ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΑΡΚΟ
1 Η αρχή των καλών νέων σχετικά με τον Ιησού Χριστό, τον Γιο του Θεού: 2 Όπως είναι γραμμένο στον Ησαΐα τον προφήτη: «(Δες! Εγώ στέλνω τον αγγελιοφόρο μου πριν από εσένα,* ο οποίος θα ετοιμάσει την οδό σου.)*+ 3 Φωνή κάποιου που βροντοφωνάζει στην έρημο: “Προετοιμάστε την οδό του Ιεχωβά!* Κάντε ευθείς τους δρόμους του”».+ 4 Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής ήταν στην έρημο, κηρύττοντας βάφτισμα που συμβόλιζε μετάνοια για συγχώρηση αμαρτιών.+ 5 Και όλη η περιοχή της Ιουδαίας και όλοι οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ πήγαιναν σε εκείνον και βαφτίζονταν από εκείνον* στον Ιορδάνη Ποταμό, ομολογώντας φανερά τις αμαρτίες τους.+ 6 Ο Ιωάννης φορούσε ρούχο από τρίχες καμήλας και είχε δερμάτινη ζώνη στη μέση του,+ και έτρωγε ακρίδες και άγριο μέλι.+ 7 Και κήρυττε: «Κάποιος ισχυρότερος από εμένα έρχεται πίσω μου, και εγώ δεν είμαι άξιος ούτε να σκύψω και να λύσω το λουρί των σανδαλιών του.+ 8 Εγώ σας βάφτισα με νερό, αλλά εκείνος θα σας βαφτίσει με άγιο πνεύμα».+
9 Εκείνες τις ημέρες, ήρθε ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και βαφτίστηκε στον Ιορδάνη από τον Ιωάννη.+ 10 Και αμέσως, καθώς ανέβαινε από το νερό, είδε τους ουρανούς να χωρίζονται και το πνεύμα σαν περιστέρι να κατεβαίνει πάνω του.+ 11 Και μια φωνή ήρθε από τους ουρανούς: «Εσύ είσαι ο Γιος μου ο αγαπητός· σε έχω επιδοκιμάσει».+
12 Και αμέσως το πνεύμα τον ώθησε να πάει στην έρημο. 13 Παρέμεινε λοιπόν στην έρημο 40 ημέρες, όπου ο Σατανάς τον υπέβαλλε σε πειρασμό.+ Και ήταν μαζί με τα θηρία, αλλά οι άγγελοι τον υπηρετούσαν.+
14 Μετά τη σύλληψη του Ιωάννη, ο Ιησούς πήγε στη Γαλιλαία+ και κήρυττε τα καλά νέα του Θεού,+ 15 λέγοντας: «Ο προσδιορισμένος καιρός έχει συμπληρωθεί και η Βασιλεία του Θεού έχει πλησιάσει. Μετανοείτε+ και να έχετε πίστη στα καλά νέα».
16 Καθώς περπατούσε δίπλα στη Θάλασσα της Γαλιλαίας, είδε τον Σίμωνα και τον αδελφό του τον Ανδρέα+ να ρίχνουν τα δίχτυα τους στη θάλασσα,+ γιατί ήταν ψαράδες.+ 17 Ο Ιησούς λοιπόν τους είπε: «Ελάτε μαζί μου και εγώ θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων».+ 18 Και εκείνοι άφησαν αμέσως τα δίχτυα τους και τον ακολούθησαν.+ 19 Αφού προχώρησε λίγο, είδε τον Ιάκωβο, τον γιο του Ζεβεδαίου, και τον αδελφό του τον Ιωάννη, ενώ βρίσκονταν στο πλοιάριό τους και επιδιόρθωναν τα δίχτυα τους,+ 20 και χωρίς καθυστέρηση τους κάλεσε. Τότε εκείνοι άφησαν τον πατέρα τους τον Ζεβεδαίο στο πλοιάριο μαζί με τους μισθωτούς και τον ακολούθησαν. 21 Και μπήκαν στην Καπερναούμ.
Μόλις άρχισε το Σάββατο, μπήκε στη συναγωγή και άρχισε να διδάσκει.+ 22 Και αυτοί έμεναν έκπληκτοι με τον τρόπο της διδασκαλίας του, γιατί τους δίδασκε όπως κάποιος που έχει εξουσία, και όχι όπως οι γραμματείς.+ 23 Εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στη συναγωγή τους κάποιος άνθρωπος που ήταν υπό την εξουσία ενός ακάθαρτου πνεύματος, και αυτός κραύγασε: 24 «Τι σχέση έχουμε εμείς με εσένα, Ιησού Ναζωραίε;+ Ήρθες να μας καταστρέψεις; Ξέρω πολύ καλά ποιος είσαι: ο Άγιος του Θεού!»+ 25 Αλλά ο Ιησούς το επέπληξε, λέγοντας: «Σώπα και βγες από αυτόν!» 26 Και το ακάθαρτο πνεύμα, αφού προκάλεσε σπασμό στον άνθρωπο και φώναξε δυνατά, βγήκε από αυτόν. 27 Όλοι λοιπόν έμειναν τόσο κατάπληκτοι ώστε άρχισαν να λένε μεταξύ τους: «Τι είναι αυτό; Καινούρια διδασκαλία! Προστάζει με εξουσία ακόμη και τα ακάθαρτα πνεύματα, και αυτά τον υπακούν». 28 Έτσι λοιπόν, η φήμη του διαδόθηκε γρήγορα προς όλες τις κατευθύνσεις σε ολόκληρη την περιοχή της Γαλιλαίας.
29 Τότε έφυγαν από τη συναγωγή και πήγαν στο σπίτι του Σίμωνα και του Ανδρέα μαζί με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη.+ 30 Η δε πεθερά του Σίμωνα+ ήταν κατάκοιτη, άρρωστη με πυρετό, και του μίλησαν αμέσως για αυτήν. 31 Ο Ιησούς πήγε κοντά της, την έπιασε από το χέρι και τη σήκωσε. Τότε ο πυρετός την άφησε, και αυτή άρχισε να τους υπηρετεί.
32 Το δειλινό, αφού έδυσε ο ήλιος, άρχισαν να του φέρνουν όλους τους ασθενείς και τους δαιμονισμένους·+ 33 και όλη η πόλη μαζεύτηκε μπροστά στην πόρτα. 34 Αυτός λοιπόν θεράπευσε πολλούς που έπασχαν από διάφορες αρρώστιες+ και εξέβαλε πολλούς δαίμονες, τους οποίους όμως δεν άφηνε να μιλούν, επειδή ήξεραν ότι είναι ο Χριστός.*
35 Νωρίς το πρωί, ενώ ήταν ακόμη σκοτάδι, σηκώθηκε, βγήκε έξω και πήγε σε έναν ερημικό τόπο όπου άρχισε να προσεύχεται.+ 36 Ωστόσο, ο Σίμων και εκείνοι που ήταν μαζί του τον αναζήτησαν 37 και τον βρήκαν, και του είπαν: «Όλοι σε ψάχνουν». 38 Αλλά αυτός τους είπε: «Ας πάμε κάπου αλλού, στις κοντινές κωμοπόλεις, για να κηρύξω και εκεί, διότι γι’ αυτό έχω έρθει».+ 39 Και πήγε, κηρύττοντας στις συναγωγές τους σε ολόκληρη τη Γαλιλαία και εκβάλλοντας τους δαίμονες.+
40 Ήρθε επίσης σε αυτόν ένας λεπρός, ο οποίος τον ικέτευε μάλιστα γονατιστός, λέγοντάς του: «Αν εσύ θέλεις, μπορείς να με καθαρίσεις από τη λέπρα».+ 41 Τότε εκείνος τον σπλαχνίστηκε και άπλωσε το χέρι του, τον άγγιξε και του είπε: «Θέλω! Καθαρίσου».+ 42 Αμέσως η λέπρα του εξαφανίστηκε, και αυτός καθαρίστηκε. 43 Κατόπιν, του έδωσε ρητές εντολές και του είπε να φύγει αμέσως, 44 λέγοντας: «Κοίταξε να μην πεις τίποτα σε κανέναν, αλλά πήγαινε να σε εξετάσει ο ιερέας και πρόσφερε για τον καθαρισμό σου εκείνα που όρισε ο Μωυσής,+ για μαρτυρία σε αυτούς».+ 45 Αλλά όταν εκείνος έφυγε, άρχισε να διαλαλεί το γεγονός και να το διαδίδει παντού, ώστε ο Ιησούς δεν μπορούσε πια να μπει φανερά σε πόλη, αλλά παρέμενε έξω, σε ερημικούς τόπους. Έρχονταν όμως σε αυτόν άνθρωποι από όλα τα μέρη.+
2 Ωστόσο, έπειτα από μερικές ημέρες μπήκε πάλι στην Καπερναούμ, και διαδόθηκε ότι είναι στο σπίτι.+ 2 Και συγκεντρώθηκαν τόσο πολλοί ώστε δεν υπήρχε πια χώρος ούτε καν κοντά στην πόρτα, και άρχισε να αναγγέλλει σε αυτούς τον λόγο.+ 3 Και του έφεραν έναν παράλυτο που τον κουβαλούσαν τέσσερις άντρες.+ 4 Αλλά δεν μπορούσαν να τον φέρουν μέχρι τον Ιησού εξαιτίας του πλήθους. Γι’ αυτό, έβγαλαν τη στέγη πάνω από εκεί που ήταν ο Ιησούς, έσκαψαν ένα άνοιγμα και κατέβασαν το φορείο στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος. 5 Όταν ο Ιησούς είδε την πίστη τους,+ είπε στον παράλυτο: «Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες».+ 6 Βρίσκονταν εκεί και μερικοί γραμματείς, οι οποίοι κάθονταν και συλλογίζονταν μέσα στην καρδιά τους:+ 7 «Γιατί μιλάει έτσι αυτός ο άνθρωπος; Βλασφημεί. Ποιος άλλος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες εκτός από τον Θεό;»+ 8 Αλλά ο Ιησούς διέκρινε αμέσως με το πνεύμα του τι συλλογίζονταν και συζητούσαν μεταξύ τους και τους είπε: «Γιατί συλλογίζεστε αυτά τα πράγματα μέσα στην καρδιά σας;+ 9 Τι είναι ευκολότερο να κάνω; Να πω στον παράλυτο: “Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες” ή να πω: “Σήκω και πάρε το φορείο σου και περπάτα”; 10 Αλλά για να μάθετε ότι ο Γιος του ανθρώπου+ έχει εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες στη γη—»+ είπε στον παράλυτο: 11 «Σου λέω: Σήκω, πάρε το φορείο σου και πήγαινε στο σπίτι σου». 12 Τότε εκείνος σηκώθηκε και αμέσως πήρε το φορείο του και έφυγε περπατώντας μπροστά σε όλους. Όλοι λοιπόν έμειναν κατάπληκτοι και δόξασαν τον Θεό, λέγοντας: «Ποτέ δεν έχουμε δει κάτι τέτοιο».+
13 Πάλι βγήκε έξω, δίπλα στη θάλασσα, και όλο το πλήθος ερχόταν σε αυτόν, και εκείνος τους δίδασκε. 14 Και καθώς προχωρούσε, είδε τον Λευί, τον γιο του Αλφαίου, να κάθεται στο γραφείο όπου εισπράττονταν οι φόροι, και του είπε: «Γίνε ακόλουθός μου». Τότε εκείνος σηκώθηκε και τον ακολούθησε.+ 15 Αργότερα ο Ιησούς γευμάτιζε* στο σπίτι του Λευί, και πολλοί εισπράκτορες φόρων και αμαρτωλοί γευμάτιζαν* με εκείνον και τους μαθητές του, γιατί πολλοί από αυτούς τον ακολουθούσαν.+ 16 Αλλά όταν οι γραμματείς των Φαρισαίων είδαν ότι αυτός έτρωγε με τους αμαρτωλούς και τους εισπράκτορες φόρων, άρχισαν να λένε στους μαθητές του: «Με εισπράκτορες φόρων και αμαρτωλούς τρώει;» 17 Όταν το άκουσε αυτό, ο Ιησούς τούς είπε: «Δεν χρειάζονται γιατρό οι υγιείς, αλλά οι άρρωστοι. Εγώ δεν ήρθα να καλέσω δίκαιους ανθρώπους, αλλά αμαρτωλούς».+
18 Οι μαθητές του Ιωάννη και οι Φαρισαίοι έκαναν νηστείες. Γι’ αυτό, ήρθαν και του είπαν: «Γιατί οι μαθητές του Ιωάννη και οι μαθητές των Φαρισαίων νηστεύουν, ενώ οι δικοί σου δεν νηστεύουν;»+ 19 Και ο Ιησούς τούς είπε: «Ενόσω ο γαμπρός+ είναι μαζί με τους φίλους του, μήπως έχουν λόγο να νηστεύουν; Όσο έχουν τον γαμπρό μαζί τους, δεν μπορούν να νηστεύουν. 20 Αλλά θα έρθουν ημέρες κατά τις οποίες θα πάρουν από κοντά τους τον γαμπρό,+ και εκείνη την ημέρα θα νηστέψουν. 21 Κανείς δεν ράβει σε παλιό εξωτερικό ρούχο ένα μπάλωμα από πανί που δεν έχει μαζέψει στο πλύσιμο. Ειδάλλως όταν το καινούριο κομμάτι μαζέψει, δεν θα εφαρμόζει πια στο παλιό, και το σκίσιμο θα γίνει χειρότερο.+ 22 Επίσης, κανείς δεν βάζει καινούριο κρασί σε παλιά ασκιά. Ειδάλλως το κρασί θα σκίσει τα ασκιά, και θα χαθεί και το κρασί και τα ασκιά. Αλλά το καινούριο κρασί το βάζουν σε καινούρια ασκιά».
23 Ενώ περνούσε μέσα από χωράφια με σιτηρά το Σάββατο, οι μαθητές του άρχισαν να κόβουν στάχυα καθώς προχωρούσαν.+ 24 Γι’ αυτό, οι Φαρισαίοι τού είπαν: «Δες εδώ! Γιατί κάνουν κάτι που δεν είναι νόμιμο να γίνεται το Σάββατο;» 25 Αλλά εκείνος τους είπε: «Δεν έχετε διαβάσει ποτέ τι έκανε ο Δαβίδ όταν βρέθηκε σε ανάγκη και πείνασε αυτός και οι άντρες του;+ 26 Ότι, σύμφωνα με την αφήγηση σχετικά με τον Αβιάθαρ+ τον πρωθιερέα, μπήκε στον οίκο του Θεού και έφαγε τα ψωμιά της παρουσίασης,* τα οποία δεν είναι νόμιμο να φάει κανείς παρά μόνο οι ιερείς,+ και έδωσε και στους άντρες του;» 27 Στη συνέχεια τους είπε: «Το Σάββατο ήρθε σε ύπαρξη για χάρη του ανθρώπου,+ και όχι ο άνθρωπος για χάρη του Σαββάτου. 28 Επομένως, ο Γιος του ανθρώπου είναι Κύριος ακόμη και του Σαββάτου».+
3 Και πάλι μπήκε σε κάποια συναγωγή, και ήταν εκεί ένας άνθρωπος με ξεραμένο* χέρι.+ 2 Τον παρατηρούσαν λοιπόν για να δουν αν θα τον θεράπευε στη διάρκεια του Σαββάτου, ώστε να τον κατηγορήσουν. 3 Εκείνος είπε στον άνθρωπο με το ξεραμένο* χέρι: «Σήκω και έλα στη μέση». 4 Κατόπιν τους είπε: «Το Σάββατο, είναι νόμιμο να κάνει κάποιος καλό ή να κάνει κακό, να σώσει μια ζωή* ή να σκοτώσει;»+ Αλλά αυτοί έμειναν σιωπηλοί. 5 Αφού τους κοίταξε όλους γύρω με αγανάκτηση, νιώθοντας πολύ μεγάλη λύπη για την αναισθησία της καρδιάς τους,+ είπε στον άνθρωπο: «Τέντωσε το χέρι σου». Και εκείνος το τέντωσε, και το χέρι του έγινε καλά. 6 Τότε οι Φαρισαίοι βγήκαν έξω και άρχισαν αμέσως να συνεννοούνται με τους οπαδούς της παράταξης του Ηρώδη+ εναντίον του, για να τον θανατώσουν.
