Επιδιώκοντας το Στόχο που Έθεσα από Έξι Χρονών
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Η ΣΑΝΤΡΑ ΚΑΟΥΑΝ
Πολλοί γονείς διαλέγουν μια σταδιοδρομία για τα παιδιά τους, όπως για παράδειγμα τη μουσική ή το μπαλέτο, και αρχίζουν να τα εκπαιδεύουν από πολύ μικρή ηλικία. Αυτό ακριβώς έκανε η μητέρα μου μ’ εμένα. Από ηλικίας δυο εβδομάδων με έπαιρνε σε όλες τις Χριστιανικές συναθροίσεις και στη διακονία αγρού.
ΟΤΑΝ ήμουν τεσσάρων χρονών, η μαμά μου θεώρησε ότι ήμουν έτοιμη να κηρύξω μόνη μου. Θυμάμαι ζωηρά την πρώτη μου προσπάθεια. Είχαμε φτάσει με το αυτοκίνητο σ’ ένα μεγάλο αγροτικό σπίτι και, ενώ η μαμά με τους άλλους περίμεναν στο αυτοκίνητο, εγώ βγήκα και πήγα προς την πόρτα. Μια ευγενική κυρία άκουγε καθώς εγώ της προσέφερα δέκα βιβλιάρια. Τα πλήρωσε δίνοντάς μου μια μεγάλη πλάκα σαπούνι. Έπρεπε να το κρατάω και με τα δυο μου χέρια. Ένιωθα κατενθουσιασμένη!
Την ίδια εκείνη χρονιά, το 1943, άνοιξε τις πόρτες της η Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς για την εκπαίδευση ολοχρόνιων σκαπανέων για το ιεραποστολικό έργο. Η μαμά με ενθάρρυνε να κάνω την ιεραποστολική υπηρεσία στόχο της ζωής μου. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος μαινόταν τότε στην Ευρώπη, και η μαμά μού έλεγε για μικρά παιδιά στην Ευρώπη που ήταν Μάρτυρες και τα οποία τα έπαιρναν μακριά από τους γονείς τους. Ήθελε να είμαι αρκετά δυνατή για να αντέξω σε οποιαδήποτε δοκιμασία.
Το καλοκαίρι του 1946 βαφτίστηκα στη διεθνή συνέλευση στο Κλίβελαντ του Οχάιο. Αν και ήμουν μόνο έξι χρονών, ήμουν αποφασισμένη να εκπληρώσω την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά. Εκείνο το καλοκαίρι υπηρέτησα ως σκαπάνισσα για πρώτη φορά. Θυμάμαι ένα πρωινό που έδωσα 40 περιοδικά στους ανθρώπους οι οποίοι κάθονταν στην κεντρική πλατεία του Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας. Είμαι σίγουρη πως το ότι ήμουν μικροσκοπική και ομιλητική έπαιξε σπουδαίο ρόλο σ’ αυτό.
Συχνά κηρύτταμε κοντά στην Μπεθ-Σαρίμ, όπου ο άρρωστος πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, ο αδελφός Ρόδερφορντ, περνούσε τους χειμώνες πριν από το θάνατό του το 1942. Επισκεπτόμασταν τακτικά εκείνο το μέρος και τρώγαμε μαζί με τους ολοχρόνιους υπηρέτες που ήταν εκεί. Τέτοιες χαρμόσυνες επισκέψεις με έκαναν να αποφασίσω ότι αυτό ήταν το είδος της ζωής που επιθυμούσα αληθινά. Τότε ήταν που έθεσα τη Σχολή Γαλαάδ και την ιεραποστολική υπηρεσία ως στόχο της ζωής μου.
