ΠΕΙΘΩ
(Βλέπε επίσης Επιρροή· Λογίκευση· Λογική [Επιστήμη]· Προπαγάνδα)
έννοια του όρου: w17.12 19· w07 15/7 9, 10· w03 15/11 14
Εσθήρ (βασίλισσα) πειστική: ia 140, 141· w12 1/1 26, 27
πώς να αγγίζουμε την καρδιά με: w07 15/7 9, 10· w03 15/11 15-17· w98 15/5 21-23
“σας ξεγελάσει με πειστικά επιχειρήματα” (Κολ 2:4): w94 15/12 16-18
σοφιστείες: g90 22/5 12-14
Τιμόθεος “πείστηκε να πιστεύει” (2Τι 3:14): w20.07 10· w17.12 19, 20· w16.03 9· w06 1/7 27, 28· w00 15/11 17, 18· w98 15/3 14· w98 15/5 8, 21· w88 1/11 18
χρήση στη διακονία αγρού: w10 15/2 12-14· km 4/10 1· w07 15/7 9, 10· w03 15/11 9, 14-18· g02 8/6 13· km 2/01 1· w98 15/5 21-23· w91 15/1 18, 19· km 6/89 8
«εξακολουθούμε να πείθουμε ανθρώπους» (2Κο 5:11): w98 15/12 15, 16
χρήση στη διδασκαλία: w99 15/3 15, 16
παρουσίαση αποδείξεων: th 10· be 255-257
χρήση στην ομιλία: w07 15/7 9