδών ανήκουν στη Λουθηρανική Κρατική Εκκλησία, αν και μόνο μια μικρή μειονότητα πηγαίνει τακτικά στην εκκλησία. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, ωστόσο, εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες έχουν μετατρέψει τη Σουηδία σε μια κοινωνία ανάμεικτη από θρησκευτική και πολιτιστική άποψη. Ο ψηλός Σουηδός, με τα ξανθά ή καστανά μαλλιά και τα γαλανά μάτια, δεν είναι πια ο μοναδικός τύπος ανθρώπου που μπορεί να δει κανείς στη Σουηδία.

Για τους κατοίκους της Σουηδίας υπάρχει ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας που τους καλύπτει από την κούνια μέχρι τον τάφο. Ανάμεσα στις άλλες παροχές που χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση, είναι και το επίδομα τέκνων, η δωρεάν εκπαίδευση, το επίδομα στέγασης, το επίδομα ασθενείας, η ουσιαστικά δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, καθώς και οι συντάξεις γήρατος και αναπηρίας. Μολονότι τα εργοστάσια και οι μηχανές της Βιομηχανικής Επανάστασης έφτασαν καθυστερημένα, η Σουηδία συγκαταλέγεται σήμερα μεταξύ των πιο βιομηχανοποιημένων χωρών του κόσμου. Και φαίνεται πως ουσία της ξεχωριστής σκανδιναβικής ιδιοσυγκρασίας είναι η σιωπηλή πεποίθηση ότι κάτι που αξίζει να γίνει αξίζει να γίνει καλά. Αλλά μέσα σε τέτοιες φαινομενικά ευνοϊκές συνθήκες ζωής, θα μπορούσε να ριζώσει και να αναπτυχθεί ο σπόρος της Βασιλείας;

Οι Πρώτοι Σπόροι Φτάνουν στη Σουηδία

Πριν από εκατό χρόνια, Σουηδοί μετανάστες, που είχαν δεχτεί πρόθυμα την αλήθεια στις Ηνωμένες Πολιτείες, άρχισαν να στέλνουν έντυπα σε συγγενείς και φίλους στη Σουηδία. Μερικοί απ’ αυτούς τους σπόρους της αλήθειας έφτασαν σε μια μικρή καλύβα στο νησάκι Στούρκε, κοντά στη νότια ακτή της Σουηδίας. Εκεί βλάστησαν γρήγορα στην καρδιά κάποιου νεαρού άντρα.

Ένα βράδυ του 1898, ο Αουγκούστ Λούντμποργκ, ένας 25χρονος, δραστήριος, γεροδεμένος λοχαγός του Στρατού της Σωτηρίας, επισκέφτηκε τον Πέτερ Λάρσον και την οικογένειά του στο Στούρκε. Όταν έμεινε για λίγο μόνος στην καλύβα τους, τα μάτια του έπεσαν πάνω σε δυο βιβλία—τους πρώτους δυο τόμους της Χαραυγής της Χιλιετηρίδος, του Κ. Τ. Ρώσσελ. Καθώς τα ξεφύλλιζε βρήκε την εξήγηση για την απολυτρωτική θυσία του Χριστού, πράγμα που του προκάλεσε κατάπληξη και χαρά. Δανείστηκε τα βιβλία, καταβρόχθισε το περιεχόμενό τους, και αμέσως άρχισε να διδάσκει απ’ αυτά στις συγκεντρώσεις που έκανε.

Ο Λούντμποργκ, που ήταν δραστήριος, έγραψε ένα γράμμα στον αδελφό Ρώσσελ, με ημερομηνία 21 Δεκεμβρίου 1898: «Αγαπητέ κ. Ρώσσελ: Ο κάτωθι υπογεγραμμένος, πρώην λοχαγός στο Στρατό της Σωτηρίας, λόγω του φωτός που του έστειλε ο Θεός μέσω του συγγράμματός σας, Χ. ΤΗΣ ΧΙΛΙΕΤΗΡΙΔΟΣ, εγκατέλειψα πρόσφατα την προαναφερθείσα οργάνωση». Αφού εξέφραζε εκτίμηση για την αλήθεια που είχε βρει, ο Λούντμποργκ κατέληγε: «Αν το επιθυμείτε, θα χαρώ πολύ να αναλάβω το έργο βιβλιοπώλη εδώ στη Σουηδία». Χωρίς δισταγμό, ο αδελφός Ρώσσελ ταχυδρόμησε στον Λούντμποργκ 55 σειρές με τους τρεις πρώτους τόμους της Χαραυγής της Χιλιετηρίδος, παρακινώντας τον να στείλει αντίτυπα στους πρώην συντρόφους του στο «Στρατό».

Πόσο απογοητεύτηκε ο Λούντμποργκ όταν έφτασε η αποστολή! Τα βιβλία δεν ήταν αρκετά! Μέσα σε σύντομο διάστημα τα είχε δώσει όλα σε συνεργάτες του και σε άλλους. Γρήγορα έγραψε στον Ρώσσελ για περισσότερα. Η αναμονή ήταν ατέλειωτη. Φάνηκε ότι δεν θα έρχονταν ποτέ. Απτόητος από την έλλειψη εντύπων, ξεκίνησε στη Στοκχόλμη το έργο του βιβλιοπώλη το Μάιο του 1899, κηρύττοντας ολοχρόνια από σπίτι σε σπίτι. Γεμάτος ζήλο έπαιρνε παραγγελίες βιβλίων που θα παρέδιδε αργότερα. Έτσι η σπορά του σπόρου της Βασιλείας συνεχίστηκε.

Σχηματίζεται η Πρώτη Εκκλησία

Ο αδελφός Ρώσσελ έστειλε επίσης στον Λούντμποργκ τη διεύθυνση κάποιου Σ. Βίντερ στη Δανία, ο οποίος είχε αρχίσει να διαδίδει τους σπόρους της αλήθειας εκεί, καθώς επίσης και στα νοτιότερα τμήματα της Σουηδίας. Αμέσως ο Λούντμποργκ τον προσκάλεσε στη Στοκχόλμη και έκανε διευθετήσεις για μια Γραφική συνάθροιση—την πρώτη που έγινε στη Σουηδία. Τα λίγα ενδιαφερόμενα άτομα στριμώχτηκαν ασφυκτικά στην κουζίνα μιας οικογένειας που είχε πάρει αρκετά έντυπα από τον Λούντμποργκ. Στο δωμάτιο ήταν διάχυτος ο ενθουσιασμός καθώς αυτοί οι πνευματικά πεινασμένοι άνθρωποι καταβρόχθιζαν τα λόγια της αλήθειας.

Στα τέλη του 1899, αυτός ο δραστήριος μικρός όμιλος άρχισε να συναθροίζεται τακτικά τις Κυριακές. Νοίκιαζαν ένα μικρό ξυλουργικό εργαστήριο στο Απελμπεργκσγκάταν πληρώνοντας δυο κορόνες (περ. 50 δρχ.) τη βραδιά. Την Πέμπτη 12 Απριλίου 1900, οχτώ άτομα συγκεντρώθηκαν σ’ ένα νοικιασμένο δωμάτιο στο Γκρεβ Μαγκνιγκάταν για να γιορτάσουν την πρώτη Ανάμνηση στη Σουηδία. Στην προσευχή τους ζήτησαν να επιταχύνει το πνεύμα του Θεού την αύξηση.

Μερικούς μήνες αργότερα, νοίκιασαν ένα μεγαλύτερο χώρο, ένα διαμέρισμα στην οδό Τράνγκσουντ 8. Εκεί έγινε η πρώτη τους «οικιακή» συνέλευση από τις 20 ως τις 27 Ιουνίου 1901. Την παρακολούθησαν και μερικοί Σπουδαστές της Γραφής από τη Δανία. Επειδή ήθελαν να διαπιστώσουν αν υπήρχε ενδιαφέρον έξω από τη Στοκχόλμη, οι Σουηδοί διευθέτησαν να γίνει μια συνάθροιση στην πανεπιστημιούπολη της Ουψάλα, βόρεια της Στοκχόλμης. Εξεπλάγησαν όταν 150 ενδιαφερόμενα άτομα ήρθαν να την παρακολουθήσουν.

Τώρα η αλήθεια άρχισε να επεκτείνεται περισσότερο. Ένα μικρό νοικιασμένο δωμάτιο στην οδό Κανγκσγκάταν 20, στη Στοκχόλμη, άρχισε να χρησιμοποιείται για γραφείο και αποθήκη εντύπων. Ο Λούντμποργκ συνέχισε να ‘σπέρνει’ δραστήρια προς όλες τις κατευθύνσεις, πηγαίνοντας με τα πόδια, με άμαξες, με τρένα και με πλοία. (Ματθ. 13:3-23) Το 1902 ανέφερε πως είχε καλύψει σχεδόν όλες τις πόλεις και τις κωμοπόλεις στην κεντρική και στη νότια Σουηδία.

Βλαστάνουν κι Άλλοι Σπόροι

Καθώς περισσότεροι σπόροι της αλήθειας έφταναν και σε άλλα μέρη της Σουηδίας, αυτοί άρχισαν να φυτρώνουν στις καρδιές πολλών δραστήριων ανθρώπων που γρήγορα ξεκίνησαν κι αυτοί το έργο. Κάποια μέρα του 1902, ένας νεαρός άντρας στην πόλη Μάλμε, ονόματι Π. Γ. Γιόχανσον, καθώς περπατούσε μέσα σ’ ένα πάρκο, σταμάτησε μπροστά σε κάποιο παγκάκι. Παρατήρησε κάποιο φυλλάδιο που βρισκόταν εκεί και το οποίο είχε τον τίτλο Γνωρίζετε; Το διάβασε, συνειδητοποίησε ότι αυτή είναι η αλήθεια και, χωρίς να χάσει καιρό, άρχισε σύντομα να υπηρετεί ως βιβλιοπώλης.

Στο Σέγκμον, στη δυτική πλευρά της κεντρικής Σουηδίας, ζούσε κάποιος σιδηρουργός, ο Άξελ Γκουστάβ Ραντ. Επί 35 χρόνια αυτός ήταν μέλος της Ελεύθερης Εκκλησίας, καθώς και δημοφιλής κήρυκας. Από κάποιους συγγενείς του στη Νότια Αμερική, έλαβε ταχυδρομικά ένα αντίτυπο της Χαραυγής της Χιλιετηρίδος. Εκείνοι ήθελαν απλώς να μάθουν τη γνώμη του σχετικά μ’ αυτό. Ο Ραντ πείστηκε τόσο πολύ ότι αυτή είναι η αλήθεια, ώστε δήλωσε στην εκκλησία του: «Μέχρι τώρα έλεγα ψέματα. Τώρα θα λέω την αλήθεια».

Όταν αυτός και περίπου 30 άλλα μέλη εγκατέλειψαν την εκκλησία του, μια τοπική ημερήσια εφημερίδα εξέφρασε θλίψη για την απώλεια ενός «τέτοιου ασυναγώνιστου κήρυκα». Ένας από τους πρώην ομοπίστους του θρήνησε: «Σε τι μπορούμε να πιστεύουμε τώρα που ο Ραντ μάς στέρησε την κόλαση;» Σύντομα σχηματίστηκε μια εκκλησία Σπουδαστών της Γραφής στην Γκρουμς, μια κοντινή πόλη.

Η «Σκοπιά» από Νωρίς στη Σουηδική

Καθώς συνέχιζε να προωθεί το έργο στη διάρκεια του 1902, ο αδελφός Λούντμποργκ παρακάλεσε τον αδελφό Ρώσσελ να αρχίσει να τυπώνεται κάποιο περιοδικό στη σουηδική. Ο αδελφός Ρώσσελ απάντησε: «Ακόμη διακρατώ την πεποίθηση ότι το έργο βιβλιοπώλη, μαζί με τη διάδοση των φυλλαδίων, είναι πολύ πιο σπουδαίο από την έκδοση οποιουδήποτε περιοδικού σε οποιαδήποτε γλώσσα, και σου συνιστώ να διαθέσεις το χρόνο σου με ανάλογο τρόπο».

Παρ’ όλα αυτά, ο Λούντμποργκ, με την ισχυρή θέληση που τον χαρακτήριζε, προχώρησε στην πραγματοποίηση των σχεδίων του. Μέχρι το τέλος εκείνης της χρονιάς είχε τυπώσει και διαθέσει το πρώτο τεύχος ενός μηνιαίου περιοδικού, που ονομαζόταν Στην Πρωινή Σκοπιά (Άι Μοργκονβάκτεν). Αυτό περιείχε αποσπάσματα από τη Σκοπιά της Σιών, ομιλίες του Πάστορα Ρώσσελ, ποίηση και γράμματα από αναγνώστες. Όταν ο αδελφός Ρώσσελ επισκέφτηκε τη Στοκχόλμη κατά τη διάρκεια της περιοδείας του στην Ευρώπη, το Μάιο του 1903, αποφάσισε ότι το περιοδικό θα έπρεπε να ονομαστεί Η Σκοπιά της Σιών, με εκδότη τον Κ. Τ. Ρώσσελ. Αυτό έγινε τον Ιανουάριο του 1904.

Η Πρώτη Πραγματική Συνέλευση

Η πρώτη πραγματική συνέλευση έγινε στις 3 και 4 Μαΐου του 1903, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του αδελφού Ρώσσελ στη Στοκχόλμη. Αυτός έκανε αρκετές ενθουσιώδεις ομιλίες, οι οποίες μεταφράστηκαν από κάποιον πρώην διάκονο της Σουηδικής Κρατικής Εκκλησίας. Παρευρέθηκαν περίπου 250 άτομα, τα μισά από τα οποία ήταν νεοενδιαφερόμενοι.

Οι αδελφοί και οι αδελφές ελκύστηκαν πάρα πολύ από τον αδελφό Ρώσσελ. Μέσω των συγγραμμάτων του, η πίστη του και οι σκέψεις του είχαν γίνει δικές τους, και τώρα ήταν κατενθουσιασμένοι που τον έβλεπαν και άκουγαν το άγγελμά του. Ένας αδελφός έγραψε: «Εκπλαγήκαμε όταν είδαμε το επιβλητικό του παράστημα και τη νεανική, χαρούμενη έκφραση στο πρόσωπό του, μολονότι τα χρόνια είχαν ήδη σπείρει το γκρίζο χρώμα ανάμεσα στα σκούρα μαλλιά του. Καλοσύνη και αγάπη ακτινοβολούσαν από τα ήπια, αλλά και σοβαρά, μάτια του. Ο τρόπος ομιλίας του ήταν ζωντανός και συναρπαστικός, αλλά, συνάμα, απαλλαγμένος από κάθε είδους υπερβολή. [Ο Ρώσσελ] κέρδισε τη συμπάθειά μας από την πρώτη κιόλας στιγμή».

Γεμάτη χαρά, η Ματίλντα Λίντρος, η πρώτη γυναίκα βιβλιοπώλης στη Σουηδία, έγραψε στο τμήμα: «Εκείνες οι μέρες τώρα πια μου φαίνονται σαν ένα υπέροχο όνειρο· είθε ο Θεός να με βοηθήσει, όχι μόνο να τις θυμάμαι, αλλά επίσης να θέτω με προθυμία σε εφαρμογή τα πράγματα που έμαθα, . . . και είθε ο Κύριος να βοηθάει τους πρόθυμους και υπάκουους δούλους του να παραμένουν σ’ αυτή την κατάσταση μέχρι το τέλος!» Αυτή παρέμεινε πιστή, υπηρετώντας τον Ιεχωβά μέχρι το θάνατό της το 1945, σε ηλικία 91 ετών.

Συνοψίζοντας την ικανοποίησή του από την περιοδεία, ο αδελφός Ρώσσελ έγραψε αργότερα: «Ποτέ δεν θα ξεχάσω την επίσκεψη στη Σκανδιναβία και πάντοτε θα προσεύχομαι και θα ζητώ την ευλογία του Κυρίου για το έργο του εκεί».

Ολοχρόνια Υπηρεσία—Η Ραχοκοκαλιά του Έργου

Η πίστη του αδελφού Ρώσσελ και το προοδευτικό πνεύμα του υποκίνησαν μερικούς από τους πρώτους που έμαθαν την αλήθεια να αναλάβουν με ενθουσιασμό το ολοχρόνιο έργο κηρύγματος. Από τότε, η ολοχρόνια διακονία έχει αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά του έργου της Βασιλείας στη Σουηδία.

Αυτοί οι πρώτοι βιβλιοπώλες ξεκίνησαν το έργο τους χωρίς δισταγμούς, χωρίς καμιά ειδική εκπαίδευση, συχνά χωρίς μόνιμη κατοικία, μόνο με εργασία μειωμένου ωραρίου για τη συντήρησή τους και έχοντας ως μοναδικό μέσο μετακίνησης τα ίδια τους τα πόδια. Συνειδητοποίησαν την έκταση και το επείγον του έργου τους, και έδιναν την εντύπωση ότι, αντί να βαδίζουν, έτρεχαν από σπίτι σε σπίτι, καλύπτοντας έτσι γρήγορα μεγάλες περιοχές. Ο Λούντμποργκ ανέφερε στον αδελφό Ρώσσελ:

«Πάντα προσπαθώ να είμαι όσο το δυνατόν πιο πρακτικός, ακολουθώντας την ίδια μέθοδο που βλέπω από την επιστολή σου ότι εφαρμόζετε στην Αμερική, δηλαδή να επισκέπτεστε όλα τα σπίτια σε κάθε μέρος. Πηγαίνω από πόρτα σε πόρτα, σε κάθε τετράγωνο στη σειρά (από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ), μέχρι να είμαι έτοιμος για την επόμενη πόλη. Όμως αν κάποιο μέρος δεν είναι μεγαλύτερο απ’ αυτό που επισκέπτομαι τώρα (το Μαρίεφρεντ, που έχει περίπου 1.100 κατοίκους), δεν απαιτούνται και πολλές ώρες».

Όταν ο τομέας ήταν πολύ μακριά και δεν μπορούσαν να πάνε με τα πόδια, οι βιβλιοπώλες χρησιμοποιούσαν άλλους τρόπους μεταφοράς, συνήθως φτηνούς και αργούς. Αλλά δαπανούσαν σοφά το χρόνο τους. Η ίδια έκθεση λέει επίσης: «Ταξιδεύω οικονομικά. Έχω γερό σώμα που μπορεί να υπομένει λίγες κακουχίες κάπου-κάπου. Όπου είναι δυνατόν, ταξιδεύω με πλεούμενα, μερικές φορές πάνω σε φορτηγά πλοία. Μερικές φορές αγοράζω το φτηνότερο κατάλυμα σε κάποιο επιβατηγό ατμόπλοιο (όπου η μόνη κουκέτα—νύχτα και μέρα—είναι το ανοιχτό κατάστρωμα). Το χρόνο που δαπανώ πάνω στο πλοίο τον αφιερώνω επίσης προσεκτικά, με το να συνομιλώ με ανθρώπους και να μελετώ τη Γραφή».

Αρχίζουν οι Επισκέψεις από Περιοδεύοντες Επισκόπους

Οι τακτικές επισκέψεις από περιοδεύοντες επισκόπους ήταν απαραίτητες προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι καινούριες εκκλησίες και να βοηθηθούν να αποκτήσουν καλύτερη οργάνωση. Έτσι, το 1905 διευθετήθηκαν επισκέψεις από ώριμους αδελφούς οι οποίοι ονομάζονταν πίλγκριμ. Ο Τσαρλς Έντμπεργκ, ο οποίος είχε γνωρίσει την αλήθεια στις Ηνωμένες Πολιτείες και είχε φτάσει στη Σουηδία με ατμόπλοιο το 1904, ήταν ο πρώτος πίλγκριμ και συνέβαλε πάρα πολύ στην οργάνωση του έργου της Βασιλείας στη χώρα εκείνα τα πρώτα χρόνια.

Ανακοινώθηκε στη Σκοπιά ότι οι εκκλησίες θα έπρεπε να γράφουν στην Εταιρία και να κάνουν αιτήσεις για επισκέψεις. Οι εκκλησίες όφειλαν να κάνουν διευθετήσεις για συναθροίσεις που θα διεξάγονταν από τον επισκέπτη αδελφό, καθώς και για τη φιλοξενία του. Τους δόθηκε η σύσταση να μην κάνουν οποιεσδήποτε άλλες ειδικές προετοιμασίες γι’ αυτόν, επειδή, όπως το τοποθετούσε η Σκοπιά, «αυτός δεν έρχεται για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει».

Κάθε επίσκεψη του αδελφού Έντμπεργκ διαρκούσε τουλάχιστον δυο μέρες. Υποκινούμενος από τις ομιλίες του αδελφού, ένας ακροατής είπε ύστερα από κάποια επίσκεψη: «Με αυτές τις ομιλίες έμαθα περισσότερα απ’ όσα είχα μάθει τα τελευταία 20 χρόνια». Κάποιος άλλος είπε: «Είναι αξιοσημείωτο το πόσα πράγματα υπάρχουν στην Αγία Γραφή, τα οποία ούτε έχουμε ακούσει ούτε έχουμε δει». Ο αδελφός Έντμπεργκ δεν μπορούσε να φανταστεί τότε ότι τέτοιες επισκέψεις στις εκκλησίες θα συνέχιζαν να γίνονται, ύστερα από 85 και πλέον χρόνια, από επισκόπους περιοχής και περιφερείας.

Συνεχείς Μετακινήσεις του Τμήματος

Στη διάρκεια εκείνης της αρχικής περιόδου, το μικρό σουηδικό γραφείο τμήματος—επιπλωμένο κυρίως με τα χαρτοκιβώτια των εντύπων και το κρεβάτι του αδελφού Λούντμποργκ—μετακινούνταν από τη μια τοποθεσία στην άλλη, στο κέντρο της Στοκχόλμης. Το 1905 μεταφέρθηκε από ένα μικρό δωμάτιο της οδού Κανγκσγκάταν 20, στην οδό Άντολφ Φρέντρικς Κιρκογκάτα 7, όπου κατέλαβε μέρος ενός διαμερίσματος. Νοικιάστηκαν τρία δωμάτια, ένα για τις συναθροίσεις, ένα για γραφείο και ένα για τα χαρτοκιβώτια και το κρεβάτι του Λούντμποργκ. Ωστόσο, πριν από το τέλος της χρονιάς, ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος ζήτησε τα δωμάτιά του πίσω, και το τμήμα μεταφέρθηκε στην οδό Ραντμανσγκάταν 39 Β.

Καθώς το έργο επεκτεινόταν, ειδικά στις δυο μεγαλύτερες πόλεις—τη Στοκχόλμη στην ανατολική ακτή και το Γκέτεμποργκ στη δυτική ακτή—ο Λούντμποργκ θεώρησε ότι ήταν καλύτερο να εργάζεται από κάποιο μέρος ενδιάμεσα. Έτσι, το 1907, το τμήμα μεταφέρθηκε στο Έρεμπρο, περίπου 200 χιλιόμετρα δυτικά της Στοκχόλμης, όπου και παρέμεινε επί 20 περίπου χρόνια.