7 Αλλά ο Ιησούς κατευθύνθηκε προς τη θάλασσα μαζί με τους μαθητές του, και τον ακολούθησε μεγάλο πλήθος από τη Γαλιλαία και την Ιουδαία.+ 8 Ακόμη και από την Ιερουσαλήμ και την Ιδουμαία και την απέναντι πλευρά του Ιορδάνη και τα περίχωρα της Τύρου και της Σιδώνας ήρθε σε αυτόν πολύς κόσμος όταν άκουσε για τα πολλά πράγματα που έκανε. 9 Και είπε στους μαθητές του να του έχουν έτοιμο ένα μικρό πλοιάριο ώστε να μην τον στριμώχνει το πλήθος. 10 Επειδή θεράπευσε πολλούς, όλοι όσοι είχαν σοβαρές ασθένειες συνωστίζονταν γύρω του για να τον αγγίξουν.+ 11 Ακόμη και τα ακάθαρτα πνεύματα,+ όποτε τον έβλεπαν, έπεφταν μπροστά του και κραύγαζαν: «Εσύ είσαι ο Γιος του Θεού».+ 12 Αλλά εκείνος πολλές φορές τα πρόσταζε αυστηρά να μη φανερώσουν ποιος είναι.+
13 Και ανέβηκε σε ένα βουνό και κάλεσε εκείνους που ήθελε,+ και πήγαν σε αυτόν.+ 14 Και σχημάτισε* μια ομάδα από 12, τους οποίους και ονόμασε αποστόλους, που θα τον συνόδευαν και που θα τους έστελνε να κηρύττουν 15 και να έχουν εξουσία να εκβάλλουν δαίμονες.+
16 Και η ομάδα των 12+ που σχημάτισε* ήταν ο Σίμων, τον οποίο ονόμασε και Πέτρο,+ 17 ο Ιάκωβος ο γιος του Ζεβεδαίου και ο Ιωάννης ο αδελφός του Ιακώβου (σε αυτούς έδωσε και το όνομα Βοανεργές, που σημαίνει «γιοι βροντής»),+ 18 ο Ανδρέας, ο Φίλιππος, ο Βαρθολομαίος, ο Ματθαίος, ο Θωμάς, ο Ιάκωβος ο γιος του Αλφαίου, ο Θαδδαίος, ο Σίμων ο Καναναίος* 19 και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος αργότερα τον πρόδωσε.
Έπειτα μπήκε σε κάποιο σπίτι, 20 και μαζεύτηκε πάλι τόσος κόσμος ώστε δεν μπορούσαν ούτε να γευματίσουν. 21 Όταν το άκουσαν αυτό οι συγγενείς του, πήγαν να τον πάρουν από εκεί, γιατί έλεγαν: «Έχει χάσει τα λογικά του».+ 22 Επίσης, οι γραμματείς που κατέβηκαν από την Ιερουσαλήμ έλεγαν: «Έχει τον Βεελζεβούλ* και εκβάλλει τους δαίμονες μέσω του άρχοντα των δαιμόνων».+ 23 Αφού λοιπόν τους φώναξε κοντά του, τους μίλησε με παραβολές: «Πώς μπορεί ο Σατανάς να εκβάλλει τον Σατανά; 24 Αν ένα βασίλειο διχαστεί, δεν μπορεί να σταθεί·+ 25 και αν ένα σπίτι διχαστεί, δεν θα μπορέσει να σταθεί. 26 Αν λοιπόν ο Σατανάς στράφηκε εναντίον του εαυτού του και διχάστηκε, δεν μπορεί να σταθεί, αλλά φτάνει στο τέλος του. 27 Στην πραγματικότητα, κανείς δεν μπορεί να μπει στο σπίτι ενός δυνατού άντρα και να κλέψει τα υπάρχοντά του αν δεν τον δέσει πρώτα. Μόνο τότε μπορεί να λεηλατήσει το σπίτι του. 28 Αληθινά σας λέω ότι τα πάντα θα συγχωρηθούν στους γιους των ανθρώπων, όποιες αμαρτίες και αν διαπράξουν και όποιες βλασφημίες και αν πουν. 29 Όποιος, όμως, βλασφημήσει εναντίον του αγίου πνεύματος δεν θα συγχωρηθεί ποτέ,+ αλλά είναι ένοχος αιώνιας αμαρτίας».+ 30 Αυτό το είπε επειδή έλεγαν: «Έχει ακάθαρτο πνεύμα».+
31 Τότε ήρθαν η μητέρα του και οι αδελφοί του+ και, ενώ στέκονταν έξω, έστειλαν μέσα κάποιον να τον φωνάξει.+ 32 Και γύρω του καθόταν κόσμος, και του είπαν: «Δες! Η μητέρα σου και οι αδελφοί σου είναι έξω και σε ζητούν».+ 33 Αλλά εκείνος τους απάντησε: «Ποια είναι η μητέρα μου και ποιοι οι αδελφοί μου;» 34 Τότε κοίταξε εκείνους που κάθονταν γύρω του και είπε: «Να η μητέρα μου και οι αδελφοί μου!+ 35 Όποιος κάνει το θέλημα του Θεού, αυτός είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα μου».+
4 Ο Ιησούς άρχισε πάλι να διδάσκει δίπλα στη θάλασσα, και μαζεύτηκε κοντά του πάρα πολύς κόσμος. Επιβιβάστηκε λοιπόν σε ένα πλοιάριο και κάθισε σε αυτό πιο πέρα από την παραλία, ενώ όλος ο κόσμος βρισκόταν δίπλα στη θάλασσα, κατά μήκος της παραλίας.+ 2 Και άρχισε να τους διδάσκει πολλά πράγματα με παραβολές+ και, καθώς τους δίδασκε, τους είπε:+ 3 «Ακούστε. Ο σπορέας βγήκε να σπείρει.+ 4 Καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν δίπλα στον δρόμο, και ήρθαν τα πουλιά και τους έφαγαν. 5 Άλλοι έπεσαν σε βραχώδες έδαφος όπου δεν υπήρχε πολύ χώμα και φύτρωσαν αμέσως, επειδή το χώμα δεν ήταν βαθύ.+ 6 Αλλά όταν ανέτειλε ο ήλιος, κάηκαν και ξεράθηκαν επειδή δεν είχαν ρίζα. 7 Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα στα αγκάθια, και τα αγκάθια ψήλωσαν και τους έπνιξαν και αυτοί δεν απέδωσαν καρπό.+ 8 Άλλοι όμως έπεσαν στο καλό χώμα και, καθώς μεγάλωναν και αυξάνονταν, άρχισαν να αποδίδουν καρπό και έκαναν 30, 60 και 100 φορές περισσότερο».+ 9 Και πρόσθεσε: «Όποιος έχει αφτιά για να ακούει, ας ακούει».+
10 Όταν λοιπόν έμεινε μόνος, εκείνοι που ήταν γύρω του μαζί με τους Δώδεκα άρχισαν να τον ρωτούν για τις παραβολές.+ 11 Αυτός τους είπε: «Σε εσάς έχει δοθεί το ιερό μυστικό+ της Βασιλείας του Θεού, αλλά στους έξω τα πάντα παρουσιάζονται με παραβολές+ 12 ώστε, μολονότι κοιτάζουν, να κοιτάζουν και όμως να μη βλέπουν και, μολονότι ακούν, να ακούν και όμως να μην καταλαβαίνουν το νόημα· ούτε θα επιστρέψουν ποτέ ώστε να λάβουν συγχώρηση».+ 13 Επιπλέον, τους είπε: «Εσείς δεν ξέρετε αυτή την παραβολή· πώς λοιπόν θα καταλάβετε όλες τις άλλες;
14 »Ο σπορέας σπέρνει τον λόγο.+ 15 Αυτοί λοιπόν που πέφτουν δίπλα στον δρόμο είναι εκείνοι στους οποίους σπέρνεται ο λόγος, αλλά μόλις τον ακούσουν, έρχεται+ ο Σατανάς και αφαιρεί τον λόγο που σπάρθηκε σε αυτούς.+ 16 Παρόμοια, αυτοί που σπέρνονται σε βραχώδες έδαφος είναι εκείνοι που μόλις ακούσουν τον λόγο τον δέχονται με χαρά.+ 17 Δεν έχουν όμως ρίζα μέσα τους, αλλά παραμένουν για λίγο καιρό· κατόπιν, μόλις γίνει θλίψη ή διωγμός εξαιτίας του λόγου, σκανδαλίζονται. 18 Άλλοι πάλι σπέρνονται ανάμεσα στα αγκάθια. Είναι εκείνοι που άκουσαν τον λόγο,+ 19 αλλά οι ανησυχίες+ αυτού του συστήματος πραγμάτων* και η απατηλή δύναμη του πλούτου+ και οι επιθυμίες+ για καθετί άλλο εισβάλλουν και πνίγουν τον λόγο, και αυτός γίνεται άκαρπος. 20 Τελικά, αυτοί που σπάρθηκαν στο καλό χώμα είναι εκείνοι που ακούν τον λόγο και τον δέχονται ευνοϊκά και καρποφορούν—30, 60 και 100 φορές περισσότερο».+
21 Επίσης τους είπε: «Μήπως φέρνουν το λυχνάρι για να το βάλουν κάτω από το καλάθι* ή κάτω από το κρεβάτι; Δεν το φέρνουν για να το βάλουν πάνω στον λυχνοστάτη;+ 22 Διότι δεν υπάρχει τίποτα κρυφό που δεν θα φανερωθεί· τίποτα προσεκτικά κρυμμένο που δεν θα έρθει στην επιφάνεια.+ 23 Όποιος έχει αφτιά για να ακούει, ας ακούει».+
24 Επιπλέον τους είπε: «Να δίνετε προσοχή σε ό,τι ακούτε.+ Με όποιο μέτρο μετράτε θα μετρηθεί σε εσάς, ναι, θα σας προστεθεί περισσότερο. 25 Διότι όποιος έχει, θα του δοθεί περισσότερο,+ αλλά όποιος δεν έχει, ακόμη και αυτό που έχει θα του αφαιρεθεί».+
26 Στη συνέχεια λοιπόν είπε: «Έτσι είναι η Βασιλεία του Θεού, όπως όταν ένας άνθρωπος ρίχνει σπόρους στο έδαφος. 27 Αυτός κοιμάται τη νύχτα και σηκώνεται την ημέρα, και οι σπόροι βλαστάνουν και ψηλώνουν—πώς ακριβώς, δεν ξέρει. 28 Από μόνο του το έδαφος φέρνει καρπό σταδιακά, πρώτα το βλαστάρι, κατόπιν το στάχυ, τελικά το μεστό σιτάρι στο στάχυ. 29 Αλλά μόλις ωριμάσει ο καρπός, αυτός βάζει με ορμή το δρεπάνι, επειδή έχει έρθει ο καιρός του θερισμού».
30 Έπειτα είπε: «Με τι να παρομοιάσουμε τη Βασιλεία του Θεού, ή με ποια παραβολή να την εξηγήσουμε; 31 Είναι σαν κόκκος σιναπιού, ο οποίος όταν σπέρνεται στο έδαφος είναι ο πιο μικροσκοπικός από όλους τους σπόρους στη γη.+ 32 Αλλά αφού σπαρθεί, αναπτύσσεται και γίνεται μεγαλύτερος από όλα τα άλλα λαχανικά και βγάζει μεγάλα κλαδιά, ώστε τα πουλιά του ουρανού μπορούν να φωλιάζουν στη σκιά του».
33 Με πολλές παραβολές+ αυτού του είδους τούς ανάγγελλε τον λόγο, στον βαθμό στον οποίο μπορούσαν να καταλάβουν. 34 Και χωρίς παραβολή δεν τους μιλούσε, αλλά εξηγούσε τα πάντα στους μαθητές του κατ’ ιδίαν.+
35 Και εκείνη την ημέρα, όταν βράδιασε, τους είπε: «Ας περάσουμε στην απέναντι παραλία».+ 36 Αφού λοιπόν διέλυσαν το πλήθος, τον πήραν στο πλοιάριο έτσι όπως ήταν· υπήρχαν δε και άλλα πλοιάρια μαζί του.+ 37 Τότε ξέσπασε μεγάλη και βίαιη ανεμοθύελλα, και τα κύματα έμπαιναν ορμητικά μέσα στο πλοιάριο, ώστε κόντευε να γεμίσει νερά.+ 38 Αλλά εκείνος ήταν στην πρύμνη και κοιμόταν πάνω στο μαξιλάρι. Τον ξύπνησαν λοιπόν και του είπαν: «Δάσκαλε, δεν σε νοιάζει που χανόμαστε;» 39 Τότε σηκώθηκε και επέπληξε τον άνεμο και είπε στη θάλασσα: «Σώπα! Ησύχασε!»+ Και ο άνεμος κόπασε και επικράτησε απόλυτη γαλήνη. 40 Και τους είπε: «Γιατί φοβάστε τόσο πολύ;* Ακόμη δεν έχετε πίστη;» 41 Αλλά αυτοί ένιωσαν ασυνήθιστο φόβο, και έλεγαν ο ένας στον άλλον: «Ποιος είναι άραγε αυτός που ακόμη και ο άνεμος και η θάλασσα τον υπακούν;»+
5 Έφτασαν λοιπόν στην απέναντι πλευρά της θάλασσας, στην περιοχή των Γερασηνών.+ 2 Και αμέσως μόλις ο Ιησούς βγήκε από το πλοιάριο, τον συνάντησε ένας άνθρωπος που βρισκόταν υπό την εξουσία ακάθαρτου πνεύματος και ερχόταν ανάμεσα από τα μνήματα. 3 Αυτός ζούσε στα μνήματα, και μέχρι τότε κανείς απολύτως δεν μπορούσε να τον δέσει ούτε με αλυσίδα. 4 Τον είχαν δέσει πολλές φορές με δεσμά για τα πόδια και αλυσίδες, αλλά αυτός έσπαζε τις αλυσίδες και συνέτριβε τα δεσμά για τα πόδια· και κανείς δεν είχε τη δύναμη να τον δαμάσει. 5 Και συνεχώς, νύχτα και ημέρα, κραύγαζε στα μνήματα και στα βουνά και κατακοβόταν με πέτρες. 6 Αλλά μόλις είδε τον Ιησού από απόσταση, έτρεξε και τον προσκύνησε.+ 7 Έπειτα κραύγασε με δυνατή φωνή: «Τι σχέση έχω εγώ με εσένα, Ιησού, Γιε του Υψίστου Θεού; Σε ορκίζω στον Θεό να μη με βασανίσεις».+ 8 Διότι ο Ιησούς τού έλεγε: «Βγες από τον άνθρωπο, ακάθαρτο πνεύμα».+ 9 Αλλά ο Ιησούς τον ρώτησε: «Ποιο είναι το όνομά σου;» Και αυτός απάντησε: «Το όνομά μου είναι Λεγεώνα, επειδή είμαστε πολλοί». 10 Και παρακαλούσε τον Ιησού να μη διώξει τα πνεύματα έξω από τη χώρα.+
11 Στο μεταξύ, ένα μεγάλο κοπάδι γουρούνια+ έβοσκε εκεί κοντά στο βουνό.+ 12 Τα πνεύματα λοιπόν τον παρακάλεσαν: «Στείλε μας στα γουρούνια, ώστε να μπούμε σε αυτά». 13 Και τους το επέτρεψε. Τότε τα ακάθαρτα πνεύματα βγήκαν από τον άνθρωπο και μπήκαν στα γουρούνια, και το κοπάδι όρμησε από τον γκρεμό* στη θάλασσα, περίπου 2.000 γουρούνια, και πνίγηκαν στη θάλασσα. 14 Οι βοσκοί όμως έφυγαν και το ανέφεραν στην πόλη και στην ύπαιθρο, και οι άνθρωποι ήρθαν να δουν τι είχε συμβεί.+ 15 Ήρθαν λοιπόν στον Ιησού και είδαν τον δαιμονισμένο, αυτόν που πριν είχε τη λεγεώνα, να κάθεται ντυμένος και να είναι στα λογικά του, και τους έπιασε φόβος. 16 Επίσης, εκείνοι που είχαν δει το γεγονός τούς αφηγήθηκαν πώς είχε συμβεί αυτό στον δαιμονισμένο και στα γουρούνια. 17 Και άρχισαν να παρακαλούν τον Ιησού να φύγει από την περιοχή τους.+
18 Καθώς λοιπόν επιβιβαζόταν στο πλοιάριο, ο πρώην δαιμονισμένος τον παρακαλούσε να πάει μαζί του.+ 19 Ωστόσο, εκείνος δεν τον άφησε αλλά του είπε: «Πήγαινε στο σπίτι σου, στους συγγενείς σου, και μίλησέ τους σχετικά με όλα όσα έκανε για εσένα ο Ιεχωβά* και σχετικά με το έλεος που σου έδειξε». 20 Ο άνθρωπος έφυγε και άρχισε να διαλαλεί στη Δεκάπολη* όλα όσα είχε κάνει για αυτόν ο Ιησούς· και όλοι έμεναν κατάπληκτοι.
21 Αφού ο Ιησούς ξαναπέρασε με το πλοιάριο στην απέναντι παραλία, μαζεύτηκε κοντά του πολύς κόσμος, και αυτός ήταν δίπλα στη θάλασσα.+ 22 Τότε ήρθε κάποιος από τους αρχισυνάγωγους που λεγόταν Ιάειρος και, όταν τον είδε, έπεσε στα πόδια του.+ 23 Και τον παρακάλεσε πολλές φορές, λέγοντας: «Η κορούλα μου είναι πάρα πολύ άρρωστη.* Έλα, σε παρακαλώ, και βάλε τα χέρια σου πάνω της+ για να γίνει καλά και να ζήσει». 24 Τότε ο Ιησούς πήγε μαζί του, και μεγάλο πλήθος τον ακολουθούσε και στριμωχνόταν πάνω του.
