Υπηρεσία Προς τον Ιεχωβά και σε Ευνοϊκό και σε Δύσκολο Καιρό
Όπως το αφηγήθηκε ο Χαλ Μπέντλεϊ
ΕΙΧΑΝ γίνει οι προετοιμασίες για μια συνέλευση περιοχής των Μαρτύρων του Ιεχωβά σ’ ένα μικρό χωριό της Νιασαλάνδης (της τωρινής Μαλάουι). Ο επίσκοπος περιοχής και ο επίσκοπος περιφερείας έκαναν τον τελικό έλεγχο του βήματος που είχε κατασκευαστεί από χόρτο και μπαμπού και έλεγχαν επίσης τις καλύβες από χόρτο που θα χρησίμευαν ως καταλύματα για τη νύχτα. Ξαφνικά, τους περιστοίχισε ένας όχλος που μέχρι εκείνη τη στιγμή κρυβόταν εκεί κοντά πίσω από κάτι θάμνους. Ο όχλος έβαλε φωτιά στις καλύβες και στο βήμα και έσπρωξε τους αδελφούς προς την κατεύθυνση των σπιτιών στα οποία έμεναν.
Η σύζυγος του επισκόπου περιφερείας, η Τζόις Μπέντλεϊ, έτρεξε για να δει τι συμβαίνει. Αλλά και εκείνη την έσπρωχναν προς τα πίσω. Ο επικεφαλής του όχλου φώναζε δυνατά λέγοντας ότι ο μζούνγκου (ο λευκός) πρέπει να φύγει αμέσως. Ο όχλος δεν μας επέτρεψε να πάρουμε μαζί μας τα υπάρχοντά μας και μας έσπρωχνε, αναγκάζοντάς μας να μπούμε μέσα στο τζιπ μας. Μαζεύτηκαν γύρω από το αμάξι—άντρες, γυναίκες και παιδιά—φωνάζοντας απειλητικά «Πιτάνι μζούνγκου» (Φύγε λευκέ) και «Κουάτσα» (Ελευθερία). Περιμέναμε ότι θα αναποδογυρίσουν το τζιπ και γι’ αυτό προσευχόμασταν σιωπηλά στον Ιεχωβά. Αλλά το πλήθος αραίωσε και εμείς σπεύσαμε αμέσως στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα, που βρισκόταν στο Μζίμπα, σε απόσταση περίπου 50 χιλιομέτρων από εκεί.
Αργότερα επιστρέψαμε συνοδευόμενοι από έναν και μόνο αστυνομικό. Εξαιτίας των ταραχών που συνέβαιναν σ’ άλλα μέρη, αυτός ήταν ο μόνος αστυνομικός που ήταν διαθέσιμος. Μόλις φτάσαμε στον τόπο όπου μας είχε επιτεθεί ο όχλος, διαπιστώσαμε πως στον εξωτερικό χώρο είχαν σηκώσει τη σημαία του Κόμματος του Κογκρέσου της Μαλάουι και πως είχαν σκαλίσει τα αρχικά Κ.Κ.Μ. πάνω στο λασπόχτιστο τοίχο. Παρ’ όλα αυτά, αφού μίλησε ο αστυνομικός με τους ντόπιους, μας επέτρεψαν να φορτώσουμε τα υπάρχοντά μας στο τζιπ.
Βρήκαμε επίσης και τον επίσκοπο περιοχής, τον Ράιτγουελ Μόζες, καθώς και τη γυναίκα του. Εκείνη είχε τρέξει και είχε κρυφτεί στους θάμνους κατά τη διάρκεια της οχλοκρατικής ενέργειας. Αλλά παραλίγο να πνίξουν τον Ράιτγουελ σ’ ένα ποτάμι που έρεε εκεί κοντά. Ο όχλος είχε αρπάξει επίσης όλα τα τρόφιμα που προορίζονταν για τη συνέλευση. Κατόπιν υποχρέωσαν τους άρρενες αδελφούς να βαδίσουν αρκετά χιλιόμετρα προς τη μια κατεύθυνση και τις αδελφές και τα παιδιά προς την αντίθετη, μέχρις ότου ο όχλος κουράστηκε και τους άφησε να φύγουν.