Ο Ρώσσελ Ενδιαφέρεται για τη Σουηδία

Οι πολλές επιστολές του αδελφού Ρώσσελ προς τον αδελφό Λούντμποργκ φανέρωναν ζωηρό ενδιαφέρον για το έργο της Βασιλείας στη Σουηδία. Πάντοτε θερμές και ενθαρρυντικές, αυτές οι επιστολές περιείχαν σαφείς και αυστηρές οδηγίες. Κάποτε ο αδελφός Ρώσσελ έγραψε: «Σε παρακαλώ, δέξου την αγάπη και τη συμπάθειά μου, και πάντα να είσαι βέβαιος γι’ αυτές, ακόμα κι όταν περιστασιακά το θεωρώ αναγκαίο να ασκώ κριτική».

Το 1909, όταν ο Ρώσσελ επισκέφτηκε τη Σουηδία για δεύτερη φορά, περίπου 300 άτομα συγκεντρώθηκαν σε μια συνέλευση στο Έρεμπρο. Μόλις δυο χρόνια αργότερα, επέστρεψε και έκανε μια ομιλία στη μεγαλύτερη αίθουσα της Στοκχόλμης με θέμα, «Η Κρίση του Μεγάλου Λευκού Θρόνου». Τότε ήταν ήδη πολύ γνωστός στη Σουηδία. Η αίθουσα ήταν κατάμεστη και περίπου 1.500 απογοητευμένα άτομα δεν κατόρθωσαν ούτε καν να μπουν. Ολόκληρη η πόλη ήταν γεμάτη ενθουσιασμό και συζητήσεις. Όταν αυτός και η συνοδεία του επιβιβάστηκαν στο τρένο για την Κοπενχάγη, η χαρακτηριστική μορφή του αδελφού Ρώσσελ κατέπληξε το σταθμάρχη, ο οποίος απλώς στεκόταν με τα μάτια και το στόμα του ορθάνοιχτα, και είχε ξεχάσει να δώσει έγκαιρα το σήμα της αναχώρησης. Ο κόσμος ρωτούσε: «Ποια είναι αυτή η βασιλική προσωπικότητα;»

Η τελευταία επίσκεψη του αδελφού Ρώσσελ στη Σουηδία ήταν το 1912 και αποτελούσε μέρος της παγκόσμιας περιοδείας του. Η δημόσια ομιλία του στο Σίρκους, στην Ντιουργκάρντεν, είχε το θέμα «Πέρα από τον Τάφο». Μια αδελφή θυμήθηκε τον ενθουσιασμό του κοινού για την επίσκεψη του αδελφού στη γενέτειρά της, το Κάρλσταντ: «Η αίθουσα που είχε νοικιαστεί για τη συγκέντρωση ήταν τόσο ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο, ώστε υπήρχε φόβος ότι το πάτωμα θα υποχωρούσε».

Ο αδελφός Ρώσσελ συνέχισε να δείχνει ενδιαφέρον για τη Σουηδία στέλνοντας εκεί αδελφούς από τα κεντρικά γραφεία, μεταξύ των οποίων και τον Ι. Φ. Ρόδερφορντ, που αργότερα έγινε πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά. Το 1913 ο αδελφός Ρόδερφορντ επισκέφτηκε 15 μεγάλες πόλεις στη Σουηδία και στη Νορβηγία σε διάστημα τριών μόνο εβδομάδων. Η ενεργητικότητά του, η γνώση που είχε για την Αγία Γραφή και οι δυναμικές του ομιλίες ξεσήκωσαν τους αδελφούς. Η δημόσια ομιλία του είχε θέμα: «Πού Είναι οι Νεκροί;» Ένας αδελφός θυμάται τα εξής από μια συνάθροιση στο Γκέτεμποργκ: «Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του ο αδελφός Ρόδερφορντ είπε: ‘Προσφέρω 1.000 δολάρια σε οποιονδήποτε από το ακροατήριο μπορέσει να αποδείξει ότι ο άνθρωπος έχει αθάνατη ψυχή’. Κανένας δεν απάντησε στην πρόκληση».

Όταν τα νέα για το θάνατο του αδελφού Ρώσσελ στις 31 Οκτωβρίου 1916 έφτασαν στη Σουηδία, φάνηκε καθαρά το πόσο γνωστός ήταν. Αρκετές ημερήσιες εφημερίδες τον τίμησαν δημοσιεύοντας φιλικά σχόλια. Μερικές μάλιστα τύπωσαν μια από τις ομιλίες του. Χωρίς αμφιβολία, το ενδιαφέρον του αδελφού Ρώσσελ για τη Σουηδία αποτέλεσε κίνητρο για την προώθηση του έργου της Βασιλείας.

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος Δεν Προκαλεί Έκπληξη

Το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου δεν προκάλεσε πραγματική έκπληξη στους Σπουδαστές της Γραφής στη Σουηδία. Πριν από πολλά χρόνια αυτοί είχαν διαβάσει στα έντυπα της Σκοπιάς ότι η Βιβλική χρονολόγηση επισήμαινε το έτος 1914 ως την εποχή κατά την οποία θα μπορούσε να αναμένεται «παγκόσμια αναρχία». Οι προσδοκίες ήταν τόσο έντονες στο ξεκίνημα του 1914, ώστε μερικοί άρχισαν ακόμη και να αποθηκεύουν τρόφιμα. Έτσι, όταν έφτασαν τα νέα του πολέμου αυτοί χάρηκαν επειδή η σωτηρία τους ήταν κοντά.

Ο αδελφός Άρθουρ Γκούσταβσον, που τότε ήταν 11 χρονών, είπε: «Μπορώ καθαρά να θυμηθώ την Κυριακή 2 Αυγούστου 1914. Ο πατέρας μου οδηγούσε τη συνάθροιση στο Γκέτεμποργκ όταν ακούσαμε κάποιο μικρό εφημεριδοπώλη να φωνάζει: ‘Έχει αρχίσει παγκόσμια πυρκαγιά!’ Οι αδελφοί στην αίθουσα άρχισαν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλον. Μερικά από τα πράγματα που διακηρύτταμε για το 1914 είχαν αρχίσει να βγαίνουν αληθινά». Ο αδελφός Γκούσταβσον αργότερα υπηρέτησε στο ολοχρόνιο έργο κηρύγματος επί 56 χρόνια, και συνέχισε να κηρύττει μέχρι το τέλος της επίγειας πορείας του το 1987.

Παρ’ όλο που η Σουηδία έμεινε αμέτοχη στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρχε έλλειψη τροφίμων και άλλων ζωτικών προμηθειών. Όχλοι εργατών άρχισαν να δημιουργούν ταραχές, οργανώνοντας πορείες στις αγροτικές περιοχές για να λεηλατήσουν αγροκτήματα. Ωστόσο, ο Ιεχωβά Θεός διατήρησε το λαό του στη Σουηδία πνευματικά χορτασμένο κατά τη διάρκεια των ετών του πολέμου, παρ’ όλο που η επικοινωνία με τα κεντρικά γραφεία στο Μπρούκλιν περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό. Το περιοδικό Σκοπιά συνέχισε να εκδίδεται χωρίς διακοπή. Ακόμα και ο έβδομος τόμος των Γραφικών Μελετών έφτασε στη Σουηδία, μεταφράστηκε και εκτυπώθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Το Φωτόδραμα, Ένα Ακόμα Βοήθημα

Ο εξοπλισμός για την προβολή του Φωτοδράματος της Δημιουργίας—μιας παραγωγής που περιλάμβανε σλάιντς και κινούμενες εικόνες σε συγχρονισμό με ήχο, και η οποία διαρκούσε αρκετές ώρες—έφτασε επίσης στη Σουηδία καθώς φούντωνε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ο Γουίλιαμ και η Μπέλα Αντέν, ένα ζευγάρι Σουηδοαμερικανών, έφτασαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να δείξουν πώς χρησιμοποιείται ο εξοπλισμός. Το ότι οι αδελφοί εκδήλωσαν ζήλο και ενθουσιασμό για το Φωτόδραμα μπορεί να φανεί από τη σουηδική έκδοση της Σκοπιάς 15 Οκτωβρίου 1914:

«Τώρα πρέπει, όσο το δυνατόν γρηγορότερα, να φτάσουμε σ’ όλες τις μεγάλες πόλεις και κοινότητες της χώρας μας, . . . καθώς τώρα βλέπουμε τους ουρανούς της οργής πάνω από τα κεφάλια μας και το ανθρώπινο γένος να τρέμει από φόβο εξαιτίας της καταιγίδας που ήδη κλονίζει το παρόν σύστημα πραγμάτων».

Η πρώτη προβολή έγινε στο Θέατρο του Έρεμπρο, στις 25 Σεπτεμβρίου 1914. Η αίθουσα ήταν κατάμεστη από κόσμο, και έξω στο δρόμο υπήρχε συνωστισμός από ανθρώπους που δεν είχαν καταφέρει να μπουν. Οι προβολές συνεχίστηκαν και τις επόμενες βραδιές. Η Σκοπιά αναφέρει: «Η συρροή των ανθρώπων όλο και αυξανόταν ώστε, σε κάθε προβολή, αρκετοί αστυφύλακες με στολή ήταν πλήρως απασχολημένοι βοηθώντας μας να κρατήσουμε έξω το πλήθος».

Μια εφημερίδα έγραψε στην ανταπόκρισή της από τη Σούντσβαλ το 1915: «Χάρη στους εξαιρετικούς φύλακες, καμιά οχλαγωγία δεν σημειώθηκε, όμως παρατηρούνταν σκηνές σιωπηλής απόγνωσης κάθε φορά που οι πόρτες έκλειναν με αμείλικτο τρόπο. Τα χιλιάδες άτομα που δεν κατόρθωναν να μπουν διασκορπίζονταν διστακτικά, ενώ οι πιο πιστοί παρέμεναν όσο διαρκούσε η παρουσίαση για να βρίσκονται τουλάχιστον στην περιοχή στην οποία συνέβαινε το αξιοθαύμαστο γεγονός, το θαύμα».

Μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, το Φωτόδραμα προβλήθηκε σε εκατοντάδες μέρη. Στη διάρκεια του 1915 μόνο, προβλήθηκε 1.256 φορές. Βοήθησε σημαντικά στο να εξοικειώσει τους ανθρώπους με τους σκοπούς του Ιεχωβά και να κάνει την Αγία Γραφή να φαίνεται ζωντανή. Η εφημερίδα από την οποία έγινε η παραπάνω παράθεση πρόσθεσε ότι ο Ρώσσελ και οι ομόπιστοί του «εργάζονται, όπως είναι πασίγνωστο, για να κάνουν τις Άγιες Γραφές δημοφιλείς και, μέσω της εξήγησης διαφόρων Γραφικών κειμένων, να παράσχουν μια κατανοητή αντίληψη περί Θεού».

Ως νεαρή γυναίκα, η Ελίν Άντερσον είχε λάβει μέρος στην προβολή του Φωτοδράματος. Τα μάτια της δακρύζουν καθώς αναπολεί τώρα σε ηλικία 90 ετών: «Ανήκα στον όμιλο των 12 αδελφών που ταξίδευαν σ’ ολόκληρη τη χώρα μ’ ένα σετ του Δράματος. Δουλειά μου ήταν η ταξιθεσία. Ήταν θαυμάσιο να βλέπω όλο εκείνον τον κόσμο να έρχεται, και να παρατηρώ πόσο εντυπωσιασμένοι ήταν. Πολλοί έρχονταν επανειλημμένα για να το δουν, περιμένοντας ώρες στην ουρά προκειμένου να βρουν θέση. Μια ιδιαίτερα αλησμόνητη και ευτυχισμένη εποχή!»

Η αλήθεια διαδιδόταν επίσης εκείνα τα χρόνια του πολέμου μέσω εφημερίδων που ανατύπωναν τις ομιλίες του αδελφού Ρώσσελ. Αυτό άρχισε πριν από τον πόλεμο και συνεχίστηκε μέχρι το 1916. Συνολικά, πέντε διαφορετικές εφημερίδες διέθεταν αρκετές στήλες ή και ολόκληρες σελίδες. Μάλιστα μερικές εφημερίδες τύπωναν τις ομιλίες σε τακτική βάση στο κυριακάτικο φύλλο τους. Αυτό έδωσε εντυπωσιακή δημοσιότητα εκείνη την εποχή, προτού το ραδιόφωνο και η τηλεόραση γίνουν είδη καθημερινής χρήσης.

Οι Αδελφές Έχουν Μεγάλη Συμμετοχή

Την εποχή του συναρπαστικού έτους 1914, αρκετοί διαγγελείς της Βασιλείας υποκινήθηκαν να αλλάξουν δραστικά τη ζωή τους. Αρκετές νεαρές αδελφές—σε μια εποχή που επικρατούσε η άποψη ότι οι νεαρές γυναίκες έπρεπε να παντρεύονται και να μεγαλώνουν παιδιά—χωρίς δισταγμό ανέλαβαν την ολοχρόνια υπηρεσία και παρέμειναν σ’ αυτήν μέχρι το θάνατό τους. Το έργο τους έχει ευλογηθεί πλουσιοπάροχα, εφόσον μερικοί σύγχρονοι Μάρτυρες στη Σουηδία, οι οποίοι εκδηλώνουν παρόμοιο ζήλο, μπορούν να αναφέρονται σ’ αυτές ως τις πνευματικές μητέρες, γιαγιάδες ή ακόμη και προγιαγιάδες τους.—Ιωήλ 2:28.

Μια νεαρή νοσοκόμα, η Έμπα Παλμ, ήθελε τόσο πολύ να βοηθάει τα πνευματικά άρρωστα άτομα ώστε φορούσε τη στολή τής νοσοκόμας στο έργο κηρύγματος. Επειδή η στολή της εκπροσωπούσε ένα εξαιρετικά ευυπόληπτο τάγμα νοσοκόμων, τις Αδελφές της Σοφίας, πολλά άτομα σε αριστοκρατικά σπίτια άνοιγαν τις πόρτες τους γι’ αυτήν. Μέσα στους τρεις πρώτους μήνες κατά τους οποίους υπηρέτησε ως βιβλιοπώλισσα, διέθεσε 1.085 δεμένα βιβλία και πάρα πολλά βιβλιάρια.

Η μεγαλύτερη αδελφή της Έμπα, η Έλεν, εγκατέλειψε την εργασία που είχε ως τραπεζική υπάλληλος και ξεκίνησε το έργο βιβλιοπώλισσας. Ο ζήλος της ήταν εξαιρετικός. Αφού παντρεύτηκε, αυτή και ο σύζυγός της χρησιμοποιούσαν ένα ατμόπλοιο για να επισκέπτονται τους ανθρώπους κατά μήκος των φιόρδ και των ορμίσκων της Βαλτικής Θάλασσας.

Η Άννα Γουίκμπομ ήταν κόρη αστυνομικού διευθυντή. Είχε υπηρετήσει ως γκουβερνάντα στην αυλή του τσάρου της Ρωσίας και αργότερα ως ιδιαιτέρα καθηγήτρια στην οικογένεια κάποιου κόμη. Παραιτήθηκε από την καλοαμειβόμενη εργασία της προκειμένου να γίνει βιβλιοπώλισσα καλύπτοντας τον τομέα κοντά στο σπίτι της. Οι γείτονές της, επειδή γνώριζαν την ταυτότητά της, την υποδέχονταν με σεβασμό. Το γεγονός ότι γνώριζε καλά πολλές γλώσσες τής άνοιξε πολλές πόρτες.

Κάποτε επισκέφτηκε μια επιβλητική κατοικία. Η κόμισσα που ζούσε εκεί έστειλε τον αρχιυπηρέτη της για να εκφοβίσει την Άννα. «Σήμερα η κόμισσα μιλά μόνο στα γαλλικά», βροντοφώναξε αυτός. «Θαυμάσια», απάντησε η Άννα. Όταν η κόμισσα άκουσε τα υπέροχα γαλλικά της Άννας, ένιωσε ντροπή επειδή η ίδια μιλούσε άσχημα τα γαλλικά και ικέτευσε: «Σουηδικά παρακαλώ!» Είναι περιττό να λεχθεί ότι η κόμισσα εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ ώστε, επί χρόνια ολόκληρα, έπαιρνε τακτικά τα έντυπα κάθε φορά που την επισκέπτονταν οι Μάρτυρες.

Μια άλλη νεαρή γυναίκα, η Μάγια Λάντκουιστ, υπηρέτησε εθελοντικά επί τρία χρόνια ως ταξιθέτρια για το Φωτόδραμα. Απόλαυσε τόσο πολύ αυτό το προνόμιο, ώστε υποκινήθηκε να συνεχίσει με ζήλο την ολοχρόνια διακονία επί 53 χρόνια, μέχρι το θάνατό της. Η ειδικότητά της ήταν να δίνει μαρτυρία πάνω σε ξένα πλοία. Επί πολλά χρόνια, αυτή η εύθυμη και δραστήρια μικρόσωμη γυναίκα έκανε συχνά την παρουσία της σε αποβάθρες και σε καταστρώματα, μιλώντας στους καπετάνιους και στα πληρώματά τους για τη Βασιλεία του Θεού και διαθέτοντας μεγάλες ποσότητες εντύπων σε πολλές γλώσσες. «Το λιμάνι είναι ο καλύτερος τομέας μου», συνήθιζε να λέει.

Τέτοιες σκαπάνισσες διακρίνονταν για το σφρίγος, την πίστη και την εμμονή τους. Ο εκλιπών συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος, Γιόχαν Χ. Ένεροθ, είπε κάποτε: «Είναι πράγματι συγκινητικό να μαθαίνει κανείς ότι ευπαθείς και αδύναμες γυναίκες καλύπτουν με τα πόδια αμέτρητα χιλιόμετρα, και μερικές φορές μέσα από δάση χωρίς δρόμους, κουβαλώντας βαριές τσάντες με βιβλία, προκειμένου να φέρουν το άγγελμα της ελπίδας, της παρηγοριάς και της χαράς στους ανθρώπους που ζουν εκεί σε πολύ δύσκολες συνθήκες».

Θα Έκλεινε η Πόρτα το 1918;

Όταν μπήκε το 1918, οι προσδοκίες ήταν ζωηρές μεταξύ των αδελφών. Οι προφητείες υποδείκνυαν ότι αυτό το έτος θα σημείωνε την έναρξη της ‘πρώτης ανάστασης’ και την ανάληψη της τάξης της νύφης του Χριστού στον ουρανό. (Αποκ. 20:5, 6) Θα περιλάμβανε αυτό όλους τους χρισμένους, συμπεριλαμβανομένων και των τελευταίων που ζούσαν στη γη εκείνη την εποχή; Επρόκειτο να κλείσει σύντομα η πόρτα του ‘γαμήλιου δείπνου’, που αναφέρεται στο εδάφιο Ματθαίος 25:10; Τέτοια ερωτήματα κυκλοφορούσαν μεταξύ των αδελφών και οδηγούσαν σε μερικές πολύ βαθιές συζητήσεις. Στην Ανάμνηση, στις 26 Μαρτίου εκείνης της χρονιάς, 1.714 άτομα μετείχαν στα εμβλήματα. Πολλοί απ’ αυτούς πίστευαν ότι γιόρταζαν αυτό το γεγονός για τελευταία φορά. Μάλιστα φαινόταν ότι ακόμη και το έργο είχε επιβραδυνθεί! Ο Ερνστ Λίγκνελ, ένας ενθουσιώδης πίλγκριμ, έγραψε στο τμήμα:

«Ελπίζουμε ότι αυτός ήταν ο τελευταίος εορτασμός αυτού του είδους ενόσω βρισκόμαστε στη γη και ότι ο επόμενος εορτασμός μας θα είναι να πιούμε το ποτήρι της ευφροσύνης στη Βασιλεία. Ωστόσο, σε όλα, ας γίνει το θέλημα του Πατέρα μας! Εάν θα τον ευαρεστούσε να μας αφήσει να παραμείνουμε λίγο ακόμη εδώ κάτω ‘στην κοιλάδα της σκιάς του θανάτου’, εμείς θα συμμορφωθούμε με την απόφασή του. Όμως, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο χρόνος φαίνεται να είναι πολύ λίγος».

Ο Νυμφίος, όμως, είχε άλλα θαυμάσια πράγματα υπόψη του για τους τελευταίους από τους χρισμένους που βρίσκονταν στη γη. Το 1919, στη μεγαλειώδη συνέλευση, στο Σίνταρ Πόιντ του Οχάιο, τους έγινε υπενθύμιση του προνομίου που είχαν ως πρέσβεις του Κυρίου, να αναγγείλουν τον ερχομό της ένδοξης Βασιλείας του Θεού. Όταν ο αντίλαλος αυτής της συνέλευσης έφτασε στη Σουηδία, οι αδελφοί χάρηκαν και γρήγορα προσαρμόστηκαν στην αποστολή που είχαν λάβει. Το έργο επιταχύνθηκε και πάλι.

Διατέθηκαν τόνοι εντύπων. Τα βιβλιάρια Εκατομμύρια Ζώντων Ήδη Ουδέποτε Θα Αποθάνωσιν και Πού Βρίσκονται οι Νεκροί; έγιναν δεκτά με ενθουσιασμό. Κατά καιρούς, οι βιβλιοπώλες χρειάζονταν αυτά τα έντυπα τόσο επειγόντως, ώστε έστελναν τηλεγραφήματα στο γραφείο τμήματος για να στείλει «500 Εκατομμύρια» ή να στείλει «200 Νεκρούς»—μηνύματα που προβλημάτιζαν πολλούς τηλεγραφητές.

Σοβαρές Δοκιμασίες στη Δεκαετία του 1920

Αυτή η ενθουσιώδης δραστηριότητα δεν πέρασε απαρατήρητη από το μεγάλο εχθρό, τον Σατανά τον Διάβολο. Αυτός προσπάθησε να σβήσει το ζήλο των αδελφών για το έργο με το να διαδίδει αποθαρρυντικές σκέψεις. Κατόπιν προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες της ανθρώπινης προσωπικότητας, αρχίζοντας περίπου το 1920 και φτάνοντας στο αποκορύφωμα το 1925. Ο Αουγκούστ Λούντμποργκ, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για το τμήμα της Εταιρίας επί 20 περίπου χρόνια, άρχισε να χάνει την κατάλληλη άποψη για τον εαυτό του σε σχέση με την οργάνωση του Θεού. Αγνοώντας τις συμβουλές και τις οδηγίες από την οργάνωση, εξέδιδε τη Σκοπιά σύμφωνα με τη δική του ερμηνεία. Επικράτησε σύγχυση μεταξύ των αδελφών. Το έργο επιβραδύνθηκε. Δαπανήθηκε πολύς χρόνος και καταβλήθηκαν πολλές προσπάθειες με στοργικό τρόπο ώστε να μπορέσει αυτό το άτομο που έσφαλε να συνειδητοποιήσει τη λανθασμένη πορεία του και να μετανοήσει.