25 Ήταν και μια γυναίκα που είχε αιμορραγία+ 12 χρόνια.+ 26 Αυτή είχε υποφέρει πολλά από πολλούς γιατρούς και είχε ξοδέψει όλους τους πόρους της αλλά, αντί να βελτιωθεί, είχε χειροτερέψει. 27 Όταν άκουσε τα σχετικά με τον Ιησού, ήρθε από πίσω του μέσα στο πλήθος και άγγιξε το εξωτερικό του ρούχο,+ 28 διότι έλεγε: «Και μόνο τα εξωτερικά του ρούχα να αγγίξω, θα γίνω καλά».+ 29 Και αμέσως η αιμορραγία της σταμάτησε, και ένιωσε στο σώμα της ότι είχε γιατρευτεί από την οδυνηρή αρρώστια.
30 Αμέσως ο Ιησούς κατάλαβε μέσα του ότι είχε βγει δύναμη+ από αυτόν, και γύρισε προς το πλήθος και ρώτησε: «Ποιος άγγιξε τα εξωτερικά μου ρούχα;»+ 31 Οι μαθητές του όμως του είπαν: «Βλέπεις ότι το πλήθος στριμώχνεται πάνω σου, και εσύ ρωτάς: “Ποιος με άγγιξε;”» 32 Ωστόσο, εκείνος κοίταζε γύρω του για να δει εκείνη που το είχε κάνει αυτό. 33 Τότε η γυναίκα, φοβισμένη και τρέμοντας, καθώς ήξερε τι της είχε συμβεί, ήρθε και έπεσε στα πόδια του και του είπε όλη την αλήθεια. 34 Εκείνος της είπε: «Κόρη μου, η πίστη σου σε έκανε καλά. Πήγαινε με ειρήνη,+ και ας είσαι θεραπευμένη από την οδυνηρή σου αρρώστια».+
35 Ενώ μιλούσε ακόμη, ήρθαν μερικοί από το σπίτι του αρχισυνάγωγου και είπαν: «Η κόρη σου πέθανε! Γιατί να ενοχλείς πια τον Δάσκαλο;»+ 36 Αλλά ο Ιησούς άκουσε τα λόγια τους και είπε στον αρχισυνάγωγο: «Μη φοβάσαι, μόνο να εκδηλώνεις πίστη».+ 37 Και δεν άφησε κανέναν να τον ακολουθήσει εκτός από τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τον αδελφό του Ιακώβου.+
38 Ήρθαν λοιπόν στο σπίτι του αρχισυνάγωγου, και είδε την αναστάτωση και ανθρώπους να κλαίνε, θρηνώντας γοερά.+ 39 Αφού μπήκε μέσα, τους είπε: «Γιατί κλαίτε και δημιουργείτε τέτοια αναστάτωση; Το παιδί δεν πέθανε αλλά κοιμάται».+ 40 Τότε άρχισαν να τον περιγελούν. Εκείνος όμως, αφού τους έβγαλε όλους έξω, πήρε τον πατέρα και τη μητέρα του παιδιού, και αυτούς που ήταν μαζί του, και μπήκε εκεί που ήταν το παιδί. 41 Έπειτα, πιάνοντας το χέρι του παιδιού, της είπε: «Ταλιθά κούμι», το οποίο μεταφράζεται: «Κοριτσάκι, σου λέω, σήκω!»+ 42 Και ευθύς το κορίτσι σηκώθηκε και άρχισε να περπατάει. (Ήταν 12 χρονών.) Και αμέσως αυτοί ένιωσαν απερίγραπτη χαρά και κυριεύτηκαν από μεγάλη έκσταση. 43 Αλλά τους πρόσταξε επανειλημμένα* να μην το μάθει κανείς,+ και είπε να της δώσουν να φάει.
6 Ο Ιησούς έφυγε από εκεί και πήγε στον τόπο του,+ και οι μαθητές του τον ακολούθησαν. 2 Όταν ήρθε το Σάββατο, άρχισε να διδάσκει στη συναγωγή, και οι περισσότεροι από εκείνους που τον άκουγαν έμεναν έκπληκτοι και έλεγαν: «Πού τα βρήκε αυτός ο άνθρωπος αυτά τα πράγματα;+ Και γιατί του δόθηκε αυτή η σοφία, και εκτελούνται τέτοια δυναμικά έργα μέσω των χεριών του;+ 3 Δεν είναι αυτός ο ξυλουργός,+ ο γιος της Μαρίας+ και αδελφός του Ιακώβου,+ του Ιωσήφ, του Ιούδα και του Σίμωνα;+ Και δεν είναι εδώ μαζί μας οι αδελφές του;» Γι’ αυτό, άρχισαν να σκανδαλίζονται εξαιτίας του. 4 Αλλά ο Ιησούς τούς είπε: «Κανένας προφήτης δεν μένει χωρίς τιμή παρά μόνο στον τόπο του και μεταξύ των συγγενών του και στο ίδιο του το σπίτι».+ 5 Δεν μπορούσε λοιπόν να κάνει κανένα δυναμικό έργο εκεί, εκτός του ότι έθεσε τα χέρια του πάνω σε λίγους αρρώστους και τους θεράπευσε. 6 Έμεινε δε κατάπληκτος με την απιστία τους. Και περιόδευε τα γύρω χωριά διδάσκοντας.+
7 Κάλεσε επίσης τους Δώδεκα και άρχισε να τους στέλνει δύο δύο+ και τους έδωσε εξουσία πάνω στα ακάθαρτα πνεύματα.+ 8 Και τους έδωσε εντολές να μην πάρουν τίποτα για το ταξίδι εκτός από ένα μπαστούνι—ούτε ψωμί ούτε σακίδιο τροφίμων ούτε χρήματα* στη ζώνη τους+— 9 αλλά να βάλουν σανδάλια και να μη φορέσουν δύο χιτώνες.* 10 Επιπλέον, τους είπε: «Σε όποιο σπίτι μπείτε, να μείνετε εκεί μέχρι να φύγετε από εκείνον τον τόπο.+ 11 Και σε όποιον τόπο δεν σας δεχτούν ή δεν σας ακούσουν, βγαίνοντας από εκεί, τινάξτε τη σκόνη από τα πόδια σας για μαρτυρία σε αυτούς».+ 12 Τότε, ξεκίνησαν και κήρυτταν ότι οι άνθρωποι έπρεπε να μετανοήσουν+ 13 και εξέβαλλαν πολλούς δαίμονες+ και άλειβαν πολλούς αρρώστους με λάδι και τους θεράπευαν.
14 Ο βασιλιάς Ηρώδης το άκουσε αυτό, γιατί το όνομα του Ιησού έγινε πασίγνωστο, και οι άνθρωποι έλεγαν: «Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής αναστήθηκε από τους νεκρούς, γι’ αυτό μπορεί και κάνει* δυναμικά έργα».+ 15 Άλλοι έλεγαν: «Είναι ο Ηλίας». Άλλοι πάλι έλεγαν: «Είναι προφήτης όπως ένας από τους παλιούς προφήτες».+ 16 Αλλά όταν ο Ηρώδης το άκουσε αυτό, είπε: «Ο Ιωάννης τον οποίο αποκεφάλισα, αυτός αναστήθηκε». 17 Διότι ο ίδιος ο Ηρώδης είχε στείλει και είχε συλλάβει τον Ιωάννη και τον είχε δέσει στη φυλακή εξαιτίας της Ηρωδιάδας, της συζύγου του Φιλίππου του αδελφού του, επειδή την είχε παντρευτεί.+ 18 Διότι ο Ιωάννης έλεγε στον Ηρώδη: «Δεν είναι νόμιμο να έχεις τη σύζυγο του αδελφού σου».+ 19 Γι’ αυτό, η Ηρωδιάδα έτρεφε μνησικακία εναντίον του και ήθελε να τον σκοτώσει, αλλά δεν μπορούσε. 20 Διότι ο Ηρώδης φοβόταν τον Ιωάννη, επειδή γνώριζε ότι είναι δίκαιος και άγιος άνθρωπος,+ και τον κρατούσε ζωντανό. Αφού τον άκουσε, βρισκόταν σε μεγάλη αμηχανία για το τι να κάνει, αλλά συνέχισε να τον ακούει ευχαρίστως.
21 Ωστόσο, η Ηρωδιάδα βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε όταν ο Ηρώδης παρέθεσε δείπνο στα γενέθλιά+ του για τους ανώτερους αξιωματούχους του και τους χιλίαρχους* και τους πιο εξέχοντες ανθρώπους της Γαλιλαίας.+ 22 Και μπήκε η κόρη της Ηρωδιάδας και χόρεψε και άρεσε στον Ηρώδη και σε εκείνους που δειπνούσαν* μαζί του. Τότε ο βασιλιάς είπε στο κορίτσι: «Ζήτησέ μου ό,τι θέλεις και θα σου το δώσω». 23 Μάλιστα της ορκίστηκε: «Ό,τι μου ζητήσεις θα σου το δώσω, μέχρι και το μισό μου βασίλειο». 24 Αυτή λοιπόν βγήκε έξω και είπε στη μητέρα της: «Τι να ζητήσω;» Εκείνη είπε: «Το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή». 25 Αυτή έτρεξε μέσα, στον βασιλιά, και υπέβαλε το αίτημά της, λέγοντας: «Θέλω να μου δώσεις τώρα αμέσως σε έναν δίσκο το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή».+ 26 Μολονότι ο βασιλιάς λυπήθηκε βαθιά, δεν θέλησε να απορρίψει το αίτημά της λόγω των όρκων του και των καλεσμένων του.* 27 Έστειλε λοιπόν αμέσως έναν σωματοφύλακα και τον διέταξε να φέρει το κεφάλι του Ιωάννη. Εκείνος πήγε και τον αποκεφάλισε στη φυλακή 28 και έφερε το κεφάλι του σε έναν δίσκο, το έδωσε στο κορίτσι και το κορίτσι το έδωσε στη μητέρα της. 29 Όταν το άκουσαν οι μαθητές του, ήρθαν και πήραν το σώμα του και το έβαλαν σε ένα μνήμα.
30 Οι απόστολοι συγκεντρώθηκαν γύρω από τον Ιησού και του ανέφεραν όλα όσα είχαν κάνει και είχαν διδάξει.+ 31 Και εκείνος τους είπε: «Ελάτε μόνοι σας σε έναν ερημικό τόπο και αναπαυτείτε λίγο».+ Διότι πολλοί έρχονταν και πήγαιναν, και δεν ευκαιρούσαν ούτε να γευματίσουν. 32 Έφυγαν λοιπόν με το πλοιάριο για έναν ερημικό τόπο, ώστε να είναι μόνοι τους.+ 33 Αλλά οι άνθρωποι τους είδαν να φεύγουν και το έμαθαν πολλοί, και από όλες τις πόλεις έτρεξαν ως εκεί με τα πόδια και τους πρόλαβαν. 34 Βγαίνοντας λοιπόν είδε ένα μεγάλο πλήθος και τους σπλαχνίστηκε,+ επειδή ήταν σαν πρόβατα χωρίς βοσκό.+ Και άρχισε να τους διδάσκει πολλά.+
35 Η ώρα είχε πια περάσει, και τον πλησίασαν οι μαθητές του και είπαν: «Ο τόπος εδώ είναι ερημικός και η ώρα είναι ήδη περασμένη.+ 36 Πες τους να φύγουν για να πάνε στη γύρω ύπαιθρο και στα χωριά και να αγοράσουν κάτι να φάνε».+ 37 Εκείνος τους απάντησε: «Δώστε τους εσείς να φάνε». Τότε του είπαν: «Να πάμε και να αγοράσουμε ψωμιά αξίας 200 δηναρίων* και να τους δώσουμε να φάνε;»+ 38 Εκείνος τους είπε: «Πόσα ψωμιά έχετε; Πηγαίνετε να δείτε!» Αφού το εξακρίβωσαν, είπαν: «Πέντε, και δύο ψάρια».+ 39 Και εκείνος έδωσε οδηγίες σε όλους να πλαγιάσουν κατά ομάδες στο χλωρό χορτάρι.+ 40 Και πλάγιασαν σε ομάδες των 100 και των 50. 41 Τότε πήρε τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια, σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό και έκανε μια προσευχή.*+ Έπειτα έσπασε τα ψωμιά σε κομμάτια και άρχισε να τα δίνει στους μαθητές, ώστε να τα βάλουν μπροστά στους ανθρώπους, και μοίρασε τα δύο ψάρια για όλους. 42 Έφαγαν λοιπόν όλοι και χόρτασαν, 43 και μάζεψαν 12 καλάθια γεμάτα με κομμάτια, εκτός από τα ψάρια.+ 44 Εκείνοι που έφαγαν τα ψωμιά ήταν 5.000 άντρες.
45 Κατόπιν, χωρίς καθυστέρηση, έβαλε τους μαθητές του να επιβιβαστούν στο πλοιάριο και να πάνε πρώτοι στην απέναντι παραλία προς τη Βηθσαϊδά, μέχρι εκείνος να διαλύσει το πλήθος.+ 46 Και αφού τους αποχαιρέτησε, πήγε σε ένα βουνό για να προσευχηθεί.+ 47 Όταν βράδιασε, το πλοιάριο βρισκόταν στη μέση της θάλασσας, αλλά εκείνος ήταν μόνος στη στεριά.+ 48 Όταν είδε ότι κωπηλατούσαν με μεγάλη δυσκολία—γιατί ο άνεμος ήταν αντίθετος—περίπου στην τέταρτη σκοπιά της νύχτας* ήρθε προς αυτούς, περπατώντας πάνω στη θάλασσα· σκόπευε* όμως να τους προσπεράσει. 49 Αυτοί, βλέποντάς τον να περπατάει πάνω στη θάλασσα, σκέφτηκαν: «Είναι οπτασία!» Και κραύγασαν δυνατά. 50 Διότι τον είδαν όλοι και ταράχτηκαν. Αλλά αμέσως εκείνος τους είπε: «Πάρτε θάρρος! Εγώ είμαι· μη φοβάστε».+ 51 Κατόπιν ανέβηκε στο πλοιάριο μαζί τους, και ο άνεμος κόπασε. Τότε ένιωσαν πολύ μεγάλη κατάπληξη, 52 γιατί δεν είχαν συλλάβει το νόημα των ψωμιών, αλλά η καρδιά τους παρέμενε νωθρή σε ό,τι αφορά την κατανόηση.
53 Όταν πέρασαν απέναντι στη στεριά, ήρθαν στη Γεννησαρέτ και αγκυροβόλησαν εκεί κοντά.+ 54 Αλλά μόλις βγήκαν από το πλοιάριο, οι άνθρωποι τον αναγνώρισαν. 55 Έτρεξαν σε όλη εκείνη την περιοχή και άρχισαν να φέρνουν πάνω σε φορεία τους αρρώστους, στο μέρος όπου άκουγαν ότι ήταν αυτός. 56 Και όπου έμπαινε, σε χωριά ή σε πόλεις ή στην ύπαιθρο, έβαζαν τους ασθενείς στις αγορές και τον παρακαλούσαν να αγγίξουν έστω και τα κρόσσια από το εξωτερικό του ρούχο.+ Και όλοι όσοι τα άγγιζαν γίνονταν καλά.
7 Οι δε Φαρισαίοι και ορισμένοι γραμματείς που είχαν έρθει από την Ιερουσαλήμ συγκεντρώθηκαν γύρω του.+ 2 Και είδαν μερικούς μαθητές του να γευματίζουν με μολυσμένα χέρια, δηλαδή άπλυτα.* 3 (Διότι οι Φαρισαίοι και όλοι οι Ιουδαίοι δεν τρώνε αν δεν πλύνουν τα χέρια τους μέχρι τον αγκώνα, κρατώντας την παράδοση των παλαιοτέρων, 4 και όταν έρχονται από την αγορά δεν τρώνε αν δεν πλυθούν. Έχουν λάβει και κρατούν και πολλές άλλες παραδόσεις, όπως το ότι βυθίζουν στο νερό* ποτήρια, κανάτια και χάλκινα σκεύη.)+ 5 Οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς τον ρώτησαν: «Γιατί δεν τηρούν οι μαθητές σου την παράδοση των παλαιοτέρων, αλλά γευματίζουν με μολυσμένα χέρια;»+ 6 Εκείνος τους είπε: «Σωστά προφήτευσε ο Ησαΐας για εσάς, υποκριτές, όπως είναι γραμμένο: “Αυτός ο λαός με τιμάει με τα χείλη, αλλά η καρδιά τους είναι πολύ μακριά από εμένα.+ 7 Μάταια με λατρεύουν, επειδή διδάσκουν ως δόγματα εντολές ανθρώπων”.+ 8 Αφήσατε την εντολή του Θεού και κρατάτε την παράδοση των ανθρώπων».+
9 Τους είπε επίσης: «Παραβαίνετε επιδέξια την εντολή του Θεού για να κρατήσετε την παράδοσή σας.+ 10 Παραδείγματος χάρη, ο Μωυσής είπε: “Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου”+ και “Εκείνος που μιλάει υβριστικά για* τον πατέρα ή τη μητέρα του να θανατώνεται”.+ 11 Αλλά εσείς λέτε: “Κάποιος μπορεί να πει στον πατέρα του ή στη μητέρα του: «Ό,τι και αν έχω το οποίο θα μπορούσε να σε ωφελήσει είναι κορβάν (δηλαδή δώρο αφιερωμένο στον Θεό)»”. 12 Με αυτόν τον τρόπο, δεν τον αφήνετε πια να κάνει απολύτως τίποτα για τον πατέρα του ή τη μητέρα του,+ 13 και έτσι ακυρώνετε τον λόγο του Θεού μέσω της παράδοσής σας, την οποία παραδώσατε.+ Και κάνετε πολλά παρόμοια πράγματα».+ 14 Αφού φώναξε λοιπόν το πλήθος ξανά, τους είπε: «Ακούστε με όλοι σας, και καταλάβετε το νόημα.+ 15 Δεν υπάρχει τίποτα έξω από τον άνθρωπο το οποίο, όταν μπαίνει μέσα του, να μπορεί να τον μολύνει· αλλά αυτά που βγαίνουν από τον άνθρωπο είναι που τον μολύνουν».+ 16* ——
17 Όταν λοιπόν μπήκε σε ένα σπίτι μακριά από το πλήθος, οι μαθητές του άρχισαν να τον ρωτούν σχετικά με την παραβολή.+ 18 Γι’ αυτό, εκείνος τους είπε: «Ούτε εσείς μπορείτε να καταλάβετε; Δεν ξέρετε ότι δεν υπάρχει τίποτα έξω από τον άνθρωπο το οποίο, όταν μπαίνει μέσα του, να μπορεί να τον μολύνει, 19 εφόσον μπαίνει, όχι στην καρδιά του, αλλά στο στομάχι του, και αποβάλλεται στον υπόνομο;» Με αυτά τα λόγια, ανακήρυξε όλες τις τροφές καθαρές. 20 Επιπλέον, είπε: «Αυτό το οποίο βγαίνει από τον άνθρωπο είναι που τον μολύνει.+ 21 Διότι από μέσα, από την καρδιά των ανθρώπων,+ βγαίνουν βλαβεροί συλλογισμοί: σεξουαλική ανηθικότητα,* κλοπές, φόνοι, 22 μοιχείες, απληστία,* πονηρές πράξεις, δόλος, έκλυτη διαγωγή,* φθονερό μάτι, βλασφημία, υπερηφάνεια και παραλογισμός. 23 Όλα αυτά τα πονηρά πράγματα βγαίνουν από μέσα και μολύνουν τον άνθρωπο».
24 Από εκεί σηκώθηκε και πήγε στην περιοχή της Τύρου και της Σιδώνας.+ Εκεί μπήκε σε κάποιο σπίτι και δεν ήθελε να το μάθει κανείς, αλλά δεν μπόρεσε να περάσει απαρατήρητος. 25 Αμέσως, μια γυναίκα της οποίας η κορούλα είχε ακάθαρτο πνεύμα άκουσε για αυτόν και ήρθε και έπεσε στα πόδια του.+ 26 Η γυναίκα ήταν Ελληνίδα από τη Συροφοινίκη·* και του ζητούσε να εκβάλει τον δαίμονα από την κόρη της. 27 Αλλά εκείνος της είπε: «Άφησε πρώτα να χορτάσουν τα παιδιά, γιατί δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια».+ 28 Εκείνη όμως του απάντησε: «Ναι, κύριε· αλλά ακόμη και τα σκυλάκια κάτω από το τραπέζι τρώνε από τα ψίχουλα των μικρών παιδιών». 29 Τότε της είπε: «Επειδή το είπες αυτό, πήγαινε· ο δαίμονας έχει βγει από την κόρη σου».+ 30 Αυτή λοιπόν πήγε στο σπίτι της και βρήκε το παιδάκι ξαπλωμένο στο κρεβάτι, και ο δαίμονας είχε φύγει.+
31 Όταν ο Ιησούς επέστρεψε από την περιοχή της Τύρου, πήγε μέσω της Σιδώνας προς τη Θάλασσα της Γαλιλαίας, περνώντας από την περιοχή της Δεκάπολης.*+ 32 Εκεί του έφεραν έναν κουφό άνθρωπο ο οποίος είχε πρόβλημα στην ομιλία,+ και τον παρακαλούσαν να θέσει το χέρι του πάνω σε αυτόν. 33 Και εκείνος τον πήρε ιδιαιτέρως, μακριά από το πλήθος. Έπειτα έβαλε τα δάχτυλά του μέσα στα αφτιά του ανθρώπου και, αφού έφτυσε, άγγιξε τη γλώσσα του.+ 34 Και σηκώνοντας τα μάτια του στον ουρανό, αναστέναξε βαθιά και του είπε: «Εφφαθά», δηλαδή: «Να ανοιχτείς». 35 Εκείνη τη στιγμή τα αφτιά του ανοίχτηκαν,+ και το πρόβλημα στην ομιλία του εξαφανίστηκε, και άρχισε να μιλάει φυσιολογικά. 36 Τότε τους πρόσταξε να μην το πουν σε κανέναν,+ αλλά όσο τους πρόσταζε, τόσο περισσότερο το διαλαλούσαν.+ 37 Και ένιωθαν απίστευτη έκπληξη+ και έλεγαν: «Όλα τα έχει κάνει καλά. Κάνει ακόμη και τους κουφούς να ακούν και τους βουβούς να μιλούν».+
8 Εκείνες τις ημέρες, συγκεντρώθηκε πάλι ένα μεγάλο πλήθος, και δεν είχαν τίποτα να φάνε. Γι’ αυτό ο Ιησούς κάλεσε τους μαθητές και τους είπε: 2 «Σπλαχνίζομαι το πλήθος,+ επειδή είναι ήδη τρεις ημέρες μαζί μου και δεν έχουν τίποτα να φάνε.+ 3 Αν τους στείλω στα σπίτια τους νηστικούς, θα εξαντληθούν στον δρόμο, και μερικοί είναι από μακριά». 4 Αλλά οι μαθητές του τού απάντησαν: «Πού να βρει κανείς αρκετό ψωμί εδώ στην ερημιά για να χορτάσει τόσους ανθρώπους;» 5 Τότε τους ρώτησε: «Πόσα ψωμιά έχετε;» Εκείνοι είπαν: «Εφτά».+ 6 Και έδωσε οδηγίες στο πλήθος να πλαγιάσουν στο έδαφος. Μετά πήρε τα εφτά ψωμιά, είπε μια ευχαριστήρια προσευχή, τα έσπασε και άρχισε να τα δίνει στους μαθητές του για να τα προσφέρουν, και εκείνοι τα πρόσφεραν στο πλήθος.+ 7 Είχαν και λίγα μικρά ψάρια και, αφού τα ευλόγησε, τους είπε να τα προσφέρουν και αυτά. 8 Έφαγαν λοιπόν και χόρτασαν, και μάζεψαν εφτά μεγάλα καλάθια* γεμάτα με κομμάτια που περίσσεψαν.+ 9 Μάλιστα ήταν εκεί περίπου 4.000 άντρες. Κατόπιν τους είπε να φύγουν.
10 Αμέσως εκείνος επιβιβάστηκε στο πλοιάριο με τους μαθητές του και ήρθε στην περιοχή της Δαλμανουθά.+ 11 Εκεί ήρθαν οι Φαρισαίοι και άρχισαν να λογομαχούν μαζί του, απαιτώντας από αυτόν σημείο από τον ουρανό, για να τον δοκιμάσουν.+ 12 Τότε εκείνος αναστέναξε βαθιά μέσα του* και είπε: «Γιατί ζητάει σημείο αυτή η γενιά;+ Αληθινά λέω: Δεν πρόκειται να της δοθεί κανένα σημείο».+ 13 Τότε τους άφησε, επιβιβάστηκε πάλι στο πλοιάριο, και πήγε στην απέναντι παραλία.
14 Ξέχασαν όμως να πάρουν μαζί τους ψωμιά και δεν είχαν τίποτα στο πλοιάριο εκτός από ένα ψωμί.+ 15 Και τους προειδοποίησε ξεκάθαρα: «Να έχετε τα μάτια σας ανοιχτά· να φυλάγεστε από το προζύμι των Φαρισαίων και το προζύμι του Ηρώδη».+ 16 Αυτοί λοιπόν άρχισαν να μαλώνουν μεταξύ τους για το ότι δεν είχαν ψωμί. 17 Παρατηρώντας το, τους είπε: «Γιατί μαλώνετε για το ότι δεν έχετε ψωμί; Ακόμη δεν αντιλαμβάνεστε και δεν καταλαβαίνετε; Ακόμη είναι νωθρή η καρδιά σας σε ό,τι αφορά την κατανόηση; 18 Μήπως “μολονότι έχετε μάτια, δεν βλέπετε, και μολονότι έχετε αφτιά, δεν ακούτε;” Δεν θυμάστε 19 όταν έσπασα τα πέντε ψωμιά+ για τους 5.000 άντρες πόσα καλάθια γεμάτα με κομμάτια μαζέψατε;» Αυτοί του είπαν: «Δώδεκα».+ 20 «Όταν έσπασα τα εφτά ψωμιά για τους 4.000 άντρες, πόσα μεγάλα καλάθια* γεμάτα με κομμάτια μαζέψατε;» Και αυτοί του είπαν: «Εφτά».+ 21 Τότε τους είπε: «Ακόμη δεν καταλαβαίνετε;»
22 Και έφτασαν στη Βηθσαϊδά. Εκεί του έφεραν έναν τυφλό και τον παρακάλεσαν να τον αγγίξει.+ 23 Εκείνος πήρε τον τυφλό από το χέρι και τον έβγαλε έξω από το χωριό. Αφού έφτυσε πάνω στα μάτια του,+ έβαλε τα χέρια του πάνω σε αυτόν και τον ρώτησε: «Βλέπεις τίποτα;» 24 Ο άνθρωπος σήκωσε τα μάτια του και είπε: «Βλέπω ανθρώπους, αλλά μου φαίνονται σαν δέντρα που περπατούν». 25 Πάλι έβαλε τα χέρια του πάνω στα μάτια του ανθρώπου, και εκείνος είδε καθαρά. Η όρασή του αποκαταστάθηκε, και έβλεπε τα πάντα ευδιάκριτα. 26 Τον έστειλε λοιπόν στο σπίτι του, λέγοντας: «Μην μπεις στο χωριό».
27 Κατόπιν ο Ιησούς και οι μαθητές του έφυγαν για τα χωριά της Καισάρειας του Φιλίππου, και στον δρόμο άρχισε να τους ρωτάει: «Ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι;»+ 28 Αυτοί του είπαν: «Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής,+ άλλοι όμως λένε ο Ηλίας,+ ενώ κάποιοι άλλοι, ένας από τους προφήτες». 29 Και τους ρώτησε: «Εσείς όμως ποιος λέτε ότι είμαι;» Ο Πέτρος τού απάντησε: «Είσαι ο Χριστός».+ 30 Τότε τους πρόσταξε αυστηρά να μην πουν σε κανέναν για αυτόν.+ 31 Επίσης, άρχισε να τους διδάσκει ότι ο Γιος του ανθρώπου πρέπει να υποστεί πολλά παθήματα και να απορριφθεί από τους πρεσβυτέρους και τους πρωθιερείς και τους γραμματείς και να θανατωθεί+ και να αναστηθεί τρεις ημέρες αργότερα.+ 32 Μάλιστα, το έλεγε αυτό ανοιχτά. Αλλά ο Πέτρος τον πήρε παράμερα και άρχισε να τον επιπλήττει.+ 33 Τότε εκείνος γύρισε, κοίταξε τους μαθητές του και επέπληξε τον Πέτρο, λέγοντας: «Πήγαινε πίσω μου, Σατανά! Επειδή δεν σκέφτεσαι τις σκέψεις του Θεού, αλλά των ανθρώπων».+
34 Έπειτα κάλεσε κοντά του το πλήθος μαζί με τους μαθητές του και τους είπε: «Αν κάποιος θέλει να έρθει πίσω μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει το ξύλο του βασανισμού* του και ας με ακολουθεί συνεχώς.+ 35 Διότι όποιος θέλει να σώσει τη ζωή* του θα τη χάσει, αλλά όποιος χάσει τη ζωή* του για χάρη δική μου και των καλών νέων θα τη σώσει.+ 36 Άλλωστε, τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο το να κερδίσει όλο τον κόσμο και να χάσει τη ζωή* του;+ 37 Τι θα έδινε, αλήθεια, ο άνθρωπος σε αντάλλαγμα για τη ζωή* του;+ 38 Διότι όποιος ντραπεί για εμένα και για τα λόγια μου σε αυτή τη μοιχαλίδα* και αμαρτωλή γενιά, και ο Γιος του ανθρώπου θα ντραπεί για αυτόν+ όταν έρθει με τη δόξα του Πατέρα του μαζί με τους αγίους αγγέλους».+
9 Επίσης, τους είπε: «Αληθινά σας λέω ότι μερικοί που στέκονται εδώ δεν πρόκειται να γευτούν θάνατο, μέχρι να δουν πρώτα τη Βασιλεία του Θεού να έχει έρθει με δύναμη».+ 2 Έξι ημέρες αργότερα, ο Ιησούς πήρε μαζί του μόνο τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη και τους ανέβασε σε ένα ψηλό βουνό. Και μεταμορφώθηκε μπροστά τους·+ 3 τα εξωτερικά του ρούχα άρχισαν να λάμπουν και έγιναν πολύ πιο λευκά από όσο θα μπορούσε να τα λευκάνει οποιοσδήποτε καθαριστής ρούχων στη γη. 4 Επίσης, εμφανίστηκε σε αυτούς ο Ηλίας με τον Μωυσή και συνομιλούσαν με τον Ιησού. 5 Τότε ο Πέτρος είπε στον Ιησού: «Ραββί, καλά είμαστε εδώ. Γι’ αυτό, ας στήσουμε τρεις σκηνές, μία για εσένα, μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία». 6 Στην ουσία, δεν ήξερε πώς να αντιδράσει, γιατί ήταν πολύ φοβισμένοι. 7 Και σχηματίστηκε ένα σύννεφο, το οποίο τους επισκίασε, και μια φωνή+ ήρθε από το σύννεφο: «Αυτός είναι ο Γιος μου ο αγαπητός.+ Να τον ακούτε».+ 8 Και ξαφνικά κοίταξαν γύρω τους και είδαν ότι δεν ήταν πια κανείς μαζί τους εκτός από τον Ιησού.
9 Καθώς κατέβαιναν από το βουνό, τους πρόσταξε αυστηρά να μην αφηγηθούν σε κανέναν τι είχαν δει,+ μέχρι να αναστηθεί ο Γιος του ανθρώπου από τους νεκρούς.+ 10 Εκείνοι έλαβαν σοβαρά υπόψη τα λόγια του,* αλλά συζητούσαν μεταξύ τους τι σήμαινε αυτή η ανάσταση από τους νεκρούς. 11 Και άρχισαν να τον ρωτούν: «Γιατί λένε οι γραμματείς ότι πρέπει πρώτα να έρθει ο Ηλίας;»+ 12 Εκείνος τους είπε: «Ο Ηλίας όντως έρχεται πρώτα και αποκαθιστά τα πάντα·+ αλλά τότε γιατί είναι γραμμένο σχετικά με τον Γιο του ανθρώπου ότι πρέπει να υποστεί πολλά παθήματα+ και να τον μεταχειριστούν περιφρονητικά;+ 13 Ωστόσο, σας λέω ότι ο Ηλίας+ στην πραγματικότητα έχει έρθει, και του έκαναν ό,τι ήθελαν, όπως είναι γραμμένο σχετικά με αυτόν».+
14 Όταν ήρθαν στους άλλους μαθητές, είδαν μεγάλο πλήθος γύρω τους, και κάποιοι γραμματείς λογομαχούσαν μαζί τους.+ 15 Μόλις τον είδε όλο το πλήθος, έμεινε έκπληκτο και έτρεξε να τον χαιρετήσει. 16 Εκείνος λοιπόν τους ρώτησε: «Για ποιο πράγμα λογομαχείτε μαζί τους;» 17 Και κάποιος από το πλήθος τού απάντησε: «Δάσκαλε, έφερα τον γιο μου σε εσένα επειδή έχει ένα άλαλο πνεύμα.+ 18 Όπου τον πιάνει, τον ρίχνει στο έδαφος, και αυτός βγάζει αφρούς από το στόμα και τρίζει τα δόντια του και χάνει τη δύναμή του. Ζήτησα από τους μαθητές σου να το εκβάλουν, αλλά δεν τα κατάφεραν». 19 Εκείνος αποκρίθηκε: «Άπιστη γενιά,+ ως πότε θα είμαι μαζί σας; Ως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρτε τον σε εμένα».+ 20 Του έφεραν λοιπόν το αγόρι, αλλά όταν το πνεύμα τον είδε, προκάλεσε αμέσως σπασμούς στο παιδί. Εκείνο έπεσε στο έδαφος, κυλιόταν και έβγαζε αφρούς από το στόμα. 21 Τότε ο Ιησούς ρώτησε τον πατέρα: «Πόσον καιρό τού συμβαίνει αυτό;» Αυτός είπε: «Από τότε που ήταν μικρός, 22 και πολλές φορές τον έριξε και στη φωτιά και στο νερό για να τον σκοτώσει. Αλλά αν μπορείς να κάνεις κάτι, σπλαχνίσου μας και βοήθησέ μας». 23 Ο Ιησούς τού είπε: «Αυτή η έκφραση: “Αν μπορείς”! Τα πάντα είναι δυνατά για όποιον έχει πίστη».+ 24 Αμέσως ο πατέρας του παιδιού κραύγασε και είπε: «Έχω πίστη! Βοήθα με όπου μου λείπει πίστη!»+
25 Ο Ιησούς, βλέποντας ότι ένα πλήθος έτρεχε προς το μέρος τους, επέπληξε το ακάθαρτο πνεύμα, λέγοντάς του: «Άλαλο και κουφό πνεύμα, σε προστάζω, βγες από αυτόν και μην ξαναμπείς μέσα του!»+ 26 Αφού το παιδί κραύγασε και το έπιασαν πολλοί σπασμοί, το πνεύμα βγήκε, και το παιδί φαινόταν νεκρό, ώστε οι περισσότεροι έλεγαν: «Πέθανε!» 27 Αλλά ο Ιησούς το έπιασε από το χέρι και το σήκωσε, και αυτό στάθηκε όρθιο. 28 Και αφού μπήκε σε κάποιο σπίτι, οι μαθητές του τον ρώτησαν ιδιαιτέρως: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το εκβάλουμε;»+ 29 Εκείνος τους είπε: «Αυτό το είδος μπορεί να βγει μόνο με προσευχή».
30 Ύστερα έφυγαν από εκεί και πέρασαν μέσα από τη Γαλιλαία, αλλά εκείνος δεν ήθελε να το μάθει κανείς. 31 Διότι δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε: «Ο Γιος του ανθρώπου θα παραδοθεί με προδοσία σε χέρια ανθρώπων και θα τον θανατώσουν,+ αλλά παρότι θα θανατωθεί, θα αναστηθεί τρεις ημέρες αργότερα».+ 32 Ωστόσο, εκείνοι δεν καταλάβαιναν αυτό που έλεγε και φοβούνταν να τον ρωτήσουν.
33 Και ήρθαν στην Καπερναούμ. Όταν λοιπόν αυτός ήταν μέσα στο σπίτι, τους ρώτησε: «Για ποιο πράγμα μαλώνατε στον δρόμο;»+ 34 Εκείνοι έμεναν σιωπηλοί, γιατί στον δρόμο μάλωναν για το ποιος είναι ο μεγαλύτερος. 35 Γι’ αυτό, κάθισε και φώναξε τους Δώδεκα και τους είπε: «Αν κάποιος θέλει να είναι πρώτος, πρέπει να είναι ο τελευταίος όλων και υπηρέτης όλων».+ 36 Τότε πήρε ένα παιδάκι και το έβαλε ανάμεσά τους· έπειτα το αγκάλιασε και τους είπε: 37 «Όποιος δεχτεί ένα από αυτά τα παιδάκια+ με βάση το όνομά μου δέχεται και εμένα· και όποιος δεχτεί εμένα δέχεται, όχι μόνο εμένα, αλλά και Αυτόν που με έστειλε».+
38 Ο Ιωάννης τού είπε: «Δάσκαλε, είδαμε κάποιον να εκβάλλει δαίμονες στο όνομά σου και προσπαθήσαμε να τον εμποδίσουμε, επειδή δεν μας ακολουθούσε».+ 39 Αλλά ο Ιησούς είπε: «Μην προσπαθείτε να τον εμποδίσετε, γιατί δεν υπάρχει κανείς που θα κάνει κάποιο δυναμικό έργο χρησιμοποιώντας το όνομά μου και θα μπορέσει γρήγορα να με κακολογήσει. 40 Διότι όποιος δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας.+ 41 Και όποιος σας δώσει να πιείτε ένα ποτήρι νερό επειδή ανήκετε στον Χριστό,+ αληθινά σας λέω, δεν πρόκειται να χάσει την ανταμοιβή του.+ 42 Αλλά όποιος σκανδαλίσει έναν από αυτούς τους μικρούς που έχουν πίστη, θα ήταν καλύτερα να του βάλουν γύρω από τον λαιμό μια μυλόπετρα που τη γυρίζει γαϊδούρι και να τον ρίξουν στη θάλασσα.+
43 »Αν το χέρι σου σε σκανδαλίσει, κόψε το. Είναι καλύτερα να μπεις στη ζωή κουλός παρά να πας με δύο χέρια στη Γέεννα,* στη φωτιά που δεν σβήνει.+ 44* —— 45 Και αν το πόδι σου σε σκανδαλίζει, κόψε το. Είναι καλύτερα να μπεις στη ζωή κουτσός παρά να ριχτείς με δύο πόδια στη Γέεννα.*+ 46* —— 47 Και αν το μάτι σου σε σκανδαλίζει, πέταξέ το.+ Είναι καλύτερα να μπεις μονόφθαλμος στη Βασιλεία του Θεού παρά να ριχτείς με δύο μάτια στη Γέεννα,*+ 48 όπου το σκουλήκι δεν πεθαίνει και η φωτιά δεν σβήνει.+
49 »Διότι ο καθένας πρέπει να αλατιστεί με φωτιά.+ 50 Το αλάτι είναι καλό, αλλά αν χάσει την αλμύρα του, με τι θα το καρυκεύσετε;+ Να έχετε αλάτι μέσα σας+ και να διατηρείτε ειρήνη μεταξύ σας».+
10 Από εκεί σηκώθηκε και ήρθε στα όρια* της Ιουδαίας στην απέναντι πλευρά του Ιορδάνη, και πάλι συγκεντρώθηκαν κοντά του πλήθη. Όπως συνήθιζε, άρχισε ξανά να τους διδάσκει.+ 2 Πλησίασαν λοιπόν Φαρισαίοι με σκοπό να τον δοκιμάσουν και ρώτησαν αν είναι νόμιμο να διαζευχθεί ο άντρας τη γυναίκα του.+ 3 Εκείνος τους απάντησε: «Τι εντολή σάς έδωσε ο Μωυσής;» 4 Αυτοί είπαν: «Ο Μωυσής επέτρεψε στον άντρα να γράψει πιστοποιητικό αποπομπής και να τη διαζευχθεί».+ 5 Αλλά ο Ιησούς τούς είπε: «Λόγω της σκληροκαρδίας σας+ σάς έγραψε αυτή την εντολή.+ 6 Ωστόσο, από την αρχή της δημιουργίας, “Εκείνος τους έκανε αρσενικό και θηλυκό.+ 7 Γι’ αυτό, ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του,+ 8 και οι δύο θα είναι μία σάρκα”,+ ώστε δεν είναι πια δύο, αλλά μία σάρκα. 9 Άρα λοιπόν, αυτό που ο Θεός συνέζευξε, άνθρωπος να μην το χωρίζει».+ 10 Όταν βρίσκονταν πάλι στο σπίτι, οι μαθητές άρχισαν να τον ρωτούν σχετικά με αυτό. 11 Εκείνος τους είπε: «Όποιος διαζευχθεί τη γυναίκα του και παντρευτεί άλλη μοιχεύει+ εναντίον της, 12 και αν μια γυναίκα διαζευχθεί τον άντρα της και παντρευτεί άλλον, μοιχεύει».+
13 Και οι άνθρωποι άρχισαν να του φέρνουν παιδάκια για να τα αγγίξει, αλλά οι μαθητές τούς επέπληξαν.+ 14 Όταν ο Ιησούς το είδε αυτό, αγανάκτησε και τους είπε: «Αφήστε τα παιδάκια να έρχονται σε εμένα· μην τα εμποδίζετε, γιατί σε τέτοιου είδους άτομα ανήκει η Βασιλεία του Θεού.+ 15 Αληθινά σας λέω: Όποιος δεν δεχτεί τη Βασιλεία του Θεού σαν παιδάκι δεν πρόκειται να μπει σε αυτήν».+ 16 Και πήρε τα παιδιά στην αγκαλιά του και άρχισε να τα ευλογεί, θέτοντας τα χέρια του πάνω σε αυτά.+
17 Καθώς προχωρούσε στον δρόμο του, κάποιος έτρεξε και έπεσε στα γόνατα μπροστά του και τον ρώτησε: «Δάσκαλε Αγαθέ, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω αιώνια ζωή;»+ 18 Ο Ιησούς τού είπε: «Γιατί με αποκαλείς αγαθό; Κανείς δεν είναι αγαθός παρά μόνο ένας, ο Θεός.+ 19 Γνωρίζεις τις εντολές: “Μη διαπράξεις φόνο,+ μη μοιχεύσεις,+ μην κλέψεις,+ μην ψευδομαρτυρήσεις,+ μην εξαπατήσεις,+ τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου”».+ 20 Εκείνος του είπε: «Δάσκαλε, όλα αυτά τα τηρώ από παιδί». 21 Ο Ιησούς τον κοίταξε και ένιωσε αγάπη για αυτόν και είπε: «Ένα σου λείπει: Πήγαινε, πούλησε όσα έχεις και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό· και έλα να γίνεις ακόλουθός μου».+ 22 Αλλά εκείνος στενοχωρήθηκε με αυτή την απάντηση και έφυγε λυπημένος, γιατί είχε πολλά αποκτήματα.+
23 Αφού ο Ιησούς κοίταξε γύρω του, είπε στους μαθητές του: «Πόσο δύσκολο θα είναι να μπουν στη Βασιλεία του Θεού εκείνοι που έχουν χρήματα!»+ 24 Οι δε μαθητές ξαφνιάστηκαν με τα λόγια του. Ο Ιησούς τότε αποκρίθηκε: «Παιδιά μου, πόσο δύσκολο είναι να μπει κανείς στη Βασιλεία του Θεού! 25 Ευκολότερο είναι να περάσει καμήλα μέσα από τρύπα βελόνας παρά να μπει πλούσιος στη Βασιλεία του Θεού».+ 26 Αυτοί έμειναν ακόμη πιο έκπληκτοι και του είπαν:* «Τελικά, ποιος είναι δυνατόν να σωθεί;»+ 27 Κοιτάζοντάς τους κατάματα, ο Ιησούς είπε: «Για τους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατον, αλλά όχι και για τον Θεό, γιατί τα πάντα είναι δυνατά για τον Θεό».+ 28 Τότε ο Πέτρος άρχισε να του λέει: «Δες! Εμείς αφήσαμε τα πάντα και σε ακολουθήσαμε».+ 29 Ο Ιησούς είπε: «Αληθινά σας λέω: Δεν υπάρχει κανείς που να άφησε σπίτι ή αδελφούς ή αδελφές ή μητέρα ή πατέρα ή παιδιά ή αγρούς για χάρη δική μου και των καλών νέων,+ 30 ο οποίος δεν θα πάρει 100 φορές περισσότερα τώρα, σε αυτή τη χρονική περίοδο—σπίτια, αδελφούς, αδελφές, μητέρες, παιδιά και αγρούς, με διωγμούς+—και στο ερχόμενο σύστημα πραγμάτων* αιώνια ζωή. 31 Αλλά πολλοί που είναι πρώτοι θα είναι τελευταίοι, και οι τελευταίοι πρώτοι».+
32 Ανέβαιναν τώρα τον δρόμο προς την Ιερουσαλήμ, και ο Ιησούς πήγαινε μπροστά από αυτούς, και αυτοί ένιωθαν κατάπληξη, ενώ εκείνοι που ακολουθούσαν άρχισαν να φοβούνται. Και πήρε πάλι τους Δώδεκα παράμερα και άρχισε να τους λέει όσα επρόκειτο να του συμβούν:+ 33 «Όπως βλέπετε, ανεβαίνουμε στην Ιερουσαλήμ, και ο Γιος του ανθρώπου θα παραδοθεί στους πρωθιερείς και στους γραμματείς. Αυτοί θα τον καταδικάσουν σε θάνατο και θα τον παραδώσουν σε εθνικούς, 34 και εκείνοι θα τον περιπαίξουν και θα τον φτύσουν και θα τον μαστιγώσουν και θα τον σκοτώσουν, αλλά τρεις ημέρες αργότερα θα αναστηθεί».+
35 Ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου,+ τον πλησίασαν και του είπαν: «Δάσκαλε, θέλουμε να κάνεις για εμάς ό,τι και αν σου ζητήσουμε».+ 36 Εκείνος τους ρώτησε: «Τι θέλετε να κάνω για εσάς;» 37 Αυτοί απάντησαν: «Επίτρεψέ μας να καθίσουμε ένας στα δεξιά σου και ένας στα αριστερά σου στη δόξα σου».+ 38 Αλλά ο Ιησούς τούς είπε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι που πίνω εγώ ή να βαφτιστείτε με το βάφτισμα με το οποίο βαφτίζομαι εγώ;»+ 39 Αυτοί απάντησαν: «Μπορούμε». Τότε ο Ιησούς τούς είπε: «Το ποτήρι που πίνω εγώ θα το πιείτε, και με το βάφτισμα με το οποίο βαφτίζομαι εγώ θα βαφτιστείτε.+ 40 Ωστόσο, οι θέσεις στα δεξιά ή στα αριστερά μου δεν είναι στη δική μου δικαιοδοσία, αλλά είναι για όποιους τις έχει ετοιμάσει ο Πατέρας μου».
41 Όταν το άκουσαν αυτό οι άλλοι 10, αγανάκτησαν με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη.+ 42 Αλλά ο Ιησούς τούς κάλεσε κοντά του και τους είπε: «Ξέρετε ότι εκείνοι που φαίνεται πως κυβερνούν τα έθνη* τα καταδυναστεύουν και οι μεγάλοι ανάμεσά τους τα κατεξουσιάζουν.+ 43 Δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό μεταξύ σας· αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος μεταξύ σας πρέπει να είναι υπηρέτης σας,+ 44 και όποιος θέλει να είναι πρώτος μεταξύ σας πρέπει να είναι ο δούλος όλων. 45 Διότι ακόμη και ο Γιος του ανθρώπου ήρθε, όχι για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει+ και να δώσει τη ζωή* του ως λύτρο σε αντάλλαγμα για πολλούς».+
46 Έπειτα ήρθαν στην Ιεριχώ. Και καθώς αυτός και οι μαθητές του και ένα αρκετά μεγάλο πλήθος έβγαιναν από την Ιεριχώ, ο Βαρτίμαιος (ο γιος του Τιμαίου), ένας τυφλός ζητιάνος, καθόταν δίπλα στον δρόμο.+ 47 Όταν άκουσε ότι περνούσε ο Ιησούς ο Ναζωραίος, άρχισε να φωνάζει και να λέει: «Γιε του Δαβίδ,+ Ιησού, ελέησέ με!»+ 48 Τότε πολλοί άρχισαν να τον επιπλήττουν, λέγοντάς του να σωπάσει, αλλά αυτός φώναζε όλο και περισσότερο: «Γιε του Δαβίδ, ελέησέ με!» 49 Ο Ιησούς λοιπόν στάθηκε και είπε: «Φωνάξτε τον εδώ». Και φώναξαν τον τυφλό, λέγοντάς του: «Πάρε θάρρος! Σήκω· σε φωνάζει». 50 Εκείνος, αφού πέταξε το εξωτερικό του ρούχο, σηκώθηκε όρθιος με ένα πήδημα και πήγε στον Ιησού. 51 Τότε ο Ιησούς τού είπε: «Τι θέλεις να κάνω για εσένα;» Ο τυφλός τού απάντησε: «Ραββουνί,* να ξαναβρώ την όρασή μου». 52 Και ο Ιησούς τού είπε: «Πήγαινε. Η πίστη σου σε έκανε καλά».+ Και εκείνος αμέσως ξαναβρήκε την όρασή του+ και άρχισε να τον ακολουθεί στον δρόμο.
11 Καθώς πλησίαζαν στην Ιερουσαλήμ, στη Βηθφαγή και στη Βηθανία+ που βρίσκονταν στο Όρος των Ελαιών, έστειλε δύο μαθητές του+ 2 και τους είπε: «Πηγαίνετε στο χωριό που βλέπετε και, μόλις μπείτε σε αυτό, θα βρείτε δεμένο ένα πουλάρι πάνω στο οποίο δεν έχει καθίσει κανείς μέχρι τώρα. Λύστε το και φέρτε το εδώ. 3 Και αν κάποιος σας πει: “Γιατί το κάνετε αυτό;” να πείτε: “Ο Κύριος το χρειάζεται και θα το ξαναστείλει εδώ αμέσως”». 4 Πήγαν λοιπόν και βρήκαν το πουλάρι δεμένο σε μια πόρτα, έξω στην πάροδο, και το έλυσαν.+ 5 Αλλά μερικοί που στέκονταν εκεί τους είπαν: «Τι κάνετε εκεί και λύνετε το πουλάρι;» 6 Εκείνοι τους είπαν ό,τι είχε πει ο Ιησούς, και αυτοί τους άφησαν να φύγουν.
