Η Οδός του Ιεχωβά Είναι ο Καλύτερος Τρόπος Ζωής
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΕΡΚΙ ΚΑΝΚΑΝΠΕ
ΑΠΟ τότε που ήμουν παιδί, ο στόχος μου ήταν να υπηρετήσω στο γραφείο τμήματος το οποίο έχουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Φινλανδία, δηλαδή στο Μπέθελ όπως ονομάζεται. Έτσι, όταν το καλοκαίρι του 1941 ένας περιοδεύων επίσκοπος με ρώτησε: «Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;» εγώ απάντησα: «Πάντοτε ήθελα να πάω στο Μπέθελ».
«Μην κάνεις τέτοια όνειρα· ποτέ δεν θα σε προσκαλέσουν», μου είπε. Στην αρχή απογοητεύτηκα πάρα πολύ, αλλά κατόπιν αποφάσισα απλούστατα να αφήσω το θέμα στα χέρια του Ιεχωβά. Λίγους μήνες αργότερα, έλαβα μια πρόσκληση για να υπηρετήσω στο Μπέθελ.
Ήμουν ένα ντροπαλό, 17χρονο επαρχιόπαιδο όταν χτύπησα το κουδούνι στο γραφείο τμήματος στο Ελσίνκι μια πολύ κρύα, ασυννέφιαστη μέρα του Νοεμβρίου του 1941. Έπειτα από λίγο με καλωσόρισε ο Κάρλο Χαρτέβα, που ήταν ο επίσκοπος τμήματος. Εκείνον τον καιρό το τμήμα είχε την επίβλεψη των 1.135 Μαρτύρων της Φινλανδίας.
Μια Χριστιανική Κληρονομιά
Το 1914 ο πατέρας μου πήρε ένα αντίτυπο της έκδοσης της Εταιρίας Σκοπιά με τίτλο Το Σχέδιον των Αιώνων. Όμως, σύντομα ύστερα απ’ αυτό ξέσπασε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, και ο πατέρας μου δεν βρήκε ευκαιρία να το διαβάσει.
Ο αγώνας της Φινλανδίας για εθνική ανεξαρτησία επέφερε προβλήματα. Σχηματίστηκαν δυο ισχυρές ομάδες—οι Λευκοί και οι Ερυθροί. Οι Λευκοί αντιπροσώπευαν τους καπιταλιστές και την αστική τάξη, ενώ οι Ερυθροί αντιπροσώπευαν τους εργάτες. Ο πατέρας μου προσπαθούσε να είναι ουδέτερος, παραμένοντας εντελώς μακριά και από τις δυο ομάδες. Παρ’ όλα αυτά, και οι δυο ομάδες τον θεωρούσαν ύποπτο.
Τελικά, ο μπαμπάς καταδικάστηκε δυο φορές σε θάνατο, την πρώτη από τους Λευκούς και την άλλη από τους Ερυθρούς. Κάποτε, όταν δολοφονήθηκε ένας άντρας και δεν μπορούσαν να βρουν το δολοφόνο, δέκα νεαροί άντρες, περιλαμβανομένου και του πατέρα μου, καταδικάστηκαν σε θάνατο. Κάποιος δάσκαλος του πατέρα μου, ο οποίος ήταν ένας από τους ενόρκους, πρότεινε εξαίρεση γι’ αυτόν, και η πρότασή του έγινε δεκτή. Οι άλλοι εννιά νεαροί εκτελέστηκαν.
Σε κάποια άλλη περίπτωση, ο πατέρας μου εξαιρέθηκε πάλι από τη θανατική καταδίκη. Έπειτα απ’ αυτό αποφάσισε να ζήσει υπό την επιφάνεια, κατά γράμμα! Αυτός και ο αδελφός του έσκαψαν ένα καταφύγιο, όπου έζησαν μέχρι το τέλος του πολέμου. Για να συντηρούνται στη ζωή, ο μικρότερός τους αδελφός τούς έφερνε φαγητό και νερό.
Μετά το τέλος του πολέμου το 1918, ο μπαμπάς παντρεύτηκε και έχτισε ένα σπίτι κοντά στο καταφύγιο. Αργότερα εξοικειώθηκα καλά μ’ αυτό, αφού το χρησιμοποιούσα ως χώρο για να παίζω. Ο πατέρας μου μού έλεγε ότι είχε προσευχηθεί πολύ ενώ βρισκόταν κρυμμένος εκεί, κάτω από το έδαφος. Υποσχέθηκε στον Θεό ότι, αν ποτέ μάθαινε πώς να τον υπηρετεί, θα το έκανε.