Η οργάνωση του Θεού αντιμετώπισε με επιδεξιότητα τα τεχνάσματα του Σατανά. Ο αδελφός Ρόδερφορντ, μόλις έμαθε για τα προβλήματα, πήρε αμέσως μέτρα στέλνοντας τον αδελφό Α. Χ. Μακμίλαν, το Μάιο του 1921, για να τακτοποιήσει το θέμα. Όμως ο Διάβολος δεν υποχώρησε. Σύντομα τα προβλήματα ξαναεμφανίστηκαν, με αποτέλεσμα ο ίδιος ο αδελφός Ρόδερφορντ να πάει στη Σουηδία το 1922. Έγινε μια συνέλευση στο Έρεμπρο με την ελπίδα ότι οι αδελφοί θα ενθαρρύνονταν.

Όταν έμαθε την επόμενη χρονιά ότι υπήρχαν κι άλλες δυσκολίες, ο αδελφός Ρόδερφορντ έστειλε ένα γράμμα με ημερομηνία 23 Μαΐου 1923 προς όλους τους αδελφούς, παρακινώντας τους να παραμείνουν δραστήριοι στην υπηρεσία: «Έχει έρθει ο καιρός για ενωμένη δράση σε όλη τη Σουηδία. Μ’ αυτή την επιστολή προτρέπω όλους τους καθιερωμένους που βρίσκονται στη Σουηδία να συνεργάζονται ενωμένα και με πλήρη αρμονία για τη διακήρυξη της αλήθειας».

Το 1924 ο αδελφός Κ. Α. Γουάιζ, που ήταν τότε αντιπρόεδρος της Εταιρίας, στάλθηκε στη Σουηδία για να βοηθήσει. Η έκθεσή του έκανε τον αδελφό Ρόδερφορντ να περιλάβει και τη Σουηδία στην περιοδεία που έκανε στην Ευρώπη την άνοιξη του 1925. Το Μάιο έγινε μια συνέλευση στο Έρεμπρο, την οποία παρακολούθησαν περίπου 500 άτομα από τη Σουηδία, τη Νορβηγία, τη Δανία και τη Φινλανδία.

Καιρός για Αλλαγή

Τότε ο αδελφός Ρόδερφορντ έκανε την ευχάριστη ανακοίνωση ότι επρόκειτο να λειτουργήσει στην Κοπενχάγη της Δανίας ένα καινούριο γραφείο, το Γραφείο Βόρειας Ευρώπης, παρόμοιο με το Γραφείο Κεντρικής Ευρώπης το οποίο είχε ιδρυθεί στην Ελβετία πριν από μερικά χρόνια. Αυτό το καινούριο γραφείο θα επέβλεπε το έργο στη Σουηδία, στη Δανία, στη Νορβηγία και στη Φινλανδία, περιλαμβανομένων και των τότε ανεξάρτητων Βαλτικών Κρατών—της Εσθονίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας. Επίσης θα αναλάμβανε τη νόμιμη έκδοση της Σκοπιάς. Τα τμήματα στη Σουηδία, στη Δανία, στη Νορβηγία και στη Φινλανδία θα συνέχιζαν όπως και πριν, αλλά υπό την άμεση επίβλεψη του Γραφείου Βόρειας Ευρώπης, στο οποίο υπεύθυνος θα ήταν ο Γουίλιαμ Ντέι από το Λονδίνο. Αυτή η ανακοίνωση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τη συντριπτική πλειονότητα των 500 παρευρισκομένων.

Λίγο μετά τη συνέλευση, ο αδελφός Λούντμποργκ πληροφόρησε τον αδελφό Ρόδερφορντ ότι δεν επιθυμούσε πλέον να θεωρείται υπεύθυνος για το τμήμα. Τότε ο αδελφός Ρόδερφορντ έγραψε: «Αν αποσυρθεί ο αδελφός Λούντμποργκ, αυτό θα γίνει σύμφωνα με τη δική του επιθυμία, και σ’ αυτή την περίπτωση ζητώ από τον αδελφό Ντέι να θέσει τον αδελφό Γιόχαν Χένρικ Ένεροθ υπεύθυνο του γραφείου. Γνωρίζετε ότι αυτός ο αδελφός γεννήθηκε και ανατράφηκε στη Σουηδία, ξέρει τους ανθρώπους και τις καταστάσεις εκεί, και πάνω απ’ όλα είναι ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στον Κύριο».

Μια Καινούρια Εποχή στη Διαχείριση του Τμήματος

Ο αδελφός Ένεροθ είχε γνωρίσει την αλήθεια όταν υπηρετούσε ως υπολοχαγός στο Βασιλικό Στρατό της Σουηδίας, στη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Ενώ ήταν με το στρατό στη βόρεια Σουηδία, η μητέρα του τού έστειλε τον Δ΄ Τόμο των Γραφικών Μελετών που ονομαζόταν «Η Μάχη του Αρμαγεδδώνος». «Εκείνο το βιβλίο μ’ έκανε να συνειδητοποιήσω ότι υπήρχε ένας πόλεμος που αντιμετώπιζε το ανθρώπινο γένος, ο οποίος ήταν πολύ πιο σημαντικός απ’ αυτόν στον οποίο είχαν μπλεχτεί τα κοσμικά έθνη», είπε ο ίδιος. Κάποια μέρα πήρε το θάρρος και επισκέφθηκε το σπίτι κάποιων Σπουδαστών της Γραφής. «Φανταστείτε την έκφραση που πήραν τα πρόσωπα του άντρα και της συζύγου του όταν αυτοί είδαν έναν αξιωματικό του στρατού με στολή να στέκεται στην πόρτα τους και να ζητάει Γραφική μελέτη», είπε, και πρόσθεσε: «Όταν πέρασε η αρχική τους έκπληξη με υποδέχτηκαν με ανοιχτές αγκάλες».

Ο Ένεροθ εγκατέλειψε το στρατό και σύντομα ανέλαβε την ολοχρόνια υπηρεσία. Το 1920 προσκλήθηκε να εργαστεί στο τμήμα, στο Έρεμπρο. Αργότερα το ίδιο έτος, ο Λούντμποργκ τον έδιωξε και κατόπιν αυτός υπηρέτησε στη Δανία μέχρι που διορίστηκε υπεύθυνος του τμήματος στο Έρεμπρο το 1925. Έτσι, ενώ επί πολλά χρόνια φρόντιζε για το τμήμα ένας πρώην λοχαγός του Στρατού της Σωτηρίας, ο Ιεχωβά τώρα επέτρεψε σε κάποιον πρώην υπολοχαγό του Βασιλικού Στρατού της Σουηδίας να αναλάβει την ευθύνη.

Ο αδελφός Ένεροθ ήταν μόλις 32 ετών όταν έγινε επίσκοπος τμήματος στη Σουηδία. Με οσιότητα παρέμεινε στο διορισμό του επί 50 χρόνια και τελείωσε την επίγεια πορεία του με πιστότητα στις 7 Φεβρουαρίου 1982.

Οι Αδελφοί Ενώνονται και Πάλι

Αφού ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο αδελφός Ένεροθ, με τη βοήθεια του αδελφού Ντέι, άρχισε να ενθαρρύνει τους αδελφούς να αναλάβουν το έργο κηρύγματος και πάλι με ενότητα. Μαζί, διέθεσαν περίπου ένα χρόνο επισκεπτόμενοι περίπου 70 εκκλησίες σε όλη τη χώρα. Ο αδελφός Ένεροθ μετέφραζε για τον αδελφό Ντέι. «Σε πολλά μέρη, έπρεπε κατά γράμμα να παρατάξουμε τους αδελφούς σε δυο πλευρές, τη μια υπέρ και την άλλη κατά της Εταιρίας», ανέφερε ο αδελφός Ένεροθ.

Έτσι, οι αδελφοί και οι αδελφές ενθαρρύνθηκαν σθεναρά να εμπιστεύονται στην οργάνωση του Ιεχωβά και να προωθούν το έργο. Σταδιακά αναδιοργανώθηκαν και δοκίμασαν πάλι τις πλούσιες ευλογίες του Ιεχωβά. Οι εναντιούμενοι έκαναν κάποιο θόρυβο για λίγο και προσπάθησαν να διευθετήσουν τα πράγματα με το δικό τους τρόπο, αλλά—όπως και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις—σύντομα λιγόστεψαν και εξαφανίστηκαν από το προσκήνιο. Και πάλι, οι προσπάθειες του Σατανά να σταματήσει το έργο κατέληξαν σε θλιβερή αποτυχία.

Ο αδελφός Ντέι, τυπικός Σκοτσέζος και πρώην ελεγκτής της εφορίας στο Λονδίνο, γνώριζε πώς να βάλει στη θέση τους τα πράγματα στο γραφείο της Σουηδίας. Από το Μάρτιο του 1926, το Δελτίο (η σημερινή Διακονία Μας της Βασιλείας), που περιείχε οδηγίες για την υπηρεσία και προετοιμασμένες μαρτυρίες, στελνόταν μηνιαία σε όλους τους ευαγγελιζομένους για να τους βοηθήσει στο έργο τους. Η χώρα επίσης διαιρέθηκε σε τομείς που είχαν πιο πρακτικό μέγεθος. Όλα αυτά υποκίνησαν τους αδελφούς να καταβάλουν ανανεωμένες προσπάθειες, και το πρώτο Βιβλίο Έτους, το 1927, περιείχε τα ενθαρρυντικά λόγια μιας έκθεσης από τη Σουηδία:

«Υπάρχουν πολλά ακόμα να γίνουν στον τομέα της οργάνωσης, όμως αποτελεί πραγματική χαρά να παρατηρεί κανείς τον τρόπο με τον οποίο οι φίλοι συλλαμβάνουν όλο και καλύτερα το νόημα ότι, δηλαδή, τώρα πολεμούμε υπό τον Βασιλέα των βασιλέων και τον Κύριο των κυρίων. Και όλοι οι πιστοί εκτιμούν βαθιά τη ΣΚΟΠΙΑ, η οποία φέρνει διαρκώς πιο πολύ φως, αναψυχή και αναζωογόνηση με κάθε καινούριο τεύχος. Ολοένα και περισσότερες τάξεις αρχίζουν να μελετούν τη ΣΚΟΠΙΑ και αναφέρουν ότι λαβαίνουν μεγάλες ευλογίες απ’ αυτήν».

Επίδοση Μαρτυρίας σε Κηδείες

Από το 1926 και μετά, ένα άλλο μέσο επίδοσης μαρτυρίας έγινε διαθέσιμο στους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Σουηδία. Εγκρίθηκε ένας νόμος που επέτρεπε να τελούνται κηδείες χωρίς τη συμμετοχή κάποιου ιερέα της Κρατικής Εκκλησίας. Έτσι, χιλιάδες θλιμμένα άτομα θα μπορούσαν να παρηγορηθούν μέσω Γραφικών ομιλιών. Δεκάδες χιλιάδες άτομα, τα οποία σε άλλες περιπτώσεις θα ήταν απρόθυμα να ακούσουν, πρόσεχαν όταν δινόταν μαρτυρία σε κηδείες.

Ο εκλιπών Μάρτιν Βέντερκουιστ, που ήταν δραστήριος στο έργο της Βασιλείας επί 67 χρόνια, συχνά προσκαλούνταν να κάνει ομιλίες κηδείας. Κάποτε είπε: «Η παροχή παρηγοριάς σε θλιμμένα άτομα με την ευκαιρία των ομιλιών κηδείας είναι κάτι που έχω κάνει πάνω από 600 φορές σε διάφορα μέρη της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Δύσκολα μπορεί να βρει κανείς πιο προσεκτικό και πιο δεκτικό ακροατήριο απ’ ό,τι σε μια κηδεία. Πολλές Γραφικές μελέτες ξεκινούσαν κατόπιν, οδηγώντας ανθρώπους στην αλήθεια».

Κάτι που Έφερε Αναζωογόνηση

Κάτι που έφερε θεοκρατική αναζωογόνηση ήταν η μεταφορά του γραφείου τμήματος και πάλι στη Στοκχόλμη, το Σεπτέμβριο του 1926. Οι αδελφοί βρήκαν μια κατάλληλη τοποθεσία στην οδό Ντροτνινγκάταν 83, μέσα στο κέντρο της πόλης. Και πόσο βολικό ήταν που γειτόνευαν με έναν εκτυπωτικό οίκο ονόματι Εγκνέλσκα Μποκτρικεριέτ, ο οποίος, λόγο ευκολίας, χρησιμοποιήθηκε για την εκτύπωση των περιοδικών μας επί 28 χρόνια!

Πώς έγινε η μετακόμιση του γραφείου; Δυο πλήρως φορτωμένες ατμοκίνητες μαούνες μετέφεραν όλο τον εξοπλισμό του τμήματος σε απόσταση 200 χιλιομέτρων, από τη μεσόγεια πόλη Έρεμπρο στην παράκτια Στοκχόλμη. Η οικογένεια Μπέθελ ακολουθούσε πάνω σε μια τρίτη μαούνα. Το ταξίδι διήρκεσε ένα μερόνυχτο.

Τρία χρόνια αργότερα, ήταν διαθέσιμο ένα τετραώροφο πέτρινο κτίριο στο κέντρο της πόλης στην οδό Λαντμακαρεγκάταν 94. Ο αδελφός Ρόδερφορντ ήθελε να αγοράσει η Εταιρία αυτό το κτίριο. Και πολλοί πρόθυμοι αδελφοί δάνεισαν χρήματα για την πληρωμή της υποθήκης του κτιρίου. Τελικά, ύστερα από πολλά χρόνια περιπλάνησης, το γραφείο τμήματος εγκαταστάθηκε σ’ αυτό το μέρος, το οποίο θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Βασιλείας τα επόμενα 25 χρόνια.

Το Πρώτο Αυτοκίνητο—Κάτι Εντυπωσιακό

Το 1927 ο αδελφός Ρόδερφορντ επέτρεψε στο τμήμα να αγοράσει το πρώτο του μηχανοκίνητο όχημα, ένα κατακαίνουριο Φορντ Μοντέλο Α. Ο σκοπός, όμως, δεν ήταν να χρησιμοποιείται ως λιμουζίνα από το προσωπικό του τμήματος στους δρόμους της πόλης. Επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί από δυο σκαπανείς στους σχεδόν άβατους δρόμους που οδηγούσαν σε απομονωμένα χωριά, βαθιά μέσα στα δάση του μακρινού Βορρά, στη Λαπωνία. Από τον Απρίλιο μέχρι το Σεπτέμβριο του 1930, αυτοί ανέφεραν ότι είχαν διανύσει 11.000 χιλιόμετρα και είχαν διαθέσει πάνω από 2.000 βιβλία και 4.000 βιβλιάρια.

Το Φορντ προσήλκυε την προσοχή των ανθρώπων σ’ εκείνα τα απομονωμένα μέρη, στα οποία τα αυτοκίνητα είχαν εμφανιστεί σπάνια ή και καθόλου. Πολλοί ντόπιοι πλησίαζαν τους αδελφούς και ζητούσαν έντυπα απλώς και μόνο για να ρίξουν μια καλύτερη ματιά σ’ αυτό το μηχανικό θαύμα και να μυρίσουν τα καυσαέρια της βενζίνης που γι’ αυτούς ήταν σαν άρωμα. Με προθυμία έσπρωχναν όταν οι αδελφοί τούς ζητούσαν να βοηθήσουν για να το βγάλουν από τη λάσπη ή έβαζαν τα άλογά τους να το τραβήξουν από κάποιο χαντάκι.

Μια μέρα, οι δυο αδελφοί πρόσφεραν μερικά βιβλία σε μια ομάδα εργατών που δούλευαν στο δρόμο. Επειδή οι εργάτες δεν είχαν χρήματα μαζί τους, κάποιος απ’ αυτούς είπε: ‘Ακολουθήστε αυτόν το δρόμο μέχρι να βρείτε ένα σπίτι. Εκεί μένουμε. Δώστε τα βιβλία στη νοικοκυρά και πείτε της να πάρει το πορτοφόλι μου κάτω από το μαξιλάρι μου και να σας πληρώσει’. Όταν οι αδελφοί έφτασαν εκεί και χτύπησαν την πόρτα, κανείς δεν άνοιγε. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Ωστόσο, αφού εξέτασαν το εξωτερικό του σπιτιού, βρήκαν ανοιχτό ένα μικρό παράθυρο ψηλά στον τοίχο, και θυμήθηκαν την προφητεία στο εδάφιο Ιωήλ 2:9 που λέει: «Θέλουσιν εμβαίνει δια των θυρίδων ως κλέπτης». Ένας απ’ αυτούς σκαρφάλωσε, σύρθηκε μέσα από το παράθυρο, βρήκε το πορτοφόλι και πήρε το ακριβές ποσό. Μετά έβαλε πίσω το πορτοφόλι κάτω από το μαξιλάρι, ακούμπησε τα βιβλία στο κρεβάτι και με προσοχή σκαρφάλωσε και βγήκε έξω, ακριβώς όπως είχε μπει. Ποτέ δεν έμαθαν αν αυτός ο εργάτης ήρθε στην αλήθεια. Πάντως, τα βιβλία του τα πήρε!

Η Εποχή του Ποδηλάτου

Όταν τα ποδήλατα έγιναν δημοφιλή στη δεκαετία του 1930, οι φιλόπονοι βιβλιοπώλες άρχισαν να τα χρησιμοποιούν ταξιδεύοντας με βροχή και με ήλιο, μέσα από γεμάτους πέτρες, λασπώδεις δρόμους και μονοπάτια, προκειμένου να φτάσουν σε απόμακρα αγροκτήματα και χωριά σ’ αυτούς τους αχανείς τομείς. Η αδελφή Ρόζα Γκούσταβσον, που διέθετε ισχυρή πίστη, καλό χιούμορ κι ένα ποδήλατο, λέει σχετικά με το έργο που έκανε ως βιβλιοπώλισσα μαζί με την κουνιάδα της, τη Μίριαμ Γκούσταβσον, στη δεκαετία του 1930:

«Πηγαίναμε από ενορία σε ενορία, μαζί με όλες τις αποσκευές που μπορούσαμε να κουβαλήσουμε δεμένες στα ποδήλατά μας—παπούτσια, ρούχα, πετσέτα για το μπάνιο, οδοντόβουρτσα, κατσαρολικά και, το σπουδαιότερο, κούτες με βιβλία και βιβλιάρια. Τι θέαμα! Δεν ήταν πάντοτε εύκολο να βρούμε κατάλυμα. Συχνά ικετεύαμε τον Ιεχωβά για βοήθεια. Θυμάμαι μια μέρα, όταν η Μίριαμ κι εγώ συναντηθήκαμε αργά το βράδυ ύστερα από μια ολόκληρη μέρα που δαπανήσαμε ξεχωριστά στην υπηρεσία. Μαζί, μέσα στη βροχή, κατευθυνθήκαμε με τα ποδήλατά μας προς κάποιο μακρινό, αμυδρό φως. Ήταν ένα αγροτόσπιτο. Το κρύο μάς περόνιαζε μέχρι τα κόκαλα. Είχε περάσει μια μεγάλη και κουραστική μέρα. Ξαφνικά θυμηθήκαμε ποιο ήταν αυτό το σπίτι. Πάγωσε το αίμα μας. ‘Αυτοί οι άνθρωποι είναι εναντιούμενοι!’ αναφωνήσαμε κοιτάζοντας η μια την άλλη. Με αρκετό δισταγμό, η Μίριαμ πήγε συνεσταλμένα στην πόρτα και ζήτησε κατάλυμα. Προς έκπληξή μας και προς μεγάλη μας ανακούφιση, η οικογένεια μας προσκάλεσε να περάσουμε. Μας οδήγησαν στο καλύτερο δωμάτιο του σπιτιού και μας σέρβιραν ένα νοστιμότατο γεύμα. Χορτασμένες και γεμάτες ικανοποίηση, σηκωθήκαμε από το τραπέζι και κατευθυνθήκαμε στην κρεβατοκάμαρα όπου θα μέναμε. Δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε στα μάτια μας. Τα κρεβάτια ήταν στρωμένα με τα καλύτερα σεντόνια, ακριβότερα απ’ ό,τι θα μπορούσαμε ποτέ να πληρώσουμε!

»Η νύχτα κύλισε με ευχάριστα όνειρα και το πρωί ήρθε συντομότερα απ’ ό,τι θα θέλαμε. Ωστόσο, αφού φάγαμε το πρωινό μας, πρόθυμα προσφερθήκαμε να πληρώσουμε. Όμως αυτοί αρνήθηκαν να δεχτούν τα χρήματά μας. Πώς θα μπορούσαμε να δείξουμε την εκτίμησή μας; Το βιβλίο Απελευθέρωσις θα τους υπενθύμιζε στοργικά το πώς νιώθαμε. Έτσι ρωτήσαμε: ‘Θα μπορούσαμε να σας προσφέρουμε αυτό ως ένδειξη της εκτίμησής μας;’ ‘Ναι, το θέλουμε αυτό το βιβλίο!’ αποκρίθηκαν εκείνοι αμέσως. ‘Κάποια γνωστή μας μάς είπε ότι της είχατε δώσει ένα τέτοιο βιβλίο όταν μείνατε στο σπίτι της και της άρεσε πολύ’. Περιττό να πούμε ότι αυτό μας έδωσε ένα μάθημα. Ποτέ δεν ξέρεις τι καρποί θα προκύψουν από ένα Βιβλικό έντυπο που θα πάρει κάποιος άνθρωπος».