7 Και έφεραν το πουλάρι+ στον Ιησού και έβαλαν τα εξωτερικά τους ρούχα πάνω σε αυτό, και εκείνος κάθισε πάνω του.+ 8 Επίσης, πολλοί έστρωσαν τα εξωτερικά τους ρούχα στον δρόμο, ενώ άλλοι έκοψαν από τους αγρούς πυκνόφυλλα κλαδιά.+ 9 Και εκείνοι που προπορεύονταν και εκείνοι που ακολουθούσαν φώναζαν: «Σώσε,* σε ικετεύουμε!+ Ευλογημένος αυτός που έρχεται στο όνομα του Ιεχωβά!*+ 10 Ευλογημένη η ερχόμενη Βασιλεία του πατέρα μας του Δαβίδ!+ Σώσε,* σε ικετεύουμε, εσύ που κατοικείς στα ύψη!» 11 Και μπήκε στην Ιερουσαλήμ και πήγε στον ναό, και κοίταξε ολόγυρα τα πάντα, αλλά επειδή η ώρα ήταν ήδη περασμένη, βγήκε στη Βηθανία με τους Δώδεκα.+
12 Την επόμενη ημέρα, καθώς έφευγαν από τη Βηθανία, πείνασε.+ 13 Και είδε από μακριά μια συκιά που είχε φύλλα, και πήγε να δει μήπως βρει κάτι σε αυτήν. Αλλά όταν ήρθε κοντά της, δεν βρήκε τίποτα παρά μόνο φύλλα, γιατί δεν ήταν η εποχή των σύκων. 14 Της είπε λοιπόν: «Ποτέ να μην ξαναφάει κανείς καρπό από εσένα».+ Και οι μαθητές του άκουγαν.
15 Έπειτα ήρθαν στην Ιερουσαλήμ. Μπήκε λοιπόν στον ναό και άρχισε να διώχνει εκείνους που πουλούσαν και αγόραζαν εκεί και αναποδογύρισε τα τραπέζια των αργυραμοιβών* και τους πάγκους εκείνων που πουλούσαν περιστέρια,+ 16 και δεν άφηνε κανέναν να μεταφέρει σκεύος διασχίζοντας τον ναό. 17 Δίδασκε και τους έλεγε: «Δεν είναι γραμμένο: “Ο οίκος μου θα αποκαλείται οίκος προσευχής για όλα τα έθνη”;+ Αλλά εσείς τον έχετε κάνει σπηλιά ληστών».+ 18 Και οι πρωθιερείς και οι γραμματείς το άκουσαν αυτό και άρχισαν να ψάχνουν κάποιον τρόπο να τον σκοτώσουν·+ διότι τον φοβούνταν, επειδή όλο το πλήθος έμενε έκπληκτο με τη διδασκαλία του.+
19 Όταν βράδιασε, βγήκαν από την πόλη. 20 Αλλά νωρίς το επόμενο πρωί, καθώς περνούσαν, είδαν ότι η συκιά είχε ήδη ξεραθεί από τις ρίζες της.+ 21 Ο Πέτρος θυμήθηκε τι είχε συμβεί και του είπε: «Ραββί, κοίτα! Η συκιά που καταράστηκες ξεράθηκε».+ 22 Απαντώντας ο Ιησούς τούς είπε: «Να έχετε πίστη στον Θεό. 23 Αληθινά σας λέω ότι όποιος πει σε αυτό το βουνό: “Σήκω και πέσε στη θάλασσα”, και δεν αμφιβάλλει στην καρδιά του, αλλά έχει πίστη ότι αυτό που λέει πρόκειται να συμβεί, όντως αυτό θα συμβεί.+ 24 Γι’ αυτό σας λέω: Όλα αυτά για τα οποία προσεύχεστε και τα οποία ζητάτε, να έχετε πίστη ότι τα έχετε λάβει, και θα τα έχετε.+ 25 Και όταν στέκεστε και προσεύχεστε, να συγχωρείτε οτιδήποτε έχετε εναντίον κάποιου, ώστε και ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς να σας συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα».+ 26* ——
27 Ήρθαν πάλι στην Ιερουσαλήμ. Και καθώς περπατούσε στον ναό, πλησίασαν οι πρωθιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι 28 και του είπαν: «Με ποια εξουσία κάνεις αυτά τα πράγματα; Ή ποιος σου έδωσε την εξουσία να κάνεις αυτά τα πράγματα;»+ 29 Ο Ιησούς τούς είπε: «Θα σας κάνω μια ερώτηση. Απαντήστε μου, και θα σας πω με ποια εξουσία κάνω αυτά τα πράγματα. 30 Το βάφτισμα του Ιωάννη+ ήταν από τον ουρανό ή από ανθρώπους; Απαντήστε μου».+ 31 Αυτοί λοιπόν άρχισαν να λένε μεταξύ τους: «Αν πούμε: “Από τον ουρανό”, θα πει: “Τότε γιατί δεν τον πιστέψατε;” 32 Αλλά τολμάμε να πούμε: “Από ανθρώπους”;» Φοβούνταν τον κόσμο, γιατί όλοι πίστευαν ότι ο Ιωάννης ήταν πράγματι προφήτης.+ 33 Απάντησαν λοιπόν στον Ιησού: «Δεν ξέρουμε». Ο Ιησούς τούς είπε: «Ούτε εγώ σας λέω με ποια εξουσία κάνω αυτά τα πράγματα».
12 Κατόπιν άρχισε να τους μιλάει με παραβολές: «Κάποιος άνθρωπος φύτεψε ένα αμπέλι+ και το περιέφραξε και έσκαψε άνοιγμα για το πατητήρι και έχτισε πύργο·+ έπειτα το νοίκιασε σε καλλιεργητές και ταξίδεψε σε ξένη χώρα.+ 2 Στην κατάλληλη εποχή έστειλε έναν δούλο στους καλλιεργητές για να πάρει από αυτούς μερικούς από τους καρπούς του αμπελιού. 3 Αλλά εκείνοι τον έπιασαν, τον έδειραν και τον έδιωξαν με άδεια χέρια. 4 Και πάλι τους έστειλε έναν άλλον δούλο, και αυτόν τον χτύπησαν στο κεφάλι και του φέρθηκαν προσβλητικά.+ 5 Και έστειλε έναν άλλον, και αυτόν τον σκότωσαν· και πολλούς άλλους, από τους οποίους μερικούς έδειραν και μερικούς σκότωσαν. 6 Έναν είχε ακόμη, έναν αγαπητό γιο.+ Αυτόν τους τον έστειλε τελευταίο, λέγοντας: “Θα σεβαστούν τον γιο μου”. 7 Αλλά εκείνοι οι καλλιεργητές είπαν μεταξύ τους: “Αυτός είναι ο κληρονόμος.+ Ελάτε να τον σκοτώσουμε, και η κληρονομιά θα είναι δική μας”. 8 Τον έπιασαν λοιπόν και τον σκότωσαν και τον πέταξαν έξω από το αμπέλι.+ 9 Τι θα κάνει ο ιδιοκτήτης του αμπελιού; Θα έρθει και θα σκοτώσει τους καλλιεργητές και θα δώσει το αμπέλι σε άλλους.+ 10 Δεν διαβάσατε ποτέ αυτό που λέει η Γραφή: “Η πέτρα την οποία απέρριψαν οι οικοδόμοι, αυτή έχει γίνει η κορυφαία ακρογωνιαία πέτρα·*+ 11 έχει έρθει από τον Ιεχωβά* και είναι θαυμαστή στα μάτια μας”;»+
12 Τότε θέλησαν να τον πιάσουν,* αλλά φοβήθηκαν το πλήθος, γιατί κατάλαβαν ότι είπε την παραβολή έχοντας τους ίδιους κατά νου. Τον άφησαν λοιπόν και έφυγαν.+
13 Στη συνέχεια του έστειλαν μερικούς Φαρισαίους και μερικούς οπαδούς της παράταξης του Ηρώδη για να τον παγιδέψουν με τα ίδια του τα λόγια.+ 14 Όταν ήρθαν αυτοί του είπαν: «Δάσκαλε, ξέρουμε ότι είσαι φιλαλήθης και δεν επιδιώκεις την εύνοια κανενός, επειδή δεν κοιτάζεις την εξωτερική εμφάνιση των ανθρώπων, αλλά διδάσκεις την οδό του Θεού σύμφωνα με την αλήθεια. Είναι νόμιμο* να πληρώνει κανείς κεφαλικό φόρο στον Καίσαρα ή όχι; 15 Να πληρώνουμε ή να μην πληρώνουμε;» Εκείνος αντιλήφθηκε την υποκρισία τους και τους είπε: «Γιατί με υποβάλλετε σε δοκιμή; Φέρτε μου να δω ένα δηνάριο».* 16 Αυτοί το έφεραν, και εκείνος τους είπε: «Τίνος εικόνα και επιγραφή είναι αυτή;» Αυτοί του απάντησαν: «Του Καίσαρα». 17 Τότε ο Ιησούς είπε: «Αποδώστε αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα,+ αλλά αυτά που είναι του Θεού στον Θεό».+ Και έμειναν κατάπληκτοι με αυτόν.
18 Κατόπιν οι Σαδδουκαίοι, οι οποίοι λένε ότι δεν υπάρχει ανάσταση,+ ήρθαν και τον ρώτησαν:+ 19 «Δάσκαλε, ο Μωυσής μάς έγραψε ότι αν ο αδελφός κάποιου πεθάνει και αφήσει πίσω του σύζυγο, αλλά όχι παιδί, ο αδελφός του πρέπει να πάρει τη σύζυγο και να φέρει σε ύπαρξη απόγονο για τον αδελφό του.+ 20 Ήταν εφτά αδέλφια. Ο πρώτος πήρε μια σύζυγο, αλλά όταν πέθανε δεν άφησε απόγονο. 21 Και την παντρεύτηκε ο δεύτερος, αλλά πέθανε χωρίς να αφήσει απόγονο· και ο τρίτος το ίδιο. 22 Και οι εφτά δεν άφησαν απόγονο. Τελευταία από όλους πέθανε και η γυναίκα. 23 Στην ανάσταση, ποιος θα την έχει σύζυγο; Διότι και οι εφτά την είχαν παντρευτεί». 24 Ο Ιησούς τούς είπε: «Μήπως αυτός δεν είναι ο λόγος για τον οποίο κάνετε λάθος, το ότι δεν γνωρίζετε ούτε τις Γραφές ούτε τη δύναμη του Θεού;+ 25 Διότι όταν ανασταίνονται από τους νεκρούς, ούτε οι άντρες παντρεύονται ούτε οι γυναίκες δίνονται σε γάμο, αλλά είναι όπως οι άγγελοι στους ουρανούς.+ 26 Αλλά για το ότι οι νεκροί ανασταίνονται, δεν διαβάσατε στο βιβλίο του Μωυσή, στην αφήγηση για τη βάτο, ότι ο Θεός τού είπε: “Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ”;+ 27 Αυτός δεν είναι Θεός των νεκρών, αλλά των ζωντανών. Κάνετε πολύ μεγάλο λάθος».+
28 Ένας από τους γραμματείς, ο οποίος είχε πλησιάσει και τους είχε ακούσει να λογομαχούν, ξέροντας ότι ο Ιησούς είχε απαντήσει καλά, τον ρώτησε: «Ποια εντολή είναι πρώτη* από όλες;»+ 29 Ο Ιησούς απάντησε: «Η πρώτη είναι: “Άκου, Ισραήλ: ο Ιεχωβά* ο Θεός μας είναι ένας Ιεχωβά,* 30 και πρέπει να αγαπάς τον Ιεχωβά* τον Θεό σου με όλη σου την καρδιά και με όλη σου την ψυχή* και με όλη σου τη διάνοια και με όλη σου τη δύναμη”.+ 31 Η δεύτερη είναι η εξής: “Πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου”.+ Δεν υπάρχει άλλη εντολή μεγαλύτερη από αυτές». 32 Ο γραμματέας τού είπε: «Δάσκαλε, σωστά μίλησες, σύμφωνα με την αλήθεια: “Αυτός είναι Ένας, και δεν υπάρχει άλλος εκτός από αυτόν”·+ 33 και το να αγαπάει κανείς αυτόν με όλη του την καρδιά, με όλη του την κατανόηση και με όλη του τη δύναμη, και το να αγαπάει κανείς τον πλησίον του όπως τον εαυτό του, αξίζει πολύ περισσότερο από όλα τα ολοκαυτώματα και τις θυσίες».+ 34 Τότε ο Ιησούς, διακρίνοντας ότι αυτός είχε απαντήσει συνετά, του είπε: «Δεν είσαι μακριά από τη Βασιλεία του Θεού». Και κανείς δεν τολμούσε πια να του θέσει ερωτήματα.+
35 Ωστόσο, καθώς ο Ιησούς συνέχισε να διδάσκει στον ναό, είπε: «Πώς γίνεται να λένε οι γραμματείς ότι ο Χριστός είναι γιος του Δαβίδ;+ 36 Μέσω του αγίου πνεύματος+ ο ίδιος ο Δαβίδ είπε: “Ο Ιεχωβά* είπε στον Κύριό μου: «Κάθισε στα δεξιά μου ώσπου να βάλω τους εχθρούς σου κάτω από τα πόδια σου»”.+ 37 Ο ίδιος ο Δαβίδ τον αποκαλεί Κύριο· πώς γίνεται λοιπόν να είναι αυτός γιος του;»+
Και πολύς κόσμος τον άκουγε με ευχαρίστηση. 38 Και στη διδασκαλία του άρχισε να λέει: «Να φυλάγεστε από τους γραμματείς οι οποίοι θέλουν να περπατούν φορώντας στολές και θέλουν χαιρετισμούς στις αγορές+ 39 και μπροστινά καθίσματα* στις συναγωγές και τις πιο εξέχουσες θέσεις στα δείπνα.+ 40 Καταβροχθίζουν τα σπίτια* των χηρών και κάνουν μεγάλες προσευχές για επίδειξη.* Αυτοί θα λάβουν αυστηρότερη* κρίση».
41 Και κάθισε αντίκρυ στα χρηματοφυλάκια*+ και άρχισε να παρατηρεί πώς έριχνε το πλήθος χρήματα στα χρηματοφυλάκια, και πολλοί πλούσιοι έριχναν πολλά νομίσματα.+ 42 Ήρθε όμως μια φτωχή χήρα και έριξε δύο μικρά νομίσματα ελάχιστης αξίας.*+ 43 Εκείνος λοιπόν φώναξε τους μαθητές του και τους είπε: «Σας λέω αληθινά ότι αυτή η φτωχή χήρα έριξε περισσότερα από όλους τους άλλους που ρίχνουν χρήματα στα χρηματοφυλάκια.+ 44 Διότι όλοι έριξαν από το περίσσευμά τους, αλλά αυτή έριξε από το υστέρημά της όλα όσα είχε, ολόκληρο το βιος της».+
13 Καθώς έβγαινε από τον ναό, ένας από τους μαθητές του τού είπε: «Δάσκαλε, κοίτα! Τι υπέροχες πέτρες και κτίρια!»+ 2 Ωστόσο, ο Ιησούς τού είπε: «Βλέπεις αυτά τα μεγάλα κτίρια; Δεν πρόκειται να αφεθεί εδώ πέτρα πάνω σε πέτρα που να μην γκρεμιστεί».+
3 Ενώ καθόταν στο Όρος των Ελαιών, αντίκρυ στον ναό, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος, ο Ιωάννης και ο Ανδρέας τον ρώτησαν ιδιαιτέρως: 4 «Πες μας, πότε θα γίνουν αυτά, και ποιο θα είναι το σημείο ότι όλα αυτά πρόκειται να φτάσουν στην τελική τους περίοδο;»+ 5 Ο Ιησούς λοιπόν άρχισε να τους λέει: «Προσέχετε μη σας παροδηγήσει κανείς.+ 6 Πολλοί θα έρθουν χρησιμοποιώντας το όνομά μου και θα λένε: “Εγώ είμαι αυτός”, και θα παροδηγήσουν πολλούς. 7 Επιπλέον, όταν ακούσετε πολέμους και ειδήσεις για πολέμους, μην πανικοβληθείτε· αυτά πρέπει να γίνουν, αλλά δεν είναι ακόμη το τέλος.+
8 »Διότι θα επιτεθεί έθνος σε έθνος και βασίλειο σε βασίλειο·+ θα γίνουν σεισμοί στον έναν τόπο μετά τον άλλον· θα υπάρξουν επίσης πείνες.+ Αυτά είναι αρχή βασανιστικών πόνων.+
9 »Όσο για εσάς, να προσέχετε τον εαυτό σας. Θα σας παραδώσουν σε τοπικά δικαστήρια+ και θα σας δείρουν σε συναγωγές+ και θα σας βάλουν να σταθείτε μπροστά σε κυβερνήτες και βασιλιάδες εξαιτίας μου, για μαρτυρία σε αυτούς.+ 10 Επίσης, σε όλα τα έθνη, πρέπει πρώτα να κηρυχτούν τα καλά νέα.+ 11 Και όταν σας οδηγούν για να σας παραδώσουν, μην ανησυχείτε από πριν για το τι θα πείτε· αλλά ό,τι σας δοθεί εκείνη την ώρα, αυτό να πείτε, γιατί δεν μιλάτε εσείς αλλά το άγιο πνεύμα.+ 12 Επιπλέον, αδελφός θα παραδώσει αδελφό στον θάνατο, και πατέρας το παιδί του, και παιδιά θα ξεσηκωθούν εναντίον γονέων και θα βάλουν να τους θανατώσουν.+ 13 Και όλοι θα σας μισούν εξαιτίας του ονόματός μου.+ Αλλά εκείνος που θα έχει υπομείνει* ως το τέλος+ θα σωθεί.+
14 »Ωστόσο, όταν δείτε το αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση+ να στέκεται εκεί που δεν πρέπει (ο αναγνώστης ας ασκεί διάκριση), τότε όσοι είναι στην Ιουδαία ας αρχίσουν να φεύγουν στα βουνά.+ 15 Αυτός που είναι στην ταράτσα ας μην κατεβεί κάτω ούτε να μπει μέσα για να πάρει κάτι από το σπίτι του· 16 και αυτός που είναι στον αγρό ας μην επιστρέψει στα πράγματα που βρίσκονται πίσω για να πάρει το εξωτερικό του ρούχο. 17 Αλίμονο στις έγκυες και σε αυτές που θηλάζουν εκείνες τις ημέρες!+ 18 Να προσεύχεστε να μη γίνει χειμώνα· 19 διότι εκείνες οι ημέρες θα είναι ημέρες θλίψης,+ τέτοιας που δεν θα έχει συμβεί από την αρχή της δημιουργίας που δημιούργησε ο Θεός μέχρι εκείνον τον καιρό, και δεν θα ξανασυμβεί.+ 20 Μάλιστα, αν δεν συντόμευε ο Ιεχωβά* τις ημέρες, δεν θα σωζόταν καμιά σάρκα. Αλλά για χάρη των εκλεγμένων, τους οποίους επέλεξε, συντόμευσε τις ημέρες.+
21 »Και τότε αν κάποιος σας πει: “Κοιτάξτε! Εδώ είναι ο Χριστός” ή “Κοιτάξτε! Εκεί είναι”, μην το πιστέψετε.+ 22 Διότι θα εμφανιστούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήτες+ και θα εκτελούν σημεία και θαυμαστά πράγματα για να παροδηγήσουν, αν είναι δυνατόν, τους εκλεγμένους. 23 Εσείς λοιπόν να προσέχετε.+ Σας έχω πει τα πάντα εκ των προτέρων.
24 »Αλλά εκείνες τις ημέρες, ύστερα από εκείνη τη θλίψη, ο ήλιος θα σκοτεινιάσει και η σελήνη δεν θα δώσει το φως της+ 25 και τα άστρα θα πέφτουν από τον ουρανό και οι δυνάμεις που είναι στους ουρανούς θα κλονιστούν. 26 Και τότε θα δουν τον Γιο του ανθρώπου+ να έρχεται μέσα στα σύννεφα με μεγάλη δύναμη και δόξα.+ 27 Και τότε θα στείλει τους αγγέλους και θα συγκεντρώσει τους εκλεγμένους του από τους τέσσερις ανέμους, από την άκρη της γης ως την άκρη του ουρανού.+
28 »Μάθετε τώρα από τη συκιά την εξής παραβολή: Μόλις το νέο κλαδί της γίνει τρυφερό και βγάλει φύλλα, ξέρετε ότι πλησιάζει το καλοκαίρι.+ 29 Παρόμοια και εσείς, όταν τα δείτε αυτά να συμβαίνουν, να ξέρετε ότι εκείνος πλησιάζει, είναι στην πόρτα.+ 30 Αληθινά σας λέω ότι αυτή η γενιά δεν πρόκειται να παρέλθει μέχρι να γίνουν όλα αυτά.+ 31 Ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν,+ αλλά τα λόγια μου δεν πρόκειται να παρέλθουν.+
32 »Σχετικά με εκείνη την ημέρα ή την ώρα κανείς δεν γνωρίζει, ούτε οι άγγελοι στον ουρανό ούτε ο Γιος, παρά μόνο ο Πατέρας.+ 33 Να προσέχετε, να είστε άγρυπνοι,+ γιατί δεν γνωρίζετε πότε είναι ο προσδιορισμένος καιρός.+ 34 Είναι σαν έναν άνθρωπο που ταξίδεψε σε ξένη χώρα, ο οποίος άφησε το σπίτι του και έδωσε την εξουσία στους δούλους του,+ στον καθέναν το έργο του, και διέταξε τον θυρωρό να είναι σε εγρήγορση.+ 35 Συνεπώς, να είστε σε εγρήγορση, γιατί δεν γνωρίζετε πότε έρχεται ο κύριος του σπιτιού,+ είτε προς το τέλος της ημέρας είτε τα μεσάνυχτα είτε πριν από τα χαράματα* είτε νωρίς το πρωί,+ 36 ώστε, όταν έρθει ξαφνικά, να μη σας βρει να κοιμάστε.+ 37 Και αυτό που λέω σε εσάς το λέω σε όλους: Να είστε σε εγρήγορση».+
14 Το Πάσχα+ και η Γιορτή των Άζυμων Άρτων+ ήταν ύστερα από δύο ημέρες.+ Και οι πρωθιερείς και οι γραμματείς έψαχναν τρόπο να τον πιάσουν* με δολοπλοκία και να τον σκοτώσουν·+ 2 διότι έλεγαν: «Όχι στη γιορτή, για να μην ξεσηκωθεί ο λαός».
3 Και ενώ ήταν στη Βηθανία και γευμάτιζε* στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού, ήρθε μια γυναίκα που είχε ένα αλαβάστρινο δοχείο με αρωματικό λάδι, γνήσιο νάρδο, πολύ ακριβό. Άνοιξε το αλαβάστρινο δοχείο σπάζοντάς το και άρχισε να το χύνει στο κεφάλι του.+ 4 Τότε μερικοί έλεγαν μεταξύ τους με αγανάκτηση: «Γιατί σπαταλήθηκε αυτό το αρωματικό λάδι; 5 Διότι αυτό το αρωματικό λάδι θα μπορούσε να είχε πουληθεί πάνω από 300 δηνάρια* και τα χρήματα να είχαν δοθεί στους φτωχούς!» Και εκνευρίστηκαν πολύ μαζί της.* 6 Αλλά ο Ιησούς είπε: «Αφήστε την. Γιατί προσπαθείτε να της δημιουργήσετε προβλήματα; Έκανε μια καλή πράξη σε εμένα.+ 7 Τους φτωχούς άλλωστε τους έχετε πάντοτε μαζί σας,+ και μπορείτε να τους κάνετε καλό όποτε θέλετε, αλλά εμένα δεν θα με έχετε πάντοτε.+ 8 Αυτή έκανε ό,τι μπορούσε· έχυσε προκαταβολικά αρωματικό λάδι στο σώμα μου ενόψει της ταφής.+ 9 Αληθινά σας λέω: Οπουδήποτε κηρυχτούν τα καλά νέα σε όλο τον κόσμο,+ θα ειπωθεί και ό,τι έκανε αυτή η γυναίκα, σε ανάμνησή της».+
10 Και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ένας από τους Δώδεκα, πήγε στους πρωθιερείς για να τους τον προδώσει.+ 11 Όταν αυτοί το άκουσαν, χάρηκαν και υποσχέθηκαν να του δώσουν ασημένια νομίσματα.+ Εκείνος λοιπόν άρχισε να ψάχνει ευκαιρία για να τον προδώσει.
12 Την πρώτη ημέρα των Άζυμων Άρτων,+ όταν σύμφωνα με το έθιμο πρόσφεραν τη θυσία του Πάσχα,+ οι μαθητές του τού είπαν: «Πού θέλεις να πάμε και να σου ετοιμάσουμε να φας το Πάσχα;»+ 13 Τότε έστειλε δύο μαθητές του και τους είπε: «Πηγαίνετε στην πόλη, και θα σας συναντήσει κάποιος που θα κρατάει μια στάμνα για νερό. Ακολουθήστε τον+ 14 και, όπου μπει, πείτε στον οικοδεσπότη: “Ο Δάσκαλος λέει: «Πού είναι ο ξενώνας όπου θα φάω το Πάσχα με τους μαθητές μου;»” 15 Και αυτός θα σας δείξει ένα μεγάλο ανώγειο, επιπλωμένο και έτοιμο. Εκεί ετοιμάστε το Πάσχα για εμάς». 16 Οι μαθητές λοιπόν βγήκαν έξω και μπήκαν στην πόλη και τα βρήκαν όλα όπως τους είχε πει, και έκαναν τις ετοιμασίες για το Πάσχα.
17 Αφού βράδιασε, εκείνος έφτασε με τους Δώδεκα.+ 18 Και καθώς πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι και έτρωγαν, ο Ιησούς είπε: «Αληθινά σας λέω: Ένας από εσάς που τρώει μαζί μου θα με προδώσει».+ 19 Αυτοί άρχισαν να λυπούνται και να του λένε ο ένας μετά τον άλλον: «Μήπως είμαι εγώ;» 20 Εκείνος τους είπε: «Είναι ένας από τους Δώδεκα, εκείνος που βουτάει μαζί μου στη γαβάθα.+ 21 Διότι ο Γιος του ανθρώπου φεύγει, όπως είναι γραμμένο σχετικά με αυτόν, αλλά αλίμονο σε εκείνον τον άνθρωπο μέσω του οποίου προδίδεται ο Γιος του ανθρώπου!+ Θα ήταν καλύτερο για εκείνον να μην είχε γεννηθεί».+
22 Και καθώς συνέχιζαν να τρώνε, πήρε ένα ψωμί, έκανε μια προσευχή,* το έσπασε και τους το έδωσε λέγοντας: «Πάρτε το· αυτό σημαίνει το σώμα μου».+ 23 Και αφού πήρε ένα ποτήρι, έκανε μια ευχαριστήρια προσευχή και τους το έδωσε και ήπιαν όλοι από αυτό.+ 24 Και τους είπε: «Αυτό σημαίνει το “αίμα μου+ της διαθήκης”,+ το οποίο θα χυθεί για χάρη πολλών.+ 25 Αληθινά σας λέω: Δεν πρόκειται πλέον να πιω από το γέννημα του κλήματος μέχρι την ημέρα εκείνη που θα το πίνω καινούριο στη Βασιλεία του Θεού». 26 Τελικά, αφού έψαλαν αίνους,* βγήκαν έξω στο Όρος των Ελαιών.+
27 Και ο Ιησούς τούς είπε: «Όλοι σας θα σκανδαλιστείτε, γιατί είναι γραμμένο: “Θα πατάξω τον ποιμένα,+ και τα πρόβατα θα διασκορπιστούν”.+ 28 Αλλά αφού αναστηθώ, θα πάω πριν από εσάς στη Γαλιλαία».+ 29 Ο Πέτρος όμως του είπε: «Ακόμη και αν όλοι οι άλλοι σκανδαλιστούν, εγώ δεν θα σκανδαλιστώ».+ 30 Τότε ο Ιησούς τού είπε: «Αληθινά σου λέω ότι σήμερα, ναι, αυτή τη νύχτα, προτού λαλήσει πετεινός δύο φορές, θα με απαρνηθείς τρεις φορές».+ 31 Αλλά αυτός επέμενε: «Και αν χρειαστεί να πεθάνω μαζί σου, δεν πρόκειται να σε απαρνηθώ». Το ίδιο άρχισαν να λένε και όλοι οι άλλοι.+
32 Πήγαν λοιπόν σε ένα μέρος που ονομαζόταν Γεθσημανή, και εκείνος είπε στους μαθητές του: «Καθίστε εδώ, ενόσω εγώ θα προσεύχομαι».+ 33 Και πήρε μαζί του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη,+ και άρχισε να νιώθει βαθιά οδύνη* και έντονη ταραχή. 34 Και τους είπε: «Είμαι* βαθιά λυπημένος,+ μέχρι θανάτου. Μείνετε εδώ και να είστε σε εγρήγορση».+ 35 Και πηγαίνοντας λίγο πιο πέρα, έπεσε στο έδαφος και προσευχόταν, αν ήταν δυνατόν, να απομακρυνθεί αυτή η ώρα από αυτόν. 36 Και είπε: «Αββά,* Πατέρα,+ τα πάντα είναι δυνατά για εσένα· απομάκρυνε αυτό το ποτήρι από εμένα. Όχι όμως αυτό που θέλω εγώ, αλλά αυτό που θέλεις εσύ».+ 37 Όταν επέστρεψε, τους βρήκε να κοιμούνται, και είπε στον Πέτρο: «Σίμων, κοιμάσαι; Δεν είχες τη δύναμη να είσαι σε εγρήγορση μία ώρα;+ 38 Να είστε σε εγρήγορση και να προσεύχεστε, για να μην μπείτε σε πειρασμό.+ Το μεν πνεύμα είναι πρόθυμο, αλλά η σάρκα αδύναμη».+ 39 Και έφυγε πάλι και προσευχήθηκε, λέγοντας το ίδιο πράγμα.+ 40 Και ήρθε πάλι και τους βρήκε να κοιμούνται, γιατί τα μάτια τους είχαν βαρύνει, και έτσι δεν ήξεραν τι να του απαντήσουν. 41 Και επέστρεψε την τρίτη φορά και τους είπε: «Στιγμές σαν και αυτές εσείς κοιμάστε και αναπαύεστε! Αρκετά! Ήρθε η ώρα!+ Δείτε! Ο Γιος του ανθρώπου παραδίδεται με προδοσία στα χέρια αμαρτωλών. 42 Σηκωθείτε, πάμε. Να! Ο προδότης μου έχει πλησιάσει».+
43 Και αμέσως, ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, έφτασε ο Ιούδας, ένας από τους Δώδεκα, και μαζί του πλήθος με σπαθιά και ρόπαλα, σταλμένοι από τους πρωθιερείς και τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους.+ 44 Μάλιστα ο προδότης του τους είχε δώσει ένα σύνθημα, λέγοντας: «Όποιον φιλήσω, αυτός είναι· συλλάβετέ τον και μεταφέρετέ τον υπό φρούρηση». 45 Και ήρθε κατευθείαν και τον πλησίασε και είπε: «Ραββί!» και τον φίλησε τρυφερά. 46 Τον έπιασαν λοιπόν και τον έθεσαν υπό κράτηση. 47 Ωστόσο, κάποιος από εκείνους που στέκονταν εκεί τράβηξε το σπαθί του και χτύπησε τον δούλο του αρχιερέα και του έκοψε το αφτί.+ 48 Ο δε Ιησούς αποκρίθηκε και τους είπε: «Βγήκατε να με συλλάβετε με σπαθιά και ρόπαλα σαν να ήμουν ληστής;+ 49 Κάθε ημέρα ήμουν μαζί σας στον ναό διδάσκοντας,+ και όμως δεν με συλλάβατε. Αλλά αυτό γίνεται για να εκπληρωθούν οι Γραφές».+
50 Και όλοι τον εγκατέλειψαν και έφυγαν.+ 51 Αλλά κάποιος νεαρός, που φορούσε μόνο ένα εκλεκτό λινό ρούχο πάνω από το γυμνό σώμα του, τον ακολουθούσε από κοντά· και προσπάθησαν να τον πιάσουν, 52 αλλά εκείνος άφησε το λινό του ρούχο και έφυγε γυμνός.*
53 Έφεραν λοιπόν τον Ιησού στον αρχιερέα,+ και συνάχθηκαν όλοι οι πρωθιερείς, οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς.+ 54 Και ο Πέτρος, από αρκετή απόσταση, τον ακολούθησε μέχρι μέσα στην αυλή του αρχιερέα· και καθόταν μαζί με τους υπηρέτες του σπιτιού και ζεσταινόταν μπροστά σε μια δυνατή φωτιά.+ 55 Στο μεταξύ, οι πρωθιερείς και όλο το Σάνχεδριν έψαχναν για μαρτυρία εναντίον του Ιησού ώστε να τον θανατώσουν, αλλά δεν έβρισκαν.+ 56 Πολλοί, βέβαια, ψευδομαρτυρούσαν εναντίον του,+ αλλά οι μαρτυρίες τους δεν συμφωνούσαν. 57 Και ορισμένοι σηκώνονταν και ψευδομαρτυρούσαν εναντίον του, λέγοντας: 58 «Τον ακούσαμε να λέει: “Θα γκρεμίσω αυτόν τον ναό, που φτιάχτηκε από χέρια, και σε τρεις ημέρες θα χτίσω άλλον, που δεν θα είναι φτιαγμένος από χέρια”».+ 59 Αλλά ούτε σε αυτό συμφωνούσαν οι μαρτυρίες τους.
60 Τότε σηκώθηκε στο μέσο τους ο αρχιερέας και ρώτησε τον Ιησού: «Τίποτα δεν απαντάς; Τι καταθέτουν αυτοί εναντίον σου;»+ 61 Αλλά εκείνος έμενε σιωπηλός και δεν έδινε καμιά απάντηση.+ Πάλι ο αρχιερέας τον ρώτησε: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Γιος του Ευλογητού;» 62 Τότε ο Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι· και θα δείτε τον Γιο του ανθρώπου+ να κάθεται στα δεξιά+ της δύναμης και να έρχεται με τα σύννεφα του ουρανού».+ 63 Τότε ο αρχιερέας έσκισε τα ρούχα του και είπε: «Τι χρειαζόμαστε πια μάρτυρες;+ 64 Ακούσατε ότι βλασφήμησε. Τι αποφασίζετε;»* Όλοι τον καταδίκασαν ως άξιο θανάτου.+ 65 Και μερικοί άρχισαν να τον φτύνουν+ και να καλύπτουν το πρόσωπό του και να τον χτυπούν με τις γροθιές τους και να του λένε: «Προφήτευσε!» Και χαστουκίζοντάς τον, οι υπάλληλοι του δικαστηρίου τον πήραν.+
66 Ενώ τώρα ο Πέτρος ήταν κάτω στην αυλή, ήρθε μια νεαρή υπηρέτρια του αρχιερέα.+ 67 Όταν είδε τον Πέτρο να ζεσταίνεται, τον κοίταξε κατάματα και είπε: «Και εσύ ήσουν μαζί με τον Ναζωραίο, αυτόν τον Ιησού». 68 Αλλά εκείνος το αρνήθηκε, λέγοντας: «Ούτε τον γνωρίζω ούτε καταλαβαίνω τι λες», και βγήκε έξω στο προαύλιο.* 69 Η υπηρέτρια τον είδε και άρχισε πάλι να λέει σε εκείνους που στέκονταν εκεί: «Αυτός εδώ είναι από αυτούς». 70 Εκείνος το αρνούνταν ξανά. Και έπειτα από λίγο, όσοι στέκονταν εκεί άρχισαν πάλι να λένε στον Πέτρο: «Σίγουρα είσαι από αυτούς, γιατί είσαι και Γαλιλαίος». 71 Αλλά εκείνος άρχισε να καταριέται και να ορκίζεται: «Δεν γνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο για τον οποίο μιλάτε!» 72 Αμέσως λάλησε ένας πετεινός δεύτερη φορά·+ και ο Πέτρος θυμήθηκε τι του είχε πει ο Ιησούς: «Προτού λαλήσει πετεινός δύο φορές, θα με απαρνηθείς τρεις φορές».+ Τότε κατέρρευσε και ξέσπασε σε κλάματα.
15 Μόλις ξημέρωσε, οι πρωθιερείς με τους πρεσβυτέρους και τους γραμματείς, μάλιστα ολόκληρο το Σάνχεδριν, έκαναν σύσκεψη και έδεσαν τον Ιησού και τον πήραν από εκεί και τον παρέδωσαν στον Πιλάτο.+ 2 Ο Πιλάτος λοιπόν τον ρώτησε: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;»+ Εκείνος απάντησε: «Εσύ ο ίδιος το λες».+ 3 Και οι πρωθιερείς τον κατηγορούσαν για πολλά. 4 Ο Πιλάτος άρχισε πάλι να τον ρωτάει: «Δεν έχεις να απαντήσεις τίποτα;+ Δες πόσες κατηγορίες διατυπώνουν εναντίον σου».+ 5 Αλλά ο Ιησούς δεν απαντούσε πια καθόλου, και ο Πιλάτος έμεινε έκπληκτος.+
6 Σε κάθε γιορτή συνήθιζε να τους απελευθερώνει έναν φυλακισμένο, όποιον ζητούσαν.+ 7 Τότε ήταν στη φυλακή κάποιος Βαραββάς μαζί με τους στασιαστές, οι οποίοι κατά τον στασιασμό τους είχαν διαπράξει φόνο. 8 Το πλήθος λοιπόν ανέβηκε και άρχισε να ζητάει από τον Πιλάτο να κάνει αυτό που έκανε συνήθως για αυτούς. 9 Εκείνος τους αποκρίθηκε: «Θέλετε να σας απελευθερώσω τον βασιλιά των Ιουδαίων;»+ 10 Διότι ήξερε ότι από φθόνο τον είχαν παραδώσει οι πρωθιερείς.+ 11 Οι πρωθιερείς, όμως, υποκίνησαν το πλήθος να τον βάλουν να τους απελευθερώσει τον Βαραββά αντί για αυτόν.+ 12 Απαντώντας πάλι ο Πιλάτος τούς είπε: «Τι να κάνω λοιπόν αυτόν τον οποίο αποκαλείτε βασιλιά των Ιουδαίων;»+ 13 Αυτοί πάλι κραύγασαν: «Κρέμασέ τον στο ξύλο!»+ 14 Αλλά ο Πιλάτος τούς είπε: «Γιατί; Τι κακό έκανε;» Και αυτοί κραύγασαν ακόμη περισσότερο: «Κρέμασέ τον στο ξύλο!»+ 15 Τότε ο Πιλάτος, θέλοντας να ικανοποιήσει το πλήθος, τους απελευθέρωσε τον Βαραββά· και αφού έβαλε να μαστιγώσουν τον Ιησού,+ τον παρέδωσε για να κρεμαστεί στο ξύλο.+
16 Κατόπιν οι στρατιώτες τον οδήγησαν στην αυλή, μέσα στο διοικητήριο,* και συγκέντρωσαν όλο το σώμα των στρατιωτών.+ 17 Και τον έντυσαν με πορφύρα, και έπλεξαν ένα στεφάνι από αγκάθια και το έβαλαν πάνω του. 18 Και άρχισαν να φωνάζουν: «Χαίρε, βασιλιά των Ιουδαίων!»+ 19 Επίσης, τον χτυπούσαν στο κεφάλι με ένα καλάμι και τον έφτυναν και έπεφταν στα γόνατα και τον προσκυνούσαν. 20 Τελικά, αφού τον περιέπαιξαν, του έβγαλαν την πορφύρα και τον έντυσαν με τα εξωτερικά του ρούχα. Και τον οδήγησαν έξω για να τον καρφώσουν στο ξύλο.+ 21 Επίσης, αγγάρεψαν έναν περαστικό, κάποιον Σίμωνα από την Κυρήνη, ο οποίος ερχόταν από την ύπαιθρο, τον πατέρα του Αλέξανδρου και του Ρούφου, για να μεταφέρει το ξύλο του βασανισμού* του.+
22 Τον έφεραν λοιπόν στον τόπο που ονομαζόταν Γολγοθάς, το οποίο μεταφράζεται «κρανίου τόπος».+ 23 Και προσπάθησαν να του δώσουν κρασί που περιείχε ναρκωτική σμύρνα,+ αλλά εκείνος δεν το ήπιε. 24 Και τον κάρφωσαν στο ξύλο και μοίρασαν τα εξωτερικά του ρούχα ρίχνοντας κλήρο για αυτά, για να αποφασίσουν ποιος θα πάρει τι.+ 25 Τώρα ήταν η τρίτη ώρα,* και τον κάρφωσαν στο ξύλο. 26 Και η επιγραφή που δήλωνε την κατηγορία εναντίον του έλεγε: «Ο βασιλιάς των Ιουδαίων».+ 27 Επιπλέον, δίπλα του κρέμασαν σε ξύλο δύο ληστές, έναν στα δεξιά του και έναν στα αριστερά του.+ 28* —— 29 Και οι περαστικοί τού μιλούσαν υβριστικά, κουνώντας το κεφάλι τους+ και λέγοντας: «Ε! Εσύ που θα γκρέμιζες τον ναό και θα τον έχτιζες μέσα σε τρεις ημέρες,+ 30 σώσε τον εαυτό σου και κατέβα από το ξύλο του βασανισμού».* 31 Παρόμοια τον περιέπαιζαν και οι πρωθιερείς μαζί με τους γραμματείς, λέγοντας μεταξύ τους: «Άλλους έσωσε· τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει!+ 32 Ας κατεβεί τώρα ο Χριστός, ο βασιλιάς του Ισραήλ, από το ξύλο του βασανισμού,* για να δούμε και να πιστέψουμε».+ Ακόμη και εκείνοι που ήταν καρφωμένοι σε ξύλο δίπλα του τον χλεύαζαν.+
33 Όταν ήρθε η έκτη ώρα,* έπεσε σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη μέχρι την ένατη ώρα.*+ 34 Και την ένατη ώρα, ο Ιησούς φώναξε με δυνατή φωνή: «Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί;» το οποίο μεταφράζεται: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;»+ 35 Και μερικοί που στέκονταν κοντά, όταν το άκουσαν, άρχισαν να λένε: «Δείτε! Φωνάζει τον Ηλία». 36 Τότε κάποιος έτρεξε, μούσκεψε ένα σφουγγάρι σε ξινό κρασί, το έβαλε πάνω σε ένα καλάμι και του έδωσε να πιει,+ λέγοντας: «Αφήστε να δούμε αν θα έρθει ο Ηλίας να τον κατεβάσει». 37 Ο δε Ιησούς έβγαλε μια δυνατή κραυγή και εξέπνευσε.+ 38 Και η κουρτίνα του αγιαστηρίου+ σκίστηκε στα δύο, από πάνω ως κάτω.+ 39 Όταν ο εκατόνταρχος* που στεκόταν απέναντί του είδε ότι είχε εκπνεύσει κάτω από αυτές τις συνθήκες, είπε: «Σίγουρα αυτός ο άνθρωπος ήταν Γιος του Θεού».+
40 Υπήρχαν και γυναίκες που παρακολουθούσαν από απόσταση, ανάμεσά τους η Μαρία η Μαγδαληνή, καθώς και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου του Μικρού και του Ιωσή, και η Σαλώμη,+ 41 οι οποίες τον συνόδευαν και τον υπηρετούσαν+ όταν αυτός ήταν στη Γαλιλαία, και πολλές άλλες γυναίκες που είχαν ανεβεί μαζί του στην Ιερουσαλήμ.
42 Καθώς ήταν ήδη αργά το απόγευμα, και επειδή ήταν Προετοιμασία,* δηλαδή η ημέρα πριν από το Σάββατο, 43 ήρθε ο Ιωσήφ που καταγόταν από την Αριμαθαία, ένα ευυπόληπτο μέλος του Συμβουλίου, που και αυτός περίμενε τη Βασιλεία του Θεού. Αυτός βρήκε το θάρρος να παρουσιαστεί στον Πιλάτο και να ζητήσει το σώμα του Ιησού.+ 44 Αλλά ο Πιλάτος αναρωτήθηκε αν ο Ιησούς ήταν ήδη νεκρός και, καλώντας τον εκατόνταρχο, τον ρώτησε αν είχε πεθάνει. 45 Αφού λοιπόν έλαβε τη σχετική διαβεβαίωση από τον εκατόνταρχο, παραχώρησε το σώμα στον Ιωσήφ. 46 Εκείνος αγόρασε εκλεκτό λινό ύφασμα και τον κατέβασε, τον τύλιξε σε αυτό και τον έβαλε σε ένα μνήμα+ λαξευμένο στον βράχο· έπειτα κύλησε μια πέτρα στην είσοδο του μνήματος.+ 47 Η δε Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιωσή, κοίταζαν πού τον είχαν βάλει.+
16 Αφού λοιπόν πέρασε το Σάββατο,+ η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία+ η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν μυρωδικά για να έρθουν και να αλείψουν το σώμα του.+ 2 Και πολύ νωρίς την πρώτη ημέρα της εβδομάδας, μόλις ανέτειλε ο ήλιος, ήρθαν στο μνήμα.+ 3 Έλεγαν δε η μία στην άλλη: «Ποιος θα μας κυλήσει την πέτρα από την είσοδο του μνήματος;» 4 Αλλά όταν σήκωσαν τα μάτια τους, είδαν ότι η πέτρα είχε κυλιστεί, μολονότι ήταν πολύ μεγάλη.+ 5 Όταν μπήκαν μέσα στο μνήμα, είδαν έναν νεαρό άντρα ντυμένο με λευκή στολή να κάθεται στη δεξιά πλευρά, και σάστισαν. 6 Εκείνος τους είπε: «Μη σαστίζετε.+ Ψάχνετε τον Ιησού τον Ναζωραίο που κρεμάστηκε στο ξύλο. Αναστήθηκε.+ Δεν είναι εδώ. Να το μέρος όπου τον έβαλαν.+ 7 Αλλά πηγαίνετε και πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο: “Πηγαίνει πριν από εσάς στη Γαλιλαία.+ Εκεί θα τον δείτε, όπως σας είπε”».+ 8 Αυτές λοιπόν όταν βγήκαν έξω, έφυγαν από το μνήμα γεμάτες τρόμο και δέος. Και δεν είπαν τίποτα σε κανέναν, γιατί φοβούνταν.*+
Κυριολεκτικά «πριν από το πρόσωπό σου».
Βλέπε εδ. Μαλ 3:1, από όπου έχει παρθεί αυτό το τμήμα του εδαφίου.
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Ή αλλιώς «τους βύθιζε».
Ή πιθανώς «ήξεραν ποιος είναι».
Ή αλλιώς «πλάγιαζε μπροστά στο τραπέζι».
Ή αλλιώς «πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι».
τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, Κείμενο.
Ή αλλιώς «παράλυτο».
Ή αλλιώς «παράλυτο».
Ή αλλιώς «ψυχή».
Ή αλλιώς «διόρισε».
Ή αλλιώς «διόρισε».
Ή αλλιώς «ο ζηλωτής».
Χαρακτηρισμός του Σατανά.
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «καλάθι μέτρησης».
Ή αλλιώς «Γιατί δειλιάζετε;»
Ή αλλιώς «την απόκρημνη όχθη».
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Ή αλλιώς «στην Περιοχή των Δέκα Πόλεων».
Ή αλλιώς «είναι στα τελευταία της».
Ή αλλιώς «τους πρόσταξε αυστηρά».
Κυριολεκτικά «χαλκό».
Ή αλλιώς «έναν επιπλέον χιτώνα».
Κυριολεκτικά «ενεργούν σε αυτόν τα».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι».
Ή αλλιώς «και εκείνων που πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι».
Βλέπε Παράρτημα Β14.
εὐλόγησεν, Κείμενο.
Δηλαδή περίπου από τις 3:00 π.μ. ως την ανατολή περίπου στις 6:00 π.μ.
Ή αλλιώς «ετοιμαζόταν».
Δηλαδή που δεν είχαν καθαριστεί τελετουργικά.
βαπτισμοὺς, Κείμενο.
Ή αλλιώς «κακολογεί».
Βλέπε Παράρτημα Α3.
Στο πρωτότυπο κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη πορνεία. Βλέπε Γλωσσάριο.
Στο πρωτότυπο κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη πλεονεξία.
Ή αλλιώς «ξεδιάντροπη διαγωγή»· στο πρωτότυπο κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη ἀσέλγεια. Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «γεννημένη στη Συροφοινίκη».
Ή αλλιώς «την Περιοχή των Δέκα Πόλεων».
Ή αλλιώς «καλάθια τροφίμων».
Κυριολεκτικά «στο πνεύμα του».
Ή αλλιώς «καλάθια τροφίμων».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Ή αλλιώς «την άπιστη».
Ή πιθανώς «κράτησαν το ζήτημα για τον εαυτό τους».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Βλέπε Παράρτημα Α3.
Βλέπε Γλωσσάριο.
Βλέπε Παράρτημα Α3.
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «σύνορα».
Ή πιθανώς «είπαν μεταξύ τους».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «εκείνοι που αναγνωρίζονται ως κυβερνήτες των εθνών».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Σημαίνει «δάσκαλος».
Επίκληση στον Θεό να σώσει τον Ιησού.
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Επίκληση στον Θεό να σώσει τον Ιησού.
Δηλαδή ατόμων που αντάλλασσαν νομίσματα με κέρδος.
Βλέπε Παράρτημα Α3.
εἰς κεφαλὴν γωνίας, Κείμενο.
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Ή αλλιώς «να τον συλλάβουν».
Ή αλλιώς «σωστό».
Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «πιο σημαντική».
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Βλέπε Γλωσσάριο.
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Ή αλλιώς «τα καλύτερα καθίσματα»· πρωτοκαθεδρίας, Κείμενο.
Ή αλλιώς «τις περιουσίες».
Ή αλλιώς «ως πρόσχημα».
Ή αλλιώς «βαρύτερη».
Ή αλλιώς «δοχεία».
Κυριολεκτικά «δύο λεπτά, που ισοδυναμούν με έναν κοδράντη». Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «που υπομένει».
Βλέπε Παράρτημα Α5.
Κυριολεκτικά «όταν λαλεί ο πετεινός».
Ή αλλιώς «να τον συλλάβουν».
Ή αλλιώς «πλάγιαζε μπροστά στο τραπέζι».
Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «της μίλησαν θυμωμένα· τη μάλωσαν».
εὐλογήσας, Κείμενο.
Ή αλλιώς «ύμνους· ψαλμούς».
Ή αλλιώς «μεγάλη αγωνία».
Ή αλλιώς «Η ψυχή μου είναι».
Εβραϊκή ή αραμαϊκή λέξη που σημαίνει «Πατέρα!»
Ή αλλιώς «ελαφρά ντυμένος· με ένα εσωτερικό ρούχο μόνο».
Ή αλλιώς «Τι νομίζετε;»
Ή αλλιώς «στον προθάλαμο».
Ή αλλιώς «στην κατοικία του κυβερνήτη».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Δηλαδή περίπου 9:00 π.μ.
Βλέπε Παράρτημα Α3.
Βλέπε Γλωσσάριο.
Βλέπε Γλωσσάριο.
Δηλαδή περίπου στις 12:00 το μεσημέρι.
Δηλαδή περίπου μέχρι τις 3:00 μ.μ.
Βλέπε Γλωσσάριο.
παρασκευή, Κείμενο.
Σύμφωνα με αξιόπιστα αρχαία χειρόγραφα, το Ευαγγέλιο του Μάρκου τελειώνει με τα λόγια του εδ. 8. Βλέπε Παράρτημα Α3.