Την επόμενη χρονιά οι γονείς μου χώρισαν, αλλά η αλλαγμένη οικογενειακή κατάσταση δεν εξασθένισε την πνευματικότητά μας. Η μαμά ήταν σκαπάνισσα και ενδιαφερόταν πολύ για την εκπαίδευση που λαβαίναμε ο αδελφός μου κι εγώ. Το μικρό μας τροχόσπιτο γέμιζε συνέχεια με επισκέπτες, Χριστιανούς αδελφούς και αδελφές. Η μαμά έκανε ιδιαίτερες προσπάθειες να γνωρίζομαι με αποφοίτους της Γαλαάδ. Δυο τέτοιοι απόφοιτοι ήταν ο Λόιντ και η Μέλμπα Μπάρι, οι οποίοι επισκέπτονταν τις εκκλησίες κάνοντας έργο περιοχής ενόσω περίμεναν να φύγουν για το διορισμό τους στην Ιαπωνία. Αυτοί αφιέρωσαν χρόνο για να με ενθαρρύνουν—ένα κοριτσάκι που ποθούσε να γίνει ιεραπόστολος—και αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση.
Όταν ήμουν δέκα χρονών, η μαμά παντρεύτηκε ένα θαυμάσιο Μάρτυρα ο οποίος ήταν κι αυτός σκαπανέας. Αυτός υιοθέτησε τον αδελφό μου κι εμένα όχι μόνο στα χαρτιά αλλά και στην καρδιά του. Η αγάπη του για τον Ιεχωβά και ο ζήλος του για την υπηρεσία ήταν πολύ μεταδοτικά.
Η μαμά και ο μπαμπάς προσπαθούσαν από κοινού να καθοδηγούν εμάς τα δυο παιδιά στα δύσκολα χρόνια της εφηβείας. Το σπίτι μας ήταν ένα πνευματικό καταφύγιο που το θυμάμαι με αγάπη. Γι’ αυτούς, το να είναι σκαπανείς με μικρό εισόδημα ενώ μεγάλωναν δυο μικρά παιδιά δεν ήταν καθόλου εύκολο· απαιτούσε αυτοθυσία. Αλλά η μαμά και ο μπαμπάς στηρίζονταν στον Ιεχωβά και έθεταν τα συμφέροντα της Βασιλείας πρώτα.
Πόσο καλά θυμάμαι τη διεθνή συνέλευση που έγινε στην Πόλη της Νέας Υόρκης το 1950! Ο μπαμπάς πήρε δάνειο από την τράπεζα, και πήραμε τρεις συνεπιβάτες στο αυτοκίνητο για να μοιραστούμε τα έξοδα. Η μαμά, ο μπαμπάς, ο αδελφός μου κι εγώ καθήσαμε όλοι μαζί στο μπροστινό κάθισμα σε όλη τη διαδρομή από το Σαν Ντιέγκο ως τη Νέα Υόρκη, ενώ οι άλλοι κάθησαν στο πίσω κάθισμα. Επειδή ο εργοδότης του μπαμπά αρνήθηκε να του δώσει δυο εβδομάδες άδεια από την εργασία του για να παρακολουθήσει τη συνέλευση, ο μπαμπάς μου έχασε την εργασία του. Αλλά, όπως μας διαβεβαίωσε ο ίδιος, ο Ιεχωβά θα φρόντιζε για τις ανάγκες μας, και έτσι έγινε. Ο μπαμπάς πούλησε το αυτοκίνητο για να εξοφλήσει το δάνειο που πήρε από την τράπεζα και κατόπιν βρήκε μια καλύτερη εργασία. Αυτή και παρόμοιες εμπειρίες αποδείχτηκαν πολύτιμες για εμένα όταν, χρόνια αργότερα, ο σύζυγός μου κι εγώ αντιμετωπίσαμε δύσκολες καταστάσεις.
Στο ταξίδι της επιστροφής μας από τη Νέα Υόρκη, επισκεφτήκαμε το Αγρόκτημα της Βασιλείας, όπου είδα για πρώτη φορά τη Σχολή Γαλαάδ. Θυμάμαι που στεκόμουν σε μια από τις αίθουσες και έλεγα μέσα μου: ‘Είμαι μόνο 11 χρονών. Ποτέ δεν θα μπορέσω να έρθω εδώ. Θα με προλάβει ο Αρμαγεδδών’. Αλλά εκείνη η επίσκεψη με έκανε να είμαι πιο αποφασισμένη από οποτεδήποτε να θέσω τη Γαλαάδ ως στόχο μου.
Προσπάθειες για να Πετύχω το Στόχο μου
Όταν πήγαινα σχολείο, από την πρώτη τάξη κι έπειτα, υπηρετούσα ως σκαπάνισσα στις καλοκαιρινές μου διακοπές. Κατόπιν, έγινα τακτική σκαπάνισσα δυο εβδομάδες αφότου τελείωσα το λύκειο τον Ιούνιο του 1957.
Η συνάθροιση για όσους ενδιαφέρονταν για τη Γαλαάδ, η οποία διεξάχθηκε στη συνέλευση περιφερείας που έγινε στο Λος Άντζελες το 1957, ήταν μια ιδιαίτερη συνάθροιση για εμένα. Καθώς έμπαινα στη σκηνή όπου θα γινόταν εκείνη η συνάθροιση, συνάντησα τον Μπιλ, ένα νεαρό αδελφό τον οποίο γνώριζα από έξι χρονών. Τον περασμένο χρόνο βρισκόταν μακριά υπηρετώντας εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη, στη Λουιζιάνα. Εκπλαγήκαμε όταν διαπιστώσαμε πόσο πολύ ενδιαφερόμασταν και οι δυο για την ιεραποστολική υπηρεσία. Έξι μήνες αργότερα αποφασίσαμε να επιδιώξουμε ως ζευγάρι αυτή την υπηρεσία. Γράψαμε στην Εταιρία ζητώντας διορισμό και ένα μήνα πριν από το γάμο μας λάβαμε διορισμό για το Ρόμνι στη Δυτική Βιρτζίνια.
Μετακομίσαμε εκεί καθώς πηγαίναμε στη συνέλευση της Νέας Υόρκης το 1958. Ενώ ήμασταν στη συνέλευση, παρακολουθήσαμε τη συνάθροιση που έγινε για όσους ενδιαφέρονταν για τη Γαλαάδ. Εκατοντάδες άτομα ήταν παρόντα. Καθώς κοιτούσαμε το πλήθος, νιώσαμε ότι οι προοπτικές που είχαμε να μας καλέσουν στη Γαλαάδ ήταν ελάχιστες. Παρ’ όλα αυτά, συμπληρώσαμε την προκαταρκτική αίτηση, μολονότι ήμασταν μόνο 11 εβδομάδες παντρεμένοι. Τον επόμενο χρόνο, στη συνέλευση περιφερείας στη Φιλαδέλφεια, συμπληρώσαμε άλλη μια αίτηση.
Στο Ρόμνι μάθαμε τόσο ο Μπιλ όσο κι εγώ να στηριζόμαστε στον Ιεχωβά για βοήθεια στις δύσκολες στιγμές. Το Ρόμνι ήταν μια μικρή κωμόπολη 2.000 περίπου κατοίκων. Ήταν αδύνατον να βρεθεί εργασία. Μέναμε σ’ ένα αυτοσχέδιο τροχόσπιτο 5 μέτρων, κατάλληλο για το κλίμα της Καλιφόρνιας. Δεν είχαμε ούτε τρεχούμενο νερό ούτε θέρμανση ούτε ψυγείο. Μέσα έκανε τόσο κρύο ώστε έπρεπε να σπάμε τον πάγο στον κουβά για να πάρουμε νερό. Οι αδελφοί μάς βοηθούσαν όσο περισσότερο μπορούσαν με το να μοιράζονται μαζί μας την τροφή που έπιαναν στο κυνήγι. Τρώγαμε κρέας ελαφιού, ρακούν και σκίουρου. Δεν ήταν λίγες οι φορές που πιστεύαμε ότι δεν θα είχαμε τίποτα να φάμε εκείνη τη μέρα, αλλά ύστερα, όταν επιστρέφαμε στο σπίτι από την υπηρεσία, βρίσκαμε μερικά μήλα ή λίγο τυρί μπροστά στην πόρτα μας.
Αγωνιστήκαμε εννιά μήνες μην έχοντας πολλές φορές ούτε τα αναγκαία. Τελικά, αποφασίσαμε ότι θα ήταν σοφό να εγκατασταθούμε στη Βαλτιμόρη του Μέριλαντ όπου ο Μπιλ θα μπορούσε να βρει εργασία. Όταν είπαμε στους αδελφούς την απόφασή μας, και εκείνοι και εμείς κλάψαμε. Έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε λίγο ακόμα υπομονή.
Αμέσως ύστερα απ’ αυτό κάποιος Μάρτυρας ο οποίος ήταν διευθυντής σ’ ένα σούπερ μάρκετ στο Γουέστερνπορτ του Μέριλαντ, 60 περίπου χιλιόμετρα μακριά, προσέφερε στον Μπιλ εργασία με μειωμένο ωράριο. Τον ίδιο μήνα ένα άτομο με το οποίο κάναμε Γραφική μελέτη μάς προσέφερε ένα όμορφο, επιπλωμένο σπιτάκι που είχε μια μεγάλη ξυλόσομπα. Τότε ήταν που το εδάφιο Μαλαχίας 3:10 έγινε το αγαπημένο μου εδάφιο. Ο Ιεχωβά εξέχυσε πάνω μας ευλογίες που ξεπερνούσαν τις προσδοκίες μας.
Επιτέλους, στη Γαλαάδ!
Μια από τις πιο συναρπαστικές μέρες της ζωής μας ήταν η μέρα του Νοεμβρίου του 1959 όταν λάβαμε την πρόσκλησή μας για τη Γαλαάδ. Προσκληθήκαμε στην 35η τάξη, την τελευταία που διεξάχθηκε στο Αγρόκτημα της Βασιλείας. Όταν στάθηκα στην ίδια αίθουσα που είχα επισκεφτεί όταν ήμουν παιδί, ένιωσα ένα βαθύ αίσθημα ευτυχίας το οποίο δεν περιγράφεται με λόγια.
Η Γαλαάδ ήταν μια πνευματική όαση. Ήταν σαν να ζήσαμε πέντε μήνες στο νέο κόσμο. Στη ζωή, σπάνια περιμένεις κάτι επί χρόνια και κατόπιν αποδεικνύεται καλύτερο απ’ ό,τι φανταζόσουν. Αλλά στην περίπτωση της Γαλαάδ συνέβη ακριβώς αυτό.
Διοριστήκαμε στην Ινδία, αλλά τελικά δεν μας δόθηκε βίζα. Έτσι, έπειτα από ένα χρόνο αναμονής στην Πόλη της Νέας Υόρκης, η Εταιρία Σκοπιά μάς έδωσε έναν άλλο διορισμό, στο Μαρόκο της βόρειας Αφρικής.
Ιεραπόστολοι στο Μαρόκο
Περάσαμε 24 χαρούμενα χρόνια στο Μαρόκο και αγαπήσαμε το λαό του από την πρώτη κιόλας στιγμή. Μάθαμε γαλλικά και ισπανικά, γλώσσες οι οποίες μας βοήθησαν να επικοινωνούμε με τις πολλές εθνικότητες που ζούσαν εκεί. Αυτοί οι οποίοι ανταποκρίνονταν στο άγγελμα της Βασιλείας ήταν κυρίως άτομα που προέρχονταν από άλλες χώρες.