Ο αδελφός Άξελ Ρίτσαρντσον, κοντός στο ανάστημα αλλά γίγαντας από πνευματική άποψη, αφηγείται: «Το 1936, η λεπτή και μικροκαμωμένη σύζυγός μου, η Άστα, κι εγώ διοριστήκαμε να υπηρετήσουμε στο αχανές ορεινό δυτικό τμήμα της επαρχίας Γέμτλαντ. Τα μόνα επίγεια πράγματα που είχαμε στην κατοχή μας εκείνη την εποχή ήταν δυο ποδήλατα, μια σκηνή, μια θήκη για στρώμα και μια βαλίτσα. Όμως ήμασταν απολύτως αποφασισμένοι να καλύψουμε τον τομέα μας, επισκεπτόμενοι όλες τις απομονωμένες κατασκηνώσεις των Λαπώνων και τα ορεινά αγροκτήματα. Συχνά οδοιπορούσαμε φορώντας μπότες· τα πόδια μας πρήζονταν και πονούσαν· τις προμήθειες της ημέρας και τα έντυπα τα κουβαλούσαμε στις πλάτες μας και στα χέρια μας· και καλύπταμε δεκάδες χιλιόμετρα κάθε μέρα μέσα από τα τραχιά και ανελέητα βουνά». Ο Άξελ θυμάται μια εμπειρία που είχε κάποτε, όταν η σύζυγός του δεν ήταν μαζί του: «Ένας ευγενικός, άγνωστος άντρας με πέρασε με τη βενζινάκατό του στην απέναντι πλευρά μιας λίμνης. Αφού με άφησε στην ακτή, τον παρακολουθούσα που επέστρεφε στην άλλη πλευρά. Κοίταξα τριγύρω. Ήμουν ολομόναχος με το ποδήλατό μου και μια βαριά τσάντα με βιβλία σ’ έναν τελείως έρημο τόπο. Αισθάνθηκα πλήρως εγκαταλειμμένος. Υπήρχαν μόνο τρία σπίτια σ’ ολόκληρη αυτή την περιοχή. Αφού τα επισκέφτηκα, έπρεπε να προχωρήσω. Αλλά πώς; Είχα τη λίμνη από τη μια μεριά και το απότομο βουνό από την άλλη. Δεν υπήρχε εκλογή. Με το ποδήλατο στον έναν ώμο και την τσάντα με τα βιβλία στον άλλον, άρχισα να σκαρφαλώνω στο βουνό. Ύστερα από αρκετές εξαντλητικές ώρες οδοιπορίας σ’ αυτή την κουραστική ανάβαση, μ’ ένα στεναγμό ανακούφισης, άρχισα να κατεβαίνω από την άλλη πλευρά. Κάποιος που ζούσε χαμηλότερα στην πλαγιά ρώτησε: ‘Από πού στο καλό ήρθες;’ Έμεινε μ’ ανοιχτό το στόμα όταν του έδειξα προς την κατεύθυνση του ψηλού βουνού. ‘Είσαι ο πρώτος που έρχεται απ’ αυτόν το δρόμο’, είπε, ‘και με ποδήλατο μάλιστα!’ Ένιωσα ευτυχισμένος που είχα κάνει όλη αυτή την προσπάθεια για χάρη των καλών νέων».

Χρησιμοποιούνται Όλα τα Μέσα

Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, περίπου 60 σκαπανείς, σαν δραστήριες μέλισσες, χρησιμοποιούσαν κάθε δυνατό μέσο μεταφοράς—πέδιλα του σκι, παπούτσια για το χιόνι, ποδήλατα, κάρα με άλογα, λεωφορεία, τρένα και πλοία—προκειμένου να διαδώσουν τα καλά νέα σε κάθε γωνιά της χώρας.

Στη διάρκεια τριών μηνών του 1935, δυο αδελφοί χρησιμοποίησαν μια βενζινάκατο για να επισκεφτούν 284 νησιά κατά μήκος της ανατολικής ακτής νότια της Στοκχόλμης και να κηρύξουν στους απομονωμένους κατοίκους εκεί. Ανέφεραν ότι συνολικά συνάντησαν 1.053 άτομα και διέθεσαν 428 βιβλία, 1.145 βιβλιάρια, 68 συνδρομές, και 496 αντίτυπα του περιοδικού Χρυσούς Αιών. Σε αρκετά από εκείνα τα νησάκια ποτέ δεν είχε ξαναφτάσει το άγγελμα της Βασιλείας πριν από εκείνη τη χρονιά.

Χρησιμοποιήθηκε μεγάλη εφευρετικότητα για να διαδοθούν τα καλά νέα. Στο Χγιο, μια μικρή εκκλησία περίπου δέκα ευαγγελιζομένων νοίκιασαν ένα φορτηγάκι περίπου στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και σκέπασαν με τέντα την καρότσα του. Αυτό ήταν ιδανικό όχημα για την υπηρεσία αγρού. Η εφευρετικότητά τους ανταμείφθηκε όταν, αργότερα, ο ιδιοκτήτης του φορτηγού ήρθε στην αλήθεια. Αυτός μετέτρεψε το φορτηγό σε μικρό λεωφορείο, το οποίο συνέχισε να χρησιμοποιείται για τη διάδοση της αλήθειας σε 6 πόλεις και 132 κοινότητες.

Το 1939, δυο σκαπανείς, ο Ντέιβιντ Μπέργιεσον και ο Έλις Χαλθέν, αγόρασαν ένα μεταχειρισμένο φορτηγό 2,5 τόνων. «Γεμάτοι ενθουσιασμό το μετατρέψαμε σε τροχόσπιτο για να το χρησιμοποιήσουμε στην υπηρεσία σκαπανέα», λέει ο Έλις, που έχει γεράσει τώρα πια. Στηριζόμενος στο μπαστούνι του, συνεχίζει κλείνοντας αστεία το μάτι:

«Αν και τα τοιχώματα ήταν κατασκευασμένα από λεπτό νοβοπάν έμοιαζε με τεθωρακισμένο, έτσι γκρι όπως το είχαμε βάψει. Ήμασταν τέσσερις γενναίοι, ανύπαντροι αδελφοί που ζούσαμε απολαμβάνοντας καλή συντροφιά στο θωρακισμένο τροχόσπιτό μας. Ήμασταν χαρούμενοι που χρησιμοποιούσαμε αυτό το όχημα στο διορισμό μας στην κεντρική Σουηδία.

»Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος μαινόταν στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Φυσικά, αρκετοί έδειχναν καχυποψία όταν έβλεπαν το γκρι φορτηγό παρκαρισμένο στη γειτονιά τους. Μερικοί μάλιστα το φοβούνταν και άλλαζαν δρόμο μέσα από το δάσος. Οι εναντιούμενοι συχνά έστελναν την αστυνομία να μας κυνηγήσει. Ένα βράδυ δυο αξιωματικοί ήρθαν για έλεγχο. Αφού άκουσαν μερικές μαγνητοφωνημένες ομιλίες, παίρνοντας έτσι καλή μαρτυρία, έφυγαν χωρίς να κάνουν καμιά καταγγελία. Ένας αρχιφύλακας κάποτε ήρθε να ελέγξει τον αριθμό των ατόμων στον όμιλό μας. ‘Πρέπει να είναι τουλάχιστον δέκα απ’ αυτούς μέσα στο φορτηγό’, τον είχε προειδοποιήσει ο κόσμος. Σε μια άλλη περίπτωση, κάποιος αγρότης πλησίασε μισοκλαίγοντας και ικέτευσε: ‘Σας παρακαλώ, παιδιά, πάρτε αυτό το αμάξι από το κτήμα μου. Σας παρακαλώ, πάρτε το. Ο κόσμος μού συμπεριφέρεται πολύ άσχημα επειδή σας έχω εδώ’.

»Εκείνοι οι χειμώνες του πολέμου ήταν εξαιρετικά κρύοι. Τη νύχτα προσπαθούσαμε να ζεστάνουμε το φορτηγό με μια σόμπα πετρελαίου. Ωστόσο, οι υδρατμοί έσταζαν από την εσωτερική πλευρά της κουκέτας και πάγωναν στο πάτωμα. Ένα πρωί, ο Ντέιβιντ, που βρισκόταν σ’ ένα από τα χαμηλότερα κρεβάτια, παραπονέθηκε πως είχε ξεπαγιάσει. Καθόλου περίεργο, αφού το συρτάρι κάτω από το στρώμα του είχε μετατραπεί σε σκληρή στήλη πάγου. Προσπαθήσαμε να τον παρηγορήσουμε λέγοντάς του: ‘Τα παγωμένα πράγματα ποτέ δεν μουχλιάζουν’. Όλοι μας είχαμε σκληραγωγηθεί και ποτέ δεν αρρωσταίναμε. Αυτό το ‘τεθωρακισμένο’ βοήθησε πολλά άτομα, που είχαν κατάλληλη διάθεση, να βρουν την αλήθεια».

Επέκταση Πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Στην περίοδο πριν από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο επιτεύχθηκε σημαντική αύξηση. Από το 1925 μέχρι το 1938, ο αριθμός των διαγγελέων της Βασιλείας αυξήθηκε από 250 περίπου σε 1.427, αριθμός που αποτελούσε ανώτατο όριο. Στη διάρκεια εκείνων των ετών, αυτοί οι ενθουσιώδεις ευαγγελιζόμενοι διέθεσαν περίπου πέντε εκατομμύρια βιβλία και βιβλιάρια, για να μην αναφέρουμε τις χιλιάδες συνδρομές που έγιναν και τα δεκάδες χιλιάδες περιοδικά που διανεμήθηκαν.

Αυτοί οι θαρραλέοι ευαγγελιζόμενοι συχνά έδιναν πλήρη μαρτυρία. Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου του 1932, μετρήθηκε πόσες μαρτυρίες δόθηκαν στο κοινό: Περίπου 300 ευαγγελιζόμενοι, που συμμετείχαν στο έργο μαρτυρίας κάθε εβδομάδα, ανέφεραν 515.119 μαρτυρίες. Αυτό αντιστοιχούσε στο ένα δωδέκατο του σουηδικού πληθυσμού!

Προσπάθειες να Δοθεί Προειδοποίηση στον Χίτλερ

Αφότου άρχισε η φρικιαστική ναζιστική περίοδος στη Γερμανία, το 1933, έφταναν αναφορές στη Σουηδία που έλεγαν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Γερμανία αντιμετώπιζαν μεγάλη πίεση. Το επόμενο έτος, συνέβη κάτι το συναρπαστικό—τα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλιν ζήτησαν από τους αδελφούς στη Σουηδία να συμμετάσχουν με τους αδελφούς τους στη Γερμανία και σε 48 άλλες χώρες για να εκφράσουν τη γνώμη τους υπέρ των Γερμανών αδελφών τους.

Ύστερα από μια ειδική συνάθροιση σε όλες τις εκκλησίες την Κυριακή 7 Οκτωβρίου 1934, στάλθηκαν τηλεγραφήματα στον Χίτλερ τα οποία έλεγαν: «Το γεγονός ότι κακομεταχειρίζεστε τους μάρτυρες του Ιεχωβά συγκλονίζει όλους τους καλούς ανθρώπους της γης και δυσφημεί το όνομα του Θεού. Σταματήστε να διώκετε τους μάρτυρες του Ιεχωβά· ειδάλλως, ο Θεός θα καταστρέψει εσάς και το εθνικό σας κόμμα».

Προσδιορισμός της Ταυτότητας μιας Νέας «Τάξης»

Τα νέα που έφτασαν από τη μεγάλη συνέλευση της Ουάσινγκτον D.C. το 1935 ήταν εξαιρετικά. Ο αδελφός Ρόδερφορντ είχε αποδείξει μέσα από τη Γραφή ότι ο ‘πολύς όχλος’ του εδαφίου Αποκάλυψις 7:9 ήταν ταυτόσημος με τους ‘Ιωναδαβίτες’, δηλαδή την τάξη των προβάτων που αναφέρεται στα εδάφια Ματθαίος 25:31-46. (Ιερ. 35:18, 19) Πολλοί, που είχαν την εντύπωση ότι αποτελούσαν μια δευτερεύουσα πνευματική τάξη, τώρα συνειδητοποίησαν πως ανήκαν στα «άλλα πρόβατα», με επίγεια ελπίδα.—Ιωάν. 10:16.

Κατά τη διάρκεια του προγράμματος της ετήσιας συνέλευσης στη Στοκχόλμη, έφτασε ένα τηλεγράφημα από την Ουάσινγκτον D.C. που έκανε γνωστά αυτά τα εντυπωσιακά νέα. Διαβάστηκε στο ακροατήριο, και ο ενθουσιασμός ήταν πολύ μεγάλος ανάμεσα στους 300 αντιπροσώπους. Έγινε έκκληση σε όλους όσοι βρίσκονταν στο ακροατήριο να αρχίσουν να ψάχνουν γι’ αυτά τα άλλα πρόβατα.

Η ανταπόκριση σ’ αυτή την έκκληση φαίνεται στην έκθεση για το υπηρεσιακό έτος 1936: «Στη Σουηδία αυτός ο ‘όχλος’ συνεχίζει να φανερώνεται . . . Έχουν αναφερθεί εκατόν πενήντα Ιωναδαβίτες οι οποίοι έχουν συμβολίσει την καθιέρωσή τους για να κάνουν το θέλημα του Ιεχωβά από την 1η Οκτωβρίου του περσινού έτους [1935], και γνωρίζουμε μερικά μέρη όπου αρκετοί απλώς περιμένουν την ευκαιρία για να κάνουν το ίδιο. Σε κάθε υπηρεσιακή συνέλευση, αρκετοί απ’ αυτή την τάξη παρουσιάζονται και αρχίζουν να δίνουν μαρτυρία».

«Μη Εμποδίζετε Αυτά»

Στην ίδια συνέλευση διευκρινίστηκε ένα σπουδαίο ζήτημα που αφορούσε μια συγκεκριμένη ομάδα μέσα στο λαό του Θεού. Εξετάστηκε η συμβολή των παιδιών στη διάδοση των καλών νέων. Με την επικεφαλίδα «Μη Εμποδίζετε Αυτά», το σουηδικό Δελτίο του Αυγούστου του 1935 δήλωνε συνοπτικά:

«Είναι απολύτως ορθό. . . . Αφήστε τα να αρχίσουν συνοδεύοντας τους γονείς τους ή κάποιον άλλον ενήλικο ευαγγελιζόμενο. . . . Μόνο ευλογίες μπορούν να προκύψουν από τη συμμετοχή τους σ’ αυτό το έργο—αν βέβαια έχουν μάθει από τους γονείς τους ή τους συντρόφους τους να αγαπούν και να τιμούν τον μεγάλο Θεό και να ευφραίνονται για τη Βασιλεία του, ανάλογα με την κατανόηση που μπορούν να έχουν». Οι νεαροί ξεχείλιζαν από χαρά γι’ αυτά τα σπουδαία νέα και, σαν κοπάδι από άλογα, ήταν ανυπόμονοι να αρχίσουν.

Μέσα στα Σκληρά Χρόνια του Πολέμου

Ας επιστρέψουμε στη ραχοκοκαλιά του έργου—την υπηρεσία σκαπανέα. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, οι σκαπανείς συνέχισαν ακόμα πιο ένθερμα να διαδίδουν την αλήθεια σ’ όλη τη χώρα παρά την έλλειψη χρημάτων, τροφίμων, ρουχισμού και καυσίμων. Παρ’ όλο που οι Σουηδοί δεν συμμετείχαν στον πόλεμο, οι κυβερνητικές αρχές επέβαλαν περιορισμούς και δελτία τροφίμων. «Ως σκαπανέας κατά τη διάρκεια εκείνων των ετών, έπρεπε πραγματικά να εμπιστεύεσαι τον Ιεχωβά», λέει ο Γκουστάφ Κγιέλμπεργκ, ο οποίος προς το τέλος της δεκαετίας του 1930 εγκατέλειψε τη σταδιοδρομία του ως παλαιστής για να αφοσιώσει πλήρως τον εαυτό του στην αλήθεια. Ο Γκουστάφ, που συνεχίζει να είναι σκαπανέας, αναπολεί:

«Στη διάρκεια του καλοκαιριού, ο σκαπανέας συνεργάτης μου κι εγώ μέναμε σε μια σκηνή, αλλά στη διάρκεια του χειμώνα βρίσκαμε κατάλυμα σε σπίτια. Αυτό συχνά αποδεικνυόταν δύσκολο και δαπανηρό. Προσπαθώντας να μας βοηθήσει, η Εταιρία μάς έστειλε οδηγίες για να κατασκευάσουμε ένα πτυσσόμενο τροχόσπιτο που θα μπορούσε να δένεται πίσω από ποδήλατο. Αμέσως κατασκευάσαμε ένα.

»Το χειμώνα έκανε κρύο, επειδή το τροχόσπιτο ήταν κατασκευασμένο από λεπτό νοβοπάν. Εκτός από τη θέρμανση που είχαμε καίγοντας κλαδιά και κουκουνάρια σε μια σιδερένια σόμπα, τυλιγόμασταν με όλα μας τα ρούχα για να κρατηθούμε αρκετά ζεστοί. Ένα βράδυ ο σύντροφός μου με ξύπνησε και παραπονέθηκε πως δεν μπορούσε να σηκώσει το κεφάλι του. Καθόλου περίεργο! Τα πυκνά μαλλιά του είχαν παγώσει πάνω στο μεταλλικό σκελετό του κρεβατιού του! Έπρεπε να τον ελευθερώσω λιώνοντας τον πάγο με τα χέρια μου. Παρ’ όλα αυτά, όσο ζούσαμε σ’ εκείνο το τροχόσπιτο ποτέ δεν αρρωστήσαμε και μπορούσαμε να διαθέτουμε μέρες ολόκληρες κηρύττοντας τα καλά νέα. Τι θαυμάσια εποχή!»

Ο Ίνγκβαρ Βίλμποργκ έδινε μαρτυρία στους Λάπωνες και κάλυπτε αχανείς περιοχές στα βόρεια, προς το τέλος της δεκαετίας του 1930. Αυτός αναπολεί: «Ψηλά στα βόρεια, πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο, υπήρχε μια αραιοκατοικημένη περιοχή μήκους 130 χιλιομέτρων, μεταξύ του Κιρούνα και των νορβηγικών συνόρων. Για να μη χάσω το δρόμο μου έπρεπε να περπατώ ή να πηγαίνω με τα πέδιλα του σκι κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών, πράγμα που έκανα δυο φορές το χρόνο. Ένα κρύο και σκοτεινό βράδυ με πλησίασε ξαφνικά από πίσω ένα τρένο. Ο δυνατός του εκχιονιστήρας με πέταξε, μαζί με τα πέδιλά μου και το σακίδιό μου, ψηλά στον αέρα και μετά κάτω σ’ ένα βαθύ λαγκάδι. Χρειάστηκα αρκετά δευτερόλεπτα για να καταλάβω πού βρισκόμουν. Χάρη στα φώτα από το Τουριστικό Ξενοδοχείο Αμπίσκο ξαναβρήκα το δρόμο μου. Το προσωπικό του ξενοδοχείου ξαφνιάστηκε όταν μπήκα μέσα σαν χιονάνθρωπος. ‘Πώς στο καλό έφτασες εδώ;’ ρώτησαν. ‘Αεροπορικώς’, τους απάντησα εύθυμα. Ήταν ευγενικοί και μου πρόσφεραν ζεστό κακάο και σάντουιτς».

Παρ’ όλες τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης την εποχή εκείνη στη Σουηδία και τους εξαιρετικά ψυχρούς χειμώνες, οι ένθερμοι σκαπανείς δεν επιβράδυναν τη δραστηριότητά τους. Ο Ιεχωβά διατήρησε τις καρδιές τους ζεστές. Το έργο επεκτάθηκε με σταθερό ρυθμό κατά τη διάρκεια εκείνων των ετών. Ο αριθμός των λάτρεων υπερδιπλασιάστηκε, από 1.427 το 1938, σε 2.867 το 1945, μετά τον πόλεμο.

Η Εναντίωση Φουντώνει

Οι θρησκευτικοί εκπρόσωποι του Χριστιανικού κόσμου, επίσης, προσπάθησαν να αποθαρρύνουν το λαό του Θεού. Το τμήμα ανέφερε:

«Ήδη αυτόν τον καιρό δύσκολα μπορεί να βρεθεί στη χώρα κάποια εφημερίδα, οποιουδήποτε είδους και ποιότητας, που να μην έχει αφιερώσει ένα ή και περισσότερα κακεντρεχή άρθρα καταγγέλλοντας τους μάρτυρες του Ιεχωβά ως ‘πεμπτοφαλαγγίτες χρηματοδοτούμενους από ξένα κεφάλαια’, ως ‘προφυλακή του Κομμουνισμού’, ως ‘ψευδοπροφήτες’, ως ‘εχθρούς της πολιτείας και της κοινωνίας’, κτλ., κτλ., χρησιμοποιώντας όλα τα συνηθισμένα επίθετα. Περιττό να πούμε, ότι ο κλήρος βρίσκεται πίσω απ’ αυτό, . . . και ότι τα κοάσματα του τύπου έφτασαν στο αποκορύφωμά τους τον καιρό που στην πρωτεύουσα έγινε μια μεγάλη σύνοδος της εκκλησίας κατά τα μέσα του Μαΐου».

Αυτό το φούντωμα του μίσους ξεκίνησε αμέσως αφότου οι Μάρτυρες διέθεσαν με ενθουσιασμό 300.000 αντίτυπα του βιβλιαρίου Αγών για την Ελευθερία εις το Εσωτερικόν Μέτωπον. Σε μια μανιώδη εκστρατεία, οι κληρικοί άρχισαν να χρησιμοποιούν τη δική μας μέθοδο, με το να επισκέπτονται τους ανθρώπους από σπίτι σε σπίτι και να τους βάζουν να διαβάζουν τα όσα γράφονταν εναντίον μας.

Η Εκστρατεία Φέρνει Αντίθετα Αποτελέσματα

Αυτή η εκστρατεία, ωστόσο, είχε ως αποτέλεσμα να γνωρίσει το έργο του Ιεχωβά περισσότερη δημοσιότητα απ’ όσο ποτέ προηγουμένως σ’ ολόκληρη τη χώρα. Με ανανεωμένη δύναμη και κουράγιο, οι διαγγελείς της Βασιλείας συνέχισαν χαρούμενα και σε ‘δυσφημία και σε ευφημία’.—2 Κορ. 6:8· Ψαλμ. 143:10.

Οι σκαπανείς ευλογήθηκαν και πάλι στο διάστημα του υπηρεσιακού έτους 1944. Οι ειδικοί σκαπανείς είχαν βάσιμους λόγους να χαίρονται, επειδή μπόρεσαν να οργανώσουν 17 καινούριες εκκλησίες. Οι άλλοι σκαπανείς, επίσης, χάρηκαν όταν σχηματίστηκαν 11 καινούριες εκκλησίες ως αποτέλεσμα των δικών τους προσπαθειών. Εκείνη τη χρονιά σχηματίστηκαν 144 καινούριες εκκλησίες! Έτσι, η εκστρατεία εναντίον μας έφερε αντίθετα αποτελέσματα. Το ακόλουθο παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό:

Το Συμβούλιο της Κρατικής Εκκλησίας σε μια επαρχιακή ενορία αποφάσισε να απαιτήσει από δυο σκαπάνισσες (1) να σταματήσουν να επισκέπτονται τους ανθρώπους με τα έντυπά τους, (2) να πιστέψουν στον Κύριο Ιησού και (3) να εγκατασταθούν μακριά από εκείνη την ενορία, χωρίς καμιά καθυστέρηση.