Αυτό το περιστατικό ήταν ένα από τα πολλά που κατέληξαν στην απαγόρευση του έργου στη Μαλάουι, γεγονός που οδήγησε σε σκληρό διωγμό των Μαρτύρων του Ιεχωβά, σε διωγμό που περιλάμβανε φόνους, βάναυσους ξυλοδαρμούς, βιασμούς γυναικών και φυλακίσεις.
Γιατί Βρισκόμασταν στη Μαλάουι;
Γεννήθηκα στις 28 Ιουνίου 1916 στην πόλη Λιντς, στο Γιόρκσαϊρ της Αγγλίας· ήμουν ο μικρότερος γιος μιας οικογένειας με πέντε παιδιά. Η οικογένειά μας δεν ήταν θρησκευόμενη και δεν εκκλησιαζόμασταν.
Το 1939, όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, είχαν ήδη πεθάνει και οι δυο γονείς μου. Τον Ιούνιο του 1940, όταν ήμουν 24 μόλις χρονών, ήμουν στο στρατό και τα επόμενα πέντε χρόνια υπηρέτησα σε διάφορες μονάδες του πυροβολικού. Στη διάρκεια αυτών των ετών, ενώ καθόμουν μπροστά στο οπλοπολυβόλο κοιτάζοντας τον έναστρο ουρανό στη βορειοανατολική ακτή της Αγγλίας, μου παρουσιάζονταν συχνά ευκαιρίες για να κάνω σκέψεις γύρω από τον Θεό και αναρωτιόμουν, γιατί ο Δημιουργός αυτής της ομορφιάς που ενέπνεε τόσο δέος επέτρεπε να υπάρχει τόση βία, τόση αιματοχυσία και τόσα παθήματα ανάμεσα στους ανθρώπους. Μόνο αφού απολύθηκα από το στρατό, βρήκα την απάντηση στα πολλά ερωτήματα που με απασχολούσαν.
Ένα χειμωνιάτικο κρύο βράδυ εκείνης της χρονιάς, κάποιος χτύπησε την πόρτα μου. Μόλις την άνοιξα, είδα να στέκεται μπροστά μου ένας ηλικιωμένος κύριος ο οποίος άρχισε να μου μιλάει για την Αγία Γραφή. Αυτό έγινε αφορμή να κάνω Γραφική μελέτη και να βαφτιστώ μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, τον Απρίλιο του 1946. Το 1949, παραιτήθηκα από τη δουλειά μου και έγινα σκαπανέας διάκονος των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Κατόπιν, επί τρία και πλέον χρόνια, υπηρέτησα στο Μπέθελ του Λονδίνου και το 1953 έλαβα την πρόσκληση να παρακολουθήσω την 23η τάξη της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς στο Σάουθ Λάνσινγκ της Νέας Υόρκης, προκειμένου να εκπαιδευτώ ως ιεραπόστολος. Έπειτα έλαβα ιεραποστολικό διορισμό για τη χώρα που ονομαζόταν τότε Νιασαλάνδη. Αργότερα, διορίστηκα να υπηρετώ στο έργο επισκόπου περιφερείας. Επί πέντε χρόνια, ταξίδευα ως νεαρός άγαμος άντρας από τη μια άκρη της όμορφης εκείνης χώρας μέχρι την άλλη. Έμαθα να αγαπώ τους ανθρώπους της, οι οποίοι ήταν τόσο ευτυχισμένοι και φιλόξενοι παρά το γεγονός ότι είχαν λίγα υλικά αποκτήματα, αν εξαιρέσουμε κάποιο μικρό χωράφι με καλαμπόκι, λίγες κότες και λίγα κατσίκια ή γουρούνια. Μερικοί ήταν εξαιρετικοί ψαράδες. Έμενα μαζί τους στις ταπεινές τους καλύβες, που ήταν χτισμένες με λάσπη και χοντρές βέργες, και περπατούσα μαζί τους στο έργο κηρύγματος από χωριό σε χωριό. Απολάμβανα επίσης τη συναναστροφή μαζί τους στις υπαίθριες συνελεύσεις τους στις οποίες κάθονταν μαζί με τις οικογένειές τους, δίνοντας αμέριστη προσοχή στους ομιλητές, αν και μερικές φορές έβρεχε καταρρακτωδώς!
Όταν έμενα σε κάποιο χωριό, όλοι, νέοι και ηλικιωμένοι, έρχονταν και με χαιρετούσαν προσωπικά λέγοντας: «Μόνι, μούλι μπουάνζι;» (Γεια σου, πώς είσαι;) Ακόμη κι όταν περπατούσα από χωριό σε χωριό, οι άνθρωποι σταματούσαν να σκαλίζουν τα χωράφια τους για να μου φωνάξουν κάποιο χαιρετισμό.
Κάθε εκκλησία την οποία επισκεπτόμουν μαζί με τον επίσκοπο περιοχής έχτιζε ένα σπιτάκι ειδικά για εμένα. Μερικές φορές ήταν ένα γεροφτιαγμένο σπιτάκι με σκεπή από άχυρα, πράγμα το οποίο εκτιμούσα πάρα πολύ. Αλλά διαπίστωσα ότι έπρεπε να περάσει αρκετός καιρός μέχρι να αποδειχτεί πραγματικά αδιάβροχη μια καινούρια σκεπή από άχυρα!
Κάποτε οι αδελφοί μού έφτιαξαν ένα σπιτάκι χτισμένο αποκλειστικά με χοντρά καλάμια τύφης. Αυτό είχε τρεις μόνο πλευρές—την τέταρτη την αποτελούσε το τζιπ μου. Αυτό συνέβηκε στην κοιλάδα του Σάιρ Ρίβερ, στην οποία επικρατεί ζέστη όλο το χρόνο και όπου τα κουνούπια εργάζονται, σαν να λέγαμε, βάρδιες, και δεν αφήνουν κανένα ήσυχο μέρα και νύχτα! Χωρίς κουνουπιέρα και εντομοαπωθητικό, ήταν σχεδόν αδύνατο να αντέξει κανείς.
Αποκτώ μια Σύντροφο για όλη μου τη Ζωή
Το 1960, παντρεύτηκα την Τζόις Σο, η οποία υπηρετούσε ως ιεραπόστολος στον Ισημερινό. Ναι, αφού απόλαυσα για αρκετά χρόνια το δώρο της αγαμίας, μου δόθηκε ένα καινούριο δώρο—το δώρο του γάμου—πράγμα που εξακολουθώ να το εκτιμώ βαθιά, ακόμη και μετά από 30 χρόνια. Η Τζόις κι εγώ είχαμε την ευλογία να απολαύσουμε μαζί πολλές συναρπαστικές εμπειρίες.
Σε μια περίπτωση, οι αδελφοί κατασκεύασαν μια γέφυρα πάνω από ένα ποταμάκι, χρησιμοποιώντας χοντρές βέργες και χόρτο. Αυτό το έκαναν για να μπορέσω να περάσω στην απέναντι μεριά και να επισκεφτώ ένα χωριό όπου ήθελαν να δείξω την ταινία της Εταιρίας «Η Κοινωνία του Νέου Κόσμου σε Δράση». Αλλά μια από τις βέργες της γέφυρας σφηνώθηκε στο τροχόσπιτο που τραβούσε το τζιπ. Χωρίς να πτοηθούν, οι αδελφοί αποσύνδεσαν το τροχόσπιτο από το αυτοκίνητο, ώστε να μπορέσω να οδηγήσω πάνω από τη γέφυρα, και κατόπιν έσπρωξαν με επιδεξιότητα το τροχόσπιτο μέχρι την άλλη όχθη. Η παρουσίαση της ταινίας που κάναμε σημείωσε επιτυχία.
Μερικές φορές, οι ποταμοί ήταν τόσο φαρδείς που δεν μπορούσε να χτιστεί από πάνω τους γέφυρα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αδελφοί αφαιρούσαν κάθε αντικείμενο μέσα από το τζιπ—την κινητή γεννήτρια, τον προβολέα, τις ταινίες, το κρεβάτι—και διέσχιζαν τον ποταμό με τα πόδια, ενώ κάποιος άλλος αδελφός με μετέφερε πάνω στους γερούς του ώμους. Δυο αδελφές μετέφεραν συνήθως την Τζόις στην αντικρινή όχθη. Μερικοί ποταμοί ήταν πολύ βαθείς. Αυτούς τους ποταμούς τους διασχίζαμε πάνω σε μια πρόχειρη σχεδία που αποτελούνταν από μια γερή πλατφόρμα φτιαγμένη από σανίδες και τοποθετημένη πάνω σε οχτώ μέχρι δέκα μεγάλα βαρέλια. Δυο άτομα μας τραβούσαν κατόπιν στην απέναντι όχθη με σχοινιά.
Οι αδελφοί της Μαλάουι ήταν εξαιρετικά υποβοηθητικοί και καλοσυνάτοι και μας μεταχειρίζονταν με βαθύ σεβασμό. Σε κάποιο μέρος, οι ντόπιοι είχαν απειλήσει να κάψουν το σπίτι στο οποίο μέναμε κι έτσι οι αδελφοί έμειναν ξάγρυπνοι όλη τη νύχτα φροντίζοντας για την ασφάλειά μας. Ακόμη και πριν τεθούν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά υπό απαγόρευση το 1967, ανέκυπταν επικίνδυνες καταστάσεις, περιλαμβανομένης και εκείνης που περιγράψαμε στην αρχή αυτής της αφήγησης. Πολλοί από τους αδελφούς και τις αδελφές της Μαλάουι θα θυσίαζαν ακόμη και τη ζωή τους για εμάς.
Σε μια περίπτωση, εργαζόμουν από σπίτι σε σπίτι μ’ έναν αδελφό που είχε ένα τεράστιο καρούμπαλο στο μέτωπό του. Μερικές μέρες νωρίτερα, είχε δεχτεί φοβερό ξυλοδαρμό. Σε κάποιο σπίτι έδωσε με ήρεμο τρόπο θαυμάσια μαρτυρία στον οικοδεσπότη. Αφού φύγαμε, ο αδελφός είπε: «Αυτός ήταν ο άντρας που με χτύπησε τόσο άσχημα!» Θυμήθηκα τα λόγια του Παύλου: «Εις μηδένα μη ανταποδίδετε κακόν αντί κακού· . . . νίκα δια του αγαθού το κακόν».—Ρωμαίους 12:17-21.
Επέκταση της Υπηρεσίας μας
Ενώ βρισκόμασταν ακόμη στη Μαλάουι, η Τζόις και εγώ επισκεπτόμασταν συχνά την κοντινή Μοζαμβίκη. Η γνώση της ισπανικής που απέκτησε η Τζόις ενώ υπηρετούσε στον Ισημερινό, ήταν υποβοηθητική, επειδή οι Πορτογάλοι την καταλάβαιναν. Με τον καιρό, και οι δυο μας ήμασταν σε θέση να διεξάγουμε συζητήσεις στα πορτογαλικά. Εξακολουθήσαμε να επισκεπτόμαστε τη Μοζαμβίκη και από τον επόμενο διορισμό μας, δηλαδή από τη Ζιμπάμπουε. Η Καθολική Εκκλησία εναντιωνόταν δριμύτατα στο έργο κηρύγματος και δημιουργούσε προβλήματα. Αλλά στη διάρκεια των επόμενων δέκα ετών, γνωρίσαμε τη στοργική φροντίδα και την προστασία του Ιεχωβά, καθώς αναζητούσαμε εκεί τα προβατοειδή άτομα.
Ενώ βρισκόμασταν στη Μοζαμβίκη, επισκεφτήκαμε μια ενδιαφερόμενη κυρία που ζούσε βόρεια του λιμανιού της Μπέιρα. Η αδελφή αυτής της γυναίκας, η οποία ζούσε στην Πορτογαλία, της είχε γράψει μερικά από τα θαυμάσια πράγματα που είχε μάθει από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η κυρία είχε ελέγξει τα πράγματα αυτά στην ίδια της την Αγία Γραφή και είχε αρχίσει μάλιστα να μιλάει σε γείτονες γι’ αυτά. Ωστόσο, η μόνη διεύθυνση που είχαμε ήταν το όνομα του συνεργείου στο οποίο εργαζόταν ο σύζυγός της.
Καθώς πλησιάζαμε την είσοδο του συνεργείου ένας άντρας μάς ρώτησε αν θα μπορούσε να μας βοηθήσει. Ζητήσαμε να δούμε το σύζυγο της κυρίας. Μας έδειξε ένα μηχανικό που επιδιόρθωνε κάποιο αυτοκίνητο και εξαφανίστηκε. Συστηθήκαμε στο μηχανικό και του είπαμε πως θέλαμε να επισκεφτούμε τη σύζυγό του. Αυτός φαινόταν πολύ ανήσυχος. Καθώς μας συνόδευε στο σπίτι του, εξήγησε πως αυτός ο άντρας με τον οποίο μιλήσαμε αρχικά πήγαινε τώρα στον τοπικό αρχηγό της Π.Ι.ΝΤ.Ε. (της μυστικής αστυνομίας) για να καταγγείλει την άφιξή μας. Μας είχαν στήσει παγίδα! Ο άντρας εξήγησε επίσης ότι η σύζυγός του βρισκόταν υπό αστυνομική επιτήρηση εδώ και αρκετό καιρό εξαιτίας του έργου κηρύγματος που έκανε και ότι είχαν υποκλέψει την επιστολή που την πληροφορούσε ότι εμείς επρόκειτο να έρθουμε για να την επισκεφτούμε. Της είχαν πάρει την Αγία Γραφή της, αλλά εκείνη, προνοητικά, είχε κρύψει μια δεύτερη Αγία Γραφή σε κάποιο άλλο μέρος! Είχαν φέρει επίσης τον Καθολικό επίσκοπο προκειμένου να την πείσει να σταματήσει να μιλάει για τον Ιεχωβά και τη Βασιλεία!
Όταν συναντήσαμε αυτή την ενδιαφερόμενη κυρία, αυτή συγκινήθηκε πολύ και έσφιξε την Τζόις στην αγκαλιά της. Ικέτευσε το σύζυγό της να μας επιτρέψει να μείνουμε μαζί τους, αλλά εκείνος αρνήθηκε και επέστρεψε στη δουλειά του. Εκμεταλλευτήκαμε όσο γινόταν καλύτερα αυτή τη σύντομη επίσκεψη για να δώσουμε στην κυρία ενθάρρυνση από την Αγία Γραφή και να την επαινέσουμε για την τόσο σταθερή θέση που έλαβε. Για να μην της δημιουργήσουμε περισσότερα προβλήματα, φύγαμε τότε, αλλά υποσχεθήκαμε ότι θα επιστρέφαμε αργότερα, όταν θα ήταν καλύτερες οι συνθήκες. Όταν φύγαμε από το σπίτι και ήμασταν στο συνεργείο όπου βάζαμε βενζίνη, παρατηρήσαμε πως μας παρακολουθούσαν, αλλά δεν μας συνέλαβαν. Κατόπιν, προτού επιστρέψουμε στη Ζιμπάμπουε, πήγαμε στην Μπέιρα και επισκεφτήκαμε τη μικρή εκκλησία που υπήρχε εκεί. Λίγους μήνες αργότερα, επιστρέψαμε πραγματικά και μπορέσαμε να επισκεφτούμε αυτή την ενδιαφερόμενη κυρία και να απολαύσουμε ένα γεύμα μαζί μ’ αυτήν, το σύζυγό της και την κόρη της. Τελικά, εκείνη βαφτίστηκε στη διάρκεια μιας επίσκεψης που έκανε στην Πορτογαλία και έγινε ζηλώτρια ευαγγελιζόμενη της Βασιλείας.
Κάναμε συχνές επισκέψεις σε μέρη της χώρας που βρίσκονταν ακόμη πιο βόρεια, όπως το Κελιμάνε, τη Ναμπούλα και τη Νακάλα, ένα μικρό λιμανάκι. Στη Νακάλα, πηγαίναμε συχνά να επισκεφτούμε την οικογένεια Σοαρέζ. Ο κύριος Σοαρέζ είχε πρωτοακούσει για την αλήθεια στην Πορτογαλία. Αλλά όταν μετανάστευσε στη Μοζαμβίκη, οι αδελφοί στο Λορένσου Μαρκέζ (το τωρινό Μαπούτο), την πρωτεύουσα της Μοζαμβίκης, έκαναν μελέτη μαζί μ’ αυτόν και την οικογένειά του. Αυτοί εκτιμούσαν βαθιά το γεγονός ότι ήμασταν πρόθυμοι να ταξιδεύουμε εκατοντάδες χιλιόμετρα για να επισκεφτούμε μια απομονωμένη οικογένεια. Σημείωσαν καλή πρόοδο. Αργότερα, μετακόμισαν στη Νότια Αφρική, όπου η κόρη τους, η Μανουέλα, υπηρετεί τώρα στο Μπέθελ ως μεταφράστρια της πορτογαλικής.