Μια γυναίκα στην οποία έκανα Γραφική μελέτη ήταν Ισπανίδα χορεύτρια φλαμέγκο και εργαζόταν σ’ ένα καμπαρέ στην Καζαμπλάνκα. Αφού έμαθε τις αρχές της Αγίας Γραφής, αυτή η γυναίκα άφησε τον ιδιοκτήτη του καμπαρέ με τον οποίο συζούσε και γύρισε πίσω στην Ισπανία. Εκεί έδωσε μαρτυρία σε όλα τα άτομα της οικογένειάς της, και μερικά απ’ αυτά δέχτηκαν τις Βιβλικές αλήθειες που τους μετέδωσε. Ύστερα γύρισε στην Καζαμπλάνκα όπου και παρέμεινε πιστή στον Θεό μέχρι το θάνατό της το 1990.
Στα πρώτα λίγα χρόνια της παραμονής μας στο Μαρόκο είδαμε αυξήσεις στον αριθμό των ευαγγελιζομένων της Βασιλείας. Ωστόσο, όταν έγινε δύσκολο για τους ξένους να παίρνουν άδεια εργασίας και παραμονής, έλαβε χώρα μια μαζική έξοδος Μαρτύρων προς την Ευρώπη. Μερικά άτομα στα οποία είχαμε κάνει Γραφική μελέτη βρίσκονται τώρα στη Νέα Ζηλανδία, στον Καναδά, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Βουλγαρία, στη Ρωσία και στη Γαλλία, και μερικοί απ’ αυτούς συμμετέχουν στην ολοχρόνια διακονία.
Ξαφνικά, τον Απρίλιο του 1973 το έργο μας κηρύγματος στο Μαρόκο τέθηκε υπό απαγόρευση. Τι πλήγμα! Μια Πέμπτη απόγευμα, απολαμβάναμε πολύ χαρούμενη συντροφιά στην Αίθουσα Βασιλείας, συζητώντας μέχρις ότου μας έσβησαν τα φώτα για να μας δείξουν έτσι ότι ήταν καιρός να γυρίσουμε στα σπίτια μας. Ούτε που περνούσε από το μυαλό μας ότι δεν θα ξαναβλέπαμε ποτέ αυτά τα φώτα να φωτίζουν μια τέτοια ελεύθερη Χριστιανική συναναστροφή. Όταν ήμασταν υπό απαγόρευση, οι συναθροίσεις και οι συνελεύσεις περιοχής περιορίστηκαν σε μικρές ομάδες σε ιδιωτικά σπίτια. Για να παρακολουθήσουν οι Μάρτυρες συνελεύσεις περιφερείας, ταξίδευαν είτε στη Γαλλία είτε στην Ισπανία.
Επειδή μέναμε όλο και λιγότεροι, οι ελάχιστοι Μάρτυρες που απομείναμε στο Μαρόκο δεθήκαμε πολύ ο ένας με τον άλλον. Έτσι, όταν τελικά η Εταιρία Σκοπιά αποφάσισε να κλείσει το γραφείο τμήματος και να μας διορίσει κάπου αλλού, όλοι μας κλάψαμε πάρα πολύ.
Στην Κεντρική Αφρική
Ο νέος μας διορισμός ήταν η Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία. Τι τρομακτική αλλαγή σε σχέση με τη βόρεια Αφρική! Ενώ το Μαρόκο είχε κλίμα παρόμοιο με τη νότια Καλιφόρνια, τώρα βρεθήκαμε στη ζεστή και υγρή τροπική ζώνη.
Εκεί είχαμε να αντιμετωπίσουμε καινούρια προβλήματα. Για παράδειγμα, εγώ τώρα έπρεπε να θέσω υπό έλεγχο το φόβο μου για τα ερπετά. Σε τρεις περιπτώσεις έπεσε στο κεφάλι μου μια σαύρα καθώς διάβαινα κάποια πόρτα. Μερικές φορές, ενώ έκανα μια Γραφική μελέτη, κάποιο ποντίκι αποφάσιζε να μας κάνει παρέα! Αν και ήθελα να πεταχτώ όρθια και να αρχίσω να τρέχω, έμαθα να ελέγχω τον εαυτό μου· όμως δεν άφηνα με τίποτε τον κ. Ποντικό από τα μάτια μου και δεν ακουμπούσα ξανά την τσάντα μου και τα πόδια μου στο πάτωμα αν δεν αποφάσιζε πρώτα να φύγει αυτός ο κύριος. Διαπίστωσα ότι μπορείς να συνηθίσεις οτιδήποτε αρκεί να μην παραιτηθείς των προσπαθειών.
Αφού βρισκόμασταν εκεί έξι μήνες, έγινε μια ανακοίνωση από το ραδιόφωνο που έλεγε ότι το έργο μας τέθηκε υπό απαγόρευση. Έτσι, οι Αίθουσές μας Βασιλείας έκλεισαν και ζητήθηκε από τους ιεραποστόλους να φύγουν. Μόνο εμείς κι ένα ακόμα αντρόγυνο καταφέραμε να μείνουμε στο γραφείο τμήματος για τρία ακόμα χρόνια. Κατόπιν, μια Κυριακή πρωί στη διάρκεια της Μελέτης Σκοπιάς, ήρθαν ένοπλοι αστυνομικοί και μας πήραν στο αρχηγείο της αστυνομίας. Άφησαν ελεύθερες τις γυναίκες και τα παιδιά, αλλά κράτησαν 23 αδελφούς, μεταξύ των οποίων και το σύζυγό μου τον Μπιλ. Έπειτα από έξι μέρες τον άφησαν ελεύθερο για να έρθει στο σπίτι και να μαζέψουμε τα πράγματά μας. Τρεις μέρες μετά, κατόπιν κυβερνητικής διαταγής, φύγαμε από τη χώρα· αυτό έγινε το Μάιο του 1989. Και πάλι ο αποχωρισμός στο αεροδρόμιο συνοδεύτηκε από δάκρυα, καθώς οι στοργικοί αδελφοί μας ήρθαν να μας αποχαιρετήσουν.
Τελικά στη Σιέρα Λεόνε
Ο τωρινός μας διορισμός είναι η Σιέρα Λεόνε, μια θαυμάσια χώρα με όμορφες, άσπρες αμμουδιές που βρίσκεται στη δυτική Αφρική. Οι άνθρωποι είναι πολύ φιλικοί και η διακονία αγρού είναι απόλαυση. Σε κάθε σπίτι μάς προσκαλούν να καθήσουμε, συχνά κάτω από τη σκιά ενός μάνγκο ή ενός κοκκοφοίνικα. Στους ανθρώπους αρέσει να μιλούν για τον Θεό και φέρνουν το προσωπικό τους αντίτυπο της Αγίας Γραφής για να βρίσκουν κι εκείνοι τα εδάφια που τους διαβάζουμε.
Ο Μπιλ κι εγώ εργαζόμαστε στον Οίκο Μπέθελ του Φρίταουν. Η υπηρεσία μου είναι στη ρεσεψιόν και βοηθάω επίσης στις συνδρομές και στους λογαριασμούς των εκκλησιών. Αφού υπηρετήσαμε επί 16 χρόνια σε χώρες όπου το έργο μας κηρύγματος ήταν υπό απαγόρευση, είναι θαυμάσιο να βρισκόμαστε σε μια χώρα όπου το έργο είναι ελεύθερο και ευημερεί.
Τον Ιούνιο του 1991 συμπλήρωσα 30 χρόνια ιεραποστολικής υπηρεσίας. Πραγματικά, η μαμά μου έθεσε μπροστά μου έναν αξιόλογο στόχο! Αν ζούσε ακόμα, πόσο θα ήθελα να της πω ξανά: «Σε ευχαριστώ μαμά!» Χαίρομαι που μπορώ ακόμα να λέω: «Ευχαριστώ μπαμπά!»
[Εικόνα στη σελίδα 28]
Η συνέλευση στη Νέα Υόρκη το 1958
[Εικόνα στη σελίδα 29]
Η 35η τάξη—Ιούλιος 1960
[Εικόνα στη σελίδα 30]
Ο Μπιλ και η Σάντρα Κάουαν το 1991