Επίσης, ο σπιτονοικοκύρης του σπιτιού στο οποίο κατοικούσαν οι αδελφές δέχτηκε πίεση από τον τοπικό ιερέα για να τους κάνει αμέσως έξωση. Η επιστολή, η οποία γνωστοποιούσε στο σπιτονοικοκύρη την απόφαση που είχε πάρει το συμβούλιο να εκδιωχτούν οι αδελφές, τελείωνε με τα εξής λόγια: ‘Με εγκάρδιους χαιρετισμούς προς εσάς και προς αυτές (τις δυο αδελφές)’. Ο σπιτονοικοκύρης και ο αδελφός του, που πήγαιναν και οι δυο τακτικά στην εκκλησία, αηδίασαν τόσο πολύ με τις ψευδείς κατηγορίες, ώστε σταμάτησαν να πηγαίνουν στην εκκλησία και άρχισαν να παρακολουθούν τις μελέτες που διεξήγαν οι αδελφές.

Δεν Εναντιώνονταν Όλοι οι Ιερείς

Μια σκαπάνισσα προσκάλεσε έναν αδελφό από κάποια κοντινή εκκλησία να κάνει μια δημόσια ομιλία στον τομέα της. Προς έκπληξη όλων, ήρθε ο τοπικός ιερέας, παρακολούθησε με προσοχή και κράτησε σημειώσεις. Κατόπιν έκανε πολλές ερωτήσεις και παραδέχτηκε ότι η εκκλησία είχε λάθος σε πολλές από τις διδασκαλίες της. Παραπονέθηκε ότι ο κόσμος δεν θα πήγαινε στην εκκλησία ακόμη κι αν ο ίδιος τους κήρυττε την αλήθεια.

Ο αδελφός είπε ότι ο ιερέας και οι συνάδελφοί του όφειλαν να κάνουν ό,τι έκανε ο Χριστός και οι ακόλουθοί του, δηλαδή να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι. Ο ιερέας αποκρίθηκε: «Ναι, οφείλουμε να το κάνουμε αυτό, αλλά είμαστε δειλοί και πολύ τεμπέληδες για κάτι τέτοιο και, εκτός αυτού, έχουμε πολλά εγκόσμια να κάνουμε». Καθώς έφευγε, αντάλλαξε μια φιλική χειραψία με τον ομιλητή και τον ευχαρίστησε για την ομιλία.

Υπερνίκηση της Διστακτικότητας

Οι Σουηδοί είναι από τη φύση τους αρκετά συνεσταλμένοι και πολλοί δεν είναι αρκετά ομιλητικοί από φόβο μήπως κάνουν κάποιο λάθος. Επομένως είναι αξιοσημείωτο το ότι τόσο πολλοί Σουηδοί έχουν κατορθώσει να υπερνικήσουν τέτοιου είδους τάσεις και πηγαίνουν θαρραλέα από πόρτα σε πόρτα για να εκπληρώσουν την εντολή του Ιησού που βρίσκεται στα εδάφια Ματθαίος 28:19, 20, δηλαδή να ‘πάνε’ και ‘να μαθητεύσουν τα έθνη, διδάσκοντες αυτούς’.

Ο Ιησούς είπε επίσης στο εδάφιο Λουκάς 18:27: «Τα αδύνατα παρά ανθρώποις είναι δυνατά παρά τω Θεώ». Όπως ο Ιεχωβά βοήθησε τον Μωυσή όταν εκείνος παραπονέθηκε ότι δεν ήταν καλός ομιλητής, δίνοντάς του τον Ααρών ως βοηθό, με παρόμοιο τρόπο έχει βοηθήσει και τους ευαγγελιζομένους στη Σουηδία, παρέχοντάς τους μέσω της οργάνωσής Του διάφορους «Ααρών», δηλαδή βοηθήματα που μιλούσαν, όπως θα δείξουν τα ακόλουθα παραδείγματα:

«Ααρών Αρ. 1»—Η Κάρτα Μαρτυρίας

Ένας τέτοιος «Ααρών» ήταν η κάρτα μαρτυρίας που παρασχέθηκε το 1934 και χρησιμοποιήθηκε μέχρι και τη δεκαετία του 1940. Περιείχε μια μικρή έντυπη ομιλία και μια προσφορά εντύπων. Το Δελτίο εξηγούσε: «Όταν επισκέπτεστε τα σπίτια, θα πρέπει να δίνετε αυτή την κάρτα στο άτομο που ανοίγει την πόρτα. Αφήστε το να τη διαβάσει. Έπειτα δώστε του το βιβλιάριο—και χρειάζεται απλώς να πείτε ότι αυτό είναι το βιβλιάριο που αναφέρεται στην κάρτα». Πώς πήγαν τα πράγματα στην πράξη;

Ένας σκαπανέας θυμάται: «Έκανα ακριβώς αυτό που μας είχε λεχθεί. Και συνήθως τα πράγματα πήγαιναν αρκετά καλά. Μερικές φορές όμως δημιουργούνταν παρεξηγήσεις. Το άτομο απλώς έπαιρνε την κάρτα μου, έμπαινε μέσα και έκλεινε την πόρτα ή νόμιζε ότι είχα κάποιο πρόβλημα στην ομιλία, οπότε γεμάτο συμπόνια έπαιρνε μερικά βιβλία. Μερικοί μου πρόσφεραν ελεημοσύνη ως ένδειξη φιλανθρωπίας. Πολλές φορές υπήρξαν περιπτώσεις όπου τόσο εγώ όσο και οι οικοδεσπότες βάζαμε τα γέλια».

Αυτές οι κάρτες βοηθούσαν, όχι μόνο να σπάει ο πάγος με τους οικοδεσπότες, αλλά επίσης και να καλυφθούν μεγάλοι τομείς σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ευτυχώς που δεν είναι όλοι οι Σουηδοί λιγόλογοι. Μερικοί ευαγγελιζόμενοι αστειευόμενοι ανέφεραν στην Εταιρία ότι πίστευαν πως ο Κύριος είχε κάνει αυτή τη διευθέτηση για να τους βοηθήσει ‘να ξεπεράσουν την κακή συνήθεια που είχαν να σπαταλούν χρόνο μιλώντας πάρα πολύ’.

«Ααρών Αρ. 2»—Ο Φωνόγραφος

Ένας άλλος «Ααρών» ήταν ο φορητός φωνόγραφος, με πεντάλεπτες ηχογραφήσεις Γραφικών ομιλιών. Αυτό το καινούριο βοήθημα χρησιμοποιούνταν θαυμάσια επί αρκετά χρόνια.

Το 1937 ο αδελφός Ένεροθ ηχογράφησε στη σουηδική τις διαλέξεις που είχε κάνει για το φωνόγραφο ο δικαστής Ρόδερφορντ. Όταν ετοιμάστηκαν οι δίσκοι, οι ευαγγελιζόμενοι ενθουσιάστηκαν και πήγαιναν στους τομείς σαν σμήνη από ακρίδες. Μέσα στους πρώτους δέκα μήνες, παίχτηκαν 107.077 ομιλίες σε 153.786 ακροατές. Ο ίδιος ο αδελφός Ένεροθ ήταν από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν τους δίσκους. Γελώντας θυμήθηκε: «Αφού έπαιξα έναν απ’ αυτούς τους δίσκους σε κάποιο ζευγάρι στη Στοκχόλμη, η γυναίκα είπε: ‘Η φωνή σας μοιάζει πάρα πολύ μ’ αυτήν που ακούσαμε. Πρέπει να τον έχετε ακούσει πολλές φορές το δίσκο’».

Στην αρχή, οι φορητοί φωνόγραφοι ήταν αρκετά μεγάλοι και βαριοί. Σύντομα, ωστόσο, διατέθηκε ένας μικρός πτυσσόμενος φωνόγραφος που μπορούσε να μεταφέρεται σ’ ένα βαλιτσάκι. Ήταν τόσο έξυπνα κατασκευασμένος, ώστε ο δίσκος ήταν πολύ μεγαλύτερος από το φωνόγραφο. Όταν ο ευαγγελιζόμενος ρωτούσε κάποιον οικοδεσπότη αν θα μπορούσε να παίξει μια ηχογραφημένη Γραφική διάλεξη, ο οικοδεσπότης συχνά απαντούσε: «Δεν έχω φωνόγραφο». Αμέσως ο ευαγγελιζόμενος με μια γρήγορη κίνηση έβγαζε αυτόν το μικρό φωνόγραφο. Ο οικοδεσπότης κυριευόταν από περιέργεια και ο ευαγγελιζόμενος προσκαλούνταν να περάσει μέσα. Μερικοί μάλιστα ρωτούσαν αν ο φωνόγραφος ήταν για πώληση. Έτσι άκουγαν πολλοί οι οποίοι διαφορετικά θα ήταν απρόθυμοι να δεχτούν τη μαρτυρία.

Συχνά ο φωνόγραφος βοηθούσε τους αδελφούς να αισθάνονται πιο θαρραλέοι στην υπηρεσία. Ένας αδελφός αφηγείται: «Έφτασα σ’ ένα αγρόκτημα όπου έκαναν ένα μεγάλο πάρτι για να γιορτάσουν τα βαφτίσια ενός παιδιού. Ρώτησα τον οικοδεσπότη αν θα μπορούσα να παίξω μια ηχογραφημένη Γραφική διάλεξη. Επειδή ο οικοδεσπότης θεώρησε πως αυτό θα πρόσθετε λίγη θρησκευτική ατμόσφαιρα στο πάρτι, αφού παρευρισκόταν και ο ιερέας, φώναξε όλους τους επισκέπτες. Αυτοί, περιλαμβανομένου και του ιερέα, άκουσαν με προσοχή, αν και αυτός εξέπληξε τους πάντες φεύγοντας μόλις τέλειωσε η ομιλία. Εγώ απάντησα σε πολλές ερωτήσεις. Επίσης αρκετοί επισκέπτες πήραν έντυπα».

«Ααρών Αρ. 3»—Τα Μεγάφωνα

Το γραφείο τμήματος τοποθέτησε ειδικά μεγάφωνα, συνδέοντας το φωνόγραφο μ’ ένα μεγαφωνικό σύστημα το οποίο μπορούσε να τοποθετηθεί πάνω σε καροτσάκι που ρυμουλκούνταν από ποδήλατο. Έτσι μια ηχογραφημένη ομιλία μπορούσε να ακουστεί σε πολλά σπίτια. Οι δίσκοι ξεκινούσαν με μουσική για να κεντρίσουν αρχικά το ενδιαφέρον και να κάνουν τους ανθρώπους να ανοίξουν τις πόρτες τους και τα παράθυρά τους και να ακούσουν. Μετά τη διάλεξη, οι αδελφοί επισκέπτονταν τα σπίτια, απαντώντας σε ερωτήσεις και προσφέροντας έντυπα.

Ένας ζηλωτής αδελφός ήθελε να ακούσουν οι γείτονές του μια ομιλία ενώ φύτευαν πατάτες σ’ ένα χωράφι. Έβαλε ένα μεγάφωνο ψηλά σ’ ένα πεύκο και άνοιξε το φωνόγραφο. Καθώς η δυνατή, ευκρινής φωνή γέμισε τον αέρα, οι άνθρωποι σταμάτησαν να εργάζονται και άκουγαν με το στόμα τους ανοιχτό και τα μάτια τους να κοιτάζουν ψηλά, πιστεύοντας ότι ήταν κάποιο μήνυμα από τον ουρανό!

Προς το τέλος της δεκαετίας του 1940 σταμάτησε η χρήση φωνογράφων. Από το 1938 ως το 1943, είχαν χρησιμοποιηθεί περίπου 1.200 φωνόγραφοι, και ενάμισι εκατομμύριο άτομα είχαν ακούσει ηχογραφημένες ομιλίες. Σ’ αυτή την περίοδο, ο αριθμός των ευαγγελιζομένων αυξήθηκε, από 1.427 σε 2.571.

Γιατί σταμάτησαν να χρησιμοποιούνται οι φωνόγραφοι; Επειδή ήρθε στο προσκήνιο ένα πολύ πιο αποτελεσματικό μέσο διάδοσης των καλών νέων—το κήρυγμα και η διδασκαλία από τους ίδιους τους διακόνους. Πώς θα το κατάφερναν αυτό οι λιγομίλητοι Σουηδοί;

«Ααρών Αρ. 4»—Η Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας

Ποιος ήταν ένας από τους κυριότερους παράγοντες που συνέβαλαν στην πρόοδο του έργου της Βασιλείας στη Σουηδία; Η Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας, μέσω της οποίας οι Μάρτυρες λάβαιναν εξαιρετική εκπαίδευση.

Το 1944, ένα χρόνο μετά την έναρξη της σχολής στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτή η σχολή άρχισε να διεξάγεται σε όλες τις εκκλησίες της Σουηδίας. Στην αρχή, γράφονταν μόνο οι αδελφοί. Ένας αδελφός διορίστηκε από την Εταιρία ως εκπαιδευτής. Η σπουδαιότητα της τακτικής παρακολούθησης τονίστηκε με το να αρχίζει κάθε συνάθροιση με ονοματική καταμέτρηση των παρόντων, μια διαδικασία που αργότερα σταμάτησε.

Η σχολή για πολλούς σπουδαστές σήμαινε σκληρή δουλειά και πολλή αυτοσυγκέντρωση. Ένας αδελφός θυμάται: «Ακόμη και πριν από τη συνάθροιση, οι αδελφοί που ήταν στο πρόγραμμα για να κάνουν κάποια ομιλία σπουδαστή εκείνο το βράδυ ξεχώριζαν εύκολα. Συνήθως ήταν ωχροί και κινούνταν σαν ζαλισμένοι». Σε μια εκκλησία ο εκπαιδευτής ρώτησε το ακροατήριο: «Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που κάνετε μόλις πάρετε κάποιο διορισμό ομιλίας;» Ένας αδελφός απάντησε: «Εγώ αρχίζω να τρέμω».

Ένας επίσκοπος περιφερείας ανέφερε: «Πολλοί σπουδαστές εκφωνούν την ομιλία τους αμέτρητες φορές σε κάποιο απομονωμένο μέρος του σπιτιού τους. Ένας αδελφός, που ‘κόλλησε’ το μυαλό του στη μέση της ομιλίας του, έπαψε να μιλάει, κοίταξε το ακροατήριο για λίγο, και είπε: ‘Φοβάμαι ότι τώρα δεν τα πήγα και τόσο καλά’. Αλλά ξαναβρήκε την ψυχραιμία του και αναφώνησε: ‘Έπρεπε να με είχατε ακούσει στην ξυλαποθήκη!’»

Ένας επίσκοπος περιοχής θυμάται: «Μερικοί αδελφοί πράγματι έπρεπε να αγωνιστούν σκληρά για να υπερνικήσουν τη νευρικότητά τους. Κάποιος αδελφός επρόκειτο να κάνει την πρώτη του ομιλία σπουδαστή. Κατά τη διάρκεια της συνάθροισης, ενώ περίμενε με τεντωμένα νεύρα τη σειρά του, κάτι τον ανάγκασε να βγει έξω αρκετές φορές. Όταν τελικά ανέβηκε στο βήμα, ξεκίνησε με τον εξής συνταρακτικό πρόλογο: ‘Τρεις φορές έχω βγει έξω για να κάνω εμετό’».

Κάποιος άλλος αδελφός θυμάται: «Ένας από τους πρώτους σπουδαστές στην εκκλησία μας, ψηλός και όμορφος, είχε προετοιμάσει τόσο καλά την ομιλία του, ώστε την είχε μάθει απέξω. Ήταν γεμάτος αυτοπεποίθηση. Όταν, όμως, έφτασε η μεγάλη στιγμή, τον κατέλαβε νευρικότητα και έμεινε βουβός. Αφού πέρασαν μερικά ατέλειωτα δευτερόλεπτα, ξαφνικά χαιρέτησε το ακροατήριο μ’ ένα ‘Γεια σας!’ Η φράση αυτή τού έλυσε τη γλώσσα. Ξαναβρήκε τη δύναμη να μιλήσει και τελικά έκανε μια υπέροχη ομιλία σπουδαστή».

Υπέροχα Αποτελέσματα

Η Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας δεν έβγαλε μόνο καλούς δημόσιους ομιλητές, αλλά και καλούς δασκάλους, ικανούς να συζητούν με τους ανθρώπους στις πόρτες και στα σπίτια. Όταν προσκλήθηκαν και οι αδελφές να συμμετάσχουν στην εκπαίδευση, και αυτές επίσης έκαναν μεγάλη πρόοδο ως διαγγελείς της Βασιλείας.

Χάρη στη σχολή, και οι νεαροί στη Σουηδία σημείωσαν επίσης θαυμάσια πρόοδο. Αυτή έχει υποκινήσει πολλά αγόρια και κορίτσια να συμμετάσχουν πλήρως στο έργο της Βασιλείας. Ένα εφτάχρονο αγόρι ρώτησε τον επίσκοπο σχολής αν θα μπορούσε να γραφτεί. «Γιατί;» τον ρώτησε ο επίσκοπος. Ο μικρός αμέσως αποκρίθηκε: «Δεν μπορεί να αφήσει κανείς ολόκληρη τη ζωή του να κυλάει άσκοπα!»

Πορείες Στους Δρόμους

Οι Σουηδοί αδελφοί έχουν υπηρετήσει τον Ιεχωβά πρόθυμα με οποιονδήποτε τρόπο πρότεινε η οργάνωσή του. Για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1940 και στις αρχές της δεκαετίας του 1950, όταν έμαθαν ότι οι αδελφοί στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Αγγλία χρησιμοποιούσαν αφίσες που τις κρεμούσαν πάνω τους, μπρος και πίσω, καθώς και πλακάτ, και έκαναν πορείες για να ανακοινώσουν τη δημόσια ομιλία κάποιας συνέλευσης, με ενθουσιασμό έκαναν παρόμοιες διευθετήσεις και στη Σουηδία.

Ο Τζακ Πράμπεργκ, ο οποίος υπηρετούσε εκείνη την εποχή ως επίσκοπος περιφερείας και έκανε διευθετήσεις για πολλές τέτοιες πορείες, θυμάται: «Το χειμώνα, στα βόρεια της Σουηδίας, σκοτεινιάζει από πολύ νωρίς το απόγευμα, και γι’ αυτό χρησιμοποιούσαμε δαυλούς προκειμένου να αυξήσουμε την εντύπωση που έκανε η διαφημιστική εκστρατεία μας. Σε μια απ’ αυτές τις περιπτώσεις, το θέμα της δημόσιας ομιλίας ήταν ‘Το Μόνο Φως’. Καθώς η πομπή των δαυλών προχωρούσε μέσα από την πόλη, ξαφνικά έγινε διακοπή ρεύματος. Ολόκληρη η πόλη τυλίχτηκε σε βαθύ σκοτάδι. Όμως, οι δαυλοί μας συνέχιζαν να καίνε ρίχνοντας φως στα πλακάτ μας, πάνω στα οποία οι άνθρωποι διάβαζαν: ‘Το Μόνο Φως’».

Ο Σβεν-Έρικ Λάρσον, ένας περιοδεύων επίσκοπος, θυμάται: «Μερικές φορές οι αδελφοί μετέφεραν στους δρόμους μεγάλες επιγραφές πάνω σε κοντάρια για να ανακοινώσουν τη δημόσια ομιλία κάποιας συνέλευσης. Από απλή περιέργεια, το 1948, δυο νεαροί άντρες παρακολούθησαν μια συνέλευση στο Έρεμπρο. Δεν είχαν πάρει ακόμη την απόφαση να γίνουν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Μετά το τέλος του προγράμματος μιας από τις μέρες της συνέλευσης, χωρίς να ξέρω ποιοι είναι, τους έδωσα ένα πλακάτ στο χέρι και τους είπα πού να βαδίσουν. Με δισταγμό, το πήραν και βάδισαν γύρω από το κέντρο της πόλης. Ο ένας απ’ αυτούς, ο Λαρς Λίντστρεμ, είναι επί πολλά χρόνια πρεσβύτερος σε μια εκκλησία· ο άλλος, ο Ρολφ Σβένσον, υπηρετεί ως επίσκοπος περιφερείας».

Διακυβεύεται η Χριστιανική Ουδετερότητα

Παρ’ όλο που η Σουηδία έχει προσπαθήσει να τηρήσει αυστηρή πολιτική ουδετερότητα, διατηρεί ισχυρή άμυνα και υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Ως αποτέλεσμα, έχει δοκιμαστεί η ακεραιότητα των αδελφών ως προς τη Χριστιανική τους ουδετερότητα. Πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι αδελφοί συχνά διάλεγαν ως υποκατάστατο την υποχρεωτική κοινωνική θητεία, υπηρετώντας ως πυροσβέστες ή δασοφύλακες, κάνοντας εκσκαφές σε αρχαιολογικούς χώρους και εκτελώντας διάφορες άλλες κοινωνικές υπηρεσίες. Μετά, ενώ συνεχιζόταν ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, κατανόησαν ότι στην πραγματικότητα αυτοί θεωρούνταν στρατιώτες και βρίσκονταν στη διάθεση των στρατιωτικών αρχών. Έτσι, αρνήθηκαν να προσφέρουν τέτοια υπηρεσία.

Επακολούθησαν επανειλημμένες φυλακίσεις, αρχίζοντας με καταδίκη ενός μηνός για την πρώτη φορά που αυτοί αρνούνταν. Σύντομα μετά την αποφυλάκισή τους, τους ξανακαλούσαν για στρατιωτική θητεία και τους έστελναν ξανά στη φυλακή, τώρα όμως δυο μήνες. Όταν έβγαιναν πάλι έξω, είχαν να αντιμετωπίσουν αυτή τη διαδικασία τέσσερις, πέντε, έξι ή και περισσότερες φορές, και κάθε φορά συνήθως αυξανόταν η προηγούμενη ποινή κατά έναν επιπλέον μήνα. Επί αρκετά χρόνια, εκατοντάδες αδελφοί φυλακίστηκαν με ποινές που συνολικά έφταναν περίπου τα χίλια χρόνια. Ο Βέρνερ Γιόχανσον, που ήταν τότε σκαπανέας, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 12 μηνών, μέσα σε διάστημα 13 ετών. Αυτός είπε:

«Η μια κατάταξη μετά την άλλη, η ταλαιπωρία της μιας δίκης μετά την άλλη και το μέσα-έξω στις διάφορες φυλακές αποτελούσαν αρκετή δοκιμασία. Είχα οικογένεια να φροντίσω. Αλλά η αγάπη και η ενθάρρυνση που λαβαίναμε από τους αδελφούς και τις αδελφές ήταν μια θαυμάσια βοήθεια. Στο κάτω-κάτω, εκείνη ήταν μια συναρπαστική εποχή, και παρουσιάστηκαν πολλές ευκαιρίες για να δώσω μαρτυρία σε όλα τα άτομα που συνάντησα».