Επισκεφτήκαμε πολλές φορές την εκκλησία στο Λορένσου Μαρκέζ. Αυτό σήμαινε ένα ταξίδι 1.100 χιλιομέτρων από το Μπλάνταϊρ μέσα από άσχημους δρόμους. Δυο φορές, είχαμε σοβαρά προβλήματα με το αυτοκίνητό μας και χρειάστηκε να μας ρυμουλκήσουν μέχρι το Σόλζμπερι (την τωρινή Χαράρε). Παρ’ όλα αυτά, αισθανόμασταν μεγάλη χαρά επειδή βλέπαμε το μικρό όμιλο στο Λορένσου Μαρκέζ να γνωρίζει αύξηση και να εξελίσσεται σε μια θαυμάσια εκκλησία, παρά το γεγονός ότι οι αδελφοί εργάζονταν υπό απαγόρευση. Διεξήγαγαν επίσης τακτικά μικρές συνελεύσεις περιοχής. Αλλά αυτές έπρεπε να γίνονται στην ύπαιθρο, όπου οι αδελφοί δημιουργούσαν την εντύπωση πως ήταν κάποια μεγάλη ομάδα εκδρομέων. Σε διάφορες περιπτώσεις, γινόταν διευθέτηση να διεξαχθούν συνελεύσεις στο Νέλσπρουιτ της Νότιας Αφρικής, δηλαδή από την άλλη πλευρά των συνόρων. Αυτό βοήθησε τους αδελφούς στο Μαπούτο να αναπτύξουν εκτίμηση για την οργάνωση του Ιεχωβά και να ωριμάσουν πνευματικά.
Η εκκλησία της Μπέιρα είχε γίνει επίσης δυνατή. Εξαιτίας των πολιτικών ταραχών στη Μοζαμβίκη, οι αδελφοί εκείνης της χώρας βρίσκονται τώρα διασκορπισμένοι στην Πορτογαλία, στη Νότια Αφρική, στον Καναδά, στη Βραζιλία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλα μέρη. Όλη η τιμή ανήκει στον Ιεχωβά, ο οποίος ‘έφερε συνεχώς την αύξηση’ του σπόρου. (1 Κορινθίους 3:6, 7, ΝΔΜ) Ναι, επί δέκα χρόνια είχαμε το προνόμιο να βοηθούμε τους αδελφούς της Μοζαμβίκης που βρίσκονταν κάτω από πορτογαλικό καθεστώς. Αναπολώντας το παρελθόν, θαυμάζουμε τον τρόπο με τον οποίο ο Ιεχωβά άνοιγε για εμάς την πόρτα προκειμένου να προσφέρουμε αυτή τη βοήθεια.
Σε μια περίπτωση, ενώ επισκεπτόμασταν τη Ναμπούλα στα βόρεια της χώρας, μας συνέλαβε ένα μέλος της Π.Ι.ΝΤ.Ε. Έκανε κατάσχεση όλων των εντύπων μας, περιλαμβανομένων και των Γραφών, και μας είπε ότι δεν θα μας επέτρεπαν ποτέ πια να επιστρέψουμε στη Μοζαμβίκη. Παρά το γεγονός αυτό, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, μπορέσαμε να κάνουμε αρκετά ακόμη ταξίδια σ’ αυτή τη χώρα. Κάθε φορά που φτάναμε στα σύνορα, ζητούσαμε πάντα να μας βοηθήσει και να μας καθοδηγήσει ο Ιεχωβά, ώστε να μπορέσουμε να εκτελέσουμε το θέλημά του και να προσφέρουμε την ενθάρρυνση και την εκπαίδευση που χρειάζονταν τόσο πολύ οι αδελφοί εκείνης της χώρας.
Το 1979, διοριστήκαμε στη Μποτσουάνα. Αυτή η χώρα έχει πολύ μεγάλη εδαφική έκταση, ίση με τη μισή σχεδόν έκταση που έχει η Νότια Αφρική. Επειδή όμως ένα τεράστιο μέρος της χώρας αποτελείται από έρημο, δηλαδή την Καλαχάρι, αυτή έχει λιγότερο από ένα εκατομμύριο κατοίκους. Εδώ απολαύσαμε διάφορα προνόμια όπως το να βοηθήσουμε στην οικοδόμηση μιας Αίθουσας Βασιλείας και ενός ιεραποστολικού οίκου στο Γκαμπορόνε, την πρωτεύουσα. Ένα άλλο προνόμιο που απολαύσαμε ήταν η προσφορά βοήθειας στους πορτογαλόφωνους πρόσφυγες από την Ανγκόλα και η διεξαγωγή Γραφικών μελετών μ’ αυτούς.
Μπορέσαμε επίσης να βοηθήσουμε μερικούς νεαρούς από τη Ζιμπάμπουε. Φαίνεται ότι λόγω κάποιας ειδικής διευθέτησης επιτρεπόταν στους Μάρτυρες του Ιεχωβά σ’ αυτή τη γειτονική χώρα να διδάσκουν τη Γραφή σε διάφορα σχολεία. Αυτό το γεγονός κέντρισε το ενδιαφέρον αυτών των νεαρών. Όταν αργότερα μετακόμισαν στην Μποτσουάνα, ήρθαμε σ’ επαφή μαζί τους και εκείνοι ζήτησαν να κάνουν Γραφική μελέτη. Ωστόσο, οι γονείς αυτών των νεαρών εναντιώθηκαν και γι’ αυτό έπρεπε να έρχονται στον ιεραποστολικό οίκο για τη μελέτη. Σημείωσαν θαυμάσια πρόοδο και έγιναν βαφτισμένοι Μάρτυρες.
Καθώς αναπολώ τα 41 χρόνια ολοχρόνιας υπηρεσίας που δαπάνησα σε οχτώ διαφορετικές χώρες, αισθάνομαι βαθιά ευγνωμοσύνη προς τον Ιεχωβά για τις πλουσιοπάροχες ευλογίες που απόλαυσα. Δεν ήταν κάτι εύκολο, αλλά αποτέλεσε μεγάλη χαρά για την Τζόις και για εμένα το να βοηθήσουμε πολλά άτομα να λάβουν σταθερή θέση υπέρ της Βασιλείας, και να γίνουμε αυτόπτες μάρτυρες της θαυμάσιας προόδου που σημείωσαν τα άτομα αυτά παρά τα πολυάριθμα προβλήματα και τη σκληρή εναντίωση που αντιμετώπιζαν. Πράγματι, στη δική μας περίπτωση, έπρεπε ‘να κηρύξουμε το λόγο, κάνοντάς το αυτό με το αίσθημα του επείγοντος και σε ευνοϊκό καιρό και σε δύσκολο καιρό’. Ναι, η ολοχρόνια υπηρεσία αποτελεί πλούσια εμπειρία και μεγαλειώδες προνόμιο το οποίο συνιστούμε από καρδιάς σε όλους όσοι μπορούν να κάνουν τις ανάλογες προσαρμογές στη ζωή τους, ώστε να το απολαύσουν.—2 Τιμόθεον 4:2, ΜΝΚ.
[Χάρτης στη σελίδα 21]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΑΝΓΚΟΛΑ
ΖΑΜΠΙΑ
ΜΑΛΑΟΥΙ
Μζίμπα
Μπλάνταϊρ
ΜΟΖΑΜΒΙΚΗ
Νακάλα
Μπέιρα
Μαπούτο
ΖΙΜΠΑΜΠΟΥΕ
Χαράρε
ΝΑΜΙΜΠΙΑ
ΜΠΟΤΣΟΥΑΝΑ
Γκαμπορόνε
ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΗ
ΙΝΔΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
600 χλμ.
400 μίλ.
[Εικόνα στις σελίδες 24, 25]
Όταν οι ποταμοί ήταν πολύ βαθείς, δυο άτομα μας τραβούσαν στην απέναντι όχθη με σχοινιά