Λίγο μετά το γάμο του, ο μπαμπάς αποφάσισε να πάρει κάτι μαζί του για να το διαβάσει σ’ ένα επαγγελματικό ταξίδι. Στη σοφίτα βρήκε Το Σχέδιον των Αιώνων, το οποίο είχε αγοράσει πριν από χρόνια. Το άνοιξε στο κεφάλαιο «Η Ημέρα του Κυρίου» και το διάβασε. Έλεγε μέσα του: ‘Αυτή είναι η αλήθεια, αυτή είναι η αλήθεια’. Κατεβαίνοντας από τη σοφίτα, είπε στη μητέρα μου: «Βρήκα την αληθινή θρησκεία».
Σχεδόν αμέσως ο μπαμπάς άρχισε να κηρύττει σε άλλους τα πράγματα που μάθαινε, μιλώντας αρχικά στους συγγενείς και στους γείτονές του. Κατόπιν άρχισε να εκφωνεί δημόσιες ομιλίες. Σύντομα κι άλλα άτομα από την περιοχή ενώθηκαν μαζί του. Αφού ήρθε σε επαφή με τους Σπουδαστές της Γραφής, όπως ονομάζονταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ο μπαμπάς βαφτίστηκε το 1923. Από τότε που ήρθαμε στον κόσμο εμείς τα παιδιά—τελικά γίναμε τέσσερα—ο μπαμπάς δεν παρέλειπε να μας διδάσκει. Και μάλιστα, όταν σχηματίστηκε εκκλησία, έπρεπε να παρακολουθούμε κάθε συνάθροιση.
Οι Πρώτες Αναμνήσεις
Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι είναι μια συνέλευση η οποία έγινε στην εκκλησία μας το 1929, όταν ήμουν πέντε χρονών. Είχαν συγκεντρωθεί πολλοί από κοντινές εκκλησίες, και ήταν επίσης παρών ένας εκπρόσωπος από το γραφείο τμήματος. Εκείνες τις μέρες υπήρχε η συνήθεια, τουλάχιστον στη Φινλανδία, να ευλογούν στις συνελεύσεις τα παιδιά. Έτσι ο αδελφός από το Μπέθελ ευλόγησε τα παιδιά, όπως ακριβώς έκανε κι ο Ιησούς στη διάρκεια της διακονίας του. Ποτέ δεν το ξέχασα αυτό.—Μάρκος 10:16.
Άλλη μια από τις πρώτες μου αναμνήσεις είναι η υιοθέτηση του ονόματος Μάρτυρες του Ιεχωβά το 1931. Ο πατέρας μου, συναισθανόμενος τη σπουδαιότητα της περίστασης, διάβασε με επίσημο τόνο στην εκκλησία την ανακοίνωση που αφορούσε το νέο μας όνομα.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, έβγαινα μαζί με τον πατέρα μου στο έργο κηρύγματος. Στην αρχή απλώς άκουγα, αλλά τελικά έκανα το έργο μόνος μου. Το 1935, όταν μας επισκέφτηκε ένας περιοδεύων επίσκοπος, πήγα σε όλους τους γείτονες και τους προσκάλεσα να παρακολουθήσουν τη συνάθροιση. Επίσης, τους πρόσφερα βιβλιάρια, και μερικοί τα δέχτηκαν.
Σχολείο και μια Σημαντική Απόφαση
Εμείς τα τέσσερα παιδιά ήμασταν τα μόνα που είχαν γονείς Μάρτυρες, και συχνά μας κορόιδευαν επειδή δεν συμμετείχαμε με τους άλλους νεαρούς σε αντιχριστιανική διαγωγή. Αν και κάποιοι συμμαθητές μου προσπάθησαν να με παρασύρουν να καπνίσω, ποτέ δεν κάπνισα. Επίσης, μας αποκαλούσαν κοροϊδευτικά Ρωσσελιστές (ο Ρώσσελ ήταν ο πρώτος πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά) και Χαρτεβίτες (ο Χαρτέβα ήταν τότε ο επίσκοπος τμήματος της Φινλανδίας). Χαίρομαι που μπορώ να πω ότι μερικοί νεαροί οι οποίοι μας κορόιδευαν έγιναν αργότερα Μάρτυρες.