Μερικές φορές οι εισαγγελείς και οι δικαστές χλεύαζαν και ειρωνεύονταν τους αδελφούς. Ένας σκαπανέας, ο Έρικ Β. Γιόχανσον θυμάται την πρώτη του δίκη: «Ο εισαγγελέας και ο δικαστής είπαν ότι θα μου έκαναν τη ζωή δύσκολη αν δεν εκτελούσα το καθήκον μου. Τους είπα πως ήμουν προετοιμασμένος να υποφέρω όπως ο Δανιήλ τότε που τον έριξαν στο λάκκο των λεόντων. Τότε ο εισαγγελέας είπε: ‘Θα ήταν ενδιαφέρον να ρίξουμε τον Γιόχανσον μέσα σ’ ένα λάκκο λεόντων, και να δούμε πόσο αξίζει η πίστη του’. Την επόμενη μέρα, όταν συνάντησα το δικαστή, με άρπαξε και μου είπε: ‘Είσαι ένας παλιάνθρωπος· θα σου άξιζε να εκτελεστείς, και θα εκτελεστείς όπως πάει το πράγμα’». Πάντως, αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη. Ο αδελφός Γιόχανσον, πάνω από 80 χρονών τώρα, είναι ακόμη ζωντανός και τα πάει μια χαρά στην ολοχρόνια υπηρεσία.

Οι Αρχές Καταφεύγουν σε Ενέργειες Απόγνωσης

Οι αρχές κατανοούσαν όλο και καλύτερα ότι οι ποινές φυλάκισης δεν θα μπορούσαν να διαρρήξουν την ακεραιότητα αυτών των νεαρών αντρών. «Οι δικαστές και οι εισαγγελείς συμμετέχουν σ’ ένα παιχνίδι στο οποίο αισθάνονται ότι αποτελούν αβοήθητα πιόνια», σχολίασε ένα πρώην μέλος της σουηδικής βουλής σχετικά με τη μεταχείριση των Μαρτύρων.

Προς το τέλος του πολέμου, οι αρχές από αντίδραση έκαναν μια απελπισμένη προσπάθεια να αλλάξουν την κατάσταση. Ξαφνικά, διέταξαν να εξεταστούν 126 Μάρτυρες του Ιεχωβά που είχαν αρνηθεί να προσφέρουν υποχρεωτική εργασία, για να διαπιστωθεί η διανοητική τους κατάσταση. Αν το πόρισμα ήταν ότι αυτοί έπασχαν από διανοητική ανεπάρκεια, τότε τα δικαστήρια θα τους μεταχειρίζονταν με διαφορετικό τρόπο. Μια έκθεση του τμήματος λέει σχετικά μ’ αυτό:

«Οι εξετάσεις έλαβαν χώρα σε τρεις διαφορετικές πόλεις, και ο καθένας απ’ αυτούς που εξετάζονταν υποβαλλόταν σε ερωτήσεις επί πέντε ή έξι μέρες από έναν ιερέα και δυο γιατρούς. Οι αδελφοί που υποβλήθηκαν σ’ αυτή τη διαδικασία συμφώνησαν ότι αποτελούσε μια ιδιαίτερα ενθαρρυντική εμπειρία, η οποία πρόσφερε θαυμάσιες ευκαιρίες για να δοθεί μαρτυρία. Οι ιερείς που λάβαιναν μέρος σ’ αυτές τις εξετάσεις συγχύζονταν και τα έχαναν τόσο πολύ, ώστε ακόμα και οι γιατροί γελούσαν· οι ίδιοι οι γιατροί παραδέχτηκαν ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν, κατά κανόνα, πολύ ευφυείς άνθρωποι, με ισχυρές πεποιθήσεις και υψηλό ηθικό επίπεδο».

Ένα Αυξανόμενο Πρόβλημα

Αυτές οι εξετάσεις για τη διαπίστωση της διανοητικής κατάστασης των Μαρτύρων σύντομα εγκαταλείφθηκαν ως μάταιες. Ωστόσο, πολλοί δικαστές, εισαγγελείς, δεσμοφύλακες, φρουροί φυλακών, ακόμη και εφημέριοι φυλακών άρχισαν να ανησυχούν όλο και περισσότερο. Αναφέρθηκαν τα εξής λόγια που είπε στη βουλή ένας εισαγγελέας:

«Παρά το γεγονός ότι είμαι εισαγγελέας, σ’ αυτή την περίπτωση, δεν πιστεύω στις απειλές για τιμωρία. . . . Είναι πράγματι αναγκαίο, τώρα το 1958, να επιβαρύνουμε τον εαυτό μας με τέτοια κατάλοιπα από τις δίκες των μαγισσών—γιατί για τέτοια κατάλοιπα πρόκειται—στα οποία περιλαμβάνονται, κατά τα άλλα, άψογοι άνθρωποι; Είναι τρομακτικό το ότι πρέπει να ζουν αυτοί οι άνθρωποι με τους κάθε είδους ποινικούς κρατουμένους των φυλακών μας. Οφείλω να παραδεχτώ ότι η μόνη περίπτωση στην οποία αισθάνομαι ντροπή για το επάγγελμά μου ως εισαγγελέα είναι όταν υποχρεώνομαι να ζητάω να τιμωρηθούν με φυλάκιση τέτοια άτομα».

Η Φυλακή των Φυλακισμένων

Καθώς περισσότεροι νεαροί άντρες ασπάζονταν την αλήθεια, όλο και περισσότεροι έμπαιναν στη φυλακή. Οι φυλακές ήταν γεμάτες ποινικούς κρατουμένους, και οι δαπάνες των φυλακών ήταν πολύ υψηλές. Εφόσον οι αδελφοί μας έπρεπε να στριμώχνονται από ’δώ κι από ’κεί για να εκτίσουν τις ποινές τους, η Σωφρονιστική Υπηρεσία πήρε την ασυνήθιστη απόφαση να προσπαθήσει να αναθέσει στους Μάρτυρες του Ιεχωβά να διαχειρίζονται τη δική τους φυλακή.

Η οικοδόμηση έγινε με συμμετοχή όλων των τροφίμων, δηλαδή των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Τους άφηναν μόνους 12 ώρες την ημέρα χωρίς φρουρούς. Ένας υπεύθυνος ερχόταν ανά περιόδους με τρόφιμα και υλικά για τη δουλειά. Σε μερικές περιπτώσεις, κάποιος φύλακας μπορεί να διόριζε δυο αδελφούς ως φρουρούς, βάζοντας έτσι φυλακισμένους να φυλάνε τους φυλακισμένους. Οι αδελφοί μπορούσαν να διεξάγουν όλες τις συναθροίσεις και να δέχονται επισκέπτες κάθε Κυριακή, όλη την ημέρα. Έδιναν μαρτυρία με επιστολές. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης χαρακτήρισαν αυτή τη «φυλακή των φυλακισμένων» ως παράλογο πειραματισμό. Οι αδελφοί πάντως διαχειρίζονταν τη φυλακή τέλεια. Δεν σημειώθηκε καμιά απόδραση ούτε απόπειρα απόδρασης.

Αρχίζει να Διαφαίνεται Κάποια Λύση

Σταδιακά, διάφοροι βουλευτές και άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι διέκριναν την ανάγκη να αλλάξει η τακτική. Καθώς διάφοροι αδελφοί και άλλα φιλικά διακείμενα άτομα έρχονταν σε επαφή με τους επισήμους ζητώντας να βρεθεί κάποια λύση, αυτό το ζήτημα άρχισε να τυγχάνει προσοχής.

Ένας αδελφός που έβαφε το σπίτι κάποιου μέλους της κυβέρνησης του μίλησε γι’ αυτή την υπόθεση. Αργότερα, αυτό το άτομο έβαλε τον αδελφό να τον βοηθήσει να υπολογίσουν πόσα έξοδα έκανε το κράτος για να κρατάει τους Μάρτυρες στη φυλακή. Ξαφνιασμένος από το αποτέλεσμα, υποσχέθηκε να δείξει τους αριθμούς στους συνεργάτες του. Επίσης, ένας ράφτης στη Στοκχόλμη είχε πελάτες βουλευτές και συχνά τους υπενθύμιζε την κατάσταση, παρακινώντας τους να κάνουν κάτι για να λύσουν το πρόβλημα.

Τον Ιανουάριο του 1964, ο υπουργός άμυνας σχημάτισε μια επιτροπή με σκοπό να προτείνει μια τροποποίηση στο νόμο. Δυο εκπρόσωποι του γραφείου τμήματος της Εταιρίας κλήθηκαν ενώπιον της επιτροπής για να προτείνουν κάτι που θα υποκαθιστούσε την υποχρεωτική υπηρεσία. Ωστόσο, αντί να ακολουθήσει την υπόδειξη να μας απαλλάξουν από κάθε είδους υπηρεσία, η επιτροπή πρότεινε τα ακόλουθα, σύμφωνα με την επίσημη αναφορά της: «Συνεπώς, η επιτροπή έχει τη γνώμη ότι θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά το ενδεχόμενο . . . να θεωρηθούν προσωρινά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ακατάλληλοι, σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις που εφαρμόζονται σε ορισμένα άτομα που είναι αλκοολικά ή κοινωνικά απροσάρμοστα».

Ο Κλήρος στο Πλευρό μας για μια Αλλαγή

Το γεγονός ότι μας έβαλαν στην ίδια θέση με «ορισμένα άτομα που είναι αλκοολικά ή κοινωνικά απροσάρμοστα» ξεσήκωσε την αγανάκτηση του κόσμου, αφού οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν γνωστοί ως αξιοπρεπείς και νομοταγείς πολίτες. Μέχρι και αξιωματούχοι της εκκλησίας διαμαρτυρήθηκαν. Μια εφημερίδα παρέθεσε τα όσα ειπώθηκαν στη σύνοδο της επισκοπής του Χέρνεσαντ:

«Δίκαια, η επιτροπή θεωρεί μη ικανοποιητική λύση την καταδίκη [των Μαρτύρων] σε φυλάκιση. Ωστόσο, λόγω του ότι, για να αντιμετωπιστεί αυτή η πλευρά του προβλήματος, προτείνεται να τεθούν οι νεαροί Μάρτυρες του Ιεχωβά στην ίδια κατηγορία με τα κοινωνικά απροσάρμοστα άτομα και με τους αλκοολικούς, η επιτροπή αποτυγχάνει σ’ ό,τι αφορά τα γεγονότα της υπόθεσης και το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας». Η εξομοίωση των Μαρτύρων με τέτοια άτομα μας υπενθυμίζει τον Ιησού, ο οποίος άδικα συγκαταλέχθηκε με παρόμοιους ανθρώπους.—Ματθ. 11:19.

Η Τελική Απόφαση

Στις 25 Μαΐου 1966, η βουλή αποφάσισε ότι κάθε περίπτωση αντιρρησία συνείδησης που ήταν Μάρτυρας θα έπρεπε να εξετάζεται ξεχωριστά. Απ’ αυτή την εξέταση, η κυβέρνηση θα έπαιρνε την απόφαση να μην τον καλέσει προς το παρόν για στρατιωτική θητεία. Αυτή η νίκη ύστερα από χρόνια εγκαρτέρησης έγινε δεκτή με μεγάλη χαρά. Οι αδελφοί μπορούσαν τώρα να προχωρήσουν ανενόχλητα με το κήρυγμα των καλών νέων.

Στάλθηκε τηλεγράφημα στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στο Μπρούκλιν των Η.Π.Α. Ένα ζευγάρι Σουηδών, που παρακολουθούσαν μια μεγάλη συνέλευση στη Βαλτιμόρη εκείνη την περίοδο, κατενθουσιάστηκαν όταν άκουσαν τον αδελφό Φ. Γ. Φρανς, τον τότε αντιπρόεδρο της Εταιρίας, να διαβάζει το τηλεγράφημα στο ακροατήριο. «Επαίνεσε τις σουηδικές αρχές και αποκάλεσε τη Σουηδία υποδειγματική χώρα», θυμούνται αυτοί.

Το Σουηδικό Πρότυπο

Η διαδικασία που ορίστηκε από τη σουηδική κυβέρνηση έχει ονομαστεί το «σουηδικό πρότυπο» από τις αρχές άλλων χωρών, οι οποίες έχουν βασιστεί σ’ αυτό στην προσπάθειά τους να δώσουν παρόμοιες λύσεις. Τι ακριβώς περιλαμβάνει αυτή η διαδικασία;

Ο καθένας που καλείται για στρατιωτική υπηρεσία πρέπει να πάρει ένα πιστοποιητικό από τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας του, το οποίο να βεβαιώνει ότι είναι βαφτισμένος Μάρτυρας του Ιεχωβά και τακτικός ευαγγελιζόμενος συνταυτισμένος με την εκκλησία. Το γραφείο τμήματος της Εταιρίας πιστοποιεί ότι οι υπογραφές ανήκουν σε διορισμένους πρεσβυτέρους. Ο στρατεύσιμος υποβάλλει αυτό το πιστοποιητικό, μαζί με μια προσωπική γραπτή αίτηση για εξαίρεση από τη στράτευση στο στρατολογικό του γραφείο, το οποίο του παρέχει προσωρινή απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία. Παρόμοια διαδικασία έχει χρησιμοποιηθεί και για μερικές αδελφές που έχουν κληθεί για υπηρεσία πολιτικής άμυνας.

Καινούριες Απόπειρες για να Συμβιβαστούμε

Ενώ είχε εγκριθεί αυτή η απόφαση από τη βουλή, έγιναν απόπειρες για να αναγκαστούμε να κάνουμε υποχρεωτική εργασία αντί της στρατιωτικής υπηρεσίας. Στην αρχή της δεκαετίας του 1970, διορίστηκε μια κυβερνητική επιτροπή για να επανεξετάσει τη μεταχείριση των αντιρρησιών συνείδησης. Προκειμένου να υπάρχει ομοιομορφία, οι αρχές ήθελαν να υπηρετούν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά όπως και οι άλλοι θρησκευτικοί όμιλοι, προσφέροντας υποχρεωτική εργασία αντί της στρατιωτικής υπηρεσίας.

Εκπρόσωποι του γραφείου τμήματος παρουσιάστηκαν ενώπιον της επιτροπής και εξήγησαν ότι, όπως και να είχαν τα πράγματα, οι Μάρτυρες δεν θα δέχονταν καμιά εργασία που θα υποκαθιστούσε τη στρατιωτική θητεία, όσο αξιέπαινη κι αν ήταν αυτή. Έδειξαν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήδη επιτελούν ένα είδος κοινωνικής υπηρεσίας με τη διακονία τους από σπίτι σε σπίτι, βοηθώντας τους ανθρώπους να καθαρίσουν τη ζωή τους και να γίνουν αξιοπρεπείς, νομοταγείς πολίτες. Τότε κάποιο από τα μέλη της επιτροπής είχε μια ιδέα που προκάλεσε μεγάλη έκπληξη.

Αυτό το άτομο σκέφτηκε αν θα συμφωνούσαμε να ασχολούμαστε ολοχρόνια σ’ αυτή την από σπίτι σε σπίτι διακονία, για κάποια ορισμένη περίοδο, μέσα στην ίδια μας την εκκλησία—κάτι που θα αντιστοιχούσε με την υποχρεωτική υπηρεσία—και να το αναφέρουμε αυτό στις αρχές ως υποκατάστατο. Οι αδελφοί εξήγησαν ότι η υπηρεσία μας στον Θεό ποτέ δεν μπορεί να είναι υποχρεωτική ούτε να αποτελεί κρατική υπόθεση. Τελικά, η επιτροπή πρότεινε να διατηρηθεί η απόφαση του 1966, καταλήγοντας στο εξής συμπέρασμα στην τελική της αναφορά: «Σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, δεν υπάρχουν, προς το παρόν, στη χώρα μας άλλοι θρησκευτικοί όμιλοι που να μπορούν να συγκριθούν με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά».

Εγκαταλείπουν την Εκκλησία Κατά Χιλιάδες

Οι Μάρτυρες στη Σουηδία, όχι μόνο έχουν διαφυλάξει με αποφασιστικότητα την ουδετερότητά τους ως προς τα πολιτικά ζητήματα, αλλά επίσης έχουν δώσει με οσιότητα προσοχή στην εντολή που βρίσκεται στο εδάφιο Αποκάλυψις 18:4 να βγουν από τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, την παγκόσμια αυτοκρατορία της ψεύτικης θρησκείας. Η 1η Ιανουαρίου 1952 ήταν μια αξιομνημόνευτη ημερομηνία σε σχέση μ’ αυτό. Τέθηκε σε ισχύ ένας καινούριος νόμος που αφορούσε τη θρησκευτική ελευθερία· αυτός παρείχε το δικαίωμα σε όλους τους Σουηδούς πολίτες να μπορούν να εγκαταλείψουν την Κρατική Εκκλησία χωρίς την υποχρέωση να ενταχθούν σε κάποιο άλλο θρησκευτικό σώμα αναγνωρισμένο από την κυβέρνηση.

Η διαδικασία περιλάμβανε απλώς να συμπληρώσει κάποιος ένα έντυπο ή να γράψει σ’ ένα φύλλο χαρτί ότι επιθυμούσε να πάψει να είναι μέλος της εκκλησίας, να υπογράψει το έγγραφο ενώπιον μαρτύρων και να το αφήσει στο γραφείο του ιερέα της ενορίας, όπου θα καταγραφόταν η αποχώρηση χωρίς αντιρρήσεις, ερωτήσεις ή συζήτηση.

Οι Σουηδοί γενικά δεν επωφελήθηκαν απ’ αυτή την ευκαιρία, κυρίως λόγω αδιαφορίας. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ωστόσο, παρέδωσαν αυτό το έντυπο στην εκκλησία το συντομότερο δυνατόν. Όλοι οι 5.000 Μάρτυρες που υπήρχαν εκείνη την εποχή αποσύρθηκαν σαν ένας άνθρωπος. Πολλοί ιερείς εξεπλάγησαν και δεν μπόρεσαν να συγκρατηθούν και να μην κάνουν ερωτήσεις. Λίγους μήνες αργότερα, το τμήμα ανέφερε:

«Οι επισκέψεις αυτών των μαρτύρων στα γραφεία των ιερέων των ενοριών γι’ αυτό το ζήτημα τους παρέσχε πολλές θαυμάσιες ευκαιρίες να δώσουν μαρτυρία για τη Βασιλεία. Σε αρκετές περιπτώσεις οι ιερείς πήραν έντυπα, μάλιστα παρακολούθησαν και μελέτες ως αποτέλεσμα αυτών των συνεντεύξεων, προκειμένου να μάθουν περισσότερα για τις πεποιθήσεις μας. Τα Γραφικά φυλλάδια που μόλις είχαν εμφανιστεί στη σουηδική εκείνη την εποχή αποδείχτηκαν πολύ πρακτικά σε σχέση μ’ αυτό. Ένας ιερέας ενδιαφέρθηκε τόσο πολύ ώστε μια ηλικιωμένη αδελφή, η οποία είναι το μόνο μέλος του ομίλου [της εκκλησίας] εκείνου του χωριού, έχει αρχίσει από τότε εβδομαδιαίες μελέτες μαζί του από το βιβλίο ‘Έστω ο Θεός Αληθής’. Ο ίδιος είπε σ’ ένα σκαπανέα ο οποίος τον επισκέφτηκε ότι ήταν χαρούμενος που αυτή η αδελφή πήγαινε τακτικά υποκινώντας τον να συνεχίσει τη μελέτη».

Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Δεν Μπορούν να Χρησιμοποιήσουν το Ραδιόφωνο

Το ραδιόφωνο στη Σουηδία αποτελεί κρατικό μονοπώλιο από τον καιρό που άρχισαν οι ραδιοφωνικές εκπομπές. Μονοπώλιο σημαίνει ότι μια επιτροπή, η οποία αντιπροσωπεύει το κράτος, έχει τον πλήρη έλεγχο των ραδιοφωνικών (τώρα και των τηλεοπτικών) εκπομπών. Αφού η Σουηδία είναι δημοκρατική χώρα, όπου οι θρησκευτικές διακρίσεις θεωρούνται παράνομες, έχουμε κάνει προσπάθειες για να μας δοθεί χρόνος στο ραδιόφωνο.

Το 1953, ένας πάστορας έκανε μια 30λεπτη ραδιοφωνική ομιλία προκειμένου να «ξεσκεπάσει» τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, χωρίς να μας δώσει καμιά ευκαιρία να σχολιάσουμε την ομιλία του. Τότε στάλθηκαν δυο αδελφοί στον προϊστάμενο του τμήματος θρησκευτικών προγραμμάτων, έναν ιερέα της Κρατικής Εκκλησίας, για να ζητήσουν άδεια να μεταδώσουμε ένα πρόγραμμα μέσω του οποίου θα απαντούσαμε. Ένας από τους αδελφούς θυμάται:

«Μας είπε ορθά-κοφτά: ‘Ποτέ δεν θα επιτρέψουμε στους Μάρτυρες του Ιεχωβά να κάνουν εκπομπές από το Ραδιόφωνο της Σουηδίας. Δεν σας θεωρούμε Χριστιανούς’. ‘Γιατί δεν μας θεωρείτε Χριστιανούς;’ ρωτήσαμε. ‘Δεν πιστεύετε στην Τριάδα. Να γιατί! Επ’ ευκαιρία, έχω ακούσει ότι στα έντυπά σας κάνετε ψευδείς παραθέσεις από την Αγία Γραφή’. ‘Θα μπορούσατε να μας δώσετε κάποιο παράδειγμα;’ ρωτήσαμε. ‘Έχω ένα από τα βιβλία σας εδώ στο ράφι μου. Καθήστε να σας δείξω’. Τράβηξε την αγγλική έκδοση του βιβλίου ‘Πάντα Δοκιμάζετε’ (ένα βιβλίο γεμάτο περικοπές από την Αγία Γραφή) και μια Αγία Γραφή στην αγγλική. Άρχισε να συγκρίνει μεταξύ των δυο βιβλίων λέξη προς λέξη επί μερικά λεπτά. Επειδή δεν βρήκε καμιά παρέκκλιση, σηκώθηκε και είπε: ‘Τέλος πάντων, μόνο στους Χριστιανούς επιτρέπεται να κάνουν εκπομπές’, και μας έδιωξε».

