Επιστολή «Διαμαρτυρίας»
Μετά από την περιφερειακή συνέλευση των Μαρτύρων του Ιεχωβά που έγινε στο Γκλενς Φωλς της Νέας Υόρκης δημοσιεύτηκε η ακόλουθη επιστολή προς τον εκδότη της Ποστ-Σταρ του Γκλενς Φωλς:
«Την περασμένη εβδομάδα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήρθαν απ’ όλες τις περιοχές στο Γκλενς Φωλς για να κάνουν συνέλευση. Δεν ξέρω για πόσο ακόμη θα πρέπει να ανεχόμαστε την ανυπόφορη αυτή συμπεριφορά.
«Κανείς δεν κάπνιζε. Κανείς δε βρισκόταν κάτω από την επιρροή ναρκωτικών ή αλκοόλ. Δεν ακουγόταν μουσική που να σου παίρνει το κεφάλι και να σου κουφαίνει τα αυτιά. Δεν ακούστηκαν ανήθικα τραγούδια. Καθόλου αθέμιτο σεξ. Δεν πουλήθηκαν λαθραία εισιτήρια. Δεν ακούγονταν ουρλιαχτά και φωνές. Δεν είχε σπρωξίματα. Κανείς δεν έπαιρνε τη σειρά του άλλου. Δεν υπήρχε συνωστισμός στην είσοδο ή στην έξοδο. Δεν ακουγόταν καμιά βρισιά. Κανείς δε φώναζε αισχρολογίες. Κανείς δεν έκανε άσεμνες χειρονομίες. Κανείς δεν έλεγε σόκιν ανέκδοτα ή είχε αισχρή γλώσσα. Δε χρειάστηκε να επέμβει η αστυνομία για καβγάδες. Δεν έγιναν συλλήψεις για άτακτη συμπεριφορά. Κανείς δεν έλεγε στην αστυνομία πού να πάει. Απεναντίας άφηναν την αστυνομία να τους δίνει κατευθύνσεις. Ο αέρας δεν ήταν γεμάτος με καπνό στο χώρο της συνέλευσης· ήταν αέρας που μπορούσε να τον αναπνεύσει κανείς.
«Οι γυναίκες φόραγαν φορέματα και έμοιαζαν με γυναίκες. Οι άντρες είχαν καλοκουρεμένα μαλλιά, φόραγαν κουστούμια και γραβάτες και φαίνονταν αξιοσέβαστοι. Οι σύζυγοι κρατούσαν από το χέρι μόνο τη δική τους σύζυγο. Οι γονείς και τα παιδιά ήταν μαζί σαν οικογένειες. Τα παιδιά υπάκουαν στους γονείς δεν ήταν απειθή ούτε και έκαναν ζημιές. Όλος ο κόσμος είχε μαζί του τη Γραφή του αντί να κουβαλάει σουγιάδες ή μαχαίρια. Δεν έγιναν καθόλου κλοπές ή ληστείες.
«Κανείς δεν έριχνε άδεια κουτιά από μπύρα ή λεμονάδες στις πρασιές του Γκλενς Φωλς. Κανείς δεν έσπαγε μπουκάλες μπύρας ή λεμονάδας στους δρόμους του Γκλεν Φωλς.
«Ήταν πραγματικά κάτι το ασυνήθιστο. Για τ’ όνομα του θεού, τι γινόταν εκεί; Θα ήταν τόσο τρομερό αν περισσότεροι από μας δοκίμαζαν να ενεργήσουν μ’ αυτόν τον τρόπο; Δεν μας βάζουν όλ’ αυτά σε σκέψεις;»—Σ.Ν.Τζ., Γουάιτχωλ, Νέα Υόρκη.