Ο καθηγητής μου με παρότρυνε να συνεχίσω τις σπουδές μου, και για κάποιο διάστημα σκεφτόμουν να γίνω μηχανικός. Αλλά κατόπιν έγινε μια συνέλευση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Πόρι την άνοιξη του 1939, η οποία αποδείχτηκε σημείο καμπής στη ζωή μου. Τόσο ο μικρότερος αδελφός μου, ο Τουόμο, όσο κι εγώ αφιερώσαμε τον εαυτό μας στον Ιεχωβά και το συμβολίσαμε αυτό με το να βαφτιστούμε στο νερό σ’ εκείνη τη συνέλευση, στις 28 Μαΐου 1939. Κατόπιν, στις αρχές του Σεπτεμβρίου, ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Τα πράγματα στην Ευρώπη άλλαζαν δραματικά. Οι σχέσεις μεταξύ Φινλανδίας και Σοβιετικής Ένωσης είχαν φτάσει σε κρίσιμο σημείο. Ο πατέρας μου έλεγε με έμφαση ότι ο Αρμαγεδδών ολοένα και πλησίαζε και μας παρότρυνε να κάνουμε έργο σκαπανέα. Έτσι, το Δεκέμβριο του 1940, ο αδελφός μου κι εγώ αρχίσαμε το έργο σκαπανέα στη βόρεια Φινλανδία.
Έργο Σκαπανέα και Υπηρεσία Μπέθελ
Όταν κάναμε έργο σκαπανέα, μέναμε τον περισσότερο καιρό με τον Έργε Κάλιο. Αυτός ο αδελφός είχε γίνει Σπουδαστής της Γραφής στην Πενσιλβανία των Ηνωμένων Πολιτειών πριν από 30 χρόνια περίπου. Ο Έργε ήταν πάρα πολύ καλόκαρδος και έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να ζούμε σε ευχάριστο περιβάλλον. Ο σαρκικός του αδελφός, ο Κίεστι Κάλιο, διατέλεσε πρόεδρος της Φινλανδίας από το 1937 ως το 1940. Ο Έργε μάς είπε πως είχε δώσει στον αδελφό του πλήρη μαρτυρία, εξηγώντας του ότι η Βασιλεία του Θεού είναι η μοναδική ελπίδα για να υπάρξει σωστή διακυβέρνηση και διαρκής, παγκόσμια ειρήνη.
Καθώς ο καιρός περνούσε, η επιθυμία μου να γίνω μέλος της οικογένειας Μπέθελ μεγάλωνε. Ευτυχώς, παρά τη συμβουλή του περιοδεύοντα επισκόπου να μην τρέφω ελπίδες, η αίτησή μου για υπηρεσία Μπέθελ έγινε δεκτή. Η πρώτη μου εργασία ήταν να κάνω θελήματα. Αλλά, σύντομα είχα το προνόμιο να εργάζομαι στο εργοστάσιο. Εκεί εργάστηκα σε πολλά τμήματα, περιλαμβανομένου και του μικρού μας τυπογραφείου και του Τμήματος Αποστολής.
Διακράτηση Ουδετερότητας
Το 1942, σε ηλικία 18 ετών, κλήθηκα για στρατιωτική υπηρεσία. Όταν αρνήθηκα να καταταγώ, υποβλήθηκα σε μακρές περιόδους ανάκρισης, σε δυο περιπτώσεις μ’ ένα όπλο στραμμένο πάνω μου. Άλλες φορές με κακομεταχειρίστηκαν σωματικά. Επίσης, κατά την περίοδο της ανάκρισης, με είχαν βάλει σ’ ένα κελί φυλακής που δεν θερμαινόταν κι έτσι το κρύο έφτανε μέχρι το κόκαλο.
Τελικά, τον Ιανουάριο του 1943, έφτασε ο καιρός να δικαστώ εγώ και άλλοι Μάρτυρες. Ο αξιωματικός του στρατού που μας είχε ανακρίνει απαίτησε να μην είναι η φυλάκισή μας λιγότερη από δέκα χρόνια. Ο στρατιωτικός ιερέας επιθυμούσε να είναι πιο αυστηρή η ποινή, απαιτώντας, όπως έγραψε σε μια επιστολή, ‘την ποινή του θανάτου ή να σταλούν αυτοί οι προδότες στη Ρωσία ως αλεξιπτωτιστές αναγνώρισης [σχεδόν βέβαιος θάνατος], τιμωρία η οποία τους αξίζει’.
Διευθετήθηκε μια εικονική δίκη. Κλήθηκα μπροστά στο δικαστήριο και καταδικάστηκα σε θάνατο. Όμως, αποδείχτηκε τελικά ότι αυτό ήταν άλλη μια προσπάθεια εκφοβισμού, εφόσον αργότερα την ίδια εκείνη μέρα κλήθηκα πάλι μπροστά στο δικαστήριο και καταδικάστηκα σε φυλάκιση τριάμισι χρόνων. Άσκησα έφεση και η ποινή μου μειώθηκε σε δυο χρόνια.
Στη φυλακή το φαγητό ήταν λιγοστό και δεχόμουν κακόβουλες απειλές από άλλους φυλακισμένους. Δυο φορές δέχτηκα επίθεση από ομοφυλόφιλους, αλλά ευτυχώς κατάφερα να ξεφύγω. Ένας απ’ αυτούς απείλησε ότι θα με σκότωνε αν δεν υπέκυπτα στις απαιτήσεις του. Αλλά, όπως έκανα σε όλες τις δοκιμασίες, επικαλέστηκα τον Ιεχωβά και εκείνος με βοήθησε. Στην πραγματικότητα, η απειλή εκείνου του φυλακισμένου δεν ήταν κάτι το ασήμαντο, επειδή αυτός στο παρελθόν είχε διαπράξει φόνο. Αφού αφέθηκε ελεύθερος, αυτός ο άντρας διέπραξε άλλον ένα φόνο και επέστρεψε στη φυλακή.
Χωρίς αμφιβολία το γεγονός ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι γνωστοί για την αξιοπιστία τους ήταν ο λόγος για τον οποίο σύντομα μου ανέθεσαν ορισμένες ευθύνες στη φυλακή. Η εργασία μου ήταν να διανέμω τις μερίδες φαγητού στους άλλους φυλακισμένους, και μου επιτρεπόταν να κυκλοφορώ ελεύθερα στα κτίρια της φυλακής. Έτσι, όχι μόνο είχα αρκετό φαγητό για τον εαυτό μου αλλά μπορούσα επίσης να φροντίζω για τις ανάγκες των Χριστιανών αδελφών μου. Ένας αδελφός μάλιστα πήρε μερικά κιλά ενώ ήταν στη φυλακή, πράγμα πολύ ασυνήθιστο αν λάβουμε υπόψη την έλλειψη τροφίμων!
Αποφυλακίστηκα το Σεπτέμβριο του 1944, την ίδια μέρα που αφέθηκε ελεύθερος και ο αδελφός Χαρτέβα. Η αποφυλάκισή μου σήμαινε ότι θα επέστρεφα στην υπηρεσία Μπέθελ. Σκέφτηκα: ‘Το να εργάζομαι σκληρά επί 16 ώρες τη μέρα στο Μπέθελ είναι πολύ προτιμότερο από τη ζωή στη φυλακή’. Από τότε και στο εξής ποτέ δεν απέφυγα την εργασία!
Διάφορα Προνόμια Υπηρεσίας
Προς το τέλος του 1944 γνώρισα τη Μαργκίτ, μια όμορφη νεαρή σκαπάνισσα, η οποία ανταποκρίθηκε στο ενδιαφέρον που έδειξα για εκείνη, και παντρευτήκαμε στις 9 Φεβρουαρίου 1946. Τον πρώτο χρόνο του γάμου μας, εγώ υπηρετούσα στο Μπέθελ ενώ η Μαργκίτ εργαζόταν ως σκαπάνισσα στο Ελσίνκι. Κατόπιν, τον Ιανουάριο του 1947 διοριστήκαμε στο έργο περιοχής.
Στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου, συχνά μέναμε στο ίδιο δωμάτιο με κάποια οικογένεια. Ξέραμε ότι μας έδιναν ό,τι καλύτερο είχαν, και ποτέ δεν παραπονεθήκαμε. Εκείνες τις μέρες οι περιοχές ήταν μικρές, και μερικές εκκλησίες δεν είχαν καθόλου βαφτισμένους Μάρτυρες!
Το 1948 προσκληθήκαμε να επανέλθουμε στην υπηρεσία Μπέθελ. Έπειτα από δυο χρόνια ήρθε στη Φινλανδία από τις Ηνωμένες Πολιτείες ο Γουόλας Έντρες, και λίγο αργότερα διορίστηκε επίσκοπος τμήματος. Μας παρότρυνε ένθερμα να συνεχίσουμε να μελετάμε την αγγλική γλώσσα, πράγμα που κάναμε. Έτσι, προσκληθήκαμε να παρακολουθήσουμε τη 19η τάξη ιεραποστόλων της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς, η οποία άρχισε στο Σάουθ Λάνσινγκ της Νέας Υόρκης το Φεβρουάριο του 1952.
Μετά την αποφοίτηση, διοριστήκαμε πίσω στη Φινλανδία. Ωστόσο, προτού φύγουμε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, εκπαιδεύτηκα στο χειρισμό των τυπογραφικών πιεστηρίων στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης.
Όταν επιστρέψαμε στη Φινλανδία, διοριστήκαμε στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου, αλλά το 1955 προσκληθήκαμε να επιστρέψουμε στο γραφείο τμήματος της Φινλανδίας. Εκείνη τη χρονιά έγινα επίσκοπος εργοστασίου και δυο χρόνια αργότερα, το 1957, διορίστηκα επίσκοπος τμήματος. Από το 1976 κι έπειτα, υπηρετώ ως συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος της Φινλανδίας.
Χαίρομαι που μπορώ να πω ότι τόσο ο πατέρας μου όσο και η μητέρα μου παρέμειναν πιστοί στον Ιεχωβά μέχρι το θάνατό τους. Με τον καιρό, πάνω από εκατό συγγενείς του πατέρα μου έγιναν Μάρτυρες. Και μέχρι σήμερα, ο αδελφός μου, οι αδελφές μου και οι οικογένειές τους υπηρετούν όλοι τον Ιεχωβά, και μια από τις αδελφές μου είναι σκαπάνισσα.
Μια Πλούσια, Ανταμειφτική Ζωή
Τα χρόνια που πέρασαν ήταν γεμάτα από πολλή εργασία, αλλά επειδή η εργασία αυτή είναι του Θεού, ήταν πλούσια και ανταμειφτική. (1 Κορινθίους 3:6-9) Η ζωή μου σίγουρα δεν ήταν ούτε στρωμένη με ρόδα ούτε άνετη. Υπήρξαν προβλήματα και δυσκολίες επίσης. Πολύ νωρίς στη ζωή συνειδητοποίησα ότι πρέπει να μάθεις να διαπαιδαγωγείς τον εαυτό σου. Δεν μπορείς να κάνεις πάντοτε ακριβώς αυτό που θέλεις. Συχνά δεχόμουν διόρθωση, και σταδιακά μάθαινα να ζω με το σωστό τρόπο.
Για παράδειγμα, οι δοκιμασίες και οι στερήσεις που πέρασα στον πόλεμο με δίδαξαν να ζω χωρίς πολυτέλειες. Έμαθα να διακρίνω αν κάτι είναι πραγματικά αναγκαίο ή όχι. Ακόμα έχω τη συνήθεια να ρωτάω τον εαυτό μου αν χρειάζομαι το ένα ή το άλλο πράγμα. Και κατόπιν, αν δω τελικά ότι κάτι δεν είναι και τόσο σημαντικό, δεν το αγοράζω.
Η καθοδήγηση που προσφέρει ο Ιεχωβά μέσω της οργάνωσής του είναι ολοφάνερη. Στη διάρκεια των ετών που βρίσκομαι στο τμήμα της Φινλανδίας, είχα την ευκαιρία να δω τον αριθμό των Μαρτύρων του Ιεχωβά να αυξάνει από 1.135 σε περισσότερους από 18.000! Πραγματικά, μπορώ να δω ότι το έργο μου έχει ευλογηθεί, αλλά ξέρω ότι ευλογήθηκε επειδή το έργο είναι του Ιεχωβά, και όχι δικό μας. (1 Κορινθίους 3:6, 7) Νωρίς στη ζωή διάλεξα την οδό του Ιεχωβά, και έχει αποδειχτεί ότι αυτή η οδός είναι στ’ αλήθεια ο καλύτερος τρόπος ζωής.
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Ο Έρκι Κάνκανπε σήμερα, με τη σύζυγό του Μαργκίτ