Μια Προσπάθεια «Ξεσκεπάσματος» Φέρνει Αντίθετα Αποτελέσματα

Τον Οκτώβριο του 1976, κάποιος υπεύθυνος του Ραδιοφώνου της Σουηδίας μάς προσκάλεσε να λάβουμε μέρος σε μια σειρά τριών προγραμμάτων τα οποία, όπως είπε, είχαν σκοπό να πληροφορήσουν το κοινό σχετικά μ’ εμάς. Δεχτήκαμε, αφού μας δόθηκε η υπόσχεση ότι θα μας συμπεριφέρονταν αμερόληπτα. Τα προγράμματα θα βασίζονταν σε ηχογραφημένα μέρη από τις συναθροίσεις μας και σε συνεντεύξεις.

Στην ηχογράφηση, οι αδελφοί κατάλαβαν ότι τα προγράμματα αυτά γίνονταν με σκοπό να χρησιμοποιηθούν ως επίθεση εναντίον των Μαρτύρων. Οι αδελφοί από τους οποίους έπαιρναν συνέντευξη δέχτηκαν έναν καταιγισμό από κακεντρεχείς, προκλητικές ερωτήσεις. Ωστόσο, αυτοί απάντησαν ήρεμα με βάση τα γεγονότα. Κατόπιν ο υπεύθυνος μοντάρισε τις κασέτες έτσι ώστε τα προγράμματα να δίνουν τη χειρότερη δυνατή εντύπωση.

Μετά την εκπομπή, το γραφείο τμήματος έλαβε επιστολές και τηλεφωνήματα από ακροατές σ’ όλη τη χώρα, οι οποίοι έλεγαν ότι διέκριναν τη διαφορά μεταξύ των Μαρτύρων και εκείνων που τους επιτίθονταν, και ότι ήταν καταφανές ποιος είχε την αλήθεια. Παρεμπιπτόντως, το Νοέμβριο του 1976, ένα μήνα μετά την εκπομπή, σημειώθηκε ένα καινούριο ανώτατο όριο με 16.693 ευαγγελιζομένους των καλών νέων στη Σουηδία! Είδαμε ξεκάθαρα την αλήθεια του εδαφίου: «Ουδέν όπλον κατασκευασθέν εναντίον σου θέλει ευοδωθή».—Ησ. 54:17.

Ανάγκη για Νέο Τμήμα

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940, ο αριθμός των ευαγγελιζομένων υπερδιπλασιάστηκε, από 1.726 το 1940, σε 3.702 το 1949. Μια έκθεση το 1949 ανέφερε τις προοπτικές για περαιτέρω αύξηση: «Απ’ όλους σχεδόν τους ομίλους, οι υπηρέτες περιοχής αναφέρουν ότι το ενδιαφέρον που υπάρχει στον αγρό είναι τόσο πολύ, ώστε οι τοπικοί ευαγγελιζόμενοι δεν μπορούν να φροντίσουν γι’ αυτό».

Επίσης οι αδελφοί έπρεπε να αρχίσουν να τυπώνουν οι ίδιοι τα περιοδικά. Το 1950 η συνολική κυκλοφορία των δυο περιοδικών είχε φτάσει τα 123.000 αντίτυπα το μήνα. Η εκτύπωση συνέχιζε να γίνεται από μια κοσμική εταιρία. Το γραφείο τμήματος διέθετε χώρο μόνο στο υπόγειο για ένα μικρό πιεστήριο Ντίτζελ που τροφοδοτούνταν με το χέρι και ένα άλλο πιεστήριο για εκτύπωση μικρότερων εντύπων. Έτσι χρειάζονταν απαραιτήτως πιο ευρύχωρες εγκαταστάσεις. Άρχισαν οι έρευνες για κάποιο κατάλληλο νέο χώρο.

Αποφασιστική Δράση

Ο Λέναρτ Θάνμπεργκ, που είναι αρχιτέκτονας, θυμάται: «Βρήκαμε μερικά ενδιαφέροντα μέρη στο κέντρο της Στοκχόλμης. Επιπρόσθετα, μας προσφέρθηκαν δυο οικόπεδα που συνόρευαν μεταξύ τους, στην κοινότητα του Γιάκομπσμπεργκ, περίπου 20 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της πόλης. Ωστόσο, μας ήταν αδύνατο να φανταστούμε ότι, ύστερα από 25 χρόνια παραμονής στο κέντρο της πόλης, θα μπορούσαμε να μετακομίσουμε έξω απ’ αυτήν.

»Συζητήσαμε το θέμα με τον αδελφό Νορ, τον τότε πρόεδρο της Εταιρίας, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Σουηδία το 1951. Ο αδελφός Ένεροθ κι εγώ προτείναμε ορισμένα μέρη στο κέντρο της πόλης. Όμως ο αδελφός Νορ, που είχε στο νου του άλλες προοπτικές, ρώτησε αν υπήρχε κάτι έξω από τη Στοκχόλμη. Μασώντας τα λόγια μας, του είπαμε για τα οικόπεδα στο Γιάκομπσμπεργκ. ‘Προχωρήστε και αγοράστε τα!’ είπε αποφασιστικά.

»Καθώς διεξαγόταν η εθνική συνέλευση στο Ερικσνταλσάλεν στη Στοκχόλμη, ο αδελφός Νορ ήθελε να υπογραφούν αμέσως τα συμβόλαια προκειμένου να ανακοινώσει αυτό το γεγονός. Αμέσως έτρεξα στο Γιάκομπσμπεργκ και, αφού έψαχνα επί ώρες, βρήκα τους ιδιοκτήτες των δυο οικοπέδων, τους έβαλα να υπογράψουν τα συμβόλαια, και αμέσως έτρεξα πίσω στη συνέλευση και ενημέρωσα τον αδελφό Νορ, ο οποίος με πεποίθηση ανακοίνωσε το οικοδομικό πρόγραμμα στους γεμάτους χαρά και ενθουσιασμό εκπροσώπους».

Σύντομα το έργο οικοδόμησης είχε αρχίσει για τα καλά. Ο αδελφός Θάνμπεργκ συνεχίζει: «Οι αδελφοί απ’ όλα τα μέρη της Σουηδίας μάς υποστήριζαν στέλνοντας τσουβάλια με πατάτες, φρεσκοσφαγμένα μοσχάρια, φρούτα, μούρα και πολλά άλλα τρόφιμα. Τα πράγματα πήγαν καλά και από οικονομική άποψη επίσης. Η εταιρία που αγόρασε τον προηγούμενο χώρο μάς πλήρωσε σε μετρητά. Η τράπεζα με την οποία συναλλασσόταν η Εταιρία επί πολλά χρόνια μάς έδωσε δάνειο χωρίς εγγύηση, λόγω της καλής υπόληψης της Εταιρίας. Επίσης, πολλοί αδελφοί δάνεισαν χρήματα στο τμήμα και έκαναν γενναιόδωρες συνεισφορές. Μια αδελφή έφτασε στο σημείο να πουλήσει την επιχείρησή της για να συνεισφέρει».

Η 31η Μαρτίου 1954 ήταν μια ιστορική ημερομηνία, επειδή τότε εγκαινιάστηκε ο καινούριος Οίκος Μπέθελ στο Γιάκομπσμπεργκ. Η οικογένεια του τμήματος μεταφέρθηκε από το μικρό χώρο των 900 τετραγωνικών μέτρων, στις ολοκαίνουριες εγκαταστάσεις που κάλυπταν 3.600 τετραγωνικά μέτρα και οι οποίες είχαν άφθονο χώρο για σύγχρονο εκτυπωτικό εξοπλισμό. Ξεκινώντας με τα τεύχη 15 Μαΐου και 8 Ιουλίου του 1954, οι αδελφοί άρχισαν να τυπώνουν μόνοι τους τα περιοδικά Σκοπιά και Ξύπνα! Όπως αποδείχτηκε, αυτός ο χώρος επρόκειτο να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της Βασιλείας στη Σουηδία επί 26 χρόνια.

Σχηματίζεται Ξενόγλωσσος Τομέας

Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σχηματίστηκε ένας καινούριος τομέας. Η χώρα πλημμύρισε από ξένους εργάτες που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν με τις οικογένειές τους από διάφορες χώρες, και κυρίως από τη Φινλανδία και τη νότια Ευρώπη. Επίσης, χιλιάδες πρόσφυγες απ’ όλο τον κόσμο εισχώρησαν στη σουηδική κοινωνία. Έτσι, ένας καινούριος ξένος πληθυσμός, που αποτελούνταν από εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι μιλούσαν περίπου εκατό διαφορετικές γλώσσες, είχε ωριμάσει για να δεχτεί τα καλά νέα.

Στην αρχή, δόθηκε συμβουλή στους ευαγγελιζομένους να προσπαθούν να μαθαίνουν την εθνικότητα του οικοδεσπότη και να βρίσκουν κάποια έκδοση στη γλώσσα του για να του τη δώσουν. Αυτοί που έδειχναν ενδιαφέρον θα αφομοιώνονταν σταδιακά στις σουηδόφωνες εκκλησίες. Αυτό δεν αποδείχτηκε και τόσο αποτελεσματικό στην πράξη. Έγινε πολύ μικρή πρόοδος επειδή πολλοί ξένοι δίσταζαν να έρθουν στις εκκλησίες.

Το 1970 έγινε μια αλλαγή. Ο αδελφός Μίλτον Χένσελ, από τα κεντρικά γραφεία στο Μπρούκλιν, κατά την επίσκεψη ζώνης που έκανε, σύστησε να οργανωθούν αυτοί οι ξενόγλωσσοι αδελφοί σε ομίλους και εκκλησίες της γλώσσας τους. Είπε ότι όποιος μελετά στη γλώσσα που γνωρίζει καλύτερα σημειώνει ταχύτερη πνευματική πρόοδο και αναπτύσσει βαθύτερη κατανόηση για την αλήθεια.

Ξενόγλωσσες Εκκλησίες

Το Δεκέμβριο του ίδιου έτους σχηματίστηκε η πρώτη ξενόγλωσση εκκλησία, η Φινλανδική Εκκλησία του Γκέτεμποργκ. Σύντομα ακολούθησε μια ακόμα στη Στοκχόλμη. Ένας επίσκοπος περιοχής που βοήθησε στη διοργάνωση αυτής της εκκλησίας ανέφερε:

«Ο ενθουσιασμός και η χαρά έχουν φτάσει στο κατακόρυφο μεταξύ των Φινλανδών αδελφών. Από παντού έρχονται φινλανδόφωνοι αδελφοί και αδελφές και, σχεδόν μέσα σε μια νύχτα, έχουν αναπτυχθεί και έχουν γίνει μια μεγάλη, ζωντανή εκκλησία. Είναι σαν να έπεσε ζεστή βροχή σ’ ένα ξερό χωράφι». Δημιουργήθηκαν κι άλλες φινλανδόφωνες εκκλησίες, μέχρι που το 1990 υπήρχαν 33 απ’ αυτές, καθώς επίσης και 12 όμιλοι. Αυτές έχουν οργανωθεί σε τρεις περιοχές, οι οποίες περιλαμβάνουν πάνω από 1.700 ευαγγελιζομένους και 119 σκαπανείς.

Το έργο σύντομα συνεχίστηκε και σε άλλες γλωσσικές ομάδες. Το 1971 ένας επίσκοπος περιοχής διοργάνωσε μια συνάθροιση για να «δοκιμάσει το ενδιαφέρον» που υπήρχε μεταξύ των ισπανόφωνων ατόμων στη Στοκχόλμη. Ήρθαν 56 άτομα. Τι έχει συμβεί από τότε; Ο Λαρς-Έρικ Έρικσον από το γραφείο τμήματος, ο οποίος βοηθά στη διοργάνωση του έργου στον ξενόγλωσσο τομέα, αναφέρει: «Τώρα έχουμε εφτά ισπανόφωνες εκκλησίες και εφτά ομίλους. Εκτός από τις φινλανδικές και τις ισπανικές εκκλησίες και τους ομίλους, έχουμε μια ιταλική εκκλησία, τέσσερις γιουγκοσλαβικές, τρεις ελληνικές και τρεις αγγλικές εκκλησίες, και αρκετούς ομίλους που διεξάγουν συναθροίσεις στα γιουγκοσλαβικά, στα ελληνικά, στα αγγλικά, στα αραβικά και στα τουρκικά. Επίσης γίνονται σχέδια για τη διοργάνωση μιας τέταρτης αγγλικής εκκλησίας, τριών πολωνικών ομίλων και ενός γαλλικού ομίλου. Έτσι, σ’ αυτούς τους ξενόγλωσσους τομείς έχουν βρεθεί κι έχουν συναχθεί πάνω από 2.700 άτομα σε 50 εκκλησίες και 28 ομίλους».

Πείνα για την Αλήθεια

Οι ακόλουθες εμπειρίες δείχνουν τι ευλογία έχει φέρει σε πολλούς αυτό το έργο που γίνεται ανάμεσα στους μετανάστες. Ο Τσέλο Περτότ, ιταλικής καταγωγής, ο οποίος συνεργάστηκε επί πολλά χρόνια με ξενόγλωσσες εκκλησίες, αφηγείται:

«Μια Σουηδή αδελφή μού ζήτησε να τη βοηθήσω να επισκεφτεί μερικές οικογένειες Ιταλών. Δίστασα, επειδή είχα ήδη πάει σ’ αυτούς και δεν φάνηκε να δείχνουν το παραμικρό ενδιαφέρον. Τη συνόδεψα απρόθυμα. Βρήκαμε κάποια γυναίκα που δεν είχα συναντήσει προηγουμένως. Αφού έκανε η αδελφή τις απαραίτητες συστάσεις στα σουηδικά, η κυρία άρχισε να κλείνει την πόρτα. Αμέσως είπα στα ιταλικά: ‘Μιλούμε για την ελπίδα που μας δίνει η Βασιλεία του Θεού’. Εκείνη άρχισε να ακούει. Όταν την ξαναεπισκεφτήκαμε, είπε: ‘Ακριβώς πριν από την πρώτη σας επίσκεψη είχα σχεδιάσει να αυτοκτονήσω. Είχα προσευχηθεί στον Θεό: «Αν υπάρχεις, γιατί έχω χάσει την πίστη μου σ’ εσένα και γιατί βρίσκω τη ζωή τόσο άσκοπη;»’ Μέσω μιας οικιακής Γραφικής μελέτης, αυτή βρήκε το πραγματικό νόημα της ζωής. Εδώ και πολλά χρόνια, υπηρετεί ως σκαπάνισσα, γεμάτη ζήλο και ζωή».

Μια γυναίκα, πριν μετακομίσει στη Σουηδία, είχε μελετήσει λίγο καιρό με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Χιλή κι εκείνοι της είχαν πει να ψάξει για τους Μάρτυρες αμέσως μόλις θα έφτανε στον προορισμό της. Αυτή προσπάθησε, αλλά χωρίς επιτυχία. Μια μέρα έτυχε να ξεφυλλίζει την ατζέντα κάποιας φίλης της και επειδή ήταν άνω-κάτω αποφάσισε να την τακτοποιήσει. Μαντέψτε τι βρήκε! Το όνομα κάποιας γυναίκας προχειρογραμμένο δυο φορές σε μια σελίδα, με τη σημείωση, «estudio de la Biblia» (Γραφική μελέτη). «Αυτή πρέπει να είναι Μάρτυρας», σκέφτηκε, και με ενθουσιασμό πήρε τον αριθμό του τηλεφώνου της. Εκείνη η γυναίκα ήταν Μάρτυρας! Το ίδιο βράδυ παρακολούθησε τη μελέτη βιβλίου σ’ έναν ισπανικό όμιλο. Τώρα είναι μια ευτυχισμένη, βαφτισμένη ευαγγελιζόμενη.

Ένας περιοδεύων επίσκοπος συνάντησε μια Ισπανίδα σε κάποια πόρτα. Επειδή μιλούσε ισπανικά, την προσκάλεσε σε μια ομιλία και άρχισε να της δίνει μαρτυρία. Αυτή απορροφήθηκε τόσο πολύ από τη συζήτηση ώστε ξέχασε το τηλέφωνο ανοιχτό. Ο σύζυγός της, που την είχε πάρει τηλέφωνο από την εργασία του, είχε εκνευριστεί πάρα πολύ με την αναμονή. Το τηλέφωνο είχε μπλοκάρει και το αφεντικό του το χρειαζόταν για να τηλεφωνήσει. Με απόγνωση πήγε σπίτι του και εκνευρίστηκε ακόμα περισσότερο όταν ανακάλυψε ποιος ήταν ο επισκέπτης. Παρά το περιστατικό αυτό, η σύζυγός του πήγε στη συνάθροιση και συνέχισε να παρακολουθεί συναθροίσεις, ώσπου τελικά άρχισε να πηγαίνει μαζί και ο σύζυγός της. Εννιά μέλη αυτής της οικογένειας βαφτίστηκαν ως Μάρτυρες.

Μαρτυρία στους Λάπωνες

Το κήρυγμα ανάμεσα στους Λάπωνες, μερικοί από τους οποίους συνεχίζουν να ζουν νομαδικά στο χιονισμένο Βορρά μαζί με τα κοπάδια των ταράνδων τους, αποτελεί ορισμένες φορές μοναδική εμπειρία. Αφού μπείτε στο μέρος που ζει κάποιος Λάπωνας και τον χαιρετήσετε, μην περιμένετε να αρχίσετε τη συζήτηση πριν περάσει κάποιο χρονικό διάστημα σιωπής. Σιγά-σιγά, μπορείτε να αρχίσετε να μιλάτε για τον καιρό. Καθώς τελικά στρέφετε τη συζήτηση σε Γραφικά θέματα, ίσως φτάσετε σ’ ένα κρίσιμο σημείο.

Μερικοί Λάπωνες θεωρούν την Αγία Γραφή τόσο ιερή ώστε έχουν την εντύπωση ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ανάξιοι να τη διαβάζουν. Ο Γκούσταβ Κεμί, ένας Λάπωνας πρεσβύτερος, αφηγείται: «Όταν μιλάτε στους Λάπωνες, ειδικά στους ηλικιωμένους, σχεδόν σας δίνουν την εντύπωση ότι, σύμφωνα με την άποψή τους, δεν θα έπρεπε καν να μιλάτε για την Αγία Γραφή. Μια ηλικιωμένη γυναίκα στη Λαπωνία είπε ορθά-κοφτά ότι ‘πρέπει κανείς να χύσει δάκρυα από αίμα πριν γίνει άξιος να ανοίξει την Αγία Γραφή’. Ένας άλλος Λάπωνας είπε σ’ ένα παιδί που ήθελε να ρίξει μια ματιά στην Αγία Γραφή: ‘Μη, μη. Η Αγία Γραφή είναι πολύ ιερή για τα παιδιά’».

Ωστόσο, αρκετοί Λάπωνες έχουν ανταποκριθεί στις Γραφικές αλήθειες και έχουν πάρει θέση υπέρ του Ιεχωβά, αν και μερικές φορές με ρυθμό χελώνας. Ένας Λάπωνας πήρε το βιβλίο Σωτηρία στις αρχές της δεκαετίας του 1940. Το μελέτησε και το έβαλε στην καρδιά του, αλλά δεν είπε τίποτα γι’ αυτό επί δέκα περίπου χρόνια. Μετά επισκέφτηκε κάποιον άλλο Λάπωνα που ήταν Μάρτυρας. Απορούσε γιατί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν καπνίζουν ή δεν εισπνέουν ψιλοκομμένο καπνό. Η απάντηση τον ικανοποίησε· την επόμενη φορά που συνάντησε το Μάρτυρα είπε ευτυχισμένος: «Τώρα σταμάτησα να εισπνέω καπνό. Τα παιδιά μου έκρυψαν όλες μου τις ταμπακιέρες». Λίγο αργότερα αυτός βαφτίστηκε.

Θεοκρατικές Γαμήλιες Τελετές—Ένα Βήμα Μπροστά

Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά πάντα επιδίωκαν τη ‘νομική εδραίωση’ των καλών νέων. (Φιλιπ. 1:7, ΜΝΚ) Εφόσον ο γάμος είναι μια θεϊκή διευθέτηση, οι διάκονοι των Μαρτύρων επιθυμούν να διεξάγουν Χριστιανικές γαμήλιες τελετές. Ωστόσο, πριν από τις 19 Μαρτίου 1981, τα ζευγάρια των Μαρτύρων του Ιεχωβά μπορούσαν να παντρευτούν μόνο μέσω κάποιου κοσμικού ληξίαρχου. Έκτοτε, διορισμένοι επίσκοποι εκκλησιών, που είναι προσωπικά εξουσιοδοτημένοι από την κυβέρνηση, μπορούν να διεξάγουν γαμήλιες τελετές σε Αίθουσες Βασιλείας.

Προκειμένου να διοριστούν, αυτοί οι επίσκοποι πρέπει να παρακολουθήσουν μια σειρά μαθημάτων για ληξίαρχους. Υπό την κατεύθυνση των παγκόσμιων κεντρικών γραφείων, το τμήμα παρείχε αυτή τη σειρά μαθημάτων, η οποία περιλαμβάνει τους νόμους του οικογενειακού δικαίου, το νόμο για τις επωνυμίες, κανονισμούς αστικών ληξιαρχικών πράξεων, τον ποινικό κώδικα όταν αυτός είναι εφαρμόσιμος, και άλλες σχετικές λεπτομέρειες. Οι γνώσεις και τα προσόντα των επισκόπων κατόπιν εξετάζονται από τον πρόεδρο του τοπικού περιφερειακού δικαστηρίου. Ύστερα από σύσταση του προέδρου, γίνονται οι διορισμοί από την κυβέρνηση.

Πολλοί συγγενείς, οι οποίοι δεν είναι Μάρτυρες, επισκέπτονται τις Αίθουσες Βασιλείας για να παρακολουθήσουν κάποια τελετή γάμου, και ως αποτέλεσμα τους δίνεται καλή μαρτυρία, ακόμη δε και καλές συμβουλές σχετικά με τα γαμήλια καθήκοντα και προνόμια. Μερικά ζευγάρια που παντρεύτηκαν πριν γίνει αυτή η διευθέτηση, αστειολογώντας λένε πως θα τους άρεσε να ξαναπαντρευτούν μ’ αυτή τη θεοκρατική διευθέτηση.

Ένας δημοσιογράφος περιέγραψε μια τελετή σε κάποια Αίθουσα Βασιλείας ως «όμορφη, χαρωπή και γεμάτη χιούμορ και ζεστασιά», και συνέχισε: «Ένας θεοκρατικός γάμος δεν είναι ούτε τόσο αυστηρά εθιμοτυπικός και γεμάτος τελετουργίες όσο στην Κρατική Εκκλησία ούτε τόσο πομπώδης. Σκοπός του είναι να αποτελεί ένα χαρωπό γεγονός, χωρίς όμως να χάνει την αξιοπρέπειά του».

Ο Τρίτος Συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος της Σουηδίας

Το 1975, ο αδελφός Ένεροθ, ο δεύτερος συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος, που τότε ήταν 83 ετών, μπορούσε να κοιτάζει πίσω του και να βλέπει 50 χρόνια κατά τα οποία υπηρέτησε πιστά μ’ αυτή την ιδιότητα. Πώς είχε αυξηθεί το έργο της Βασιλείας μέσα σ’ αυτά τα χρόνια—από 250 περίπου ευαγγελιζομένους το 1925, σε 16.000 το 1975! Με μια λάμψη χαράς και θερμής ικανοποίησης στη καρδιά του, κατάλαβε πως είχε φτάσει ο καιρός να αναλάβει την ευθύνη κάποιος άλλος αδελφός. Ο αδελφός Μπενγκτ Χάνσον, αφού είχε βοηθήσει επί χρόνια τον αδελφό Ένεροθ, διορίστηκε να αναλάβει τις ευθύνες του συντονιστή.

Όταν του ζητήθηκε να αφηγηθεί λίγο τη θεοκρατική ιστορία του, ο αδελφός Χάνσον ανέφερε: «Στα 16 μου χρόνια, έφυγα από το αγρόκτημα του πατέρα μου και πήγα σε μια κοντινή πόλη, όπου ξεκίνησα μια Γραφική μελέτη την οποία, εκτός από μένα, παρακολουθούσαν μερικοί αδελφοί μου και μερικές αδελφές μου. Άρχισα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις. Σύντομα συνειδητοποίησα τι θα σήμαινε αυτό, δηλαδή, να διαβάζω μεγαλόφωνα, να εκπροσωπώ άλλους με προσευχή και να κάνω ομιλίες μπροστά σε ακροατήριο. Αυτό ήταν μεγάλη δοκιμασία για μένα, μια και στο σχολείο δεν τα πήγαινα και τόσο καλά με τη μεγαλόφωνη ανάγνωση και τα μαθήματα. Όμως, η αγάπη για τον Ιεχωβά και ο διακαής πόθος που είχα να αφιερώσω ολοκληρωτικά τον εαυτό μου στην ολοχρόνια υπηρεσία με βοήθησαν πολύ. Ωστόσο, πρέπει να παραδεχτώ ότι με λυπούσε βαθιά αυτός ο περιορισμός που είχα. Σχεδόν με έπιανε πανικός όταν μου ζητούσαν να κάνω μια αυτοσχέδια ομιλία.

»Έπειτα, έκανα κάτι που θα αποδεικνυόταν ζωτικής σημασίας για εμένα κατά το υπόλοιπο της ζωής μου. Επειδή είχα φτάσει σε απόγνωση για τον περιορισμό που είχα, προσευχήθηκα στον Ιεχωβά και τον ευχαρίστησα που άνοιξε την καρδιά μου για την αλήθεια, και υποσχέθηκα να αφιερώσω τη ζωή μου στην υπηρεσία του ακόμη και μέχρι θανάτου, αν αυτό ήταν αναγκαίο. Υποσχέθηκα ποτέ να μην οπισθοχωρήσω.

»Γιατί αυτή η προσευχή έχει αποδειχτεί τόσο αποφασιστική στη ζωή μου; Διότι οποτεδήποτε με πιάνει φόβος, πάντα μπορώ να τη θυμάμαι. Αυτό με έχει βοηθήσει να προσκολληθώ στα καθήκοντά μου. Έτσι, όταν αναπολώ τα 40 χρόνια που πέρασαν από τότε που έκανα αυτή την προσευχή, οφείλω να ομολογήσω ότι ο Ιεχωβά—ορισμένες φορές με αστείο σχεδόν τρόπο—με έχει κάνει να αντιληφθώ όλα όσα απαιτούνταν.

»Από τότε και στο εξής, μου δινόταν ο ένας διορισμός μετά τον άλλον, πράγμα που απαιτούσε πλήρη εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά. Στα 18 μου χρόνια, μισό χρόνο μετά το βάφτισμά μου, διορίστηκα να κάνω δημόσιες ομιλίες. Μέσα σ’ ένα χρόνο έγινα σκαπανέας. Οχτώ μήνες αργότερα προσκλήθηκα στο Μπέθελ. Κατόπιν στάλθηκα στο έργο περιοχής, παρ’ όλο που ήμουν μόνο 22 ετών. Σε ηλικία 30 ετών διορίστηκα στο έργο περιφερείας, αλλά πριν ακόμη ξεκινήσω, η σύζυγός μου Ούλα κι εγώ προσκληθήκαμε να παρακολουθήσουμε την πρώτη δεκάμηνη σειρά μαθημάτων στη Σχολή Γαλαάδ, στο Μπρούκλιν, το 1961. Κατόπιν διοριστήκαμε να εργαστούμε στο Μπέθελ της Σουηδίας. Βρισκόμαστε ακόμη εδώ υπηρετώντας ευτυχισμένα τον Ιεχωβά με όλη μας τη δύναμη.

»Μερικοί ίσως απορούν αν μπόρεσα ποτέ ν’ απαλλαγώ από εκείνον τον αρχικό περιορισμό. Δεν θέλω να πω ότι μπόρεσα, παρ’ όλο που πιστεύω ότι τα πάω καλύτερα τώρα. Αισθάνομαι ότι τα λόγια που είπε ο Κύριος στον Παύλο, στο εδάφιο 2 Κορινθίους 12:9, εφαρμόζονται και σ’ εμένα επίσης: ‘Αρκεί εις σε η χάρις μου· διότι η δύναμίς μου εν αδυναμία δεικνύεται τελεία’».

Άρμπογκα—Ο Τόπος για ένα Καινούριο Κέντρο

Στις 8 Σεπτεμβρίου 1978, ένας δυνατός και πρόθυμος αδελφός έκοψε μ’ ένα αλυσοπρίονο το πρώτο δέντρο σε μια βραχώδη δασική έκταση λίγο έξω από την Άρμπογκα. Για ποιο λόγο; Για να καθαριστεί η περιοχή, ώστε να χτιστεί ένα καινούριο κέντρο για το έργο της Βασιλείας! Αυτό σημείωσε το τέλος μιας μακράς περιόδου σχεδιασμού και διαπραγματεύσεων, και την αρχή της οικοδόμησης ενός κτιριακού συγκροτήματος το οποίο θα γινόταν, όπως το έθεσε ο δημοσιογράφος μιας εφημερίδας, «το πιο ξεχωριστό και το πιο μεγάλο που οικοδομήθηκε ποτέ από εθελοντές εργάτες σε τούτη τη χώρα».

Εδώ και μερικά χρόνια, η οικογένεια Μπέθελ δεν χωρούσε πια στις εγκαταστάσεις του τμήματος στο Γιάκομπσμπεργκ, το οποίο ήταν ηλικίας 26 ετών. Αφού κάναμε πολλές και συχνές προσευχές, και δαπανήσαμε δυο χρόνια ερευνώντας για κάποιο κατάλληλο μέρος, αποφασίσαμε να χτίσουμε στην Άρμπογκα η οποία βρίσκεται σε στρατηγική θέση, κοντά στον πολυσύχναστο Ευρωπαϊκό Αυτοκινητόδρομο Αρ. 3 μεταξύ των δυο μεγαλύτερων πόλεων της Σουηδίας, της Στοκχόλμης και του Γκέτεμποργκ.

Ένα Μοναδικό Έργο Οικοδόμησης

Κατά τα επόμενα δυόμισι χρόνια, περίπου 5.000 εθελοντές από τη Σουηδία και από γειτονικές χώρες εργάστηκαν αφιλοκερδώς στο μέρος αυτό, επί μικρό ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αν και, κανονικά, οι εργάτες στις οικοδομές δεν κατοικούν σε κάποιο άνετο ξενοδοχείο ενόσω εργάζονται, η Εταιρία είχε αγοράσει ένα παλιό ξενοδοχείο στην πόλη, με διαμερίσματα και δωμάτια, το οποίο ανακαινίστηκε κι έπειτα χρησιμοποιήθηκε ως τόπος διαμονής για τους εθελοντές εργάτες. Μετά την ολοκλήρωση του οικοδομικού έργου το ξενοδοχείο πουλήθηκε.

Το έργο οικοδόμησης ήταν μια χαρωπή εργασία. Αλλά είχε και μερικά προβλήματα. «Ποτέ δεν θα ξεχάσουμε εκείνον τον πρώτο χειμώνα», λέει ο Γκάναρ Χάινστεντ, ένας από τους διοργανωτές, και συνεχίζει: «Θεωρήθηκε ένας από τους ψυχρότερους χειμώνες του αιώνα. Ορισμένες φορές, ενώ φτιάχναμε τα θεμέλια, η θερμοκρασία έπεφτε στους 30 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν. Το έδαφος ήταν σκληρό σαν πέτρα. Έπρεπε να καλύπτουμε μεγάλες εκτάσεις του χώρου με μουσαμάδες και να διοχετεύουμε από κάτω ζεστό αέρα, χρησιμοποιώντας για θερμάστρες βαρέλια πετρελαίου. Συνεχίσαμε απτόητοι. Ήταν μια από τις πιο χαρωπές εμπειρίες που είχα στην 35χρονη σταδιοδρομία μου ως αρχιτέκτονας και οικοδόμος».

Μεγάλη Εκτίμηση για τις Νέες Εγκαταστάσεις

Παρ’ όλο που η 23η Δεκεμβρίου 1980 ήταν μια από τις σκοτεινότερες μέρες ολόκληρου του έτους στην Άρμπογκα—ο ήλιος ανέτειλε στις 8:55 το πρωί και έδυσε στις 2:50 το απόγευμα—ήταν η λαμπρότερη και πιο χαρωπή απ’ όλες τις μέρες της περιόδου οικοδόμησης. Εκείνη την ημέρα το καινούριο τμήμα αφιερώθηκε στον Ιεχωβά Θεό! Ο αδελφός Μίλτον Χένσελ, από το Κυβερνών Σώμα, έκανε την ομιλία αφιέρωσης, ενθαρρύνοντας τους αδελφούς να συνεχίσουν ολόκαρδα να εκτελούν το θέλημα του Θεού καθώς χρησιμοποιούν το καινούριο κτίριο.

Ένα μέλος της οικογένειας Μπέθελ είπε: «Τη μέρα που εγκαταλείψαμε τις στενόχωρες εγκαταστάσεις του τμήματος στο Γιάκομπσμπεργκ και μετακομίσαμε σ’ αυτό το καινούριο, ευρύχωρο Μπέθελ, νιώσαμε σαν μοσχάρια που τα αφήνουν ελεύθερα την άνοιξη». Τα 20.000 τετραγωνικά μέτρα της επιφάνειας των ορόφων του και τα 120 περίπου στρέμματα του δάσους και των κήπων του χάρισαν στην οικογένεια ένα ευχάριστο συναίσθημα άνεσης και γαλήνης. Το όμορφο πάρκο, οι εγκαταστάσεις αναψυχής, τα καρποφόρα δέντρα, οι λαχανόκηποι και τα θαυμάσια ανθόσπαρτα παρτέρια συνέβαλαν στη δημιουργία ενός υγιεινού περιβάλλοντος για τους ολοχρόνιους εργάτες, υποκινώντας τους σε αυξημένη δραστηριότητα.

Νέα Πιεστήρια Επιταχύνουν το Έργο

Το νέο εργοστάσιο έδωσε στους αδελφούς τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν καλύτερο και αποδοτικότερο εκτυπωτικό εξοπλισμό. Εγκατέλειψαν τα παλιά, αργά πιεστήρια και άρχισαν να χρησιμοποιούν το περιστροφικό πιεστήριο Μ.Α.Ν. από το Μπρούκλιν, το οποίο είχε μετατραπεί σε όφσετ. Αυτό εξυπηρέτησε επί πέντε και πλέον χρόνια, αλλά αργότερα, το Μάιο του 1989, αντικαταστάθηκε από ένα πιεστήριο τετραχρωμίας. Τον επόμενο χρόνο έγινε η εγκατάσταση ενός δεύτερου πανομοιότυπου πιεστηρίου. Το 1990 η μηνιαία παραγωγή των δυο περιοδικών στη σουηδική και στη νορβηγική έφτασε σχεδόν τα 800.000 αντίτυπα. Ο Ίνγκε Όλοφσον, επίσκοπος εργοστασίου και μέλος της Επιτροπής του Τμήματος, λέει:

«Το πρώτο μας πιεστήριο, ένα ποδοκίνητο Ντίτζελ της δεκαετίας του 1940, που τροφοδοτούνταν με το χέρι, είναι στημένο σε μια γωνιά του νέου τμήματος ως μουσειακό αντικείμενο που υπενθυμίζει τη θαυμάσια αύξηση του έργου την οποία είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια όλα αυτά τα χρόνια. Μας θυμίζει αυτό που είπε ο Ιησούς: ‘Τα αδύνατα παρά ανθρώποις είναι δυνατά παρά τω Θεώ’».—Λουκ. 18:27.

Θαυμάσια Ανάπτυξη των Συμφερόντων της Βασιλείας

Όταν κάποιος αναλογίζεται τις προσπάθειες που έγιναν για τη Βασιλεία εδώ και ένα σχεδόν αιώνα στη Σουηδία, εύκολα μπορεί να αντιληφθεί τα πολλά εμπόδια που υπήρξαν όλο αυτό το διάστημα, όπως λόγου χάρη ο αυξανόμενος υλισμός, η θρησκευτική αδιαφορία και η αθεΐα, η εναντίωση του κόσμου και ο χλευασμός, και γενικά η χαρακτηριστική συνεσταλμένη φύση των Σουηδών. Παρ’ όλα αυτά, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, λόγω της αγάπης τους για τον πλησίον και για τον Θεό, έχουν προχωρήσει ακάθεκτοι με τα καλά νέα σε κάθε άκρη και γωνιά της χώρας. Πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να εντυπωσιάζονται από το υπέροχο άγγελμα που τους φέρνουν οι Μάρτυρες.

Ο Έρικ Νόρντστρεμ, επίσκοπος περιφερείας, θυμάται: «Η σύζυγός μου κι εγώ ξεκινήσαμε το έργο περιοχής και περιφερείας πριν από 37 χρόνια, και έχουμε επισκεφτεί αρκετές φορές περισσότερες από 300 εκκλησίες στη Σουηδία. Έχουμε διανύσει πάνω από 200.000 χιλιόμετρα από τη μια άκρη ως την άλλη αυτής της μακρόστενης χώρας. Ούτε το κρύο ούτε οι χιονοθύελλες του Βορρά, πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο, ούτε ο ήλιος και η ζέστη του Νότου δεν μπόρεσαν να μας σταματήσουν.

»Ναι, ύστερα από 45 χρόνια ολοχρόνιας υπηρεσίας μπορούμε να ξαναφέρουμε στο μυαλό μας αυτή τη συναρπαστική εποχή πνευματικής προόδου στη Σουηδία. Σε αντίθεση μ’ αυτά που δοκιμάζει αυτός ο παλιός κόσμος, η θεοκρατική κοινωνία πάντα κινείται προς τα εμπρός».

«Τα συμφέροντα της Βασιλείας είναι καλά εδραιωμένα σε όλα τα μέρη της χώρας», λέει ο Ραν Γκραν, επίσκοπος του Τμήματος Υπηρεσίας στο Μπέθελ της Σουηδίας. Ο ίδιος αναφέρει: «Τώρα έχουμε 338 εκκλησίες διεσπαρμένες σ’ όλη τη χώρα—από τη νοτιότερη άκρη ως πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο, στη γη του ήλιου του μεσονυκτίου. Έχουμε 15 σουηδικές και 8 ξενόγλωσσες περιοχές, οι οποίες τακτικά παρακολουθούν συνελεύσεις σε τέσσερις Αίθουσες Συνελεύσεων, που καλύπτουν γεωγραφικά ολόκληρη τη χώρα. Είχαμε ένα ανώτατο όριο με 22.742 ευαγγελιζομένους της Βασιλείας τον Αύγουστο του 1990, από τους οποίους σχεδόν οι 1.700 ήταν τακτικοί σκαπανείς. Υπήρξαν 38.339 άτομα που παρακολούθησαν την Ανάμνηση το 1990, πράγμα που υπόσχεται περαιτέρω αύξηση εφόσον ο Ιεχωβά μάς επιτρέψει να συνεχίσουμε αυτό το έργο».

Βήμα προς βήμα, το έργο στη Σουηδία έχει σημειώσει πρόοδο στη διάρκεια των ετών. Οι αδελφοί και οι αδελφές έχουν δείξει σθένος, πίστη και αντοχή. Με οσιότητα και ενθουσιασμό συνεχίζουν να υπακούν στις επιθυμίες του ουράνιου Πατέρα τους, όπως αυτές εκφράζονται μέσω της επίγειας οργάνωσής του. Επομένως, αποβλέπουν στο μέλλον με την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα συνεχίσει να τους ευλογεί. Εξακολουθούν να προσεύχονται να παραμείνουν όσιοι στον Θεό μας, ο οποίος επιτελεί τέτοια θαυμαστά πράγματα στη Σουηδία, όπως κάνει και σε 200 και πλέον άλλες χώρες. «Διότι μέγας είσαι και κάμνεις θαυμάσια· συ είσαι Θεός μόνος».—Ψαλμ. 86:10.

[Πίνακας στη σελίδα 185]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

Σουηδία 28.000

1950 4.460

1960 8.593

1970 11.696

1980 17.311

1990 22.742

Ανώτατο Όριο Ευαγγελιζομένων

4.000

1950 178

1960 314

1970 754

1980 1.190

1990 2.724

Μέσος Όρος Σκαπανέων

[Χάρτης/Πλαίσιο στη σελίδα 116]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

Ατλαντικός Ωκεανός

ΝΟΡΒΗΓΙΑ

Βόρεια Θάλασσα

ΔΑΝΙΑ

Κοπενχάγη

ΣΟΥΗΔΙΑ

Κιρούνα

Αρκτικός Κύκλος

Χέρνεσαντ

Σούντσβαλ

Ουψάλα

Άρμπογκα

Γιάκομπσμπεργκ

Έρεμπρο

Γκρουμς

Στοκχόλμη

Γκέτεμποργκ

Μάλμε

Βαλτική Θάλασσα

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

[Πλαίσιο]

ΣΟΥΗΔΙΑ

Πρωτεύουσα: Στοκχόλμη

Επίσημη Γλώσσα: Σουηδική

Κύρια Θρησκεία: Λουθηρανοί

Πληθυσμός: 8.574.698

Γραφείο Τμήματος: Άρμπογκα

[Εικόνα στη σελίδα 118]

Στη διάρκεια του φθινοπώρου, η Σουηδία είναι γεμάτη ήσυχες και γαλήνιες τοποθεσίες

[Εικόνα στη σελίδα 129]

Η Ρόζα και ο Άρθουρ Γκούσταβσον, που επί 59 χρόνια ασχολούνταν μαζί στο κήρυγμα της Βασιλείας

[Εικόνα στη σελίδα 136]

Επίσκοποι από χώρες της βόρειας Ευρώπης. Από τα αριστερά προς τα δεξιά: Τέιλορ (Λετονία), Ένεροθ (Σουηδία), Χαρτέβα (Φινλανδία), Ντέι (γενικός επίσκοπος), Λατισό (Δανία), Εμάν (Νορβηγία), Γουέστ (Εσθονία)

[Εικόνα στη σελίδα 137]

Ο Γιόχαν Χ. Ένεροθ έγινε επίσκοπος τμήματος το 1925

[Εικόνα στη σελίδα 139]

Ο Γουίλιαμ Ντέι έγινε επίσκοπος του καινούριου Γραφείου Βόρειας Ευρώπης της Εταιρίας το 1925

[Εικόνα στη σελίδα 140]

Το γραφείο τμήματος στην οδό Λαντμακαρεγκάταν 94, στη Στοκχόλμη, αγοράστηκε το 1929. Εξυπηρέτησε τα συμφέροντα της Βασιλείας επί 25 χρόνια

[Εικόνα στη σελίδα 141]

Τα καλά νέα έφτασαν βαθιά μέσα στα δάση της βόρειας Σουηδίας

[Εικόνες στη σελίδα 143]

Πανέτοιμοι για κυριακάτικο κήρυγμα έξω από τη Στοκχόλμη

Ένας όμιλος από το Λούλεο σύντομα θα επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο για να πάει να κηρύξει μόλις λίγο πιο νότια από τον Αρκτικό Κύκλο

[Εικόνα στη σελίδα 145]

Η Άστα και ο Άξελ Ρίτσαρντσον υπηρέτησαν στην επαρχία Γέμτλαντ κατά τη διάρκεια του 1936

[Εικόνα στη σελίδα 147]

Οι πρώτοι Μάρτυρες στο Χγιο χρησιμοποιούσαν ένα μικρό λεωφορείο για να καλύψουν έναν τομέα 5.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων

[Εικόνα στη σελίδα 150]

Κανείς δεν είναι πολύ νέος για να υπηρετήσει τη Βασιλεία

[Εικόνα στη σελίδα 155]

Οι φορητοί φωνόγραφοι χρησιμοποιήθηκαν για τη διάδοση των καλών νέων. Γιατί θα μπορούσαν να ονομαστούν «Ααρών Αρ. 2»;

[Εικόνες στη σελίδα 160]

Νεαρές ευαγγελιζόμενες των καλών νέων με τη μητέρα τους στο Βέρναμο, το 1946

Άντρες με αφίσες κρεμασμένες πάνω τους, μπρος και πίσω, ενώ διαφημίζουν μια δημόσια συνάθροιση στη Στοκχόλμη

[Εικόνα στη σελίδα 170]

Το γραφείο τμήματος βρισκόταν στο Γιάκομπσμπεργκ από το 1954 ως το 1980

[Εικόνες στις σελίδες 176, 177]

Το γραφείο τμήματος και ο Οίκος Μπέθελ στην Άρμπογκα, που αφιερώθηκαν στις 23 Δεκεμβρίου 1980. Ο πρόεδρος της Εταιρίας, Φ. Γ. Φρανς, με το λευκό κράνος, ενώ επισκέπτεται το χώρο οικοδόμησης πριν από την ολοκλήρωση του τμήματος

[Εικόνα στη σελίδα 178]

Η Επιτροπή του Τμήματος. Από τα αριστερά προς τα δεξιά, ο Άκε Κάρλσον, ο Ραν Γκραν, ο Μπενγκτ Χάνσον και ο Ίνγκε Όλοφσον

[Εικόνες στη σελίδα 183]

Το καινούριο πιεστήριο αντικαθιστά το παλιότερο περιστροφικό πιεστήριο Μ.Α.Ν. Το καινούριο πιεστήριο τυπώνει έγχρωμες τις Βιβλικές εκδόσεις

[Εικόνες στη σελίδα 184]

Επίδοση μαρτυρίας σε ψαράδες στο Ντιούπβικ, στο νησί Γκότλαντ και σε μια αυλή στο Ιστάντ, μια μικρή πόλη στο νότο

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση